ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 1845/19, 1849/19, 1861/19
και 1866/19)
26 Σεπτεμβρίου 2025
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθ. αρ. 1845/2019)
Α. Χ.
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
__________________________________
(Υπόθ. αρ. 1849/2019)
Ν. Ν.
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
__________________________________
(Υπόθ. αρ. 1861/2019)
Α. Σ.
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
__________________________________
(Υπόθ. αρ. 1866/2019)
Α. Α.
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Αίτηση ημερ. 21.5.2025 για αποκάλυψη εγγράφων στην προσφυγή με αρ. 1849/19
Στυλιάνα Μιχαήλ, για Μαρίνα Νικολάου, για τον αιτητή στην προσφυγή 1849/19.
Κυριακή Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Μιχάλης Καλογήρου, για Χρίστο Μ. Τριανταφυλλίδη για τα ενδιαφερόμενα μέρη Γ. Ν., Ξ. Π., Χ. Ε. και Μ. Ν.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης στις συνεκδ. υποθ. 119/2013 κ.ά. Χατζηιωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.12.2018, με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών Γ. Ν., Ξ. Π., Χ. Ε., Μ. Ν. και τριών άλλων που δεν αφορούν την επίδικη διαδικασία, στον βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου από 4.1.2013, ακολούθησε διαδικασία επανεξέτασης, από το στάδιο που κρίθηκε ως πάσχον.
Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε πλημμέλεια στη σύνθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 26.3.2012, στην οποία ετοιμάστηκε κατάλογος όλων των υποψηφίων για προαγωγή, κατά σειρά βαθμολογίας, βάσει της αξιολόγησης και της απόδοσης μονάδων από την Επιτροπή, σε σχέση με τα προβλεπόμενα, εκ των σχετικών Κανονισμών (Κ.Δ.Π 214/2004), στοιχεία. Όπως κρίθηκε, ενώ η Επιτροπή Αξιολόγησης βάσει του Κανονισμού 6 ήτο πενταμελής, ως διορίστηκε από τον Αρχηγό Αστυνομίας, κατά την συνεδρία της ημερομηνίας 26.3.2012, συνήλθε με μόνο τρία εκ των πέντε μελών. Η πλημμέλεια αυτή στη σύνθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, οδήγησε όλη την διαδικασία, από το συγκεκριμένο σημείο, σε ακύρωση.
Ακολούθησε διαδικασία επανεξέτασης. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, κατόπιν διαβούλευσης με τον Αρχηγό Αστυνομίας, όρισε εξ αρχής νέα Επιτροπή Αξιολόγησης, Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων και Συμβούλιο Κρίσεως. Η Επιτροπή Αξιολόγησης προέβη σε αξιολόγηση και βαθμολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή, συμπληρώνοντας τα σχετικά έντυπα που προνοούνται στον Κανονισμό 7(5) της Κ.Δ.Π. 214/2004, απονέμοντας στους υποψήφιους τις μονάδες που η ίδια έκρινε, επί των επιμέρους στοιχείων αξιολόγησης. Ολοκλήρωσε το έργο της στις 11.7.2019 και την ίδια μέρα, οι εν λόγω κατάλογοι αναρτήθηκαν από τους Αστυνομικούς Διευθυντές, προκειμένου να υποβληθούν από τους υποψηφίους, τυχόν ενστάσεις, ενώπιον της Επιτροπής Εξέτασης Ενστάσεων. Η τελευταία, ετοίμασε έκθεση ημερομηνίας 26.7.2019, την οποία διαβίβασε στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσεως, καταρτίζοντας κατάλογο με τον τετραπλάσιο αριθμό των κενών θέσεων.
Ακολούθησε η θεσμοθετημένη διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου Κρίσεως, το οποίο όργανο ετοίμασε Πίνακα των συστηνόμενων για προαγωγή στον επίδικο βαθμό, επί του οποίου καταγράφεται η συνολική τελική βαθμολογία που έλαβε ο κάθε υποψήφιος, με σειρά επιτυχίας, τον οποίο υπέβαλε προς τον Αρχηγό Αστυνομίας στις 11.9.2019. Ο τελευταίος, ακολουθώντας την σειρά κατάταξης των υποψηφίων στον Πίνακα, αποφάσισε την προαγωγή των εδώ ενδιαφερομένων μερών, αναδρομικά από 4.1.2013, υποβάλλοντας προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, έκθεση ημερομηνίας 23.9.2019. Ο τελευταίος έδωσε την έγκρισή του στις 11.10.2019.
Η νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης αναδρομικής προαγωγής, αμφισβητήθηκε από αριθμό προσφυγών, μεταξύ των οποίων και από τον αιτητή με την προσφυγή 1849/2019. Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 24.5.2022 κι οι γραπτές αγορεύσεις των αιτητών και των καθ’ ων η αίτηση, συμπληρώθηκαν στις 7.7.2022 και 5.9.2022, αντίστοιχα. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των ενδιαφερομένων μερών, υιοθέτησε την γραπτή αγόρευση της Δημοκρατίας.
Σημειώνεται πως με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.6.2023, εκδόθηκε διάταγμα τροποποίησης της αίτησης ακυρώσεως με αρ. 1849/2019 προκειμένου να προστεθεί στα νομικά σημεία της προσφυγής, ζήτημα που αφορούσε στην πρόσδοση, από την Επιτροπή Αξιολόγησης, κατά την επίδικη προαγωγική διαδικασία του 2019, στο ενδιαφερόμενο μέρος αρ. 4, Μ. Ν., τριών (3) μονάδων στο κριτήριο της γνώσης ξένης και επιπρόσθετης ξένης γλώσσας, αντί για δύο (2) μονάδες που είχε εξασφαλίσει κατά το έτος 2012, συγκεντρώνοντας, με τον τρόπο αυτό, συνολική βαθμολογία, 60.10 αντί 59.10 που είχε λάβει το 2012 από την Επιτροπή. Και τούτο, μετά από χειρόγραφη διόρθωση της βαθμολογίας, χωρίς να υπάρχει δίπλα μονογραφή των Μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης. Το ζήτημα αφορούσε την κατοχή του προσόντος της Γαλλικής γλώσσας.
Καταχωρίστηκε τροποποιημένη αίτηση ακυρώσεως και συμπληρωματική γραπτή αγόρευση, στην οποία το συγκεκριμένο ζήτημα αναπτύχθηκε. Συμπληρωματική γραπτή αγόρευση επί του σημείου αυτού, καταχωρίστηκε επίσης από την Δημοκρατία, θέτοντας προδικαστικό ζήτημα πως ακόμα και εάν δεν παραχωρείτο αυτή η μονάδα, ο αιτητής που συγκέντρωσε 59.10 μονάδες, θα ισοψηφούσε με το ενδιαφερόμενο μέρος αρ. 4 και δεν θα είχε οποιαδήποτε υπεροχή. Εν πάση περιπτώσει, υπέβαλε πως η κατοχή του προσόντος της Γαλλικής γλώσσας, αποτελεί αντικειμενικό στοιχείο εντός του φακέλου του. Το κυριότερο όμως ζήτημα που τέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο της Δημοκρατίας, ήταν η θέση πως η επανεξέταση της ακυρωθείσας διαδικασίας, έλαβε χώρα από το αρχικό στάδιο της διαδικασίας και πως η Επιτροπή Αξιολόγησης, προχώρησε εξαρχής σε αξιολόγηση των στοιχείων κρίσεως.
Στο στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, ανάμεσα στους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν από την ευπαίδευτη συνήγορο της Δημοκρατίας, ήταν και αντίγραφο της «Αξιολόγησης και Βαθμολογίας υποψηφίου για προαγωγή από την Επιτροπή Αξιολόγησης» του ενδιαφερόμενου μέρος αρ. 4, Μ. Ν., κατά την διαδικασία του 2012 που ακυρώθηκε, καθώς και κατά την επίδικη διαδικασία του 2019. Όπως η ίδια δήλωσε, λόγω της ακύρωσης της διαδικασίας από την ρίζα της, δεν υπήρχε εκ μέρους της πρόθεση προσκόμισης των φακέλων της πρώτης διαδικασίας του 2012, αλλά προσκομίστηκαν τα δύο αυτά έγγραφα, λόγω του ότι γινόταν γι’ αυτά αναφορά στην συμπληρωματική γραπτή της αγόρευση. Τέθηκε όμως ζήτημα από την ευπαίδευτη συνήγορο του αιτητή, πως τα δύο αυτά έντυπα δεν ήταν τα ίδια με αυτά που επιθεώρησε.
Ακολούθησε η καταχώρηση την υπό εκδίκαση αίτησης ημερομηνίας 21.5.2025, με την οποία ο αιτητής αξιώνει τα εξής:-
«Α) Άδεια και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσονται οι Καθ’ ων η Αίτηση, χάριν διαφάνειας, όπως αποκαλύψουν στο Δικαστήριο και καταθέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου κατά το στάδιο των διευκρινίσεων της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγής, τους διοικητικούς φακέλους στους οποίους περιέχονται (1) το πρωτότυπο του εντύπου αξιολόγησης του Ενδιαφερόμενου Μέρους αρ. 4 με τίτλο «Αξιολόγηση και Βαθμολογία υποψηφίου για προαγωγή από την Επιτροπή Αξιολόγησης», καθώς και (2) το πρωτότυπο της απόφασης/απάντησης της Επιτροπής Εξέτασης Ενστάσεων σε ό,τι αφορά την υποβληθείσα από το Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 4 ένσταση, ομού μετά της ενστάσεως του Ενδιαφερόμενου Μέρους αρ. 4, τα οποία ετοιμάστηκαν για την προαγωγική διαδικασία στον βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου του 2012 όπως και (3) τις γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα όταν προέβη σε συστάσεις προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 2 και οι οποίες αφορούσαν το κριτήριο της γνώσης επιπρόσθετης ξένης γλώσσας και εντοπίζονται στο φάκελο της προαγωγικής διαδικασίας στον βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου του 2012, καθότι το περιεχόμενό τους είναι αναγκαίο να κατατεθεί και σχετίζεται με τους Λόγους Ακύρωσης αρ. 14, 17, 20, 22, 24, 25, 26, 27, 33 και 36 της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό τροποποιημένης αίτησης ακυρώσεως».
Η αίτηση ερείδεται, μεταξύ άλλων, στους Κανονισμούς 10, 11, 12, 17, 18 και 19 των περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών του 1962 και στον Κανονισμό 2 του περί Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 2015, ως επίσης και στην Δ.28 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό εκδίκαση αίτηση, ο ομνύων/αιτητής, πέραν της αναφοράς που κάνει στα γεγονότα της προσφυγής του, ως επίσης και στην απόδοση τριών μονάδων, αντί για δύο, στο κριτήριο της γνώσης ξένης και επιπρόσθετης ξένης γλώσσας, κατά την διαδικασία του 2019 και σε αντίθεση με την διαδικασία του 2012, υποστηρίζει στην παράγραφο 8, πως με την αποκάλυψη και κατάθεση των αιτούμενων εγγράφων, θα φανεί η αντιφατικότητα των καθ’ ων η αίτηση, όπου κατά την επίδικη διαδικασία του 2019 έκριναν τα ίδια δεδομένα που ίσχυαν και το 2012, διαφορετικά, χωρίς καμία δικαιολογία για την αλλαγή στη στάση τους.
Διατείνεται, πρόσθετα, στην παράγραφο 9 της ενόρκου δηλώσεως του, πως εξαναγκάστηκε να υποβάλει την υπό εκδίκαση αίτηση, ενόψει της άρνησης των καθ’ ων η αίτηση να προσκομίσουν, ως τεκμήριο, τους σχετικούς φακέλους, υπό το πρόσχημα πως αυτοί σχετίζονται με διαδικασία του 2012 που ακυρώθηκε. Υποβάλλεται, πρόσθετα, πως τα έγγραφα που ζητούνται είναι απόλυτα σχετικά με τα επίδικα θέματα και πως θα βοηθήσουν στην εξέταση της προσφυγής του.
Υποβλήθηκε ένσταση από την Δημοκρατία, υποστηριζόμενη από την ένορκη δήλωση της κας Σ. Χ., η οποία αναφέρει και την πηγή της γνώσης και πληροφόρησής της. Κατά τις θέσεις της ομνύουσας, η νομική βάση της αίτησης είναι εσφαλμένη και μη σχετική. Υποβάλλεται πως, τα έγγραφα των οποίων ζητείται η προσκόμιση, αφορούν την διαδικασία του 2012, η οποία ακυρώθηκε εξ ολοκλήρου από το αρχικό της στάδιο, με αποτέλεσμα να μην ασκούν οποιαδήποτε επίδραση στην επίδικη διαδικασία επανεξέτασης.
Επιπλέον, υποστηρίζεται η θέση πως με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται ουσιαστική κρίση του Δικαστηρίου, για το κατά πόσον η αρχική διαδικασία του 2012 είναι σχετική με την παρούσα διαδικασία, ζήτημα που θα εξετάσει το Δικαστήριο επί της ουσίας και όχι στα πλαίσια της ενδιάμεσης αίτησης. Υποβλήθηκε, επίσης, από την ομνύουσα κι η θέση πως η αρχική απόφαση ακυρώθηκε λόγω κακής σύνθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης από την πρώτη της συνεδρία, με αποτέλεσμα να συμπαρασυρθεί σε ακύρωση όλη η ενώπιον της διαδικασία, η οποία και επαναλήφθηκε από την αρχή. Κατά τις εισηγήσεις, οι φάκελοι της αρχικής διαδικασίας του 2012, δεν είναι σχετικοί με τα επίδικα θέματα.
Κατά την ακρόαση της αιτήσεως, οι ευπαίδευτες συνήγοροι ανέπτυξαν και προφορικώς τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Εφοδίασαν μάλιστα το Δικαστήριο και με γραπτές αγορεύσεις, επισημαίνοντας η κάθε πλευρά τις θέσεις της, με παραπομπή και σε σχετική, επί του θέματος, νομολογία.
Στην ένσταση, τέθηκε ζήτημα πάσχουσας νομικής βάσης της υπό εκδίκαση αίτησης. Το δικονομικό πλαίσιο, βάσει του οποίου το Δικαστήριο εξετάζει ενδιάμεσες αιτήσεις, κατ’ αναλογίαν των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, είναι οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, αναφορά στους οποίους γίνεται στην αίτηση, όπου συμφώνως των διατάξεων του Κανονισμού 2, ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, θα τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο από 1.1.2016, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015.
Παρατηρώ πως, στη νομική βάση της αιτήσεως, γίνεται αναφορά στους Κανονισμούς 10, 17, 18 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Ειδικότερα, στις διατάξεις του Κανονισμού 10(2), παρέχεται η ευχέρεια στο Δικαστήριο να εκδώσει τις αναγκαίες εκείνες οδηγίες, μεταξύ άλλων, και για αποκάλυψη ή επιθεώρηση εγγράφων. Νοουμένου, βεβαίως, πάντοτε, πως η έκδοση τέτοιων οδηγιών, καθίσταται αναγκαία για την εξέταση της νομιμότητας της επίδικης διοικητικής απόφασης και όχι να γίνεται γενικά αποκάλυψη εγγράφων που δεν σχετίζονται με τον δικαστικό έλεγχο που οφείλει να ασκήσει το Δικαστήριο.
Ο δε Κανονισμός 18 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, προνοεί ότι, εκτός αν υπάρχει άλλη πρόβλεψη, ή εκτός αν το Δικαστήριο ορίσει άλλως, οι Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας, θα εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, τηρουμένων των αναλογιών και εφόσον το επιτρέπουν οι περιστάσεις.
Η επιθεώρηση εγγράφων σε αστικές διαδικασίες, διέπεται από τη Διαταγή 28 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας, αναφορά στην οποία γίνεται στη νομική βάση της αίτησης. Οι Θεσμοί (5) και (9), παρέχουν εξουσία στο Δικαστήριο να εκδώσει διαταγή για επιθεώρηση εγγράφων και λήψη αντιγράφων τους, εκτός στις περιπτώσεις που κατά την κρίση του δεν είναι αναγκαίο για τη δίκαιη εκδίκαση των επίδικων θεμάτων ή για τον περιορισμό των εξόδων της διαδικασίας.
Νομολογιακά, κρίθηκε πως, αποκάλυψη εγγράφων γίνεται όταν τα ζητούμενα έγγραφα είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και τα οποία, αμέσως ή εμμέσως, βοηθούν τον διάδικο που ζητά την αποκάλυψη, στην προώθηση της υπόθεσης του, ή δημιουργούν ζημιά στην υπόθεση του αντιδίκου του, ή δυνατόν να οδηγήσουν σε μία διαδικασία η οποία μπορεί να έχει μία από τις πιο πάνω συνέπειες (Kean Soft Drinks κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. 1247/05 κ.ά., ημερομηνίας 25.9.2007, με αναφορά στην The National Bank of Greece, S.A. v. Paraskevas MitsidesDebtor and Another (1962) C.L.R. 40).
Το ζήτημα που τέθηκε από τον αιτητή, ως προς την βαθμολογία που έλαβε το ενδιαφερόμενο μέρος αρ. 4, από την Επιτροπή Αξιολόγησης, κατά την επανεξέταση της διαδικασίας προαγωγής στον βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου, το έτος 2019 - σε σχέση με τα στοιχεία του προσωπικού του φακέλου και ιδίως, σε σχέση με την πίστωση της πολύ καλής γνώσης μίας ξένης γλώσσας (που βαθμολογείται με 2 μονάδες) και της πολύ καλής γνώσης κάθε επιπρόσθετης ξένης γλώσσας (που βαθμολογείται με 1 επιπλέον μονάδα), λαμβάνον το στοιχείο αυτό, ανώτατη βαθμολογία 4 μονάδες - αποτελεί ένα από τα επίδικα ζητήματα που ήγειρε ως λόγο ακύρωσης, ο αιτητής. Αυτό, συσχετιζόμενο, με την, κατά 1 μονάδα μικρότερη βαθμολογία που το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος, έλαβε από την Επιτροπή Αξιολόγησης κατά το έτος 2012.
Θα πρέπει να λεχθεί πως ο αιτητής, δεν στερήθηκε του δικαιώματος επιθεώρησης των διοικητικών φακέλων της διαδικασίας. Επιπρόσθετα, αντίγραφο του εντύπου αξιολόγησης του ενδιαφερόμενου μέρους αρ. 4, που έλαβε χώρα από την Επιτροπή Αξιολόγησης το 2019, όπως και αντίγραφο του εντύπου αξιολόγησης της Επιτροπής Αξιολόγησης κατά την διαδικασία που ακυρώθηκε του 2012, κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων και επί του πρώτου εντύπου, παρατηρώ πως υφίσταται η μονογραφή στην αλλαγή της βαθμολογίας του σημείου III, όπως κι η μονογραφή στην αλλαγή της συνολικής βαθμολογίας, τα οποία επεσήμανε ο αιτητής.
Χωρίς να χρειάζεται να εκφέρω κρίση, σε αυτό το στάδιο, για το κατά πόσον η διαδικασία που ακυρώθηκε και αφορά το έτος 2012, είναι σχετική με τα επίδικα θέματα, ζήτημα που παραμένει ως επίδικο και θα κριθεί στο τέλος της διαδικασίας, καταλήγω πως δεν κρίνεται αναγκαία η παρουσίαση, ούτε του αιτούμενου υπό παράγραφο (1) πρωτότυπου εγγράφου, αλλά ούτε και του υπό παράγραφο (2) της αιτήσεως.
Σε σχέση δε με τις γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα, ήτοι τα αιτούμενα έγγραφα υπό παράγραφο (3) της αιτήσεως, περιορίζομαι να αναφέρω πως αυτές δεν δεσμεύουν κατά οποιοδήποτε τρόπο το Δικαστήριο, παρά μόνον τα αρμόδια Τμήματα προς τα οποία αυτές απευθύνονται, εν προκειμένω τον Αρχηγό Αστυνομίας και ως εκ τούτου, αυτές δεν κρίνονται ούτε σχετικές, αλλά ούτε και αναγκαίες για την εξέταση, από το Δικαστήριο, των επίδικων ζητημάτων.
Σε κάθε όμως περίπτωση, σημειώνεται η δυνατότητα του Δικαστηρίου να ζητήσει προς κατάθεση, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, και κάθε άλλο σχετικό διοικητικό φάκελο, στον οποίο περιέχονται έγγραφα, τα οποία χρήζουν εξέτασης για σκοπούς δικαστικού ελέγχου και που σχετίζονται με τα επίδικα ζητήματα.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται, με €900 έξοδα, υπέρ της καθ’ ης η αίτηση και εναντίον του αιτητή στην προσφυγή με αρ. 1849/2019, τα οποία να καταβληθούν στο τέλος της διαδικασίας.
Οι υποθέσεις ορίζονται για κατάθεση των φακέλων των ενδιαφερομένων μερών που δεν προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο στις 14.10.2025 και ώρα 9:30 π.μ.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο