Σ.Τ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργού Εσωτερικών, Υπόθεση Αρ. 272/2021, 26/9/2025
print
Τίτλος:
Σ.Τ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργού Εσωτερικών, Υπόθεση Αρ. 272/2021, 26/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 272/2021

                                             

   26 Σεπτεμβρίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Σ.Τ.

 

Αιτητής

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργού Εσωτερικών

 

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

Στυλιάνα Μιχαήλ, για Ε.Μιχαήλ & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι Αιτητή

Νικολέττα Νικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση στην Επιτροπή Στεγαστικής Βοήθειας (εφεξής «ΕΣΒ») στις 30.09.2016 για παραχώρηση οικονομικής βοήθειας για την αγορά διαμερίσματος/κατοικίας στη Λευκωσία.

 

Η αίτηση του εξετάστηκε από την ΕΣΒ στις 22.07.2020 και απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι ο Αιτητής ήταν κάτοχος ενός διαμερίσματος τριών υπνοδωματίων στο Γέρι, από τις 03.04.2006, το οποίο αποξενώθηκε στις 26.06.2014 μέσω μεταβίβασης προς τον πατέρα του.

 

Με επιστολή προς τον Υπουργό Εσωτερικών ημερομηνίας 10.09.2020, ο Αιτητής υπόβαλε Ιεραρχική Προσφυγή (εφεξής η «ΙΠ») κατά της απόφασης της  ΕΣΒ ημερομηνίας 22.07.2020, η οποία απερρίφθη και ο Αιτητής το πληροφορήθηκε με σχετική επιστολή ημερομηνίας 23.12.2020. Αυτή, η τελευταία, απορριπτική απόφαση είναι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή.

 

Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης εγείρεται ισχυρισμός περί πραγματικής πλάνης [άρθρο 46 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου-Ν.158(Ι)/1999] καθότι ο Αιτητής ουδέποτε κατείχε διαμέρισμα 3 υπνοδωματίων, ως το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση αλλά μόνο είχε εγγραφεί για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (03.04.2006-26.06.2014) ως εξ αδιαιρέτου ιδιοκτήτης ενός μεριδίου (1/6) σε τεμάχιο εντός του οποίου ανεγέρθηκε μια πολυκατοικία. Κατά την εισήγηση, δε θα μπορούσε να ήταν κάτοχος διαμερίσματος εκείνο το χρονικό διάστημα καθότι το Κεφ. 96 το απαγορεύει πριν την έκδοση πιστοποιητικού τελικής έκδοσης, το οποίο εξεδόθη εντός του 2020, πολύ μεταγενέστερα που ο Αιτητής ήταν συνιδιοκτήτης του τεμαχίου.

 

Συναφώς, με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης, τίθεται ο ισχυρισμός περί  νομικής πλάνης επειδή οι Καθ’ ων η αίτηση αμέλησαν να λάβουν υπόψη το άρθρο 10 του Κεφ. 96, το οποίο απαγορεύει την κατοχή διαμερίσματος χωρίς πιστοποιητικό τελικής έγκρισης και η οικοδομή της οποίας υπήρξε εξ αδιαιρέτου ιδιοκτήτης κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είχε λάβει τελική έγκριση. Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης ο Αιτητής ισχυρίζεται και πάλι νομική πλάνη, στη βάση ότι δεν ελήφθην υπόψη η παράγραφος Στ(4) των «Κριτηρίων που καθορίζουν τους όρους και προϋποθέσεις για τα στεγαστικά σχέδια» (εφεξής τα «Κριτήρια») αλλά εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη η παράγραφος Στ1(β) των κριτηρίων αυτών.

 

Με τον τέταρτο και πέμπτο λόγο ακύρωσης πλήττεται αντιστοίχως η αιτιολογία και η έρευνα που προηγήθηκε της προσβαλλόμενης, λόγω της πλάνης των Καθ’ ων η αίτηση, ιδίως ως προς τα αναφερόμενα στους προηγούμενους λόγους ακύρωσης περί εφαρμογής εσφαλμένων κριτηρίων.

 

Με τον έκτο λόγο ακύρωσης η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή υποβάλλει ότι η προσβαλλόμενη εξεδόθη αναρμοδίως, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Ν. 158(Ι)/1999 και του άρθρου 13 του περί Παροχής Στεγαστικής Βοήθειας σε Εκτοπισθέντες, Παθόντες και άλλα Πρόσωπα Νόμου του 2005 (Ν. 46(I)/2005) καθότι το μόνο που ανευρίσκεται στον φάκελο είναι ένα ενδουπηρεσιακό μηχανογραφικό/ ηλεκτρονικό μήνυμα από το Γραφείο του Υπουργού και όχι από τον ίδιο τον Υπουργό προς τη λειτουργό που ετοίμασε το σημείωμα, στο οποίο καταγράφεται μονολεκτικά η λέξη «Συμφωνώ» χωρίς να έχει τεθεί υπογραφή του Υπουργού.

 

Η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση, με την αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου τους, απορρίπτει το σύνολο των ισχυρισμών του Αιτητή και υποστηρίζει την ορθότητα της διοικητικής ενέργειας.

 

Οι λόγοι ακύρωσης υπό 1-5 είναι συναφείς και τους εξετάζω ενιαία:

 

Καταρχάς λοιπόν δε θεωρώ ότι οι πρόνοιες της παραγράφου ΣΤ των Κριτηρίων προϋποθέτουν, με οποιονδήποτε τρόπο, να ληφθεί υπόψη το άρθρο 10 του Κεφ. 96.  Η επίδικη παράγραφος ΣΤ των Κριτηρίων προβλέπει [υπογραμμίζεται από το Δικαστήριο η σχετική παράγραφος ΣΤ1(β) και ΣΤ4]:

 

«ΣΤ. ΚΑΤΟΧΗ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

1.        Αιτητής ο οποίος υποβάλλει αίτημα για παραχώρηση στεγαστικής βοήθειας, δεν πρέπει:

(α) ο ίδιος ή το άλλο μέλος του ζεύγους να αποτάθηκαν ή/και επωφελήθηκαν από την “Επιτροπή Αποζημιώσεων” των κατεχομένων. Επί τούτου ο αιτητής υποβάλλει Ένορκο Δήλωση σε μορφή που καθορίζεται από την ΥΜΑΠΕ.

(β) ο ίδιος ή οποιοδήποτε άλλο μέλος της οικογένειάς του να είναι ή να ήταν ιδιοκτήτης οικιστικής μονάδας. Επί τούτου ο αιτητής υποβάλλει Ένορκο Δήλωση σε μορφή που καθορίζεται από την ΥΜΑΠΕ. Εξαίρεση παρέχεται στην περίπτωση που η ΕΣΒ πείθεται ότι η οικιστική μονάδα:

(ι) χρησιμοποιείται αποδεδειγμένα ως επαγγελματική στέγη από τον ίδιο, ή συγγενικό πρόσωπο α’ βαθμού.

(ιι) είναι σε κατάσταση μη κατοικήσιμη από στατικής άποψης.

(ιιι) Αποκτήθηκε δυνάμει δωρεάς ή κληρονομιάς και βρίσκεται μακράν της μόνιμης διαμονής του και εξυπακούεται ότι δεν βρίσκεται σε αστική ή ημιαστική περιοχή και δεν έχει μεγάλη αξία.

Για σκοπούς τεκμηρίωσης δύναται να απαιτηθεί από την ΥΜΑΠΕ Πιστοποίηση από την Τοπική Αρχή ή/και να διενεργηθούν οποιοιδήποτε άλλοι έλεγχοι.

2.        Για διακρίβωση των περιουσιακών στοιχείων των αιτητών, η Υ.Μ.ΑΠ.Ε. δύναται να εξασφαλίζει πιστοποιητικό ερεύνης για κατοχή ή αποξένωση ακίνητης ιδιοκτησίας (παγκύπρια) από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Η Υ.Μ.ΑΠ.Ε. μπορεί επίσης να απαιτεί κατά την κρίση της, από τους αιτητές πιστοποιητικό ερεύνης που να περιλαμβάνει μεταβιβάσεις/ αποξενώσεις από το 1974 και μετά, για τον τόπο καταγωγής και διαμονής του αιτητή, ή οπουδήποτε αλλού κριθεί αναγκαίο ή/και Δήλωση Μεταβίβασης ή/και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία.

3.        Αιτητής που ήδη κατέχει οικιστική μονάδα σε οικισμό στέγασης εκτοπισθέντων ή κατοικία αυτοστέγασης σε κυβερνητικό οικόπεδο ή κατοικία Τ/Κ ιδιοκτησίας και δεν έχει εκδοθεί τίτλος ιδιοκτησίας/ πιστοποιητικό μίσθωσης, δικαιούται να αποταθεί για ένα εκ των ισχυόντων στεγαστικών σχεδίων. Ωστόσο εφόσον εγκριθεί δύναται να του καταβληθεί η ισχύουσα στεγαστική βοήθεια, υπό τον όρο ότι μέσα σε περίοδο 2 ετών το αργότερο θα παραδοθεί στην Αρμόδια Αρχή, η κατοικία την οποία ήδη κατέχει. Σε περίπτωση που η νέα οικιστική μονάδα που θα ανεγείρει / αποκτήσει είναι έτοιμη προς ιδιοκατοίκηση νωρίτερα, οφείλει να παραδώσει την πρώτη οικιστική μονάδα ώστε να του καταβληθεί το ποσό της οικονομικής βοήθειας που δικαιούται.

4.        Στις περιπτώσεις αιτητή που υποβάλλει αίτημα για παραχώρηση στεγαστικής βοήθειας και ήταν/είναι εξ’ αδιαιρέτου ιδιοκτήτης οικιστικής μονάδας, λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο συνιδιοκτησίας και η δυνατότητα στέγασης του σε αυτή.

5.        Στις περιπτώσεις αιτητών που είναι ιδιοκτήτες οικιστικής μονάδας αλλά στον αντίστοιχο τίτλο ιδιοκτησίας υπάρχει επιφύλαξη από συγγενικά πρόσωπα μέχρι τρίτου βαθμού, για «δικαίωμα οίκησης εφ’ όρου ζωής», παραχωρείται ολόκληρη η στεγαστική βοήθεια για ανέγερση ή απόκτηση άλλης κατοικίας. Απαραίτητη προϋπόθεση για παραχώρηση στεγαστικής βοήθειας στον/στην αιτητή/αιτήτρια είναι όπως τα πρόσωπα που κατέχουν τέτοιο «δικαίωμα», να διαμένουν αποδεδειγμένα στην μονάδα όπου αναγράφεται η επιφύλαξη και να μην κατέχουν άλλη ιδιόκτητη οικιστική μονάδα. Ο εν λόγω όρος θα πρέπει να αναγράφεται στον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου.

6.        Αιτητής ο οποίος κατείχε ή κατέχει οικιστική μονάδα η οποία δεν ικανοποιούσε/ει τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του και ο οποίος στη συνέχεια προέβη σε ανέγερση/αγορά άλλης κατοικίας για το σκοπό αυτό, δύναται να κριθεί δικαιούχος παραχώρησης στεγαστικής βοήθειας που αντιστοιχεί σε βοήθεια που παραχωρείται σε μονήρες άτομο. Νοείται ότι κατά τον χρόνο ανέγερσης/ απόκτησης της δεύτερης κατοικίας θα πρέπει αποδεδειγμένα η μεν πρώτη κατοικία να μην ικανοποιεί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του αιτητή και η δε δεύτερη κατοικία να τις ικανοποιεί».

 

Το Κεφ. 96 δεν είναι σχετικό καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στα όσα λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση επί αιτήσεων ως η επίδικη. Αυτό που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της παραγράφου ΣΤ των Κριτηρίων και έχει ουσία για την υπό κρίση, είναι η ύπαρξη οικιστικής μονάδας, η δυνατότητα στέγασης σε αυτή και η ιδιοκτησία ή και συνιδιοκτησία επί της μονάδας αυτής εκ μέρους του αιτητή κατά τον χρόνο της αίτησης ή στο παρελθόν.

 

Δε θεωρώ συναφώς ότι πεπλανημένα ή αναιτιολόγητα οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν αναφέρθηκαν στην παράγραφο ΣΤ4 αλλά στην παράγραφο ΣΤ1(β) καθότι, η ΣΤ1 ρυθμίζει τις εξαιρέσεις στην παροχή στεγαστικής βοήθειας που σε μια εκ των οποίων (αυτή της υποπαραγράφου β) εντάχθηκε ο Αιτητής και η αίτησή του απερρίφθη, η δε παράγραφος ΣΤ4 λειτουργεί συμπληρωματικά στην ερμηνεία των όσων προβλέπονται στο ΣΤ1 προκειμένου να επεξηγήσει ότι και περιπτώσεις συνιδιοκτησίας μπορεί να εξαιρεθούν της στεγαστικής βοήθειας, εφόσον ληφθεί υπόψη το μερίδιο συνιδιοκτησίας και η δυνατότητα στέγασης σε αυτή.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση λοιπόν δεν πλανήθηκαν αναφέροντας ότι ο Αιτητής κατείχε διαμέρισμα μέχρι τις 26.06.2014, που μεταβίβασε στον πατέρα του. Ως και ο Αιτητής δέχεται στην αγόρευσή του, στο τεμάχιο στο οποίο, από τις 03.04.2006 μέχρι τις 26.06.2014, ήταν συνιδιοκτήτης κατά 1/6 μερίδιο, υπήρχε πολυκατοικία. Παρά τους επιμέρους ισχυρισμούς στην ΙΠ ως προς τους λόγους που κατέστη συνιδιοκτήτης ή τους χρόνους έκδοσης της άδειας οικοδομής (οι οποίοι εν πάση περιπτώσει δεν τεκμηριώνονται από οποιοδήποτε περαιτέρω στοιχείο), οι Καθ’ ων η αίτηση έχοντας υπόψη το αποτέλεσμα της έρευνας στο Κτηματολόγιο (Τεκμήριο 1, Κ.36-39 και Κ32), διαπίστωσαν ότι στην εν λόγω πολυκατοικία είχαν, από το έτος 2006 ανεγερθεί έξι (6) διαμερίσματα των 105 τμ έκαστο. Και δεν ετέθη (στην ΙΠ) ισχυρισμός ότι δεν υπήρχε δυνατότητα στέγασης σε αυτά.

 

Συνεπώς θεωρώ εύλογο το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση ότι το ένα εξ αυτών των 6 διαμερισμάτων, κατείχε ο Αιτητής, ως δικαιούχος κατά 1/6 μερίδιο του όλου τεμαχίου στο οποίο βρισκόταν η πολυκατοικία.  Αυτό, ανεξάρτητα ότι ο Αιτητής νομικά ήταν εξ αδιαιρέτου ιδιοκτήτης κατά 1/6 σε όλα τα 6 διαμερίσματα και όχι ιδιοκτήτης του όλου ενός εξ αυτών, άλλωστε τα ανωτέρω Κριτήρια έχουν προνοήσει (βλ. παράγραφος ΣΤ4) να λαμβάνονται υπόψη και συνιδιοκτησίες. Ουδεμία υπό τις περιστάσεις πλημμέλεια έρευνας η αιτιολογίας εντοπίζεται.

 

Ως λοιπόν εκ των πιο πάνω, οι λόγοι ακύρωσης υπό 1-5 απορρίπτονται.

 

Απορριπτέο κρίνω και τον έκτο λόγο ακύρωσης. Δε θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη εξεδόθη αναρμοδίως ή κατά παράβαση του άρθρου 17 του Ν. 158(Ι)/1999 ή του άρθρου 13 του Ν. 46(I)/2005. Η προερχόμενη από το «Γραφείο του Υπουργού ΥΠΕΣ» ηλεκτρονική Οδηγία ημερ. 18.02.2020 με την αναφορά «Συμφωνώ» (βλ. σχετικό έγγραφο σε Τεκμήριο 2 στη διαδικασία) προς το Σημείωμα της λειτουργού ημερ. 04.11.2020, είναι θεωρώ επαρκής και νόμιμη έγγραφη απόδειξη, βάσει και του τεκμηρίου κανονικότητας ότι ο ίδιος ο Υπουργός άσκησε την αρμοδιότητά του και αποφάσισε εγκρίνοντας την εισήγηση του υπηρεσιακού του. Σχετικό είναι το άρθρο 17(8) του Ν. 158(Ι)/1999.

 

Όπως εξηγήθηκε και εν προκειμένω διαπιστώνεται από την μορφή του εγγράφου, για την αποστολή της εν λόγω Οδηγίας εφαρμόστηκε το σύστημα eOASIS, το οποίο, εισάγοντας ηλεκτρονικές διοικητικές διαδικασίες, δεν περιλαμβάνει το κλασσικό έντυπο πρακτικό συνεπώς δεν τίθεται θέμα ελαττώματος λόγω μη υπογραφής του, ως άλλωστε δε θα ετίθετο ζήτημα αν η έγκριση είχε σταλεί με ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο κατά κανόνα δε φέρει υπογραφή.  Στο σύγγραμμα του Καθ. Π. Δαγτόγλου Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 7η Έκδ., σελ.22, παράγραφος 62 αναφέρεται:

 

«62.    Ή υπογραφή, από την άλλη πλευρά, πού κανονικά είναι αναγκαία για το κύρος τής διοικητικής πράξης, αλλά παρουσιάζει εύλογες δυσχέρειες στην περίπτωση της πράξεως πού εξέδωσαν ηλεκτρονικές μηχανές, μπορεί να παραλειφθεί, αν από την παράλειψη αυτή δεν πάσχει ούτε ή σαφήνεια τής πράξεως ούτε ή δικαστική προστασία τού ιδιώτη».

 

Δε διαπιστώνεται λοιπόν έδαφος ακύρωσης της προσβαλλόμενης. Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη επικυρώνεται με 1.500 ευρώ έξοδα υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο