Κ. Χ. ν. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ κ.α., Υπόθεση Αρ. 618/2023, 25/9/2025
print
Τίτλος:
Κ. Χ. ν. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ κ.α., Υπόθεση Αρ. 618/2023, 25/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                       

 

(Υπόθεση Αρ. 618/2023)

 

 

25 Σεπτεμβρίου 2025

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                               Κ. Χ.

                                                                                          Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

 

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

2.   ΑΡΧΗΓΟΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Χ. Πουργουρίδης, για Χρήστος Πουργουρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Α. Ελευθερίου, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση.

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Προσβάλλεται ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος η πράξη και/ή απόφαση της Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως («η Υπουργός») που λήφθηκε την 21.12.2022 και περιέχεται σε σχετική επιστολή προς τον δικηγόρο του αιτητή, ημερομηνίας 31.1.2023 και σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η Ιεραρχική Προσφυγή που είχε ασκήσει ο αιτητής, ημερομηνίας 27.10.2021, κατά της απόφασης του Αρχηγού Αστυνομίας να ανακαλέσει την άδεια κατοχής δυο πυροβόλων όπλων του αιτητή, κατηγορίας Γ8, η οποία εκδόθηκε στις 24.9.2021 και γνωστοποιήθηκε στον αιτητή στις 18.10.2021.

 

Προηγουμένως, στις 22.8.2021 είχε διερευνηθεί εναντίον του αιτητή υπόθεση για τα αδικήματα της παράνομης κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου, παράνομης κατοχής και μεταφοράς εκρηκτικών υλών, οπλοφορία προς διέγερση τρόμου και ρίψη πυροβολισμών σε κατοικημένη περιοχή. Ο αιτητής συνελήφθη δυνάμει σχετικού εντάλματος στις 23.8.2021 και στις 24.8.2021 εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού διάταγμα τριήμερης κράτησής του.

 

Στις 24.9.2021, ο Αρχηγός Αστυνομίας («ο Αρχηγός») εξέδωσε την προαναφερθείσα Ειδοποίηση Προσωρινής Αναστολής της άδειας κατοχής των δυο όπλων του αιτητή, η οποία επιδόθηκε στον αιτητή στις 18.10.2021. Με βάση την εν λόγω ειδοποίηση, η οποία, ως αναγράφεται σε αυτήν, εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 5(5) του περί Πυροβόλων Όπλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου (Ν.113(Ι)/2004), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»), ανακαλείτο προσωρινά μέχρι τις 24.9.2022 η άδεια κατοχής δυο όπλων του αιτητή, ο οποίος καλείτο να παρουσιάσει μέχρι τις 24.8.2022, γνωμάτευση Κυβερνητικού Ιατρικού Συμβουλίου, που να διαβεβαιώνει ότι αυτός δεν κρίνεται επικίνδυνος για τον εαυτό του, τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια, προκειμένου να του παρασχεθεί εκ νέου η άδεια κατοχής των όπλων του. Όπως περαιτέρω αναφερόταν στην εν λόγω Ειδοποίηση Αναστολής, σε περίπτωση μη παρουσίασης σχετικής ιατρικής βεβαίωσης εκ μέρους του αιτητή, θα ακολουθούσε η διαδικασία ανάκλησης του πιστοποιητικού εγγραφής των όπλων του και παράδοσής τους. Ο αιτητής, δι’ επιστολής της Διεύθυνσης Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, ημερομηνίας 7.6.2022, κλήθηκε να παραστεί για εξέταση από Ιατροσυμβούλιο στις 30.6.2022, αλλά δεν ανταποκρίθηκε. Σημειώνεται, στο σημείο αυτό, ότι είχε προηγηθεί, στις 3.9.2020, απόφαση Ιατροσυμβουλίου, το οποίο είχε εξετάσει τον αιτητή κατόπιν δικού του αιτήματος, με την οποία ο αιτητής είχε κριθεί ικανός για να του δοθεί άδεια κατοχής όπλου.

 

Η Ιεραρχική Προσφυγή που άσκησε ο αιτητής κατά της απόφασης του Αρχηγού, εξετάστηκε από την Υπουργό και απορρίφθηκε με απόφασή της ημερομηνίας 21.12.2022. Η εν λόγω απόφαση γνωστοποιήθηκε στον αιτητή δι’ επιστολής του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ημερομηνίας 31.1.2023.

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης, καταχωρίστηκε η υπό κρίση προσφυγή στις 18.4.2023.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση ήγειρε για πρώτη φορά μέσω της γραπτής του αγόρευσης προδικαστική ένσταση, ισχυριζόμενος ότι στερείται ο αιτητής του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος να προωθεί την προσφυγή του, «[.] διότι το επιχείρημα του ότι η εξουσία ανάκλησης άδειας παρέχεται μόνο κατόπιν δικαστικής απόφασης ή ιατρικής γνωμάτευσης παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην παρούσα Προσφυγή με τη γραπτή του αγόρευση», χωρίς αυτό να έχει εγερθεί εκτενώς και εξειδικευμένα και ταυτόσημα ενώπιον της Υπουργού δια της Ιεραρχικής Προσφυγής.

 

Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Απλή ανάγνωση του περιεχομένου της Ιεραρχικής Προσφυγής του αιτητή (βλ. ιδιαίτερα παραγράφους 6 και 7) καταδεικνύει ότι, πράγματι, ο συνήγορος του αιτητή έθεσε ενώπιον της Υπουργού την επιχειρηματολογία του αναφορικά με τις περιπτώσεις που, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου, δύναται ο Αρχηγός να ανακαλεί άδεια κατοχής πυροβόλου όπλου. Δεν απαιτείτο σε εκείνο το στάδιο περαιτέρω ανάπτυξη της σχετικής επιχειρηματολογίας, η οποία, δεδομένης και της συμπερίληψης των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης της απόφασης του Αρχηγού στην Ιεραρχική Προσφυγή, κρίνεται επαρκής, ευρισκόμενη ωσαύτως εντός της ορίων του επιτρεπτού που θέτει η σχετική επί του θέματος νομολογία (Έπαυλις Κομήτης Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 342). Διαφορετική προσέγγιση, θα απέληγε σε αδικαιολόγητη αποστέρηση του δικαιώματος του αιτητή να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Στην απόφασή της στην Έπαυλις Κομήτης, ανωτέρω, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ομόφωνα τόνισε ότι λόγοι ακύρωσης οι οποίοι δεν τέθηκαν στο πλαίσιο προβλεπόμενης Ιεραρχικής Προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και εγείρονται για πρώτη φορά με την προσφυγή, δεν εξετάζονται από το Δικαστήριο. Πιο πρόσφατα, στην Γεωργία Αγγελή ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 125/2019, ημερ. 20.2.2024, τονίστηκε ότι σε περιπτώσεις προηγούμενης άσκησης Ιεραρχικής Προσφυγής, για να υπάρχει η δυνατότητα εξέτασης λόγου ακύρωσης από το Δικαστήριο, θα πρέπει ο συγκεκριμένος λόγος να έχει εγερθεί ήδη κατά τη διαδικασία της διοικητικής αναθεώρησης μέσω της Ιεραρχικής Προσφυγής (βλ. και Δημοκρατία ν. ΑΗΚ, Ε.Δ.Δ. 3/2020, ημερ. 28.10.2022).

 

Υπο το φως της πιο πάνω νομολογίας, η προδικαστική ένσταση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται. Μοναδικός ισχυρισμός που τέθηκε για πρώτη φορά από τον συνήγορο του αιτητή δια της γραπτής του αγόρευσης, είναι ο ισχυρισμός ότι ο Αρχηγός δεν έδωσε καμία γραπτή ειδοποίηση στον αιτητή για την πρόθεσή του να προβεί στην επίδικη ανάκληση. Αυτός ο ισχυρισμός, πράγματι, δεν έχει περιληφθεί στην  Ιεραρχική Προσφυγή του αιτητή και, κατ’ εφαρμογή των πιο πάνω νομολογιακών κατευθυντήριων, δεν θα τύχει εξέτασης και υπόκειται σε απόρριψη (βλ. και την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην   ROCK AMOUR ESTATE COMPANY LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 334/2021, ημερ. 3.12.2024).

 

Προχωρώ στην εξέταση των ισχυρισμών που αναπτύσσει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον αιτητή. Στην εμπροσθοφυλακή της επιχειρηματολογίας του κ. Πουργουρίδη, βρίσκεται ο ισχυρισμός ότι οι καθ’ ων η αίτηση εσφαλμένα και υπό καθεστώς νομικής πλάνης ερμήνευσαν και εφάρμοσαν τις διατάξεις του Νόμου και δη αυτές των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 5, εφόσον δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του εδαφίου (4)(γ)(ii), προκειμένου ο Αρχηγός να μπορούσε, δυνάμει του εδαφίου (5), να προβεί στην επίδικη ανάκληση της άδειας κατοχής. Και τούτο, ως υποβάλλει ο κ. Πουργουρίδης, καθότι ο αιτητής δεν είχε κριθεί επικίνδυνος για τον εαυτό του, για άλλα πρόσωπα, τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια, είτε με απόφαση Δικαστηρίου είτε μετά από γνωμάτευση κυβερνητικού ιατρικού συμβουλίου, όπως επιτάσσει η υποπαράγραφος (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4).

 

Στο άρθρο 5 του Νόμου, προβλέπονται, μεταξύ άλλων, και οι προϋποθέσεις έκδοσης από τον Αρχηγό άδειας απόκτησης και κατοχής πυροβόλου όπλου. Σύμφωνα λοιπόν με την προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 5(4)(γ)(ii), τέτοια άδεια εκδίδεται από τον Αρχηγό, εφόσον ο αιτητής «δεν κρίνεται επίκινδυνος για τον εαυτό του, για άλλα πρόσωπα, τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου ή μετά από γνωμάτευση κυβερνητικού ιατρικού συμβουλίου». Σύμφωνα δε με την επιφύλαξη στο τέλος της παραγράφου (γ) του εν λόγω εδαφίου (4) του άρθρου 5, «Νοείται ότι ο Αρχηγός Αστυνοµίας δύναται να ζητήσει την προσκόµιση ιατρικού πιστοποιητικού ικανότητας από εγγεγραµµένο ιατρό ή, σχετικά µε θέµατα ψυχικής υγείας, ιατρικό συµβούλιο, όταν πρόκειται για άτοµα που κατά τη γνώµη του δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για απόκτηση άδειας ή συνέχιση κατοχής όπλου.».

 

Εν προκειμένω, η Ιεραρχική Προσφυγή του αιτητή απορρίφθηκε, καθότι, όπως αναφέρεται στην επίδικη επιστολή που εστάλη στον δικηγόρο του αιτητή, ημερομηνίας 31.1.2023, ο αιτητής «[.] δεν πληρούσε πλέον την προϋπόθεση του άρθρου 5(4)(γ)(ii) του περί Πυροβόλων Όπλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου του 2004 Ν.113(Ι)/2004 ήτοι, ότι «...δεν κρίνεται επίκινδυνος για τον εαυτό του, για άλλα πρόσωπα, τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου ή μετά από γνωμάτευση κυβερνητικού ιατρικού συμβουλίου». Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, εναντίον του πελάτη σας [ενν. του αιτητή] υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες οι οποίες τον φέρουν να ενέχεται στην διάπραξη ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με την χρήση πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8».

 

Είναι σαφές από τη γραμματική ερμηνεία των προεκτεθεισών διατάξεων, ότι ο Αρχηγός μπορεί να αναστείλει ή να ανακαλέσει ισχύουσα άδεια κατοχής πυροβόλου όπλου, μόνον εφόσον έπαψαν να πληρούνται οποιεσδήποτε από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 5 του Νόμου. Εν προκειμένω, όπως ρητά αναφέρεται στην επίδικη απόφαση, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν πληρούσε την προβλεπόμενη στην προεκτεθείσα υποπαράγραφο (ii) της εν λόγω παραγράφου, προϋπόθεση. Ωστόσο, στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου στοιχείων, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει δικαστική απόφαση, αλλ’ ούτε γνωμάτευση κυβερνητικού ιατρικού συμβουλίου, με την οποία ο αιτητής να έχει κριθεί επικίνδυνος για τον εαυτό του, για άλλα πρόσωπα, τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια. Εάν η συγκεκριμένη διαπίστωση απομονωθεί, η δοθείσα αιτιολογία που περιέχεται στην επίδικη επιστολή των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 31.1.2023, πάσχει ως ανεπαρκής. Ούτε και μπορεί να προσθέσει οτιδήποτε στην εν λόγω αιτιολογία η τελευταία παράγραφος της εν λόγω επιστολής, σύμφωνα με την οποία «Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, εναντίον του πελάτη σας [ενν. του αιτητή] υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες οι οποίες τον φέρουν να ενέχεται στην διάπραξη ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με την χρήση πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8». Αυτή η αναφορά είναι άσχετη με την αμέσως προηγηθείσα διαπίστωση ότι ο αιτητής δεν πληρούσε την προϋπόθεση του άρθρου 5(4)(γ)(ii) του Νόμου.

 

Ωστόσο, η παρούσα αποτελεί περίπτωση που η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, συμφώνως του άρθρου 29 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999), αλλά και της πάγιας επί του θέματος νομολογίας (Σανταφιανός ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 108/2015, ημερ. 3.6.2022, ECLI:CY:AD:2022:C227, Θεοδωρίδου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 146, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171, Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371). Εν προκειμένω, τα όσα αναφέρονται στην δεκασέλιδη απόφαση της Υπουργού επί της Ιεραρχικής Προσφυγής του αιτητή, ημερομηνίας 21.12.2022, στοιχειοθετούν επαρκώς τη νομιμότητα τόσο της απόφασης του Αρχηγού, όσο και της ίδιας της επίδικης απορριπτικής απόφασης επί της Ιεραρχικής Προσφυγής, κατά τρόπο που να καθίσταται εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου, ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά επιτάσσει (Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, L.A.S. BOATING LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 37/2017, ημερ. 26.10.2023).

 

Εν πρώτοις, όπως ορθώς επισημαίνεται και στην ίδια την επίδικη απόφαση, σύμφωνα με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 5 του Νόμου, η οποία ισχύει για όλες τις περιπτώσεις που ο Αρχηγός δύναται να εκδώσει άδεια απόκτησης και κατοχής πυροβόλου όπλου, ο Αρχηγός μπορεί να ζητήσει την προσκόµιση ιατρικού πιστοποιητικού ικανότητας από εγγεγραµµένο ιατρό ή, σχετικά µε θέµατα ψυχικής υγείας, ιατρικό συµβούλιο, όταν πρόκειται για άτοµα που κατά τη γνώµη του δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για απόκτηση άδειας ή συνέχιση κατοχής όπλου.

 

Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δυνατότητα που, με βάση την αμέσως πιο πάνω διάταξη, παρέχεται στον Αρχηγό, να ζητήσει την προσκόμιση ιατρικού πιστοποιητικού στην περίπτωση ατόμου που, κατά τη γνώμη του, δεν πληροί τις προϋποθέσεις για συνέχιση κατοχής όπλου. Εν προκειμένω, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρονται στην επίδικη απόφαση της Υπουργού (βλ. σελ. 9 και 10 της απόφασης), κατά τον ουσιώδη χρόνο είχαν τεθεί ενώπιον του Αρχηγού στοιχεία όσον αφορά τον αιτητή και/ή «[.] γραπτές μαρτυρίες που τον φέρουν να ενέχεται στη διάπραξη ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με τη χρήση πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8 και πιο συγκεκριμένα, με αυτά της παράνομης κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου κατηγορίας Γ8, παράνομης κατοχής και μεταφοράς εκρηκτικών υλών, οπλοφορίας προς διέγερση τρόμου και ρίψης πυροβολισμών σε κατοικημένη περιοχή (αδικήματα που καταδεικνύουν βίαιη και επικίνδυνη συμπεριφορά)». Συνεπώς, είχε κάθε δυνατότητα ο Αρχηγός να αποταθεί στο αρμόδιο όργανο σύμφωνα με την προεκτεθείσα επιφύλαξη, για να ζητήσει εξέταση του αιτητή από Ιατροσυμβούλιο. Αυτό έπραξε και στην παρούσα περίπτωση ο Αρχηγός, ο οποίος ζήτησε από τη Διεύθυνση Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας να καλέσει τον αιτητή για εξέταση από Ιατροσυμβούλιο. Πράγματι, με σχετική επιστολή ημερομηνίας 7.6.2022, ο αιτητής κλήθηκε για εξέταση για τις 30.6.2022, αλλά δεν προσήλθε, όπως αναφέρεται και στην επιστολή της Διεύθυνσης Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας προς τον Αρχηγό, ημερομηνίας 4.7.2022. Αυτά αναφέρονται και στην απόφαση της Υπουργού.

 

Από το πλέγμα των προαναφερθεισών διατάξεων, είναι σαφές ότι ο Αρχηγός, για σκοπούς προστασίας της δημόσιας τάξης ή ασφάλειας, έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια να ζητήσει την εξέταση κατόχου πυροβόλου όπλου από Ιατροσυμβούλιο, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον το εν λόγω άτομο είναι ικανό να συνεχίσει να κατέχει όπλο. Αυτό συνέβη και εν προκειμένω, όπου ο Αρχηγός, λαμβάνοντας υπόψη την προηγηθείσα συμπεριφορά του αιτητή και/ή τα προαναφερθέντα γεγονότα ημερομηνίας 22.8.2021, αποφάσισε, εντός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας, να ζητήσει νέα εξέταση του αιτητή από Ιατροσυμβούλιο και να προσκομιστεί νέα γνωμάτευση. Το γεγονός ότι ο αιτητής είχε ήδη εξεταστεί κατά το έτος 2020 από Ιατροσυμβούλιο, δεν αναιρεί αυτή την, εκ του Νόμου απορρέουσα, ευρεία ευχέρεια του Αρχηγού, ιδίως από τη στιγμή που είχαν μεσολαβήσει τα πιο πάνω γεγονότα. Έχοντας ως αφετηρία την υπό του ιδίου του Νόμου προβλεπόμενη επιταγή για προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, είχε ο Αρχηγός την εξουσία να ζητήσει την εκ νέου εξέταση του αιτητή από Ιατροσυμβούλιο και δεν υπάρχει οποιαδήποτε διάταξη Νόμου που να συνηγορεί υπέρ του αντιθέτου.

 

Η δε στάση της πλευράς του αιτητή, ο οποίος δεν προσήλθε ενώπιον του Ιατροσυμβουλίου προς εξέταση στις 30.6.2022, όπως του είχε ζητηθεί, με αποτέλεσμα να μην προσκομιστεί και τεθεί ενώπιον του Αρχηγού η απαιτούμενη υπό του Νόμου γνωμάτευση, κρίνεται αδικαιολόγητη και δεν μπορεί να αποτελεί τη βάση του επιχειρήματός της ότι ο Αρχηγός παράνομα και εκτός του γράμματος του Νόμου και δη του άρθρου 5(4)(γ)(ii) αποφάσισε να ανακαλέσει την άδεια κατοχής όπλων του αιτητή, επειδή δεν υπήρχε γνωμάτευση Ιατροσυμβουλίου. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε τέτοια γνωμάτευση, οφείλεται αποκλειστικά στην πλευρά του αιτητή και, δεδομένων των προεκτεθεισών διατάξεων του Νόμου και των γεγονότων της υπόθεσης, δεν θα μπορούσε η εφαρμογή της εν λόγω διάταξης να εξαρτάται και/ή να αφήνεται εξ’ ολοκλήρου στη βούληση του αιτητή.

 

Ενόψει των πιο πάνω και γενικότερα στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου τεθέντων, κρίνω ότι ο Αρχηγός ενήργησε σύννομα και έπραξε ό,τι όφειλε και μπορούσε να πράξει, με βάση τις εξουσίες και δυνατότητες που του παρέχει ο Νόμος, προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου. Η δε Υπουργός, με τη δική της απόφαση, ορθώς απέρριψε την Ιεραρχική Προσφυγή του αιτητή και επικύρωσε την απόφαση του Αρχηγού, παρέχοντας πλήρη και λεπτομερή αιτιολογία προς τούτο. Μάλιστα, παρατηρώ ότι στη δική της απόφαση, η Υπουργός αναφέρεται και σε σχετική γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, ημερομηνίας 12.7.2022, αναφορικά με την δυνατότητα του Αρχηγού να ζητήσει πρόσφατα και/ή επικαιροποιημένα ιατρικά πιστοποιητικά αναφορικά με την ψυχική υγεία του αιτητή, αλλά και στο γεγονός ότι ουδέποτε είχε ζητηθεί από τον αιτητή να προβεί ο ίδιος σε ενέργειες έτσι ώστε να εξεταστεί από Ιατροσυμβούλιο, αλλά η Αστυνομία καθηκόντως ζήτησε διευθέτηση της εν λόγω εξέτασης.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η επίδικη απόφαση κρίνεται ορθή και σύννομη και, σε κάθε περίπτωση, εύλογα επιτρεπτή, ληφθείσα εντός των ορίων διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση.

 

Συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται λόγος ακύρωσης και, συνακόλουθα, δε χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος. Επιδικάζονται €1500 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο