ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση αρ.948/2021
26 Σεπτεμβρίου 2025
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
S. J.
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση
__________________________________
Θ. Γεωργίου (κα) για Χρίστος Π. Χριστοδουλίδης, δικηγόρος για τον αιτητή.
Π. Κωνσταντίνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση Προσφυγή επιζητείται δικαστική απόφαση, ως ακολούθως:
«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 05/08/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον δικηγόρο του Αιτητή στις 18/08/21 (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α) με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή του Αιτητή ημερομηνίας 24/05/2021 είναι άκυρη, παράνομη, στερημένης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και έχει ληφθεί χωρίς την δέουσα έρευνα και καθ΄ υπέρβαση και/ή χωρίς καθόλου Δικαιοδοσία και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονοτων και κακής εφαρμογής του νόμου και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας.»
Στο σημείο αυτό, οφείλει να σημειωθεί, ότι η πλευρά του αιτητή δια της γραπτής της αγόρευσης ημερομηνίας 7.8.2023 απέσυρε τις αιτούμενες θεραπείες υπό παραγράφους (Β) (Γ) και (Δ) της Προσφυγής. Συναφώς και η προδικαστική ένσταση της πλευράς των καθ’ ων η αίτηση που εγέρθηκε αναφορικά με τα αιτητικά αυτά της Προσφυγής απορρίπτεται.
Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο αιτητής υπήκοος Μπαγκλαντές, υπέβαλε στις 28.6.2019 αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως, στις 29.10.2019, ο αιτητής τέλεσε πολιτικό γάμο με Ευρωπαία υπήκοο Ρουμάνικης καταγωγής και στις 30.10.2019, ήτοι μια ημέρα αργότερα, υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης.
Παρεμβάλλεται ότι ο αιτητής με επιστολή ημερομηνίας 2.6.2020 ενημερώθηκε ότι η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και το κλείσιμο του φακέλου του.
Στις 5.12.2020, σχετική έκθεση από την ΥΑΜ, απεστάλη προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στην οποία καταγραφόταν ότι στα πλαίσια διερεύνησης της γνησιότητας του γάμου του αιτητή, το ζεύγος αναζητήθηκε στη δηλωθείσα διεύθυνση χωρίς όμως να εντοπιστεί. Περαιτέρω στην εν λόγω έκθεση αναφερόταν ότι στις 28.11.2019 εκδόθηκαν εναντίον του ζεύγους εντάλματα σύλληψης σχετικά με υπόθεση συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και εξασφάλιση εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις.
Με επιστολή ημερομηνίας 9.4.2021 ο αιτητής ενημερώθηκε ότι η αίτηση του για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης απορρίφθηκε καθότι δεν πληρούνταν οι πρόνοιες του Νόμου 7(Ι)/2007 και συγκεκριμένα λόγω του ότι ο ίδιος δεν διέμενε με την ευρωπαία σύζυγο του στη δηλωθείσα διεύθυνση.
Κατά της πιο πάνω απόφασης ο αιτητής στις 24.5.2021, υπέβαλε δια μέσω του δικηγόρου του, ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του άρθρου 32Α του Ν. 7(Ι)/2007.
Με επιστολή ημερομηνίας 5.8.2021, η οποία κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο του αιτητή, ο αιτητής ενημερώθηκε ότι η υποβληθείσα ιεραρχική προσφυγή του ήταν εκπρόθεσμη καθότι δε είχε ασκηθεί εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 32 Α(2) του Ν. 7 (Ι)/2007 προθεσμίας ήτοι εντός 20 ημέρων από την ημέρα έκδοσης της απορριπτικής επί της αιτήσεως του απόφασης.
Η νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης συνιστά το αντικείμενο της παρούσας Προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε στις 23.8.2021.
Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης ο αιτητής μέσω της γραπτής του αγόρευση[1] ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν κατάχρησης εξουσίας, μη επαρκούς έρευνας και πλάνης. Αποτελεί κύρια και βασική θέση της πλευράς του αιτητή ότι η απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 9.4.2021 ουδέποτε παραλήφθηκε από τον αιτητή, ο οποίος έλαβε γνώση επί της απόρριψης της αιτήσεως του μέσω αποστολής μηνύματος στο κινητό του τηλέφωνο στις 20.5.2021. Κατά τον αιτητή και ενώ η διοίκηση γνώριζε τη νέα διεύθυνση του αιτητή, την οποία ο ίδιος γνωστοποίησε μαζί με το συμβόλαιο εργασίας του και την αναλυτική κατάσταση των κοινωνικών ασφαλίσεων εντούτοις απέστειλε την επιστολή ημερομηνιας 9.4.2021 σε λάθος διεύθυνση. Ως εκ τούτου εισηγείται ότι η ιεραρχική του προσφυγή που υποβλήθηκε στις 24.5.2021 δεν ήταν εκπρόθεσμη. Είναι δε για αυτό το λόγο, συνεχίζει η πλευρά του αιτητή, που η αιτιολογία που δόθηκε για την απόρριψη της αίτησης του για έκδοση δελτίου διαμονής ήτοι ότι δεν βρέθηκε να διαμένει με τη σύζυγο του στη δηλωθείσα διεύθυνση είναι εσφαλμένη αφού ο ίδιος, ως διατείνεται, από τις 15.9.2020 διέμενε σε άλλη διεύθυνση κάτι που ως ισχυρίζεται γνωστοποίησε στη διοίκηση και εμφαίνεται και από το διοικητικό φάκελο. Περαιτέρω και μεταξύ άλλων συνιστά έτερη βασική θέση του αιτητή ότι δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 7Α του Κεφ. 105 αφού δεν διερευνήθηκε το ζήτημα της γνησιότητας του γάμου του αιτητή και δεν παραπέμφθηκε η υπόθεση στην αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή για εικονικούς γάμους.
Η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση, απορρίπτοντας όλους τους πιο πάνω ισχυρισμούς, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη καθώς και ότι λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα. Υποβάλλεται δε ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή είναι γενικοί και δεν στοιχειοθετούνται, ότι η γραπτή αγόρευση δεν προσφέρεται ως μέσο προσαγωγής μαρτυρίας καθώς και ότι κάποιοι εκ των ισχυρισμών δεν προβλήθηκαν δια της ιεραρχικής προσφυγής του αιτητή και επομένως απαράδεκτα εγείρονται για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου.
Είναι δε σαφές ότι προέχει ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας η εξέταση του κατά πόσον πράγματι η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή υπεβλήθη εκπρόθεσμα, ως αναγράφεται και στην επιστολή ημερομηνίας 5.8.2021, η οποία στάλθηκε στο δικηγόρο του στις 9.8.2021 και δια της οποίας ενημερώνετο για το δικαίωμα του να προσβάλλει τη νομιμότητα της δυνάμει των προνοιών του άρθρου 146 του Συντάγματος.
Έχω εξετάσει με προσοχή τα όσα ο αιτητής προβάλλει σε συνάρτηση πάντοτε με το περιεχόμενο του ενώπιον μου διοικητικού φακέλου. Επί της ουσίας αυτό που η πλευρά του αιτητή ισχυρίζεται είναι ότι και ενώ ο αιτητής είχε γνωστοποιήσει στη διοίκηση το γεγονός ότι από τις 15.9.2020 διέμενε σε νέα διεύθυνση ήτοι την οδό Γεωργίου Νεοφύτου 31 στη Λεμεσό, εντούτοις «η απορριπτική απόφαση ημερ. 09/4/2021 στάλθηκε σε λάθος διεύθυνση». Ως προς τούτο ο αιτητής παραπέμπει σε έγγραφα του διοικητικού φακέλου και συγκεκριμένα στη δήλωση αρμονικής συμβίωσης του ζεύγους ημερομηνίας 22.5.2021 (ερυθρό 69 και 51 του Τεκμηρίου 1) στην οποία αναγράφεται ότι το ζεύγος διαμένει από τις 21.5.2021 στην οδό Γεωργίου Νεοφύτου 31, Λεμεσό, σε συμφωνία εργοδότησης του αιτητή και σε αναλυτική κατάσταση αποδοχών από τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερομηνίας 13.5.2021 (ερυθρό 63 και 45 του Τεκμηρίου 1) στην οποία αναγράφεται ως διεύθυνση διαμονής του αιτητή η ίδια οδός καθώς και στη σχετική συμφωνία ενοικίασης διαμερίσματος επί της εν λόγω οδού, η οποία φέρει ημερομηνία 14.9.2020. Πρόσθετα δε ο αιτητής εισηγείται ότι «δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας από τους καθ΄ων η αίτηση στο πότε και από ποιο στάλθηκε η επιστολή ημερομηνίας 09/04/2021».
Έχω διεξέλθει με ιδιαίτερη προσοχή το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Πράγματι στο διοικητικό φάκελο εντοπίζονται τα εν λόγω έγγραφα, τα οποία υποδεικνύει η πλευρά του αιτητή. Ωστόσο καθοριστικό παραμένει ότι η πλευρά του αιτητή παραλείπει να αναφέρει ότι όλα τα πιο πάνω έγγραφα είχαν υποβληθεί προς τους καθ΄ων η αίτηση, ως επιμαρτυρείται από τον ίδιο το διοικητικό φάκελο, μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του Τμήματος ημερομηνίας 9.4.2021. Εν προκειμένω στο ημερολόγιο ενεργειών του διοικητικού φακέλου περιλαμβάνεται σχετική έγγραφη καταχώρηση «5/7/21 Από Δρ. Χρίστο Π. Χριστοδουλίδη (Δ&Ν.Σ) «59-42» ενώ ακολουθεί και η πανομοιότυπη καταγραφή «5/7/21 Από Δρ. Χρίστο Π. Χριστοδουλίδη ( Δ& Ν.Σ) «78-60». Σαφώς λοιπόν προκύπτει ότι οι εν λόγω καταγραφές που διενεργούνται με αναφορά στα ερυθρά 78-42 τα οποία αποτελούν δέσμη εγγράφων στην οποία περιλαμβάνονται και τα υπό αναφορά έγγραφα τα οποία επικαλείται ο αιτητής, υποδηλούν ότι τα πιο πάνω έγγραφα υποβλήθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσης της απόφασης ημερομηνίας 9.4.2021, από το δικηγόρο του αιτητή. Αλλά ακόμη και σε περίπτωση που τα έγγραφα αυτά υποβλήθηκαν για πρώτη φορά με την ιεραρχική προσφυγή, ως επιχειρεί με τη γραπτή του αγόρευση να εισηγηθεί ο αιτητής, καθοριστικό και πάλι παραμένει ότι από τα στοιχεία τα οποία ήταν ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση κατά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης, ως αυτά περιλαμβάνονται στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, ουδόλως προκύπτει να είχε τεθεί ενώπιον της διοίκησης οτιδήποτε που να καταδείκνυε ότι αιτητής είχε πράγματι κατά τον ουσιώδη χρόνο αλλάξει διεύθυνση διαμονής, πόσο δε μάλλον να είχε ενημερώσει το Τμήμα για τη νέα του αυτή διεύθυνση. Άλλωστε και πώς αυτό θα μπορούσε να συμβεί αφού τόσο η αναλυτική κατάσταση αποδοχών ασφαλισμένου όσο και η δήλωση αρμονικής συμβίωσης φέρουν ημερομηνία σαφώς μεταγενέστερη από την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του Τμήματος, η οποία εμπεριέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 9.4.2021. Παρατηρώ δε ότι ούτε ο ίδιος ο συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε με την ιεραρχική του προσφυγή κάτι τέτοιο ήτοι ότι ο αιτητής είχε αλλάξει διεύθυνση διαμονής από τις 15.9.2020 με την οποία απλώς περιορίστηκε -και χωρίς την προσκόμιση οποιουδήποτε σχετικού αποδεικτικού- να αναφέρει ότι η απορριπτική απόφαση του Τμήματος είχε γνωστοποιηθεί στον αιτητή μέσω μηνύματος της Υπηρεσίας στο κινητό του τηλέφωνο στις 20.5.2021.
Οι δε ισχυρισμοί του αιτητή που προβάλλονται υπό τη μορφή γεγονότων στη γραπτή του αγόρευση ήτοι ότι «η διοίκηση γνώριζε την νέα διεύθυνση του Αιτητή την οποία γνωστοποίησε μαζί με το συμβόλαιο εργασίας του στο Τμήμα» και/ή με αναφορά στην αναλυτική κατάσταση των κοινωνικών ασφαλίσεων ημερομηνίας 13.5.2021 ότι «την στιγμή που όλα τα τμήμα του Κράτος είναι κάτω από την ομπρέλα του κράτους και είναι όλα πλέον ηλεκτρονικά εύκολά εντόπιζε το Τμήμα την διεύθυνση του» ουδόλως μπορούν κατά πάγια νομολογία να αποτελέσουν μαρτυρία και να αποδείξουν πραγματικά γεγονότα (Θεοφάνους v Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 142/19, ημερομηνίας 25/1/24) Φυρίλλα v Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 40/17, ημερομηνίας 1/11/23).
Επομένως καθίσταται σαφές ότι σύμφωνα με τα γεγονότα που ήταν σε γνώση του Τμήματος κατά το χρόνο που εκδόθηκε η απορριπτική απόφαση, η οποία εμπεριχεται στην επιστολη ημερομηνίας 9.4.2021, η δεδηλωμένη διεύθυνση διαμονής του αιτητή, ήταν η οδός Βασιλέως Κωνσταντίνου 13, Άγιος Δομέτιος, Λευκωσία, διεύθυνση η οποία αναγράφετο και στην ίδια την αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής για έκδοση δελτίου διαμονής.
Έπεται ότι αυτό που απομένει να εξεταστεί είναι κατά πόσο η επιστολή αυτή πράγματι απεστάλη στη δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής του αιτητή.
Έχω διεξέλθει το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και έχω εντοπίσει την επιστολή ημερομηνίας 9.4.2021 (ερυθρό 32). Παρατηρώ δε ότι η επιστολή αυτή, το περιεχόμενο της οποίας παρέχει πληροφόρηση για την απορριπτική απόφαση επί της αιτήσεως του αιτητή για έκδοση δελτίου διαμονής, απευθύνεται προς τον αιτητή και φέρει σχετική χειρόγραφη σημείωση «Στάληκε στις 12/4/2021» συνοδευόμενη μάλιστα και από σχετική υπογραφή. Περαιτέρω δε ως παρατηρώ τόσο ο αριθμός του ταχυδρομικού κώδικα όσο και η διεύθυνση που αναγράφεται στη συγκεκριμένη επιστολή ως διεύθυνση αποστολής είναι αυτοί που αποτυπώνονται στην αίτηση ημερομηνίας 30.10.2019 που υπέβαλε ο ίδιος ο αιτητής (ερυθρό 18) ήτοι η οδός Βασιλέως Κωνσταντίνου, 2373, Άγιος Δομέτιος, Λευκωσίας.
Στη βάση των ανωτέρω και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν εντοπίζω από το διοικητικό φάκελο η επιστολή αυτή να έχει επιστραφεί στον αποστολέα της, δημιουργείται, συνεπώς, τεκμήριο παράδοσης και λήψης της επιστολής ημερομηνίας 9.4.2021.
Κατά πάγια νομολογία όταν μια επιστολή έχει ταχυδρομηθεί, αλλά δεν έχει επιστραφεί, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο παράδοσης στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται (Latifundia Properties Ltd v. Ψακή κ.ά. (2003) 1 ΑΑΔ 670, Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 415, Σάββα ν. Δημοκρατίας (Αναθ. Έφεση Αρ. 49/2012, ημερομηνίας 7.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:C63). Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Ιακώβου και Δημοκρατίας (Ε.Δ.Δ. αρ. 63/20, ημερ. 24/1/25) με αναφορά στο δικαστικό λόγο της Δημοκρατία v. Μ.Ε Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, ημερομηνίας (Ε.Δ.Δ. 57/2018, ημερ. 9/2/2024) τονίστηκε πως δεν επιβάλλεται η αποστολή της επιστολής με συστημένο ταχυδρομείο και πως η φράση «με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου» που αναφέρεται στο άρθρο 2 του Κεφ. 1 σημαίνει τη λήψη της επιστολής σε 2 με 3 μέρες. Επισημάνθηκε δε με αναφορά στη Theodorou v. The Abbot of Kykko Monstery (1965) 1 C.L.R. 9, 18 πως υφίσταται τεκμήριο ότι, αν αποδειχθεί ότι μία επιστολή έχει ταχυδρομηθεί στην ορθή διεύθυνση και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο, αυτό, συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη της παράδοσής της στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται. Με αναφορά, επίσης στις Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 248 και HadjiGavriel v. Republic (1986) 3(A) C.L.R 52, υπομνήσθηκε πως εναπόκειται σε ένα αιτητή να αποδείξει ότι παρέλαβε εκπρόθεσμα ή καθόλου την διοικητική απόφαση και πως εκείνος που προβάλλει τον ισχυρισμό θα πρέπει να τον τεκμηριώσει.
Επομένως, σύμφωνα και με τη πάγια νομολογία, η πλευρά του αιτητή είχε πλέον το βάρος να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο παραλαβής και εναπόκειτο σ΄αυτήν να αποδείξει και να προσαγάγει την απαιτούμενη μαρτυρία προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού της ότι ουδέποτε παρέλαβε την επίμαχη επιστολή ημερομηνίας 9.4.2021, πράγμα που στην προκειμένη περίπτωση απέτυχε να πράξει (Taranjit Singh v Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.86/22, ημερομηνίας 20/7/22) Eze v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Ε.Δ.Δ Αρ.36/2016, ημερ.19.5.2022).
Συνεπώς και επί τη βάσει των ανωτέρω τεκμαίρεται ότι η επιστολή ημερομηνίας 9.4.2021 έφτασε στο προορισμό της 2-3 ημέρες μετά την 12.4.2021. Δοθέντος δε ότι η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή καταχωρήθηκε όχι μόνο μετά την πάροδο της προβλεπόμενης προθεσμίας των 20 ημέρων από την ημερομηνία έκδοσης της απορριπτικής επί της αιτήσεως του απόφασης που προνοείται στο άρθρο 32 Α του Ν. 7 (Ι)/2007 αλλά και μετά την παρέλευση πέραν των 20 ημερών από την αποστολή της και δη στις 24.5.2021, η κατάληξη ότι η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή ήταν εκπρόθεσμη ήταν καθόλα ορθή.
Δεδομένης της πιο πάνω κατάληξης περί ορθότητας της κρίσης του εκπροθέσμου, η ενασχόληση με την εισήγηση του αιτητή ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της απόφασης με το ζήτημα αλλά μεταγενέστερα, θα απέληγε ακαδημαϊκή αφού ως ο αιτητής παραδέχεται η κατάληξη του Υπουργού ήταν και πάλι ότι η υποβληθείσα ιεραρχική προσφυγή του αιτητη ήτο εκπρόθεσμη (Παντελής ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 360) Χριστοφόρου και άλλων v Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 32/14, ημερομηνίας 30/1/2020). Επομένως και υπό οποιαδήποτε σκοπιά και αν ιδωθεί το ζήτημα ουδόλως θα μπορούσε να διαφοροποιήσει το κρίσιμο και καθοριστικό γεγονός της εκπρόθεσμης υποβολής της ιεραρχικής προσφυγής και συνεπώς καμία ωφέλεια δεν θα μπορούσε να προκύψει για τον αιτητή. Ομοίως αλυσιτελώς προβάλλεται και η έτερη αναφορά του αιτητή ότι ενώ αρχικώς του είχε υποδειχθεί ότι είχε δικαίωμα υποβολής ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει του άρθρου 32 (Α) του Ν. 7 (Ι)/2007 εν τέλει με την επιστολή ημερομηνίας 5.8.2021, δια της οποίας πληροφορήθηκε για το εκπρόθεσμο της ιεραρχικής προσφυγής του, η θέση αυτή διαφοροποιήθηκε.
Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ανδριανή Λεωνίδα Σάββα v Δημοκρατίας (2018) 3.Α.Α.Δ 16 λέχθηκαν σχετικώς τα ακόλουθα:
«Από τη στιγμή που στην επιστολή αναγράφεται συγκεκριμένη ημερομηνία και αποστέλλεται, ταχυδρομείται, στη διεύθυνση προσώπου, τεκμαίρεται ότι στη συνήθη πορεία του ταχυδρομείου και, εντός ευλόγου χρόνου, κάποιων ημερών, λαμβάνεται.[.] Η εφεσείουσα είχε το βάρος να αποδείξει ότι η επιστολή δεν είχε παραληφθεί. Κάτι τέτοιο δεν πέτυχε να αποσείσει.[..]
Στη βάση των πιο πάνω, θεωρούμε ότι και οι λόγοι έφεσης 2-7 δεν έχουν έρεισμα και απορρίπτονται. Η απόρριψη των πιο πάνω λόγων έφεσης οδηγεί αναπόφευκτα και στην απόρριψη των λόγων έφεσης 8 και 9.
Με το λόγο έφεσης 8 η εφεσείουσα παραπονείται ότι το Δικαστήριο δεν εξέτασε και τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που είχε προβάλει. Από τη στιγμή που το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε επί του σημείου του εκπροθέσμου, ήταν ορθό να μην προχωρήσει στην εξέταση των υπόλοιπων λόγων, καθότι το θέμα θα ήταν ακαδημαϊκό. Στη βάση του ότι έχουμε αποφανθεί ότι η εν λόγω προσέγγιση ήταν ορθή, καθίσταται αχρείαστη η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακυρώσεως.»
Με το λόγο έφεσης 9 η εφεσείουσα προσβάλλει ως εσφαλμένη την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία κατέληξε ότι ήταν δικαιολογημένη η άρνηση των εφεσιβλήτων να εξετάσουν την ιεραρχική προσφυγή ως εκπρόθεσμη. Ο λόγος έφεσης είναι συνυφασμένος με τους λόγους έφεσης 2-7 και από τη στιγμή που έχουμε καταλήξει ότι η ιεραρχική προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη, περιττεύει η εξέταση του παρόντος λόγου έφεσης.
(η έμφαση προστέθηκε)
Πέραν των ανωτέρω δεν θα μπορούσα να μην υπομνήσω ότι ο αιτητής αδίκως παραπονείται και ως προς το ότι δια της προσβαλλόμενής απόφασης παραβιάστηκε το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Πέραν της παντελής έλλειψης δικογράφησης του εν λόγω ισχυρισμού αρκεί να σημειωθεί ότι ο αιτητής είχε κάθε ευκαιρία να θέσει τις απόψεις του, ως ο ίδιος θεωρούσε αναγκαίες κατά την άσκηση της ιεραρχικής του προσφυγής (Ελένη Ιωαννίδου κα. v Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ 75). Όπως δε έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί, η παροχή δυνατότητας υποβολής αιτήματος αναθεώρησης, στην παρούσα περίπτωση, ιεραρχικής προσφυγής, αποτελεί, στην ουσία, παροχή δικαιώματος ακρόασης (Μίχαλος Δημητρίου Λτδ και Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675) Ανδρέας Ιωάννου v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.547/11, ημερομηνίας 21/1/13) (Τουμαζή v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1643/18, ημερομηνίας 31/1/22).
Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1700 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.
[1] Σημειώνεται ότι στο φάκελο της υπόθεσης εντοπίζονται δυο γραπτές αγορεύσεις εκ μέρους του αιτητή. Η δεύτερη όμως γραπτή αγόρευση ημερομηνίας 6.10.23, η οποία καταχωρίστηκε χωρίς άδεια Δικαστηρίου και δεν φέρει σφραγίδα καταχώρησης από το Πρωτοκολλητείο δεν θα ληφθεί υπόψη.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο