LORDOS POLYSAC (LIMASSOL) LTD ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Εφόρου Φορολογίας κ.α., Υπόθεση Αρ. 1242/2018, 10/10/2025
print
Τίτλος:
LORDOS POLYSAC (LIMASSOL) LTD ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Εφόρου Φορολογίας κ.α., Υπόθεση Αρ. 1242/2018, 10/10/2025

                                               ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                         

  Υπόθεση Αρ. 1242/2018

                                                   10 Οκτωβρίου, 2025

 

                                             [ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

                        ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

LORDOS POLYSAC (LIMASSOL) LTD

                                                                                                                 Αιτήτρια,

και

 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω 1. Εφόρου Φορολογίας,

2. Γενικής Λογίστριας

    Καθ' ων η Αίτηση.

   

 __________________

 

Κ.Μελάς, δια Μαρκίδης, Μαρκίδης & Σια Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για την Αιτήτρια.

Έλ. Συμεωνίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο των Καθ' ων η αίτηση.

  ___________________

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ : Με την υπό κρίση προσφυγή, η Αιτήτρια αιτείται:

«1. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση και/ή οποιουδήποτε εξ αυτών, η οποία περιήλθε σε γνώση της Αιτήτριας στις 6.06.2018 με επιστολή των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.05.2018, και με την οποία απέρριψαν το αίτημα της Αιτήτριας να επωφεληθεί των ευεργετικών προνοιών που προνοεί ο περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμος του 2017 (ως έχει τροποποιηθεί) για την διαγραφή των εις βάρος της πρόσθετων επιβαρύνσεων, τόκων και προστίμων με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να επιβαρυνθεί με ποσό €26.218 και/ή εξ αποτελέσματος η άρνησή του να επιστρέψει το εν λόγω ποσό στην Αιτήτρια, είναι άκυρη και/ή στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»

 

Ως καταγράφεται στην Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει αντίστοιχα από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου του Εφόρου Φορολογίας ο οποίος έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο, τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής.

 

Η αιτήτρια, εταιρεία περιορισμένης ευθύνη, έχει οικονομική δραστηριότητα την κατασκευή πλαστικών προϊόντων και ταυτόχρονα ενοικιάζει κτήρια προς το Τμήμα Κρατικών Αποθηκών.

Το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας λόγω του ότι η αιτήτρια είχε οφειλές προς το Τμήμα Φορολογίας και συγκεκριμένα οφειλές φόρου εισοδήματος, προτού εμβάσει το ενοίκιο προς την αιτήτρια, ανέκοπτε, εκτός από την έκτακτη Εισφορά για την Άμυνα της Δημοκρατίας, φόρο εισοδήματος οφειλόμενο από τη αιτήτρια στο Τμήμα Φορολογίας.

Στις 29.12.2016 η αιτήτρια μέσω των φορολογικών της συμβούλων απέστειλε επιστολή προς το Τμήμα Φορολογίας με τίτλο «Συμψηφισμός οφειλόμενων ενοικίων προς την Εταιρεία από το Τμήμα Κρατικών Αποθηκών με φορολογικές υποχρεώσεις της Εταιρείας». Με την εν λόγω επιστολή οι φορολογικοί σύμβουλοι της εταιρείας αναφέρουν στο Τμήμα Φορολογίας ότι το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας στις 28.12.2016 προέβηκε σε συμψηφισμό ύψους €32.257,50, των οφειλών που παρουσίαζε η αιτήτρια προς το Τμήμα Φορολογίας με τα οφειλόμενα ενοικια προς την αιτήτρια από το Τμήμα Κρατικών Αποθηκών. Στην επιστολή επίσης αναφέρονται στο νομοσχέδιο που είχε κατατεθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς ψήφιση σχετικά με τη Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών και επιφυλάσσουν τα δικαιώματα της Αιτήτριας που θα απορρέουν από την μελλοντική ψήφιση του Νομοσχεδίου σε Νόμου και ειδικά εκείνων που αφορούν την διαγραφή των πρόσθετων επιβαρύνσεων που θα εξοφληθούν κατά την ημερομηνία του συμψηφισμού.

 

Στις 15.2.2017 οι φορολογικοί σύμβουλοι της αιτήτριας απέστειλαν νέα επιστολή προς το Τμήμα Φορολογίας αναφέροντας ότι το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας προέβηκε σε συμψηφισμό των οφειλών της αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας με τα οφειλόμενα ενοίκια προς την αιτήτρια από το Τμήμα Κρατικών Αποθηκών. Συγκεκριμένα, το Γενικό Λογιστήριο στις 14.2.2017 προέβηκε σε συμψηφισμό ύψους €16.127,25 όσον αφορά τις οφειλές της αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας. Στην επιστολή τους αναφέρονται στον περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Οφειλών Νόμο του 2017 και στο γεγονός ότι ακόμα δεν είχε τεθεί σε ισχύ και επιφύλαξαν τα δικαιώματα της αιτήτριας που απορρέουν από τη μελλοντική εφαρμογή των προνοιών του Νόμου και ειδικά εκείνων που αφορούν την διαγραφή των πρόσθετων επιβαρύνσεων που θα εξοφληθούν κατά την ημερομηνία του συμψηφισμού.  

 

Στις 25.4.2017 οι φορολογικοί σύμβουλοι της αιτήτριας απέστειλαν τρίτη επιστολή προς το Τμήμα Φορολογίας και αναφερόμενοι στο συμψηφισμό ημερομηνίας 27.3.2017 ύψους €16.127,25 και στον περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Οφειλών Νόμο του 2017 και στο γεγονός ότι ακόμα δεν είχε μπει σε ισχύ, επιφύλαξαν τα δικαιώματα της αιτήτριας που απορρέουν από τη μελλοντική εφαρμογή των προνοιών του Νόμου και ειδικά εκείνων που αφορούν την διαγραφή των πρόσθετων επιβαρύνσεων που θα εξοφληθούν κατά την ημερομηνία του συμψηφισμού.  Ακολούθως, στις 30.6.2017 απέστειλαν εκ νέου επιστολή προς το Τμήμα Φορολογίας και αναφερόμενοι στο συμψηφισμό ημερομηνίας 28.6.2017 και ύψους €16.127,25 και στον περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Οφειλών Νόμο του 2017 και στο γεγονός ότι ακόμα δεν είχε μπει σε ισχύ, επιφύλαξαν τα δικαιώματα της αιτήτριας που απορρέουν από τη μελλοντική εφαρμογή των προνοιών του Νόμου και ειδικά εκείνων που αφορούν την διαγραφή των πρόσθετων επιβαρύνσεων που θα εξοφληθούν κατά την ερμηνεία του συμψηφισμού. Ακολούθως, στις 28.12.2017 οι φορολογικοί σύμβουλοι της αιτήτριας απέστειλαν επιστολή προς το Τμήμα Φορολογίας με την οποία ζητούσαν όπως δοθεί το δικαίωμα στην αιτήτρια να συμπεριληφθούν οι προηγούμενοι συμψηφισμοί του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας έναντι πλάνου ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών της αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας.  

 

Στις 30.5.2018, με την επιστολή η οποία αποτελεί το αντικείμενο της ενώπιον του Δικαστηρίου υπόθεσης, το Τμήμα Φορολογίας ενημέρωσε τους φορολογικούς συμβούλους της αιτήτριας ότι το αίτημά τους για εφαρμογή της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών όσον αφορά τα ποσά που ήδη προέβηκε σε συμψηφισμό το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας ως προς της οφειλές της αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.

 

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το πλήρες και ακριβές κείμενο της προσβαλλόμενης επιστολής ημερ. 30.05.2018 προς τους φορολογικούς συμβούλους της αιτήτριας .

 

«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερ. 28/12/2017 σχετικά με τον πιο πάνω πελάτη σας και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:

1.   Σύμφωνα με τον περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμου του 2014 (Ν. 38(Ι)/2014), «ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του εκάστοτε ισχύοντος περί Προϋπολογισμού Νόμου, ο Γενικός Λογιστής δύναται κατά την κρίση το κατά τη διενέργεια οποιοσδήποτε πληρωμή προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο να αποκόπτει οφειλόμενα ποσά προς οποιοδήποτε οικονομικό φορέα ή άλλο ειδικό ταμείο.».

2.   Οι συμψηφισμοί στους οποίους αναφέρεστε έγιναν πριν τεθεί σε εφαρμογή η Νομοθεσία περί ρύθμισης ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών οπόταν δεν τίθεται θέμα συμπερίληψης τους σε πλάνο αποπληρωμής.

Με βάση τα πιο πάνω, το αίτημα σας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.

 

Στις 25.6.2018, οι φορολογικοί σύμβουλοι της αιτήτριας, απαντώντας με επιστολή τους στην επιστολή του Τμήματος Φορολογίας ημερομηνίας 3.5.2018 με την οποία απερρίφθη το αίτημά τους για ένταξη των συμψηφισμών του Γενικού Λογιστηρίου στη διαδικασία Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών εξέφρασαν τη διαφωνία τους σχετικά με την απόφαση αυτή λόγω του ότι όπως υποστηρίζουν δεν είναι μέσα στα πλαίσια της ίσης και της δίκαιης μεταχείρισης όλων των φορολογουμένων ή στα πλαίσια χρηστής διοίκησης, υπέδειξαν ότι η επικαλούμενη νομοθεσία ψηφίστηκε στις 3.2.2017 αλλά τέθηκε σε εφαρμογή 5 μήνες αργότερα και ζητούσαν επανεξέταση του αιτήματος τους.

 

Συνοψίζοντας τα ουσιώδη γεγονότα, καταγράφω ότι οι συμψηφισμοί στους οποίους αναφέρονται οι φορολογικοί σύμβουλοι της Αιτήτριας έγιναν αντίστοιχα στις 28/12/2016, 14/02/2017, 28/03/2017 και 28/06/2017, ενώ o περί Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμος (Νόμος 4(Ι) του 2017) τέθηκε σε εφαρμογή την 3.7.2017, δηλαδή μετά τους συμψηφισμούς που διενήργησε το Γενικό Λογιστήριο προς τις οφειλές της Αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας. Η δε επιστολή του Τμήματος Φορολογίας η οποία αποτελεί την επίδικη διοικητική πράξη φέρει ημερομηνία 30.5.2018 και έχει το περιεχόμενο το οποίο καταγράφεται ανωτέρω.

 

Της εξέτασης των προβαλλόμενων ως λόγων ακύρωσης εκ μέρους της αιτήτριας, προέχει η εξέταση της προδικαστικής ενστάσεως την οποία εγείρει και προωθεί η κα.Συμεωνίδου μέσω της γραπτής της αγόρευσης. Συγκεκριμένα υποστηρίζεται από τους Καθ’ ων η Αίτηση ότι, δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη αφού η προσβαλλόμενη επιστολή των Καθ' ων η αίτηση δεν καταδεικνύει άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση, αλλά μόνο υποδηλώνει αδυναμία εφαρμογής μιας νομοθεσίας η οποία δεν ήταν σε εφαρμογή κατά τον χρόνο που ήδη είχε τελεστεί ο συμψηφισμός των οφειλών της αιτήτριας. Κρίνω σημαντικό να σημειώσω ότι, η εξέταση του προδικαστικού ζητήματος που εγείρεται στην Ένσταση των Καθ' ων η αίτηση και αναπτύσσεται στη γραπτή τους αγόρευση, ήτοι το θέμα προσβολής μη εκτελεστής πράξης, αποτελεί ζήτημα θεμελιακού χαρακτήρα και μπορεί να εγερθεί αυτεπάγγελτα και από το Δικαστήριο (Razis and Another ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 45, Georghiou ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 828, Yiangou v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 27, Hadjigeorghi ν. The Minister of Finance (1987) 3 C.L.R. 280).

 

Επί της προδικαστικής ενστάσεως τους, οι Καθ’ ων η αίτηση, μέσω της γραπτής τους αγόρευσης αφού παραπέμπουν στα γεγονότα της υπόθεσης, προβάλλουν ότι, με την παρούσα δικαστική διαδικασία δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού η προσβαλλόμενη επιστολή των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 30.05.2018 δεν καταδεικνύει άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση αλλά μόνο υποδηλώνει αδυναμία εφαρμογής μιας νομοθεσίας η οποία δεν ήταν σε εφαρμογή κατά τον χρόνο που ήδη είχε τελεστεί ο συμψηφισμός των οφειλών της αιτήτριας και συνεπώς η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί προδικαστικά.

 

Αντίθετα, μέσω της Απαντητικής της Γραπτής Αγόρευσης, η πλευρά της αιτήτριας απορρίπτει τη θέση ότι, η επίδικη πράξη δεν είναι εκτελεστή και ισχυρίζεται πως (παραθέτω ολόκληρη τη σύνοψη των επιχειρημάτων της ως στην εν λόγω αγόρευση των δικηγόρων της):

«(α)   Η Επίδικη Πράξη είναι εκτελεστή καθότι μεταξύ άλλων:

(i) Η Επίδικη Πράξη εξωτερίκευσε τη βούληση των Καθ' ων η Αίτηση απορρίπτοντας το αίτημα των Αιτητών προς υπαχθούν στις πρόνοιες του Νόμου 4(Ι) /2017, μη επωφελούμενοι έτσι οι Αιτητές των δόσεων και εκπτώσεων αναφορικά με τις πρόσθετες επιβαρύνσεις τόκων και προστίμων.

(ii)      Η Επίδικη Πράξη εφαρμόστηκε άμεσα.

(iii)     Η Επίδικη Πράξη παρήγαγε αρνητικό έννομο αποτέλεσμα στους Αιτητές, ήτοι δεν έτυχαν της ευεργετικής εφαρμογής του Νόμου 4(Ι)/2017 με αποτέλεσμα να υποστούν ζημία ποσού Ευρώ 26.218,00.

(iv)    Η μη τυπική ισχύς του Νόμου 4(Ι)/2017 κατά το χρόνο των Συμψηφισμών ενόψει της στο μεταξύ μη έκδοσης της Γνωστοποίησης δεν επηρεάζει την εκτελεστότητα της Επίδικης Πράξης, καθώς η αυτή εκτελεστότητα εδράζεται στην «έννομη προσδοκία» των Αιτητών προς υπαγωγή τους στις πρόνοιες του Νόμου 4(Ι)/2017. Δεδομένης της γνώσης των Αιτητών αλλά και των Καθ' ων η Αίτηση περί της τότε επικείμενης θεσμοθέτησης του Νόμου 4(Ι)/2017 και μετέπειτα της τότε επικείμενης έναρξης ισχύος αυτού, οι Αιτητές εύλογα έφεραν την προσδοκία ότι οι φορολογικές υποχρεώσεις τους θα τύχουν ρύθμισης υπό το Νόμο».

 

Δεν θα συμφωνήσω με τον ευπαίδευτο δικηγόρο της αιτήτριας εταιρείας. Όπως καταγράφεται στα σχετικά γεγονότα, τα οποία έχω παραθέσει με λεπτομέρεια ανωτέρω, η επικαλούμενη νομοθεσία ήτοι ο Νόμος 4(Ι) του 2017 τέθηκε σε εφαρμογή την 3.7.2017, δηλαδή μετά από όλους τους συμψηφισμούς που διενήργησε το Γενικό Λογιστήριο προς τις οφειλές της Αιτήτριας προς το Τμήμα Φορολογίας. Σημειώνεται ακόμα από το Δικαστήριο ότι, η αιτήτρια δεν προσβάλλει τη νομιμότητα της ίδιας της οφειλής η οποία προέκυψε πριν να τεθεί σε ισχύ ο περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμος του 2017, αλλά προσβάλλει το γεγονός ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν ανέμεναν να τεθεί σε ισχύ ο νόμος πριν προβούν στον καθ’όλα νόμιμο συμψηφισμό. Διαπιστώνω, επαναλαμβάνοντας το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης επιστολής των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.05.2018, με την οποία απέρριψαν το αίτημα της εταιρείας να επωφεληθεί των ευεργετικών προνοιών που προνοεί ο περί της Διαδικασίας Ρύθμισης Ληξιπρόθεσμων Φορολογικών Οφειλών Νόμος του 2017 (ως έχει τροποποιηθεί) για την διαγραφή των εις βάρος της πρόσθετων επιβαρύνσεων, τόκων και προστίμων ότι, οι Καθ' ων η αίτηση προέβησαν στους συμψηφισμούς σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 13 του Ν. 38(Ι)/2014.

 

Ο περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμος (Ν. 38(Ι)/2014), τον οποίο εφάρμοσαν εν προκειμένω οι Καθ’ ων η αίτηση, προβλέπει τα εξής:

«13. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του εκάστοτε: ισχύοντος περί Προϋπολογισμού Νόμου, ο Γενικός Λογιστής δύναται, κατά την κρίση του, κατά τη διενέργεια οποιασδήποτε πληρωμής προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο να αποκόπτει οφειλόμενα ποσά προς οποιοδήποτε οικονομικό φορέα ή προς άλλο ειδικό ταμείο.

Νοείται ότι, ο Γενικός Λογιστής, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, δύναται να ζητά και να λαμβάνει από οποιοδήποτε οικονομικό φορέα ή ειδικό ταμείο πληροφορίες και στοιχεία για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου».

 

Αυτό που η αιτήτρια προσβάλλει είναι ότι, οι Καθ' ων η αίτηση δεν ανέμεναν να τεθεί σε ισχύ ο Ν. 4(Ι)/2017 ώστε να μπορεί να επωφεληθεί από τις πρόνοιες αυτού, ενώ συμψηφισμοί είχαν ήδη συντελεστεί στις 28.12.2016, σ14.02.2017, 28.03.2017 με τον τελευταίο συμψηφισμό να πραγματοποιείται στις 28.12.2016, ήτοι πολύ πριν τεθεί σε ισχύ ο νόμος. Αυτό το οποίο πιθανόν να έπρεπε να είχε προσβάλει η αιτήτρια είναι κάθε ξεχωριστό συμψηφισμό, σε σχέση με τα ενοίκια τα οποία της πληρώνονταν για τα κτήρια τα οποία ενοικιάζει προς το Τμήμα Κρατικών Αποθηκών, προβάλλοντας τυχόν λόγους για την ακύρωση ενός εκάστου ως παράνομου, επειδή ακριβώς μέσω των διαδοχικών συμψηφισμών που διενήργησε το Γενικό Λογιστήριο προς τις οφειλές της αιτήτριας εταιρείας προς το Τμήμα Φορολογίας είναι που δημιουργήθηκε αρνητικό έννομο αποτέλεσμα και όχι μέσω της προσβαλλόμενης επιστολής ημερομηνίας 30.05.2018, ως υποστηρίζουν οι δικηγόροι της.

 

Εν προκειμένω, θα συμφωνήσω με την ευπαίδευτη δικηγόρο των Καθ’ ων η Αίτηση ότι, η προσβαλλόμενη πράξη δεν συνιστά εκτελεστή πράξη, διαπιστώνοντας ακριβώς ότι, με την επιστολή του Εφόρου Φορολογίας τυγχάνουν πληροφόρησης οι Λογιστές – Φορολογικοί Σύμβουλοι της αιτήτριας ως προς τη θέση της διοίκησης στο αίτημα το οποίο τέθηκε μέσω της επιστολής τους στις 28.12.2017 στην οποία συγκεκριμένα αναφέρεται, ως καταγράφεται στο κείμενο.

Οι διαπιστώσεις αυτές του Δικαστηρίου καθορίζουν και το αποτέλεσμα της προδικαστικής ένστασης, η οποία και επιτυγχάνει.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται. Επιδικάζονται 1800 Ευρώ έξοδα, υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.               

 

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.       


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο