ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 562/2021)
17 Οκτωβρίου 2025
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Μ. Μ.
Αιτητής,
και
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΦΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ’ ου η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Α. Σπάταλος, δικηγόρος για τον αιτητή.
Α. Ελευθερίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρος για τον καθ’ ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ,Δ.Δ.Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιζητεί την ακόλουθη θεραπεία:
«Α. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ' ου η Αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή στις 6/4/2021, με την οποία το Καθ’ ου η αίτηση Συμβούλιο επικύρωσε τη σχετική απόφαση της Πειθαρχικής Επιτροπής, με την οποία ο Αιτητής είχε βρεθεί ένοχος σε τρεις κατηγορίες που αφορούσαν παραβάσεις τον Πειθαρχικού Κώδικα, είναι παράνομη, άκυρη και στερημένη κάθε νομικής ισχύος και αποτελέσματος».
Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Αστυνομία στις 21.12.1999 ως αστυφύλακας.
Με αφορμή τη διερεύνηση των περιστατικών που αφορούσαν την κατά το έτος 2016 δολοφονία του Θ., άλλως Κ., του Λοχία Χ. και της συζύγου του και του γεγονότος ότι στην κατοχή του δολοφονηθέντος Λοχία, ανευρέθηκε μεγάλο χρηματικό ποσό, διατάχθηκε η διεξαγωγή έρευνας από ποινικούς ανακριτές οι οποίοι διορίστηκαν από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο ύπαρξης διαφθοράς στην Αστυνομία.
Στη βάση του πορίσματος των ποινικών ανακριτών το οποίο διαβιβάστηκε στον Αρχηγό Αστυνομίας και από το οποίο προέκυπτε πως μέλη της Αστυνομίας είχαν ύποπτες σχέσεις με τον δολοφονηθέντα Θ., ο οποίος δραστηριοποιείτο σε εγκληματικές υποθέσεις σε συγκεκριμένη περιοχή, η Αστυνομία αποφάσισε όπως προχωρήσει στη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον τεσσάρων μελών της, μεταξύ των οποίων και του αιτητή.
Η διερεύνηση αυτή απέληξε στην άσκηση πειθαρχικής δίωξης κατά των τεσσάρων αυτών μελών της Αστυνομίας. Καταχωρίστηκε δε και για τους τέσσερις πειθαρχικά κατηγορούμενους η Πειθαρχική Υπόθεση αρ. 4/17.Κατόπιν κοινής ακροαματικής διαδικασίας η Πειθαρχική Επιτροπή έκρινε τον αιτητή ένοχο σε τρεις από τις πέντε κατηγορίες ήτοι στην πρώτη και τέταρτη για το αδίκημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς επί το ότι διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Κ. και ότι κατά το έτος 2017 και ενώ ήταν με άδεια ασθενείας παρευρέθηκε σε συνεδρία του Δημοτικού Συμβούλιου Αγίας Νάπας όπου μεταξύ άλλων συζητήθηκε το θέμα διαχείρισης του υποστατικού με την ονομασία «Καφενείο» συμφερόντων της οικογένειας Κ.. Με την έκτη κατηγορία καταλογίστηκε στον αιτητή το αδίκημα της αμέλειας καθήκοντος με τις λεπτομέρειες αδικήματος να είναι οι ίδιες ως και της τέταρτης κατηγορίας.
Η Πειθαρχική Επιτροπή με απόφαση της ημερομηνίας 11.6.2020 επέβαλε στον αιτητή για την πρώτη κατηγορία την ποινή της αναβολής ετήσιας προσαύξησης για τρία χρόνια, για την τέταρτη κατηγορία την ποινή του υποβιβασμού σε τάξη ενώ σχέση με την έκτη κατηγορία δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή καθότι αφορούσε το ίδιο παράπτωμα με εκείνο της τέταρτης κατηγορίας.
Κατά της πιο πάνω καταδικαστικής απόφασης ο αιτητής- όπως και οι υπόλοιποι συγκατηγορούμενοι του- άσκησε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου Εφέσεων, η οποία απορρίφθηκε στις 6.4.2021 και με την οποία επικυρώθηκε τόσο η απόφαση της Πειθαρχικής Επιτροπής επί της καταδίκης όσο και επί της ποινής.
Η νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης συνιστά και το αντικείμενο της παρούσας Προσφυγής.
Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης ο αιτητής προβάλλει αριθμό λόγων ακύρωσης, μεταξύ των οποίων βάλλει και κατά του έργου αξιολόγησης της μαρτυρίας από την Πειθαρχική Επιτροπή, τονίζοντας πως η ενοχή του αιτητή στηρίχθηκε σε πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα όπως αυτά αναδείχθηκαν μέσα από αόριστη και αντιφατική προσφερθείσα μαρτυρία εκ της κατηγορούσας αρχής και χωρίς να αξιολογηθεί η αξιοπιστία των μαρτύρων αυτών. Αναφέρθηκε δε ειδικά ο αιτητής στην μαρτυρία του Π. Γ., στην οποία στηρίχθηκε η Πειθαρχική Επιτροπή για τη διαπίστωση ενοχής του αιτητή, υποβάλλοντας, με τη γραπτή του αγόρευση, ότι τα όσα λέχθηκαν στην Αναθεωρητική Έφεση αρ.58/22 Κωνσταντίνου v Δημοκρατίας, ημερ.15/2/23 αναφορικά με τον τρόπο που αξιολογήθηκε η αξιοπιστία του συγκεκριμένου μάρτυρα καθορίζουν και την τύχη της παρούσας Προσφυγής.
Η πλευρά του καθ΄ου η αίτηση δήλωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι αποδέχεται την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ως εκ τούτου δεν προέβηκε στην καταχώρηση ένστασης και γραπτής αγόρευσης προς υποστήριξη της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, παρά μόνο προέβηκε στην καταχώρηση υπομνήματος με τα γεγονότα της υπόθεσης. Κατά την ημέρα των διευκρινήσεων και κατάθεσης των διοικητικών φακέλων, ο ευπαίδευτος συνήγορος δήλωσε ότι τα όσα αποφασίστηκαν στην Αναθ. Έφεση αρ.58/22 τυγχάνουν εφαρμογής και στην υπό κρίση υπόθεση.
Ως ήδη λέχθηκε ο αιτητής ήτο συγκατηγορούμενος, στην ίδια πειθαρχική διαδικασία, με ακόμα τρία μέλη της αστυνομίας. Ένας εξ αυτών ήταν και ο Ι. Κ., ο οποίος και αφού η καταχωρηθείσα Προσφυγή του κατά της νομιμότητας της απόφασης του Συμβουλίου Εφέσεων απορρίφθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο, άσκησε την Αναθ. Έφεση αρ. 58/22. Το Ανώτατο Δικαστήριο με την απόφαση του Κωνσταντίνου v Δημοκρατίας στην Α.Ε αρ. 58/22, ημερομηνίας 15.2.2023 έκανε δεκτή την Έφεση, παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού έκρινε ότι η Πειθαρχική Επιτροπή ενήργησε κατ΄ εσφαλμένο τρόπο και υπό πλάνη κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Π. Γ. και τα γεγονότα που περιέβαλαν αυτήν. Κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί το ακόλουθο εκτενές απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
Δεν είναι μεμπτό ένας μάρτυρας να γίνεται πιστευτός μερικώς ή ολικώς ούτε είναι επιλήψιμο, μέρος μαρτυρίας να γίνεται αποδεκτό ενώ άλλο να απορρίπτεται. Τούτο όμως είναι δυνατό εφόσον προηγηθεί η αξιολόγηση της μαρτυρίας του (Χριστοφή ν. Γρηγορίου (2015) 1 (Γ) ΑΑΔ 2154) και όταν μέσα από μια αξιόπιστη μαρτυρία προσφέρονται στοιχεία τα οποία κρίνονται μη αξιόπιστα και τα οποία δεν αντικρούουν την αξιόπιστη μαρτυρία. Αυτό τονίστηκε στις αποφάσεις Mohamed (ανωτέρω) και Ιωσηφίδη (ανωτέρω) τις οποίες επικαλέστηκε η Πειθαρχική Επιτροπή στην απόφαση της, με το ακόλουθο απόσπασμα από την Ιωσηφίδης να είναι σχετικό:
«Το Δικαστήριο αναλόγως της άποψης που έχει σχηματίσει ως προς την αξιοπιστία ενός μάρτυρα μπορεί να αποδεχθεί μέρος και να απορρίψει άλλο. Η δυνατότητα όμως επιλογής του Δικαστηρίου αποδοχής μέρους της μαρτυρίας προσφέρεται μόνο στις περιπτώσεις μαρτύρων οι οποίοι κρίνονται ως αξιόπιστοι. Σε μια τέτοια περίπτωση, σημειώνεται στην Mohamed (ανωτέρω) το Δικαστήριο μπορεί να επιλέξει το μέρος της μαρτυρίας του μάρτυρα το οποίο κατά την άποψη του εκφράζει την πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να απορρίψει άλλο μέρος το οποίο θεωρεί ως λανθασμένο, είτε λόγω ανεπίγνωστα ανεπαρκούς παρατήρησης, είτε λόγω αδυναμίας μνήμης.»
Είναι αποδεκτό και εντός των πλαισίων της ανθρώπινης διεργασίας κάποια γεγονότα να προσφέρονται ή με υπερβολή ή να περιέχουν στοιχεία τα οποία να κρίνονται μη αληθή. Είναι όμως απαράδεκτο, για το ίδιο επίδικο ουσιώδες και καίριο ζήτημα να προσφέρονται δύο εκδοχές αλληλοαναιρούμενες και αντιφάσκουσες η μια την άλλη. Όπως και στην κρινόμενη περίπτωση. Δεν είναι δίκαιο και ορθό ούτε συνάδει με την έννοια της φυσικής δικαιοσύνης, να προσφέρεται για το ζήτημα της διαχείρισης του «Καφενείου» μια εκδοχή η οποία να αναιρείται κατά την αντεξέταση, να διαπιστώνεται ότι ο μάρτυρας διαφοροποιείται και προβαίνει σε εικασίες και παρά ταύτα να επιλέγεται ένα μέρος αυτής, ήτοι η πρώτη εκδοχή. Χωρίς εξήγηση και αιτιολόγηση γι’ αυτή την επιλογή. Η Επιτροπή επιλέγει να πιστέψει την πρώτη εκδοχή του μάρτυρα προς την Αστυνομία, χωρίς όμως να προβεί στην αξιολόγηση του μάρτυρα ως αξιόπιστου ή μη, και αιτιολογεί και προσδιορίσει πότε αυτός έλεγε την αλήθεια και πότε όχι. Η ανάγκη αιτιολόγησης της αξιολόγησης μάρτυρα ως αξιόπιστου, αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ έργο του Δικαστηρίου, ούτως ώστε να αποτελεί το αναγκαίο υποστύλωμα και βάση της αποδοχής των αποδεικτικών στοιχείων που προσφέρθηκαν. Έργο το οποίο η Πειθαρχική Επιτροπή εξάσκησε κατά εσφαλμένο τρόπο, και συνεπώς η κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν έχει εντοπίσει οτιδήποτε το μεμπτόν στη διεργασία της κρίσης του κρίνεται εσφαλμένη. Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στηναπόφαση ΕΔΑΔ Case of Xenofontos and others n. Cyprus Appl. Nos 68725/16, 74339/16, and 74359/16, ημερ.25/10/2022, όπου επιδοκιμάστηκε ως ορθή η αποδοχή της μαρτυρίας συνεργού, παρά τις κάποιες αντιφάσεις του, επειδή ως αναφέρεται στην απόφασηΕΔΑΔthe domestic court approached the testimony cautiously and the domestic court explained in detail why, it believed the witness.
Στο σύγγραμμα Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές πτυχές των Τ. Ηλιάδη και Ν. Σάντη, επεξηγείται στη σελ. 142 κ.επ με παραπομπή σε νομολογία πως:
«…Η έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης για μερική αποδοχή μαρτυρίας ή η λαθεμένη αποτίμηση της από το Δικαστήριο, υπάρχει πιθανότητα να οδηγήσει σε απόρριψη της σχετικής αξιολόγησης από το Εφετείο λόγω εσφαλμένης καθοδήγησης (Μελεκίδης ν Παπαγεωργίου και Άλλων, ΠΕ 89/09, ημ. 29.3.13, Magistrato Gardens Limited v Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ΠΕ 261/08, ημερ. 23.2.12, Αριστείδου ν Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 32, Λαζάρου και Άλλης ν Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 633, Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506), αλλά και σε αθώωση του κατηγορούμενου (Χρυσοστόμου ν Αστυνομίας, Ποιν. Εφ 235/12, ημ. 13.11.13).
Στην Ιωάννου και Άλλης ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ 52/12, ημ. 3.4.13, το Ανώτατο Δικαστήριο, διά του Χατζηχαμπή, Δ., υπογράμμισε τα ακόλουθα σχετικά:
Έχουμε εκθέσει σε έκταση την προσέγγιση του Δικαστηρίου και τις παρατηρήσεις του, για να πούμε ότι με κανένα κανόνα που επιτρέπει στο Δικαστήριο να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας και να απορρίψει άλλη δεν θα ήταν δυνατό για το Δικαστήριο, εφ' όσον σχημάτισε τέτοια αρνητική εντύπωση για ένα μάρτυρα, να μπορέσει με ασφάλεια πλέον να βασισθεί στην όλη μαρτυρία η οποία είχε δοθεί για σκοπούς καταδίκης. Η μαρτυρία, με τις ίδιες τις δηλώσεις του Δικαστηρίου, κατέστη ανασφαλής για να μπορεί το Δικαστήριο να βασισθεί πάνω σε αυτή και δεν ήταν δυνατό να επιλεγούν μεμονωμένα στοιχεία της μαρτυρίας, όπως έκαμε το Δικαστήριο ουσιαστικά, με την επιδίωξη να διακριβωθεί αξιοπιστία όσον αφορά το ένα στάδιο αλλά αναξιοπιστία όσον αφορά το άλλο στάδιο, είτε προηγούμενα είτε επόμενα.»
Συνεπώς οι σχετικοί λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν με αναπόφευκτη κατάληξη τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.»
Το έργο αυτό της αξιολόγησης, κρίνεται πως ετελέσθη υπό πλάνη για τα πραγματικά γεγονότα όπως προσφέρθηκαν από τον Γαϊτανίδη και κατ’ εσφαλμένο τρόπο αξιολογήθηκαν από την Πειθαρχική Επιτροπή.
Πράγματι, τα όσα λέχθηκαν στην απόφαση Κωνσταντινίδης (ανωτέρω) αναφορικά με τον εσφαλμένο και πεπλανημένο τρόπο που η Πειθαρχική Επιτροπή προέβηκε στο έργο αξιολόγησης της μαρτυρίας του Π. Γ. και στην αποτυχία αιτιολόγησης της αξιολόγησης του μάρτυρα ως αξιόπιστου ή μη, έργο το οποίο επικυρώθηκε από το Συμβούλιο Εφέσεων, αποβαίνουν καταλυτικά επισφραγίζοντας και την τύχη της παρούσας Προσφυγής αφού σύμφωνα και με την απόφαση της ίδιας της Πειθαρχικής Επιτροπής η μαρτυρία του Π. Γ. αποτέλεσε έρεισμα για την καθοριστική διαπίστωση ότι ο κατηγορούμενος ήτοι ο αιτητής διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το Κ..
Κατά συνέπεια, η Προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα €1600, πλέον Φ.Π.Α, υπέρ του αιτητή και εναντίον του καθ’ ου η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο