Jagwinder Singh ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω Υπουργού Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 779/2021, 21/10/2025
print
Τίτλος:
Jagwinder Singh ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω Υπουργού Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 779/2021, 21/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 779/2021

                                             

     21 Οκτωβρίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Jagwinder Singh

Αιτητής

 

Και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών

2. Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

 

Θεανώ Γεωργίου για Δρ. Χρίστο Π. Χριστοδουλίδη, για Αιτητή

Νικολέττα Νικολάου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Στις 22.03.2017 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε προσωρινή άδεια παραμονής στον Αιτητή ως φοιτητή μέχρι τις 04.11.2017. Στις 30.08.2017 ο Αιτητής παντρεύτηκε, ευρωπαία υπήκοο Ρουμανίας (εφεξής η «ευρωπαία σύζυγος» ή «ΕΣ») στο Δημαρχείο Λευκωσίας. Στις 06.09.2017 υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής του, ως σύζυγος ευρωπαίας υπηκόου. Σε έκθεση της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (εφεξής η «ΥΑΜ») ημερ. 28.11.2017 αναφέρεται ότι, κατόπιν έρευνας διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής και η ΕΣ δεν διέμεναν μαζί και προσπαθούσαν να αποφύγουν κάθε έλεγχο εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση. Στις 20.12.2017 οι Καθ’ ων η αίτηση απέστειλαν επιστολή στον Αιτητή ότι η αίτηση του ημερ. 06.09.2017 απορρίφθηκε καθότι μετά από έλεγχο εντοπίστηκε ότι δε συμβιώνει με τη ΕΣ στην δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής και ποτέ δε δήλωσαν αλλαγή διεύθυνσης. Επιπρόσθετα, ότι δεν τηρούν τα κριτήρια για διατήρηση του δικαιώματος διαμονής στην Δημοκρατία καθότι η ΕΣ δεν είναι εργαζόμενη/αυτοεργοδοτούμενη ή δεν έχει επαρκείς πόρους και κάλυψη για αυτήν και την οικογένεια της. Ως εκ τούτου, του ζήτησαν να αναχωρήσει από την Κύπρο σε περίοδο 30 ημερών.

 

Στις 08.02.2018 ο Αιτητής υπέβαλε εκ νέου αίτηση για διευθέτηση της παραμονής του ως σύζυγος ευρωπαίας πολίτη, η οποία στις 26.11.2018 απορρίφθηκε.

Στις 04.03.2019 υπέβαλε αίτηση στους Καθ’ ων η αίτηση για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής του ως σύζυγος ευρωπαίας πολίτη και στις 11.10.2019 οι Καθ’ ων η αίτηση του εξέδωσαν δελτίο διαμονής με ισχύ μέχρι τις 11.10.2024.

 

Κατόπιν έρευνας, στις 06.07.2020 οι Καθ’ ων η αίτηση απέστειλαν επιστολή προς τον Αιτητή σχετικά με την άδεια παραμονής του με ισχύ μέχρι τις 11.10.2024 και τον ενημέρωσαν ότι μετά από έλεγχο εντοπίστηκε ότι δε συμβιώνει με την ΕΣ, η οποία αναχώρησε από την Κύπρο. Ως εκ τούτου ενημέρωσαν τον Αιτητή ότι το δελτίο διαμονής του ακυρώνεται και ότι οφείλει να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία σε περίοδο ενός μήνα.

 

Στις 11.09.2020 ο Αιτητής υπέβαλε εκ νέου αίτηση στο Τμήμα για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής του ως σύζυγος Ευρωπαίας πολίτη.

 

Στις 06.01.2021 η ΥΑΜ Αμμοχώστου διεξήγαγε έρευνα με συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε συμβίωση του Αιτητή με την ΕΣ εκείνη την περίοδο. Επίσης, η ΥΑΜ εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση ημερ. 11.09.2020.

Στις 15.02.2021 ο Αιτητής καταχώρησε αίτηση διαζυγίου στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας και στις 02.03.2021 υπέβαλε εκ νέου αίτηση για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής του ως σύζυγος ευρωπαίας πολίτη.

 

Στις 02.07.2021 η οι Καθ’ ων η αίτηση απέστειλαν επιστολή προς τον Αιτητή ότι ποτέ δεν βρέθηκε να συμβιώνει με την πρώην σύζυγο του, επομένως, δε διατηρεί το δικαίωμα παραμονής, ακόμη και αν ο γάμος του διήρκησε περισσότερο από 3 χρόνια πριν το διαζύγιο. Επίσης, ζήτησαν από τον Αιτητή να αναχωρήσει από την Κύπρο σε περίοδο 30 ημερών.

 

Τον Φεβρουάριο του 2022 ο Αιτητής απελάθηκε στην χώρα καταγωγής του.

 

Τα ως άνω αναφέρονται στα γεγονότα στην ένσταση και δεν αμφισβητούνται.

 

Στις 15.07.2021, ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα Προσφυγή με την οποία προσβάλλει την απόφαση ημερ. 02.07.2021 ως ακολούθως (το απόσπασμα παρατίθεται αυτολεξεί από την αίτηση ακυρώσεως):

 

«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 02.07.2021, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13/07/2021 (ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ημερομηνίας 02/03/2021 για δελτίο διαμονής βάση του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007 είναι άκυρη, παράνομη, στερημένη οποιοσδήποτε νομικού αποτελέσματος και έχει ληφθεί χωρίς την δέουσα έρευνα και καθ' υπέρβαση και/η χωρίς καθόλου Δικαιοδοσία και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί γεγονότων και κακής εφαρμογής του νόμου και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας.

 

Β. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/07/2021 οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13/07/2021 (ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ημερομηνίας 02/03/2021 για δελτίο διαμονής βάση του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007 εκδόθηκε κατά παράβαση του Νόμου 7(1)/2007, τα ανθρώπινα δικαιώματα του και/ή είναι αντίθετη με τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Συμβάσεις Ανθρώπινών Δικαιωμάτων και/ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρώπινών Δικαιωμάτων και αντίθετα με τις Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Γ. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/07/2021 οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13/07/2021 (ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ημερομηνίας 02/03/2021 για δελτίο διαμονής βάση του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007 είναι αντισυνταγματική, προϊόν κακής πίστης και κατάχρησης εξουσίας, έλλειψης αιτιολογίας και στερείτε οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και εκδόθηκε για αλλότριους σκοπούς για εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών και σκοπιμοτήτων.

 

Δ. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/07/2021 οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13/07/2021 (ΠΑΡΑΤΗΜΑ Α) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του ημερομηνίας 02/03/2021 για δελτίο διαμονής βάση του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007 παραβιάζεται η διάταξη του άρθρου 32(A) 1 και 2 του Νόμου 7(1)/2007 διότι δεν κοινοποιείται το δικαίωμα του Αιτητή να υποβάλει προς τον Υπουργό Εσωτερικών ιεραρχική προσφυγή».

 

Με την ένσταση τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της προσβαλλόμενης εγείροντας παράλληλα τις ακόλουθες προδικαστικές ενστάσεις:

 

«1.      Οι Καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστικώς ότι οι αιτούμενες θεραπείες υπό στοιχεία Β εως Δ της αίτησης ακυρώσεως προβάλλονται απαραδέκτως, καθότι αποτελούν λόγους ακύρωσης και δεν προσβάλλουν εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

2.        Περαιτέρω, οι Καθ' ων η αίτηση εγείρουν δεύτερη προδικαστική ένσταση ότι η υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγή έχει απωλέσει το αντικείμενό της καθότι ο αιτών έχει ήδη απελαθεί στη χώρα καταγωγής του και/ή δεν βρίσκεται στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, γεγονός που οδηγεί στην κατάργηση της δίκης.

 

3. Οι Καθ' ων η αίτηση εγείρουν τρίτη προδικαστική ένσταση, καθότι ο αιτών στερείται ενεστώτος εννόμου συμφέροντος στην προώθηση της παρούσας προσφυγής».

 

Με τις αγορεύσεις της ευπαίδευτης συνηγόρου του, ο Αιτητής απαντά στις προδικαστικές ενστάσεις των Καθ’ ων η αίτηση και, περαιτέρω, ως προς την ουσία, εγείρει ισχυρισμούς περί πλημμελούς έρευνας, κατάχρησης διακριτικής ευχέρειας, παραβίασης της αρχής της καλής πίστης και πλάνης περί τον Νόμο.

 

Εξέτασα τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Ως προς την υπό 1 προδικαστική ένσταση, είναι αντιληπτό ότι, με τα ως άνω Αιτητικά Α-Δ της προσφυγής, ζητείται η ακύρωση της απόφασης ημερ. 02.07.2021. Το αίτημα ακύρωσης της ίδιας διοικητικής πράξης με τέσσερα αιτητικά κατ’ επίκληση διαφορετικών λόγων ακύρωσης είναι εκ του περισσού και η πρακτική έχει αποδοκιμαστεί ήδη σε προηγούμενες αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου (βλ. Προσ. Αρ. 640/2017 TΗUY ν Δημοκρατίας απόφαση ημερομηνίας 31.8.2017, μεταξύ άλλων). Η πρώτη λοιπόν προδικαστική ένσταση ευσταθεί ως προς το δικονομικά απαράδεκτο των αιτητικών Β-Γ, πλην με τη διευκρίνιση ότι το απαράδεκτο δεν έγκειται στη μη εκτελεστότητα της απόφασης  ημερ. 02.07.2021 αλλά στο ότι με τα αιτητικά αυτά ζητείται η ακύρωση της ίδιας πράξης που ζητείται και με το αιτητικό υπό Α.

 

Ως προς τη δεύτερη και τρίτη προδικαστική ένσταση, θεωρώ ότι είναι βάσιμες. Ο λόγος:

 

Δεν αμφισβητείται ότι, λίγους μήνες κατόπιν της έκδοσης της προσβαλλόμενης ο Αιτητής απελάθηκε στη χώρα καταγωγής του. Παρότι στην αίτηση ακυρώσεως ουδέν αναφέρεται ούτε από εκεί προκύπτει ποιο είναι το κατάλοιπο ζημιάς του Αιτητή από την ακύρωση της προσβαλλόμενης, η ευπαίδευτη συνήγορος του, αναφέρει στην απαντητική αγόρευση (το απόσπασμα παρατίθεται αυτολεξεί από την απαντητική αγόρευση):

 

«11.    Με την δεύτερη προδικαστική ένσταση ότι Καθ' ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη έχει απωλέσει το αντικείμενο της καθότι ο Αιτητής απελάθηκε στην χώρα καταγωγής του. Είναι ο ισχυρισμός μας Εντιμότατε ότι ο αιτητής συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον ενόψει το ότι ο Αιτητής απελάθηκε χωρίς το δικαίωμα να συνομιλήσει με τους δικηγόρους του και χωρίς να υπογράψει ότι αποδέχεται να αποχωρήσει από την ΚΔ.

 

12.      Ο αιτητής συνεχίζει και διατηρεί έννομο συμφέρον στην παρούσα προσφυγή και οι οδηγίες του είναι να προωθηθεί η εν λόγω προσφυγή εφόσον έχει δικαίωμα διαμονής στην Δημοκρατία δυνάμει του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007 και σκοπός του είναι να επιστρέφει στην Κύπρο. Πριν την απέλαση του ο Αιτητής διέμενε στην Κύπρο για 6 χρόνια όπου είχε την εργασία του το αυτοκίνητο του, τους φίλους του και τα προσωπικά αντικείμενα του.

 

13.      Συμφώνως του επίδικου διατάγματος απέλασης το οποίο έχει εκτελεστεί ο Αιτητής πλέον για 5 χρονιά απαγορεύεται να εισέλθει στην Κ.Δ και/ή να ταξιδέψει σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα συμφώνως του κανονισμού 18.

 

Συνεπώς εκ προοιμίου είναι εμφανές οι ζημιογόνες συνέπειες που συνεχίζουν και θα συνεχίσουν να υφίστανται στον Αιτητή από τα εν λόγω διατάγματα τα οποία δεν έχουν ακυρωθεί.

14.      Συνεπώς εκ προοιμίου είναι εμφανές οι ζημιογόνες συνέπειες που συνεχίζουν και θα συνεχίσουν να υφίστανται στον αιτητή από την απόρριψη της αίτησης του για δελτίο διαμονής. Λόγω της απόρριψης της αίτησης του για δελτίο διαμονής δυνάμει του άρθρου 26(2)Α του Νόμου 7(Ι)/2007 τα στοιχεία του τοποθετήσαν στο ΣΤΟΠ ΛΙΣΤ και απαγορεύεται η είσοδος του στην ΚΔ και σε χώρες της ΕΕ για 5 έτοι.

 

15.      Ως έχει λεχθεί στην

 

ΜΑΝΑΚ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση 740/2016, 22/4/2020

 

Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου και της διαχρονικής νομολογίας ότι το βάρος απόδειξης του εννόμου συμφέροντος, το φέρει ο αιτητής και αυτό θα πρέπει να ενυπάρχει τόσο κατά την καταχώριση της προσφυγής, όσο και κατά την έκδοση της απόφασης (Παπασάββας ν. Δημοκρατίας (1967) 3 Α.Α.Δ. 111, Μελέτης ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1986) 3 Α.Α.Δ. 418, Κρητιώτης ν. Δήμου Πάφου (1986) 3 Α.Α.Δ. 322, Παπαδόπουλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973, Κοζάκος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3566).

 

16.      Στην Παπαδόπουλλος (ανωτέρω), κρίθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι όπου με την ανάκλησή εξαλείφονται οι ζημιογόνες επιπτώσεις της προσβαλλόμενης απόφασης, η προσφυγή στερείται πλέον αντικειμένου, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος και η δίκη καταργείται. Όπου όμως, παρά την ανάκληση, διαφαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι παρεμενει ζημιογόνο κατάλοιπο για το οποίο, ενδεχομένως, να προκύπτει θέμα αποζημίωσης με βάση το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, η προσφυγή διατηρεί, το αντικείμενό της.

 

17. Στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 643, διατυπώθηκε η πάγια θέση της νομολογίας ότι η δίκη καταργείται για διάφορους λόγους, στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου, αφού η συνέχισή της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό.

 

Στην περίπτωση όμως που έχουν προκόψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη, ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται.

 

18. Εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σε αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκλησή της ή την ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή, όπου και θα συντρέχει σε τέτοια περίπτωση, λόγος για συνέχιση της δίκης (Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3Δ Α.Α.Δ. 2452, Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ν. Σάββα (2006) 3 Α.Α.Δ. 435). »

 

19. Ως εκ τούτου Εντιμότατε εφαρμόζοντας τα ως αν στην παρούσα με δεδομένο το γεγονός ότι ο αιτητής έχει δικαίωμα διαμονής στην ΚΔ δυνάμει του άρθρου 26(2)Α του Νόμου 7(1) /2007 φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, ότι έχει δικαίωμα στην προώθηση της προσφυγής και παρόλο που απελάθηκε εδώ δεν προσβάλλει διατάγματα κράτησης και απέλασης αλλά την απόρριψη της αίτησης του για δελτίο διαμονής δυνάμει του άρθρου 26(2)α του Νόμου 7(1)/2007. Ο Αιτητής λόγω της εν λόγω απόρριψης υπέστη ζημία και δεν έχει πλέον δικαίωμα εισόδου στην ΚΔ και/η ΕΕ. Συνεπώς ο αιτητής επιφυλλάσει και το δικαίωμα του για αποζημιώσεις σε περίπτωση που αποδειχθεί ως αληθής ο εν λόγω ισχυρισμός του.

 

20. Στην υπόθεση Αφρόκηπος τέθηκαν οι αρχές με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία:

 

«Η δίκη καταργείται όταν η διοικητική πράξη λήξει Χωρίς να παραμένουν, συνέπειες διοικητικής φύσεως.

 

Στην Κύπρο, με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146 του Συντάγματος ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης από το Δικαστήριο, κάτω από την παράγραφο 4 του ίδιου Άρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας, εάν δεν ικανοποιηθεί η αξίωση του αιτητή από τη Διοίκηση

(Phedias Kyriakides and'the Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66, 74). Στην περίπτωση που διοικητική πράξη περιορισμένης διάρκειας λήξει, αλλά παραμένουν δυσμενείς επιπτώσεις, ή ο αιτητής συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον και η δίκη καταργείται - (βλ., μεταξύ άλλων, Christos Malliotis and Others and The Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 75, 94, 95· Georghios Vafeades and 1. Greek Communal Chamber, and/or 2. The Republic, through The Attorney-General as Successor to The Greek Communal Chamber (1966) C.L.R. 197, 199· Telemachos Andreou and Others v. Republic (Council οf Ministers) (1975) 3 C.L.R. 108, 110 Irrigation Division 'Katzilos" ν. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068· Agrotis v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1397· Salem v. Republic (1985 3 C.L.R. 453 Kritiotis v. Paphos Municipality (1987) 3 C.L.R.274- Χρίστος Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(B) Α.Α.Δ.973).

 

21. Η τρίτη προδικαστική ένσταση των καθ' ων αφορά το έννομο συμφέρον και αυτό έχει απαντηθεί πιο πάνω μαζί με τον δεύτερο λόγω της προδικαστικής ένστασης».

 

Θεωρώ ότι, από όσα και ο Αιτητής αναφέρει, ουδέν είναι κατάλοιπο της εδώ προσβαλλόμενης αλλά πράξεων άλλων, διακριτών, οι οποίες όμως δεν προσεβλήθησαν ούτε η νομιμότητά τους είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί  στα πλαίσια της παρούσας. Ο ίδιος ο Αιτητής θέτει ότι η απαγόρευση επανεισόδου στη Δημοκρατία ήταν αποτέλεσμα «διατάγματος απέλασης το οποίο έχει εκτελεστεί ο Αιτητής πλέον για 5 χρονιά απαγορεύεται να εισέλθει στην Κ.Δ και/ή να ταξιδέψει σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα». Η εν λόγω όμως αναφερόμενη πράξη απέλασης δεν είναι η εδώ επίδικη, από τη δε εδώ επίδικη, την οποία ο αιτητής θέτει ως Παράρτημα Α στην αίτηση ακυρώσεώς του, δεν καταγράφεται μια τέτοια έννομη συνέπεια περί απαγόρευσης εισόδου για 5 έτη ή άλλως.

 

Ούτε όμως η αναφορά του Αιτητή ότι: «Πριν την απέλαση του ο Αιτητής διέμενε στην Κύπρο για 6 χρόνια όπου είχε την εργασία του το αυτοκίνητο του, τους φίλους του και τα προσωπικά αντικείμενα του», αποτελεί συνέπεια της εδώ προσβαλλόμενης ούτε ασφαλώς προκύπτει από οποιοδήποτε στοιχείο του φακέλου. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή παραθέτει ορθά την νομολογία που διέπει την απώλεια του αντικειμένου της δίκης και το βάρος απόδειξης του εννόμου συμφέροντος, το οποίο έχει ο Αιτητής, εν προκειμένω όμως δε θεωρώ ότι υπό τις άνω περιστάσεις ο Αιτητής το έχει αποσείσει ούτε ότι προκύπτει οποιοδήποτε κατάλοιπο ζημίας της εδώ προσβαλλόμενης.

 

Είναι ορθή η παραπομπή εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Στ. Ναθαναήλ, ΑΔ) στην Υπόθεση Αρ. 5635/2013 Tatsiana Balashevich v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 30.11.2015, στην οποία υπό παρόμοιες συνθήκες (εκεί ο αιτητής είχε αποχωρήσει οικειοθελώς και επίσης δεν προέκυπτε κατάλοιπο ζημίας)  κρίθηκε ότι «η προσφυγή παραμένει άνευ αντικειμένου και χωρίς κατάλοιπα ζημιάς και είναι συνεπώς απορριπτέα για αυτό και μόνο το λόγο».

 

Σχετική, περαιτέρω είναι και η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου (Ε. Γαβριήλ, ΔΔΔ) στην Υπ. Αρ. 1793/2018 Πρ. Αρ. A. T. Ladab ν. Υπουργού Εσωτερικών κ.α. ημερ. 29.01.2021 όπου αναφέρθηκε:

 

«Επομένως, ο αιτητής έχει στους ώμους του το βάρος να προβάλει, αλλά και να αποδείξει - έστω εκ πρώτης όψεως - τη συνδρομή τέτοιου ιδιαίτερου εννόμου συμφέροντος, στη βάση της δημιουργίας ζημιογόνων για τον ίδιο συνεπειών, κατά το χρόνο που ήταν σε ισχύ η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση, συνέπειες που έχουν άμεση συνάφεια με την απόφαση αυτή, προκειμένου να συνεχιστεί η δίκη.

(…)

Επιπροσθέτως, οι ζημίες και απώλειες, οικονομικές και ψυχικές που επικαλείται ο αιτητής, δεν προέρχονται από την προσβαλλόμενη με την προσφυγή απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 11.9.2018 έκδοσης προσωρινής άδειας παραμονής, αλλά από την καθόλα πλέον ορθή και νόμιμη εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

Στη βάση των πιο πάνω, καταλήγω πως ο αιτητής, δεν έχει στοιχειοθετήσει το ιδιαίτερο έννομο συμφέρον προς συνέχιση της προσφυγής του, κατά της απορριπτικής απόφασης ημερομηνίας 11.9.2018.

(…)

 

Για τους πιο πάνω λόγους, καταλήγω ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος».

 

Παρά τα ως άνω, τα οποία οδηγούν σε αποδοχή των προδικαστικών ενστάσεων υπό 2 και 3 και απόρριψη της προσφυγής ως απαράδεκτης, θεωρώ, για τους λόγους που αναφέρω πιο κάτω, ότι η προσφυγή είναι έκθετη σε απόρριψη και στην ουσία της. Αυτό διότι:

 

Στα πλαίσια του ισχυρισμού περί κατάχρησης διακριτικής ευχέρειας και μη επαρκούς έρευνας, εγείρεται παράβαση των άρθρων 7Α και 7Β του Κεφ. 105, τα οποία ορθώς τίθεται από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν δικογραφούνται στην αίτηση ακυρώσεως και ως εκ τούτου δεν είναι εξεταστέα. Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι η απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή δεν έγινε στη βάση μη γνησιότητας του γάμου του αλλά στις όλες του συνθήκες και κυρίως του συμπεράσματος ως προς τη μη συμβίωση του με την ΕΣ πριν το διαζύγιο, η οποία μάλιστα δε διέμενε καν στη Δημοκρατία έχοντας μεταβεί στη Γερμανία (πριν το διαζύγιο).

 

Ουδόλως δε η έρευνα των Καθ’ ων η αίτηση ήταν πλημμελής επί τούτων. Αντιθέτως, από τον όλο διοικητικό φάκελο και τα όσα είχαν διαπιστωθεί διαχρονικά κατά τις προηγούμενες ανάλογες αιτήσεις του Αιτητή αλλά και από την έρευνα των Καθ’ ων η αίτηση πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης (Παράρτημα 18 στην Ένσταση), προκύπτει ότι διερευνήθηκε επαρκώς το ζήτημα τόσο της συμβίωσης όσο και όλων των δεδομένων του γάμου όσο διήρκεσε, ότι η ΕΣ είχε ήδη τέκνο πριν τη γνωριμία της με τον Αιτητή, την ύπαρξη του οποίου ο Αιτητής αγνοούσε και ότι είχε ήδη εγκατασταθεί στη Γερμανία για να εργαστεί χωρίς πρόθεση επανόδου και εγκατάστασης στη Δημοκρατία.

 

Δε βρίσκω λοιπόν να υπήρξε οποιαδήποτε πλάνη, πλημμέλεια στην έρευνα, κατάχρηση διακριτικής ευχέρειας η παράβαση της αρχής της καλής πίστης κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης. Ούτε θεωρώ υπάρχει οποιαδήποτε σχέση με την απόφαση του ΔΕΕ στην C‑127/08 Metock όπου τα επίδικα γεγονότα (εκεί ο υπήκοος τρίτης χώρας είχε δύο τέκνα με την ευρωπαία σύζυγό του) και νομικά δεδομένα/ευρήματα του ΔΕΕ (βλ ιδίως σκ. 101), ήταν επί εντελώς διαφορετικής βάσης από την παρούσα.

 

Καθοδήγηση θεωρώ στην υπό κρίση προσφέρει η απόφαση στην ΑΕ Αρ. 23/2015 Nisse v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 04.10.2021 όπου επικυρώθηκε η απορριπτική απόφαση της διοίκησης σε παρόμοιας φύσεως αίτημα άδειας παραμονής αλλοδαπού τρίτης χώρας ως συζύγου πολίτη ΕΕ λόγω μη συμβίωσης του ζεύγους και μη διαμονής του ευρωπαίου συζύγου στη Δημοκρατία αλλά και η όλη σχετική ανάλυση που εκτίθεται εκεί αλλά και στην πρωτόδικη στην Υπ. Αρ. 1527/2012 Hermine Nisse ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 15.01.2015.

 

Περαιτέρω, ούτε ο ισχυρισμός για πλάνη περί τον περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμο του 2007 (7(I)/2007) (εφεξής ο «Νόμος») με βρίσκει σύμφωνο. Είναι σαφές ότι το κατ’ άρθρο 32Α (1) του Νόμου δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής αφορά απόφαση που λήφθηκε για λόγους δημόσιας τάξης/ασφάλειας/υγείας άρα όχι για πράξεις ως η προσβαλλόμενη. Σχετική είναι η απόφαση στην D. S. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 804/2022 (i-Justice), ημερ. 10.11.2023 (Φ. Κωμοδρόμος, ΠΔΔ).

 

Συνεπώς δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε πλημμέλεια ή ακυρότητα λόγω μη καταγραφής στην προσβαλλόμενη της δυνατότητας άσκησης ιεραρχικής προσφυγής.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, ούτε επί των λόγων ακύρωσης, η προσφυγή είναι βάσιμη.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη επικυρώνεται με €1.500 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο