ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 893/2025
3 Οκτωβρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
S. I. U., εκ Νιγηρίας (ARC xxxxxxxx)
Αιτητής,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω,
Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης
Καθ' ων η Αίτηση.
__________________
Κασσάνδρα Κουππαρή, δικηγόρος για τον Αιτητή.
Νικόλας Νικολάου, Δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο των Καθ' ων η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά του Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης του Αιτητή ημερομηνίας 8/08/2025, δυνάμει του άρθρου 6(1)κ του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, αφού αυτός κηρύχθηκε ως παράνομος μετανάστης στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως και της απαγόρευσης εισόδου του σε αυτήν για περίοδο πέντε ετών.
Ως καταγράφεται στα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου, ο οποίος έχει κατατεθεί εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση στο Δικαστήριο στο στάδιο των Διευκρινήσεων, τα γεγονότα τα οποία αφορούν την παρούσα υπόθεση είναι τα εξής.
Ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας με ημερομηνία γέννησης την 11/10/1992. ο οποίος αφίχθηκε στο έδαφος της Δημοκρατίας σε άγνωστη ημερομηνία μέσω κατεχομένων. Στις 17/12/2020 ο αιτητής υπέβαλε Αίτηση Διεθνούς Προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, η οποία απορρίφθηκε πρωτοβάθμια στις 15/01/2021. Στις 22/02/2021 ο αιτητής υπέβαλε την προσφυγή με αρ. 401/21 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία αφού εξετάστηκε απορρίφθηκε στις 15/12/2022. Στις 12/02/2024 κρίθηκε ως απαράδεκτη και η μεταγενέστερη του αίτηση. Ο αιτητής υπέβαλε νέα προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με αρ. Τ319/24, η οποία επίσης απορρίφθηκε στις 23/9/2024.
Όπως φαίνεται στα σχετικά έγγραφα στο διοικητικό φάκελο (Ερυθρά 1 και 4), η απόφαση από την Υπηρεσία Ασύλου ημερ. 12/04/2024 για επιστροφή του αιτητή στη πατρίδα του, ως συνέπεια της απόρριψης της αρχικής αίτησης του για διεθνή προστασία, ανακλήθηκε. Ο αιτητής ενημερώθηκε, μέσω επιστολής της υπηρεσίας ημερ. 26/08/2024 η οποία του παραδόθηκε ιδιοχείρως και του έγινε υπόδειξη να προχωρήσει στη διευθέτηση της άδειας παραμονής του στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Έκτοτε ο αλλοδαπός δεν ολοκλήρωσε οποιαδήποτε διαδικασία διευθέτησης της άδειας παραμονής του και συνέχιζε να παραμένει παράνομα στην Δημοκρατία.
Ως καταγράφεται στο «Ημερολόγιο Παραπόνων και Συμβάντων» του Αστυνομικού Σταθμού Στροβόλου (Ερυθρά 10 - 11), την 07/08/2025 η αστυνομία μετέβη σε κατοικία στην οδό Γύψου στο Στρόβολο, μετά που λήφθηκε πληροφορία ότι ενδεχόμενος να συντελείται ενδοοικογενειακή βία. Όπως διαπιστώθηκε, στην εν λόγω κατοικία διαμένει γυναίκα υπήκοος Νοτίου Σουδάν η οποία βρίσκεται νόμιμα στην Δημοκρατία με άδεια μέχρι τις 09/04/2028 ως μητέρα τέκνων κύπριου πολίτη. Η εν λόγω αλλοδαπή κατέθεσε την ίδια ημέρα στην αστυνομία, ότι είναι η μητέρα δίχρονου τέκνου με πατέρα τον αιτητή, ο οποίος δεν διαμένει μαζί της παραμόνο μεταβαίνει στη κατοικία της για να προσέχει το τέκνο τους όταν αυτή εργάζεται. Δεδομένου ότι η αλλοδαπή, παρόλο που στο υπό διερεύνηση περιστατικό φαίνεται να κτυπήθηκε, δεν επιθυμούσε να προβεί σε καταγγελία εναντίον του αιτητή, ενώ κατάθεσε στην αστυνομία ότι «νιώθει ασφαλής με αυτόν και δεν κινδυνεύει», δεν σχηματίσθηκε ποινική υπόθεση. Ωστόσο, ο αιτητής συνελήφθη επί τόπου για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Εναντίον του εκδόθηκαν την επόμενη ημέρα (8/08/2025), δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης νόμου, τα προσβαλλόμενα με την παρούσα υπόθεση διατάγματα κράτησης και απέλασης.
Σύμφωνα με την επιστολή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών & Μετανάστευσης, ημερομηνίας 8/08/2025, με την οποία ζητείτο η έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης λόγω του κινδύνου διαφυγής, ο αιτητής συμβιώνει εδώ και 4 χρόνια με την υπήκοο Νοτίου Σουδάν, δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του, ενώ το διαβατήριο του δεν εντοπίστηκε.
Σημειώνεται από το Δικαστήριο ότι, ενώ γίνεται αναφορά στο «Ημερολόγιο Παραπόνων και Συμβάντων» της αστυνομίας ημερ.7/08/2025 ότι, η υπήκοος Νοτίου Σουδάν και ο αιτητής είναι γονείς ενός δίχρονου τέκνου, εντούτοις, πουθενά στην εν λόγω επιστολή της ΥΑΜ με την οποία ζητείτο η έκδοση των διαταγμάτων (Ερυθρό 15-14) ή στη κατάθεση του Αστυνομικού ο οποίος προέβη στη σύλληψη του Αιτητή (Ερυθρά 13-12) και διαπίστωσε ότι αυτός βρίσκεται παράνομα στο έδαφος της Κ.Δ., καταγράφεται ότι ο αιτητής έχει οικογένεια στο έδαφος της Δημοκρατίας. Σημειώνεται ακόμη ότι στον διοικητικό φάκελο εντοπίζονται επιστολές δικηγόρων ημερ. 9/01/2024 (Ερυθρά 31–19) και 11/07/2025 (Ερυθρό 18) οι οποίες κάνουν αναφορά στον αιτητή ως πατέρα του ανήλικου τέκνου του με τη συγκεκριμένη υπήκοο Νοτίου Σουδάν και στη διαδικασία έκδοσης άδειας παραμονής του, οι οποίες επιστολές είναι προγενέστερες της σύλληψης και των προσβαλλόμενων διαταγμάτων. Ως προκύπτει από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, οι ουσιαστικές αυτές πληροφορίες οι οποίες αφορούν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του αιτητή, δεν έτυχαν της οιασδήποτε διερεύνησης από τους Καθ' ων η Αίτηση ή απασχόλησαν την Υπηρεσία Αλλοδαπών & Μετανάστευσης στο στάδιο της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων.
Με την εδώ υπό κρίση υπόθεση, ο αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη και, ως συνέπεια αυτής της απόφασης, εναντίον των προαναφερθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του, όπως και της απαγόρευσης εισόδου του στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας για περίοδο πέντε ετών. Οι λόγοι ακύρωσης των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, οι οποίοι προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του αιτητή, είναι οι ακόλουθοι.
Ως κύριος λόγος προωθείται ότι οι εν λόγω αποφάσεις είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας, έγιναν αναιτιολόγητα και εκ μέρους της διοίκησης υπάρχει πλάνη περί το νόμο και συγκεκριμένα παραβίαση των άρθρων 180Ζ και 180Η του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου. Υποστηρίζεται ακόμα ότι, δεδομένων των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση θα έπρεπε να εφαρμόσουν εναλλακτικά μέτρα της κράτησης και να ζητηθούν και οι απόψεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας συμφώνως των άρθρων 180Ζ και 180Η, ενόψει του ότι έχει ανήλικο τέκνο με μόνιμη διαμονή στη Δημοκρατία, το οποίο με βάση το άρθρο 24 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών έχει αναφαίρετο δικαίωμα επικοινωνίας με τον πατέρα του. Περαιτέρω, υποδεικνύει η κα. Κουππαρή, το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού του αιτητή για την ομαλή ανάπτυξή, λαμβάνεται υπόψη ως ειδική ατομική περίσταση του αιτητή, η οποία αξιολογείται αυτοτελώς και παρεμπιπτόντως με τις υπόλοιπες ατομικές περιστάσεις του αιτητή, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, κάτι το οποίο παρέλειψε να πράξει η διοίκηση. Είναι ακόμα η θέση του αιτητή ότι, η απόφαση αναρμόδιου λειτουργού για την κράτηση, ως ισχυρίζεται, παραβιάζει κατάφωρα την αρχή της καλής πίστης που πρέπει να διέπει την δράση της Διοίκησης.
Αντίθετα, η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζει τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, παραθέτοντας στην γραπτή της αγόρευση εκτενή αποσπάσματα της ισχύουσας νομοθεσίας και σχετικής νομολογίας. Εισηγείται ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση πως ουδόλως επηρεάζεται η νομιμότητα των επίδικων διαταγμάτων από τους λόγους ακύρωσης που προωθούνται από τον αιτητή, και κατά συνέπεια οι ισχυρισμοί περί παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 18ΟΗ του ΚΕΦ. 105, και συναφώς περί πλάνης, έλλειψης αιτιολογίας και μη διενέργειας δέουσας έρευνας, και παραβίασης της χρηστής διοίκησης θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Τονίζει προς τούτο ότι, το τεκμήριο κανονικότητας των προσβαλλόμενων πράξεων ουδόλως έχει ανατραπεί.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων, ως έχουν καταγραφεί εν εκτάσει στις αγορεύσεις τους, σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, πάντα υπό το φως του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου ο οποίος έχει κατατεθεί ενώπιον μου.
Η δικηγόρος του αιτητή προτάσσει ότι της έκδοσης των διαταγμάτων δεν έχει προηγηθεί εξατομικευμένη έρευνα για τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του πελάτη της. Ως και οι λόγοι ακύρωσης τους οποίους προωθεί, υποστηρίζει ότι οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις αποτελούν προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και παράλειψης άσκησης ή κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Καθ’ ων η Αίτηση και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου. Μέσα από τη προσφυγή και τις αγορεύσεις της καταγράφει τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του πελάτη της και τη διαδικασία την οποία προωθούσε μέσω των δικηγόρων του, η οποία διαφαίνεται και μέσα από τον διοικητικό φάκελο, υποδεικνύοντας αντιφάσεις στους ισχυρισμούς του συνηγόρου των Καθ’ ων η Αίτηση αλλά και παραλείψεις της διοίκησης.
Προς απάντηση τούτων, είναι η εισήγηση των Καθ' ων η Αίτηση πως οποιοιδήποτε ισχυρισμοί γεγονότων που εκτίθενται από τη Δικηγόρο του αιτητή, και οι οποίοι δεν συνάδουν με το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου και/ή δεν περιέχονται στο διοικητικό φάκελο θα πρέπει να αγνοηθούν ή και να μην ληφθούν υπόψη, καθότι ως έχει πολλάκις νομολογηθεί η αγόρευση σε υποθέσεις διοικητικού δικαίου δεν είναι μέσο για θεμελίωση πραγματικών δεδομένων, και περαιτέρω, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Περαιτέρω είναι η θέση του δικηγόρου των Καθ΄ων η Αίτηση ότι, στην παρούσα περίπτωση τηρήθηκε η Αρχή της Αναλογικότητάς, στη βάση των στοιχείων και δεδομένων που βρίσκονταν ενώπιον της Διοίκησης κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, αφού σταθμίστηκαν όλα. Ωστόσο, επί της έντονης θέσης την οποία προτάσσει η δικηγόρος του Αιτητή ότι ο πελάτης της διατηρεί οικογένεια στο έδαφος της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα έχει τέκνο δύο ετών, με μητέρα νόμιμα διαμένουσα στη Δημοκρατία με την οποία συζεί, απαντά ότι ο αιτητής δεν δήλωσε κάτι τέτοιο στη συνέντευξη μετά τη σύλληψη του και εν πάση περιπτώσει, αυτό από μόνο του δεν του προσδίδει οιοδήποτε δικαίωμα νόμιμης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Επί του ουσιαστικού όμως ερωτήματος, καταπόσον τα δεδομένα αυτά έτυχαν εξέτασης από τη διοίκηση, δεν δίδεται οιαδήποτε ουσιαστική απάντηση.
Το Δικαστήριο έχει γνώση της πάγιας νομολογίας, η οποία καθορίζει πως τα γεγονότα τα οποία στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής και τα επίδικα θέματα προσδιορίζονται στη δικογραφία (Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 1061/94, 30/6/95 Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ., ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 380/94, 31/8/95 και Κυριακίδης και άλλος ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 212/95 και 259/95, 31/01/1997), ενώ η γραπτή αγόρευση ουδόλως αποτελεί μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων (Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1995) 3 Α.Α.Δ. 379, Α.Ε. υπ' αρ. 2190 μεταξύ Κοινότης Λυσού κ.α. -ν- Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.537). Ως έχει νομολογηθεί, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου (Μαρία Βασιλείου Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 1254/02, ημερομηνίας 15.11.2004, σελ. 7, Δημοκρατία ν. Kassinos Constructions (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, 3840, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3420 ημερομηνίας 29.9.93, Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.α., Α.Ε. 2064 ημερομηνίας 21.7.1999).
Ωστόσο, όπως έχω καταγράψει ανωτέρω στα γεγονότα της υπόθεσης, ανεξαρτήτως του τι προβάλει η κα.Κουπαρή ως προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του πελάτη της, προκύπτουν από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου συγκεκριμένα δεδομένα. Ειδικότερα προκύπτει τόσο η ύπαρξη του ανήλικου τέκνου του αιτητή το οποίο φαίνεται από την κατάθεση της μητέρα του ότι αυτός φρόντιζε ενόσω αυτή εργαζόταν, όσο και ότι εκκρεμούσαν διαδικασίες μέσω δικηγόρων με σκοπό την εξασφάλιση άδειας διαμονής αυτού. Δεδομένα ουσιώδη, τα οποία ουδόλως φαίνεται να απασχόλησαν τους Καθ’ ων η Αίτηση, ούτε ζητήθηκε να ληφθούν οι απόψεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αναφορικά με την οικογενειακή ζωή του αιτητή (Bibilashvili και Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1954/2022(Κ), ημερομηνίας 20/12/22).
Δεδομένου ότι δεν φαίνεται να εξετάστηκε, μάλιστα µε την επιβεβλημένη συνδροµή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευηµερίας, μετά τη σύλληψη του αιτητή, η οικογενειακή του κατάσταση, ότι συμμετείχε στην ανατροφή του ανήλικου τέκνου του και κατ΄επέκταση τα βέλτιστα συµφέροντα του παιδιού αυτού, θα συμφωνήσω με τη θέση του δικηγόρου του ότι οι Καθ΄ων η Αίτηση έχουν παραβιάσει τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο και την Οδηγία 2008/115/ΕΚ. Εν προκειμένω η διοίκηση εξέδωσε τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, ενεργώντας υπό ουσιώδη νομική και πραγματική πλάνη, χωρίς να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΟΖ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου(Κεφ. 105).
Σχετική είναι και η απόφαση της αδελφής δικαστού Ε.Μιχαήλ, ΔΔΔ στην Υπόθεση αρ. 2278/22(Κ)(iJ) M.V.R. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 1.2.2023 η οποία κατέληξε ως εξής:
«Πρόσθετα, είναι ορθή η εισήγηση του αιτητή ότι δεν φαίνεται να ερευνήθηκε ούτε κατά πόσο εφαρμόζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης ως αυτή προνοείται στο Άρθρο 18ΟΖ:
«Κατά την εφαρµογή των άρθρων 18ΟΔ µέχρι 18ΠΘ, ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης τηρεί την αρχή της µη επαναπροώθησης και λαµβάνει δεόντως υπόψη -
(α) τα βέλτιστα συµφέροντα του παιδιού, και
(β) την οικογενειακή ζωή, µε τη συνδροµή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευηµερίας, και
(γ) την κατάσταση της υγείας του συγκεκριµένου υπηκόου τρίτης χώρας, στη βάση έκθεσης του Τµήµατος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δηµόσιας Υγείας.»
Είχαν τεθεί ζητήματα που εμπίπτουν στην παράγραφο (γ) πιο πάνω υπόψη της καθ' ης η αίτηση αλλά επειδή ακριβώς, υπό πλάνη δεν ολοκλήρωσε η καθ' ης η αίτηση την εξέταση του αιτήματος που βρισκόταν σε εκκρεμότητα και αφορούσε στην νομιμοποίηση της παραμονής του, δεν έγινε ούτε σε σχέση με αυτό το θέμα η δέουσα έρευνα.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις οδηγούν σε επιτυχία της προσφυγής και ακύρωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων με έξοδα €2000 πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ' ης η αίτηση.»
Σχετικά με την πιο πάνω διαπίστωση μου θα σχολιάσω και τη θέση του Αιτητή ότι, οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις αποτελούν προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και παράλειψης άσκησης ή κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Καθ' ης η αίτηση και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου. Όσον αφορά, στο θέμα της δέουσας έρευνας, πηγή πληροφόρησης της διοίκησης αλλά και στη συνέχεια του Δικαστηρίου και υλικό για την οποιαδήποτε επιχειρηματολογία αποτελεί ο φάκελος και το μαρτυρικό υλικό που είχε ενώπιον του το διοικητικό όργανο κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της επίδικης απόφασης (βλ. ΡΟΥΣΟΣ v. ΙΩΑΝΝΙΔΗ Κ.Α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549 και ΡΑΦΤΗ Κ.Α. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2003) 3 Α.Α.Δ. 335). Ωστόσο, όπως έχω καταγράψει ανωτέρω στα γεγονότα της υπόθεσης, προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου ότι, όταν εκδοθήκαν τα διατάγματα δεν λήφθηκαν υπόψη τα προβλεπόμενα στο άρθρο 18ΟΖ του ΚΕΦ. 105, ήτοι τα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού, η οικογενειακή ζωή του Αιτητή και ούτε ζητήθηκε η προβλεπόμενη συνδρομή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας. Στην εξεταζόμενη περίπτωση η διοίκηση δεν πραγματοποίησε την οφειλόμενη έρευνα για τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και δεν λειτούργησε ως όφειλε συμφώνως των αρχών της χρηστής διοίκησης. Αντίθετα, παρόλο που από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου φαίνεται ότι υπήρχαν προσωπικά στοιχεία ότι ο Αιτητής ήταν πατέρας και ότι εκκρεμούσαν διαδικασίες μέσω των δικηγόρων του προς νομιμοποίηση της παραμονής του, εντούτοις οι Καθ' ων η Αίτηση παρέλειψαν να τα εξετάσουν.
Όπως επανειλημμένα έχει λεχθεί από τη νομολογία, το δικαίωμα μιας χώρας να ρυθμίζει την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφος της αποτελεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο έκφραση της κυριαρχίας της. Η διακριτική αυτή εξουσία περιορίζεται μόνο από την υποχρέωση της διοίκησης να εξετάζει την κάθε περίπτωση με καλή πίστη και εφόσον η ευχέρεια αυτή ασκείται στα πλαίσια αυτά, οπότε το Δικαστήριο δεν έχει περιθώρια αμφισβήτησης της απόφασης (Βλ. Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Slavova v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1272/2000, ημερομηνίας 18/4/2002, Moyo and another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R.2583) και (Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 226).
Εν προκειμένω, διαπιστώνω ότι, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν λήφθηκαν με ορθή άσκηση της εξουσίας από τους Καθ’ ων η Αίτηση και με πλήρη εφαρμογή των αρχών της χρηστής διοίκησης. Με βάση δε τα όσα έχουν προεκτεθεί, κρίνω ότι έχουν έρεισμα και οι ισχυρισμοί περί πλάνης και υπέρβασης εξουσίας εκ μέρους της διοίκησης. Αντίθετα, επαναλαμβάνω, κρίνω ότι η επίδικη απόφαση δεν λήφθηκε κατ' ορθή εφαρμογή των επιταγών τη νομοθεσίας, δηλαδή κατόπιν της απαιτούμενης εξατομίκευσης της περίπτωσης του αιτητή, αλλά και κατ' ορθή ενάσκηση της διακριτικής εξουσίας των Καθ' ων η Αίτηση.
Με τούτα ως δεδομένα, καταλήγοντας, θεωρώ ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις θα πρέπει να τύχουν ακύρωσης.
Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Επιδικάζονται €1500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο