S. L. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Υπόθεση Αρ. 910/2025, 6/10/2025
print
Τίτλος:
S. L. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Υπόθεση Αρ. 910/2025, 6/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                       

(Υπόθεση Αρ. 910/2025 (K))

 

6 Οκτωβρίου 2025

 

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

          ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                                 S. L.

                                                                             Αιτητής

                                                    ΚΑΙ

             ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1. ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ι. Γιάννης, για Αλτάχερ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Κ. Χριστοφή (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο αιτητής στρέφεται κατά της νομιμότητας και ζητά την ακύρωση της, δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), ληφθείσας απόφασης κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη και της συνακόλουθης έκδοσης διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, ημερομηνίας 16.8.2025, λόγω της παράνομης παραμονής του στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Ο αιτητής, υπήκοος Νεπάλ, αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 5.2.2020 με άδεια φοιτητή και στις 9.7.2020 ενεγράφη ως αλλοδαπός και υπέβαλε αίτηση για έκδοση άδειας παραμονής στη Δημοκρατία και φοίτησης σε συγκεκριμένο κολλέγιο, η οποία απορρίφθηκε.

 

Στη συνέχεια, στις 9.8.2022, απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου η αίτηση που είχε υποβάλει ο αιτητής, ημερομηνίας 1.7.2021, για παροχή διεθνούς προστασίας. Η απορριπτική απόφαση επιδόθηκε στον αιτητή στις 23.9.2022 και κατ’ αυτής, ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) στις 12.10.2022. Η προσφυγή του αιτητή απορρίφθηκε από το ΔΔΔΠ στις 15.3.2023.

 

Εν συνεχεία, στις 29.5.2023, απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και η μεταγενέστερη αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής, η δε απορριπτική απόφαση επιδόθηκε στον αιτητή αυθημερόν.

 

Ο αιτητής, στις 16.6.2023, καταχώρησε εκ νέου προσφυγή στο ΔΔΔΠ, η οποία απορρίφθηκε στις 15.3.2024. Έκτοτε, ο αιτητής δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια προς διευθέτηση της παραμονής του στη Δημοκρατία, αλλά συνέχισε να παραμένει σε αυτήν παράνομα.

Στις 16.8.2025 ο αιτητής εντοπίστηκε από μέλη της Αστυνομίας στη Λεμεσό και αφού διαπιστώθηκε το παράνομο της παραμονής του, αυτός συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και, την ίδια μέρα, εναντίον του εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), καθότι κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας.

 

Στις 18.8.2025, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή κατά των πιο πάνω αποφάσεων.

 

Οι συνήγοροι του αιτητή προωθούν δια της γραπτής τους αγόρευσης, ισχυρισμούς περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, έλλειψης αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, εμφιλοχώρησης νομικής και πραγματικής πλάνης, καθώς και παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Κατά τη σχετική εισήγηση, οι καθ’ ων η αίτηση δεν διενήργησαν καμία έρευνα ως προς τη δυνατότητα επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων στον αιτητή, ούτε και έλαβαν υπόψη τους το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ενώ δεν λήφθηκε επίσης υπόψη η οικογενειακή, προσωπική κατάσταση του αιτητή καθώς και η κατάσταση της υγείας του.

 

Από την πλευρά της, η συνήγορος για τους καθ’ ων η αίτηση, αντικρούοντας τους πιο πάνω ισχυρισμούς, προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας, κατ’ ορθήν εφαρμογή των διατάξεων του Κεφ. 105 και κατ’ ορθήν ενάσκηση των εξουσιών που παρέχει στους καθ’ ων η αίτηση η οικεία νομοθεσία, είναι δε αυτή επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη της. Σε κάθε περίπτωση, κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ο αιτητής παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα και ήταν πράγματι απαγορευμένος μετανάστης, ενώ σε καμία περίπτωση δεν τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση η αρχή της μη επαναπροώθησης.

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα των οικείων διοικητικών φακέλων και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε κατά είτε υπέρ της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Όπως αναφέρεται στα επίδικα διατάγματα, αυτά εκδόθηκαν επειδή ο αιτητής ήταν απαγορευμένος μετανάστης, «[.] καθότι παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 15/03/2023 όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.». Πράγματι, αποτελεί αναντίλεκτο γεγονός ότι το ΔΔΔΠ με απόφασή του ημερομηνίας 15.3.2023, απέρριψε την προσφυγή που είχε καταχωρήσει ο αιτητής κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου να απορρίψει την αίτησή του για χορήγηση διεθνούς προστασίας. Ασχέτως του γεγονότος ότι, ως επίσης αναντίλεκτα προκύπτει από τα ενώπιον μου τεθέντα, στη συνέχεια απορρίφθηκε και η μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου, καθώς και νέα προσφυγή του από το ΔΔΔΠ, είναι δεδομένο ότι κατά το χρόνο σύλληψής του ο αιτητής παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα, εφόσον ήδη από 15.3.2023, όταν και απορρίφθηκε η προσφυγή του από το ΔΔΔΠ κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου να απορρίψει την αίτησή του για χορήγηση διεθνούς προστασίας, αυτός ήταν απαγορευμένος μετανάστης σύμφωνα με το άρθρο 6(1)(κ) του Κεφ. 105. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη νομολογία, το καθεστώς διεθνούς προστασίας τερματίζεται με την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ επί προσφυγής κατά απόφασης απόρριψης αίτησης διεθνούς προστασίας από την Υπηρεσία Ασύλου (Ruth Nash v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 20/2024 i-Justice, ημερ. 22.10.2024). Εν προκειμένω, το καθεστώς διεθνούς προστασίας του αιτητή τερματίστηκε στις 15.3.2023, με την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ.

 

H απόφαση έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή, αλλά και η απόφαση κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, επί της οποίας βασίστηκαν τα επίδικα διατάγματα, ημερομηνίας 16.8.2025, κρίνονται ως καθόλα ορθές και νόμιμες, εφόσον πράγματι ο αιτητής, κατά το χρόνο της σύλληψής του και έκδοσης των εν λόγω διαταγμάτων, με δεδομένη και την ήδη από 15.3.2023 απόφαση απόρριψης της προσφυγής του από το ΔΔΔΠ, διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα και ήταν απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105. Συνεπώς, ενόψει των πιο πάνω, δεν εντοπίζεται κενό έρευνας, ενώ ούτε και ζήτημα πλάνης περί το νόμο ή/και τα πράγματα μπορεί να τίθεται όσον αφορά στην απόφαση κράτησης του αιτητή για σκοπούς απέλασης, εφόσον αυτός είχε τεθεί υπό κράτηση ως απαγορευμένος και/ή παράνομος μετανάστης βάσει του Κεφ. 105 (Α.Μ. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 2186/2022 (Κ) i-Justice, ημερ. 16.1.2023, E.Υ.O. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 351/2023 (Κ) i-Justice, ημερ. 10.4.2023).

 

Ούτε κενό αιτιολόγησης εντοπίζεται, ως αόριστα και γενικόλογα ισχυρίζεται η πλευρά του αιτητή. Από τα ίδια τα επίδικα διατάγματα, αλλά και από το σύνολο των ενώπιον μου τεθέντων, περιλαμβανομένου του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου, προκύπτει με την απαιτούμενη επάρκεια και σαφήνεια η νομική και πραγματική βάση λήψης της απόφασης κήρυξης του αιτητής ως απαγορευμένου μετανάστη και της συνακόλουθης απόφασης έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, έτσι ώστε να καθίσταται εφικτή η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου, που είναι και το ζητούμενο (L.A.S. BOATING LTD, ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Εν προκειμένω, η δοθείσα αιτιολογία παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα εκείνα, ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία, που να οδηγούν στη διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης, κατά τρόπο που να μην αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης (Λ. Σκυλλουριώτης v. Δήμου Λευκωσίας, Ε.Ε.Δ. 38/2016, ημερ. 1.7.2022, Eurofarm (P. Neophytou) Ltd ν. Δημοκρατίας Α.Ε.142/2015, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:A121, ANDRELIA PAPHOS LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Ε.Δ. 49/2019, ημερ. 23.10.2023), ως εξάλλου ρητά επιτάσσει το άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999).

 

Περαιτέρω, δεν μπορώ να συμφωνήσω ούτε με τους ισχυρισμούς περί παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους του αιτητή, ούτε δια της αρχικής, ούτε δια της απαντητικής γραπτής αγόρευσής του, που θα μπορούσε να υποστηρίξει με στοιχειώδη επάρκεια έναν τέτοιο ισχυρισμό. Κατά πάγια νομολογία του Δ.Ε.Ε., αλλά και όπως έχει κατ' επανάληψη υποδειχθεί μέσα από διάφορα συγγράμματα επί του θέματος, προκειμένου να παρέχεται προστασία κατ' εφαρμογήν της αρχής της μη επαναπροώθησης, θα πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή ότι αυτός θα υποστεί κακή μεταχείριση, «που θα ξεπερνά τα ελάχιστο κατώφλι σοβαρότητας» (βλ. Π. Νάσκου Περράκη Μηχανισμοί προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου-Διεθνείς πράξεις, θεωρία και πρακτική- εκδόσεις Σάκκουλα 2008, σελ. 369), η δε ύπαρξη κινδύνου κακομεταχείρισης, εξετάζεται σε σχέση με τα γεγονότα τα οποία γνωρίζει ή οφείλει τα κράτος να γνωρίζει κατά το χρόνο της έκδοσης απόφασης απομάκρυνσης ή/και εκτέλεσης της απέλασης (βλ. C-482/01 και C-493/01 Ορφανόπουλου κ.α. και Raffaele Oliveri κατά Land Baden-Wurtenmberg σκέψεις 77-79).

 

Συνεπώς, και στην υπό κρίση περίπτωση, ο αιτητής ήταν αυτός που όφειλε να θέσει ενώπιον των αρμόδιων αρχών και να αποδείξει ότι θα υποστεί απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, κάτι ωστόσο που σε καμία περίπτωση δεν έπραξε. Την ίδια προσέγγιση ακολούθησε το παρόν Δικαστήριο στην M.I.U.H. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1507/23(Κ), ημερ. 25.10.2023.

 

Εν πάση δε περιπτώσει, λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα, κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις, η ευχέρεια των καθ' ων η αίτηση ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της και δεν εντοπίζεται κατάχρηση εξουσίας, ούτε, ως ήδη ελέχθη, κενό έρευνας και αιτιολογίας, αλλ' ούτε να έχει εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε πλάνη κατά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων. Οι καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι τα εναλλακτικά της κράτησης μέτρα δεν ήσαν επιλέξιμα. Ειδικά ως προς το επίδικο διάταγμα κράτησης, ρητά αναφέρεται σε αυτό ότι κρίθηκε αναγκαίο όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί, καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής του σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(1)(α) του Κεφ. 105, ενώ δεδομένης της μη συμμόρφωσής του με προηγούμενη απόφαση επιστροφής, της μη ύπαρξης σταθερής διεύθυνσης διαμονής, αλλά και της απροθυμίας του να επαναπατριστεί, δεν υπήρχε περιθώριο για εναλλακτικά της κράτησης μέτρα. Άμεσα σχετικά είναι και τα όσα περιέχονται στην επιστολή της ΥΑΜ προς τη Διευθύντρια, ημερομηνίας 16.8.2025 (αρ. σελίδωσης 65 και 64 στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε και σημειώθηκε ως τεκμήριο κατά τις διευκρινίσεις), όπου γίνεται εισήγηση για την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή, για όλους τους πιο πάνω λόγους, περιλαμβανομένης και της μη ύπαρξης εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Είναι σαφές ότι τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν, επειδή ο αιτητής είχε κηρυχθεί και ήταν κατά τον χρόνο έκδοσής τους, στις 16.8.2025, απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της προαναφερθείσας παραγράφου (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη-

«6.-(1) Τα ακόλoυθα πρόσωπα θα είvαι απαγoρευμέvoι μεταvάστες και, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv διατάξεωv πoυ δυvατό vα περιέχovται σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv δυvάμει αυτoύ ή σε oπoιoδήπoτε Διάταγμα τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ, δεv θα επιτρέπεται η είσoδoς στη Δημoκρατία σε:-

 

[.]

 

(κ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv·».

 

Λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα, κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις, η ευχέρεια των καθ' ων η αίτηση ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών ορίων της και δεν εντοπίζεται κατάχρηση εξουσίας, ούτε κενό έρευνας και αιτιολογίας, αλλ' ούτε να έχει εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε πλάνη κατά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων. Οι καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι τα εναλλακτικά της κράτησης μέτρα δεν ήταν επιλέξιμα, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί (βλ. και απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου στην Κ.Α.Α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1242/2022 (Κ) (iJustice,) ημερ. 18.8.2022, καθώς και στην G.S.D.M. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 626/2023(Κ), ημερ. 9.6.2023). Τονίζεται, περαιτέρω, ότι το διάταγμα κράτησης εναντίον του αιτητή, εκδόθηκε και δυνάμει της διάταξης του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, σύμφωνα με την οποία-

 

«(1) Εκτός εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση επιτρέπεται να εφαρμοστούν άλλα επαρκή λιγότερο αναγκαστικά μέτρα, ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να εκδίδει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής, μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης, ιδίως όταν-

 

(α) υπάρχει κίνδυνος διαφυγής

 

(β) ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης.».

 

Είναι σαφές από την πιο πάνω διάταξη, ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, και κατόπιν εξουσιοδότησης η Διευθύντρια του Τμήματος, έχει τη διακριτική ευχέρεια να θέτει υπό κράτηση τον υπό απέλαση ξένο υπήκοο για το σκοπό της απομάκρυνσής του από τη Δημοκρατία και δεν υπάρχει υποχρέωση για επιβολή διαβαθμισμένων μέτρων, αλλά επαφίεται στη διακριτική του ευχέρεια, αν ο ίδιος κρίνει ότι συντρέχει λόγος, να εφαρμοστούν άλλα, λιγότερο αναγκαστικά μέτρα. Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων και περιστατικών της υπόθεσης, των λόγων που έχουν προεκτεθεί, αλλά και δεδομένης της προεκτεθείσας πρόνοιας του άρθρου 18ΠΣΤ(1) και της εκεί προβλεπόμενης διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης να αποφασίζει την κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας, υποκείµενου σε διαδικασίες επιστροφής, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τις προεκτεθείσες περιπτώσεις των παραγράφων (α) ή (β) της εν λόγω διάταξης, ως εν προκειμένω, οι ενέργειες των καθ' ων η αίτηση κρίνονται σύννομες, η δε έκδοση της επίδικης απόφασης κρίνεται ορθή και εύλογα επιτρεπτή και δεν μπορώ να συμφωνήσω με τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των συνηγόρων του αιτητή.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1500 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο