ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 985/2025
31 Οκτωβρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
I. G. F. M.
Αιτητής,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας και Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης
__________________
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), Νατάσα Χαραλαμπίδου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ.
Κ. Σάββα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο για τους Καθ' ων η Αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Με την παρούσα Προσφυγή, ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 04/09/2025 με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης ίδιας ημερομηνίας. Τα γεγονότα της υπόθεσης, ως προκύπτουν από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου και καταγράφεται στην ένσταση των Καθ' ων η αίτηση, έχουν ως ακολούθως.
Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Αιγύπτου με ημερομηνία γέννησης 27/01/1997, Χριστιανός στο θρήσκευμα, ο οποίος εισήλθε στη Κ.Δ. με σκοπό την εργασία. Στις 16/02/2026 πήρε αποδεσμευτική επιστολή από τον εργοδότη του, με σκοπό να εξεύρει νέο εργοδότη όμως δεν το έπραξε, παραμένοντας παράνομα στη Δημοκρατία. Έτσι στις 13/07/2016, τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων. Στις 14/11/2016 υπέβαλε Αίτηση Ασύλου, η οποία απορρίφθηκε πρωτοβάθμια στις 17/12/2018 και στην συνέχεια υπέβαλε προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε και αυτή στις 13/08/2020. Ακολούθως ο Αιτητής υπέβαλε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία επίσης απορρίφθηκε στις 15/12/2021. Στη συνέχεια ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη Αίτηση, η οποία κρίθηκε απαράδεκτη καθώς επίσης υπέβαλε και μεταγενέστερη προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία απορρίφθηκε λόγω μη προώθησης στις 21/03/2024. Στις 24/08/2025 ο Αιτητής συνελήφθη για εντάλματα προστίμου που εκκρεμούσαν εναντίον του και μεταφέρθηκε ως κατάδικος στις Κεντρικές Φυλακές, ενώ στις 25/08/2025 υπέβαλε εκ νέου μεταγενέστερη Αίτηση η οποία φαίνεται ότι εκκρεμεί. Στις 03/09/2025 η ποινή φυλάκισης του αναστάλθηκε, αλλά την ίδια μέρα συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στην Δημοκρατία. Εισήγηση της αστυνομίας προς τους Καθ' ων η Αίτηση ήταν να εκδοθούν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης, με αποτέλεσμα αυτά να εκδοθούν στις 04/09/2025, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης νόμου.
Ο Αιτητής, μέσω της δικηγόρου του, καταχώρησε στις 5/09/2024 την παρούσα προσφυγή, η οποία προσβάλει τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 04/09/2025, τα οποία εκκρεμούν εναντίον του, ενώ η εκτέλεση της απέλασης έχει ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της παρούσας.
Μέσω της προσφυγής, η δικηγόρος του προβάλει διάφορους λόγους προς ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων από τους οποίους προωθεί τους ακόλουθους μέσω της πολυσέλιδης της αγόρευσης, ενώ ακόμα παραθέτει εκτενή αποσπάσματα αποφάσεων του Διοικητικού και του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κυρίως αναφορικά με τη σημασία υποβολής μεταγενέστερης αίτησης για παροχή διεθνούς προστασίας. Η θέση ότι ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση για παροχή σ’ αυτόν διεθνούς προστασίας και συγκεκριμένα στις 25/08/2025 όταν τελούσε ήδη υπό κράτηση, η οποία δεν φαίνεται να είχε εξεταστεί κατά το χρόνο έκδοσης των διαταγμάτων ούτε στο προκαταρτικό της στάδιο, αποτελεί το ουσιαστικό επιχείρημα για τη κα.Χαραλαμπίδου. Τονίζοντας αυτό το γεγονός, προβάλει ως πρώτο λόγο ακύρωσης ισχυρισμό περί, έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, μη χρηστής διοίκησης και κατάχρησης εξουσίας εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση. Ως δεύτερο δε λόγο ακύρωσης, υποβάλει ότι, η αιτιολογία που προβάλλεται για το διάταγμα κράτησης είναι ανυπόστατη και λανθασμένη και δεν συνάδει με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, αφού ως υποστηρίζει, αυτός διατηρούσε μόνιμη διεύθυνση διαμονής, η οποία ήταν δηλωμένη στην Υπηρεσία Ασύλου και συνεπώς δεν υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του. Τούτο συνηγορεί, υποστηρίζει, στο ότι θα έπρεπε να του επιβληθούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, αφού δεν υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του. Ως τρίτος λόγος κύρωσης, προωθείται ισχυρισμός ότι παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης, ενώ ως τέταρτος λόγος κύρωσης ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα παραβιάζουν το άρθρο 18ΠΣΤ(1),(6), (7) του Κεφ,105 και το άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Τέλος, προβάλλεται ισχυρισμός εκ μέρους του αιτητή περί παραβίασης εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση της αρχής της χρηστής διοίκησης, καθώς και των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.
Αντίθετες είναι οι θέσεις των Καθ’ ων η αίτηση. Η δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας, προς υποστήριξη της άποψης της ότι η παρούσα προσφυγή πρέπει να απορριφθεί, αναφέρει πως η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, καθώς και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Με εκτενή αγόρευση απαντά τους λόγους τους οποίους παραθέτει ο αιτητής προς ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων και παραθέτει σχετικά αποσπάσματα αποφάσεων του Διοικητικού και του Ανωτάτου Δικαστηρίου τα οποία υποστηρίζουν τις θέσεις της.
Προτού εξετάσω τα όσα προβάλλονται από την ευπαίδευτη δικηγόρο του Αιτητή, επαναλαμβάνω τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης, ως προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο. Καταρχήν, σημειώνω την αιτιολογία της κράτησης και της απέλασης, όπως καταγράφεται στα προσβαλλόμενα διατάγματα, ότι δηλαδή ο Αιτητής κατέστη παράνομος μετανάστης «καθότι παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από τις 15/12/2021, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το Διεθνές Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.». Περαιτέρω, σημειώνω και την αιτιολογία επί του διατάγματος κράτησης «Δεδομένης της μη συμμόρφωσης του με προηγούμενη απόφαση επιστροφής και είναι αρνητικός με τον επαναπατρισμό του, δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων. Ακόμα σημειώνω ότι, μετά την απορριπτική απόφαση του Δ.Δ.Δ.Π. στις 15/12/2021, ο αλλοδαπός υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου και ακολούθως της νέας αυτής απόρριψης, την υπ’ αριθμό Τ69/24 προσφυγή στο Δ.Δ.Δ.Π., η οποία επίσης έχει απορριφθεί λόγω μη προώθησης στις 21/03/2024. Έκτοτε o αιτητής παρέλειψε να αναχωρήσει και συνέχιζε να παραμένει παράνομα στην Δημοκρατία μέχρι που στις 14/08/2025 συνελήφθη για απλήρωτα εντάλματα προστίμου που εκκρεμούσαν εναντίον του. Ενώ ο εν λόγω αλλοδαπός κρατείτο στις Κεντρικές Φυλακές, υπέβαλε εκ νέου μεταγενέστερη αίτηση στις 25/08/2025, η οποία φαίνεται να εκκρεμεί. Αυτή την μεταγενέστερη αίτηση επικαλείται κατά κύριο λόγο η δικηγόρος του, προς ακύρωση των διαταγμάτων ημερομηνίας 12/09/2025. Παρόλο που αντίγραφο αυτής δεν βρίσκεται στο διοικητικό φάκελο όπως ούτε και αντίστοιχη απάντηση της διοίκησης, εντούτοις η υποβολή αυτής δεν αμφισβητείται από τη δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας, ενώ καταγράφεται και στην έκθεση της ΥΑΜ Λευκωσίας προς τη Διευθύντρια Τμήματος Μετανάστευσης με ημερομηνία 3/09/2025 (Ερυθρό 75 στο διοικητικό φάκελο).
Όπως έχω επισημάνει προηγουμένως, η υποβολή νέας μεταγενέστερης αίτησης αφού ήδη συνελήφθη και εκρατείτο ο αιτητής, αποτελεί το κύριο επιχείρημα της δικηγόρου του. Ωστόσο, ακριβώς αυτό το ζήτημα, των συνεπειών της μεταγενέστερης αίτησης στο νομικό καθεστώς του Αιτητή, έχει απασχολήσει κατ΄επανάληψη το Διοικητικό Δικαστήριο (βλ. Α.Η. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 2239/202 2 (Κ) (i-Justice), ημερ. 25.01.2023, THI HONG ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 2090/2022 (Κ) (i-Justice), ημερ. 30.12.2022, D.S. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 578/2023 (Κ) (i-Justice), ημερ. 01.06.2023), ενώ το ζήτημα έχει κριθεί διεξοδικά στην απόφαση Sohel Madber ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά απόφασης του ΔΔ αρ. 8/2022, ημερ. 17.11.2022, όπου καθορίστηκε ότι μεταγενέστερο αίτημα για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ξεκινά με το δεδομένο πως ο Αιτητής δεν είναι αιτητής διεθνούς προστασίας, ενώ χαρακτηρίζεται από το καθεστώς που ίσχυε με την απόρριψη της αρχικής αίτησης ασύλου που είχε εν πρώτοις υποβάλει και απερρίφθη. Αντίθετη κρίση, ήτοι την παραχώρηση και απόκτηση της ιδιότητας ασύλου σε κάθε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης, θα έδιδε δικαίωμα καταστρατήγησης του Νόμου εκ μέρους αιτητών ασύλου, οι οποίοι θα καταχωρούν συνεχείς αιτήσεις προσδοκώντας στην άνευ ετέρου νομιμοποίηση της παραμονής τους στην Κύπριακή Δημοκρατία (βλ. Enone Essome Gilles, Πολιτική Αίτηση Aρ. 114/2023, ημερ. 23/10/2023, ECLI:CY:AD:2023:B223).
Εξετάζοντας τις περιστάσεις της υπόθεσης, διαπιστώνω ότι, η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη ήδη από 15/12/2021 αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της διαπίστωσης της διοίκησης ότι, η προσφυγή του εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσία Ασύλου ημερομηνίας 17/12/2018, απορρίφθηκε εν τέλει εκ μέρους του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Όπως ακριβώς καταγράφεται στα προσβαλλόμενα διατάγματα, ο αιτητής κατέστη παράνομος μετανάστης «καθότι παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από τις 15/12/2021, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το Διεθνές Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας». Τα γεγονότα αυτά όφειλε να διερευνήσει η διοίκηση, όπως και έπραξε, ούτως ώστε να καταλήξει στις προσβαλλόμενες πράξεις. Η δε επάρκεια της αιτιολογίας συναρτάται άμεσα με τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης και εξαρτάται, όχι από την έκταση του λεκτικού της, αλλά από την ουσία του περιεχομένου της. Μπορεί να είναι λακωνική, αρκεί να είναι επαρκής. Η μορφή και η έκταση της επιβαλλόμενης αιτιολογίας ποικίλλουν ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται η πράξη και τις συνθήκες που την περιβάλλουν (βλ. Ράφτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Pissas v. Republic (1974) 3 C.L.R. 476). Εν προκειμένω, η αιτιολογία των επίδικων αποφάσεων προκύπτει ρητώς από τα αντίστοιχα κείμενα των διαταγμάτων, υποστηρίζεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και ικανοποιεί τον δικαστικό έλεγχο. Συνεπώς καταλήγω ότι, τα διατάγματα αυτά ήταν δεόντως αιτιολογημένα και εκδόθηκαν υπό τις περιστάσεις νόμιμα, αφού προηγήθηκε η δέουσα έρευνα ως προς τις εξατομικευμένες περιστάσεις του αιτητή, ως αποτυπώνεται στην έκθεση της ΥΑΜ Λευκωσίας προς τη Διευθύντρια Τμήματος Μετανάστευσης με ημερομηνία 3/09/2025 (Ερυθρά 75-74 στο διοικητικό φάκελο).
Ως εκ των διαπιστώσεων μου, οι σχετικοί λόγοι ακύρωσης τους οποίους προωθεί ο αιτητής περί, έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, μη χρηστής διοίκησης και κατάχρησης εξουσίας εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση, απορρίπτονται ως ανεδαφικοί.
Προχωρώ στη συνέχεια στην εξέταση του ισχυρισμού ότι, θα έπρεπε να του επιβληθούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, αφού δεν υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του αιτητή. Κρίνω εν προκειμένω ότι, η διοίκηση με βάση το αδιαμφησβήτητο γεγονός ότι ο αιτητής ήταν παράνομος μετανάστης για μεγάλο χρονικό διάστημα και, όπως προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, εξέφρασε κατά την προφορική συνέντευξη την άρνηση του για επαναπατρισμό, δεν κατείχε το διαβατήριο του, προχώρησε νενομισμένα στη σύλληψη και κράτηση του με σκοπό την απέλαση του, εκδίδοντας το αντίστοιχο διάταγμα. Ο ισχυρισμός δε της δικηγόρου του αιτητή ότι, αυτός διέμενε σε γνωστή διεύθυνση στις αρχές, προφανώς αναφερόμενη στο χρόνο πριν τη σύλληψη και τη μεταφορά του στις Κεντρικές Φυλακές, δεν ανατρέπει όλα τα άλλα δεδομένα και κύρια την εκφρασθείσα απροθυμία του πελάτη της για επιστροφή στη χώρα καταγωγής του, ούτως ώστε να δικαιολογείται η επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων εκ μέρους της διοίκησης. Το ιστορικό της υπόθεσης παρουσιάζει στοιχεία που κατατείνουν να δείξουν προσπάθεια χειραγώγησης της νομοθεσίας για παραμονή εντός της Δημοκρατίας. Συνεπώς, δεν θα συμφωνήσω ότι στη παρούσα περίπτωση υπήρχε δυνατότητα εναλλακτικών μέτρων, πλην της κράτησης για προώθηση της διαδικασίας απέλασης του αιτητή και ο προβαλλόμενος λόγος απορρίπτεται.
Εξετάζοντας στη συνέχεια και τους υπόλοιπους λόγους κύρωσης οι οποίοι προωθούνται, ήτοι ότι παραβιάζεται εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση η αρχή της μη επαναπροώθησης, ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα παραβιάζουν το άρθρο 18ΠΣΤ(1),(6), (7) του Κεφ,105 και το άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ και ότι εν προκειμένω υφίσταται παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, καθώς και των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, καταγράφω τα εξής.
Όπως έχω προαναφέρει, κατά την ημερομηνία έκδοσης των διαταγμάτων, ο Αιτητής ήταν παρανόμως διαμένοντας στο έδαφος της Κ.Δ. αφού η αίτηση του για διεθνή προστασία ήδη από 14/11/2016 εξετάστηκε και απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, όπως απορρίφθηκε και η Διοικητική του Προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, ενώ την απόφαση αυτή επιβεβαίωσε και το αρμόδιο Δικαστήριο στις 15/11/2021 με την απόφαση του στη προσφυγή αρ. 1148/20. Τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους οι Καθ' ων η Αίτηση, τα οποία διαπίστωσα ότι αξιολόγησαν επαρκώς και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν, αποτέλεσαν ασφαλές υπόβαθρο για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Διαπιστώνω ότι με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν επιδιώκεται σκοπός ξένος προς το σκοπό του Νόμου, ως επικαλείται ο αιτητής. Οι ενέργειες των Καθ' ων η Αίτηση αποδεικνύουν ότι έπραξαν σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας. Σε τέτοια περίπτωση, εφόσον η σχετική απόφαση ασκείται καλόπιστα, δεν δύναται να ακυρωθεί από το Δικαστήριο. Είναι εν προκειμένω η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι δεν υπάρχει έδαφος δικαστικής επέμβασης, με δεδομένο ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε κατ' εφαρμογή των αρχών δικαίου που διέπουν το θέμα.
Συνοψίζοντας, καταλήγω ότι, ουδείς εκ των προβαλλόμενων εκ μέρους του Αιτητή λόγων ακύρωσης ευσταθεί.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται ως αβάσιμη, με έξοδα €1500 υπέρ των Καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο