ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Υπόθεση Αρ. 1030/2022, 10/11/2025
print
Τίτλος:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Υπόθεση Αρ. 1030/2022, 10/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                       

(Υπόθεση Αρ. 1030/2022 (i-Justice))

 

  10 Νοεμβρίου 2025

 

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                               ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ                                                                                                                    Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

 

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

Ν. Παπαμιχαήλ, για Α. Παπαμιχαήλ & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Γ. Χατζηπροδρόμου, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο αιτητής ζητεί-

 

«Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση που περιέχεται στην επιστολή τους ημερομηνίας 22/04/2022 με την οποία αποφασίστηκε η απόρριψη της ένστασης του Αιτητή κατά της απόφασης για απόρριψη της Αίτησης του για ένταξη στο Σχέδιο Προστασίας της Κύριας Κατοικίας-«Σχέδιο Εστία» είναι άκυρη, παράνομη και εστερουμένη εννόμου αποτελέσματος».

 

Ο αιτητής, στις 24.9.2020, υπέβαλε αίτηση στο Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων («το Υπουργείο») για ένταξη στο Σχέδιο Προστασίας της Κύριας Κατοικίας («Σχέδιο Εστία»).

 

Η αίτηση απορρίφθηκε και η απορριπτική απόφαση εστάλη στον αιτητή δι’ επιστολής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, ημερομηνίας 15.4.2021. Όπως αναφέρεται στην εν λόγω επιστολή, η αίτηση απορρίφθηκε καθότι διαπιστώθηκε ότι (i) το συνολικό οικογενειακό εισόδημα του αιτητή για τα έτη 2017 και 2018, ανερχόταν σε €44.876 και €50.677 αντίστοιχα, ήτοι ποσό που υπερέβαινε το όριο του ποσού που ορίζεται στην παράγραφο 2.1.2(α) του Σχεδίου (€45.000) και (ii) ο αιτητής δεν είχε προσκομίσει όλα τα απαραίτητα παραστατικά, τα οποία απαιτούνταν για την αξιολόγηση της αίτησής του και, πιο συγκεκριμένα, δεν είχε προσκομίσει συμφωνία διανομής.  

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης, ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στις 12.5.2021, η οποία παραλήφθηκε από το Υπουργείο στις 14.5.2021.

 

Η ένσταση εξετάστηκε από την Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων, η οποία υπέβαλε στην Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων («η Υπουργός») την εισήγηση για απόρριψή της, καθότι, ως αναφέρεται στο σχετικό Έντυπο Αξιολόγησης (παράρτημα 10 στο δικόγραφο της ένστασης), «το συνολικό οικογενειακό εισόδημα του αιτητή για το έτος 2018 υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται στην παράγραφο 2.1.2(α) του Σχεδίου». Ειδικότερα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το συνολικό οικογενειακό εισόδημα του αιτητή για το εν λόγω έτος ήταν 50.677 (ενώ το έτος 2017, €44.876) και το ανώτατο όριο για οικογένεια με ένα εξαρτώμενο τέκνο, σύμφωνα με την προαναφερθείσα παράγραφο 2.1.2(α), ως είναι η περίπτωση του αιτητή, είναι €45.000. Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με το Έντυπο Αξιολόγησης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν είχε προσκομιστεί υπογραμμένη συμφωνία διανομής κατατεθειμένης στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην Απόφαση της Ειδικής Επιτροπής Α/Α 21-01-20/06.

 

Η πιο πάνω εισήγηση της Επιτροπής έγινε δεκτή από την Υπουργό, η οποία, με απόφασή της ημερομηνίας 8.3.2022, απέρριψε την ένσταση.

 

Ο αιτητής έλαβε γνώση της απορριπτικής, επίδικης, απόφασης δι’ επιστολής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, ημερομηνίας 26.4.2022 και στις 23.5.2022, καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή.

 

Η πλευρά του αιτητή προωθεί ισχυρισμούς περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, εμφιλοχωρήσασας ουσιώδους νομικής και πραγματικής πλάνης, έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας, καθώς και παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, της ίσης μεταχείρισης, της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

 

Ειδικότερα όσον αφορά στον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, οι συνήγοροι του αιτητή προβάλλουν ότι οι καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη τους και/ή δεν αξιολόγησαν τα όσα ο αιτητής έθεσε ενώπιον τους δια της ενστάσεώς του, ειδικά ως προς το ζήτημα της μη προσκόμισης συμφωνίας διανομής, αλλά και ως προς το ύψος του οικογενειακού εισοδήματος για το έτος 2018. Οι καθ’ ων η αίτηση, συνεχίζει η πλευρά του αιτητή, απέρριψαν την ένσταση επιφανειακά και χωρίς να διενεργήσουν καμία ουσιαστική εξέταση των όσων ο αιτητής είχε θέσει ενώπιον τους.

 

Σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί παραβίασης της αρχής της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης, προβάλλεται ότι οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν κατά τρόπο αντιφατικό και ασυνεπή, εφόσον «οι ίδιοι ισχυρισμοί και τα ίδια παραστατικά έγγραφα γίνονται αποδεκτά κατά την εξέταση ένστασης που αφορά το επίδομα τέκνου, ενώ στην υπό κρίση περίπτωση απορρίπτονται».

 

Οι καθ’ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ορθά και σύννομα, μετά από διενέργεια της δέουσας έρευνας, κατ’ ορθή ενάσκηση της διακριτικής τους εξουσίας και καλόπιστα, υπήρξε δε αυτή πλήρως και/ή δεόντως αιτιολογημένη και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη αυτής.

 

Έχω εξετάσει την επίδικη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Το «Σχέδιο Εστία» είναι σχέδιο παροχής κυβερνητικής χορηγίας προς συγκεκριμένη κατηγορία δανειοληπτών, το οποίο εγκρίθηκε με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου Αρ. 87.759 και ημερομηνία 26.6.2019 και στηρίζεται στις διατάξεις του περί του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου (Ν.109(Ι)/2014). Ειδικότερα, το Σχέδιο εμπίπτει στην έννοια της «άλλης κοινωνικής παροχής» ως αυτή ορίζεται στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου 109(Ι)/2014, σύμφωνα με το οποίο-

 

««άλλες κοινωνικές παροχές» σημαίνει οτιδήποτε άλλο παρέχεται με βάση άλλη νομοθεσία ή /και Απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου ή /και Σχέδιο ή /και Έργο ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή, εξαιρουμένων των νομοθεσιών ή/και Σχεδίων για άτομα με αναπηρίες τα οποία τυγχάνουν διαχείρισης από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες·».

 

Το Σχέδιο Εστία αφορά μη εξυπηρετούμενα δάνεια/πιστωτικές διευκολύνσεις που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, ως αυτά καθορίζονται στην παράγραφο 2.1.1 του Σχεδίου, καθώς και δανειολήπτες/ιδιοκτήτες κύριας κατοικίας, οι οποίοι πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια επιλεξιμότητας (εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια), ως αυτά καθορίζονται στην παράγραφο 2.1.2 του Σχεδίου και νοουμένου ότι πληρούνται οι όροι της παραγράφου 2.1.3 του Σχεδίου.

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 2.1.2(α) του Σχεδίου, η οποία καθορίζει τα

εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια αιτητών (η έμφαση προστέθηκε και αφορά την περίπτωση που εδώ ενδιαφέρει):

«Οι Αιτητές θα πρέπει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για ένταξη στο Σχέδιο Εστία να πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια, ώστε να καθίστανται δικαιούχοι της Χορηγίας.

(α) Το συνολικό Οικογενειακό Εισόδημα του Αιτητή δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα ακόλουθα για κάθε έκαστο ημερολογιακό έτος 2017 και 2018:

1. τις €50.000 για οικογένεια με τουλάχιστον τέσσερα εξαρτώμενα τέκνα

2. τις €55.000 για οικογένεια με τρία εξαρτώμενα τέκνα;,

3. τις €50.000 για οικογένεια με δύο εξαρτώμενα τέκνα,

4. τις €45.000 για οικογένεια με ένα εξαρτώμενο τέκνο,

5. τις €35.000 για οικογένεια χωρίς εξαρτώμενα τέκνα,

6. τις €20.000 για μονήρη νοικοκυριά. Νοείται περαιτέρω ότι, τα παραπάνω ισχύουν και για μονογονεϊκές οικογένειες.».

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 5.1 του Σχεδίου, η οποία αφορά στη διαδικασία υποβολής αίτησης για ένταξη στο Σχέδιο και προσκόμιση δικαιολογητικών εγγράφων από τον αιτητή:

«Ο Αιτητής συμπληρώνει και υποβάλλει στη Συμμετέχουσα, την αίτηση και όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και πληροφορίες όπως παρουσιάζονται στο Μνημόνιο Συναντίληψης, εντός της χρονικής περιόδου υποβολής αιτήσεων από 2 Σεπτεμβρίου 2019 μέχρι 15 Νοεμβρίου 2019.».

 

Τέλος, σύμφωνα με την παράγραφο όρο 5.2. του Σχεδίου, που αφορά στη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων και πληροφοριών του αιτητή από Κυπριακή τράπεζα ή άλλο χρηματοοικονομικό ίδρυμα που επέλεξε να συμμετάσχει στο Σχέδιο («η Συμμετέχουσα»)-

 

«Η Συμμετέχουσα θα: (α) εξετάζει την αίτηση και θα συγκεντρώνει όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και πληροφορίες που θα παρέχει ο αιτητής και (β) αξιολογεί την ικανότητα αποπληρωμής του Αιτητή και θα διεξάγει έλεγχο βιωσιμότητας της προσφερόμενης λύσης Αναδιάρθρωσης και (γ) γνωστοποιεί τα αποτελέσματα του ελέγχου βιωσιμότητας στον Αρμόδια Φορέα και (δ) προωθεί στον Αρμόδιο Φορέα την αίτηση και τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και πληροφορίες και (ε) προωθεί στον Αρμόδιο Φορέα τα αποτελέσματα της εξέτασής της για την έγκριση ή απόρριψη της αίτησης εντός της χρονικής περιόδου (2 Σεπτεμβρίου 2019 - 29 Νοεμβρίου 2019)».

 

Αυτό που, μεταξύ άλλων, αβίαστα προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις, είναι ότι αποκλειστικά υπεύθυνος για την προσκόμιση όλων των απαραίτητων πιστοποιητικών και/ή πληροφοριών και/ή στοιχείων προς τεκμηρίωση των απαιτήσεων του Σχεδίου για σκοπούς έγκρισης της υποβληθείσας αίτησης, είναι ο εκάστοτε αιτητής, ο οποίος και οφείλει να τεκμηριώσει ό,τι δηλώνει επί της αιτήσεώς του (Κώστας Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1060/2022 (i-Justice), ημερ. 6.11.2025, Λεόντιος Ονησιφόρου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 340/2022 (i-Justice), ημερ. 4.11.2025, Δ.Π. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1065/2021, ημερ. 7.10.2025). Αυτό βεβαίως ισχύει και στην υπό κρίση περίπτωση. Όπως ξεκάθαρα αναφέρεται στις προεκτεθείσες πρόνοιες και/ή όρους του Σχεδίου, ο αιτητής, στο πλαίσιο της διαδικασίας υποβολής αίτησης για ένταξη στο Σχέδιο Εστία, συμπληρώνει και υποβάλλει την αίτηση μαζί με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και πληροφορίες, σύμφωνα με τον όρο 5.1. του Σχεδίου και δεν αποτελεί ευθύνη της Διοίκησης η αναζήτηση των δεδομένων και των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων για εξέταση υποβληθεισών αιτήσεων, ως αυτής του αιτητή (Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 110).

 

Εν προκειμένω, αίτηση διανομής δεν προσκομίστηκε από τον αιτητή, όπως απαιτείται, σύμφωνα με την Απόφαση της Ειδικής Επιτροπής Α/Α 21-01-20/06, η οποία συστάθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών και το Υπουργείο: σύμφωνα με την εν λόγω Απόφαση, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές αιτήσεις σε περίπτωση που δεν υπάρχει υπογραμμένη συμφωνία διανομής, καταχωρημένη στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια Απόφαση (βλ. παράρτημα 9 στο δικόγραφο της ένστασης), αν η υπογραφή συμφωνίας διανομής συνόρων μεταξύ των ιδιοκτητών/μεριδιούχων στον τίτλο ιδιοκτησίας δεν είναι εφικτή λόγω μη συνεργασίας των υπόλοιπων μεριδιούχων, η αίτηση γίνεται αποδεκτή με την προσκόμιση του λογαριασμού ρεύματος και άλλων πιστοποιητικών/παραστατικών που αναφέρονται στην εν λόγω Απόφαση. Αυτό δεν φαίνεται να απασχόλησε ή/και να λήφθηκε υπόψη από τους τους καθ’ ων αίτηση, ενώπιον των οποίων τέθηκε από τον αιτητή ο ισχυρισμός ότι δεν μπορούσε να εξασφαλίσει υπογραμμένη συμφωνία διανομής λόγω άρνησης και/ή μη συνεργασίας του συνιδιοκτήτη του ακινήτου. Καμία αναφορά δεν γίνεται στο προεκτεθέν μέρος της εν λόγω Απόφασης της Ειδικής Επιτροπής (ήτοι στην περίπτωση που η υπογραφή συμφωνίας διανομής συνόρων μεταξύ των ιδιοκτητών/μεριδιούχων στον τίτλο ιδιοκτησίας δεν είναι εφικτή λόγω μη συνεργασίας των υπόλοιπων μεριδιούχων), αλλ’ ούτε στα παραστατικά που είχε προσκομίσει ο αιτητής, ως αποτέλεσμα της μη προσκόμισης υπογραμμένης συμφωνίας διανομής, παρά μόνο δίδεται έμφαση και/ή στηρίζεται η απόρριψη του πρώτου λόγου ένστασης, σε διαπιστωθείσα «αντίφαση» της συμπληρωματικής επιστολής του αιτητή, ημερομηνίας 25.6.2021, με την αρχική του επιστολή.

 

Με αποτέλεσμα να παρατηρείται πράγματι κενό αιτιολογίας αλλά και έρευνας, σε σχέση με τον πρώτο λόγο απόρριψης της ένστασης του αιτητή.

 

Ως προς τον δεύτερο λόγο απόρριψης της ένστασης, όπως ρητά αναφέρεται και στο Έντυπο Αξιολόγησης της Ένστασης του αιτητή, το οποίο ετοίμασε η Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων, οι καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι για το έτος 2018, το οικογενειακό εισόδημα του αιτητή υπερέβαινε το ποσό που ορίζεται στην εν λόγω παράγραφο (€45.000 ανώτατο όριο για οικογένεια με ένα εξαρτώμενο τέκνο, ως είναι η περίπτωση του αιτητή), εφόσον το εν λόγω εισόδημα του αιτητή για το εν λόγω έτος, ανερχόταν στις €50.677. Συνεπώς, η απόρριψη της ένστασης του αιτητή στηρίχθηκε και στη διαπίστωση ότι ο αιτητής δεν πληρούσε το εισοδηματικό κριτήριο σύμφωνα με την προεκτεθείσα παράγραφο 2.1.2(α) του Σχεδίου. Όπως επίσης αναφέρεται, για τον υπολογισμό του οικογενειακού εισοδήματος, λήφθηκε υπόψη το εργαλείο ελέγχου της μονάδας ελέγχου του Σχεδίου Εστία.

 

Επ’ αυτού, στη βάση και των ενώπιον μου τεθέντων στοιχείων, προκύπτει ότι οι καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν ενδελεχώς τα ενώπιον τους παραστατικά και/ή στοιχεία, τους λόγους ένστασης και/ή τους ισχυρισμούς του αιτητή και, διαπιστώνοντας απόκλιση μεταξύ του δηλωθέντος ποσού εισοδήματος της συζύγου του αιτητή για το έτος 2018 και αυτού που προέκυπτε από το εργαλείο ελέγχου της μονάδας ελέγχου του Σχεδίου Εστία, αποφάσισαν την απόρριψή του, αιτιολογώντας με επάρκεια την απόφασή τους.

 

Ως προς τούτο το σημείο, δεν εντοπίζεται κενό έρευνας. Στη βάση των ενώπιον μου τεθέντων, προκύπτει η επάρκεια της διενεργηθείσας έρευνας εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι, στη βάση του συνόλου των ενώπιον τους στοιχείων και/ή πληροφοριών που είχε προσκομίσει ο αιτητής, ενήργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας και έλαβαν την επίδικη απόφαση. Κατά πάγια νομολογία, το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις αποφάσεις της Διοίκησης, ούτε προβαίνει σε επανεκτίμηση γεγονότων, εφόσον κρίνει ότι η έρευνα, την οποία διενήργησε το διοικητικό όργανο, ήταν σε κάθε περίπτωση επαρκής. Επαρκής θεωρείται η έρευνα εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού γεγονότος (Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447). Η δε έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένες με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης και η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα (Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Ράφτης ν Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Χουλιώτης ν Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 524). Το κατά πόσον μια έρευνα είναι ή όχι επαρκής είναι θέμα γεγονότων και συνεπώς κρίνεται στη βάση των εκάστοτε ενώπιον του Δικαστηρίου περιστατικών (Χρίστος Ηροδότου ν Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220). Το ουσιώδες που εξετάζεται σε κάθε περίπτωση, είναι το κατά πόσον έχει ερευνηθεί κάθε πτυχή του θέματος που τείνει να αποκαλύψει το διερευνώμενο γεγονός (Ευαγόρας Νικολαΐδης και Άλλοι ν. Δρα. Μιχαλάκη Μηνά και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 321). Συναφώς, και σε άμεση συνάρτηση με τα αμέσως πιο πάνω, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι το ακυρωτικό Δικαστήριο δεν εξετάζει, ούτε αποφασίζει πρωτογενώς γεγονότα, ούτε βεβαίως και υποκαθιστά την κρίση της Διοίκησης, αλλά η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου εξαντλείται στην εξέταση τυχόν πλάνης περί τα πράγματα, κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας και έλλειψης αιτιολογίας (Αν. Οικονομίδης κ.α. ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 140/2013, ημερ. 8.5.2020, ECLI:CY:AD:2020:C147, Ολυμπία Πιερίδη ν. Δημοκρατία κ.α. (2007) 3 Α.Α.Δ. 543, LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 138/10 κ.α., ημερ, 21.12.2016, Δημοκρατία ν. Παπαξενόπουλου κ.α., Α.Ε. 114/13 ημερ. 6.10.2016). Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην FIRST ELEMENTS EUROCONSULTANTS LTD ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 34/2012, ημερ. 15.12.2017, η εξουσία του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο νομιμότητας της διοικητικής πράξης, ως εύλογα επιτρεπτής υπό τις περιστάσεις και δεν επεκτείνεται στην ουσιαστική κρίση του διοικητικού οργάνου, έστω και αν το ίδιο θα μπορούσε εύλογα να καταλήξει σε διαφορετικά συμπεράσματα. Ας σημειωθεί, ότι την ίδια προσέγγιση ακολούθησε το Δικαστήριο τούτο στην Κωνσταντίνου, ανωτέρω, αλλά και στην Μ.Π. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1025/2021, ημερ. 27.8.2024, υπόθεση με ζητήματα παρόμοια με αυτά της παρούσας.

 

Στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου τεθέντων στοιχείων και υπό το φως της προεκτεθείσας νομολογίας, η έρευνα των καθ’ ων η αίτηση κρίνεται επαρκής. Ορθώς οι καθ’ ων η αίτηση ανέτρεξαν στα εργαλεία ελέγχου της μονάδας ελέγχου του Σχεδίου Εστία, τα οποία και έχουν στη διάθεσή τους μέσω των διασυνδέσεων με τις διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες, προκειμένου να προβούν σε υπολογισμό του συνολικού οικογενειακού εισοδήματος του αιτητή. Ούτε βεβαίως και θα αναμένετο να γίνεται η εξέταση της εκάστοτε αίτησης για ένταξη στο Σχέδιο Εστία μόνο στη βάση των δηλώσεων και/ή παραστατικών που προσκομίζονται στην αίτηση, αλλά ορθώς λαμβάνονται υπόψη και οι πληροφορίες που εξασφαλίζονται με τα προαναφερθέντα εργαλεία ελέγχου. Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ο αιτητής, στις 30.12.2020, παρέσχε ενυπόγραφα την εξουσιοδότησή του για πρόσβαση των αρμόδιων αρχών και/ή κυβερνητικών υπηρεσιών σε όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται για σκοπούς αξιολόγησης της αίτησής του για ένταξη στο Σχέδιο Εστία (βλ. σελ. 21 στον διοικητικό φάκελο).

 

Ούτε και εμφιλοχώρηση πλάνης στη διαμόρφωση της επίδικης κρίσης εντοπίζεται. Εντός αυτού του πλαισίου, κρίνεται αβάσιμος και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι πεπλανημένα και/ή χωρίς τη διενέργεια της δέουσας έρευνας οι καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη ότι η περίπτωση του αιτητή εμπίπτει στην κατηγορία της οικογένειας με δυο εξαρτώμενα, καθότι στις 26.5.2021 ο αιτητής απέκτησε και δεύτερο παιδί και, άρα, δεν έχει ξεπεράσει το εισοδηματικό όριο για το έτος 2018, που ανέρχεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2.1.2(α) του Σχεδίου, στις €50.000.

 

Εντούτοις, σύμφωνα με τον προβλεπόμενο στο Σχέδιο ορισμό,-

 

«Οικογένεια του Αιτητή», σημαίνει όσα από τα ακόλουθα πρόσωπα διέμεναν στην Κύρια Κατοικία έως και τις 30 Σεπτεμβρίου 2017:

[.]

(γ) Τα εξαρτώμενα τέκνα του Αιτητή ή/και του/της συζύγου του Αιτητή».

 

Ενόψει του πιο πάνω ορισμού, σαφώς και η περίπτωση του αιτητή δεν μπορεί να περιληφθεί στις περιπτώσεις οικογένειας με δυο εξαρτώμενα, εφόσον το δεύτερο παιδί γεννήθηκε στις 26.5.2021.

 

Από όλα τα πιο πάνω, τα οποία ήσαν ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση και λήφθηκαν υπόψη, προκύπτει ότι ο δεύτερος λόγος απόρριψης της ένστασης υπήρξε επαρκώς αιτιολογημένος, κατά τρόπο που να καθίσταται εφικτή η διενέργεια του δικαστικού ελέγχου (Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, L.A.S. BOATING LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Λ. Σκυλλουριώτης v. Δήμου Λευκωσίας, Ε.Δ.Δ. 38/2016, ημερ. 1.7.2022, Eurofarm (P. Neophytou) Ltd ν. Δημοκρατίας Α.Ε.142/2015, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:A121, ANDRELIA PAPHOS LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 49/2019, ημερ. 23.10.2023). Στη βάση δε των ενώπιον μου τεθέντων και των εγγράφων, στα οποία έχει ήδη γίνει αναφορά πιο πάνω, διαπιστώνω ότι η παρούσα αποτελεί περίπτωση αιτιολογίας, η οποία δύναται να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, αλλά και των παραρτημάτων του δικογράφου της ένστασης (βλ. ενδεικτικά έντυπο αξιολόγησης ένστασης και υποβληθείσα αίτηση αιτητή, όπου γίνονται ρητές αναφορές και στις σχετικές διατάξεις του Σχεδίου Εστία). Σύμφωνα και με το άρθρο 29 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999), αλλά και την πάγια επί του θέματος νομολογία (Θεοδωρίδου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 146, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171, Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371), η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης μπορεί να συμπληρωθεί, και όντως εδώ συμπληρώνεται, από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, κατά τρόπο που να προκύπτει με σαφήνεια τι είχε υπόψη του το διοικητικό όργανο κατά τη λήψη της απόφασής του (Χρίστος Παναγιωτίδης ν. Δημοκρατίας  (1998) 3 Α.Α.Δ. 342) και να καθίσταται εντέλει ευχερής η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου (Φράγκου, ανωτέρω).

 

Υπ’ αυτά τα δεδομένα, η διαπίστωση περί πάσχουσας αιτιολογίας της απόρριψης της ένστασης σε σχέση με τον πρώτο προβαλλόμενο λόγο, δεν αποβαίνει καθοριστική για την έκβαση της υπό κρίση προσφυγής, δεδομένου ότι η απόφαση απόρριψης της ένστασης για τον δεύτερο λόγο, κρίνεται ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη και, σε κάθε περίπτωση, εύλογα επιτρεπτή. Σύμφωνα με την αρχή του Διοικητικού Δικαίου περί επάλληλων αιτιολογιών, η οποία κωδικοποιείται στο άρθρο 32 του Νόμου Ν.158(Ι)/1999, σε περίπτωση επάλληλων αιτιολογιών, η πράξη είναι νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη, αν μια από τις αιτιολογίες αυτές είναι έγκυρη (βλ. Unitex Trading Ltd v. Δημοκρατίας (1992) 4Β Α.Α.Δ., 1338 ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ C.O. CYPRUS OPPORTUNITY ENERGY PUBLIC  COMPANY LIMITED & AGR ENERGY AS ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 5756/2013, ημερ. 20.6.2017 και Πορίσματα Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 189). Μάλιστα, οι δοθείσες αιτιολογίες για κάθε ένα εκ των λόγων ένστασης είναι απόλυτα ανεξάρτητες και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε συσχετισμός ή εξάρτηση που θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οποιαδήποτε εκ των εν λόγω αιτιολογιών συνδέεται ή/και στηρίζεται με κάποιαν άλλη (Unitex Trading Ltd, ανωτέρω).

 

Περαιτέρω, ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων, στερούνται βασιμότητας και απορρίπτονται οι ισχυρισμοί περί κατάχρησης και/ή υπέρβασης εξουσίας και περί παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης. Το κατά πόσον παρόμοιοι ισχυρισμοί ή/και παραστατικά έγιναν δεκτά στο πλαίσιο εξέτασης αίτησης για επίδομα τέκνου, είναι αδιάφορο για τους σκοπούς της παρούσας, δεδομένης της εντελώς διαφορετικής φύσης και/ή των σκοπών της προβλεπόμενης στο Σχέδιο Εστία παροχής από αυτά του επιδόματος τέκνου. Εν προκειμένω, και δεδομένης της ύπαρξης συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου που διέπει την υπό κρίση περίπτωση, υπενθυμίζεται ότι η αρχή της καλής πίστης, ναι μεν σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία, δεν υπερφαλαγγίζει, ωστόσο, και δεν μπορεί να μεταβάλει την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, ώστε να οδηγεί σε καταστρατήγηση της αρχής της νομιμότητας (Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191). Έχει δε η εν λόγω αρχή συμπληρωματικό χαρακτήρα, όπου υφίσταται σχετική νομοθετική πρόνοια ουσιαστικού δικαίου, όπως βεβαίως συμβαίνει και εν προκειμένω (βλ. και Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ν. Γιαννάκης Τσικκουρής κ.α., Α.Ε.19/11, ημερ. 22.12.2016). Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην O LYKOS SERVICES AND SECURITY SYSTEMS-PRIVATE INVESTIGATORS LTD κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 1/16, ημερ. 20.7.2021, επισημάνθηκε ότι οι έννοιες της ίσης μεταχείρισης και της καλής πίστης, ως γενικές από τη φύση τους αρχές, δεν μπορούν να αποτελούν εύκολο όπλο χρήσης τους (βλ. και Κώστας Παναγή ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.α. Υποθ. Αρ. 1250/12, ημερ. 19.12.2013).

 

Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι δεν στοιχειοθετείται λόγος ακύρωσης. Η προσβαλλόμενη απόφαση κρίνεται ορθή και, σε κάθε περίπτωση, εύλογα επιτρεπτή και, συνακόλουθα, δε χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €1500 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο