Λ. Μ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, ΚΑΙ/Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ, Υπόθεση αρ. 276/2022, 4/11/2025
print
Τίτλος:
Λ. Μ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, ΚΑΙ/Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ, Υπόθεση αρ. 276/2022, 4/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 276/2022)

4 Νοεμβρίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 9, 28, 33, 35, 169(2) – (3), 146 ΚΑΙ 179 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Λ. Μ.

Αιτήτρια,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, ΚΑΙ/Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Δέσποινα Χάσικου, για Ανδρέας Χάσικος, για την αιτήτρια.

Παντελής Κωνσταντίνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής, αποτελεί η απορριπτική απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνίας 20.12.2021, με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση που υπέβαλε η αιτήτρια, κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας, ημερομηνίας 24.11.2021, για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, σε σχέση με την αίτηση με αρ. 119816.

 

  Η αιτήτρια κατάγεται από την Βουλγαρία και ενόψει του γάμου της με Κύπριο πολίτη, από τον οποίο έλαβε διαζύγιο το 2003, πολιτογραφήθηκε Κύπρια πολίτιδα και είναι κάτοχος κυπριακής ταυτότητας. Από τον γάμο της απέκτησε μία κόρη, η οποία απεβίωσε σε νεαρή ηλικία. Διαμένει σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στη Λάρνακα. Αποτελεί άτομο με μέτρια άλλη σωματική και σοβαρή ψυχική αναπηρία, όπως αυτή έχει αξιολογηθεί και πιστοποιηθεί από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες.

  Στις 28.7.2014, είχε υποβάλει την πρώτη αίτηση με αρ. 1519, η οποία εγκρίθηκε για καταβολή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος από τον Δεκέμβριο του 2014 και τερματίστηκε τον Αύγουστο του 2019, λόγω διαπίστωσης μη συνεχούς διαμονής της στη Δημοκρατία, κατά τις απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας. Αυτό διαπιστώθηκε μετά την εξασφάλιση καταστάσεων λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος και αντιγράφων αφιξο-αναχωρήσεων από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης από την 1.1.2014, όπου και διαπιστώθηκε πως απουσίαζε από την Δημοκρατία για περίοδο πέραν του ενός μηνός ανά έτος, σε σχέση με τα έτη 2017, 2018 και 2019.

 

  Ακολούθησε η υποβολή της επίδικης δεύτερης αίτησης για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, ημερομηνίας 26.8.2020, με αριθμό 119816, επί της οποίας δηλώθηκε, εκ νέου, πως η ίδια αποτελεί άτομο με πιστοποιημένη αναπηρία, σωματική και πνευματική, διαμένουσα σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στη Λάρνακα. Επί της αίτησης επισυνάφθηκαν διάφορα έγγραφα.

  Η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε με επιστολή που της γνωστοποιήθηκε στις 24.11.2021, λόγω του ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για συνεχή και νόμιμη διαμονή στις περιοχές που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία κατά την περίοδο των πέντε ετών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, περίοδοι που συνέπιπταν κατά μεγάλο μέρος και με την προηγούμενη αίτηση.

 

  Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση ημερομηνίας 30.11.2021. Όπως ανέφερε, δεν έχει εισοδήματα, χρειάζεται οικονομική βοήθεια, είναι άτομο με προβλήματα υγείας πιστοποιημένα από το Τμήμα Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, ζει στην Κύπρο εδώ και 40 χρόνια, η θυγατέρα της απεβίωσε από λευχαιμία στη ηλικία 20 ετών, το έτος 2017 συνεργάστηκε με το Ανώτατο Δικαστήριο και χρειάστηκε να απουσιάσει στη Βουλγαρία για περίοδο 40 ημερών, προκειμένου να παρουσιαστεί ως μάρτυρας σε Δικαστήριο για υπόθεση κλοπής.

 

  Ετοιμάστηκε προς το σκοπό αυτό, σχετική έκθεση γεγονότων, με απορριπτική εισήγηση, στην οποία γίνεται αναφορά και στα γεγονότα που οδηγήσαν στον τερματισμό της πρώτης αίτησης που είχε υποβάλει η αιτήτρια, καθώς επίσης και στην παραπομπή της ενώπιον τριμελούς επιτροπής, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6, η οποία αποφάνθηκε πως οι περίοδοι απουσίας της από την Δημοκρατία κατά τα έτη 2017 - 2019 ήταν μη δικαιολογημένες. Η Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συμφώνησε με την εισήγηση και η ένσταση απορρίφθηκε.

 

  Η εν λόγω απόφαση, της γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 20.12.2021, με το εξής περιεχόμενο:-

«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην ένσταση σας με ημερομηνία παραλαβής 30/11/2021, και να σας ενημερώσω τα ακόλουθα:

2. Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 32 του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, αφού λήφθηκαν υπ΄ όψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν με την πιο πάνω ένσταση σας, αποφασίσθηκε η απόρριψη της ένστασης που υποβάλατε, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνεχή και νόμιμη διαμονή στη Δημοκρατία κατά την αμέσως προηγούμενη περίοδο των πέντε (5) ετών που προηγείται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 5(1)(β) της υπό αναφορά Νομοθεσίας».  

 

  Δια της ευπαιδεύτου συνηγόρου της, η αιτήτρια διατείνεται πως δεν ακολουθήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 34(3) του σχετικού Νόμου, όπου αίτηση ατόμου με αναπηρία που δεν πληροί την προϋπόθεση της νόμιμης και συνεχούς διαμονής, θα πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Εν προκειμένω, υποβάλλει πως δεν ελήφθηκαν υπόψη οι ειδικές και προσωπικές της περιστάσεις που την ανάγκασαν να απουσιάσει από την Δημοκρατία.

 

  Εισηγείται πως δεν λήφθηκε υπόψη, το γεγονός ότι έχει πιστοποιηθεί στις 16.7.2019 από το Τμήμα Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, ως άτομο με σοβαρή ψυχική και μέτρια άλλη σωματική αναπηρία και ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να εργαστεί, γεγονός που επέβαλλε στη διοίκηση την εφαρμογή του άρθρου 6, του οποίου η προθεσμία είναι ενδεικτική και την παραπομπή της σε τριμελή επιτροπή που ορίζεται από τον Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται δικαιολογημένο, κάτι που δεν ακολουθήθηκε, όπως υποστηρίζει.

 

  Τέλος, αποτελεί θέση της πως με την επίδικη απόφαση, έχουν παραβιαστεί οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης, η αρχή της αναλογικότητας, ενώ υποστηρίζει πως αυτή είναι αναιτιολόγητη και ληφθείσα κατ΄άνιση μεταχείριση.

 

  Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, απορρίπτοντας τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς, τόνισε τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, κατά τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας, όπως αυτή του άρθρου 5(1)(β) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία ο εκάστοτε αιτητής θα πρέπει να έχει κατά την αμέσως προηγούμενη, της υποβολής της αίτησης, περίοδο των πέντε ετών νόμιμη και συνεχή διαμονή στη Δημοκρατία, κατά τρόπο περιοριστικό, κάτι που δεν πληρούσε η αιτήτρια. Η δυνατότητα απουσίας από την Δημοκρατία, είναι προσωρινή και ρυθμίζεται από το άρθρο 6 του Νόμου, που και πάλιν η περίπτωση της δεν καλύπτετο εξ αυτών. Εισηγήθηκε, ως εκ τούτου, την απόρριψη της προσφυγής, λόγω μη πλήρωσης των απαιτήσεων της νομοθεσίας.

 

  Η δυνατότητα παροχής ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, διέπεται από τις διατάξεις του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου, Ν. 109(Ι)/2014, ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

  Σύμφωνα με το άρθρο 5(1)(β) και (2) του Νόμου, για να καταστεί ένα πρόσωπο ως δικαιούχο, θα πρέπει, ανάμεσα σε άλλα, να έχει, κατά την αμέσως προηγούμενη περίοδο των πέντε ετών, που προηγείται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, νόμιμη και συνεχή διαμονή στη Δημοκρατία, την οποία υποχρεούται να διατηρεί καθ΄όλη την διάρκεια της λήψης του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Είναι δυνατή η απουσία του προσώπου από την Δημοκρατία, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις διατάξεις του άρθρου 6, εφόσον αυτή θεωρηθεί ως προσωρινή. Και προσωρινή, σύμφωνα με τον νομοθέτη, θεωρείται μόνον απουσία μικρότερη του ενός μηνός ανά έτος, απουσία για σκοπούς λήψης θεραπείας για λόγους υγείας, νοουμένου ότι θα προσκομιστούν τα απαραίτητα δικαιολογητικά και κριθεί η απουσία ως δικαιολογημένη, ή για σκοπούς φοίτησης.

 

  Σύμφωνα με την επιφύλαξη του ίδιου άρθρου, η περίοδος της πρώτης και τρίτης περίπτωσης, ήτοι απουσία μικρότερη του ενός μηνός ανά έτος και απουσία λόγω φοίτησης, μπορεί να παραταθεί από τριμελή επιτροπή που ορίζεται από τον Υπουργό, για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται δικαιολογημένο, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε περίπτωσης.

 

  Ειδική πρόνοια στις διατάξεις του άρθρου 34(3), περιέχεται σε σχέση με ανάπηρα πρόσωπα, όπως η αιτήτρια, που δεν πληρούν την απαίτηση του άρθρου 5(1)(β), κατά την αμέσως προηγούμενη περίοδο των πέντε ετών που προηγείται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης. Αυτές οι περιπτώσεις, εξετάζονται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περίπτωσής τους.

 

  Όπως φαίνεται από την επίδικη απόφαση, η αιτήτρια δεν κατέστη δικαιούχος, λόγω μη πλήρωσης της απαίτησης της νόμιμης και συνεχούς διαμονής για διάστημα πέντε ετών πριν την υποβολή της αίτησης. Την επίδικη αίτηση με αρ. 119816, υπέβαλε στις 26.8.2020. Επομένως, όφειλε κατά την χρονική περίοδο από τον Αύγουστο του 2015, έως τον Αύγουστο του 2020, να πληροί αυτή την προϋπόθεση.

 

  Το εν λόγω χρονικό διάστημα καλυπτόταν από προηγούμενη έρευνα που είχε λάβει χώρα στα πλαίσια της αίτησης με αρ. 1519, η οποία τερματίστηκε, αφού κατόπιν ελέγχου της Υπηρεσίας, διαφάνηκε πως η αιτήτρια απουσίαζε από την Δημοκρατία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός ανά έτος, απουσία που δεν θεωρήθηκε ως προσωρινή, ούτε και δικαιολογημένη.

 

  Η ενέργεια των καθ’ ων η αίτηση να λάβουν υπόψη την διερεύνηση που έλαβε χώρα στα πλαίσια εξέτασης της συνέχισης παροχής ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, σε σχέση με την αίτηση με αρ. 1519, λαμβανομένου υπόψη πως ουδέν νεότερο στοιχείο παρουσιάστηκε εκ μέρους της, κρίνεται εύλογη και ορθή, αφ’ ης στιγμής ο χρόνος που απαιτείται για νόμιμη και συνεχή διαμονή, συνέπιπτε χρονικά με την εν λόγω διερεύνηση.

 

  Στο Παράρτημα 8 της Ένστασης, που αποτελεί την έκθεση γεγονότων που απεστάλη προς την Υπουργό, για σκοπούς εξέτασης της ένστασης της αιτήτριας και συγκεκριμένα στη σελίδα 55/90, περιέχεται το σημείωμα του Λειτουργού ημερομηνίας 19.12.2019, στο οποίο καταγράφονται οι περίοδοι με τις απουσίες της αιτήτριας από την Δημοκρατία, περίοδοι οι οποίες συμπίπτουν με αυτές που είχε υποχρέωση να διαμένει στη Δημοκρατία και στα πλαίσια της επίδικης αίτησης με αρ. 119816.

 

  Ειδικότερα, από καταστάσεις λογαριασμού, ιστορικό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, κάρτες επιβίβασης και αντίγραφο διαβατηρίου, προέκυπτε πως απουσίαζε τις ακόλουθες χρονικές περιόδους: 18.1.2017 - 25.1.2017, 10.7.2017 – 8.9.2017, 25.9.2018 – 4.10.2018, 20.10.2018 – 12.11.2018, 9.12.2018 – 27.12.2018, 12.1.2019 – 27.2.2019. Οι λόγοι απουσίας της, αξιολογήθηκαν ως μη εμπίπτοντες στις πρόνοιες του άρθρου 6, ως αυτό διαπιστώθηκε από την τριμελή Επιτροπή που περιέχεται στη σελίδωση 54/90, του Παραρτήματος 8 της Ένστασης.

 

  Με την υπό κρίση προσφυγή, η αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιοδήποτε άλλο νεότερο έγγραφο, το οποίο δεν έτυχε εξέτασης και αξιολόγησης. Οι θέσεις της, περί απουσίας της στο εξωτερικό κατά το έτος 2018, ως μάρτυρας σε υπόθεση κλοπής, ήταν, όπως και τότε, οι ίδιες, ενώ δεν υποβλήθηκε οποιοδήποτε άλλο παραστατικό που να δικαιολογεί την απουσία της από την Δημοκρατία, κατά τα έτη 2017 και 2019. Ομοίως, ούτε και στην παρούσα περίπτωση, στα πλαίσια εξέτασης της επίδικης αίτησης, παρουσιάστηκε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, το οποίο θα έχρηζε εκ νέου αξιολόγησης και διερεύνησης.

  Στη βάση τούτου, η μη προσκόμιση οποιουδήποτε άλλου πρόσθετου εγγράφου εκ μέρους της αιτήτριας, σε σχέση με τις ίδιες χρονικές περιόδους που απουσίαζε και κατά την αρχική της αίτηση με αρ. 1519, απουσία που οδήγησε στον τερματισμό της αρχικής αίτησης, όσο και για την επίδικη αίτηση, χρονικές περίοδοι που συμπίπτουν, οδηγούν στην κατάληξή μου πως ορθά η διοίκηση απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση, λόγω μη πλήρωσης των απαιτήσεων του άρθρου 5(1)(β) του Νόμου, στηριζόμενη στην προηγηθείσα έρευνα.

 

  Δεν συμφωνώ με την θέση της αιτήτριας πως δεν ακολουθήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 34(3) του σχετικού Νόμου, σύμφωνα με το οποίο, θα πρέπει να εξετάζονται οι ιδιαίτερες περιστάσεις και χαρακτηριστικά ατόμου με αναπηρία που δεν πληροί την προϋπόθεση της νόμιμης και συνεχούς διαμονής. Τέτοια εξέταση, έλαβε ήδη χώρα, στα πλαίσια της αίτησης με αρ. 1519 και στην απουσία νεότερων στοιχείων, δεν υπήρχε λόγος επανάληψης της διερεύνησης. Ούτε άλλωστε προτάθηκε ισχυρισμός περί ύπαρξης νέων ή πρόσθετων στοιχείων, τα οποία όφειλε η διοίκηση να εξετάσει εκ νέου.

 

  Απορριπτέα κρίνεται κι η θέση πως η προθεσμία του άρθρου 6 είναι ενδεικτική. Στο άρθρο 6, δεν τίθεται προθεσμία, αλλά συγκεκριμένη χρονική απαίτηση, η πλήρωση της οποίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, για να καταστεί ένα πρόσωπο, ως δικαιούχο.

 

  Στη βάση των πιο πάνω, καταλήγω πως η διοίκηση ακολούθησε την διαδικασία που προνοείται στη σχετική νομοθεσία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη πως η αιτήτρια είναι πιστοποιημένα ανάπηρο πρόσωπο, εξετάζοντας τα στοιχεία και ισχυρισμούς που τέθηκαν ενώπιον της, παραπέμποντας μάλιστα την περίπτωσή της σε τριμελή Επιτροπή προς εξέταση του δικαιολογημένου ή μη χρονικού διαστήματος της απουσίας της από την Δημοκρατία.

 

  Δεν εντοπίζω να υπήρξε ούτε κακοπιστία, ούτε και άνιση μεταχείριση της περίπτωσης της αιτήτριας, ενώ κρίνεται πως νομίμως θεωρήθηκε, στη βάση των εγγράφων και στοιχείων, ότι δεν πληρούσε την απαίτηση του άρθρου 5(1)(β) του σχετικού Νόμου.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.             

 

                       

 

         Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο