JAMIL AKHTAR ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση αρ. 297/2022, 19/11/2025
print
Τίτλος:
JAMIL AKHTAR ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Υπόθεση αρ. 297/2022, 19/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 297/2022(iJ))

20 Νοεμβρίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 146, 25, 28 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

JAMIL AKHTAR

Αιτητής,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Κατερίνα Ποταμίτου, για Ανδρέας Κ. Καρεκλάς και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.

Σίλια Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Η απόρριψη της αίτησης ημερομηνίας 14.3.2018 που υπέβαλε ο αιτητής για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση, απόφαση ημερομηνίας 17.1.2022, αποτέλεσε το έναυσμα για την καταχώριση της υπό κρίση προσφυγής.  

 

  Ο αιτητής κατάγεται από το Πακιστάν. Αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 14.3.2008 με άδεια εισόδου και στις 28.5.2008 του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής ως φοιτητής, με ισχύ μέχρι την 28.2.2009. Η εν λόγω άδεια προσωρινής παραμονής ανανεώθηκε υπό το ίδιο καθεστώς, ήτοι του φοιτητή, στις 25.5.2009 – 30.9.2009, 6.10.2009 – 31.1.2010, 12.4.2010 – 30.6.2010, 21.10.2010 – 31.1.2011, 28.4.2011 – 31.1.2012, και 2.4.2012 – 10.10.2012.

 

  Στις 22.8.2012, ο αιτητής τέλεσε γάμο με ευρωπαία υπήκοο και στις 11.9.2013 εκδόθηκε δελτίο διαμονής ως σύζυγος ευρωπαίου υπηκόου, με ισχύ μέχρι την 11.9.2018. Στις 8.4.2014, εκδόθηκε το διαζύγιο του αιτητή με την ευρωπαία και στις 23.5.2014 τέλεσε δεύτερο γάμο με επίσης ευρωπαία υπήκοο. Νέο δελτίο διαμονής ως σύζυγος ευρωπαίας πολίτιδας, εκδόθηκε στις 3.7.2014 με ισχύ μέχρι την 3.7.2019. Σημειώνεται πως το εν λόγω δελτίο διαμονής, ανανεώθηκε στις 4.3.2020, με ισχύ μέχρι τις 4.3.2025. Από τον γάμο του με την δεύτερη του σύζυγο, απέκτησε μία θυγατέρα, η οποία έχει την Λιθουανική υπηκοότητα, όπως και η μητέρα της.

 

  Η επίδικη αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση, υπεβλήθη στις 14.3.2018. Η προσωπική συνέντευξη του αιτητή, έλαβε χώρα στις 12.4.2019. Την ίδια μέρα, λειτουργός του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ετοίμασε σχετικό σημείωμα, το οποίο και υπέβαλε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών, με απορριπτική εισήγηση. Ο Υπουργός Εσωτερικών αποφάσισε στις 20.8.2021, την απόρριψη της υποβληθείσας αιτήσεως και η εν λόγω απόφαση του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 17.1.2022, με το εξής περιεχόμενο:-

«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας ημερ. 14/03/2018 για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση και να σας πληροφορήσω ότι η αίτησή σας τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών και εξετάσθηκε με τη δέουσα προσοχή αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί βάσει του μεταναστευτικού σας ιστορικού κατά την διάρκεια της παραμονής σας στη Δημοκρατία. Επιπλέον, δεν έχετε αποδείξει επαρκείς οικονομικούς πόρους για την συντήρηση σας και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς σας».

 

   Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, εγείρεται ισχυρισμός περί ελλιπούς έρευνας εκ μέρους της διοίκησης, αλλά και πλάνης ως προς τα πράγματα, σε σχέση με την κατάληξη της περί μη ύπαρξης επαρκών οικονομικών πόρων του αιτητή, αφού η εργασία του, ήτοι αυτή του επιδιορθωτή ηλεκτρικών ειδών, είναι προσοδοφόρα. Όπως υποστήριξε, ο ίδιος ανήκει στην κατηγορία του αυτοτελώς εργοδοτούμενου, δηλώνοντας προς τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων μηνιαίες απολαβές ύψους €1000, ενώ τα πραγματικά του εισοδήματα είναι περισσότερα, εξ ου και κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό των €15.400 που διατηρεί σε τραπεζικό λογαριασμό στην Τράπεζα Κύπρου. Κατά τις θέσεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου του, οι καθ΄ων η αίτηση όφειλαν να τον καλέσουν δίδοντας του το δικαίωμα να ακουστεί, ως προς τα πραγματικά του εισοδήματα και όφειλαν να ζητήσουν από τον ίδιο να προσκομίσει αποδείξεις που εισπράττει από την εργασία του, για την απόδειξη τούτου.

 

  Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υποβάλλει πως οι λόγοι ακύρωσης που προωθεί ο αιτητής, δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, αφού τα όσα αναπτύσσει δια της γραπτής του αγόρευσης, δεν προσδιορίζονται στα νομικά σημεία της προσφυγής. Ανεξαρτήτως τούτου, η θέση της, υπήρξε πλήρως υποστηρικτική της νομιμότητας της επίδικης απόφασης, υποβάλλοντας πως όλες οι θέσεις του τέθηκαν υπόψη της διοίκησης στα πλαίσια της προσωπικής του συνέντευξης, πως προηγήθηκε η δέουσα έρευνα και δόθηκε πλήρης αιτιολογία της απόρριψης της αιτήσεως.

 

  Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των ευπαιδεύτων δικηγόρων. Ανατρέχοντας στα νομικά σημεία της αίτησης ακυρώσεως, διαπιστώνω πως δεν υπάρχει η απαιτούμενη εξειδίκευση και δεν προσδιορίζονται σε αυτήν τα επίδικα ζητήματα που καλείται το Δικαστήριο να εξετάσει.

 

  Τα νομικά σημεία που εκτίθενται στην αίτηση ακυρώσεως, χαρακτηρίζονται από γενικότητα και αοριστία, τούτο, κατά παράβαση των απαιτήσεων του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, σύμφωνα με τον οποίο «Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών ταύτα πλήρως».

 

  Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων είναι απαραίτητη, εφόσον οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια επηρεάζει αναπόφευκτα την ορθότητα της νομικής βάσης με αποτέλεσμα να είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης (Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598). Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από μέρους του Δικαστηρίου των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης (A.E. 156/2012, Haghilo ν. Δημοκρατίας κ.ά., ημερομηνίας 27.2.2018).  

 

 Όπως έχει νομολογηθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν είναι αποδεκτή παρέκκλιση από τη ρητή επιταγή του Κανονισμού 7, ενώ η δικογραφία αποτελεί το μέσο προσδιορισμού των επίδικων θεμάτων. Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται, μετά την επιθεώρηση των φακέλων, εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα, τα οποία προσδιορίζονται στην αίτηση ακυρώσεως, που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει (Δημοκρατία ν. Κουκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Γιασουμής ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 27, Κολοκάσης ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 23, Α.Ε. 95/12 Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερομηνίας 6.7.2018, Α.Ε. 33/2013, Mehmet ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.3.2019, Ε.Δ.Δ. 19/2017, Δήμος Λευκωσίας ν. Κοινοπραξία Cybarco Ltd – Α. Aristotelous Constructions Ltd, ημερομηνίας 31.10.2023, Ε.Δ.Δ. 125/2016, Φάρμα Α/φων Κωνσταντίνου Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.11.2023, Ε.Δ.Δ. 128/2020 The Vegetable Producers and Exporters Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.4.2025).

 

 Παρά την πιο πάνω διαπίστωση, θα προχωρήσω για σκοπούς πληρότητας, στην εξέταση των πιο πάνω αναφερόμενων λόγων, όπως αυτοί έχουν, εν τέλει, παρατεθεί.

 

  Από την προσβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει πως δύο υπήρξαν οι λόγοι της απόρριψης της επίδικης αίτησης. Πρώτον το μεταναστευτικό ιστορικό του αιτητή και κατά δεύτερον, η μη απόδειξη επαρκών οικονομικών πόρων για την συντήρηση του ιδίου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του. Ως προς τον πρώτο λόγο, ο αιτητής δεν εγείρει οποιοδήποτε ισχυρισμό. Ως προς τον δεύτερο λόγο, αυτόν της ύπαρξης ή όχι επαρκών οικονομικών πόρων, τίθεται ισχυρισμός πλάνης της διοίκησης και ελλιπούς έρευνας. Η επίδικη αίτηση υπεβλήθη τον Μάρτιο του 2018 και η έκδοση της επίδικης απόφασης έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2022.

  Όπως ήδη λέχθηκε, ο αιτητής κλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη για τους σκοπούς εξέτασης της αίτησής του (σελιδώσεις 309 – 302 του Τεκμηρίου 1). Ο ίδιος δήλωσε πως εργάζεται ως επιδιορθωτής ηλεκτρικών ειδών, στην κατηγορία αυτοτελώς εργαζομένου προσώπου, με μηνιαίο εισόδημα ύψους €1.000 ενώ η σύζυγος του δεν εργάζεται. Επίσης δήλωσε πως έχει καταθέσεις στην τράπεζα ύψους €15.400.

 

  Εντός του Τεκμηρίου 1, στις σελιδώσεις 301 και 264, περιέχεται βεβαίωση των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η πρώτη ημερομηνίας 2.4.2019 με περιεχόμενο την καταγραφή του εβδομαδιαίου εισοδήματος του αιτητή, ύψους €120 σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2018. Η δεύτερη, αφορά σε βεβαίωση ημερομηνίας 4.2.2018 σε σχέση με το τελευταίο επίσης τρίμηνο του έτους 2017, και αφορά σε εβδομαδιαίο εισόδημα ύψους €100.

 

  Στο σχετικό σημείωμα της λειτουργού ημερομηνίας 12.4.2019, που υπεβλήθη ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών, αναφέρεται πως ο αιτητής εργάζεται από το έτος 2015 ως αυτοτελώς εργαζόμενος με μηνιαίες απολαβές €1000, πως καταβάλλει μειωμένες εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων και ότι η σύζυγος του δεν εργάζεται.

 

  Στη βάση των πιο πάνω, προκύπτει πως κατά την διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης, ο ίδιος δήλωσε πως το πραγματικό του εισόδημα, δεν είναι το δηλωθέν στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ήτοι ποσό €100 - €120 εβδομαδιαίως, αλλά αυτό ανέρχεται στα €1.000. Συνεπώς, ο ισχυρισμός του αιτητή πως οι καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη τους την δήλωση του ιδίου πως τα πραγματικά του εισοδήματα είναι περισσότερα από αυτά που δηλώνει επίσημα στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δεν ευσταθεί. Λήφθηκε υπόψη ό,τι δηλώθηκε από τον ίδιο ενώπιον της λειτουργού κατά την διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης.

 

  Δεν συμφωνώ ούτε με την θέση πως δεν του ζητήθηκε η προσκόμιση αποδείξεων για εισοδήματα που εισπράττει από την εργασία του, από τα οποία προκύπτει πως τα εισοδήματά του είναι περισσότερα από αυτά που δηλώνει στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Το βάρος απόδειξης ύπαρξης επαρκών οικονομικών πόρων, οι οποίοι βεβαίως θα πρέπει να είναι και σταθεροί από εισόδημα, αλλά και νόμιμοι, βρίσκεται στους ώμους του αιτητή και δεν βαρύνει την διοίκηση. Δεν μπορεί να μετακυλύεται το βάρος του εκάστοτε προσώπου, που έχει στην διάθεση του νόμιμα παραστατικά και αποδεικτικά, να τα προσκομίζει, προς την διοίκηση που δεν τα γνωρίζει για να τα εξετάσει. Αυτό είναι κάτι που αναμένεται να πράξει ο αιτητής.

 

  Από τα στοιχεία που τέθηκαν υπόψη της λειτουργού, κατά την προσωπική συνέντευξη του αιτητή, η υποβολή εισήγησης απόρριψης αυτού του είδους αιτήσεως, ήτοι αίτησης για απόκτηση της υπηκοότητας της Δημοκρατίας, μεταξύ άλλων και λόγω μη ύπαρξης σταθερών και τακτικών οικονομικών πόρων, κρίνεται ως εύλογη και επιτρεπτή.

 

  Εξάλλου, θα αναμενόταν από τον ίδιο τον αιτητή να υποστηρίξει, περαιτέρω, την ύπαρξη στον τραπεζικό του λογαριασμό ποσού καταθέσεων ύψους €15.400 με την προσκόμιση, είτε αποδείξεων, είτε κατάλληλων παραστατικών, τόσο για την σταθερότητα, αλλά και τακτικότητα των πόρων αυτών, λαμβανομένης υπόψη της δήλωσης του ιδίου για λήψη εισοδήματος από εργασία της τάξης των €1.000 και καταβολής μηνιαίου ενοικίου €400.

 

  Ο αιτητής δεν στερήθηκε του δικαιώματος του να ακουστεί, όπως διατείνεται η ευπαίδευτη συνήγορος του. Κλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη στις 12.4.2019, κατά την διάρκεια της οποίας, είχε κάθε ευκαιρία να υποστηρίξει τις θέσεις του, με έγγραφα αλλά και περαιτέρω στοιχεία. Οι απαντήσεις του, περιέχονται στο σχετικό έντυπο που βρίσκεται εντός του διοικητικού φακέλου, οι οποίες κρίνεται πως αξιολογήθηκαν εντός των επιτρεπόμενων πλαισίων.

 

  Λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη η φύση της υποβληθείσας αίτησης και η ευρεία εξουσία του κράτους να παραχωρήσει υπηκοότητα σε πρόσωπα που επιθυμεί, με μόνο περιορισμό την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης. Κατά την πάγια νομολογία, δεν αναγνωρίζεται απόλυτο δικαίωμα πολιτογράφησης ενός αλλοδαπού προσώπου, παρά μονάχα προσδοκία πως δια της δέουσας υποβολής αίτησης, το αίτημα θα αξιολογηθεί προσηκόντως και θα τύχει ανάλογης, καλόπιστης και εξατομικευμένης κρίσης, κατά την άσκηση της παρεχόμενης προς τη διοίκηση ευρείας διακριτικής ευχέρειας (Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3(D) C.L.R. 2583, Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, Mohamad ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 18, Amer ν. Δημοκρατίας (2011) 3(Α) Α.Α.Δ. 66, Alyatim ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 496, Ε.Δ.Δ. 18/2017 Mkrtchyan ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 27.9.2023, Ε.Δ.Δ. 141/18 Hamdan ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 6.3.2024, Ε.Δ.Δ. 205/2019 Nagorny ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 25.10.2024).

 

  Δεν εντοπίζω να υπήρξε παράβαση της αρχής της καλής πίστης, εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών, κατά την άσκηση της ευρείας διακριτικής του εξουσίας, αλλά ούτε και της χρηστής διοίκησης.

 

  Η προσφυγή, για τους πιο πάνω λόγους, θα πρέπει να έχει απορριπτική κατάληξη. Εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση επιδικάζονται €2.000.

 

  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

                       

 

 

                                                                       Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο