ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 1553/2021
2 Δεκεμβρίου, 2025
[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]
Αναφορικά με τα Άρθρα 1Α, 9, 28, 30, 35 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας
Χ.Σ.Ζ.
Αιτήτρια,
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
2. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εργασίας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Καθ' ων η Αίτηση
.........
Ξένια Ευγενίου για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης δ.ε.π.ε, Δικηγόροι για Αιτήτρια
Τατιάνα Ιακωβίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση
Δικαστήριο: Συγκεκριμένα γεγονότα της υπόθεσης αφορούν την οικογενειακή κατάσταση ανηλίκου προσώπου, ως εκ τούτου η παρούσα δημοσιεύεται ανωνυμοποιημένη.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Το έτος 2015, η Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Προνοίας (εφεξής η «ΥΔΕΠ») ενέκρινε την αίτηση της Αιτήτριας ημερ. 05.09.2014 για λήψη Δημόσιου Βοηθήματος για παροχή Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) ως μονογονιός και μητέρα δύο τέκνων.
Για τους σκοπούς της τακτικής επανεξέτασης της υπόθεσης της Αιτήτριας, η τελευταία υπέβαλε σχετικό έντυπο ημερ. 23.04.2021 με επικαιροποιημένα στοιχεία [Παράρτημα 4 (23/29) σε ένσταση].
Τον Ιούλιο 2021, η παροχή ΕΕΕ τερματίστηκε από την ΥΔΕΠ λόγω ανακριβών/αναληθών πληροφοριών σε σχέση με την οικογενειακή κατάσταση της Αιτήτριας, στη βάση των επικαιροποιημένων στοιχείων που προσκόμισε η Αιτήτρια.
Συγκεκριμένα, με την επιστολή της ημερ. 12.05.2021 [Παράρτημα 4 (14/29) σε ένσταση] η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν έχει συνάψει γάμο με τον πατέρα των παιδιών της υποστηρίζοντας ότι αυτό οφείλεται στην ιδιαιτερότητα του τρόπου ζωής στην Αφρική και ότι τα παιδιά της δεν έχουν αναγνωριστεί από τον πατέρα τους, εντούτοις στην αρχική αίτηση που υπέβαλε στην ΥΔΕΠ το 2014 επισύναψε έγγραφο από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το οποίο εκδόθηκε για να αντικαταστήσει την Ληξιαρχική Πράξη γέννησης της αναφερόμενης ως κόρης της Y. B., στο οποίο γίνεται αναφορά ότι οι γονείς τέλεσαν εθιμικό γάμο. Το εν λόγω έγγραφο αποστάληκε εκ νέου στην ΥΔΕΠ με σφραγίδα από το Υπουργείο Εξωτερικών με ημερομηνία 07.05.2021 [Παράρτημα 4 (16-19/29) σε ένσταση, με τη σφραγίδα να ετέθη στη 19/29].
Περαιτέρω όταν της ζητήθηκε να προσκομίσει έγγραφο με το οποίο της έχει ανατεθεί η γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνων της και διάταγμα διατροφής η Αιτήτρια υποστήριξε ότι τους έχει εγκαταλείψει ο πατέρας τους ενώ δεν τους έχει αναγνωρίσει ωστόσο σύμφωνα με έγγραφο ημερ. 27.09.2013 που είχε προσκομίσει κατά την αρχική της αίτηση, ο πατέρας δήλωσε ότι επέτρεπε στα παιδιά που είχαν αναφερθεί στην αρχική αίτηση, να ταξιδέψουν στην Κυπριακή Δημοκρατία για εκπαιδευτικούς λόγους και να μείνουν μαζί με την Αιτήτρια [Παράρτημα 4 (3/29) σε ένσταση].
Περαιτέρω, επί του εντύπου ημερ. 23.04.2021 η Αιτήτρια δήλωσε ως ανήλικο της τέκνο τον Μ. Z. ενώ στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι πρόκειται περί εγγονού της, υιού της Y. B. ενώ παράλληλα προέβη στην εγγραφή του εν λόγω ανήλικου προσώπου με το δικό της επώνυμο και όχι με αυτό της θυγατέρας της, το οποίο ήταν διαφορετικό από το δικό της καθότι είχε ληφθεί από τον νονό της (κάτι που ανέφερε ότι συμβαίνει στις αφρικανικές παραδόσεις).
Η Αιτήτρια ενημερώθηκε για την απόφαση τερματισμού ΕΕΕ με επιστολή ημερομηνίας 30.07.2021 και εναντίον της υπέβαλε, μέσω των δικηγόρων της, ένσταση στην Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (εφεξής η «Υπουργός»), δυνάμει του άρθρου 32 του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμου του 2014 (Ν. 109(Ι)/2014) (εφεξής ο «Νόμος»).
Κατόπιν Έκθεσης Γεγονότων (Έντυπο Αξιολόγησης Ένστασης) ημερομηνίας 29.10.2021 που ετοιμάστηκε κατά την εξέταση της ένστασης της Αιτήτριας από λειτουργό των Καθ’ ων η αίτηση, η Υπουργός αποφάσισε να απορρίψει την ένσταση και να επικυρώσει την απόφαση της ΥΔΕΠ.
Η Αιτήτρια ενημερώθηκε για την απόφαση απόρριψης της ένστασης με επιστολή ημερομηνίας 01.11.2021, απόφαση την οποία προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή της.
Με την αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου της, η Αιτήτρια εγείρει λόγους ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη εξεδόθη άνευ δέουσας έρευνας και αιτιολογίας χωρίς να παρασχεθεί δικαίωμα ακρόασης και κατά παράβαση του άρθρου 35Α του Νόμου.
Η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση με την αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου της υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης και της διαδικασίας που προηγήθηκε.
Εξέτασα τα επιχειρήματα των μερών έχοντας υπόψη και το υλικό που ετέθη ενώπιόν μου μέσω της ένστασης και του οικείου διοικητικού φακέλου και καταλήγω στα ακόλουθα:
Καταρχάς, η απόφαση της ΥΔΕΠ ημερ. 30.07.2021 δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία, ως η υποβολή της Αιτήτριας αλλά αντιθέτως είχε προηγηθεί η υποβολή επικαιροποιημένων δεδομένων εκ μέρους της Αιτήτριας και, ως διαπιστώνω, και συναντήσεις της με λειτουργούς της ΥΔΕΠ, όπου της ετέθη ότι συγκεκριμένες πληροφορίες που είχε υποβάλει δεν ήταν ακριβείς με αποτέλεσμα η ίδια να προσκομίσει την επιστολή της ημερ. 12.05.2021 για να πείσει ως προς την ακρίβειά τους. Η εν λόγω επιστολή της επίσης αναφερόταν σε ισχυρισμούς και στοιχεία για σκοπούς απόδειξης συγκεκριμένων δηλώσεων της ως προς την οικογενειακή κατάστασή της. Εκεί μάλιστα γίνεται μνεία προηγούμενης συνάντησης ημερ. 06.05.2021 της Αιτήτριας με λειτουργό των Καθ’ ων η αίτηση όπου η Αιτήτρια είχε ενημερωθεί ως προς την ανακρίβεια των όσων είχε θέσει στους Καθ’ ων η αίτηση.
Ακολούθως με την επιστολή ημερ. 30.07.2021 η Αιτήτρια πληροφορήθηκε ότι η παροχή του ΕΕΕ τερματίζεται λόγω αναληθών δηλώσεων δυνάμει του άρθρου 31 του Νόμου ενημερώνοντας την παράλληλα για το δικαίωμα να υποβάλει ένσταση ενώπιον της Υπουργού. Η Αιτήτρια άσκησε το δικαίωμά της και το ζήτημα αναπέμφθηκε στον ανώτερο ιεραρχικά αρμόδιο όργανο, την Υπουργό με την απόφαση να είναι απορριπτική στην ένσταση της Αιτήτριας.
Υπό τις ως άνω περιστάσεις δε μπορεί να γίνεται λόγος για μη παροχή δικαιώματος ακρόασης, εφόσον τόσο πριν την έκδοση της απόφασης ημερ. 30.07.2021 όσο και, μετά αυτής και πριν την προσβαλλόμενη απόφαση της Υπουργού, παρασχέθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια να ασκήσει το δικαίωμα ακρόασής της τόσο εκ του σύνεγγυς όσο και εγγράφως και να θέσει υπόψη της διοίκησης τις θέσεις της. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι, η υποβολή της κατά νόμο προβλεπόμενης ένστασης (ή ιεραρχικής προσφυγής) έχει νομολογηθεί ότι υπέχει χαρακτήρα άσκησης δικαιώματος ακρόασης [βλ. Tζιωνής Nικόλας ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 689].
Ούτε όμως αναιτιολόγητη ή προϊόν ανεπαρκούς έρευνας διαπιστώνω να ήταν η προσβαλλόμενη. Ως ανέφερα, η Αιτήτρια γνώριζε ποιες ήταν οι πληροφορίες που οι Καθ’ ων η αίτηση θεωρούσαν ως αναληθείς/ ανακριβείς και για τον λόγο αυτό, πριν την απόφαση ημερ. 30.07.2021, υπέβαλε την επιστολή της ημερ. 12.05.2021 με σκοπό να επεξηγήσει και υποβάλει πληροφορίες και έγγραφα ως προς την οικογενειακή της κατάσταση, τη σχέση της με τον πατέρα των τέκνων της και το ανήλικο, που είχε αναφερθεί ως τέκνο της επί του εντύπου ημερ. 23.04.2021.
Στην έκθεση γεγονότων (Ερ 38 διοικητικού φακέλου-Τεκμηρίου 1), έγγραφο προπαρασκευαστικό της προσβαλλόμενης, την αιτιολογία του οποίου η τελευταία ενσωματώνει ως εγκριτική της [άρθρα 17(8) και 29 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999 (158(I)/1999)], ως λόγος απόρριψης εκτέθηκε η αντιφατικότητα των στοιχείων που υπέβαλε το 2021 η Αιτήτρια κατ’ αντιπαραβολή των όσων είχε θέσει ενώπιον των Καθ’ ων η αίτηση κατά την πρώτη αίτηση της έτους 2014.
Τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω στα γεγονότα της παρούσας ως αιτιολογία του τερματισμού του ΕΕΕ τον Ιούλιο 2021 ουσιαστικά επιβεβαιώνονται και δεν υπήρξε αντίλογος. Πράγματι από τα έγγραφα της δήλωσης του 2014 προκύπτει ότι η Αιτήτρια είχε τελέσει γάμο και ότι ο πατέρας είχε εξουσιοδοτήσει την μετακόμιση στη Δημοκρατία των δύο εκ των τέκνων ενώ το 2021 δηλώνεται ότι ποτέ δεν είχε υπάρξει γάμος ούτε αναγνώριση των τέκνων από τον πατέρα. Δεν δίδονται εξηγήσεις, τουλάχιστον ευλόγως ικανοποιητικές για τους Καθ’ ων η αίτηση αλλά και για το παρόν, για ποιο λόγο επί του εντύπου ημερ. 23.04.2021 προστέθηκε ως τέκνο της Αιτήτριας ο εγγονός της και για ποιο λόγο ενώ η μητέρα του, η οποία αναφέρεται ως θυγατέρα της Αιτήτριας με διαφορετικό επώνυμο, δεν έχει το επώνυμο της μητέρας του και έχει αυτό της Αιτήτριας γιαγιάς του.
Συνεπώς η προσβαλλόμενη ήταν αιτιολογημένη και προϊόν επαρκούς έρευνας.
Δε θεωρώ, τέλος, ούτε ότι ο λόγος ακύρωσης περί παράβασης του άρθρου 35Α του Νόμου είναι βάσιμος. Καταρχάς η εκεί προβλεπόμενη ενημέρωση (επιστολή ή ηλεκτρονικό μήνυμα) του δικαιούχου ότι πρέπει ο Προϊστάμενος να τερματίσει την καταβολή ΕΕΕ, δεν εμπίπτει στα δεδομένα και γεγονότα της παρούσας καθότι εδώ, η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 30.07.2021 και ακολούθως η προσβαλλόμενη δεν εξεδόθη κατόπιν πρωτοβουλίας των Καθ’ ων η αίτηση αλλά από τα αντιφατικά στοιχεία που η Αιτήτρια υπέβαλε το πρώτον με το έντυπο ημερ. 23.04.2021 αλλά και ακολούθως.
Περαιτέρω, το εν λόγω άρθρο 35Α διασφαλίζει το δικαίωμα ακρόασης στον εκάστοτε δικαιούχο ως προς τον τερματισμό του ΕΕΕ όμως αφ’ ης στιγμής σταλεί μια τέτοια ενημέρωση δυνάμει του άρθρου αυτού, η καταβολή του ΕΕΕ αναστέλλεται μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία της ακρόασης. Στην παρούσα περίπτωση, ως ανέφερα, παρασχέθηκε μεν δικαίωμα ακρόασης πριν την απόφαση ημερ. 30.07.2021 (και πριν την προσβαλλόμενη) και προκύπτει ότι η Αιτήτρια από τις 06.05.2021 γνώριζε τους λόγους που θεωρήθηκε ότι η αίτησή της ήταν αναληθής, άρα κατοχυρώθηκε το δικαίωμα ακρόασης που το άρθρο 35Α διασφαλίζει, όμως η καταβολή του ΕΕΕ δεν ανεστάλη από τις 06.05.2021 ή για όσο διαρκούσε η ακρόαση και εξέταση των στοιχείων που η Αιτήτρια υπέβαλε αλλά ο τερματισμός έγινε τον Ιούλιο 2021, μετά την πλήρη εξέταση των στοιχείων που υπέβαλε. Άρα η Αιτήτρια έτυχε ευνοϊκότερης μεταχείρισης από ότι αν της είχε σταλεί η ενημέρωση δυνάμει του άρθρου 35Α του Νόμου.
Συνεπώς, ακόμα κι αν, για την παρούσα περίπτωση όπου η προσβαλλόμενη εξεδόθη όχι κατόπιν πρωτοβουλίας των Καθ’ ων η αίτηση αλλά κατόπιν στοιχείων που υπέβαλε η Αιτήτρια, ήθελα θεωρήσω ότι η αποστολή της εν λόγω ενημέρωσης ήταν τύπος για την απόφαση τερματισμού του ΕΕΕ, υπό τις περιστάσεις και έγγραφο υλικό της παρούσας, ο εν λόγω τύπος κρίνεται ως επουσιώδης εφόσον όχι απλά το δικαίωμα ακρόασης που το άρθρο αυτό κατοχυρώνει διασφαλίστηκε αλλά, περαιτέρω, η Αιτήτρια ως διοικούμενος, ουδεμία δυσμενή επίπτωση είχε από τη μη εφαρμογή του αλλά αντιθέτως έτυχε ευνοϊκότερης μεταχείρισης εφόσον η καταβολή του ΕΕΕ δεν ανεστάλη καθ’ όσο εκκρεμούσε η όλη εξέταση από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Σημειώνω για καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, ότι το ζήτημα της διάκρισης μεταξύ ουσιωδών και επουσιωδών παραλείψεων έχει απασχολήσει διαχρονικά τη θεωρία, με κοινώς αποδεκτή την αντίληψη ότι είναι οι ουσιώδεις πλημμέλειες που επιδρούν ακυρωτικώς στη διοικητική πράξη. Μάλιστα, ο ίδιος τύπος μπορεί να είναι ουσιώδης ή μη, αναλόγως των συνθηκών έκδοσης της εκάστοτε πράξης. Στο σύγγραμμα του Καθηγητή Κ. Ε. Γώγου «Διαδικαστικά Σφάλματα και Ακύρωση των Διοικητικών Πράξεων» 2017 (σελ. 115-116) αναφέρεται, μεταξύ άλλων (υπογράμμιση του Δικαστηρίου):
«Στο έργο του Μιχαήλ Δένδια ως ουσιώδεις θεωρούνται οι τύποι που έχουν «δια την εξασφάλισιν της νομιμότητας της πράξεως βασικήν σημασίαν», ενώ ως επουσιώδεις εκείνοι που δεν έχουν τέτοια σημασία. (…) Αξιοσημείωτο είναι ότι σύμφωνα με τον Δένδια, ο ίδιος τύπος μπορεί να είναι ουσιώδης ή μη, αναλόγως των συνθηκών έκδοσης της πράξης. Κρίσιμη είναι η διαπίστωση ότι η διαδικαστική απαίτηση άσκησε επιρροή in concreto στη νομιμότητα της διοικητικής πράξης».
Είναι άρα η κατάληξή μου ότι η προσβαλλόμενη είναι νόμιμη, αιτιολογημένη, προϊόν δέουσα έρευνας και κατόπιν άσκησης του δικαιώματος ακρόασης της Αιτήτριας. Ως εκ τούτου η προσφυγή απορρίπτεται.
Εκ της φύσεως της και του υλικού του φακέλου κρίνω εύλογο όπως τα έξοδα είναι μειωμένα και επιδικάζονται στα 1.200 ευρώ υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.
Φ. Καμένος, ΔΔΔ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο