Muhammad Taimoor Kahlid κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω Υπουργού Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 938/2021, 4/12/2025
print
Τίτλος:
Muhammad Taimoor Kahlid κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω Υπουργού Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 938/2021, 4/12/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 938/2021

                                             

     4 Δεκεμβρίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

1. Muhammad Taimoor Kahlid

2. Lavinia Alexandra Niculae

Αιτητές

 

Και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών

2. Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

 

Θεανώ Γεωργίου για Χρίστος Π. Χριστοδουλίδης για Αιτητές

Παύλος Βασιλείου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Ο Αιτητής 1 είναι υπήκοος Πακιστάν και στις 02.02.2019 αφίχθη στη Δημοκρατία με άδεια εισόδου με σκοπό τη φοίτησή του σε Κολλέγιο. Μέχρι 31.01.2021 κατείχε άδεια εισόδου ως φοιτητής. Η Αιτήτρια 2 είναι υπήκοος Ρουμανίας.

 

Στις 18.08.2021 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως επισκέπτης σύντροφος υπηκόου της ΕΕ. Στην αίτηση του επεσύναψε διάφορα έγγραφα, μεταξύ αυτών, έγγραφο «Declaration of Couples Harmonious Coexistence», ενοικιαστήριο έγγραφο και αντίγραφα κατάστασης τραπεζικού λογαριασμού (αμφότερα στο όνομά του) και ένορκες δηλώσεις του ιδίου και της Αιτήτριας 2 ότι οι δυο τους διαμένουν μαζί και βρίσκονται σε σχέση.

 

Την ιδία, 18.08.2021 οι Καθ’ ων η αίτηση με επιστολή τους απέρριψαν την αίτηση του Αιτητή. Του ανέφεραν (σε ελεύθερη μετάφραση από την αγγλική):

 

«Δεν πληροίτε τα κριτήρια για την απόκτηση του δικαιώματος διαμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου 7(I)/2007.

 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4(2)(β) του Νόμου, μπορείτε να υποβάλετε αίτηση για άδεια διαμονής με αίτηση MGEN ως σύντροφος πολίτη της ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι μπορείτε να αποδείξετε ότι έχετε διαρκή σχέση, δεόντως αποδεδειγμένη με πολίτη της ΕΕ. Η ένορκη δήλωση συμβίωσης δεν θεωρείται επαρκής απόδειξη μιας διαρκούς σχέσης. Επιπλέον, δεν παρείχατε άλλα αποδεικτικά στοιχεία (π.χ. λογαριασμούς κοινής ωφελείας ή κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς) ότι έχετε διαρκή σχέση δεόντως αποδεδειγμένη με πολίτη της ΕΕ.

 

Σημειώνεται ότι η αίτηση θα πρέπει να υποβληθεί μαζί με σύμβαση εργασίας, πιστοποιημένη και σφραγισμένη από το Τμήμα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων».

 

Με τα Αιτητικά Α-Γ της παρούσας προσφυγής, ζητείται η ακύρωση της απόφασης ημερ. 18.08.2021. Σημειώνεται ότι το αίτημα ακύρωσης της ίδιας πράξης με τρία αιτητικά κατ’ επίκληση διαφορετικών λόγων ακύρωσης είναι εκ του περισσού και η πρακτική έχει αποδοκιμαστεί ήδη σε προηγούμενες αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου (βλ. Προσ. Αρ. 640/2017 TΗUY ν Δημοκρατίας απόφαση ημερομηνίας 31.8.2017, μεταξύ άλλων).

 

Κατά τα λοιπά, ο Αιτητής διά της ευπαίδευτης συνηγόρου του, εγείρει ισχυρισμούς περί πλημμελούς έρευνας, κατάχρησης διακριτικής ευχέρειας, υπέρβασης εξουσίας λόγω αντιφατικής συμπεριφοράς, παραβίασης της αρχής της καλής πίστης και πλάνης περί τον περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμο [Ν. 7(I)/2007-εφεξής ο «Νόμος»]. Η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση, με την αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου τους, απορρίπτει τους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης ενώ προωθεί και προδικαστική ένσταση ότι ουδέν έννομο συμφέρον της Αιτήτριας 2 προκύπτει από την αίτηση ακυρώσεως ούτε άλλωστε η Αιτήτρια 2 είναι αποδέκτης της προσβαλλόμενης.

 

Εξέτασα τις θέσεις των μερών και συμφωνώ με το σύνολο των θέσεων των Καθ΄ ων η αίτηση.

 

Πράγματι, σε αντίθεση με τον σχετικό ισχυρισμό των Αιτητών, δε διαπιστώνω η προσβαλλόμενη να απευθύνεται με οποιανδήποτε τρόπο στην Αιτήτρια 2, ούτε άλλωστε καταγράφεται οποιαδήποτε θέση από τους Αιτητές ως προς το ποιο το έννομο συμφέρον της προς έγερση της παρούσας προσφυγής. Ούτε η απλή επίκληση της σχέσης των δύο Αιτητών θεμελιώνει έννομο συμφέρον της Αιτήτριας 2 στην παρούσα προσφυγή [βλ. σχετικά Χ. Χρυσανθάκη «Συμβούλιο της Επικρατείας - Εφαρμογές Διοικητικού Ουσιαστικού & Δικονομικού Δικαίου» (2012), σελ. 103, παράγραφος 157 και σελ. 107, παράγραφος 171]. Συνεπώς και ενόψει της απουσίας οποιασδήποτε θεμελίωσης εννόμου συμφέροντος της Αιτήτριας 2, πράγματι η προσφυγή είναι απορριπτέα για αυτήν ως απαράδεκτη.

 

Η προσφυγή βέβαια, σε κάθε περίπτωση και τους λόγους που ακολουθούν, είναι και ουσία αβάσιμη.

 

Το βασικό επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη εξεδόθη κατά κατάχρηση διακριτικής ευχέρειας, υπέρβαση εξουσίας λόγω αντιφατικότητας και ως προϊόν ελλιπούς έρευνας εδράζεται βασικά στη θέση ότι οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν και εξέδωσαν απόφαση επί της αίτησης του Αιτητή αυθημερόν αλλά και ότι η παραλαβή της (από τους Καθ’ ων η αίτηση) συνιστά αποδοχή ότι ο Αιτητής 1 έχει δικαίωμα διαμονής δυνάμει του άρθρου 4(2) του Νόμου.  Στα πλαίσια του εν λόγω ισχυρισμού εγείρεται παράβαση του άρθρου 4(4) του Νόμου και των άρθρων 7Α και 7Β του Κεφ. 105 καθότι δεν κλήθηκε η συμβουλευτική επιτροπή εφόσον υπήρχε αμφιβολία ως προς τη σχέση των Αιτητών.

 

Επί των ανωτέρω θεωρώ καταρχάς ότι η παραλαβή της αίτησης δε συνιστά παραδοχή ότι το άρθρο 4 εφαρμόζεται αναφορικά με τον Αιτητή 1 ούτε αντιφατική ενέργεια με την απόρριψή της και, περαιτέρω, ότι ουδεμία πλημμέλεια σημειώθηκε λόγω της αυθημερόν εξέτασης και απόφασης επί της εν λόγω αίτησης. Το αν άλλωστε ο Νόμος εφαρμόζεται ή όχι για οποιονδήποτε αιτητή δεν είναι πάντα θέμα πολύπλοκο που απαιτεί εξέταση ημερών αλλά, ως και στην παρούσα περίπτωση, μπορεί να προκύπτει πασίδηλα από το ίδιο το περιεχόμενο της αίτησης και του υλικού που τη συνοδεύει. Σε κάθε περίπτωση, ενώ γίνεται καθόλα αντιληπτό ένα παράπονο που αφορά καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων της διοίκηση, είναι τουλάχιστον ατυχές να τίθεται παράπονο λόγω ταχύτητας στην έκδοση τους.

 

Ο βασικός λοιπόν λόγος απόρριψης της αίτησης ήταν η μη προσκόμιση επαρκών στοιχείων που να αποδεικνύουν «διαρκή σχέση, δεόντως αποδεδειγμένη με ευρωπαία πολίτη” (“durable relation, duly attested with an EU citizen”). Ανατρέχοντας στην αίτηση του Αιτητή 1 επιβεβαιώνεται ότι πράγματι ουδέν αποδεικτικό στοιχείο προσκόμισε με την αίτησή για να αποδείξει διαρκή σχέση με πολίτη της ΕΕ. Κατ’ ακρίβεια η ίδια η αίτηση του, η οποία επισυνάπτεται στην ένσταση της Δημοκρατίας ως μέρος του Παραρτήματος 3, δεν περιέχει καν το ονοματεπώνυμο της ευρωπαίας συντρόφου ή άλλη πληροφορία που να την αφορά. Οι ένορκες δηλώσεις που επισυνάπτονται στην αίτηση, αναφέρουν ότι οι Αιτητές βρίσκονται σε σχέση  (“in a relationship”) χωρίς να αναφέρεται ότι η σχέση είναι διαρκής, το δε έγγραφο «Declaration of Couple’s Harmonious Coexistence», καταγράφει ότι ζουν αρμονικά μόλις περί τους δύο μήνες, από το Ιούνιο 2021 μέχρι την ημερομηνία της αίτησης. 

 

Ασφαλώς και είναι ουσιώδες όπως η αίτηση συνοδεύεται από το απαραίτητο αποδεικτικό υλικό της διαρκούς σχέσης και η περίπτωση δε μπορεί να συγκριθεί με μια σχέση μεταξύ κυπρίων, ως η εισήγηση των Αιτητών στην απαντητική αγόρευση, εφόσον για την επίδικη αίτηση ο Νόμος [άρθρο 4(2)(β)] θέτει την προϋπόθεση «δεόντως αποδεδειγμένης σχέσης» που ανάλογη δεν υπάρχει για κυπρίους πολίτες, των οποίων το δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία είναι για, έκαστο στη σχέση πρόσωπο, αυτοτελές.

 

Σχετική λόγω του λεκτικού της προσβαλλόμενης όσο και ως προς την ερμηνεία της πρόνοιας του άρθρου 4 του Νόμου, περιλαμβανομένου του εδαφίου 4 αυτού, είναι η απόφαση μου στις Συν. Υπ. Αρ. 2003/2022 και 1641/2023 SFH ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α. ημερ. 21.12.2023 όπου αναφέρθηκε (η έμφαση μεταφέρεται από την απόφαση στις Συν. Υπ. Αρ. 2003/2022 κ.α):

 

«Στο μεταξύ στις 15/10/2021 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως σύντροφος Ευρωπαίας πολίτη (εφεξής η «ΕΠ»), η οποία απορρίφθηκε την ίδια ημέρα με την αιτιολογία ότι ο Αιτητής δεν κατέθεσε τα απαραίτητα έγγραφα προκειμένου να αποδείξει ότι εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 4(2)(β) του Ν. 7(Ι)/2007. Μεταξύ άλλων, του αναφέρθηκε:

 

«Δεν πληροίτε τα κριτήρια για την απόκτηση του δικαιώματος διαμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου 7(I)/2007.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4(2)(β) του Νόμου, μπορείτε να υποβάλετε αίτηση για άδεια διαμονής με αίτηση MGEN ως σύντροφος πολίτη της ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι μπορείτε να αποδείξετε ότι έχετε διαρκή σχέση, δεόντως αποδεδειγμένη με πολίτη της ΕΕ. Η ένορκη δήλωση συμβίωσης δεν θεωρείται επαρκής απόδειξη μιας διαρκούς σχέσης. Επιπλέον, δεν παρείχατε άλλα αποδεικτικά στοιχεία (π.χ. λογαριασμούς κοινής ωφελείας ή κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς) ότι έχετε διαρκή σχέση δεόντως αποδεδειγμένη με πολίτη της ΕΕ.

 

Σημειώνεται ότι η αίτηση θα πρέπει να υποβληθεί μαζί με σύμβαση εργασίας, πιστοποιημένη και σφραγισμένη από το Τμήμα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων».

(…)

 

Η αναζήτηση των εν λόγω στοιχείων είναι εύλογη δεδομένου ότι, με την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 15/10/2021 απερρίφθη η αίτηση του Αιτητή καθότι οι Καθ΄ ων η αίτηση θεώρησαν ότι από μόνο τις ένορκες δηλώσεις του Αιτητή και της ΕΠ δεν μπορεί να αποδειχθεί η διαρκής σχέση ούτε άρα ότι ο αιτητής εμπίπτει στην προστασία του Νόμου. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Νόμου:

 

«(2) Χωρίς επηρεασμό τυχόν ιδίου δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των ενδιαφερομένων διευκολύνεται η είσοδος και διαμονή στη Δημοκρατία σύμφωνα με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, των ακόλουθων προσώπων:

 

(α) Κάθε άλλου μέλους της οικογένειας, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς του, που δεν εμπίπτει στον ορισμό που αποδίδεται στον όρο «μέλος της οικογένειας» από το άρθρο 2, (.)∙ και

 

(β) του/της συντρόφου με τον/την οποίο/α ο πολίτης της Ένωσης έχει διαρκή σχέση, δεόντως αποδεδειγμένη.

 

(3) Για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή αναλαμβάνει εκτενή εξέταση της προσωπικής κατάστασης των αναφερομένων στο εν λόγω εδάφιο προσώπων, περιλαμβανομένης της διεξαγωγής συνεντεύξεων με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα όπου αυτό απαιτείται, και αιτιολογεί κάθε άρνηση εισόδου ή διαμονής των προσώπων αυτών στη Δημοκρατία.

 

(4) Σε περίπτωση αμφιβολίας και, για σκοπούς διαπίστωσης του κατά πόσο υφίσταται διαρκής σχέση κατά την έννοια της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις των άρθρων 7Α και 7Β του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου αναφορικά με τον εικονικό γάμο».

 

Συνεπώς, βάσει της πιο πάνω νομοθετικής πρόνοιας, οι Καθ' ων η αίτηση, κατά την αξιολόγηση αίτησης προσώπου που ισχυρίζεται ότι έχει διαρκή σχέση με ΕΠ, διαθέτουν ευρεία αρμοδιότητα εξέτασης της αίτησης δυνάμενοι να ζητήσουν ένα μεγάλο εύρος αποδεικτικών στοιχείων περιλαμβανομένων, αν κρίνουν απαραίτητο και της διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων ή και όσων τάσσουν τα άρθρα 7Α και 7Β του Κεφ. 105 (τηρουμένων των αναλογιών καθότι εν προκειμένω δεν υπάρχει θέμα απόδειξης γνησίου γάμου αλλά σταθερής σχέσης). Όσα άρα αναφέρονται στην απόφασή τους ημερ. 15/10/2021 ως τεκμηριωτικά μιας διαρκούς σχέσης καθώς και όσα ζητούνται στην επιστολή ημερομηνίας 07/04/2022 θεωρώ ήταν εύλογα και εντός των πλαισίων του Νόμου προς άσκηση της αρμοδιότητας των Καθ΄ ων η αίτηση».

 

Θεωρώ άρα ότι, δεδομένου του ελλιπούς της αίτησης εξ απόψεως τεκμηρίωσης ως προς την ύπαρξη διαρκούς σχέσης δεόντως αποδεδειγμένης με πολίτη της ΕΕ, η απορριπτική απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ήταν νόμιμη, προϊόν δέουσας διερεύνησης και ορθής άσκησης της εξουσίας των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Περαιτέρω, ούτε ο ισχυρισμός περί πλάνης περί τον Νόμο και συγκεκριμένα με το άρθρο 32Α Νόμου με βρίσκει σύμφωνο. Ως αναφέρθηκε στην απόφαση D. S. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 804/2022 (i-Justice), ημερ. 10.11.2023 (Φ. Κωμοδρόμος, ΠΔΔ) και εν προκειμένω συμφωνώ, το κατ’ άρθρο 32Α (1) δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής αφορά απόφαση που λήφθηκε για λόγους δημόσιας τάξης/ασφάλειας/υγείας άρα όχι για πράξεις ως η προσβαλλόμενη. Συνεπώς δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε πλημμέλεια ή ακυρότητα λόγω μη καταγραφής στην προσβαλλόμενη της δυνατότητας άσκησης ιεραρχικής προσφυγής.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, ουδείς λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη επικυρώνεται με €1.500 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Φ. Καμένος, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο