ECLI:CY:DDDP:2023:1051
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ.Αρ.: 134/2023
30 Ιουνίου 2023
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Κ. Η.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας δια του Υπουργού Εσωτερικών Υπηρεσία Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Γ. Κορυζής (κος), Δικηγόρος Αιτητή
Α. Αριστείδου (κα) για Μ. Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 16/12/22, η οποία του κοινοποιήθηκε την ίδια ημέρα με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής πολίτης Καμερούν υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 15/03/19. Στις 27/07/22 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του, στις 07/09/22 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση και στις 14/09/22 αποφασίστηκε η απόρριψη της αίτησης ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής μέσω του δικηγόρου του ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη παραβιάζει το Σύνταγμα και τη σχετική νομοθεσία. Επίσης, διατείνεται ότι η έρευνα της Υπηρεσίας Ασύλου ήτο ελλιπής, πεπλανημένη ως προς τα πραγματικά γεγονότα και νομικά σημεία της υπόθεσης και ότι δεν αξιολογήθηκαν επαρκώς οι λόγοι και ο κίνδυνος και/ή απειλή κατά της ζωής του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής.
Οι Καθ' ων η Αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή που προβάλλονται μέσω του συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής του, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην γραπτή του αγόρευση, το περιεχόμενο της οποίας περιορίζεται μόνο σε επανάληψη νομικών ισχυρισμών χωρίς να γίνεται υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, 3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον Αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως (Βλέπε σχετικά, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598).
Λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, κρίνω ότι κανένας από τους νομικούς λόγους και ισχυρισμούς που καταγράφονται τόσο στο δικόγραφο της προσφυγής όσο και μέσω της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή, πληροί τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης, συνεπώς, απορρίπτονται στο σύνολο τους.
Το Δικαστήριο, όμως, αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018) προχωρεί να εξετάσει την ουσία του αιτήματος του Αιτητή με βάση το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ») σε συνάρτηση με τον ισχυρισμό έλλειψης δέουσας έρευνας.
Με την αίτηση ασύλου του ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για λόγους ασφάλειας εξαιτίας του εμφύλιου πολέμου που υπάρχει στη χώρα του μεταξύ του στρατού και των αποσχιστών (ερυθρό 3 ΔΦ). Κατά τη συνέντευξη, ο Αιτητής ανέφερε ότι είναι άγαμος, χωρίς παιδιά, χριστιανός και γεννήθηκε και έζησε στην πόλη Mutangene στη Νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν. Υποστήριξε επίσης, ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε στο σπίτι του, στην πόλη καταγωγής του το 2019 ενώ ο ίδιος ήταν απών (ερυθρό 32/2Χ & ερυθρό 43/1Χ ΔΦ). Οι αποσχιστές αντάρτες Ambazonians[1] κατηγορούσαν τον πατέρα του ότι έδινε πληροφορίες στο στρατό του Καμερούν και εκτιμά ότι αυτοί τον σκότωσαν (ερυθρό 31/2Χ ΔΦ). Ο ίδιος, όπως δήλωσε, επιθυμούσε να φύγει από τη χώρα καταγωγής του, όπως και έγινε το έτος 2019 για την ασφάλειά του, αν και ανέφερε ότι δεν έχει κάποιο προσωπικό και συγκεκριμένο φόβο (ερυθρό 30/2Χ ΔΦ). Σε ερώτηση αναφορικά με το τι αναμένει ότι θα του συμβεί εάν επιστρέψει στο Καμερούν, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μπορεί να τον αναζητήσουν οι αντάρτες (ερυθρό 30/2Χ ΔΦ). Ο λειτουργός στην εισήγησή του, αφού παρουσίασε τα στοιχεία ταυτότητας του Αιτητή αλλά και το ιστορικό του, αποδέχθηκε τις πληροφορίες που αφορούσαν τη χώρα καταγωγής του και τον τόπο διαμονής του και έκρινε ότι είναι αξιόπιστος (ερυθρά 62-65 ΔΦ). Απέρριψε, όμως, τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους αντάρτες Amazonians καταγράφοντας στην έκθεση/εισήγηση τις ασυνέπειες, τα ανεπαρκή στοιχεία και τις ασάφειες του Αιτητή, ως προς την εσωτερική του αξιοπιστία. Παράλληλα, όμως, προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές από την χώρα καταγωγής του Αιτητή, από την οποία προκύπτει ότι στη χώρα του υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ Αγγλόφωνων αυτονομιστών και του στρατού της χώρας. Συγκεκριμένα, καταγράφονται τα ακόλουθα όσον αφορά την εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή:
- δε θυμόταν την ημερομηνία του θανάτου του πατέρα του ούτε αν και ποιες πληροφορίες φερόταν να έδινε στο στρατό του Καμερούν (ερυθρό 31/2Χ ΔΦ),
- όταν διαπίστωσε ότι διέρρηξαν το σπίτι του στην Kumba, όπου σπούδαζε εκείνη την περίοδο, ανέφερε γενικά ότι δεν ήξερε για ποιο λόγο συνέβη αυτό, δηλώνοντας ότι «είμαι το μοναδικό παιδί του πατέρα μου» (ερυθρό 31/3Χ ΔΦ) και ότι δεν είχαν κλέψει κάτι από τα πράγματά του (ερυθρό 30/1Χ ΔΦ)
Το ίδιο το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση της λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό το πιο πάνω μέρος του αφηγήματος του Αιτητή. Ο Αιτητής δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στην εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια.(Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2020, Ν.6(Ι)/2000, βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 ). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:
«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.
(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.
(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς. Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»
Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα 3Α και 3Β του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2022, (Ν.6(Ι)/2000). Ως εκ τούτου η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2022, (Ν.6(Ι)/2000) (ερυθρά 61-62 ΔΦ).
Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας[2]. Ειδικά ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός αξιολόγησε μέσω διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε συνάρτηση με την στάθμιση κατώτατου επιπέδου/όριο - lower threshold[3] και αφού ανέλυσε το τι αποτελεί αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύγκρουσης σε έδαφος μιας χώρας[4] και την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας[5] - που έχει προτείνει το ΔΕΕ στις αποφάσεις Elgafaji[6] και Diakité[7] - κατέληξε ότι δεν προκύπτει δεδομένης της έντασης της σύγκρουσης στην περιοχή του Αιτητή σε συνδυασμό με τις προσωπικές του περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας του σε περίπτωση επιστροφής του (ερυθρό 58-61 ΔΦ). Οι σχετικές πληροφορίες που καταγράφονται στην έκθεση/εισήγηση ενδεικνύουν το εύρος της έρευνας, από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης, που διενήργησε ο λειτουργός αναφορικά με την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών που προέβαλε ο Αιτητής και έγιναν αποδεκτοί τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[8] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2022, Ν. 6(Ι)/2000.
Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου κατά το χρονικό διάστημα 16/06/22 μέχρι 16/06/23, η βάση δεδομένων ACLED κατέγραψε ενενήντα περιστατικά ασφαλείας στη Νοτιοδυτική Περιοχή του Καμερούν, περιοχή καταγωγής του Αιτητή, από τα οποία σαράντα εννιά καταγράφηκαν ως βία κατά αμάχων και εκ του συνόλου των ως άνω περιστατικών προέκυψαν εκατόν δεκατέσσερις ανθρώπινες απώλειες[9]. Σε συνάρτηση με τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία του Αιτητή (πρόκειται για ενήλικο άρρενα, υγιές άτομο και άμαχο πολίτη, που διαθέτει συγγενείς και επαρκές υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής του, καθώς και υψηλό επίπεδο μόρφωσης, ενώ δεν παρουσιάζει θέματα ευαλωτότητας), δεν προκύπτει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στον τόπο διαμονής του στο Καμερούν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Στην περίπτωση του Αιτητή δεν έχουν τεκμηριωθεί οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία που να υποδηλώνουν και να καταδεικνύουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε τέτοιο βαθμό που ενδεχομένως να μπορούσε να αντισταθμιστεί το επίπεδο αδιάκριτης βίας με βάση την αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα. Επισημαίνεται δε ότι ο Αιτητής κατά την έξοδο του από τη χώρα καταγωγής του δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα.
Επομένως, με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το ίδιο δε Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας .
Για όλους του πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
.Δ.Π.
[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν.
[2] Άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 95/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19 (2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000 έως 2020 διαλαμβάνει πως «σοβαρή απειλή» σημαίνει η «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.»
[3] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 16-17 – σημείο 1.2.1. Εσωτερική ένοπλη σύρραξη (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)
[4] Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17ης Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψη 34
[5] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. Η έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)
[6] Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17ης Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψεις 32 και 38
[7] Απόφαση του ΔΕΕ της 30ής Ιανουαρίου 2014 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides, σκέψη 35
[8] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο