T. O. E. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 1780/2023, 30/11/2023

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 1780/2023

 

30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2023

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

T. O. E.  από τη Νιγηρία

Αιτητής

-και-

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η Αίτηση

 

Χριστοφορίδου (κα) για Δ.Α. Παυλίδη & Συνεργάτες ΔΕΠΕ (κος), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Ν. Νικολάου (κα) για Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόροι για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δήλωση και/ή απόφαση και/ή διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 17/05/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 01/06/2023 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και στις 05/11/2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράτυπα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών, κατέχοντας φοιτητική άδεια. Στις 10/05/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 16/05/2023 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 17/05/2023 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 01/06/2023 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή  αυθημερόν. Στις 09/06/2023 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής, δια του δικηγόρου του, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση. Κατά τη Γραπτή του Αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς δέουσα έρευνα, υπό καθεστώς πλάνης και ότι είναι αναιτιολόγητη. Ο Αιτητής προωθεί ακόμη ισχυρισμό ότι εσφαλμένα δεν αποδόθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας.

Η δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση, με τη Γραπτή της Αγόρευση, αιτείται την απόρριψη του συνόλου των ισχυρισμών που προβάλλονται με γενικότητα λόγω παραβίασης του άρθρου 7 του Κανονισμού του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Παράλληλα, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. 

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, ημερομηνίας 13/10/2023 η συνήγορος του Αιτητή δήλωσε ότι υιοθετεί τα όσα προέβαλε με την Γραπτή Αγόρευση και η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση δήλωσε ότι υιοθετεί τα όσα επικαλέστηκε με την Ένσταση και τη Γραπτή της Αγόρευση.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ’ ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σχετική είναι και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4. «Το γεγονός ότι το άρθρο 146.1. του Συντάγματος καταγράφει ως αιτίες ακυρό­τητας την αντίθεση προς τις διατάξεις του Συντάγματος, ή του Νόμου και την υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, δεν σημαίνει ότι αρκεί η γενική επίκληση κά­ποιας από αυτές χωρίς άλλο. Η ταξινόμηση κάποιου νομικού λόγου ως υπαγό­μενου στα πιο πάνω, είναι εγχείρημα ουσίας που προϋποθέτει την έγερσή του σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις».

Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

Ο συνήγορος του Αιτητή γενικά και αόριστα παραθέτει τα νομικά σημεία στην αγόρευσή του και επικαλείται παραβιάσεις του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου ωστόσο ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Εκλείπει δε η υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους λόγους ακύρωσης που κατ' ισχυρισμό παραβιάζονται. 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν έγινε επαρκής ή δέουσα έρευνα κρίνω ότι δεν ευσταθεί και απορρίπτεται για τους λόγους που αναφέρονται πιο κάτω.

Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί  η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).

Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας  που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. Ειδικότερα, στην αρχή της συνέντευξής του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματά του, επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και ότι μπορεί να απαντήσει, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία.

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι η απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη, οι Καθ’ ων αντιτάσσουν ότι η Υπηρεσία Ασύλου βασίστηκε σε όλα τα ουσιώδη γεγονότα όπως αυτά αναλύθηκαν και επεξηγήθηκαν από τον Αιτητή. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν ουσιαστικά την αίτηση του Αιτητή και όλα όσα είχε θέσει ο Αιτητής με τους ισχυρισμούς του και στάθμισαν και αξιολόγησαν πλήρως τα ενώπιον τους δεδομένα και ουδέποτε ενήργησαν υπό πλάνη.

Έχει νομολογηθεί ότι δεν υφίσταται πλάνη περί τα πράγματα όταν η Διοίκηση σταθμίζει και αξιολογεί στοιχεία και γεγονότα όπως αυτά τίθενται ενώπιον της προς κρίση. Πλάνη περί τα πράγματα στοιχειοθετείται όταν αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία γεγονότων που έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.  Όταν η πλάνη του αρμόδιου οργάνου έγκειται στην λανθασμένη ερμηνεία του Νόμου, τότε η απόφαση του αρμόδιου οργάνου πάσχει διότι η πλάνη του αυτή οδήγησε σε εσφαλμένη εφαρμογή του Νόμου και κατά συνέπεια με αυτό τον τρόπο συντρέχει πλάνη περί το Νόμο.

Περαιτέρω θα πρέπει να αναφερθεί ότι  το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για ύπαρξη πλάνης το έχει ο Αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Η υπό κρίση απόφαση λήφθηκε στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, ήτοι της Υπηρεσίας Ασύλου, κατόπιν συνεκτίμησης των πραγματικών στοιχείων και δεδομένων, στηριζόμενη στο ορθό νομικό υπόβαθρο όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω στην απόφαση μου. Συνεπώς, ο ισχυρισμός περί νομικής και πραγματικής πλάνης ή ότι η απόφαση λήφθηκε υπό πεπλανημένα κριτήρια απορρίπτεται.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη, αυτός απορρίπτεται αφού η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης εμφαίνεται στο κείμενο της απόφασης των Καθ’ ων η Αίτηση, το οποίο κοινοποιήθηκε στον Αιτητή, μαζί με την απορριπτική επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου και συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρονται με λεπτομέρεια οι ισχυρισμοί του Αιτητή και αξιολογείται όλη η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και καταγράφονται εκτενώς οι λόγοι που οδήγησαν τους Καθ’ ων η Αίτηση στην απόρριψη του αιτήματός του.

Όπως έχει διατυπωθεί και νομολογιακά, η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη ώστε να επιτρέπεται ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητάς τους, αλλά και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο σε ποια στοιχεία στηρίχθηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414).  Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371 Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1998) 3 ΑΑΔ 270).»

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι ενήλικος υπήκοος Νιγηρίας. Συμπλήρωσε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 04/11/2021 και παρέλαβε βεβαίωση υποβολής της αίτησής του στις 05/11/2021. Κατά την υποβολή της αίτησής του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε πως κατάγεται από την πολιτεία Edo της Νιγηρίας και ότι ήταν λογιστής και μεταφραστής σε εταιρεία της Νιγηρίας. Δήλωσε πως ήρθε στη Δημοκρατία για ασφάλεια και προστασία, καθότι η οικογένειά του τον έχει αποκληρώσει, λόγω αιμομιξίας που διέπραξε με μία μακρινή ξαδέρφη του (με την θυγατέρα του ξάδερφου του πατέρα του). Λόγω του παραπτώματός του αυτού, έπρεπε να υποβληθούν σε ένα τελετουργικό της φυλής Esan, σύμφωνα με το οποίο εάν αποδεικνυόταν η ενοχή τους θα πέθαιναν. Στις 11 Απριλίου του 2021 ισχυρίστηκε ότι η ξαδέρφη του απεβίωσε μετά το τελετουργικό και κηδεύτηκε την ίδια ημέρα.  Ακολούθως κλήθηκε και ο ίδιος από τους πρεσβύτερους για να υποβληθεί στην εν λόγω τελετουργία, αλλά κατάφερε να ξεφύγει προβάλλοντας την δικαιολογία ότι είχε εργασία και τους είπε ότι θα επέστρεφε στις 27 Αυγούστου. Αντ’ αυτού, μετέβη στην Abuja από όπου αναχώρησε με προορισμό τη Δημοκρατία, λόγω φόβου για τη ζωή του.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Lagos, αλλά οι γονείς του κατάγονται από την πολιτεία Edo. Είναι ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέρφια του και ο μοναδικός υιός. Η μητέρα του είναι επιχειρηματίας, ιδιοκτήτρια δύο καταστημάτων και ο πατέρας του έχει αφυπηρετήσει από το ναυτικό της Νιγηρίας και διατηρεί επιχείρηση με λεωφορεία. Η οικογένειά του διαμένει στην περιοχή Badagry της πόλης Lagos και διατηρεί καλές σχέσεις μαζί τους.  Άρχισε να εργάζεται το 2020 ως λογιστής και μεταφραστής σε μία κινέζικη εταιρεία (CNBM) στην πόλη Abeokuta της πολιτείας Ogun για ένα χρόνο και στη συνέχεια τον μετέφεραν στην πόλη Ijebu Ode της ίδιας πολιτεία για μερικούς μήνες. Κατά τη διάρκεια της αφήγησής του,  ο Αιτητής ανέφερε ότι ο κύριος λόγος που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του ήταν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε από την κοινότητα του χωριού Uromi της πολιτείας Edo, λόγω αιμομικτικής σχέσης που είχε ο ίδιος με την ξαδέρφη του. Ισχυρίστηκε ότι η ξαδέρφη του έμενε δώδεκα ώρες μακριά από το Lagos και ότι την συνάντησε τον Ιανουάριο του 2019, όταν απεβίωσε η γιαγιά του και έπρεπε να μεταβεί στο χωριό. Ανέφερε πως διατηρούσαν σχέση για δύο χρόνια και τον Ιανουάριο του 2021 οι κάτοικοι του χωριού τον κάλεσαν. Στις 11 Απριλίου της ίδιας χρονιάς πληροφορήθηκε από τον πατέρα του ότι η ξαδέρφη του απεβίωσε λόγω θεμάτων με το ήπαρ της. Ο ίδιος εικάζει ότι δηλητηριάστηκε κατά τη διάρκεια τελετουργίας στην οποία υποβλήθηκε εξαιτίας της σχέσης που διατηρούσαν. Σε σχετική ερώτηση, ο Αιτητής δήλωσε πως τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένειά του είναι Χριστιανοί και έχει ανατραφεί με διαφορετικές πεποιθήσεις απ’ ότι οι πρόγονοί του, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι ο παππούς του έκανε θυσίες σκυλιών. Επιπλέον, δήλωσε πως ο λόγος που διεξάγονται τέτοιου είδους τελετουργίες είναι για πνευματική κάθαρση και ο απώτερος σκοπός τους είναι η διατήρηση της κουλτούρας και της παράδοσης Esan. Σε σχετική ερώτηση ανέφερε ότι δέχτηκε ανώνυμες κλήσεις από άγνωστο αριθμό, γεγονός το οποίο ήταν τρομακτικό για τον ίδιο. Ισχυρίστηκε πως δεν παρευρέθηκε στη τελετουργία και κρύφτηκε για διάστημα πέντε μηνών στο δάσος, στη πολιτεία Ogun. Με τη βοήθεια του ατζέντη του και των συναδέλφων του, ανέφερε ότι κατάφερε να επιβιώσει εκείνους τους μήνες, μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.

Στην εισήγηση του ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε συνολικά τρεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, ο δεύτερος ισχυρισμός το ότι ο Αιτητής διατηρούσε σχέση με την ξαδέρφη του και ο τρίτος ισχυρισμός αφορούσε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Αιτητής με την κοινότητα του χωριού Uromi, της πολιτείας Edo, λόγω πιθανής πραγματοποίησης τελετουργίας εξαιτίας της αιμομιξίας που διέπραξε με την ξαδέρφη του.

Ο πρώτος εξ’ αυτών, ο οποίος αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή έγινε δεκτός, καθώς ο Αιτητής προσκόμισε έγγραφο διαβατηρίου της χώρας του και οι δηλώσεις του διασταυρώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ενώ δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου.

Αποδεκτός έγινε και ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητής περί σχέσης που είχε ο  Αιτητής με  ξαδέρφη του (θυγατέρα του ξαδέρφου του πατέρα του), καθότι κρίθηκε από τον λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ως αξιόπιστος. Συγκεκριμένα, κατέγραψε στην εισήγησή του ότι ο Αιτητής κατά την αφήγησή του ανέφερε ότι η ξαδέρφη του μένει 12 ώρες μακριά από το σπίτι του και ότι η πρώτη τους γνωριμία έγινε το 2019, με αφορμή την κηδεία της γιαγιάς του όπου έγινε στο χωριού Uromi στην πολιτεία Edo και έκτοτε άρχισαν να επικοινωνούν. Όπως ανέφερε ο ίδιος, υπήρχε εξαρχής χημεία μεταξύ τους και άρεσε ο ένας στον άλλον. Ερωτηθείς πόσο διήρκησε η σχέση τους, ο Αιτητής ανέφερε πως η σχέση τους για δύο χρόνια ήταν περιστασιακή, ξεκινώντας από το 2019. Λόγω της ιδιωτικής φύσης του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σημείωσε ότι δεν μπορεί να εξακριβωθεί από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Ο τρίτος ωστόσο ισχυρισμός του Αιτητή σχετικά με το ότι αντιμετωπίζει φόβο κατά της ζωής του λόγω πιθανής πραγματοποίησης τελετουργίας εξαιτίας της σχέσης που είχε με την ξαδέρφη του, έτυχε απόρριψης, καθότι ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες και ότι οι ισχυρισμοί του χαρακτηρίζονται από έλλειψη ευλογοφάνειας. Συγκεκριμένα, ο λειτουργός προέβη στην καταγραφή των πιο κάτω σημείων, βάσει των οποίων δημιουργήθηκαν αμφιβολίες ως προς το αληθές των ισχυρισμών του Αιτητή. Όταν  ζητήθηκε από τον Αιτητή να αναφέρει λεπτομέρειες σχετικά με τη σχέση που είχε με τη ξαδέρφη του, ο ίδιος ανέφερε μόνο την γνωριμία τους και πως η σχέση τους ήταν περιστασιακή. Περαιτέρω, όταν έγινε αναφορά στον θάνατο της ξαδέρφης του, ο Αιτητής δεν έδωσε αρκετές πληροφορίες σε σχέση με το θάνατό της, ισχυριζόμενος πως ο ίδιος δεν γνωρίζει λεπτομέρειες για το τι ακριβώς συνέβη και πως πέθανε. Ισχυρίστηκε ότι ήταν ο πατέρας του ήταν εκείνος που τον ενημέρωσε για το θάνατό της και βασιζόμενος σε εικασίες, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ξαδέρφη του πέθανε εξαιτίας της τελετουργίας, από πρόβλημα στο συκώτι που προέκυψε από πιθανή δηλητηρίαση. Πρόσθεσε ότι η ξαδέρφη του υποβλήθηκε σε θεραπείες, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει επαρκείς λεπτομέρειες για τις θεραπείες αυτές. Υποστήριξε πως όλα όσα γνωρίζει για το θάνατο της ξαδέρφης του, είναι βασισμένα στα λεγόμενα του πατέρα του. Ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι αναμένονταν από τον Αιτητή να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες σε σχέση με τον θάνατο της ξαδέρφης του, καθότι υπήρξε το καθοριστικό γεγονός, το οποίο του προκάλεσε όπως ισχυρίστηκε προβλήματα με την κοινότητα και κατ’ επέκταση τον κατ’ ισχυρισμό φόβο για τη ζωή του.

 

Επιπρόσθετα, ερωτηθείς εάν γνωρίζει για τις τελετές των Esan, για τα μέλη της ομάδας και τον αρχηγό τους, ο Αιτητής δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση αναφέροντας πως, εφόσον δεν μεγάλωσε στο χωριό Uromi, δεν γνωρίζει ακριβώς τις παραδόσεις τους, δίνοντας γενικές και υποθετικές απαντήσεις. Επιπλέον, στο τέλος της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι τα περισσότερα στα οποία αναφέρθηκε δεν μπορούν να ανευρεθούν διαδικτυακά. Όταν του επεσήμανε ο λειτουργός ότι έγκυρες πηγές υποστηρίζουν ότι η παράδοση των Esan αφορά την τελετή του γάμου και όχι τελετουργίες που αφορούν θυσίες, ο Αιτητής δεν έδωσε σαφή, κάνοντας αναφορές σε γενικά παραδείγματα και στο ότι η χώρα του έχει πολλές εθνοτικές ομάδες. Επίσης, ενώ αρχικά ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η κοινότητα του χωριού τον κάλεσε για να παρευρεθεί στην τελετουργία, στη συνέχεια διαφοροποίησε τον ισχυρισμό του, αναφέροντας ότι ο πατέρας του ήταν εκείνος που τον ενημέρωσε για τα πάντα.

 

Ο λειτουργός επεσήμανε περαιτέρω έλλειψη ευλογοφάνειας στους ισχυρισμούς του Αιτητή, όταν στην ερώτηση για το πως έχει την πεποίθηση ότι θα πεθάνει εάν υποβληθεί στην τελετουργία, ανέφερε ότι απλά το γνωρίζει και ότι ο πατέρας του τον συμβούλεψε να αναχωρήσει από τη χώρα. Ανέφερε πως η ξαδέρφη του απεβίωσε τον Απρίλιο του 2021 και ότι ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα του τον Σεπτέμβριο του 2021, διάστημα κατά το οποίο κρυβόταν στο δάσος, στη πολιτεία Ogun, έχοντας πρώτα εξασφαλίσει άδεια τεσσάρων μηνών από την εργασία του. Οι εργοδότες του γνωρίζουν ότι αναχώρησε  λόγω σπουδών .  Συνέχισε λέγοντας ότι ο ατζέντης του και οι συνάδελφοι του τον βοήθησαν να επιβιώσει εκείνη την περίοδο, χωρίς όμως να γνωρίζουν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε.

 

Επιπρόσθετα, ο λειτουργός σημείωσε στην εισήγησή του ότι ο Αιτητής δεν έδωσε οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά με τα προβλήματα και τις απειλές που έλαβε από την κοινότητα του χωριού. Ενώ ισχυρίστηκε πως φοβάται για τη ζωή του λόγω πιθανής πραγματοποίησης της τελετουργίας, εντούτοις δεν έκανε συγκεκριμένη αναφορά στα προβλήματα που αντιμετώπισε,  αναφέροντας μόνο πως έλαβε ανώνυμες κλήσεις. Ερωτηθείς κατά πόσο προσπάθησε να προστατέψει τον εαυτό του ζητώντας βοήθεια από τις αρχές, ο Αιτητής έδωσε αόριστες απαντήσεις, υποστηρίζοντας ότι ο πατέρας του τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που χρησιμοποίησε ο αρμόδιος λειτουργός, στις οποίες ανέτρεξε και το παρόν Δικαστήριο, διαπιστώθηκε πως το σύστημα ποινικού δικαίου της Νιγηρίας χαρακτηρίζεται από πλουραλισμό, καθότι συνυπάρχουν το αγγλικό κοινό δίκαιο, το ισλαμικό δίκαιο (Sharia) σε 12 βόρειες πολιτείες και το Ισλαμικό δίκαιο. Στις 12 βόρειες πολιτείες, με βάση το δίκαιο της Sharia, η θανατική ποινή εφαρμόζεται σε διάφορα αδικήματα, ανάμεσα σε αυτά και η αιμομιξία.[1] Επιπλέον, κατόπιν έρευνας του λειτουργού, διαπιστώθηκε ότι το άρθρο 33 του νόμου περί γάμου  στη Νιγηρία απαγορεύει τις σχέσεις και τον γάμο μεταξύ ατόμων που έχουν εξ αίματος συγγένεια. Οι αιμομιξίες απαγορεύονται στο Matrimonial Causes Act του Ομοσπονδιακού Νόμου της Νιγηρίας (LFN) 1990, όπου παρατίθενται οι απαγορευμένοι βαθμοί συγγένειας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται αυτοί μεταξύ πατέρα και θυγατέρας, μητέρα και υιού, αδελφού και αδελφής, θείου και θείας και ανιψιάς και ανιψιού. Το άρθρο 214 (3) του νόμου περί Ποινικού Κώδικα (νόμος που ισχύει και καλύπτει όλες τις περιοχές της Νιγηρίας) ορίζει τουλάχιστον 14 χρόνια φυλάκιση για όσους αποδειχθούν ένοχοι για αιμομικτική σχέση.[2] Πηγή στην οποία ανέτρεξε ο αρμόδιος λειτουργός επισημαίνει ότι παρά την μακροπρόθεσμη επίδραση του Χριστιανισμού, οι Esan διατηρούν σε μεγάλο βαθμό την παράδοσή τους, με τη μορφή λατρείας των προγονικών πνευμάτων και άλλων θεών, χωρίς ωστόσο οποιαδήποτε αναφορά σε τελετουργίες θυσίας και αφαίρεση ανθρώπινης ζωής. Σχετικά με τις παραδόσεις των κατοίκων Esan της πολιτείας Edo, πηγές αναφέρονται συχνά στις τελετές γάμου που διεξάγονται, καθώς επίσης στις καλλιέργειες και στον στρατό τους.[3] Έρευνα της EASΟ αναφέρει ότι τελετουργίες, οι οποίες περιλαμβάνουν ανθρωποθυσίες ή αίμα σε τελετουργίες είναι ενάντια στο νόμο της Νιγηρίας και όταν υπάρχουν τέτοια περιστατικά, οι αρχές προχωρούν σε συλλήψεις και αυστηρές ποινές.[4]

 

Συνεκτιμώντας την αξιολόγηση τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή που αφορά φόβο για τη ζωή του από την κοινότητα του χωριού Uromi, της πολιτείας Edo λόγω πραγματοποίησης τελετουργίας ως συνέπεια της αιμομικτικής σχέσης που είχε με την ξαδέρφη του δεν γίνεται αποδεκτός, καθότι τα ευρήματα της έρευνας δεν επιβεβαιώνουν τα όσα ισχυρίζεται ο Αιτητής, ενώ οι δηλώσεις του ιδίου χαρακτηρίζονται από ανεπαρκείς λεπτομέρειες, ασάφειες και έλλειψη ευλογοφάνειας.

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης ή κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής. Αναφορικά με τη σχέση που είχε ο Αιτητής με την ξαδέρφη του, παρόλο που έγινε αποδεκτός, ωστόσο με βάση τα ευρήματα από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και την αξιολόγηση των υπόλοιπων ισχυρισμών του Αιτητή, κρίθηκε ότι δεν προκύπτουν ενδείξεις για μελλοντικό κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης για τον Αιτητή. Η δε κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Lagos, τόπο γεννήσεως και συνήθους διαμονής του Αιτητή, διαφάνηκε, βάσει πληροφοριών που προέκυψαν κατόπιν σχετικής έρευνας, ότι δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να επηρεαστεί μόνο με την παρουσία του εκεί.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, και ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε προσφυγικό καθεστώς υπό την έννοια του Άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου συνήγαγε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο  φόβο δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο ανωτέρω άρθρο, αφού οι συνδεόμενοι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν στο σύνολό τους. Ως εκ τούτου, το ενδεχόμενο εκχώρησης προσφυγικού καθεστώτος στο πρόσωπό του απορρίφθηκε. Περαιτέρω καμία αναφορά δεν έκανε σχετικά με τις αρχές της χώρας του ήτοι ότι διατρέχει οποιοδήποτε κίνδυνο προερχόμενο από αυτές . 

Σε σχέση με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε, αρχικά, ότι βάσει του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε δεκτός, ήτοι η ταυτότητα και η καταγωγή του, δεν προκύπτουν λόγοι εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, πιθανολογείται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης υπό την έννοια των Άρθρων 19 (2) (α) και (β), καθώς δεν έγινε δεκτός οποιοσδήποτε ισχυρισμός που θα δικαιολογούσε την υπαγωγή του στα ανωτέρω άρθρα.

Αναφορικά δε με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή στο Άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο  αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε σχετική έρευνα αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, με βάση τον αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι την πολιτεία Lagos. Επί τούτου, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε έρευνα κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη λόγω αδιάκριτης βίας. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν  μπόρεσε να θεμελιώσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης υπό την έννοια του Άρθρου 19 (2) (γ) και συνεπώς το αίτημά του απορρίφθηκε και ως προς την πιθανότητα υπαγωγής του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους.

Έχω εξετάσει με προσοχή τις απαντήσεις που ο Αιτητής έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ενώ ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.

Καταρχάς κρίνω ότι, ορθά ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαπίστωσε και κατέγραψε στην εισηγητική του έκθεση, η οποία υιοθετήθηκε από τoν εξουσιοδοτημένo από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, ούτε στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

Συγκεκριμένα, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό αναφορικά με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, αφού  δεν προέκυψε κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου και προς επίρρωση των ισχυρισμών του,ο Αιτητής προσκόμισε επίσημο ταυτοποιητικό έγγραφο από τη χώρα καταγωγής του (διαβατήριο), στο οποίο αναγράφεται ως τόπος γεννήσεως η πόλη Lagos.

 Η Υπηρεσία Ασύλου αποδέχτηκε τον ισχυρισμό του Αιτητή περί σχέσης με ξαδέρφη του, καθότι κατά τη κρίση της  υπήρξε συνοχή στην αφήγησή του. Σε σχέση με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του λόγω φόβου για τη ζωή του από πιθανή πραγματοποίηση τελετουργίας εξαιτίας της σχέσης που διατηρούσε με την θυγατέρα του ξάδερφου του πατέρα, ορθά οι δηλώσεις του Αιτητή αξιολογήθηκαν ως ασυνεπείς, αόριστες, ασαφείς και μη ευλογοφανείς για τους λόγους που αναλύθηκαν εκτενώς στην προσβαλλόμενη. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση σε  να παραθέσει σαφείς και λεπτομερείς περιγραφές και στην ουσία περιορίστηκε σε ένα αόριστο αφήγημα. Επιπρόσθετα, κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής του αξιοπιστίας, το Δικαστήριο εντόπισε ακόμη μία αντίφαση στους ισχυρισμούς του Αιτητή, η οποία εγείρει σοβαρά ερωτηματικά ως προς τη γνησιότητα του αιτήματός του. Συγκεκριμένα, ενώ σε αρχικό στάδιο της συνέντευξης ισχυρίστηκε ότι προτού αναχωρήσει από τη Νιγηρία, πήρε ένα μήνα άδεια από την εργασία του, διάστημα κατά το οποίο διέμενε σε ξενοδοχείο στην Abuja, σε μεταγενέστερο στάδιο διαφοροποίησε τον αρχικό του ισχυρισμό, αναφέροντας ότι κρυβόταν για περίοδο τεσσάρων με πέντε μηνών στο δάσος όπου επιβίωνε με την βοήθεια του ατζέντη και των συναδέλφων του. Την  αμφισβήτηση της  αξιοπιστίας των λεγομένων του Αιτητή επιβεβαιώνουν και τα ευρήματα της έρευνας που διενήργησε ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, τα οποία έρχονται σε αντίφαση με τα όσα δήλωσε ο Αιτητής, καθότι οι παραδόσεις των Esan πρεσβεύουν την λατρεία των προγόνων, τις τελετές γάμου και άλλες πολιτισμικές παραδόσεις και δεν περιλαμβάνουν τελετές αφαίρεσης ανθρώπινης ζωής. Επιπρόσθετα, κατόπιν συμπληρωματικής έρευνας του Δικαστηρίου διαπιστώνεται ότι η κατ’ ισχυρισμό σχέση του Αιτητή με την θυγατέρα του ξαδέρφου του πατέρα του και επομένως δευτέρου βαθμού ξαδέρφη του, δεν εμπίπτει στη λίστα με τους απαγορευμένους βαθμούς συγγένειας με βάση τη νομοθεσία περί γάμου της Νιγηρίας.[5] [6] Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.  Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ’ οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.[7]

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο γέννησης και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Lagos, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Στην τελευταία έκδοση καθοδηγητικής έκθεσης (Country Guidance) για τη Νιγηρία διαπιστώνεται ότι στην πολιτεία Lagos, ως έχει κατηγοριοποιηθεί, δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά από περιστατικά που συνιστούν απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.[8]

Προκειμένου να ολοκληρωθεί η εικόνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθούν και ορισμένα αριθμητικά δεδομένα. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από 20/10/2022 έως 20/10/2023, καταγράφηκαν στην πόλη Lagos  130 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 58 ανθρώπων. Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 30 εξεγέρσεις/ταραχές (riots), 40 διαμαρτυρίες (protests) και 60 περιστατικά βίας κατά πολιτών και 30 μάχες (battles).[9] Δεδομένου δε ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Lagos ανέρχεται στα 15,946,000 (2023)[10], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή (58 ανθρώπινες απώλειες) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του στο Lagos της Νιγηρίας, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής, υψηλού μορφωτικού επιπέδου, με  υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο γέννησης και συνήθους διαμονής του και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Νιγηρία ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις. 

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.

Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/2023 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία) ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

 Ωστόσο διακρίνω διάσταση ως προς την διαδικασία εξέτασης της αίτησης για διεθνή προστασία και την αναφορά του λειτουργού που ετοίμασε την έκθεση /εισήγηση, στην ταχύρριθμη διαδικασία εξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 12Δ(1,2 και 4(β)) του περί Προσφύγων Νόμου και την απόφαση του αρμόδιου εξουσιοδοτούμενου λειτουργού που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση ο οποίος αναφέρεται στο άρ. 13 (2)(δ) του εν λόγω Νόμου που αφορά  στη κανονική διαδικασία εξέτασης της αίτησης .

Λαμβανομένου όμως υπόψη οτι ο συνήγορος του Αιτητή κανέναν νομικό ισχυρισμό δεν προέβαλε ως προς τούτο και  προφανώς  δεν επηρεάζεται δυσμενώς ο Αιτητής λόγω αυτού  ,το Δικαστήριο δεν θα προχωρήσει σε περαιτέρω εξέταση .

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

  Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EASO, Country Guidance: Nigeria Common analysis and guidance note, October 2021, σ. 91

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf

[2] The Cable Lifestyle, “Effects of incest on the family structure in Nigeria”, March 2020

https://lifestyle.thecable.ng/effects-of-incest-on-the-family-structure-in-nigeria/

[4] EASO, Country of Origin Information Report: Nigeria Targeting of individuals, November 2018, σ. 113-114

 https://www.ecoi.net/en/file/local/2001375/2018_EASO_COI_Nigeria_TargetingIndividuals.pdf

 

[5] EUAA, COI QUERY - Country of Origin NIGERIA, Treatment of persons accused of incest in the Lagos State, 1 January 2021 to 11 July 2023, σ. 2

https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q18_Nigeria_Treatment_of_persons_accused_of_incest_Lagos_State.pdf

[6] Matrimonial Causes Act - Chapter 220 - Laws of the Federation of Nigeria 1990, First Schedule – Section 3: Prohibited Degrees of Consanguinity and Affinity

 http://www.commonlii.org/ng/legis/num_act/mca197/

 

[7] Βλ. EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) - Δικαστική Ανάλυση, Δεκέμβριος 2014, σελ. 29 - σημείο 1.8. Γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής: χώρα / περιοχή / περιφέρεια, και σελ. 30 - σημείο 1.8.1. Προσδιορισμός της περιοχής καταγωγής (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)

[9] ACLED -DISAGGREGATED DATA COLLECTION – ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project

https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 20/10/2022-20/10/2023, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Explosions / Remote violence/ Riots και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western AfricaNigeria Lagos


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο