
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 6963/2021
30 Σεπτεμβρίου, 2024
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Κ.C.Τ
από Καμερούν
Αιτητής,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας,
μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών
Καθ' ων η αίτηση
Δικηγόρος για Αιτητή: Μ. Μπαγιαζίδου (κα)
Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Π. Δημητρίου (κα) για Α. Δημητρίου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 21.08.2021, με την οποίαν απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σκιαγραφώντας τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»), διαφαίνονται τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, το οποίο εγκατέλειψε στις 19.09.2018 και εισήλθε στις 24.09.2018 στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, υποβάλλοντας αυθημερόν αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 16.03.2021, διενεργήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO νυν EUAA στο εξής αναφερόμενη ως «EASO» ), ο οποίος στις 06.08.2021 υπέβαλε σχετική Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε στις 21.08.2021 από τον ασκούντα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και με επιστολή η οποία φέρει ημερομηνία 29.09.2021 ο Αιτητής ενημερώθηκε για την απόρριψη της αίτησής του στις 30.09.2022. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου του, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής ισχυρίζεται, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και ότι θα έπρεπε να παρασχεθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Υποστηρίζει ότι οι Καθ΄ων η αίτηση κατέληξαν στην απόρριψη της συμπληρωματικής προστασίας χωρίς να αντλήσουν καθοδήγηση από έγκυρες πηγές και πως δεν εξέτασαν ότι με την απέλαση του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του θα εκτεθεί σε μεταχείριση που απαγορεύεται από τα άρθρα 2 και 3 της ΕΣΔΑ. Επιπλέον, ο Αιτητής προωθεί, δια της συνηγόρου του, τη θέση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης, και ότι η επίδικη πράξη είναι μη επαρκώς, δεόντως και νομίμως αιτιολογημένη.
Από την πλευρά τους, οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται ότι η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση έχει ληφθεί νόμιμα και ορθά, σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις, τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, των Κανονισμών και των Γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση, κατ' εφαρμογή των αρχών του Διοικητικού Δικαίου και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Καταρχάς, μελετώντας την γραπτή αγόρευση του Αιτητή, παρατηρώ ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει καθώς και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, αποτελούν (στην πλειονότητα τους τουλάχιστον) επαρκή εξειδίκευση των νομικών σημείων που προωθεί ο Αιτητής. Περαιτέρω, παραθέτει επαρκή επιχειρηματολογία προς υποστήριξη εκάστου νομικού λόγου, με παραπομπή και σε σχετική νομολογία, ενώ, δομικά, η αγόρευσή του συνάδει και με την επιταγή του Κανονισμού 8 του περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού (Αρ.1) του 2015[3], ως προς τη συνοπτική παρουσίαση του «σκελετού» των επιχειρημάτων στη βάση των νομικών σημείων που προσδιορίζονται στο δικόγραφο της προσφυγής του.
Σε κάθε περίπτωση, ενόψει της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτή, σε συνάρτηση και με τους ισχυρισμούς που προωθούνται από τον Αιτητή. Επισημαίνω ότι, ενόψει του γεγονότος ότι οι ισχυρισμοί του αφορούν στην ουσία του αιτήματός του, αυτοί θα εξεταστούν ενιαία.
Επί της ουσίας της προσφυγής σε συνάρτηση και με τους λόγους ακυρώσεως που προωθούνται από τον Αιτητή
Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[2].
Ως εκ τούτου, έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων και ισχυρισμών που τέθηκαν ενώπιόν του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των θέσεων των διαδίκων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ειδικότερα, ο Αιτητής στο πλαίσιο της αίτησής του, αναφορικά με τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του κατέγραψε ότι στις 20.05.2018, η πόλη καταγωγής του κάηκε από το στρατό του Καμερούν. Ο πατέρας του ήταν πολίτης της Ambazonias (Ambazonia citizen), ο οποίος επιθυμούσε τον διαχωρισμό από τις γαλλόφωνες περιοχές, προσθέτοντας ότι ο στρατός σκότωσε τη νεολαία του τόπου καταγωγής του προκειμένου να μην κινητοποιηθούν και συγκροτήσουν στρατό. Καταληκτικά κατέγραψε ότι διέφυγε σε προσφυγικό καταυλισμό στη Νιγηρία, όπου παρέμεινε ορισμένους μήνες, αλλά οι Νιγηριανοί τους έστειλαν πίσω στο Καμερούν και όσοι επέστρεψαν φυλακίστηκαν ή σκοτώθηκαν από το στρατό.
Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης που διενεργήθηκε από τον λειτουργό της EASO, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του την πόλη Belo, προσθέτοντας ότι για περίοδο 3 ετών από το έτος 2014 έως 2017, διέμενε στη πόλη Bamenda. Είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ενώ φοίτησε για δυο έτη στο Εθνικό Πολυτεχνείο της Bamenda, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Ως προς το θρήσκευμα του δήλωσε βαπτιστής χριστιανός, ενώ ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Η μητέρα του έχει αποβιώσει και ο πατέρας διαβιεί Bamenda και έχει 5 αδέλφια με τον Αιτητή να έχει επικοινωνία με τα μέλη της οικογένειας του. Ως προς το επαγγελματικό του προφίλ δήλωσε ότι ασχολείτο με το ποδόσφαιρο και από το έτος 2017 ήταν αντιπρόσωπος MTN. Αναφορικά με την παραμονή του στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, δήλωσε ότι με τη βοήθεια του θείου του, ήρθε σε επαφή με ένα φίλο του, ο οποίος τον υποχρέωσε να πουλήσει ναρκωτικά προκειμένου να καλύψει τα χρήματα που χρωστούσε.
Ως προς την ουσία του αιτήματος, σύμφωνα με τις δηλώσεις του εργαζόταν ως αντιπρόσωπος MTN από τον Αύγουστο του 2017 έως τις 19.05.2018 και πραγματοποιούσε συναλλαγές μεταξύ του στρατού και των επαναστατών - Αmbazonians. Εξειδικεύοντας, ανάφερε ότι υπήρξε μεσολαβητής σε συναλλαγές Bitcoin μεταξύ αγγλόφωνων στρατιωτικών, οι οποίοι προμήθευαν σφαίρες τους επαναστάτες στη βορειοδυτική περιοχή. Ο ίδιος κατέγραφε οιανδήποτε συναλλαγή που πραγματοποιούσε σε ένα βιβλίο. Όταν οι επαναστάτες άρχισαν να εκβιάζουν τους στρατιωτικούς, οι οποίοι τους προμήθευαν τις σφαίρες, ότι θα διαρρεύσουν τις πληροφορίες στη κυβέρνηση, αντιλήφθηκαν ότι ο Αιτητής είχε στη κατοχή του το βιβλίο με τις συναλλαγές. Εξαιτίας αυτού του βιβλίου, ο Αιτητής έγινε στόχος τόσο από τον στρατό οι οποίοι ήθελαν την καταστροφή του βιβλίου όσο και από τους επαναστάτες οι οποίοι διεκδικούσαν την κατοχή του βιβλίου. Αρχικά, ο Αιτητής δεν γνώριζε ότι βρισκόταν σε κίνδυνο μέχρι που ενημερώθηκε από ένα φίλο του, επαναστάτη, ο οποίος του ανέφερε ότι θα επιτεθούν στο περίπτερο του Αιτητή, όπου πραγματοποιούνταν οι συναλλαγές. O Αιτητής πρόσθεσε ότι ο φίλος του σκοτώθηκε από τους επαναστάτες διότι τον υποπτεύθηκαν ότι έδινε πληροφορίες στον Αιτητή, ενώ οι επαναστάτες θεωρούσαν τον Αιτητή “black leg”, δηλαδή άτομο που μετέφερε πληροφορίες στον εχθρό. Ισχυρίστηκε ότι η οικία του πατέρα του κάηκε στις 20.05.2018 μετά από σύγκρουση του στρατού και των Αmbazonians στη περιοχή και ακολούθως, ο Αιτητής με διέφυγε στη Νιγηρία, όπου παρέμεινε για τρείς μήνες και στη συνέχεια επέστρεψε και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του νόμιμα από το αεροδρόμιο της Douala. Ερωτηθείς ως προς τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι η έρευνα αναφορικά με τους στρατιωτικούς που προμήθευαν τους επαναστάτες σφαίρες συνεχίζεται και ότι εάν επιστρέψει θα τον σκοτώσουν.
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Έχοντας παραθέσει τους ισχυρισμούς του Αιτητή, ως αυτοί αναπτύχθηκαν σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, προχωρώ τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από τo λειτουργό της EASO.
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο λειτουργός EASO διέκρινε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο δεύτερος σχετικά με τις διευκολύνσεις που παρείχε ο Αιτητής σε συναλλαγές μεταξύ αγγλόφωνων στρατιωτικών και επαναστατών για σφαίρες και ότι ο ίδιος ήταν στόχος και των δυο πλευρών όταν οι συναλλαγές έπαυσαν και ο τρίτος αναφορικά με το κάψιμο της οικίας του πατέρα του Αιτητή στις 20.05.2018 λόγω σύγκρουσης στη γειτονιά του.
Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι πληρείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του πρώτου ισχυρισμού και ως εκ τούτου τον έκανε αποδεκτό. Όσο αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή αυτός απορρίφθηκε καθώς κρίθηκε ότι η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν τεκμηριώθηκε. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς, πλήρεις και συνεπείς δηλώσεις ως προς τον ισχυρισμό του. Ιδίως, ο τρόπος με τον οποίο ο Αιτητής γνώριζε ότι ο στρατός έδινε σφαίρες στους επαναστάτες ήταν απροσδιόριστος και μη αναλυτικός, περιγράφοντας ότι το αντιλήφθηκε από τους επαναλαμβανόμενους αριθμούς τηλεφώνου που διατηρούσε στο βιβλίο όπου κατέγραφε τις συναλλαγές καθώς και μετά την έναρξη της επίσημης έρευνας τον Μάιο του 2018, όταν συνειδητοποίησε τι συνέβαινε (βλ. ερυθρά 55-1χ, 54-1χ του δ.φ.). Κρίθηκε περαιτέρω πως ο Αιτητής δεν παρείχε συνεκτικές απαντήσεις σχετικά με το πώς ο στρατός ή οποιοσδήποτε άλλος γνώριζε για το βιβλίο όπου περιείχε ευαίσθητες πληροφορίες, δηλώνοντας ότι το βιβλίο ήταν πάντα πάνω από τον πάγκο του όταν κάποιος ερχόταν για μια συναλλαγή. Κληθείς να εξηγήσει πως αντιλήφθηκε ότι οι στρατιωτικοί τον ερευνούσαν, ο Αιτητής δήλωσε ότι του το είπε ο φίλος του (βλ. ερυθρό 53-1χ του δ.φ.). Χωρίς συνοχή αξιολογήθηκαν και οι δηλώσεις του αναφορικά με το εν λόγω βιβλίο που διατηρούσε τις πληροφορίες συναλλαγών, ισχυριζόμενος ότι μόνο ο φίλος του γνώριζε ότι κατείχε αυτές τις πληροφορίες, ενώ ερωτηθείς πως ο στρατός γνώριζε για το περιεχόμενο αυτού, δήλωσε ότι συχνά έγραφε τις πληροφορείες για να διασφαλίσει ότι οι πελάτες του γνωρίζουν τη συναλλαγή (βλ. ερυθρό 54-1χ του δ.φ.). Τέλος, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις σχέσεις του με τους «Ambazonians» και τον στρατό.
Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με κυβερνητικές καταστολές, τις επιπτώσεις στους αμάχους καθώς και τη χρήση κρυπτονομισμάτων από τους Ambazonians, οι οποίες συνάδουν με τις δηλώσεις του Αιτητή, ωστόσο λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας ο σχετικός ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας.
Αξιολογώντας τον τρίτο ισχυρισμό, ήτοι ότι η πατρική οικία κάηκε στις 20.05.2018 λόγω σύγκρουσης στη γειτονιά του, o λειτουργός έκρινε ότι πληρείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού. Οι αναφορές του Αιτητή ότι ολόκληρη η γειτονιά του κάηκε ως αντίποινα του στρατού προς τους Ambazonians, αξιολογήθηκαν ως συνεπείς (βλ. ερυθρά 50-1χ, 59-1χ του δ.φ.), ενώ κατά την εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός επιβεβαίωσε, μέσω πηγών πληροφόρησης, ότι αρκετά χωριά κάηκαν στη βορειοδυτική περιοχή του Καμερούν τον Μάιο του 2018.
Κατά την εξέταση του κινδύνου στα πλαίσια των ισχυρισμών που έγιναν δεκτοί ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη Βορειοδυτική περιοχή της χώρα καταγωγής του Αιτητή και κατέληξε ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποστεί βλάβη η οποία μπορεί να αναχθεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη άμα τη επιστροφή του στη Βορειοδυτική περιοχή της χώρα καταγωγής λόγω της γενικής κατάστασης.
Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση, ο λειτουργός EASO σημειώνει αρχικά ότι από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του Αιτητή, το προφίλ του και την αξιολόγηση κινδύνου, διαφάνηκε ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου για αναγνώρισή της ως πρόσφυγα. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ως προς την συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων (α) και (β) του άρθρου 15 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Προχωρώντας στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 15 παράγραφος (γ), ο αρμόδιος λειτουργός επισήμανε πως, επί τη βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στην Βορειοδυτική περιοχή, ήτοι στην περιοχή της συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος ο Αιτητής να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην Αγγλόφωνη περιοχή του Καμερούν με μόνη την παρουσία του εκεί. Περαιτέρω ο Αιτητής είναι νεαρός υγιής άνδρας, με επαγγελματική εμπειρία και οικογενειακό πλαίσιο στη πόλη Belo. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός εισηγήθηκε όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή και ως προς τη συμπληρωματική προστασία.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του λειτουργού της EASO όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Σε σχέση με την αξιολόγηση στην οποίαν προέβησαν οι Καθ' ων η αίτηση, διαφωνώ κατ' αρχάς ως προς τη διάκριση των ουσιωδών ισχυρισμών του Αιτητή. Έχοντας ενώπιόν μου τα πρακτικά των συνεντεύξεων του Αιτητή κρίνω ότι οι Καθ' ων η αίτηση, παρέλειψαν να εντοπίσουν και απομονώσουν ως ξεχωριστό ισχυρισμό του Αιτητή, τα όσα ο ίδιος ανέφερε ως προς τον εξαναγκασμό του να συμμετάσχει σε παράνομη δραστηριότητα στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Εντοπίζω συνεπώς έλλειψη δέουσας έρευνας, ως και η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή επισημαίνει, καθώς ένας ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή, εσφαλμένα, δεν απομονώθηκε και εν τέλει δεν εξετάστηκε.
Εν όψει ωστόσο της εξουσίας του παρόντος Δικαστηρίου για έλεγχο ορθότητας, θα προχωρήσω σε εκ νέου αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή, οι οποίοι φρονώ πως θα έπρεπε να είχαν διαμορφωθεί ως ακολούθως: (1) ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή, (2) ο Αιτητής εξαναγκάστηκε σε συμμετοχή σε παράνομη δραστηριότητα στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (3) ο Αιτητής διευκόλυνε τις συναλλαγές μεταξύ αγγλόφωνων στρατιωτικών και επαναστατών για σφαίρες και έγινε στόχος και των δυο πλευρών όταν οι συναλλαγές έπαυσαν και (4) το σπίτι του πατέρα του κάηκε στις 20.05.2018 λόγω συγκρούσεων γύρω από την γειτονιά του.
Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό, κρίνω ότι ορθά οι πρώτος και τέταρτος ουσιώδεις ισχυρισμοί του Αιτητή κρίθηκαν αξιόπιστοι, ευρήματα για τα οποία το Δικαστήριο δεν εντοπίζει λόγο διαφοροποίησης.
Αναφορικά με την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού όπως αυτός σχηματίσθηκε από το παρόν Δικαστήριο, ήτοι τον εξαναγκασμό σε συμμετοχή σε παράνομη δραστηριότητα του Αιτητή στις μη ελεγχόμενες από τη Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, επισημαίνω τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του δήλωσε ότι με βοήθεια του θείου του, ο οποίος ήρθε σε επαφή με ένα φίλο του που διαμένει στο βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμφώνησαν να τον βοηθήσει να ταξιδέψει (βλ. ερυθρό 62-1χ του δ.φ.). Παρέδωσε μέρος των χρημάτων σε ένα οικογενειακό μέλος του εν λόγω προσώπου, όπου διέμενε στο Καμερούν και ακολούθως το άτομο αυτό προέβη στις κατάλληλες ενέργειες και απέστειλε στον Αιτητή το εισιτήριο του. Κατά την είσοδο του στις μη ελεγχόμενες από τη Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, ο Αιτητής παρέδωσε στο εν λόγω πρόσωπο 50.000 φράγκα, τα οποία δεν κάλυπταν το αρχικό ποσό. Τότε, το εν λόγω πρόσωπο πήρε το διαβατήριο του Αιτητή, ενημερώνοντας τον ότι θα πρέπει να εργαστεί μέχρι να καλύψει το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό. Ο Αιτητής δήλωσε ότι την πρώτη νύχτα διανυκτέρευσε στην οικία του συγκεκριμένου προσώπου και την επόμενη ημέρα του υπέδειξε που θα έπρεπε να εργαστεί αναφέροντας του πως θα πρέπει να πωλεί ναρκωτικά στο δρόμο (βλ. ερυθρό 63 του δ.φ.). Οι αναφορές του Αιτητή ως προς τη διαδικασία ανταλλαγής χρημάτων και ναρκωτικών στο δρόμο υπήρξαν λεπτομερείς. Ο Αιτητής δήλωσε ότι μόνο μια ημέρα δούλεψε, ήτοι την 20η.09.2018 και μόλις έλαβε μερικά χρήματα από τους πελάτες, διέφυγε σε μια εκκλησία και με την βοήθεια ενός φροντιστή της εκκλησίας μετέβη στις ελεύθερες περιοχές. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, ο Αιτητής ανέφερε ότι παρέμεινε στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, για τρεις ημέρες (βλ. ερυθρά 63, 67 του δ.φ.), ήτοι μέχρι την 24η .09.2018.
Το Δικαστήριο, εξετάζοντας τα όσα αποτυπώθηκαν ανωτέρω και διαπιστώνοντας ότι ο Αιτητής φέρεται να έχει εκβιαστεί να εργαστεί υπό συνθήκες που μοιάζουν με ανθρώπινη εκμετάλλευση, καθώς του αφαιρέθηκε το διαβατήριό του και αναγκάστηκε να πωλεί ναρκωτικά για να αποπληρώσει το υπόλοιπο του χρέους, έκρινε σκόπιμο όπως προχωρήσει σε επανάνοιγμα της υπόθεσης και όπως υποβάλει ερωτήματα προς τον Αιτητή, προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο ο ίδιος να υπήρξε θύμα εμπορίας προσώπων.
Κατά την ακροαματική λοιπόν αυτή διαδικασία, ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο θείος του διευθέτησε το ταξίδι. Ερωτηθείς για τον «διακινητή» απάντησε ότι δεν τον θυμάται, ότι τον παρέλαβε από το αεροδρόμιο, δεν είχε οποιανδήποτε επικοινωνία μαζί του μετά την απόδραση και δήλωσε ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να τον εντοπίσει εάν επιστρέψει στο Καμερούν διότι δεν είναι υπήκοος Καμερούν. Επιπλέον, ανέφερε ότι μαζί με τον Αιτητή απέδρασαν και άλλα άτομα στην εκκλησία και ότι ο διακινητής σίγουρα αντιλήφθηκε ότι διέφυγαν.
Εξετάζοντας τα λεγόμενα του Αιτητή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας (δικαστικής και διοικητική) φρονώ πως εντοπίζονται αρκετές ασάφειες στο αφήγημά του. Ιδιαίτερα, ενώ παρατηρείται μια συνοχή στις δηλώσεις του ως προς ποιος τον έφερε σε επαφή με τον «διακινητή», τις λεπτομέρειες του ταξιδιού, πως εντάχθηκε στις παράνομες δραστηριότητες και ότι παρέμεινε στην οικία του διακινητή για μια μέρα και ακολούθως απέδρασε, εντούτοις παρουσιάζονται κενά και έλλειψη συνοχής ως προς τη διαφυγή του και την είσοδο του στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας. Καταρχήν, ουδεμία αναφορά γίνεται από τον Αιτητή ως προς το τι μεσολάβησε μεταξύ της 20ης και 23ης Σεπτεμβρίου, όταν και εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές παρά μόνο ανάφερε ότι μετέβη σε μια εκκλησία και ότι είχε στην κατοχή του λίγα χρήματα από την πώληση των ναρκωτικών του διακινητή (βλ. ερυθρό 61-1χ του δ.φ.). Παρ’ όλα αυτά ο Αιτητής δεν δίνει συγκεκριμένες πληροφορίες για το τι ακριβώς έκανε ή τι μεσολάβησε σε αυτό το διάστημα και πως κατέληξε στην εκκλησία, δημιουργώντας κατά τούτο ανακολουθίες στο αφήγημά του. Η αναφορά του ότι διέφυγε σε μια εκκλησία με τη βοήθεια ενός φροντιστή είναι μεν ξεκάθαρη, αλλά η έλλειψη πληροφοριών για τις ενέργειες του κατά τη διάρκεια της απόδρασής του, αφήνει σημαντικά κενά.
Πρόσθετα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής δεν έκανε καμία αναφορά ως προς το ότι απέδρασαν μαζί του και άλλα άτομα, σημείο το οποίο πρόσθεσε κατά την ακροαματική διαδικασία, γεγονός που δημιουργεί αμφιβολίες ως προς τη συνοχή της αφήγησής του. Αλλαγές στην αφήγηση, ιδιαίτερα σε τόσο κρίσιμα σημεία, μπορεί να θεωρηθούν ως προσπάθεια να προσαρμόσει την ιστορία του στις ερωτήσεις ή τα νέα δεδομένα που προκύπτουν.
Η δήλωση του Αιτητή ότι ο διακινητής δεν τον αναζήτησε, παρά το γεγονός ότι ο Αιτητής είχε στην κατοχή του χρήματα από παράνομες δραστηριότητες, εγείρει αμφιβολίες. Τούτο διότι, κρίνεται ως ασυνήθιστο ένας διακινητής να μην αναζητήσει κάποιον που του έχει κλέψει τα χρήματα, ιδιαίτερα από μια παράνομη συναλλαγή. Επίσης, η αδυναμία του Αιτητή να θυμηθεί βασικά στοιχεία για τον διακινητή, όπως η ταυτότητά του ή άλλες λεπτομέρειες, φαίνεται να είναι ανακολουθία, δεδομένου ότι είχε μια τόσο στενή εμπλοκή με αυτόν.
Στην ακροαματική διαδικασία ο Αιτητής αναφέρει ότι δεν θυμάται τον διακινητή και ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τον βρει, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι ο ίδιος πέρασε αρκετό χρόνο μαζί του. Η αδυναμία να παράσχει πιο λεπτομερείς πληροφορίες για ένα άτομο που τον εκμεταλλεύτηκε είναι αξιοσημείωτη και δημιουργεί αμφιβολίες.
Τα ανωτέρω θίγουν την αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή σε σημείο που το Δικαστήριο να μην είναι σε θέση να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας.
Εξετάζοντας τον τρίτο ισχυρισμό που αφορά τις διευκολύνσεις που παρείχε ο Αιτητής σε συναλλαγές μεταξύ αγγλόφωνων στρατιωτικών και επαναστατών για σφαίρες και ότι ήταν στόχος και των δυο πλευρών όταν οι συναλλαγές έπαυσαν, συντάσσομαι με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού. Πέραν των όσων καταγράφονται από τον αρμόδιο λειτουργό, παρατηρώ κάποιες περαιτέρω αντιφάσεις στις δηλώσεις του Αιτητή που εντείνουν την γενικότερη αναξιοπιστία του. Κατά την υποβολή της αίτησης του κατέγραψε ότι ο πατέρας του είναι πολίτης της Ambazonians (Ambazonia citizen) ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του (βλ. ερυθρό 56 του δ.φ.) ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του είναι γραμματέας του κυβερνώντος κόμματος CPDM. Κατά τα αρχικά στάδια της συνέντευξης του ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του διαβιεί στη Bamenda μετά την αποφυλάκιση του (βλ. ερυθρό 65 του δ.φ.), ενώ δεν αναφέρθηκε επί αυτού του στοιχείου ούτε κατά την ελεύθερη αφήγηση του ούτε κατά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις. Κατά την ακρόαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ερωτηθείς για τη σύλληψη του πατέρα του δήλωσε γενικά και χωρίς λεπτομέρειες, ότι συνελήφθη και παρέμεινε υπό κράτηση για περίοδο τεσσάρων (4) μηνών από τον στρατό διότι ήταν άνδρας και λόγω της επίθεσης των αποσχιστών στη περιοχή τους με τον στρατό να συλλαμβάνει αδιακρίτως. Πρόσθεσε ότι αφέθηκε ελεύθερος όταν ο στρατός αντιλήφθηκε ότι ο πατέρας του ήταν δάσκαλος σε δημόσιο σχολείο και δεν είχε κάποια σχέση με τους αποσχιστές. Επιπρόσθετα, παρατηρώ, έλλειψη ευλογοφάνειας ως προς τις δηλώσεις του σχετικά με το πότε έμαθε ότι ήταν στόχος τόσο των επαναστατών αλλά και των στρατιωτικών. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ισχυρίστηκε ότι στις 20.05.2018 ο στρατός λόγω της σύγκρουσης και των τραυματιών πληροφορήθηκε σχετικά με τις σφαίρες, ξεκινώντας την επίσημη έρευνα (βλ. ερυθρά 59-1χ, 54-1χ 53-2χ του δ.φ.), ενώ ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι η πατρική του οικία κάηκε την ίδια ημέρα εξαιτίας στοχοποίησης του (βλ. ερυθρό 50, 53-2χ του δ.φ.).
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, το Δικαστήριο κατόπιν ανεξάρτητης έρευνας, επιβεβαιώνει την ύπαρξη κρυπτονομίσματος από τους Ambazonians[3] καθώς και τις παραβάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα Βορειοδυτικά, με τους αμάχους να βρίσκονται ανάμεσα ένοπλων αυτονομιστικών ομάδων, του στρατού και των πολιτοφυλακών[4].
Ωστόσο, οι πληροφορίες που δόθηκαν από τον Αιτητή, αναφορικά με το θέμα αυτό ήταν ιδιαιτέρως γενικές και δεδομένης και της έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του, αυτός δεν δύναται να γίνει αποδεκτός και κατά τούτο απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθά οι καθ΄ων η αίτηση έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[5] ότι συνιστούν:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.»
(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[6], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Πρόσθετα, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji[7] (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34.Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[8] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι τη πόλη Belo, της Βορειοδυτικής περιοχής, από την οποία προκύπτουν τα ακόλουθα:
· Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)[9] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest ) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη[10].
· Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έκθεση του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Watch) που αναφέρεται σε περιστατικά που έλαβαν χώρα το 2023, η βία στις δύο αγγλόφωνες περιοχές, τη Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική περιφέρεια, συνεχίστηκε για έκτο έτος[11]. Περαιτέρω, πρόσφατη έρευνα της ACCORD που ετοιμάστηκε ως απάντηση σε ερώτημα αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση και δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2024, αναφέρει ότι κατά την περίοδο αναφοράς (2021-2023), η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας και των ενόπλων αυτονομιστικών ομάδων συνέχισε να μαίνεται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν. Η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές αναφέρεται ότι επιδεινώθηκε, με την εξέγερση να γίνεται πιο δομημένη και την κρίση πιο περίπλοκη.[12]
· Στη βορειοδυτική περιφέρεια, οι συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων Mbororo Fulani και αγροτών έχουν τροφοδοτήσει την ένοπλη βία. Καθώς η κατάσταση επιδεινωνόταν, πολιτοφυλακές, αποτελούμενες κυρίως από Mbororo Fulani, που υποστηρίζονταν ή γίνονταν ανεκτές από τις αρχές, διέπρατταν φρικαλεότητες κατά του πληθυσμού. Οι πολιτικές και δικαστικές αρχές απάντησαν στην κατάσταση αυτή με περαιτέρω παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πέραν τούτου, οι ένοπλοι αυτονομιστές έχουν δολοφονήσει δημόσιους υπαλλήλους, εργαζόμενους σε κρατικές εταιρείες, ανθρώπους που κατηγορούνται ως προδότες («black legs») καθώς και ανθρώπους που δεν συμμορφώνονται με τις διαταγές τους. Επιπλέον, στοχοποιούν συχνά εκπαιδευτικό προσωπικό[13].
· Σύμφωνα με την έκθεση του UN Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (OCHA), η οποία καλύπτει το διάστημα από την 1η έως την 31η Μαΐου 2024, η κατάσταση στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές παρέμεινε ανησυχητική, δεδομένου του αντίκτυπου στον άμαχο πληθυσμό. Η κατάσταση περιγράφεται από επιθέσεις και συγκρούσεις μεταξύ των μερών, καταχρήσεις, απώλειες ζωών και τραυματισμούς αμάχων, απαγωγές για λύτρα, αυθαίρετες συλλήψεις, καταστροφές περιουσιών, πολλαπλά παράνομα οδοφράγματα, απαιτήσεις για παράνομες πληρωμές και συνεχή χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών. Παρατηρήθηκε έξαρση των επιθέσεων κατά της εκπαίδευσης, με τουλάχιστον δέκα επιθέσεις κατά της εκπαίδευσης μόνο στη βορειοδυτική περιοχή. Στις 25 Μαΐου, χειροβομβίδες σκότωσαν έναν πολίτη και τραυμάτισαν περίπου 30 άτομα στη Bamenda (βορειοδυτική περιοχή)[14].
· Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στη Βορειοδυτική περιοχή (όπου ανήκει η περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή) του Καμερούν, για την πληρότητα της έρευνας παρατίθενται και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project):
Κατά την χρονική περίοδο 27.09.2023 έως 27.09.2024 καταγράφονται στην Βορειοδυτική περιοχή, 990 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 554 απώλειες, εκ των οποίων τα 33 καταγράφηκαν ως ταραχές (με 5 απώλειες), τα 566 περιστατικά βίας κατά πολιτών (με 179 απώλειες), τα 42 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (με 34 απώλειες), τα 16 διαμαρτυρίες (με 2 απώλειες) και τα 333 μάχες (με 334 απώλειες).[15]
Κατά την ίδια χρονική περίοδο, στη πόλη Belo, καταγράφηκαν συνολικά 11 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 15 απώλειες, εκ των οποίων τα 6 ως βία κατά αμάχων (με 8 απώλειες), 2 ως μάχη (με 4 απώλειες), 1 ως έκρηξη/ απομακρυσμένη βία (με 3 απώλειες) και 2 ως διαμαρτυρίες (χωρίς απώλειες)[16].
Κατά τα παραπάνω, προκύπτει πως στη Βορειοδυτική Περιφέρεια (Northwest Region) του Καμερούν, όπου βρίσκεται γεωγραφικά ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη, ως η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών καθορίζονται κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται. Ειδικότερα, σύμφωνα με την σκέψη 28 της απόφασης του ΔΕΕ στην υπόθεση Diakite, C‑285/12, ημερ. 30.1.2014 «Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους».
Λαμβάνοντας υπόψιν τον αριθμό των καταγεγραμμένων περιστατικών ασφαλείας και των εξ αυτών θανάτων που καταγράφηκαν στην εν λόγω περιφέρεια κατά τους τελευταίους 12 μήνες, ως αυτά καταγράφονται ανωτέρω, συγκριτικά με το μέγεθος του πληθυσμού και συνδυαστικά με τη φύση των επιθέσεων και του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται, προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία λόγω της ως άνω σύρραξης στην εν λόγω (ευρύτερη) περιοχή, φθάνει σε σχετικά μεγάλο βαθμό. Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη, τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τα περιστατικά βίας και θανάτων που καταγράφηκαν συγκεκριμένα στην πόλη Belo (όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής), συγκριτικά με τον αριθμό των κατοίκων[17] και τη φύση των επιθέσεων, δεν προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία εξικνείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία του Αιτητή εκεί να τον θέσει αντιμέτωπο με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου [18].
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις τoυ Αιτητή, ως αυτές ήδη αναλύθηκαν ανωτέρω, παρατηρώ ότι αυτός είναι ενήλικας, υγιής, μορφωμένος, ικανός προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο και χωρίς να παρουσιάζει θέματα ευαλωτότητας- κάποιο χαρακτηριστικό ή στοιχείο που να συμβάλλει με οποιοδήποτε τρόπο στην επίταση του κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Επομένως, από τα όσα έχουν αναλυθεί ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι στη πόλη Belo, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité.
Σημειώνεται συναφώς ότι όσον αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής, δεν προκύπτει πως η μετακίνηση εντός του Καμερούν είναι αδύνατη, ώστε να μην μπορέσει να έχει πρόσβαση ο Αιτητής στην εν λόγω περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει, εφόσον δεν προκύπτει πως η μετακίνηση μεταξύ των αγγλόφωνων και γαλλόφωνων περιοχών είναι αδύνατη, ούτε πως οι είσοδοι/έξοδοι από/προς τις εν λόγω περιοχές είναι αποκομμένες, παρά τις ενέργειες από τις κρατικές αρχές κατά τον έλεγχο των ατόμων που διακινούνται στις πόλεις και στους αυτοκινητόδρομους, καθώς και τους όποιους περιορισμούς στη διακίνηση ατόμων και αγαθών εντός των αγγλόφωνων περιοχών κατά την επιβολή περιόδων κατ' οίκον περιορισμού από τους ένοπλους αυτονομιστές[19].
Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν θα είναι σε θέση να καταφθάσει στον τόπο συνήθους διαμονής του εξαιτίας της ύπαρξης ένοπλης σύγκρουσης στην ευρύτερη περιοχή. Επομένως, δεν συντρέχει περίπτωση υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων (άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου) και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Με βάση το σύνολο των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ενόψει την κατάληξης μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα. Υπό το φως της ανάλυσης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, αυτή επικυρώνεται ως προς την κατάληξή της, ήτοι ότι η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίπτεται, χωρίς καμία διαταγή για έξοδα.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[2] Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010
[3]ALJAZEERA, Economy|Business and Economy, Cameroon rebels issue virtual currency to fund independence, 24 Dec 2018,https://www.aljazeera.com/economy/2018/12/24/cameroon-rebels-issue-virtual-currency-to-fund-independence (ημερομηνία πρόσβασης 29.08.2024)
[4]AMNESTY INTERNATIONAL, Cameroon: With or against us: People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias, 4 JULY 2023, https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/6838/2023/en/ (ημερομηνία πρόσβασης 29.08.2024)
[5] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[7] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[8] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).
[9]RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21.01.2021 https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης:27.09.2024]
[10] Ibid
[11] Human Rights Watch, Cameroon: Events of 2023, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 27.09.2024]
[12] ACCORD (Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation), Cameroon: The Cameroon Anglophone Crisis (2021 – 2023), 8 January 2024, σελ. 8 https://www.ecoi.net/en/file/local/2102908/a-12289.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 27.09.2024]
[13] AMNESTY INTERNATIONAL, Cameroon: With or against us: People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias, 4 JULY 2023, σελ.16,17 AFR1768382023ENGLISH.pdf (Ημερομηνία Πρόσβασης: 27.09.2024 )
[14] OCHA, Cameroon: North-West and South-West - Situation Report No. 65 (MAY 2024), 23 Jul 2024,διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-65-may-2024?_gl=1*dkbcr9*_ga*MTU4OTY4MzE5OS4xNjg1NDMyMzgx*_ga_E60ZNX2F68*MTcyNDk5NTY2NS4zNC4wLjE3MjQ5OTU2NjUuNjAuMC4w (Ημερομηνία Πρόσβασης: 27.09.2024)
[15]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 27/09/23-27/09/24, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN: Nord-Ouest) [ημερομηνία πρόσβασης: 27.09.2024 ]
[16]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 27/09/23-27/09/24, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN: Nord-Ouest, Location: Belo) [ημερομηνία πρόσβασης: 27.09.2024 ]
[17] 40.757 κατοίκους κατά την απογραφή του 2005, βλ.https://www.citypopulation.de/en/cameroon/admin/boyo/070101__belo/
[18] Βλ. σχετικώς και απόφαση της αδελφής μου Δικαστή, Κ. Κλεάνθους στην RNA ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 586/23, 30.08.2024
[19] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon, April 22, 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 27.09.2024]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο