ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Ν. Α., Νομική Αρωγή Αρ. 136/24, 12/11/2024
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Ν. Α., Νομική Αρωγή Αρ. 136/24, 12/11/2024
Ημερομηνία:
12 Νοεμβρίου 2024
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Ν. Α., Νομική Αρωγή Αρ. 136/24, 12/11/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

                                                                  

                                                                                        Νομική Αρωγή Αρ. 136/24

 

12 Νοεμβρίου, 2024

[Κ.Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

Ν. Α.

                                                                                                          Αιτητού

......................

 

Ο Αιτητής είναι παρών

(κ.) Ν. Νικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

(κα) Χ. Χατζησάββα για πιστή μετάφραση από αραβικά σε ελληνικά και αντίστροφα   

                  

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, ΔΔΔΔΠ.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 11.7.2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για την προώθηση της καταχωρισθείσας προσφυγής του υπ’ αριθμόν 1435/24, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: ο Προϊστάμενος) ημερομηνίας 19.4.2024, με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για διεθνή προστασία δυνάμει των άρθρων 3, 5(2)(β) και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Ειδικότερα, καίτοι κρίθηκε ότι καταρχήν δικαιούται να υπαχθεί στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας εν συνεχεία αποφασίστηκε ο αποκλεισμός του από το εν λόγω καθεστώς εξαιτίας της διάπραξης από αυτόν σοβαρού εγκλήματος δυνάμει του άρθρου 5(2)(β) το περί Προσφύγων Νόμου.

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η συνήγορος που εμφανίστηκε ως εκπρόσωπος για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα παραρτήματα που επισυνάπτονται σε αυτό έχουν ως ακολούθως:

 

2.             Ο Αιτητής κατάγεται από τη Συρία και περί τις 22.10.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και αυθημερόν παρέλαβε βεβαίωση υποβολής της αίτησής του για διεθνή προστασία. Στις 7.9.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό. Στις 19.4.2024, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την έκθεση εισήγηση για απόρριψη της αίτησής διεθνούς προστασίας του Αιτητή (κατ’ ουσία απόφαση αποκλεισμού του από το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας). Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22.4.2024. Εναντίον της απορριπτική αυτής απόφασης καταχωρίστηκε η προσφυγή υπ’ αριθμό 1435/2024.  

 

3.             To άρθρο 6Β των περί Νομικής Αρωγής Νόμων του 2002 μέχρι 2019 (ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος) προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Νομική αρωγή σε αιτητές και δικαιούχους διεθνούς προστασίας

6Β. (1) [...]

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(β) […]

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη».

 

4.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα.

 

5.             Το άρθρο 5(2) του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις περιπτώσεις αποκλεισμού από το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης και της διάπραξης σοβαρού εγκλήματος υπό το στοιχείο (β) αυτού.

 

6.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

7.             Στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) της 13ης Σεπτεμβρίου 2018 στην υπόθεση C-369/17, Shajin Ahmed, ECLI:EU:C:2018:713, διευκρινίστηκαν τα εξής κρίσιμα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 17 (αντίστοιχο του άρθρου 5(2) του περί Προσφύγων Νόμου) της Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (στο εξής: Οδηγία 2011/95/ΕΕ).

 

8.             Επισημαίνεται καταρχάς ότι σκοπός των λόγων αποκλεισμού από το καθεστώς της συμπληρωματικής (επικουρικής προστασίας) είναι, όπως ισχύει και για τους λόγους αποκλεισμού από το καθεστώς πρόσφυγα, ο αποκλεισμός από αυτήν των προσώπων που δεν κρίνονται άξια της παρεχόμενης βάσει του καθεστώτος αυτού προστασίας και η διατήρηση της αξιοπιστίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος προστασίας των προσφύγων (βλ. σκέψη 51). Οι δε ρήτρες αποκλεισμού, ως εξαιρέσεις στον κανόνα χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας οφείλεται να ερμηνεύονται συσταλτικώς (βλ. σκέψη 52).

 

9.             Συγκρινόμενος δε ο λόγος αποκλεισμού της διάπραξης σοβαρού εγκλήματος με τον αντίστοιχο που ισχύει για τον αποκλεισμό από το καθεστώς του πρόσφυγα, το πεδίο εφαρμογής του προβλεπόμενου στο άρθρο 5(2)(β) λόγου αποκλεισμού είναι ευρύτερο από εκείνο του λόγου αποκλεισμού από το προσφυγικό καθεστώς

 

10.          Συγκεκριμένα, ενώ ο λόγος αποκλεισμού από το καθεστώς του πρόσφυγα αφορά σοβαρό μη πολιτικό έγκλημα το οποίο έχει διαπραχθεί εκτός της χώρας ασύλου, ο προβλεπόμενος από το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας λόγος αποκλεισμού αφορά εν γένει σοβαρό έγκλημα, χωρίς γεωγραφικό ή χρονικό περιορισμό ή περιορισμό ανάλογα με τη φύση του εγκλήματος (βλ. σκέψεις 46 και 47).

 

11.          Εξάλλου, στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Νοεμβρίου 2010, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑57/09 και C‑101/09, Bundesrepublik Deutschland κατά B (C‑57/09) D (C‑101/09), διευκρινίστηκε ότι έχοντας ήδη λάβει υπόψη, στο πλαίσιο της  αξιολογήσεως της σοβαρότητας των τελεσθεισών πράξεων και της ατομικής ευθύνης του αιτούντος, όλες τις περιστάσεις που προσιδιάζουν στις πράξεις αυτές και την κατάσταση του εν λόγω προσώπου, η αρμόδια αρχή δεν υποχρεούται, να προβεί σε έλεγχο αναλογικότητας συνεπαγόμενο την εκ νέου αξιολόγηση του βαθμού σοβαρότητας των τελεσθεισών πράξεων, πριν προχωρήσει στην απόφαση αποκλεισμού.

 

12.          Διευκρινίζεται περαιτέρω στο πλαίσιο της ίδια απόφασης ότι δεν εξαρτάται η απόφαση αποκλεισμού από το καθεστώς διεθνούς προστασίας από την ύπαρξη ενεστώτος κινδύνου για το κράτος μέλος υποδοχής. (ibid, σκέψεις 101 έως 104, ισχύει mutadis mutandis και για την περίπτωση της επικουρικής/ συμπληρωματικής προστασίας).

 

13.          Τέλος, υπογραμμίζεται ότι ο αποκλεισμός από το καθεστώς διεθνούς προστασίας δεν συνεπάγεται τη λήψη θέσης όσον αφορά το διακριτό ζήτημα αν το πρόσωπο αυτό πρέπει να απελαθεί προς τη χώρα καταγωγής του (Βλ. σκέψεις 109 και 110).

 

Κατάληξη

14.          Ο Αιτητής έχει καταχωρίσει την προσφυγή υπ’ αριθμό 1435/2024 κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου δυνάμει του άρθρου 19 και 5 του περί Προσφύγων Νόμου. Η περίπτωση αυτή εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

15.          Πρώτο κριτήριο χορήγησης νομικής αρωγής σε αιτητή διεθνούς προστασίας που θεσπίζεται με την υπό αναφορά διάταξη αποτελεί η ύπαρξη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

16.          Δίδεται δε ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14/10/2010).

 

17.          Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

18.          Περαιτέρω, το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα του αιτητή να ακουστεί στη βάση του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιόν του, χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας (Βλ. Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 6.5.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010).

 

19.          Κατά την εξέταση των ισχυρισμών, το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως το Δικαστήριο να καλείται να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρήσει ο αιτητής. Σημειώνεται, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής , εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής (Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.7.2009, Baghour και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, Roud Gad, ημερ. 28.3.2011).

 

20.          Σημειώνεται, εξάλλου, ότι το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιόν του [Bλ. απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013].

 

21.          Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή.

 

22.          Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον των αρμόδιων λειτουργών, την εισηγητική έκθεση του/της λειτουργού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, ήδη EUAA), την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

23.          Από τα ενώπιόν μου δεδομένα, διαπιστώνεται ότι κατά τη διοικητική διαδικασία πέραν των  προσωπικών στοιχείων και του τόπου συνήθους διαμονής και καταγωγής του Αιτητή απομονώθηκαν ως ουσιώδεις ισχυρισμοί πρώτον, το γεγονός ότι υπήρξε δέκτης επίθεσης από ένοπλη ομάδα στο χωριό του, η οποία υπάγεται στο ISIS, δεύτερον, ότι ο Αιτητής πυροβόλησε τα εν λόγω άτομα με σκοπό να τα εκδικηθεί και για το λόγο αυτό εγκατέλειψε τη Συρία, τρίτον, ότι φοβάται να επιστρέψει εκεί δηλώνοντας ότι καταζητείται για το περιστατικό που έλαβε χώρα το 2014. Ο Προϊστάμενος έκανε αποδεκτούς τους  ισχυρισμούς του Αιτητή πλην της αναφοράς του ότι καταζητείται από μη καθορισμένους από τον ίδιο φορείς εξαιτίας του περιστατικού που έλαβε χώρα το 2014, ήτοι τον πυροβολισμό ατόμων που ανήκουν σε ένοπλη οργάνωση. Ωστόσο έγινε δεκτός ο ισχυρισμός του ως προς τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του και την επισφαλή θέση στην οποία βρίσκονται οι άμαχοι πολίτες. Στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή αξιολογήθηκε ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο  σοβαρής βλάβης εξαιτίας της γενικότερης κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση έκριναν ότι, παρά την καταρχήν υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας εξαιτίας της κατάστασης ασφαλείας στο τόπο συνήθους διαμονής του και της αδυναμίας μετεγκατάστασής του,  εντούτοις, οφείλει να αποκλειστεί από το εν λόγω καθεστώς εξαιτίας της διάπραξης από αυτόν σοβαρού αδικήματος. Κατά την  υπαγωγή των περιστάσεων του Αιτητή στην έννοια του όρου σοβαρό αδίκημα, ο Προϊστάμενος έκρινε ότι ακόμα και εάν από τα όσα δήλωσε ό Αιτητής δεν μπορεί μετά βεβαιότητας να γίνει λόγος για φόνο εκ προθέσεως εντούτοις, καθότι ο Αιτητής πυροβόλησε στο κεφάλι δύο άτομα από απόσταση 50 έως 70 μέτρων, με συνείδηση της πράξης του όπως αναλύεται στο ερυθρό 153 του διοικητικού φακέλου, υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής προκάλεσε βαριά σωματική βλάβη στα εν λόγω πρόσωπα. Ως προς το ζήτημα του καταλογισμού στον Αιτητή της εν λόγω πράξης, ο Προϊστάμενος σημείωσε ότι οι δύο άνδρες, κατά παραδοχή του Αιτητή, δεν αποτελούσαν άμεση απειλή, καθώς κατά τα λεγόμενά του ότι είχαν να κάνουν το έκαναν και ήδη τον είχαν τιμωρήσει. Ο Προϊστάμενος έκρινε ότι δεν φαίνεται να υπήρχε κάποια άμεση απειλή για τον Αιτητή κατά το χρόνο που τέλεσε την εν λόγω πράξη. Κατά τα άλλα σημειώθηκε το ύψος της ποινή που επιφέρει το αδίκημα της βαριάς σωματικής βλάβης κατά το ημεδαπό δίκαιο και το γεγονός ότι αποτελεί έγκλημα σε μεγάλο αριθμό δικαιοδοσιών. Συμπερασματικώς, κρίθηκε ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για τους οποίους πιστεύεται ότι ο Αιτητής είναι αυτουργός στο αδίκημα πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης με ειδική πρόθεση να προκαλέσει αυτή τη βλάβη στα άτομα τα οποία πυροβόλησε και για το οποίο έχει ατομική ευθύνη και το οποίο εμπίπτει στο άρθρο 5(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου περί αποκλεισμού.   

 

24.          Στη βάση των ανωτέρω επισημαίνονται τα κάτωθι. Καταρχάς, όσον αφορά στην αξιολόγηση κινδύνου των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή και ιδίως ως προς την αξιολόγηση του κινδύνου που απορρέει εξαιτίας του κατά τα άλλα παραδεκτού ισχυρισμού του περί πρόκλησης σωματικής βλάβης σε μέλη οργάνωσης που δραστηριοποιείται στον τόπο συνήθους διαμονής του, εκ πρώτης όψεως θεωρώ ότι δεν είναι ορθή η διαπίστωση περί απουσίας κινδύνου. Καίτοι, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει τους πιθανούς φορείς δίωξής του, το περιστατικό της επίθεσης εναντίον των εν λόγω προσώπων, έλαβε χώρα ενώπιον και πολλών άλλων προσώπων (βλ. σε. 12 της συνέντευξης σημείο 5Χ, ερ. 23 του διοικητικού φακέλου). Ως εκ τούτου, εκ πρώτης όψεως δεν είναι δυνατό να αποκλειστεί ο κίνδυνος αντεκδίκησης στο πρόσωπο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του. Σε περίπτωση που συντρέχουν πολλαπλές βάσεις αναγνώρισης καθεστώς διεθνούς προστασίας είναι σημαντικό αυτό να καταγράφεται ως εύρημα, μεταξύ άλλων, δεδομένης της περίπτωσης ανάκλησης του καθεστώτος στο μέλλον.

 

25.          Περαιτέρω, χωρίς να υποστηρίζεται ότι θα μπορούσε το εν λόγω δεδομένο να οδηγήσει σε άλλη κατάληξη ήτοι τη διαπίστωση συνδρομής του συστατικού στοιχείου, της διάπραξης σοβαρού αδικήματος, εκ πρώτης όψεως διαπιστώνεται ότι ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη επαρκώς ως περίσταση του Αιτητή την προηγούμενη σωματική κακοποίηση που υπέστη ο Αιτητής, ήτοι ότι είχαν εισβάλει στην κατοικία του και τον είχαν μαστιγώσει 80 φορές, μέλη της ίδιας ομάδας, συμπεριλαμβανομένων και των θυμάτων της δικής του πράξης (ερ. 26 του διοικητικού φακέλου, σημείο 6Χ). Δεν συνυπολογίστηκε επίσης ότι είχαν επιτεθεί το ίδιο διάστημα και σε άλλα πρόσωπα στο χωριό του. Επιπλέον, δεν φαίνεται να εξετάστηκαν τα ανωτέρω και σε σχέση με τη θέση και την ισχύ των εν λόγω προσώπων ως μελών μιας ομάδας που δρούσε και ήλεγχε την περιοχή στην οποία διέμενε ο Αιτητής σε σχέση με τη δική του ως άμαχου πολίτη. Υπενθυμίζεται ότι δυνάμει της ανωτέρας νομολογίας του ΔΕΕ κατά την αξιολόγηση της σοβαρότητας του αδικήματος λαμβάνονται υπόψη όλες τις περιστάσεις που προσιδιάζουν στις πράξεις αυτές και την κατάσταση του εν λόγω προσώπου, δεδομένα που δεν περιορίζονται στις ενδεχόμενες υπερασπίσεις καταλογισμού ατομικής ευθύνης κατά το ποινικό δίκαιο (βλ. ανωτέρω συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑57/09 και C‑101/09).

 

26.          Να σημειωθεί ότι στη βάση των ευρημάτων του Προϊσταμένου δεν εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του Αιτητή στη Συρία.

 

27.          Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και την πολυπλοκότητα της νομικής ανάλυσης που απαιτείται σε υποθέσεις όπως η παρούσα, κρίνεται ότι υφίστανται πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της καταχωρισθείσας προσφυγής του Αιτητή.

 

28.          Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 7 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν.165(Ι)/2002, το Δικαστήριο προτού προχωρήσει στην έκδοση πιστοποιητικού για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, συνεκτιμά την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του εκάστοτε αιτητή καθώς επίσης και τη σοβαρότητα της υπόθεσης ή άλλων περιστάσεων της υπόθεσης προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον είναι επιθυμητό για το συμφέρον της δικαιοσύνης ο εκάστοτε αιτητής να τύχει δωρεάν νομικής αρωγής για την προετοιμασία και το χειρισμό της υπόθεσής του.

 

29.          Σύμφωνα με τα ενώπιόν μου δεδομένα, ο Αιτητής δεν διαθέτει ουσιώδη περιουσία ή οποιαδήποτε ουσιώδη εισοδήματα.

Δεδομένων των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης, ότι δηλαδή η προσφυγή που καταχώρισε ο Αιτητής έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας  και του γεγονότος ότι αυτός δεν διαθέτει κάποιο ουσιώδη οικονομικό πόρο από εργασία ή εισοδήματα και γενικότερα η οικονομική του κατάσταση δεν του επιτρέπει να λάβει νομική αρωγή, καθώς και υπό το φως των εφαρμοστέων νομικών διατάξεων που παρέθεσα ανωτέρω, αποφασίζω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση πιστοποιητικού Νομικής Αρωγής. Ως εκ τούτου εντέλλεται το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο να προχωρήσει στις νενομισμένες διαδικασίες για διορισμό δικηγόρου σύμφωνα με τον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό και δυνάμει του σχετικού Νόμου.

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο