ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2189/23
8 Νοεμβρίου, 2024
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Β.O.
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας,
και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Γ. Βασιλόπουλος (κος), για Δρ. Χρ. Π. Χριστοδουλίδης, Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ρ. Χαραλάμπους (κα) και Π. Δημητρίου (κα), Δικηγόροι για τους Καθ' ων η
Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 31/05/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:
Η Αιτήτρια είναι ενήλικη, υπήκοος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας (από τούδε και στο εξής, «Νιγηρία») και εισήλθε παράνομα στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη στις 20/11/2021
Στις 10/02/2022 η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας και στις 26/05/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο E.U.A.A. (από τούδε και στο εξής, «αρμόδιος λειτουργός» και «EUAA») προς εξέταση του αιτήματός της. Στις 29/05/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς την εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία στις 31/05/2023 την ενέκρινε και απέρριψε το αίτημα της Αιτήτριας.
Στις 16/06/2023 η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης την οποία η Αιτήτρια παρέλαβε επίσης αυθημερόν.
Η Αιτήτρια καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή του δια του δικηγόρου της στις 10/07/2023.
Η Αιτήτρια, δια της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου της, προωθεί τον πέμπτο νομικό ισχυρισμό της προσφυγής της επί του οποίου επικαλείται παράβαση διάφορων άρθρων του περί Προσφύγων Νόμου, χωρίς ωστόσο κατά την γραπτή αγόρευση να γίνεται εξειδίκευση και σαφής διαχωρισμός τους. Όσοι από τους ισχυρισμούς αναπτύσσονται στην γραπτή αγόρευση, δύνανται να συνοψισθούν ως ακολούθως: Αρχικά, ότι κατά την διενεργηθείσα συνέντευξη της Αιτήτριας, έχουν παραβιαστεί βασικές διαδικαστικές εγγυήσεις. Επίσης είναι η θέση της Αιτήτριας ότι κατά την παραμονή της στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές υπήρξαν ενδείξεις ότι είναι πιθανό θύμα εμπορίας προσώπων, σημείο που δεν εξετάστηκε ως ισχυρίζεται, κατά παράβαση του άρθρου 44(1) του Περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου Ν.60(Ι/)2014. Επιπρόσθετα, προβάλλει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν να αξιολογήσουν ορθώς, παρά την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού σχετικά με την χώρα καταγωγής, το ιστορικό και προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας, το γεγονός ότι δεν έχει υποστηρικτικό δίκτυο στην χώρα καταγωγής της, και ότι ήταν εξαρτώμενη του πατέρα της ο οποίος έχει αποβιώσει. Στη συνέχεια, ο συνήγορος της Αιτήτριας παραπέμπει σε εξωτερικές πηγές που καταδεικνύουν τις ελλείψεις στο σύστημα για παροχή βοήθειας σε θύματα σεξουαλικής βίας και σε θύματα εμπορίας προσώπων στην Νιγηρία.
Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση ισχυρίζεται στη γραπτή αγόρευσή της ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η Αιτήτρια με τη γραπτή της αγόρευση δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 και επομένως δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης. Υποστηρίζει ακόμη ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις, τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, των Κανονισμών και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση, κατ' εφαρμογή του διοικητικού δικαίου και αφού λήφθηκαν υπόψιν όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
Κατά την ακρόαση της υπόθεσης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών υιοθέτησαν το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεών τους.
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018). Προς τούτο, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Αρχικά, εξετάζοντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, διαπιστώνω ότι μετά την υποβολή του αιτήματος της Αιτήτριας για διεθνή προστασία και την εισδοχή της στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής «Πουρνάρα», αρμόδια λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση ευαλωτότητας της Αιτήτριας εντοπίζοντας σημεία ευαλωτότητας, ωστόσο η κατάληξή της ήταν ότι οι δείκτες ευαλωτότητας της Αιτήτριας είναι χαμηλοί (βλ. ερυθρά 10-18 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, παραπέμπω στην απόφαση του Εφετείου με αρ. 61/22, ημερομηνίας 30 Οκτωβρίου 2024, Louise Garcia Nyemb v. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
«Η πρωτόδικη Αίτηση ακύρωσης δεν παραθέτει, με την απαιτούμενη δικονομική ακρίβεια (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 40/2019 Λάμπρου ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 23.5.2024· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 35/2018 Κατσαντώνης ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 26.6.2024· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 47/2021 Miah ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 25.9.2024), λόγους ακύρωσης αφορούντες παράβαση του Άρθρου 9 ή 18 των περί Προσφύγων Νόμων ή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Ως εκ τούτου, ο λόγος έφεσης κρίνεται μη δικονομικά παραδεκτός και δεν δύναται να εξεταστεί στην ουσία του.”
Για τους ανωτέρω λόγους απορρίπτω τους λόγους ακυρώσεως που προβλήθηκαν μέσω της αγόρευσης της Αιτήτριας περί παραβίασης διαδικαστικών εγγυήσεων ως πιθανό θύμα εμπορίας προσώπων, ως μη δεόντως δικογραφημένους.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα της, στη γραπτή της αίτηση κατέγραψε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την χώρα της γιατί ο σύζυγος της θείας της, ο οποίος είναι αιρετικός («cultist») την εξανάγκαζε να έρχεται σε σεξουαλική επαφή μαζί του όταν η θεία της δεν βρισκόταν στο σπίτι. Η Αιτήτρια κατέγραψε επίσης ότι λόγω του ότι είναι μοναχοπαίδι, δεν είχε κάποιο να της συμπαρασταθεί μετά τον θάνατο του πατέρα της (βλ. ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).
Κατά την προφορική της συνέντευξη, σε σχέση με τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Benin της Πολιτείας Edo, όπου εκεί παρέμενε όλη της την ζωή, είναι χριστιανή πεντηκοστιανή, άγαμη και άτεκνη. Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, είναι απόφοιτη δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και εκπαιδεύτηκε ως μοδίστρα, χωρίς ωστόσο να ασκήσει το επάγγελμα. Δήλωσε περαιτέρω ότι διαβιούσε με τον πατέρα της μέχρι που αυτός απεβίωσε το 2019, δεν έχει γνωρίσει την μητέρα της ως επίσης δεν γνωρίζει που βρίσκεται. Ως τόπο τελευταίας μόνιμης διαμονής στη χώρα καταγωγής της η Αιτήτρια δήλωσε ότι παρέμενε μαζί με την οικογένεια της θεία της, αδερφή του πατέρα της, στη πόλη Benin.
Ως προς το ταξίδι της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έφτασε από το αεροδρόμιο της Abuja μαζί με ακόμα ένα πρόσωπο στην Τουρκία αεροπορικώς κατέχοντας φοιτητική άδεια την οποία εξέδωσε με την βοήθεια της θείας της. Παρέμεινε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές για ένα χρόνο και εργαζόταν σε εστιατόριο για περίπου 3 με 4 μήνες. Το υπόλοιπο διάστημα δεν απασχολείτο και επιβίωνε με χρήματα τα οποία είχε αποταμιεύσει. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι κατά την παραμονή της παρακολούθησε μαθήματα διαδικτυακά και το πρόσωπο που την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα της δεν της επέτρεπε να βγαίνει εκτός σπιτιού παρά μόνο αν αυτός ήταν μαζί της και επίσης απαίτησε το χρηματικό ποσό για τα έξοδα της. Σύμφωνα με την Αιτήτρια, αυτή συνειδητοποίησε ότι το εν λόγω πρόσωπο ήθελε να την ωθήσει στην πορνεία. Εν τέλει, η Αιτήτρια με την βοήθεια κάποιου άλλου προσώπου κατάφερε να διαφύγει και να ζητήσει άσυλο. Η Αιτήτρια τέλος ανέφερε ότι οφείλει χρηματικό ποσό στο πρόσωπο που την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα της και γνωρίζει ότι αυτό το πρόσωπο την αναζητά.
Στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι προγραμμάτιζε να εγκαταλείψει την χώρα και η θεία της, της είχε προτείνει να ταξιδέψει για να σπουδάσει. H Αιτήτρια, δεν εμπιστευόταν την θεία της όμως προσποιήθηκε ότι χάρηκε γιατί θα έφευγε από το σπίτι καθότι ο θείος της την παρενοχλούσε όταν η θεία της δεν βρισκόταν στο σπίτι. Η Αιτήτρια αναγκάστηκε να προβεί σε εκτρώσεις μετά τους βιασμούς που υπέστη από τον θείο της. Δήλωσε περαιτέρω ότι δεν είχε κανέναν να την στηρίξει και όταν μετά από τις εκτρώσεις ενημέρωσε την θεία της για την κακοποίηση που δεχόταν από τον θείο της, αυτή δεν την πίστεψε, κατηγορώντας την ότι επιθυμία της ήταν να καταστρέψει τον γάμο και το σπίτι της. Ακόμα, η θεία της εξαπέλυε προσβολές κατά της Αιτήτριας αλλά και την κτυπούσε με αποκορύφωμα κάποια μέρα να της επιτεθεί με ζεστό νερό και να την τραυματίσει.
Ερωτηθείσα η Αιτήτρια ως προς το τί πιστεύει ότι θα της συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στην χώρα της, δήλωσε ότι η θεία της θα την σκοτώσει γιατί δεν αποπλήρωσε το χρέος της στο πρόσωπο που την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα της. Για το αν συνέβη κάτι άλλο από τότε που η Αιτήτρια εγκατέλειψε την χώρα της, ανέφερε ότι δεν έχει επαφή με κανένα στην χώρα της και ως εκ τούτου δεν γνωρίζει. Δήλωσε ακόμα ότι προσπάθησε να καταγγείλει στις αρχές τη σεξουαλική κακοποίηση από τον θείο της και ότι έμενε έγκυος αλλά και την κακομεταχείριση και απειλές που δεχόταν από την θεία της, χωρίς ωστόσο κάποιο αποτέλεσμα.
Κατά το στάδιο της διερεύνησης του αφηγήματος της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι παρέμενε στους θείους της για σχεδόν ένα χρόνο και πως στην αρχή οι σχέσεις/κατάσταση ήταν καλή. Ο θείος της ξεκίνησε να την κακοποιεί δύο εβδομάδες μετά την άφιξη της κάτι που συνέβαινε αρκετά συχνά. Αναγκάστηκε να το αναφέρει στην θεία της όταν προέβη σε έκτρωση ενημερώνοντάς την ότι ο σύζυγός της την παρενοχλούσε χωρίς ωστόσο αυτή να την πιστέψει. Επιπλέον ανέφερε ότι σε χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών αναγκάστηκε να προχωρήσει σε τρεις αμβλώσεις. Επιθυμία της Αιτήτριας, ήταν να εγκαταλείψει το σπίτι, όμως ως ανέφερε δεν είχε ούτε που να πάει ούτε κάποιο πρόσωπο να την στηρίξει και να την βοηθήσει. Όταν η Αιτήτρια ρωτήθηκε από τον λειτουργό γιατί αναφέρεται κυρίως για την κακομεταχείριση που δεχόταν από την θεία της και όχι για τους βιασμούς που υπέστη από τον θείο της, αποκρίθηκε ότι ο θείος της κάποια στιγμή σταμάτησε να την παρενοχλεί, σε αντίθεση με την θεία της η οποία συνέχισε. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι φοβάται να επιστρέψει λόγω της θείας της και του χρηματικού ποσού που οφείλει στο πρόσωπο που την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα της.
Τέλος ως προς το ενδεχόμενο της μετεγκατάστασής της σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας όπως την Abuja ή το Lagos, η Αιτήτρια δήλωσε αρνητική λόγω του ότι δεν είχε κάπου να διαμείνει ή κάποιο πρόσωπο που θα την βοηθούσε. Δήλωσε επιπρόσθετα ότι είναι εύκολο να εντοπιστεί στην Νιγηρία μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε στην έκθεση - εισήγησή του δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις της Αιτήτριας:
1. την ταυτότητα, το προφίλ και την χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και
2. ο θείος της την παρενοχλούσε σεξουαλικά, η θεία της την κακομεταχειριζόταν και απείλησε ότι θα την σκοτώσει.
Με παραπομπές στις δηλώσεις της Αιτήτριας και αναφορές σε διαδικτυακές πηγές, ο λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό. Αναφορικά δε με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο λειτουργός δεν τον έκανε αποδεκτό καθότι κρίθηκε ότι η Αιτήτρια περιέγραψε με αοριστία την αφήγησή της. Ειδικότερα, παρά το ότι μετά την ελεύθερη αφήγησή της τέθηκαν προς αυτήν αρκετά ερωτήματα, εντούτοις υπέπεσε σε ασυνέπειες αφού δεν επεξήγησε με σαφήνεια αν εγκατέλειψε την χώρα μετά από δική της απόφαση ή αν ήταν η θεία της που το αποφάσισε απαντώντας ότι ήταν και για τους δύο λόγους. Αναφορικά με την χρονική συνάφεια των γεγονότων κρίθηκε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς τα γεγονότα. Ο λειτουργός σημειώνει ότι όταν απευθύνονταν στην Αιτήτρια ερώτημα ως προς το «πότε», αυτή απαντούσε το «2020», χωρίς να θυμάται κάτι πιο συγκεκριμένο και να είναι πιο ακριβής.
Κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας και μετά από έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες ο λειτουργός επιβεβαίωσε την ύπαρξη ενδοοικογενειακής βίας και την τέλεση βιασμών σε υψηλά επίπεδα στην Νιγηρία εντούτοις, σε συνδυασμό με την μη στοιχειοθέτηση της εσωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό.
Υπό το φως των ανωτέρω, ο λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει του αποδεδειγμένου ουσιώδους πραγματικού περιστατικού που προέκυψε από τις δηλώσεις της Αιτήτριας, και μετά από έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την πολιτεία που αναμένεται να επιστρέψει η Αιτήτρια, ήτοι την πολιτεία Edo, διαπιστώνεται ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης η σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
Ακολούθως, ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της Αιτήτριας σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της Αιτήτριας, του προσωπικού της προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, ο λειτουργός αποδέχεται την ύπαρξη στοιχείου του υποκειμενικού φόβου της Αιτήτριας καταγράφοντας επίσης ότι σε σχέση με το αντικειμενικό στοιχείο του φόβου θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν τα αποδεκτά ουσιώδη περιστατικά, ειδικότερα ότι η Αιτήτρια προέρχεται από τη Νιγηρία, τα προσωπικά της χαρακτηριστικά, το γεγονός ότι ο θείες της την βίαζε και η θεία της την κακομεταχειριζόταν (βλ. ερυθρό 75), καταλήγοντας στο ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα για ένα από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. ερυθρό 73).
Τονίζω στο σημείο αυτό ότι υπήρχαν αντιφατικά συμπεράσματα στην έκθεση-εισήγηση των Καθ’ων η Αίτηση αφού κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Αιτήτριας δεν έγιναν δεκτά κάποια ουσιώδη περιστατικά όπως ο βιασμός από το θείο της και η κακομεταχείριση από τη θεία της και κατά την νομική ανάλυση, αυτά καταγράφονται ως αποδεκτά στοιχεία που αξιολογούνται για υπαγωγή της Αιτήτριας σε προσφυγικό καθεστώς. Το Δικαστήριο διέταξε το επανάνοιγμα της υπόθεσης μετά την επιφύλαξη της τελικής του απόφασης, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στους διαδίκους να τοποθετηθούν επί του σημείου αυτού.
Η συνήγορος των Καθ’ων η Αίτηση τοποθετήθηκε αναφέροντας ότι παρόλο που ως διαφαίνεται καταγράφηκαν λανθασμένα οι εν λόγω ισχυρισμοί της Αιτήτριας ως αποδεκτοί, το Δικαστήριο έχει την δικαιοδοσία να προχωρήσει σε έλεγχο της ορθότητας της επίδικης απόφασης και να τροποποιήσει την αιτιολογία της διοίκησης με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στο φάκελο. Ο συνήγορος της Αιτήτριας ισχυρίστηκε γενικά και αόριστα ότι δεν αναλύθηκαν τα θέματα της Αιτήτριας και ειδικότερα η Υπηρεσία Ασύλου όφειλε να αξιολογήσει διαφορετικά την αξιοπιστία της Αιτήτριας, αναφέροντας ότι πρόκειται για ευάλωτο πρόσωπο. Το Δικαστήριο παρέπεμψε στα στοιχεία του διοικητικού φακέλου απ’ όπου προκύπτει ότι αξιολογήθηκε η ευαλωτότητα της Αιτήτριας και κρίθηκε ότι η πιθανότητα να διατρέξει σοβαρό κίνδυνο σε σχέση με την προσωπική της ασφάλεια είναι χαμηλή (βλ. ερυθρό 18 του διοικητικού φακέλου).
Το Δικαστήριο συμφωνεί με τη θέση που προβλήθηκε από τους Καθ’ων η Αίτηση, καθότι το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για εξέταση της ορθότητας της επίδικης απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 11(3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 173(Ι)/18). Ως εκ τούτου, δύναται να επανεξετάσει τα γεγονότα και νομικά ζητήματα που διέπουν την παρούσα υπόθεση και να επικυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή πράξη, ή να την ακυρώσει και τροποποιήσει εν όλω ή εν μέρει.
Από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου κρίνω ότι η Αιτήτρια ορθώς κρίθηκε αναξιόπιστη ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της αφού πράγματι το αφήγημα της διέπετο από ασυνέπεια και αντιφάσεις, ως αυτές καταγράφονται στην έκθεση-εισήγηση του λειτουργού των Καθ’ων η Αίτηση. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση του ισχυρισμού της, δεν συντρέχει ούτε το υποκειμενικό αλλά ούτε το αντικειμενικό στοιχείο του φόβου δίωξης, εφόσον δεν έχει στοιχειοθετηθεί πράγματι τέτοιος φόβος, ενώ σημειώνω ότι δεν υφίσταται ούτε φορέας δίωξης ως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 3Α του περί Προσφύγων Νόμου. Ως εκ τούτου, στην Αιτήτρια πράγματι δεν θα μπορούσε να δοθεί προσφυγικό καθεστώς δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Επιπλέον, ορθά κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως η Αιτήτρια κατά την επιστροφή της στη Νιγηρία δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας. Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση στο εν λόγω κρατίδιο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη υπό την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, λόγω της οποίας η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας ως άμαχη λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Κατά συνέπεια και με βάση τα ανωτέρω συμπεράσματα του Δικαστηρίου αναφορικά με την νομιμότητα της επίδικης απόφασης αλλά και την νομική υπαγωγή στην οποία προέβη, προκύπτει ότι η Αιτήτρια δεν δύναται να υπαχθεί σε προσφυγικό καθεστώς δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου αλλά ούτε και καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Πέραν των ανωτέρω, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, ο συνήγορος της Αιτήτριας δεν προσκόμισε οποιαδήποτε επιπρόσθετη μαρτυρία και/ή στοιχείο που να καταδεικνύει ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας ή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε λανθασμένα. Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός του βαραίνει αρχικά τον εκάστοτε αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου).
Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα της Αιτήτριας προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Εdo όπου ανήκει η πόλη Benin, η οποία, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, θεωρείται η περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.
Ειδικά αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Edo, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 23/09/2023-20/09/2024, σημειώθηκαν στην πολιτεία Edo 142 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 73 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 51 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (47 θάνατοι), 41 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (24 θάνατοι), 17 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (2 θάνατοι) και 33 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος)[1]. Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις που έλαβαν χώρα το έτος 2022, ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo ανέρχεται σε 4,777,000 κατοίκους.[2]
Κατά συνέπεια, η πολιτεία Edo, όπου ανήκει γεωγραφικά η πόλη Benin, από το οποίο κατάγεται η Αιτήτρια και το οποίο το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής της, βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών της Αιτήτριας, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ. Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στη πολιτεία Edo.
Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 191/24, που βρίσκεται σε ισχύ μέχρι σήμερα, τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας (Νιγηρία) ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα εναντίον της Αιτήτριας, ενόψει της κρίσης του Δικαστηρίου περί λανθασμένης αιτιολόγησης της επίδικης απόφασης. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται υπό το φως της αιτιολόγησης και νομικής ανάλυσης του Δικαστηρίου, ως ανωτέρω παρατέθηκε.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] ACLED, Explorer, timeframe 23/09/2023-20/09/2024 Nigeria, Edo State,
Διαθέσιμο στο: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/09/2024)
[2] City Population, Nigeria, Edo State, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/
(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/09/2024)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο