ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Αρ. Υπόθεσης: 2199/23
29 Νοεμβρίου, 2024
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ ΔΔΔΠ]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
D. C. I.
Αιτητής
-και-
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Καθ’ ων η Αίτηση
………........................
Κ. Αριστοδήμου (κα) για Μ. Παπαλοϊζου (κο), για Αιτητή
Ν. Κουρσάρης (κος) με Ν. Νικολάου (κο), για Καθ’ ων η Αίτηση
Αιτητής – παρών
Α Π Ο Φ Α Σ Η (ex-tempore)
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ. Δ.Δ.Δ.Π.: Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου που εκδόθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση στις 31/5/23.
Οι συνήγοροι του Αιτητή έχουν υποβάλει γραπτή αγόρευση την οποία υιοθέτησαν ενώπιόν μου, ενώ οι Καθ’ ων η Αίτηση υπέβαλαν ένσταση στην προσφυγή και μετέπειτα καταχώρισαν και αυτοί, μέσω της συνηγόρου τους, γραπτή αγόρευση την οποία υιοθέτησαν σήμερα.
Σήμερα, κατά τις διευκρινίσεις, κατατέθηκε και ο σχετικός διοικητικός φάκελος, ο οποίος εμπεριέχει όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία.
Σημειώνω ότι δόθηκαν οδηγίες στους Καθ’ ων η Αίτηση όπως καταχωρίσουν συμπληρωματική αγόρευση ώστε να απαντήσουν σε ισχυρισμό που τέθηκε από τους συνηγόρους του Αιτητή σε σχέση με την αρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την επίδικη απόφαση η οποία εξειδικεύθηκε στην αγόρευσή τους με αναφορά στην εξουσιοδότηση που είχε δοθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος είχε αντικατασταθεί από άλλο πρόσωπο χωρίς όμως να έχουν εκδοθεί πιο πρόσφατες εξουσιοδοτήσεις από τον νυν Υπουργό.
Η συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση απάντησε με συμπληρωματική της αγόρευση υποστηρίζοντας τη θέση της ότι το πρόσωπο που υπέγραψε κατά το χρόνο της απόφασης ήταν αρμόδιο και είχε εξουσιοδοτηθεί από τον τότε Υπουργό Εσωτερικών, η δε εξουσιοδότηση είναι έγκυρη όσον αφορά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της απόφασης και δεν έχει καταργηθεί.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση που εμφανίστηκε σήμερα ενώπιόν μου, κατά τις διευκρινίσεις, επιπρόσθετα παρέπεμψε σε νομολογία τόσο του Διοικητικού Δικαστηρίου όσο και του Ανωτάτου Δικαστηρίου αλλά και στις θέσεις του καθηγητή Δαγτόγλου στο σύγγραμμα «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» και υποστήριξε ότι μέχρι την ανάκληση της όποιας εξουσιοδότησης η μεταβίβαση αρμοδιότητας ισχύει έστω και αν το όργανο που την εξέδωσε παύσει να υπάρχει.
Η θέση των συνηγόρων των Καθ’ ων η Αίτηση με βρίσκει σύμφωνη αφού θα καταστρατηγούσε κάθε λειτουργία της διοίκησης η αυτόματη ανάκληση οποιασδήποτε απόφασης ή εξουσιοδότησης Υπουργού ή άλλου αξιωματούχου με την παύση του ή αντικατάστασή του από άλλο πρόσωπο.
Περαιτέρω παραπέμπω στην υπόθεση 907/15 Ξάνθου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου το Δικαστήριο εξετάζοντας παρόμοιο ζήτημα ανέφερε ότι αυτού του είδους οι πράξεις οι οποίες άπτονται άμεσα της φύσης και της λειτουργίας των διοικητικών οργάνων της διοίκησης αντιμετωπίζονται διαχρονικά με γνώμονα την ομαλή λειτουργία της διοίκησης και την αρχή της συνέχειας και συνέπειας που θα πρέπει να διέπει την εν λόγω λειτουργία.
Παραπέμπω επίσης και στη θέση του καθηγητή Δαγτόγλου που εκφράζεται στο σύγγραμμά του «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» 1992, σελίδα 441, όπου καταγράφεται ότι «η αρμοδιότητα μπορεί να ανακαλείται οποτεδήποτε από το όργανο που τη μεταβίβασε μέχρι την ανάκληση της η μεταβίβαση αρμοδιότητας ισχύει έστω και αν το όργανο που την εξέδωσε παύσει να υπάρχει».
Παρόμοια προσέγγιση ακολουθήθηκε και στην υπόθεση υπ’ αριθμό 381/14, με απόφαση ημερομηνίας 31/10/2016, από τον αδελφό Δικαστή κ. Κωμοδρόμο.
Ως εκ τούτου απορρίπτω τον ισχυρισμό των συνηγόρων του Αιτητή αφού δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι η εξουσιοδότηση της κας Ανδρέου η οποία υπέγραψε για τον Προϊστάμενο και εξέδωσε την επίδικη απόφαση έχει παύσει να υφίσταται (βλ. ερυθρό 46).
Προχωρώντας στην ουσία της επίδικης απόφασης διαφαίνεται ότι ο Αιτητής προέβαλε διάφορους ισχυρισμούς οι οποίοι κατηγοριοποιήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό σε δύο ουσιώδη γεγονότα. Το μεν πρώτο αφορούσε το προφίλ του Αιτητή, το δε δεύτερο τον ισχυρισμό του ότι ήταν θύμα επίθεσης από τον πατέρα του και τους φρουρούς του γιατί αρνήθηκε να συμμετάσχει στην αίρεση του πατέρα του. Ο πρώτος ισχυρισμός του αναφορικά με το προφίλ του έγινε δεκτός, ο δε δεύτερος απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας, αφού ο Αιτητής δεν μπορούσε να δώσει συνεκτικές και περιεκτικές απαντήσεις στις ερωτήσεις που του τέθηκαν.
Περαιτέρω έγινε και έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προέκυψε ότι η συμμετοχή στην εν λόγω αίρεση φαίνεται να είναι εκούσια και όχι αναγκαστική.
Ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε αξιολόγηση κινδύνου και νομική υπαγωγή μέσω της οποίας κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται ούτε προσφυγικό καθεστώς ούτε συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Η έρευνα που είχε γίνει ήταν δέουσα υπό τις περιστάσεις και η απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη όπως φαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.
Το Δικαστήριο τονίζει ότι εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει φορέας δίωξης συμφώνως του άρθρου 3Α του περί Προσφύγων Νόμου και ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή έχει κατηγοριοποιηθεί ως ασφαλής σύμφωνα με το εν ισχύ Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών.
Ως εκ τούτου κρίνω ότι ο Αιτητής δεν έχει καταφέρει να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και για τους λόγους που προανάφερα η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €800 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) ……………………………
Μ. Παπαντωνίου, Δ. Δ.Δ.Δ.Π.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/μη
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο