Η. P. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 256/23, 12/11/2024
print
Τίτλος:
Η. P. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 256/23, 12/11/2024
Ημερομηνία:
12 Νοεμβρίου 2024
Η. P. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 256/23, 12/11/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 256/23

12 Νοεμβρίου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1. Η. P.

2. F. Z. C.

3. H. P. (ανήλικος)

4. Η.P. (ανήλικος)

Αιτητών

Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 

Οι Αιτητές εμφανίζονται αυτοπροσώπως

Ε. Προκοπίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α. Narouzian (κ.) για διερμηνεία από Φαρσί στα Ελληνικά και αντιστρόφως.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Οι Αιτητές με την παρούσα προσφυγή στρέφονται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 18.8.2022, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή τους για διεθνή προστασία και κατά της απόφασης επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Οι Αιτητές αποτελούν τετραμελή οικογένεια (Αιτητής 1: ο πατέρας, Αιτήτρια 2: η μητέρα και Αιτητές 3 και 4: οι ανήλικοι υιοί τους, γεννηθέντες το 2011 και το 2017, αντίστοιχα)  καταγόμενοι από το Ιράν. Εισήλθαν παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 26.4.2021 υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 31.5.2022 και στις 10.6.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή 1 και της Αιτήτριας 2, αντίστοιχα από αρμόδιο λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου των Αιτητών και για έκδοση απόφασης επιστροφής τους στο Ιράν. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 18.8.2022. Οι εν λόγω αποφάσεις κοινοποιήθηκαν στους Αιτητές στις 24.1.2023 και αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.  

Νομικοί Ισχυρισμοί            

2.             Ο Αιτητής 1 καταγράφει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας, εκ μέρους και των λοιπών Αιτητών δηλώνει την αντίθεσή του με τις επίδικες αποφάσεις, και ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε στη χώρα καταγωγής του από ένα άτομο με επιρροή, του οποίου η καταδίκη εκκρεμεί. Δέχτηκε και εξακολουθεί να δέχεται απειλές από την οικογένεια του εν λόγω ατόμου και για το λόγο αυτό δεν αισθάνεται ασφαλής να επιστρέψει στη χώρα του.  

3.             Στη γραπτή του αγόρευση, ο Αιτητής 1 επαναλαμβάνει τους ίδιους λόγους εγκατάλειψης της χώρας του, ήτοι τη δίωξή του από άτομο, το οποίο ονοματίζει και το οποίο σκότωσε τον πατέρα. Το εν λόγω άτομο απειλεί, όπως καταγράφει και ο ίδιος, τόσο τον ίδιο όσο και την οικογένειά του και διαθέτει διασυνδέσεις στην κυβέρνηση της χώρας.

4.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης. Ειδικότερα, προωθούν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή 1 δεν παρουσιάζουν συνέπεια, ακρίβεια, ευλογοφάνεια και αληθοφάνεια και δεν στοιχειοθετούν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης αλλά ούτε και καταδεικνύεται ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. Παραπέμπουν στην έκθεση εισήγηση και στα σημεία όπου καταδεικνύεται κατά τη θέση τους, η αναξιοπιστία των.

To νομικό πλαίσιο

5.             Το άρθρο 11 των Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

6.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Πρόσφυγας

3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.».

7.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙

[.]

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα εξής:

«Αναγνώριση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας

19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή  του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, "σοβαρή βλάβη" ή "σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη" σημαίνει-

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του Αιτητή 1 στη χώρα καταγωγής του, ή

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης...».

Κατάληξη

9.             Εκ προοιμίου, επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως. Αναμένεται από του Αιτητές να προβάλουν, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή τους στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

10.          Παρατηρείται συναφώς ότι κατά τη καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής 1, δήλωσε ότι ο ίδιος και η οικογένειά του εγκατέλειψαν τη χώρα καταγωγής τους και δεν επιθυμούν να επιστρέψουν σε αυτήν εξαιτίας της δολοφονίας του πατέρα του και των προβλημάτων που αντιμετώπισαν από την οικογένεια του θύτη. Ειδικότερα, δήλωσε ότι ο πατέρας του, που τύγχανε περιβαλλοντιστής, δολοφονήθηκε από έναν άντρα, ονόματι H.E., παρουσία του Αιτητή, ο οποίος δέχτηκε πυρά στο κεφάλι και στο πόδι, με το δράστη, να παραμένει στη φυλακή από το 2003, χωρίς ωστόσο να του επιβληθεί η θανατική ποινή, όντας βετεράνος. Περαιτέρω, δήλωσε ότι ο αδερφός του δράστη τον απειλεί, χωρίς να μπορεί να τον μηνύσει, αναφέροντας πως την τελευταία φορά που τον συνάντησε έξω από το σχολείο του παιδιού του, ήθελε να το απαγάγει. Έτσι μετακόμισε με την οικογένειά του από το Anzali στη Rasht, εξακολουθώντας να βρίσκονται σε κίνδυνο, φοβούμενοι ότι αν κάτι τους συμβεί, δε θα είναι σε θέση να το αποδείξουν. Επιπλέον, ανέφερε, ότι σε περίπτωση επιστροφής τα τέκνα του θα βρίσκονται σε κίνδυνο, καθώς δε θα είναι σε θέση να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, καθώς στη χώρα καταγωγής τους αν κάποιος εναντιωθεί στο κράτος υπερασπιζόμενος τα δικαιώματά του, κινδυνεύει με θανατική ποινή.

11.          Κατά το στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής 1 ανέφερε ότι είναι υπήκοος Ιράν, γεννηθείς στην πόλη Rasht το έτος 1985. Ως προς περιοχές που διέμενε, δήλωσε ότι μέχρι την ηλικία των 23 χρόνων διέμενε στην πόλη Rasht, ακολούθως εγκαταστάθηκε στο Kataj επί 3 έτη, ακολούθως μετεγκαταστάθηκε στην Τεχεράνη όπου διέμεινε για 7 έτη. Έπειτα διέμεινε στο Anzali  και τα 5 τελευταία έτη διέμενε στην Rasht.  Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι είναι συζευγμένος με την Αιτήτρια 2 και έχουν δύο παιδιά, τους Αιτητές 3 και 4, 11 και 5 ετών αντιστοίχως. Ως προς τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας του, δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε το 2003, ενώ η μητέρα του, και τα τρία αδέλφια του διαμένουν στο Ιράν. Επικοινωνία διατηρεί μόνο με το γηραιότερο αδελφό του, καθώς τα άλλα του αδέλφια έχουν κοινούς φίλους με το δολοφόνο του πατέρα του. Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο δήλωσε ότι έλαβε εκπαίδευση για 12 έτη, ομιλεί Φαρσί και λίγα Αγγλικά. Ως προς την εργασιακή του πείρα, δήλωσε, ότι εργάστηκε ως οδηγός πλοίου, ως τελωνιακός και ως υπάλληλος σε φάρμα. Ως προς το θρήσκευμά του δηλώνει χριστιανός ορθόδοξος.   

12.          Σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του,  ανέφερε κατά την ελεύθερή του αφήγηση, ότι το πρόσωπο που δολοφόνησε τον πατέρα του διώκει τον ίδιο και την οικογένειά του. Εξήγησε ότι ο δολοφόνος του πατέρα του ήταν ήδη γνωστός του και την ημέρα του συμβάντος, 2.4.2023, ο δράστης ήρθε στο χώρο όπου ο Αιτητής 1 και ο πατέρας του ψάρευαν. Όταν ο δράστης και ο ίδιος πήγαν για ψάρεμα ο πρώτος άρχισε να τον πυροβολεί στο πόδι και στον ώμο. Ο Αιτητής 1, πήδηξε στο νερό και διέφυγε, ενώ ο δολοφόνος κυνήγησε στη συνέχεια τον πατέρα του και τον σκότωσε.  Έπειτα μετέβη στην αστυνομία, ενώ μετέφεραν τον πατέρα του στο νοσοκομείο όπου εξέπνευσε. Ο δολοφόνος εμφανίστηκε και στο νοσοκομείο, αλλά διέφυγε όταν έγινε αντιληπτός από τη νύφη του  Αιτητή 1. Έπειτα από τρεις μήνες ο δράστης συνελήφθη  και πήγε στη φυλακή, αφού προηγουμένως ομολόγησε τη δολοφονία. Βρίσκεται ακόμα στη φυλακή, ενώ όντας εκεί ο Αιτητής 1 δέχεται απειλές από έναν αδελφό του δολοφόνου, ο οποίος μάλιστα τον μαχαίρωσε. Ο Αιτητής 1 δέχεται απειλές και από το δολοφόνο, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή και δεν στέλνει τα παιδιά του στο σχολείο φοβούμενος τον αδελφό του δολοφόνου, αλλά και την υπόλοιπη οικογένειά του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Αιτητής 1, κατά τη δήλωσή του, εγκατέλειψε τη χώρα του. Ακολούθως, υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή 1  αναφορικά με τις περιστάσεις της δολοφονίας, το δράστη και τον πατέρα του. Ως προς τον ίδιο ο Αιτητής 1 ανέφερε το γεγονός της νοσηλείας του επί δέκα ημέρες μετά το περιστατικό και ότι πληροφορήθηκε το θάνατο του πατέρα αφότου επέστρεψε στην οικία του. Ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή 1 και ως προς την καταγγελία που καταχώρισε στην αστυνομία αναφορικά με τη δολοφονία του πατέρα του και την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του ιδίου, καθώς και τη διαδικασία ενώπιον των αρχών της χώρας του μέχρι την καταδίκη του δράστη σε θάνατο. Επεσήμανε, συναφώς, ο Αιτητής 1 ότι η θανατική ποινή δεν εκτελέστηκε και ότι αντ’ αυτού ο δολοφόνος εξακολουθεί να βρίσκεται στη φυλακή. Ο Αιτητής 1 δήλωσε άγνοια ως προς τα κίνητρα της δολοφονίας του πατέρα του. Ζητήθηκε επίσης από τον Αιτητή 1 να αιτιολογήσει τη δήλωσή του ότι ο δράστης έχει διασυνδέσεις με την κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο αυτός να μπορεί να δώσει κάποια απάντηση (ερ. 62, σημείο 1Χ του διοικητικού φακέλου). Σε ακόλουθο στάδιο της συνέντευξης, ζητήθηκε από τον Αιτητή 1 να αναφερθεί ειδικότερα στις απειλές που κατ’ ισχυρισμό δεχόταν. Ο Αιτητής 1 αναφέρθηκε στην παρουσία του αδελφού του δολοφόνου στο σχολείο των παιδιών του, ενώ ο τελευταίος δεν διέμενε στην εν λόγω περιοχή. Επίσης, ο Αιτητής 1 αναφέρθηκε σε απειλητικά τηλεφωνήματα από τον ίδιο τον δράστη όντας στη φυλακή από το 2005 μέχρι και το 2020. Κατά την ίδια περίοδο ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι λάμβανε απειλές από τον αδελφό του δράστη. Επιπλέον, δήλωσε ότι το εν λόγω πρόσωπο τον μαχαίρωσε το 2005 στο χέρι, περιστατικό το οποίο δήλωσε στην αστυνομία, χωρίς ωστόσο να γίνει κάτι. Ο Αιτητής 1 ανέφερε, στη συνέχεια, ότι για τα 15 αυτά χρόνια αναγκαζόταν να μετακινείται συνεχώς με την οικογένειά του, ενώ αφορμή ώστε να εγκαταλείψει τη χώρα του υπήρξε ένα περιστατικό όπου άγνωστοι εισήλθαν στην οικία του πραγματοποιώντας υλικές ζημίες. Ο ίδιος δήλωσε ότι πιστεύει ότι πίσω από αυτό το συμβάν βρίσκονται οι κατ’ ισχυρισμό φορείς δίωξής του διότι εάν επρόκειτο για κλέφτες θα αποσπούσαν απλώς την περιουσία του ενώ στην δική του περίπτωση κατάστρεψαν και το πάτωμα. Οι Αιτητές εγκατέλειψαν τη χώρα ένα μήνα μετά το συμβάν, κατά τη διάρκεια του οποίου δεν τους συνέβη κάτι.  Τέλος, υποβλήθηκαν ερωτήματα στον Αιτητή 1 αναφορικά με την προστασία που δύναται να λάβει από τις αρχές της χώρας του και να επεξηγήσει τη δήλωσή του ότι οι φορείς δίωξής του έχουν διασυνδέσεις στην κυβέρνηση. Στο επόμενο στάδιο της συνέντευξης υποβλήθηκαν ερωτήματα στον Αιτητή 1 αναφορικά με την δήλωσή του ότι είναι χριστιανός και ως προς τη μεταστροφή του στο χριστιανισμό όντας προηγουμένως μουσουλμάνος.

13.          Σε σχέση με το ταξίδι τους, δήλωσε ότι εγκατέλειψαν αεροπορικώς τη χώρα καταγωγής τους περί τα τέλη του 2020, και στις αρχές του 2021 εισήλθαν στη Δημοκρατία, όπου αιτήθηκαν διεθνούς προστασίας.

14.          Κατά το στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής 1 προσκόμισε τα εξής έγγραφα (βλ. ερ 71 του διοικητικού φακέλου): α) Δισέλιδο έγγραφο στη γλώσσα φαρσί, το οποίο εκδόθηκε, κατ’ ισχυρισμό του, από δικαστική αρχή, β) ιατρική έκθεση του θανάτου του πατέρα του Αιτητή 1, γ) ιατρικό έγγραφο αναφορικά με τον τραυματισμό του Αιτητή 1 και δ) τρισέλιδο έγγραφο από δικαστική αρχή. 

15.          Η Αιτήτρια 2 κατά τη συνέντευξή της επιβεβαίωσε την ιρανική της καταγωγή και υπέδειξε ως τόπο γέννησής της την πόλη Rasht (έτος γέννησης 1991). Επιβεβαίωσε εξάλλου ότι είναι σύζυγος του Αιτητή 1, έχουν 2 ανήλικα τέκνα (Αιτητές 3 και 4). Οι γονείς και τα αδέλφια της  (μία αδελφή και 3 αδελφοί)  βρίσκονται στην πόλη Rasht. Ως προς το θρήσκευμά της ανέφερε ότι προηγουμένως ήταν μουσουλμάνα και ότι προσπαθεί να μεταστραφεί στο χριστιανισμό εδώ και 8 μήνες, ήτοι από το χρόνο της συνέντευξης. Κατά το στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια προσκόμισε δύο έγγραφα, τα οποία αφορούν, όπως η ίδια δήλωσε στην καταδίκη του προσώπου που διώκει την οικογένειά της. Ως προς το εκπαιδευτικό της υπόβαθρο δήλωσε ότι πήγε σχολείο για επτά έτη χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή της καθώς στο μεταξύ παντρεύτηκε και αντιμετώπιζαν προβλήματα με τις απειλές που δεχόταν ο σύζυγός της. Ως προς την εργασιακή της πείρα, η Αιτήτρια υπήρξε πωλήτρια ρούχων κα αργότερα η ίδια πωλούσε ρούχα διαδικτυακά.

16.          Ως προς το ιστορικό των μετακινήσεων και των τόπων όπου διέμενε, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Rasht όπου παρέμεινε μέχρι την ηλικία των 17 ετών, ακολούθως διαδοχικά εγκαταστάθηκε με το σύζυγό της στην Τεχεράνη για 4 έτη, στην Karaj για 2 έτη, έπειτα για 3 έτη έμειναν στο Anzali και τέλος, επέστρεψαν στη Rasht μέχρι τη χρονική στιγμή που εγκατέλειψαν τη χώρα καταγωγής τους. 

17.          Ερωτηθείσα για τους λόγους που τους ώθησαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, η Αιτήτρια 2 αναφέρθηκε στις απειλές που λάμβαναν από το δολοφόνο του πεθερού της. Η ίδια ανέφερε ότι είχαν κουραστεί να μετακινούνται από πόλη σε πόλη εξαιτίας των απειλών. Αυτός είναι και ο μόνος λόγος για τον οποίο εγκατέλειψαν τη χώρα τους. Υποβλήθηκαν στη συνέχεια διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στην Αιτήτρια αναφορικά με το περιστατικό της δολοφονίας του πεθερού της και του τραυματισμού του συζύγου της, τη φυλάκιση του δράστη, τις απειλές που λάμβανε ο σύζυγός της, τη στάση των αρχών, και το περιστατικό εισόδου αγνώστων στην οικεία τους. Σε επόμενο στάδιο της συνέντευξης υποβλήθηκαν διερευνητικής φύσεως ερωτήματα στην Αιτήτρια αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι εξετάζει το ενδεχόμενο μεταστροφής της στο χριστιανισμό.

18.          Αξιολογώντας τις δηλώσεις των Αιτητών 1 και 2, οι Καθ’ ων η Αίτηση διέκριναν τέσσερεις ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και το τόπο συνήθους διαμονής των Αιτητών, ο δεύτερος αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία του πατέρα του Αιτητή 1 από τρίτο πρόσωπο, του οποίου η οικογένεια απειλεί τον Αιτητή 1, ο τρίτος και ο τέταρτος αναφορικά με τη  μεταστροφή του Αιτητή 1 και της Αιτήτριας 2, αντίστοιχα, στο Χριστιανισμό. 

19.          Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός στον οποίο εντάσσονται τα προσωπικά στοιχεία του προφίλ όλων των Αιτητών και ο τόπος συνήθους διαμονής τους, έγινε αποδεκτός. Οι συναφείς δηλώσεις των Αιτητών 1 και 2 υπήρξαν συνεκτικές, αποδεικνύονται περαιτέρω από τα έγγραφα ταυτοποίησης που προσκόμισαν καθώς και από έτερες εξωτερικές πηγές, στις οποίες παραπέμπουν οι Καθ’ ων η αίτηση.

20.          Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό αυτός έτυχε απόρριψης καθώς παρά την προσκόμιση συγκεκριμένων εγγράφων προς απόδειξη των δηλώσεων των Αιτητών 1 και 2, εντούτοις αυτά δεν κρίθηκαν επαρκή δεδομένων των αντιφάσεων, ανακολουθιών και έλλειψη επαρκών λεπτομερειών στις συναφείς τους δηλώσεις, τα οποία δεν θεμελίωσαν την εσωτερική τους αξιοπιστία. 

21.          Ο τρίτος και ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός των Αιτητών, έτυχε επίσης απόρριψης καθώς κρίθηκε ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική τους αξιοπιστία. Συνοπτικώς, οι δηλώσεις τους κρίθηκαν γενικές σε πολλά σημεία αναφορικά με τη διαδικασία μεταστροφής τους.  

22.          Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχουν οι Αιτητές στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού τους, οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής τους καταλήγοντας ότι τόσο οι Αιτητές 1 και 2 όσο και οι ανήλικοι Αιτητές 3 και 4 δεν διατρέχουν φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής τους

23.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέγραψαν ότι με βάση τις δηλώσεις των Αιτητών, το προσωπικό τους προφίλ και την εκτίμηση ενδεχόμενης ύπαρξης κινδύνου, συνάγεται ότι κανένας φόβος δίωξης δεν καθορίστηκε με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, ώστε να υπαχθούν στο προσφυγικό καθεστώς. Περαιτέρω, κατέληξαν ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας. Κρίθηκε τέλος ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παράβασης του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της αρχής της μη επαναπροώθησης. 

24.          Προτού προχωρήσω στην εκ νέου αξιολόγηση των ισχυρισμών των Αιτητών σημειώνω ότι ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο Αιτητής 1 και η Αιτήτρια 2 κλήθηκαν να απαντήσουν σε διευκρινιστικά ερωτήματα του Δικαστηρίου (δικάσιμος 14.11.2023). Στο πλαίσιο αυτό, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι προτού φύγει από το Ιράν διέμενε στην Rasht ενώ προηγουμένως, εξαιτίας του προβλήματος που αντιμετώπιζε, έζησε και σε άλλες πόλεις, ήτοι την Τεχεράνη, το Anzali και το Karaj. Κληθείς να αναφέρει τα μέλη της οικογένειάς του που διαμένουν στον Ιράν, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι εκεί διαμένει η μητέρα του, οι δύο αδελφοί του και η αδελφή του. Σε ακόλουθη ερώτηση αναφορικά, συγκεκριμένα, με το πρόβλημα που αντιμετωπίζει, ο Αιτητής 1 ανέφερε ότι τον Απρίλιο του 2003 κάποιο άτομο σκότωσε τον πατέρα του και επιδίωκε να βλάψει και τον ίδιο. Η αιτία της διαμάχης ήταν η αντίθεση του πατέρα του Αιτητή 1 με την κυβέρνηση. Προηγουμένως ο δράστης ήταν φίλος με τον πατέρα του. Ο Αιτητής 1 αναφέρει ότι ήταν και ο ίδιος παρών την ημέρα της δολοφονίας και μάλιστα και ο ίδιος τραυματίστηκε, στο δεξί χέρι και στο αριστερό πόδι, αλλά επέζησε. Ως προς το περιεχόμενο των απειλών, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι ακόμα και μετά την μετεγκατάστασή του στην πόλη Rasht, ο αδελφός του δράστη περιφερόταν γύρω από το σχολείο του παιδιού του Αιτητή 1 και απειλούσε ότι θα κλέψει τα παιδιά. Υποδείχθηκε από το δικαστήριο ότι παρά τη δολοφονία του πατέρα του, ο Αιτητής 1 παρέμεινε στη χώρα του για 17 έτη. Ο Αιτητής 1 σχολίασε προς τούτο ότι προσπαθούσε να παραμείνει στην χώρα του αλλάζοντας πόλη, ωστόσο αναγκάστηκε να φύγει εντέλει. Τού ζητήθηκε εξάλλου να σχολιάσει το γεγονός ότι η μητέρα και τα αδέλφια του παραμένουν στη χώρα και ο Αιτητής 1 αποκρίθηκε (ανακόλουθα) ότι πληροφορήθηκε ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει καταγγελθεί στις αρχές, ωστόσο πλέον δεν βρίσκεται στη φυλακή και εργάζεται και πάλι για την κυβέρνηση. Υποβλήθηκαν, ακολούθως, ερωτήματα στον Αιτητή 1 αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμό απειλές που δεχόταν από το χρόνο δολοφονίας του πατέρα του και έπειτα και αναφορικά με τις περιστάσεις της δολοφονίας του πατέρα του. Μετά τη δολοφονία του πατέρα του Αιτητή 1 αυτός αναφέρθηκε σε τηλεφωνικές απειλές και στην καταστροφή της οικίας του, η οποία εικάζει ότι οφείλεται στον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξής του. Ο Αιτητής 1 ερωτηθείς σχετικά δήλωσε ότι αυτός είναι ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα του. Το Δικαστήριο τού υπέδειξε ότι στο πλαίσιο της συνέντευξής του προώθησε και ως έτερο ισχυρισμό τη μεταστροφή του στον χριστιανισμό. Ο Αιτητής 1 δήλωσε συναφώς ότι συνεχίζουν την κατήχηση με σκοπό να βαπτιστούν. Ερωτήθηκε, τέλος, ο Αιτητής 1 αναφορικά με τις καταγγελίες στις οποίες προέβη ενώ επίσης του ζητήθηκε να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω πρόσωπο βρίσκεται στη φυλακή την ώρα που ο Αιτητής 1 ισχυρίζεται ότι έχει διασυνδέσεις με την κυβέρνηση.

25.          Στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας υποβλήθηκαν ερωτήματα και στην Αιτήτρια 2. Η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι δεν γνώρισε τον πεθερό της διότι τον σκότωσαν και ότι είναι συζευγμένη 16 χρόνια. Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι άλλαζαν τόπο διαμονής εξαιτίας των απειλών που δέχονταν από τον αδελφό του δολοφόνου του πατέρα του Αιτητή 1 και του φόβου τους. Κατόπιν σχετικής ερώτησης, δήλωσε ότι κατά το χρόνο που εγκατέλειψαν το Ιράν, ο δολοφόνος του πατέρα του Αιτητή 1 βρισκόταν στη φυλακή, ενώ ήταν ο αδελφός του δολοφόνου αυτός που εξακολουθούσε να τους διώκει και να τους απειλεί. Ανέφερε εξάλλου ότι κατήγγειλαν το εν λόγω πρόσωπο στις αρχές χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης, δήλωσε, ότι πώλησαν την οικία τους διότι την είχαν σπάσει και είχαν εξάλλου ανάγκη τα χρήματα. Επιβεβαίωσε, ακολούθως, ότι δεν είδε τους δράστες των υλικών ζημιών στην οικία τους, ωστόσο η ίδια είναι βέβαιη ότι συνδέονται με τους φορείς δίωξής τους. Κατόπιν σχετικού ερωτήματος, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι δεν αισθάνονται ασφαλείς σε καμία πόλη καθώς κάθε φορά τούς εντόπιζαν. Η ίδια εξηγεί ότι πέραν αυτού δεν είχε οποιοδήποτε λόγο να θέλει να εγκαταλείψει τη χώρα της. Τέλος, δήλωσε ότι μέλη της οικογένειάς της εξακολουθούν να διαμένουν στη Rasht.

26.          Στο πλαίσιο της de novo και ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών των Αιτητών, από το παρόν Δικαστήριο και με σκοπό την πληρέστερη και πιο ευδιάκριτη αξιολόγηση των ισχυρισμών των Αιτητών, θεωρώ ορθότερο τον διαχωρισμό του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού, σε δύο διακριτούς, ήτοι τον ισχυρισμό περί δολοφονίας του πατέρα του Αιτητή 1 και απόπειρα ανθρωποκτονίας εις βάρος του ιδίου από τρίτο πρόσωπο, και τον ισχυρισμό περί επιθέσεων και απειλών από συγγενείς του φερόμενου ως δολοφόνου.

27.          Σε σχέση με τον ισχυρισμό περί δολοφονίας του πατέρα του Αιτητή 1 και απόπειρα ανθρωποκτονίας εις βάρος του ιδίου από τρίτο πρόσωπο, παρατηρώ ότι τόσο οι δηλώσεις του Αιτητή 1, όσο και της Αιτήτριας 2, χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους από γενικότητα και αοριστία, ανεπάρκεια πληροφοριών, παντελή έλλειψη βιωματικών στοιχείων, καθώς και έλλειψη ευλογοφάνειας. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής 1, δεν ήταν θέση να περιγράψει με σαφήνεια και βιωματικότητα τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η δολοφονία του πατέρα του και η απόπειρα δολοφονίας του ίδιου, αρκούμενος σε γενικές αναφορές. Επιπλέον, σχετικά με το προφίλ του δράστη, ο Αιτητής υπήρξε αρκετά γενικόλογος και φειδωλός, αναφέροντας ότι επρόκειτο απλώς για κάποιον κυνηγό/επισκευαστή των βαρκών. Περαιτέρω και σε σχέση με τα αίτια της επίθεσης, δεν ήταν σε θέση να παράσχει μια σαφή εικόνα, αναφερόμενος σε προγενέστερα προβλήματα του δράστη με τον πατέρα του, λόγω της κυνηγετικής δραστηριότητάς του, κάτι που εντούτοις εύλογα θα αναμένονταν από τον αιτητή να γνωρίζει, λαμβάνοντας υπόψη το αποτέλεσμα που είχε η πράξη αυτή για τον Αιτητή, αλλά και την παρουσία του και συμμετοχή του στις ποινικές διαδικασίες εις βάρος του δράστη. Περαιτέρω, οι αναφορές του αιτητή σε σχέση με την απόπειρα δολοφονίας του ίδιου, παρουσιάζονται ως μη ευλογοφανείς. Πιο συγκεκριμένα, οι δηλώσεις του σχετικά με τον τρόπο διαφυγής του, ότι δηλαδή όντας τραυματισμένος από πυρά στον ώμο και στο πόδι, κατάφερε να διαφύγει του δράστη, κολυμπώντας μέχρι τη στεριά, ενώ ο τελευταίος τον αναζητούσε με τη βάρκα για περίπου μισή ώρα, στερούνται προδήλως ευλογοφάνειας, γεγονός που ενισχύεται και από τις ελλιπείς εξηγήσεις που παρείχε ο Αιτητής. Τέλος, σχετικά με την δεύτερη απόπειρα εις βάρος του κατά το διάστημα νοσηλείας στο νοσοκομείο, οι πληροφορίες που παρείχε ο Αιτητής τόσο σχετικά με την προσπάθεια του δράστη να τον προσεγγίσει, όσο και την αναγνώρισή του από την αδερφή του, παρουσιάζονται ασαφείς και γενικόλογες. Από την άλλη μεριά η Αιτήτρια 2, δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με τα εν λόγω περιστατικά, ενώ κάποιες γενικές αφηγήσεις της αφορούσαν πληροφορίες που είχε αντλήσει από το σύζυγό της. Αν και δεν ήταν παρούσα στο περιστατικό, εύλογα θα αναμενόταν να γνώριζε περισσότερες λεπτομέρειες για τη δολοφονία του πεθερού της και την απόπειρα δολοφονίας του συζύγου της, δεδομένης της φύσης του περιστατικού, αλλά και των συνεπειών που είχε για την ίδια και την οικογένειά της.

28.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι Αιτητές προσκόμισαν τα εξής έγγραφα (βλ. ερ 71 του διοικητικού φακέλου): α) Δισέλιδο έγγραφο στη γλώσσα φαρσί, το οποίο εκδόθηκε, κατ’ ισχυρισμό του, από δικαστική αρχή, β) ιατρική έκθεση του θανάτου του πατέρα του Αιτητή 1, γ) ιατρικό έγγραφο αναφορικά με τον τραυματισμό του Αιτητή 1 και δ) τρισέλιδο έγγραφο από δικαστική αρχή ενώ κατά την ενώπιον μου διαδικασία προσκόμισαν την με αριθμό αρχείο 816-88/12 Απόφαση του Εφετείου της επαρχίας Gilan. Κατ’ αρχάς παρατηρώ ότι τα εν λόγω αποδεικτικά είναι απλά φωτοαντίγραφα και κατά συνέπεια χαμηλής αποδεικτικής αξίας. Πλην αυτού, όπως ορθά έκριναν οι Καθ’ ων η αίτηση, τα δικαστικά έγγραφα που προσκομίστηκαν, δεν φέρουν ημερομηνία έκδοσης, πλήττοντας ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία τους. Εξάλλου, σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 378 του ως άνω κώδικα, οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να περιέχουν περαιτέρω τις ακόλουθες πληροφορίες: α) τον αριθμό υπόθεσης, β) τον αριθμό της απόφασης του δικαστηρίου, γ) Ημερομηνία έκδοσης, δ) τα στοιχεία του δικαστηρίου και του δικαστή, ε) τα στοιχεία των εμπλεκομένων και των δικηγόρων τους - Το ιστορικό της υπόθεσης, στ) το πλήρες κείμενο της απόφασης, ζ) την υπογραφή του δικαστή (συνήθως του προϊσταμένου) και την σφραγίδα του δικαστηρίου. Στην πράξη, οι αποφάσεις δεν είναι πάντα σύμφωνες με όλες αυτές τις νομικές διατάξεις. Ωστόσο, συνήθως περιέχουν τουλάχιστον μια σύντομη επιχειρηματολογία με βάση τα σχετικά άρθρα νόμου και εμφανίζουν τα τυπικά στοιχεία.[1] Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, αλλά και την έλλειψη αξιοπιστίας στις δηλώσεις των Αιτητών, ο ισχυρισμός απορρίπτεται. 

29.          Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί επιθέσεων και απειλών από συγγενείς του φερόμενου ως δολοφόνου στα πλαίσια της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας καταγράφω τα εξής: Συντάσσομαι με τη θέση των Καθ’ ων  η αίτηση ότι ο Αιτητής 1 υπέπεσε σε γενικόλογους ισχυρισμούς όταν ρωτήθηκε για τις απειλές που ο ίδιος δέχθηκε από το ίδιο το δολοφόνο του πατέρα του αλλά και από την οικογένεια του δολοφόνου.  Συγκεκριμένα, όσον αφορά στην ισχυριζόμενη απειλή του Αιτητή 1 από τον ίδιο το δολοφόνο ενόσω ο τελευταίος ευρισκόταν ήδη στη φυλακή, δήλωσε πως του τηλεφωνούσε και τον απειλούσε λέγοντας του πως θα αποφυλακιστεί με κάποιο τρόπο και τότε θα δολοφονήσει τον ίδιο και την οικογένειά του (ερυθρό 62 – 2Χ του διοικητικού φακέλου), ωστόσο δήλωσε μη εύλογα πως μετέβη στην αστυνομία αλλά δεν ήταν σε θέση να εντοπίσει από που τηλεφωνούσε παρά το γεγονός ότι ήταν φυλακισμένος χωρίς να μπορέσει να δώσει οιανδήποτε εξήγηση όταν του ζητήθηκε (ερυθρά 62 – 2Χ & 61 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής 1 σε σχετική ερώτηση επιβεβαίωσε πως δεχόταν απειλές από το δολοφόνο του πατέρα του για 15 χρόνια (τελευταίο έτος το 2020) φοβούμενος να απευθυνθεί στην αστυνομία δίνοντας την εξήγηση πως αφού η θανατική ποινή δεν είχε εκτελεστεί εναντίον του δεν επρόκειτο να τιμωρηθεί ούτε για τις απειλές (ερυθρό 61 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου), κάτι που δε κρίνεται ευλογοφανές, δεδομένης της προηγούμενης καταδίκης του φερόμενου δολοφόνου του πατέρα του. Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή 1 ότι το 2005 δέχθηκε επίθεση και τραυματίσθηκε με μαχαίρι από τον αδελφό του δολοφόνου του πατέρα του, ο Αιτητής 1 ανέφερε πως συνέβη στο δρόμο και ο ίδιος έφερε κάποιες εκδορές, ενώ η καταγγελία στην αστυνομία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα και πέραν τούτων δεν έδωσε καμία περαιτέρω πληροφορία για το συμβάν (ερυθρά 61 – 2Χ, 60 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Κατόπιν τούτης της δήλωσης, ο Αιτητής ανέφερε πως το 2020 επιστρέφοντας μία ημέρα στην οικία του  από τον αδελφό του την εντόπισε κατεστραμμένη, όπως καθρέπτες και παράθυρα σπασμένα και το πάτωμα κατεστραμμένο (ερυθρό 60 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς ο Αιτητής 1 να εξηγήσει πως συνδέεται το συμβάν αυτό με τις απειλές που δέχονταν, απέτυχε να τεκμηριώσει τη σύνδεση, καθότι δήλωσε ότι αν επρόκειτο για κλέφτες δε θα είχαν καταστρέψει το πάτωμα αφού ο σκοπός θα ήταν η κλοπή (ερυθρό 60 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Σημειωτέον δε πως κατά τη διάρκεια του ενός μήνα μετά το συμβάν, διάστημα κατά το οποίο παρέμεινε στη χώρα καταγωγής του, καθώς και μετά την αναχώρησή του ο Αιτητής δεν βίωσε κανένα άλλο συμβάν (ερυθρό 59 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Οι αναφορές του Αιτητή 1 ήταν αόριστα περιγραφικές, χωρίς λεπτομέρειες  ή βιωματικά στοιχεία που να μαρτυρούν βιωθέν περιστατικό, το οποίο να έβλαψε με οιονδήποτε τρόπο τον ίδιο και/ή την οικογένειά του.[2]

30.          Σχετικά με τις δηλώσεις της Αιτήτριας 2 κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της αναφορικά με το συγκεκριμένο ισχυρισμό παρατηρούνται τα ακόλουθα: Σε αυτή την περίπτωση, επίσης, η Αιτήτρια 2 δεν ήταν ικανοποιητικά λεπτομερής και συνεκτική στις δηλώσεις της. Συγκεκριμένα, συντάσσομαι με τη διαπίστωση των Καθ’ ων η αίτηση πως η Αιτήτρια θα αναμένετο να είναι σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με τις απειλές που δεχόταν η οικογένειά της και τους οδήγησαν εγκαταλείψουν τη χώρα καταγωγής τους. Αντιθέτως, η ίδια ανέφερε ο δολοφόνος τηλεφωνούσε στο σύζυγό της – Αιτητή 1 και ότι θα τους καταστρέψουν οικογενειακώς τη ζωή (ερυθρό 82 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου), η Αιτήτρια φαίνεται να μην είναι σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με τις απειλές. Επίσης, η Αιτήτρια αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό, ως η τελευταία φορά που ο Αιτητής 1 είδε τον αδελφό του δολοφόνου, κατά το οποίο ο αδελφός του δολοφόνου θεάθηκε από τον σύζυγός της – Αιτητή 1 έξω από το σχολείο των τέκνων τους, ενώ όταν της ζητήθηκαν λεπτομέρειες απέτυχε να τις παρέχει αναφέροντας πως ο σύζυγός της – Αιτητής 1 πήγε να πάρει το τέκνο τους από το σχολείο, τον είδε και επιστρέφοντας στην οικία τους της ανέφερε πως πρέπει να διαφύγουν από τη χώρα (ερυθρό 84 – 2Χ & 82 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Σχετικά με το περιστατικό της επίθεσης του 2020 η Αιτήτρια ανέφερε ότι εκείνη την περίοδο ευρίσκονταν στη μητέρα της στην Τεχεράνη και οι γείτονες τους απέστειλαν ένα βίντεο το οποίο απεικόνιζε την κατεστραμμένη οικία, δήλωση η οποία έρχεται σε αντίθεση με τη δήλωση του Αιτητή 1 ο οποίος ανέφερε πως επέστρεφε από τον αδελφό του και εντόπισε ο ίδιος την οικία κατεστραμμένη (ερυθρά 81 – 1Χ & 60 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια ανέφερε, όπως και ο Αιτητής, πως οι δράστες ήταν ο αδελφός του δολοφόνου επειδή αν ήταν κλέφτες δε θα προκαλούσαν τέτοιου είδους καταστροφές, με αποτέλεσμα να αποτύχει και η ίδια να τεκμηριώσει τη σύνδεση (ερυθρό 81 – 2Χ του διοικητικού φακέλου).

31.          Η έλλειψη επαρκών λεπτομερειών, ως αναλύεται πιο πάνω, αποτελεί σημαντική ένδειξη αναξιοπιστίας των Αιτητών 1 και 2 δεδομένου και του μορφωτικού του επιπέδου του Αιτητή 1, όπου εύλογα θα αναμένετο να είναι σε θέση να παραθέσει με μεγαλύτερη εξειδίκευση περιστάσεις που επικαλείται, αλλά και το γεγονός ότι επρόκειτο για ισχυρισμούς οι οποίοι αφορούσαν συμβάντα τα οποία είχαν βιώσει προσωπικά, κατά τους ισχυρισμούς τους. Επομένως, καταληκτικά αναφέρεται ότι η εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού δεν στοιχειοθετείται.

32.          Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μεταστροφής του Αιτητή 1 στον χριστιανισμό, συντάσσομαι και πάλι με τη θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν παρέχονται επαρκείς και συνεκτικές λεπτομέρειες αναφορικά. Ειδικότερα, κληθείς να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με τη νέα του θρησκεία ο ίδιος απάντησε εις διπλούν ότι δεν είναι καλά εκπαιδευμένος και δεν έχει αρκετές πληροφορίες σχετικά, γεγονός μη αναμενόμενο αφού είχε δηλώσει πως είναι το ενδιαφέρον του για το Χριστιανισμό γεννήθηκε πριν από 6-7 έτη και της συζύγου του – Αιτήτριας 2 πριν από 2-3 έτη (ερυθρά 58 – 2Χ & 57 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το όνομα της εκκλησίας στην οποία εκκλησιάζεται στη Λεμεσό (ερυθρό 57 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ο Αιτητής 1 όταν ερωτήθηκε για το λόγο που επέλεξε την εν λόγω θρησκεία, τι του κίνησε το ενδιαφέρον και πως έγινε η εσωτερική του αλλαγή, ανέφερε με πολύ γενικό τρόπο πως δεν ασκούσε τα θρησκευτικά του καθήκοντα από την ηλικία των 15-16, επέλεξε το Χριστιανισμό επειδή ο Ιησούς Χριστός δεν λέει ψέματα, καθώς και ότι όσα γνωρίζει για τη θρησκεία τα ξέρει από βίντεο στο διαδίκτυο (YouTube), (ερυθρό 57 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής κλήθηκε πολλές φορές να αναφερθεί σε λεπτομέρειες της θρησκείας τις οποίες έμαθε και τον έλκυσαν, αλλά παρέμεινε γενικός στις δηλώσεις του χωρίς να αποδίδει το πως ενστερνίστηκε τα δόγματα του Χριστιανισμού μέσα του, αναφέροντας ότι μάθαινε «πράγματα για τη θρησκεία», «ο Χριστιανισμός είναι ολοκληρωμένη θρησκεία», «είναι ειρηνική, ενώ η προηγούμενη βασίζεται σε ψέματα», ενώ δήλωσε ότι στο Χριστιανισμό του τράβηξαν το ενδιαφέρον πράγματα που δεν είχε η θρησκεία του, όπως η υπομονή και η αλληλοβοήθεια (ερυθρά 57 – 2Χ & 56 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια των ερωτήσεων, επίσης, ανέφερε ότι έχει δει διαδικτυακά ιστορίες για τον Ιησού Χριστό, αλλά δεν έχει διαβάσει ποτέ τίποτα σχετικό, ωστόσο όταν κλήθηκε δήλωσε πως δε θυμάται καμία ιστορία από όσες παρακολούθησε ώστε να τη διηγηθεί (ερυθρό 55 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ρητά ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι δεν είχε βαπτιστεί ακόμη, επρόκειτο να ειδοποιηθεί, και παράλληλα δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τη σημασία τη βάπτισης στα πλαίσια του Χριστιανισμού (ερυθρό 55 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Σημειωτέον δε ότι και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δήλωσε ότι δεν έχει μέχρι σήμερα βαπτιστεί Χριστιανός. Τέλος, όταν ο Αιτητής 1 ερωτήθηκε τι πιστεύουν οι Χριστιανοί εκείνος απάντησε ότι πιστεύουν στην ειλικρίνεια και την αλήθεια και δεν απάντησε σε καμία ερώτηση σχετικά με λεπτομέρειες της θρησκείας, όπως ποιος καταδίκασε τον Ιησού Χριστό σε θάνατο ή που σταυρώθηκε (ερυθρό 54 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ως εκ των άνω επομένως, ο ισχυρισμός περί μεταστροφής του Αιτητή 1 στον Χριστιανισμό είναι εσωτερικά αναξιόπιστος. Σε περίπτωση επιστροφής του ως Χριστιανός στο Ιράν ο Αιτητής ανέφερε πως θα του επιβληθεί θανατική ποινή (ερυθρό 54 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). 

33.          Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία κρίνεται ότι το μόνο τεκμήριο για τους ισχυρισμούς του Αιτητή 1 είναι όσα ανέφερε στη συνέντευξή του και δεν χρειάζεται περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης. Συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

34.          Τέλος, σχετικά με τον ισχυρισμό περί μεταστροφής της Αιτήτριας στον χριστιανισμό, συντάσσομαι και σε αυτή την περίπτωση με το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση ότι οι δηλώσεις και της Αιτήτριας 2 ήταν γενικόλογες και χωρίς το προσωπικό στοιχείο. Με βάση τις δηλώσεις της διαπιστώνεται ότι δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές λεπτομέρειες αναφορικά με πληροφορίες για τη χριστιανική θρησκεία και δεν απέδωσε βιωματικό χαρακτήρα όσον αφορά τον ασπασμό της νέας της θρησκείας, η Αιτήτρια 2 ανέφερε γενικά ότι η ισλαμική θρησκεία έχει να κάνει κυρίως με τη δύναμη και την κυριαρχία, ότι παρακολούθησε βίντεο σχετικά με το Χριστιανισμό και τον Ιησού Χριστό, ενώ δήλωσε πως δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο επέλεξε το Χριστιανισμό και το Ορθόδοξο δόγμα (ερυθρά 79 – 2Χ & 78 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Η Αιτήτρια 2 εξέφρασε την επιθυμία της να εκπαιδευτεί σε σχέση με τη χριστιανική θρησκεία, καθώς και ότι μόλις εκπαιδευτεί κατάλληλα θα προχωρήσει στη βάπτισή της, ωστόσο -όπως και ο Αιτητής 1- έως την ημέρα της δικασίμου δεν είχε προβεί στη βάπτιση, αλλά ούτε και γνώριζε με σιγουριά τη σημασία της βάπτισης για του Χριστιανούς (ερυθρά 79 – 1Χ & 18 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Αν και η Αιτήτρια 2 διαφαίνεται μέσω των απαντήσεων της να γνωρίζει περισσότερα αναφορικά με το Χριστιανισμό, όπως το που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός ή το γεγονός ότι είχε σταυρωθεί ή τα Χριστούγεννα ως γιορτή της θρησκείας, εντούτοις δεν παρέχει επαρκείς πληροφορίες για ένα άτομο το οποίο ως τελικό του στόχο έχει τη μεταστροφή καθότι οι απαντήσεις της είναι πολύ γενικές και πολλές φορές η απάντησή της είναι «δεν γνωρίζω» (ερυθρά 76 – 77 του διοικητικού φακέλου). Σε περίπτωση επιστροφής της ως Χριστιανή στο Ιράν η Αιτήτρια 2 ανέφερε πως δεν επιτρέπεται άλλη θρησκεία εκτός από το Ισλάμ (ερυθρό 76 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).  

35.          Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το μόνο τεκμήριο για τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας 2 είναι όσα ανέφερε στη συνέντευξή της και δεν χρειάζεται περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης. Ως εκ των άνω σωρευτικά, ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας 2 ο συναφής ισχυρισμός απορρίπτεται.

36.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχουν οι Αιτητές σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους και λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι ισχυρισμοί τους περί διώξεως τους από τρίτα πρόσωπα, λόγω της καταδίκης του φερόμενου ως δολοφόνου πατέρα του Αιτητή 1 απορρίφθηκαν, την απουσία οποιασδήποτε προγενέστερης δίωξης,  αλλά και  την απουσία οποιουδήποτε στοιχείου στο προφίλ των Αιτητών που θα μπορούσε να εγείρει ζήτημα κινδύνου, καταλήγω ότι αν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους, δεν συντρέχει εύλογη πιθανότητα να εκτεθούν σε κάποιο κίνδυνο. Εξάλλου, ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι οι ισχυρισμοί των Αιτητών περί δολοφονίας του πατέρα του Αιτητή 1 και στοχοποίησής τους από μέλη της οικογενείας του ευσταθούν, δεν διαφαίνεται εύλογα το ενδεχόμενο να αντιμετωπίσουν κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής τους, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη μακρά περίοδο που μεσολάβησε από τη κατ’ ισχυρισμόν δολοφονία του πατέρα του, πλέον των 20 ετών, αλλά και του γεγονότος ότι τα περιστατικά που επικαλούνται για το διάστημα που μεσολάβησαν, δεν καταδεικνύουν κίνδυνο για τους Αιτητές, δεδομένου ότι επί 17 έτη περίπου, πλην κάποιων απειλών, και μιας επίθεσης στην οικεία τους, χωρίς εντούτοις να παρουσιάζει συνάφεια με τους κατ’ ισχυρισμόν διώκτες τους, δεν αντιμετώπισαν κάποιο άλλο περιστατικό.

37.          Σε κάθε περίπτωση παρατηρώ ότι και στο ενδεχόμενο που παρουσιαστεί οποιαδήποτε απειλή για τους Αιτητές ξεχωριστά και/ή συνολικά ως οικογένεια στον τελευταίο τόπο διαμονής του από οποιοδήποτε μη κρατικό δρώντα, έχουν τη δυνατότητα να αναζητήσουν προστασία από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Υπενθυμίζεται ότι η διεθνής προστασία είναι δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.[3] 

38.          Περαιτέρω, αναφορικά με τους Αιτητές 3 και 4, παρατηρώ κατ’ αρχάς ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση κάνουν ειδική μνεία στους ανηλίκους κατά την αξιολόγηση κινδύνου, κατάληξη που βρίσκει σύμφωνο το παρόν Δικαστήριο, καθώς δεν προέκυψε από κάποιο στοιχείο ότι θα εκτεθούν εύλογα σε κίνδυνο που να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη, δεδομένης της κατάστασης ασφαλείας στο τόπο συνήθους διανομής και λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, υπόψη ότι θα επιστρέψουν με τους γονείς του. Περαιτέρω, σχετικά με δικαιώματα που απολαμβάνουν τα παιδιά στο Ιράν, καθώς και τυχόν παραβίαση αυτών, σημειώνεται τα εξής: Ο Γενικός Γραμματέας αναγνωρίζει τη μακροχρόνια δέσμευση της Κυβέρνησης να διευκολύνει την εκπαίδευση, κάτι που αποτυπώνεται επίσης στο Σύνταγμα και τον Χάρτη των Δικαιωμάτων των Πολιτών. Ωστόσο, κυβερνητικές εκθέσεις αναφέρουν ότι, μεταξύ Δεκεμβρίου 2023 και Ιανουαρίου 2024, τουλάχιστον 30.000 παιδιά με αναπηρία δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν το δημοτικό σχολείο, στερώντας τους το βασικό τους δικαίωμα στην εκπαίδευση. Ο Γενικός Γραμματέας σημειώνει την κατανομή πόρων που ισοδυναμούν με 60 εκατομμύρια δολάρια για ανακαινίσεις σχολείων, όπως ανακοινώθηκε από τον Υπουργό Παιδείας τον Μάρτιο του 2024 για τη βελτίωση της μάθησης.

 

39.          Ο Γενικός Γραμματέας ανησυχεί για το γεγονός ότι πάνω από 40.000 παιδιά στερούνται επίσημα έγγραφα ταυτότητας, όπως υπογραμμίστηκε από την ανακοίνωση του Υπουργείου Συνεταιρισμών, Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας στις 8 Οκτωβρίου 2023. Αυτό εμποδίζει την πρόσβασή τους σε κρατικές υπηρεσίες και θέτει σε κίνδυνο την απόλαυση των δικαιωμάτων τους στην υγεία και την εκπαίδευση. Σύμφωνα με ημιεπίσημα κρατικά μέσα, τα παιδιά προέρχονται κυρίως από μειονοτικές ομάδες, καθώς και από παιδιά με μη Ιρανό πατέρα. Ο Γενικός Γραμματέας σημειώνει τις προσπάθειες της Κυβέρνησης για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας δέσμευσης από τον επικεφαλής του Εθνικού Οργανισμού Πολιτικής Καταγραφής στις 23 Ιανουαρίου 2024 να δοθεί προτεραιότητα σε αυτό το θέμα. Ο Γενικός Γραμματέας επιπλέον σημειώνει την εφαρμογή του ηλεκτρονικού συστήματος καταγραφής Faghedin, το οποίο έχει σχεδιαστεί για την επιτάχυνση της καταγραφής ατόμων χωρίς έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών.[4]

 

40.          Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι οι περιπτώσεις παραβίασης δικαιωμάτων των παιδιών που αφορούν στην πρόσβασή τους στην εκπαίδευση, καθώς και στο ιατροφαρμακευτικό σύστημα υγείας, αφορούν περιπτώσεις ευάλωτων προσώπων, καθώς και παιδιών χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα ή λόγω της φυλετικής τους καταγωγής. Εν προκειμένω, για τους Αιτητές 3 και 4 δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα να παραβιαστούν τα εν λόγω δικαιώματά τους, δεδομένου ότι δεν ανήκουν σε κάποια από τις ανωτέρω κατηγορίες, ο μεν 3ος Αιτητής ήδη κατά το διάστημα που διαβιούσε στη χώρα καταγωγής του φοιτούσε σε σχολείο, χωρίς κανένα από τα δύο τέκνα να αντιμετωπίζει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα υγείας, ενώ ούτε οι Αιτητές 1 και 2 έκαναν κάποια σχετική μνεία σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Τέλος, η παραμονή των Αιτητών 3 και 4 με τους γονείς τους, σε ένα μέρος που ήδη γνωρίζουν και που εύλογα αναμένεται να επαναγκατασταθούν με ασφάλεια, θεωρώ πως είναι προς το συμφέρον των τέκνων.

41.            Εξάλλου, σε σχέση με την τύχη των επιστραφέντων αιτούντων άσυλο, με βάση εξωτερικές πηγές, διαφαίνεται ότι οι ιρανικές αρχές δίνουν λίγη προσοχή στους αποτυχημένους αιτούντες άσυλο κατά την επιστροφή τους στο Ιράν. Οι Ιρανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα σε μεγάλους αριθμούς ύστερα από την επανάσταση του 1979 και οι αρχές αποδέχονται ότι πολλοί θα επιδιώξουν να ζήσουν και να εργαστούν στο εξωτερικό για οικονομικούς λόγους. Όσοι επιστρέφουν με άδεια διέλευσης (laissez - passer) ανακρίνονται από την Αστυνομία Μετανάστευσης στο Διεθνές Αεροδρόμιο Ιμάμ Χομεϊνί στην Τεχεράνη κατά την άφιξή τους σχετικά με τις συνθήκες αναχώρησής τους και γιατί ταξιδεύουν με άδεια διέλευσης. Η ανάκριση διαρκεί συνήθως από τριάντα λεπτά έως μία ώρα, αλλά μπορεί να διαρκέσει περισσότερο όταν ο επιστρεφόμενος θεωρείται ότι υπεκφεύγει με τις απαντήσεις του ή εάν οι αρχές υποψιάζονται ποινικό ιστορικό από την πλευρά του επαναπατριζόμενου. Η σύλληψη και η κακομεταχείριση δεν είναι συχνές κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Μια καλά τοποθετημένη πηγή δεν γνώριζε ότι οι εθελοντές επιστρεφόμενοι διώκονταν για κριτική στην Ισλαμική Δημοκρατία, ασπάστηκε τον Χριστιανισμό ή προσηλυτισμό στο εξωτερικό κατά την επιστροφή τους στο Ιράν. Οι αρχές δεν ελέγχουν τους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης των Ιρανών που επιστρέφουν από το εξωτερικό. Διεθνείς παρατηρητές αναφέρουν ότι οι ιρανικές αρχές δεν ενδιαφέρονται για τη δίωξη των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο για δραστηριότητες που διεξάγονται εκτός Ιράν. Αυτό περιλαμβάνει τη δημοσίευση σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που επικρίνουν την κυβέρνηση (το βαρύ φιλτράρισμα του Διαδικτύου σημαίνει ότι οι περισσότεροι Ιρανοί δεν θα τα δουν ποτέ), διαμαρτυρίες έξω από μια ιρανική διπλωματική αποστολή, μεταστροφή στον Χριστιανισμό ή ενασχόληση με δραστηριότητες LGBTI. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το προφίλ κινδύνου για το άτομο θα είναι το ίδιο με οποιοδήποτε άλλο άτομο στο Ιράν εντός αυτής της κατηγορίας. Όσοι έχουν ήδη υψηλό προφίλ μπορεί να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο κίνδυνο να βρεθούν στο μικροσκόπιο των αρχών κατά την επιστροφή στο Ιράν, ιδιαίτερα πολιτικοί ακτιβιστές. Η μεταχείριση των επιστρεφόντων, συμπεριλαμβανομένων των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο, εξαρτάται από το προφίλ των επιστρεφόντων πριν αναχωρήσουν από το Ιράν και τις ενέργειές τους κατά την επιστροφή. Σύμφωνα με τοπικές πηγές, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι αποτυχημένοι αιτούντες άσυλο κατά την επιστροφή τους είναι η οικονομική επανένταξη και με ουσιαστική απασχόληση.[5]

42.          Συνεπώς καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή τους στο καθεστώς του πρόσφυγα καθότι δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

43.          Ενόψει των ανωτέρω δε τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή των Αιτητών σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψουν στη χώρα ιθαγένειάς τους, θα αντιμετωπίσουν πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

44.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή 1 δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

45.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή 1 ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητή 1ς, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

46.          Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή  του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

47.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

48.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki ElgafajiNoor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

49.          Ακολούθως, το παρών Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής των Αιτητών.

 

50.          Σχετικά με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες για την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στη Μέση Ανατολή σημειώνεται ότι το Ιράν και το Ισραήλ αντάλλαξαν χτυπήματα στην επικράτειά τους τον Οκτώβριο, σηματοδοτώντας την πιο σοβαρή άμεση στρατιωτική αντιπαράθεσή τους μέχρι σήμερα. Στις 1 Οκτωβρίου, το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC) εκτόξευσε περίπου 180 βαλλιστικούς πυραύλους προς το Ισραήλ. Η επίθεση ακολούθησε αρκετούς μήνες ιρανικής αυτοσυγκράτησης μετά τη δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, στις 31 Ιουλίου στην Τεχεράνη, πιθανώς λόγω ανησυχιών ότι το Ισραήλ προσπαθούσε να προκαλέσει το Ιράν σε μια ενέργεια που θα μπορούσε να τραβήξει τις ΗΠΑ στη σύγκρουση. Ωστόσο, μετά την κλιμάκωση των επιθέσεων του Ισραήλ κατά του βασικού συμμάχου του Ιράν, της Χεζμπολάχ, και εν μέσω δηλώσεων από Ισραηλινούς ηγέτες που υποδήλωναν πρόθεση αναδιάρθρωσης της περιφερειακής τάξης, η ιρανική ηγεσία επανεκτίμησε την κατάσταση. Η επίθεση της 1ης Οκτωβρίου ήταν ισχυρότερη από τον προηγούμενο γύρο τον Απρίλιο, με το IRGC να χρησιμοποιεί πιο εξελιγμένους πυραύλους και να παρέχει ελάχιστη προειδοποίηση εκ των προτέρων. Παρά τις πολλές αναχαιτίσεις, πύραυλοι έπεσαν σε τουλάχιστον 16 περιοχές στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Κάποιοι έπεσαν κοντά στην έδρα της Μοσάντ στη βάση Glilot κοντά στο Τελ Αβίβ, ενώ άλλοι έπληξαν απευθείας τις στρατιωτικές βάσεις Nevatim και Tel Nof στη Μπερ Σεβά και τη Ρεχόβοτ.

 

51.          Στις 26 Οκτωβρίου, το Ισραήλ ανταπάντησε με μια σειρά ακριβών αεροπορικών επιδρομών, κυρίως κατά στρατιωτικών υποδομών σε τουλάχιστον 13 περιοχές στην Τεχεράνη, το Καράτζ, το Ιλάμ, το Χουζεστάν και τη Σεμνάν. Αναφέρθηκαν τέσσερις στρατιώτες και ένας πολίτης νεκροί στις επιθέσεις. Το πρώτο κύμα αεροπορικών επιδρομών στόχευσε ραντάρ και συστήματα αεράμυνας, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων S-300. Τα επόμενα κύματα έπληξαν τουλάχιστον επτά στρατιωτικές εγκαταστάσεις, όπως οι εγκαταστάσεις Khojir και Parchin, όπου παράγονται πύραυλοι υγρών και στερεών καυσίμων, καθώς και το Διαστημικό Κέντρο Shahrud, που χρησιμοποιείται για δοκιμές πυραύλων και συναρμολόγηση κινητήρων. Παρόλο που το Ισραήλ απέφυγε να καταστρέψει εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου του Ιράν υπό την πίεση των ΗΠΑ, μια δεξαμενή στο διυλιστήριο του Αμπαντάν επλήγη, πιθανώς ως προειδοποίηση για μελλοντικές επιθέσεις. Σε περίπτωση μελλοντικών κλιμακώσεων, το Ιράν ενδέχεται να είναι πιο ευάλωτο σε επιθέσεις από το Ισραήλ λόγω των ζημιών που αναφέρθηκαν στα ραντάρ και τις μπαταρίες αεράμυνας του.[6]

 

52.          Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι εντάσεις μεταξύ Ιράν – Ισραήλ αφορούν στοχευμένες στρατιωτικές επιθέσεις με κύριους στόχους στρατιωτικούς και οικονομικούς πόρους. Από τις επιθέσεις δε αυτές δεν προκύπτει να πλήττονται άμεσα οι πολίτες του Ιράν. Σημειώνεται ότι για την πόλη Rasht, της επαρχίας Gilan, που αποτελεί το τόπο συνήθους διαμονής των Αιτητών, δεν προκύπτει κατά το τελευταίο έτος η ύπαρξη περιστατικών ασφαλείας, πλην ενός περιστατικού βίας κατά άμαχου πληθυσμού, από το οποίο δεν προέκυψε καμία ανθρώπινη απώλεια.[7] 

53.          Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα ως προς την κατάσταση ασφαλείας, ως καταγράφονται ανωτέρω, δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής των Αιτητών λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις των Αιτητών, επισημαίνεται ότι πρόκειται για τετραμελή οικογένεια που κανένα μέλος δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας, και οι οποίοι ευλόγως αναμένεται να μπορούν να ζήσουν με ασφάλεια στην περιοχή. Συμπερασματικά, ούτε από τους ισχυρισμούς των Αιτητών αλλά ούτε και από τις πηγές που λήφθηκαν υπόψη από το παρόν Δικαστήριο προκύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψουν στη χώρα ιθαγένειάς τους, θα αντιμετωπίσουν πραγματικό κίνδυνο να υποστούν σοβαρή βλάβη.

54.          Οι Αιτητής δεν προβάλουν οποιουδήποτε έτερους ισχυρισμούς συναρτώμενους με την απόφαση επιστροφή τους και της αρχή της μη επαναπροώθησης, πέραν των όσων εξετάστηκαν ανωτέρω.

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €300 έξοδα εναντίον των Αιτητών και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Joint report from LandInfo aand others-Iran-Criminal proceedings and documents December 2021, σελίδες 76-77 https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/11/2024)

[2] Για την ύπαρξη περιγραφικής λεπτομέρειες ως δείκτη αξιοπιστίας βλ. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/202302/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

Σελ. 281 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.10.2024)

[3] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), 36 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.10.2024)

[4] CERD - UN Committee on the Elimination of Racial Discrimination: Concluding observations on the combined twentieth to twenty-seventh periodic reports of the Islamic Republic of Iran [CERD/C/IRN/CO/20-27], 23 August 2024

https://www.ecoi.net/en/file/local/2114315/CERD_C_IRN_CO_20-27_59383_E.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.10.2024)

[5] Australian Government, Department of foreign affairs and trade (April 2020), 'Country information report: Iran', διαθέσιμο στη διεύθυνσηDFAT Country Information Report - Iran - 14 April 2020 (ecoi.net) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 13.11.2024)

 

 

[6] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), Regional Overview

Middle East

October 2024, (November 2023), υπό Iran: Iran and Israel: Israel conducts precise airstrikes in retaliation to Iran’s missile attacks, διαθέσιμο σεhttps://acleddata.com/2024/11/07/middle-east-overview-october-2024/#keytrends2  (ημ. προσβ. 12/11/2024)

[7] Acled Explorer, Middle East, Iran, Gilan, διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ (ημ. προσβ. 12/11/2024)

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο