ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 1636/2023
16 Δεκεμβρίου, 2024
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ι.Μ.Κ.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Δ. Κυριάκου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Σ. Σταύρου
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 4.4.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό (στο εξής: ΛΔΚ). Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του κατά δήλωσή του στις 9.5.2022 και στη συνέχεια εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία. Περί τις 10.3.2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 21.3.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, ο οποίος στις υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου(στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 4.4.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 9.5.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής προωθεί, ως δήλωσε δια της συνηγόρου του κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, μόνο τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης προβάλλοντας κατά τη γραπτή τους αγόρευση ότι ο Αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρότητας το οποίο φέρει όπως και το βάρος απόδειξης περί ύπαρξης βάσιμου λόγου δίωξης στο πρόσωπό του στο πλαίσιο του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Υποδεικνύουν ότι η γραπτή αγόρευση του Αιτητή δε συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου καθώς και του Κανονισμού 6 των Περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019. Αντικρούοντας τον μοναδικό λόγο προσφυγής που προωθεί ο Αιτητής, υποστηρίζουν ότι η επίδικη συνιστά προϊόν δέουσας έρευνας, παραπέμποντας σε όλα τα επιμέρους ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση όπως καταγράφονται στην έκθεση εισήγηση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.
Το νομικό πλαίσιο
4. Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
7. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
8. Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητά της (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή). Συνεπώς, η επίκληση έλλειψης δέουσας έρευνας δεν επαρκεί από μόνη της για να ανατρέψει την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Το γεγονός ότι, όπως κατ' ισχυρισμό προβάλλει, δεν είχε την δυνατότητα να εκθέσει προσηκόντως τις θέσεις του ενώπιόν της διοίκησης για τους πιο πάνω λόγους, ουδεμία σημασία μπορεί να έχει πλέον, υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους, καθώς το παρόν Δικαστήριο προβαίνει σε εξ υπαρχή και ex nunc έλεγχο των περιστάσεων της αιτήσεως του εκάστοτε Αιτητή. Συνεπώς, οι εν λόγω ισχυρισμοί εγείρονται αλυσιτελώς στην παρούσα υπόθεση, [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].
9. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, κατά την καταγραφή της αίτησής του αυτός δήλωση ότι λαμβάνει απειλές κατά της ζωής του από άτομα από τα οποία ο πατέρας του έλαβε χρήματα.
10. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής επανέλαβε πως είναι υπήκοος της ΛΔΚ γεννηθείς στην πόλη Tsikapa το 2000, ενώ στην ηλικία των 11 ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στην Kinshasa (περιοχή Bonne Marche). Ως προς το θρήσκευμά του δήλωσε Χριστιανός Καθολικός και ως προς τη φυλή του Mukomgo. Έχει λάβει δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ δεν διαθέτει επαγγελματική πείρα. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής ανέφερε ότι έχει δύο αδελφές και ένα αδελφό ενώ είναι το μόνο παιδί του πατέρα του με την μητέρα του καθώς ο πρώτος είχε δύο γυναίκες. Η μητέρα του διέμενε στην Kinshasa ενώ ο πατέρας του, κατά τη δήλωση του Αιτητή έχει πεθάνει και πιο συγκεκριμένα δολοφονήθηκε από πρόσωπα από τα οποία έλαβε προηγουμένως δάνειο. Ερωτηθείς αναφορικά με το χρόνο θανάτου του πατέρα του, ο Αιτητής έδωσε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες σε διαδοχικά ερωτήματα που του υποβλήθηκαν (βλ. ερ. 21 του διοικητικού φακέλου). Στη χώρα καταγωγής του βρίσκεται εξάλλου και μια θεία, ο παππούς του και ένας θείος με τον οποία ζούσε μαζί του μετά το θάνατο του πατέρα, ο οποίος τον βοήθησε να ταξιδέψει στη Δημοκρατία. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε πως οι γονείς του όπως και οι τρεις αδελφοί του διαμένουν στην Kinshasa. Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής στις 17.10.2021 και κατέφθασε στη Δημοκρατία στις 18.10.2021 (ερυθρό 23- 27 του διοικητικού φακέλου)
11. Ερωτηθείς ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, κατά την ελεύθερή του αφήγηση, o Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήταν έμπορος και χρεωκόπησε με αποτέλεσμα να δανειστεί χρήματα από έναν φίλο του. Καθώς η επανέναρξη της επιχείρησής του ήταν δύσκολη και δεν ήταν σε θέση να αποπληρώσει έγκαιρα τους δανειστές του αυτό είχε ως αποτέλεσμα αποτέλεσμα αυτοί να τον επισκεφτούν σε διάφορες περιπτώσεις στην οικία του, απειλώντας ότι εάν δεν τους αποπληρώσει θα κάνουν κακό στο ίδιο και στην οικογένειά του. Σε μια από τις επισκέψεις τους σκότωσαν τον πατέρα του Αιτητή και βίασαν τη μητέρα του. Η τελευταία ζήτησε από τους δράστες λίγο χρόνο προκειμένου να τους αποπληρώσει. Ο ίδιος και η μητέρα του κατέφυγαν στο θείο του, στο οποίο η μητέρα του εξήγησε τα τεκταινόμενα. Ο θείος του Αιτητή εξασφάλισε τους πόρους για να στείλει τον Αιτητή στη Δημοκρατία και τη μητέρα του στην επαρχία, καθώς φοβόταν και ο ίδιος για την οικογένειά του.
12. Ακολούθως υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με το δάνειο του πατέρα του και τις περιστάσεις γύρω από αυτό, τις επισκέψεις των δανειστών του πατέρα του στην οικία τους, τη διαφυγή του στο θείο του. Ο Αιτητής απαντώντας σε σχετική ερώτηση δήλωσε ότι μετά τη δολοφονία του πατέρα δεν έγινε κάτι σε σχέση με αυτή την υπόθεση και ότι η έλευση του στη Δημοκρατία ήταν απόφαση του θείου και ότι δεν επιθυμεί να μετοικήσει στην επαρχία όπως έπραξε η μητέρα του.
13. Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. ο μεν πρώτος αναφορικά με τη χώρα καταγωγής, τον τόπο καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, ο δε δεύτερος αναφορικά με το δανεισμό από τον πατέρα του ποσού από φιλικό του πρόσωπο και ως τρίτο, ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή και της οικογένειάς του από το δανειστή του πατέρα του.
14. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του έγινε αποδεκτός καθώς οι συναφείς αναφορές του κρίθηκαν ευλογοφανείς και συνεκτικές, ενώ επιβεβαιώθηκαν και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και εν μέρει από το διαβατήριο που προσκόμισε ο Αιτητής. Αντίθετα ο δεύτερος και ο τρίτος ισχυρισμός του έτυχαν απόρριψης, καθώς κρίθηκε πως η εσωτερική αξιοπιστία αυτού δεν έχει στοιχειοθετήσει, εξαιτίας των ασαφειών, των γενικολογιών και των αντιφάσεων που εντοπίστηκαν. Πιο συγκεκριμένα, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως συγκεκριμένες σχετικά με τη χρονική
15. Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, κρίθηκε πως ο Αιτητής δε θα βρεθεί αντιμέτωπος με εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό. Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa. (ερυθρά 43 έως 44 του διοικητικού φακέλου)
16. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Οφείλει εξάλλου να επισημανθεί ότι από τη γραπτή αγόρευση του Αιτητή απουσιάζει η υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων της υπόθεσης του Αιτητή στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Αφ' ης στιγμής, όπως εξηγείται, το παρόν δικαστήριο εξετάζει την αίτηση του Αιτητή εξ υπαρχής, η εν λόγω ανάλυση θα έπρεπε να αποτελεί την πεμπτουσία της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή, γεγονός που δεν παρατηρείται εν προκειμένω.
17. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο Αιτητής ερωτηθείς σχετικά δήλωσε ότι διατηρεί επικοινωνία με την μητέρα του, η οποία βρίσκεται στην επαρχία και συγκεκριμένα στο Bandundu, μέρος στο οποίο ανέπτυσσε την επιχειρηματική του δράση ο πατέρας του Αιτητή. Ερωτηθείς εκ νέου αναφορικά με το θάνατο του πατέρα του, αυτός τοποθέτησε χρονικά το συμβάν το Ιανουάριο του 2022. Ερωτηθείς κατά πόσο προχώρησε σε καταγγελία στην αστυνομία, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατήγγειλε το συμβάν, χωρίς εντούτοις να κινηθεί κάποια σχετική διαδικασία, αποδίδοντάς το στην ισχυρή οικονομική κατάσταση του θύτη. Τέλος, σχετικά με τη δυνατότητά του να μετεγκατασταθεί στο Lubumbashi, υπήρξε αρνητικός, φοβούμενος ότι θα τον εντοπίσουν.
18. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού.
19. Προβαίνοντας στην αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, συμπεραίνω ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν τις δηλώσεις του ως γενικές και αόριστες. Πράγματι, ο Αιτητής υπήρξε εξαιρετικά γενικόλογος σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν τον πατέρα του να προβεί σε δανεισμό, το ποσό του δανεισμού και των όρων του συμβολαίου. Εύλογα θα αναμένονταν από τον Αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του κατά τον χρόνο που συνέβησαν τα εν λόγω περιστατικά, όντας ενήλικος, να γνωρίζει το ατύχημα του πατέρα του, που οδήγησε στην πτώχευσή του, και τουλάχιστον το ποσό του δανεισμού και τους δανειστές, δεδομένου ότι υπήρξε μάρτυρας των επισκέψεων στην οικεία τους, αλλά και λόγω του ότι αυτή ήταν η αιτία της δίωξης τους. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, αυτός δεν δύναται να διασταυρωθεί με άλλες πηγές πληροφόρησης. Συνεπώς ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
20. Προβαίνοντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου ισχυρισμού ως προς τις επιθέσεις και τις απειλές που δέχθηκαν λόγω της αδυναμίας αποπληρωμής του δανείου, παρατηρώ ότι και εν προκειμένω οι αφηγήσεις του Αιτητή χαρακτηρίζονται από ασάφεια, γενικότητα και αντιφάσεις. Ειδικότερα, οι δηλώσεις του σχετικά με τις επισκέψεις στην οικεία του αλλά και το χρονικό της δολοφονίας του πατέρα του υπήρξαν αντιφατικές, επικαλούμενος διαφορετικό αριθμό επιθέσεων και διαφορετικές ημερομηνίες θανάτου, κάτι που δεμ δύναται να δικαιολογηθεί ούτε από το προφίλ του, αλλά ούτε από τη φύση του ισχυρισμού. Οι αφηγήσεις του σχετικά με τις επιθέσεις, στις οποίες ήταν παρών, στερούνταν οποιασδήποτε περιγραφικής λεπτομέρειας, ενώ ούτε ενώπιον του Δικαστηρίου κατάφερε να παράσχει κάποια πληροφορία, ενώ ακόμα και για τη τύχη του πτώματος το πατέρα του ο Αιτητής δεν είχε να εισφέρει οποιαδήποτε πληροφορία. Εξίσου και σχετικά με τον φορέα δίωξης, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τον προσδιορίσει, ούτε κατά τη συνέντευξη, αλλά ούτε κατά την ενώπιον μου διαδικασία, κάνοντας γενικές αναφορές περί συναδέλφων του πατέρα του. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, αυτός δεν δύναται να διασταυρωθεί με άλλες πηγές πληροφόρησης. Συνεπώς ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
21. Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του πρώτου και μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία προφίλ του Αιτητή, επισημαίνεται ότι αυτός είναι άρρεν, νεαρός, υγιής και μονήρης. Οποιοδήποτε ισχυρισμό δεν προέβαλε, αλλά ούτε και από τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής προκύπτει, περί κινδύνου δίωξης λόγω της εθνοτικής καταγωγής[1] ή της θρησκείας[2] του Αιτητή. Συμπερασματικά, από τους ισχυρισμούς του Αιτητή δεν προκύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη για κάποιο λόγο που απορρέει από το προφίλ του.
22. Ως εκ τούτου, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
23. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν επικαλείται κατά βάσιμο τρόπο, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
24. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].
25. Ως προς την υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
26. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
27. Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ’, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
28. Το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του Αιτητή. Σύμφωνα με το RULAC στη ΛΔΚ λαμβάνουν χώρα διάφορες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκονται διάφοροι μη κρατικοί και διεθνείς δρώντες. Οι ένοπλες δυνάμεις του Κονγκό (FARDC) συμμετέχουν σε διάφορες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις, τουλάχιστον εναντίον των Συμμαχικών Δημοκρατικών Δυνάμεων (Allied Democratic Forces - ADF), της Mai-Mai Yakutumba, των Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Απελευθέρωση της Ρουάντα (Democratic Forces for the Liberation of Rwanda - FDLR), της M23 και του Συνεταιρισμού για την Ανάπτυξη του Κονγκό (Cooperative for Development of the Congo - CODECO). Η Αποστολή Σταθεροποίησης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo - MONUSCO) υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις του Κονγκό (FARDC) και είναι μέρος των συγκρούσεων. Η Ρουάντα έχει παρενέβη στη ΛΔΚ για την υποστήριξη της M23. Τον Νοέμβριο του 2022, η Κένυα ανέπτυξε ειρηνευτικά στρατεύματα στη ΛΔΚ προκειμένου να πολεμήσουν στην Goma, ως αντίδραση στην υποτιθέμενη υποστήριξη της Ρουάντα σε μέλη των ομάδων της αντιπολίτευσης στο Kivu.[3] Σε έτερη πηγή αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας κατά το έτος 2023 στην ΛΔΚ αναφέρεται ότι δεκάδες ένοπλες ομάδες παρέμειναν ενεργές, κυρίως στις ανατολικές επαρχίες Ituri, Nord-Kivu και Sud-Kivu. H ίδια πηγή αναφέρει πως οι κυβερνήσεις της ΛΔΚ και της Rwanda αντάλλαξαν πολεμική ρητορική, κατηγορώντας η μία την άλλη για υποστήριξη ένοπλων ομάδων και οι αρχές της ΛΔΚ χρησιμοποίησαν τοπικές ομάδες πολιτοφυλακής, οι οποίες συγκρούστηκαν με τους υποστηριζόμενους από τη Rwanda αντάρτες του Κινήματος 23ης Μαρτίου (Μ23) στις αρχές Οκτωβρίου, μετά από μήνες σχετικής ηρεμίας στις γραμμές του μετώπου.[4] Οι ανωτέρω συγκρούσεις δεν επηρεάζουν τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή.
29. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), στην πόλη Κινσάσα της ΛΔΚ, η οποία ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, κατά τη χρονική περίοδο 9.12.2023 – 6.12.2024 καταγράφηκαν 33 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια 154 ανθρώπινων ζωών. Τα περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 17 διαμαρτυρίες (protests) οι οποίες οδήγησαν σε 132 ανθρώπινες απώλειες, 4 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 5 ανθρώπινες απώλειες, 10 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 17 ανθρώπινες απώλειες και 2 περιστατικά ταραχών (riots) από τα οποία δεν προέκυψε κάποια απώλεια.[5] Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της πόλης Κινσάσα στη ΛΔΚ σήμερα (2024) ανέρχεται σε περίπου 17.032.000 κατοίκους[6] και των πιο πάνω στοιχείων συνολικά, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (162 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.
30. Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη της Kinshasa, ούτε με την καθημερινή του όρου έννοια (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δεν παρίσταται δυνατή η υπαγωγή του Αιτητή στο ανωτέρω άρθρο.
31. Επικουρικώς, λαμβάνοντας υπόψιν το προφίλ του Αιτητού, στο πλαίσιο της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακα Elgafaji (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) κυρίως δε το γεγονός ότι συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, χωρίς προβλήματα υγείας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής. Ως εκ τούτου δεν εντοπίζεται κάποιο χαρακτηριστικό επίτασης κινδύνου στην περίπτωση του Αιτητή.
32. Με βάση επίσης τα ενώπιόν μου δεδομένα και δεδομένης της ανωτέρω ανάλυσης αναφορικά με τις προσωπικές της περιστάσεις και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, δεν εγείρεται ζήτημα παράβασης της αρχής της μη επαναπροώθησης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητού και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDOS, ‘2022 Country Reports on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo’ (2023), υπό Section 6. Discrimination and Societal Abuses: Systemic Racial or Ethnic Violence and Discrimination, διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία πρόσβασης 07/03/2024), FH, ‘Freedom in the World 2023: Democratic Republic of the Congo’ (2023), B4, F4 διαθέσιμο σε https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2023 (ημερομηνία πρόσβασης 16/12/2024)
[3] Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), Democratic Republic of Congo, last updated 14.2.2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.12.2024)
[4] Amnesty International, The State of the World's Human Rights; Democratic Republic of the Congo 2023, 24.4.2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.12.2024)
[5]ACLED (Armed Conflict Location & Events Data Project), [Εφαρμοζόμενες παράμετροι: 9.12.2023 – 6.12.2024, Africa: Democratic Republic of Congo: Kinshasa, Battles-Violence against civilians-Explosions/remote violence-Protests-Riots], https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 16.12.2024)
[6] Macrotrends, Africa: Democratic Republic of Congo: Kinshasa,
https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.12.2024)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο