Ι.Β. ν. Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1976/23, 2/12/2024
print
Τίτλος:
Ι.Β. ν. Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1976/23, 2/12/2024
Ημερομηνία:
2 Δεκεμβρίου 2024
Ι.Β. ν. Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1976/23, 2/12/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1976/23

2 Δεκεμβρίου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ι.Β.

Αιτητού,

και

Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Νικολάου (κ.), για τον Αιτητή

Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 26.4.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος) και την χορήγηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Ρουάντα και είναι κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του. Περί τις 19.11.2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία. Στις 9.9.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Στις 20.4.2023, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση /Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 26.4.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 25.5.2023 αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Με τη γραπτή του αγόρευση, ο Αιτητής επικαλείται έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης. 20

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης και υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας και παραπέμπουν στα ευρήματά τους κατά την έκθεση εισήγηση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Εισηγούνται δε ότι ο Αιτητής δεν εξειδικεύει ως οφείλει τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής  ούτε και προβάλει κατά τρόπο αξιόπιστο οποιουσδήποτε ισχυρισμούς, οι οποίοι θα δικαιολογούσαν το αίτημά του για διεθνή προστασία.

Το νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

5.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής: 

«Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.»

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

9.             Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο, ως δικαστήριο ουσίας, δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή). Συνεπώς, η απλή επίκληση έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης και αιτιολογίας δεν επαρκούν από μόνοι τους για να ανατρέψουν την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως δε λόγος προσφυγής ανάγεται πλέον η κακή/πλημμελής εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από τη διοίκηση, εκτίμηση η οποία καθιστά αλυσιτελή την προβολή των πιο πάνω υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας, πλάνης και ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.]. Συνεπώς, αυτό που εξετάζει πλέον το Δικαστήριο, υπογραμμίζω, στο πλαίσιο τον ισχυρισμών του εκάστοτε αιτητή, είναι η εξ υπαρχής και ex nunc αξιολόγηση των στοιχείων της αιτήσεως διεθνούς προστασίας του Αιτητή όπως τέθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου καθιστώντας αλυσιτελή την εξέταση των πιο πάνω επιμέρους λόγων προσφυγής. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και εάν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας,  Α. ΑΘ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

10.          Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται εκ προοιμίου, ότι ο Αιτητής δια του συνηγόρου του, δεν προβαίνει σε καμία απολύτως ανάλυση των λόγων προσφυγής και κυρίως, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση των εξουσιών του δικαστηρίου για εξ υπαρχής εξέταση των ενώπιόν του δεδομένων, δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε υπαγωγή των προσωπικών του περιστάσεων στα άρθρα 3, ή επικουρικώς 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Τα δε γεγονότα όπως καταγράφονται στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας εν πολλοίς δεν αφορούν στις δηλώσεις του Αιτητή όπως προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο της διαδικασίας. Ενδεικτικώς αναφέρεται ότι ως χώρα καταγωγής του Αιτητή, καταγράφεται στο δικόγραφο της προσφυγής το Κονγκό ενώ σύμφωνα με όλα τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, συμπεριλαμβανομένου του διαβατηρίου του,  είναι η Ρουάντα.   

11.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Ο Αιτητής, κατά την καταγραφή του αιτήματός του δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του εξαιτίας της συμμετοχής του στο αντικυβερνητικό κίνημα  Mouvement Rwandais pour le Changement Démocratique (στο εξής: το MRCD). Τον ψάχνουν, ως καταγράφει, για να τον σκοτώσουν, τον χτύπησαν τρεις φορές ενώ άρχισαν να βασανίζουν και την οικογένειά του. Οι γονείς, ο θείος και ο αδελφός του βρίσκονται στη Ρουάντα (βλ. ερ. 1). Στο διοικητικό φάκελο εντοπίζεται και δεύτερο έντυπο   

12.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατάγεται από τη Burera, περιοχή, η οποία βρίσκεται βόρεια της Ρουάντα (γεννηθείς το 1984), όπου και διέμενε μέχρι τα είκοσι εννέα του έτη οπότε και μετοικησε στo Musange, νότια της χώρας. Δηλώνει χριστιανός πεντηκοστιανός ως προς το θρήσκευμα και εθνοτικής καταγωγής Hutu. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε ότι στη χώρα του απέκτησε παιδί με το οποίο ήταν κατά το χρόνο της συνέντευξης έντεκα ετών, ωστόσο ο ίδιος είναι αρραβωνιασμένος με άλλη γυναίκα. Η οικογένειά του τα αδέλφια και οι γονείς του διέμεναν στην περιοχή Burera, ωστόσο δεν γνωρίζει που βρίσκονται στο παρόν στάδιο. Ο Αιτητής ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του και σπούδασε επί δύο έτη λογιστής. Στη χώρα του εργαζόταν σε οικοδομικές εργασίες. Εγκατέλειψε τη χώρα του στις 11.11.2019 και εισήλθε στη Δημοκρατία λίγες ημέρες αργότερα.

13.          Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε κατά την ελεύθερή του αφήγηση ότι ανήκει στην αντικυβερνητική οργάνωση MRCD, της οποίας είναι συντονιστής. Ο Αιτητής δήλωσε ότι η κυβέρνηση προβαίνει σε αυθαίρετες συλλήψεις. Ο ίδιος συνελήφθη στις 4.5.2019 και βασανίστηκε από το Department of Military Intelligence (στο εξής: DMI), το οποίο εξήγησε ότι ενεργεί ως αστυνομία. Ο Αιτητής περιγράφει τη στιγμή της σύλληψής του και τα βασανιστήρια στα οποία των υπέβαλαν εξαιτίας των οποίων έχει πονοκεφάλους. Κατά τη δήλωσή του, στράφηκαν και εναντίον της οικογένειάς του και η αδελφή του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Τον αναζητούν προκειμένου να τον σκοτώσουν από τότε που εγκατέλειψε τη χώρα. Στη συνέχεια υποβλήθηκαν στον Αιτητή διερευνητικής φύσεως ερωτήματα ως προς τις ενδεχόμενες συνέπειες σε περίπτωση που επιστρέψει πίσω στη χώρα του, τη συμμετοχή του στο MRCD και τη δράση της εν λόγω οργάνωσης αλλά και την αντιμετώπιση των μελών της από την κυβέρνηση. Επίσης ο Αιτητής ρωτήθηκε αναφορικά με τις περιστάσεις της σύλληψής του  και της κράτησής του το 2019. Στο πλαίσιο των απαντήσεών του, ο Αιτητής ανέφερε ότι η οργάνωσή του κατέβαλε τα λίτρα για να αφεθεί ελεύθερος και διευθέτησε επίσης τη διαφυγή του από τη χώρα

14.          Αξιολογώντας το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του, ο δεύτερος ως προς τον ισχυρισμό του ότι είναι μέλος του MRCD από το 2012 και ο τρίτος ως προς τον ισχυρισμό αυτού περί απαγωγής και κακοποίησής του από την DMI επί δύο μήνες εντός του 2019.  

15.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος έτυχαν απόρριψης καθώς οι δηλώσεις του σε κρίσιμα ερωτήματα που τού υποβλήθηκαν κρίθηκαν ως γενικόλογες και ασαφείς.

16.          Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι, από τα στοιχεία του προφίλ του και την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του δεν απορρέει κίνδυνος δίωξης ή βλάβης του Αιτητή.

17.          Κατά τη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητού δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2)(α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Στο πλαίσιο εξέτασης της υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα μέσω εξωτερικών πηγών, οι οποίες εντοπίζονται στο διοικητικό φάκελο, για να καταλήξουν ότι δεν επικρατεί εκεί κατάσταση αδιάκριτης βίας από την οποία να κινδυνεύει ως άμαχος

18.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι ότι ο Αιτητής στην εκεί διαδικασία, υπήρξε σαφής ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, τον τόπο καταγωγής, το επάγγελμά του, ενώ δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν κατά της αξιοπιστίας του ισχυρισμού.

19.          Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, περί της συμμετοχής του στην οργάνωση MRCD, καίτοι ήταν συγκεκριμένος ως προς το έτος ένταξής του σε αυτήν, οι απαντήσεις του αναφορικά με το σκοπό της οργάνωσης και το ρόλο του σε αυτήν κρίνονται ως πολύ γενικές δεδομένης της κατ’ ισχυρισμό πολυετούς συμμετοχής του σε αυτήν και του μορφωτικού του επιπέδου. Ο Αιτητής δεν παρέθεσε καμία βιωματικής φύσεως περιγραφή της εκεί συμμετοχής του, πράγμα που εύλογα αναμένεται δεδομένου του ρόλου που κατείχε κατά τη δήλωσή του. Ομοίως γενικόλογος ήταν και αναφορικά με τη διαδικασία ένταξής του στην εν λόγω οργάνωση.  Το γεγονός ότι δεν γνώριζε το έτος ίδρυσης της οργάνωσης δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα που σταθμίζεται κατά της αξιοπιστίας του, καθώς δεν αναμένεται να γνωρίζει όλες τις λεπτομέρειες γύρω από την οργάνωση, όντας ως ο ίδιος ως ανέφερε απλό μέλος. Σημειώνεται ότι γνώριζε το όνομα του ιδρυτή του κόμματος, γνώση η οποία ωστόσο αναμένεται να είναι κοινή δεδομένης της δημόσιας έκθεσης της εν λόγω οργάνωσης στη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, η λεπτομέρεια με την οποία ο εκάστοτε αιτητής παραθέτει τα κρίσιμα γεγονότα που συνθέτουν το πυρήνα του αιτήματός του αποτελεί ένα σημαντικό δείκτη για την αξιοπιστίας τους, ιδίως όταν, όπως εν προκειμένου, η γενικότητα στις δηλώσεις αφορά σε περισσότερες εκφάνσεις του αφηγήματός του.[1] Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, παρά την ύπαρξη αντίστοιχων ευρημάτων από τους Καθ’ ων η αίτηση δεν υπάρχει οποιοσδήποτε σχολιασμός των εν λόγω ευρημάτων ούτε και ο Αιτητής, ο οποίος εκπροσωπείται δια συνηγόρου, προσκόμισε οποιαδήποτε περαιτέρω μαρτυρία. Υπό το φως των ανωτέρω δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

20.          Ως  προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι σύμφωνα με την έρευνα που διενέργησαν οι Καθ’ ων επιβεβαιώθηκε το ιδρυτικό μέλος του MRCD, ονόματι Rusesabagina Paul. Σύμφωνα δε με έρευνα που πραγματοποίησε το Δικαστήριο, το εν λόγω πρόσωπο αφέθηκε ελεύθερο το 2023, ύστερα από 25ετή κάθειρξη που του είχε επιβληθεί το 2021.[2]

21.          Περαιτέρω, κατόπιν έρευνας που πραγματοποίησε το Δικαστήριο, σχετικά με το κίνημα MRCD, προέκυψε ότι πρόκειται για μια συμμαχία αντιπολιτευτικών ομάδων που ιδρύθηκε το 2018, κυρίως από τον Paul  Rusesabagina. Το MRCD δημιουργήθηκε στο εξωτερικό και έχει ως στόχο την πολιτική αλλαγή και τη δημοκρατία στη Ρουάντα, αντιτιθέμενο στην κυβέρνηση του Προέδρου Πολ Καγαμέ. Περιλαμβάνει και ένοπλο σκέλος, το Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης (FLN), το οποίο έχει κατηγορηθεί για επιθέσεις στο Ρουάντα.[3] Από την έρευνα του Δικαστηρίου δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός της έδρας του κινήματος, ο οποίος με βάση την ανωτέρω πηγή φαίνεται να είναι στο εξωτερικό. Όσον αφορά στο έμβλημα του κινήματος, εντοπίστηκε σε φωτογραφικό υλικό του ειδησεογραφικού πρακτορείου Le Monde.[4]

22.          Αναφορικά με το προσκομισθέν αντίγραφο της από 21.11.2019 βεβαίωσης του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα του MRCD, Dr Biruka Innocent, με την οποία βεβαιώνει ότι ο Αιτητής υπήρξε μέλος του MRCD (ερυθρό 41 διοικητικού φακέλου), επισημαίνονται τα ακόλουθα. Κατ’ αρχάς από έρευνα του Δικαστηρίου προέκυψε από διάφορες πηγές[5] η ύπαρξη του εν λόγω προσώπου και η σύνδεσή του με το κίνημα. Εντούτοις το, εν λόγω τεκμήριο, λαμβάνοντας υπόψη αφενός ότι αποτελεί απλό φωτοαντίγραφο η γνησιότητα του οποίου δεν δύναται να αξιολογηθεί από το Δικαστήριο, της χαμηλής αποδεικτικής του ισχύς, καθώς δεν αποτελεί αξιόπιστη πηγή, σε συνδυασμό με την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, δεν είναι ικανό να ανατρέψει τα ευρήματα περί αναξιοπιστίας του Αιτητή. Συνεπώς ο ισχυρισμός, απορρίπτεται στο σύνολό του.

23.          Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό περί της απαγωγής και κακοποίησης του Αιτητή από μέλη των μυστικών υπηρεσιών, σημειώνεται καταρχάς η άμεση συνάφειά του με τον ήδη απορριφθέντα δεύτερο ισχυρισμό του. Εντοπίζονται ωστόσο και στις δηλώσεις του αναφορικά με τον τρίτο αυτό ισχυρισμό σημεία που θίγουν περαιτέρω την αξιοπιστία του. Συντάσσομαι περαιτέρω με τα ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής παρέμεινε και στην περίπτωση αυτή γενικόλογος τόσο ως προς τις συνθήκες κράτησής του όσο και ως προς τις περιστάσεις της απελευθέρωσής του, δεδομένο που δεν κρίνεται εύλογο δεδομένης της δίμηνης κράτησής του και των βασανιστηρίων που κατ’ ισχυρισμό υπέστη. Ο Αιτητής ανέφερε γενικά το είδος της κακοποίησης που υπέστη, περιγραφή ωστόσο που δεν κρίνεται επαρκώς λεπτομερής, καθώς σε περισσότερες περιπτώσεις υποβλήθηκαν διαδοχικά ερωτήματα στο Αιτητή προκειμένου να παραθέσει περαιτέρω λεπτομέρειες. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε συγκεκριμένα ότι αφέθηκε ελεύθερος μετά την καταβολή των λίτρων για το σκοπό αυτό από μέλη της οργάνωσής του. Δεδομένης της σημαντικότητας του εν λόγω γεγονός και δεδομένου ότι ο Αιτητής, κατά τη δήλωσή του, έλαβε περίθαλψη με τη βοήθεια των μελών της οργάνωσης, εύλογα αναμένεται να γνωρίζει περισσότερες λεπτομέρειες ως προς τον τρόπο επικοινωνίας της DMI και των μελών της οργάνωσής του και γενικότερα πώς αυτά έλαβαν γνώση της μυστικής κατά τα άλλα απαγωγής του. Τέλος, ο Αιτητής καίτοι αναφέρθηκε σε δίωξή της οικογένειάς του, η οποία κατά τον ισχυρισμό του, συναρτάται με τη δική του δίωξη, και δεδομένων των ανοικτής φύσεως ερωτημάτων που του υποβλήθηκαν είχε την ευκαιρία να εκθέσει περισσότερες λεπτομέρειες για την εν λόγω δήλωσή του, ουδεμία περαιτέρω λεπτομέρεια προσκόμισε ούτε κατά τη διοικητική διαδικασία αλλά ούτε και κατά την παρούσα δικαστική διαδικασία.   Ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία ούτε και του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού.

24.          Αναφορικά με τα προσκομισθέντα φωτοαντίγραφα (ερυθρό 42 και 43 διοικητικού φακέλου), σημειώνεται ότι τα στα εν λόγω τεκμήρια δεν καθίσταται δυνατό να βεβαιωθεί ούτε η πηγή προέλευσής τους, αλλά ούτε η σύνδεση τους με τους ισχυρισμούς του Αιτητή. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τη Δικαστική Ανάλυση της EUAA το περιεχόμενο, η φύση και ο συγγραφέας ενός εγγράφου σχετίζονται με το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι αυθεντικό, με την έννοια ότι είναι αυτό που υποτίθεται ότι είναι, αλλά το περιεχόμενό του μπορεί να είναι αναξιόπιστο και να αποτυγχάνει να στηρίξει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι ένα έγγραφο δεν μπορεί να αποδειχτεί ότι είναι πλαστό, δεν σημαίνει ότι μόνο γι' αυτόν τον λόγο μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο. Η ευθύνη βαρύνει τον αιτούντα να αποδείξει ότι το έγγραφο είναι αυθεντικό και αξιόπιστο.[6]

 

25.          Όσον αφορά στις αυθαίρετες συλλήψεις, σύμφωνα με έκθεση του USDOS, υπήρξαν αναφορές για αυθαίρετες συλλήψεις, που κατά καιρούς συνοδεύονταν από ξυλοδαρμούς από την αστυνομία. Η κυβέρνηση φέρεται να χρησιμοποίησε τις αυθαίρετες συλλήψεις (ή την απειλή αυθαίρετης σύλληψης) ως εργαλείο για να εκφοβίσει τους επικριτές της κυβέρνησης, τις ανεξάρτητες φωνές και τα μέλη της πολιτικής αντιπολίτευσης. Πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης που δεν ήταν εγγεγραμμένα είχαν αναφέρει στο παρελθόν ότι οι αρχές κρατούσαν τα στελέχη τους και τους υποστηρικτές τους, ακόμη και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ο Κρίστοφερ Καγιούμπα, ηγέτης της αντιπολίτευσης που είχε αθωωθεί προηγουμένως από κατηγορίες για επίθεση και βιασμό, καταδικάστηκε στο εφετείο και εκτελούσε ποινή με αναστολή. Ο Καγιούμπα είχε ισχυριστεί ότι αξιωματούχοι της κυβέρνησης τον είχαν απειλήσει να τον "καταστρέψουν" ποινικά εάν δεν σταματούσε τις πολιτικές του δραστηριότητες. Οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφεραν ότι η αστυνομία συχνά συνέλλεγε άστεγους και άλλους ανθρώπους που είχαν ανάγκη και τους υπέβαλλε σε κακομεταχείριση και ανθυγιεινές συνθήκες κράτησης σε κέντρα μεταγωγής πριν από μεγάλες διεθνείς εκδηλώσεις ή συνέδρια στη χώρα. Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε νομική υποχρέωση για τα άτομα να φέρουν έγγραφο ταυτοποίησης (ταυτότητα), η αστυνομία και ο Οργανισμός Υποστήριξης Ασφαλείας Διοίκησης Περιφέρειας συνέλαβαν συχνά παιδιά του δρόμου, πωλητές, υπόπτους μικροεγκληματίες και ζητιάνους χωρίς ταυτότητα και τους κατηγορούσαν μερικές φορές για παράνομο υπαίθριο εμπόριο ή αλητεία. Οι αρχές απελευθέρωσαν τους ενήλικες που μπορούσαν να προσκομίσουν ταυτότητα και μετέφεραν τα παιδιά του δρόμου στις περιοχές καταγωγής τους, σε καταφύγια ή για να ενταχθούν σε επαγγελματικά και εκπαιδευτικά προγράμματα. Όπως και σε προηγούμενα έτη, οι αρχές κρατούσαν τους κρατούμενους χωρίς κατηγορίες σε κέντρα μεταγωγής για εβδομάδες ή μήνες, πριν τους μεταφέρουν σε κέντρο αποκατάστασης της Εθνικής Υπηρεσίας Αποκατάστασης χωρίς δικαστική επανεξέταση ή τους επιστρέψουν βίαια στις περιοχές καταγωγής τους. Οι κρατούμενοι σε κέντρα μεταγωγής ή αποκατάστασης μπορούσαν να αμφισβητήσουν την κράτησή τους ενώπιον των αρχών των κέντρων, αλλά δεν είχαν το δικαίωμα να εμφανιστούν ενώπιον δικαστή.[7]

 

26.           Από τις ανωτέρω εξωτερικές πηγές, προκύπτει ότι πράγματι το φαινόμενο των αυθαίρετων κρατήσεων και βασανισμών των κρατουμένων στη Ρουάντα είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο. Εντούτοις λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

27.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, με βάση τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποστεί βλάβη άμα επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Περαιτέρω, το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή.  

28.          Σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για το  Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και το Δίκαιο των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, στην Ρουάντα δε λαμβάνει χώρα οιαδήποτε ένοπλη σύρραξη.[8] Εξάλλου, σύμφωνα με τη διαδικτυακή πλατφόρμα Crisis 24 η Ρουάντα έχει μετατραπεί σε μία από τις πιο ειρηνικές χώρες της Αφρικής και έχει απολαύσει ισχυρή οικονομική ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία, αποφεύγοντας παράλληλα την αναζωπύρωση των εθνοτικών συγκρούσεων μεταξύ του πληθυσμού των Χούτου (που αποτελεί την πλειοψηφία) και των Τούτσι (μειονότητα). Παρά την συστηματική καταπίεση των αντιφρονούντων από το καθεστώς, ο Πρόεδρος Πολ Καγκάμε συνεχίζει να απολαμβάνει δημοφιλής υποστήριξη για την αποκατάσταση της τάξης στη Ρουάντα μετά την γενοκτονία του 1994, η οποία άφησε τη χώρα σε ερείπια. Υπάρχουν ακόμη ανησυχίες για την δραστηριότητα εξεγερμένων, αν και αυτή περιορίζεται κυρίως στην γειτονική Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, όπου μεγάλος αριθμός προσφύγων διέφυγε μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Τα επίπεδα διαφθοράς και εγκληματικής δραστηριότητας είναι σχετικά χαμηλά σύμφωνα με τα περιφερειακά πρότυπα, αν και υπάρχουν κάποιες ανησυχίες για τα μικροεγκλήματα. Υπάρχουν περιστατικά ένοπλων ληστειών, αλλά η συχνότητά τους είναι χαμηλή. Οι κύριες απειλές για τους ξένους ταξιδιώτες προέρχονται από την οδική ασφάλεια, τους κινδύνους για την υγεία και τις υποδομές.[9]

29.          Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), στην Δυτική Ρουάντα, όπου υπάγεται η  πόλη Gisenyi, που αποτελεί το τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, , κατά τη χρονική περίοδο 25.11.2023 – 22.11.2024 καταγράφηκαν 7 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια 10 ανθρώπινων ζωών. Τα  περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 5 περιστατικά βίας κατά πολιτών (9 απώλειες), 1 περιστατικό μάχης  (1 απώλεια) και 1 περιστατικό εξέγερσης (καμία απώλεια).[10]  Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της Δυτικής επαρχίας ανέρχεται σε περίπου 2,896,484 κατοίκους[11] και των πιο πάνω στοιχείων συνολικά, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (10 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

30.          Καταληκτικά, ενόψει των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου, δεν προκύπτει δυνατότητα υπαγωγής του Αιτητή στην προστατευτική διάταξη του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

31.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

32.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση, από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι, ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ήτοι ότι διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι  ο Αιτητής δεν έθεσε υπόψη των Καθ’ ων η αίτηση τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

33.          Ούτε, εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

34.          Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) η «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

35.           Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

36.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

37.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

38.          Λαμβάνονται προς τούτο υπόψιν και οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή (απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψεις 36 έως 40), καθώς αυτός συνιστά ενήλικο άντρα, υγιή, πεπαιδευμένο και ικανό προς εργασία. Συγκεκριμένα, έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή και έλαβε διετή πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ενώ απασχολούνταν σε οικοδομικές εργασίες, διαθέτων παράλληλα κοινωνικό κα οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο. 

39.          Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσης και διαπίστωσης, η εξέταση του ισχυρισμού του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, καθίσταται αλυσιτελής, ιδίως δεδομένης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και της έκτασης του ελέγχου που ασκεί στην επίδικη πράξη.

40.          Περαιτέρω, ο Αιτητής υποστηρίζει πως όφειλε να του χορηγηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι δεν πρόκειται για περίπτωση σε σχέση με την οποία θα μπορούσε να χορηγηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας, δεδομένου ότι το ευεργέτημα της αμφιβολίας δεν αποτελεί ίαση της έλλειψης αξιοπιστίας στις δηλώσεις του αιτητή, αλλά αντιθέτως χορηγείται στις περιπτώσεις όπου ο αιτητής παρά την γενική του αξιοπιστία και τη συνέπεια των δηλώσεων του αδυνατεί να τεκμηριώσει το αίτημά του. 

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]Bλ.  Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis Second edition, 2023, σελ. 120, σημείο 4.5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[2] BBC, Paul Rusesabagina: Hotel Rwanda hero and government critic arrives in US, 30 March 2023, διαθέσιμο σεhttps://www.bbc.com/news/world-africa-65120307 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[3] American Bar Association for Human Rights, Rwanda: Background Briefing on Proceedings Against Paul Rusesabagina, 30/1/2023, διαθέσιμο σε: https://www.americanbar.org/groups/human_rights/reports/background_briefing_rwanda_paul_rusesabagina/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[4] Le Monde, Freed 'Hotel Rwanda' hero arrives in US, 30/3/2023, διαθέσιμο σε:

 https://www.lemonde.fr/en/international/article/2023/03/30/freed-hotel-rwanda-hero-arrives-in-us_6021149_4.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[5] Rwanda Tribune, RDC:Amagambo ya Dr Innocent Biruka umunyamabanga mukuru wa MRCD agaragaza gutsindwa kw’inyeshyamba za FLN, 9/12/2019, διαθέσιμο σε: https://rwandatribune.com/rdcamagambo-ya-dr-innocent-biruka-umunyamabanga-mukuru-wa-mrcd-agaragaza-gutsindwa-kwinyeshyamba-za-fln/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024), Igihe, La VOA démasque le MRCD-FLN : Dr Innocent Biruka confirme involontairement le droit d’expression des Rwandais, 7/11/2019, διαθέσιμο σε: https://fr.igihe.com/la-voa-demasque-le-mrcd-fln-dr-innocent-biruka.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[6] Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System, Judicial analysis, Second edition, February 2023, σελ. 136 – 137, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/publications/judicial-analysis-evidence-and-credibility-context-common-european-asylum-system (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[7] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices, Rwanda, διαθέσιμο σε: https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/rwanda/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[8] RULAC, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/map (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

[9] Crisis 24, Rwanda Country Report, Last Update, 12/4/2022, διαθέσιμο σε: https://crisis24.garda.com/insights-intelligence/intelligence/country-reports/rwanda (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024).

[10]ACLED (Armed Conflict Location & Events Data Project), [Εφαρμοζόμενες παράμετροι: 25.11.2023 – 22.11.2024, Africa: Rwanda: West Rwanda, Battles-Violence against civilians-Explosions/remote violence-Protests-Riots], https://acleddata.com/explorer/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 2.12.2024)

[11] City Population, Africa, Rwanda, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/rwanda/admin/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 2/12/2024)

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο