ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 3866/23
12 Δεκεμβρίου, 2024
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ο.Ο.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
........
Ρ. Β. Μαλεκκίδου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 31.8.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Ταυτόχρονα αιτείται την έκδοση απόφασης από τον παρόν Δικαστήριο με την οποία να αναγνωρίζεται ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας.
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 23.12.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 16.8.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Στις 24.8.2023, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση /Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 31.8.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 4.10.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση, ο Αιτητής προώθησε ως μοναδικό λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας, επισημαίνοντας τα περί κινδύνου που ο ίδιος διατρέχει από το θείο του, αδελφό του πατέρα του, εξαιτίας περιουσιακών διαφορών (βλ. σελ. 2 της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή), τα οποία κατά τον ίδιο δεν εξετάστηκαν και δεν αξιολογήθηκαν δεόντως από τους Καθ’ ων η αίτηση.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας. Εισηγούνται ότι ορθώς ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμός του, κυρίως εξαιτίας της γενικότητας με την οποία αυτός προέβαλε τι συναφείς αιτιάσεις. Τέλος εισηγούνται ότι με βάση τον μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
To νομικό πλαίσιο
4. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν.
7. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
8. Το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών δυνάμει του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου ημερομηνίας 31.5.2024 (στο εξής: Κ.Δ.Π. 191/2024), ορίζει τη Νιγηρία ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.
Κατάληξη
9. Ως προς τον ισχυρισμό που προωθεί ο Αιτητής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελείς χαρακτηρίζονται οι λόγοι προσφυγής, οι οποίοι ακόμα και αν γίνουν δεκτοί δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
10. Επισημαίνεται επίσης το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
11. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Στην αίτησή του για διεθνή προστασία, ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, δήλωσε πως ο εργοδότης του τού ζήτησε να συμμετέχει σε μια λέσχη, όπου στη συνέχεια ανακάλυψε ότι είναι μυστική κοινότητα. Στο πλαίσιο αυτής πραγματοποιούν θυσίες ανθρώπων. Όταν δήλωσε στον εργοδότη του ότι δεν ενδιαφέρεται πλέον, μια νύχτα έφτασαν στο σπίτι του και τον αναζητούσαν. Ο Αιτητής κατόρθωσε να διαφύγει από την πίσω πόρτα, ενώ τα άτομα αυτά εισερχόμενα στην οικία του σκότωσαν τη μητέρα και την αδελφή του. Άφησαν πίσω τους ένα γράμμα ότι εάν τον εντοπίσουν θα τον σκοτώσουν. Αυτός είναι ο λόγος που αιτείται διεθνή προστασία.
12. Κατά το στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, δήλωσε ότι γεννήθηκε στο Warri, της πολιτείας Delta (γεννηθείς το 1985, η οποία υπήρξε και ο τόπος συνήθους διαμονής του. Ως προς την εθνοτική του καταγωγή, ο Αιτητής δήλωσε ότι ανήκει στη φυλή Isoko, η οποία κατά τον ίδιο αποτελεί την πλειοψηφούσα φυλή. O Αιτητής, αφόρου ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σπούδασε πολιτικές επιστήμες στον πανεπιστήμιο της Anambra. Ως προς την εργασιακή του πείρα, εργάστηκε σε διάφορες θέσεις στη χώρα του όπως χειριστής γερανού. Είναι παντρεμένος στη χώρα του από το 2016 και έχει τρία παιδιά με μία γυναίκα (διαμένουν στην Abuja) και δύο με άλλη γυναίκα (διαμένουν στην πολιτεία Imo) Οι γονείς του απεβίωσαν ενώ οι δύο του αδελφοί διαμένουν επίσης στο Warri της πολιτείας Delta.
13. Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους αναχώρησε από χώρα του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερή του αφήγηση δήλωσε ο εργοδότης του προσπάθησε να τον εντάξει σε μια ομάδα που φαινόταν να σχετίζεται με κάποια μυστική οργάνωση ("Ogboni cult fraternity"). Του ζητήθηκε να πιει ένα υγρό από ένα δοχείο κατά τη διάρκεια μιας τελετής, ενώ του υποσχέθηκαν δύναμη και επιτυχία εάν ακολουθούσε τους κανόνες. Ο Αιτητής ένιωσε φόβο και πίεση να συμμορφωθεί. Την επόμενη ημέρα, δήλωσε στον εργοδότη του ότι δεν ενδιαφέρεται για την εργασία του ή για την αδελφότητά του. Μετά από αυτό, ο Αιτητής λάμβανε απειλητικά τηλεφωνήματα, ενώ κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Αποκορύφωμα αυτού ήταν η είσοδος άγνωστων ανδρών στην οικία του. Ενώ ο ίδιος κατόρθωσε να διαφύγει, η μητέρα του και η αδελφή του δολοφονήθηκαν από το άτομα αυτά. Με τη βοήθεια ενός πάστορα κατόρθωσε να εγκαταλείψει τη χώρα.
14. Στη συνέχεια, υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με την εν λόγω μυστική οργάνωση και την πρόταση του εργοδότη του να ενταχθεί σε αυτήν, το περιστατικό της επίθεσης στην οικία του και τις περιστάσεις διαφυγής του, τις απειλές που λάμβανε από τον εργοδότη του και από μέλη της οργάνωσης. Επιπλέον, ρωτήθηκε ο Αιτητής αναφορικά με το ενδεχόμενο να μετεγκατασταθεί στην Abuja, στο Lagos ή στην πολιτεία Delta αλλά και τη δυνατότητά εντοπισμού του από τον εργοδότη του. Ο Αιτητής απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο υποδεικνύοντας ότι η εν λόγω αδελφότητα βρίσκεται παντού στη Νιγηρία και δεν γνωρίζει ποιος είναι ο εχθρός του από την αδελφότητα. Κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής προσκόμισε μια αστυνομική έκθεση (ερ. 44), φωτογραφικό υλικό από τη σκηνή δολοφονίας της μητέρας και της αδελφής του (ερ. 43 και 42), δύο πιστοποιητικά θανάτου των εν λόγω γυναικών (βλ. ερ. 50 και 51) και μια φωτογραφία του Αιτητή με τη μητέρα και την αδελφή του (ερ. 39 του διοικητικού φακέλου).
15. Αξιολογώντας το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος, ως προς την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή και την περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητή. Ο δεύτερος ισχυρισμός ως προς τη δίωξη του ιδίου και μελών της οικογένειάς του εξαιτίας της άρνησής του να είναι μέλος μιας μυστικής οργάνωσης, στην οποία εντάχθηκε καταναγκαστικά.
16. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε πως ο Αιτητής παρείχε πληροφορίες που επίσης βρίσκονταν σε συμφωνία με το προσκομισθέν διαβατήριο από τον ίδιο και τις πληροφορίες από εξωτερικές πηγές σχετικά με τη χώρα καταγωγής και διαμονής του (ερυθρά 71 και 70 του διοικητικού φακέλου).
17. Αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή σχετικά με το δεύτερο ισχυρισμό, οι Καθ’ ων η Αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονταν στον πυρήνα του αιτήματός του, και ειδικότερα ότι δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για την εν λόγω αδελφότητα, την απόφασή του να ακολουθήσει τον εργοδότη του σε αυτή την αδελφότητα αλλά ούτε και για τις περιστάσεις της επίθεσης που δέχτηκε ο ίδιος και η οικογένειά του στην οικία τους. Σχολιάζοντας και αξιολογώντας στη συνέχεια τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής κρίθηκε ότι αυτά έχουν μειωμένη αποδεικτική αξία, οι φωτογραφίες εκ του περιεχομένου τους και τα έγγραφα εκ των σημείων που εγείρουν αμφιβολίας ως προς τη γνησιότητά τος. Επιπλέον επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη μυστικών οργανώσεων στη Νιγηρία, συμπεριλαμβανομένης της εν λόγω οργάνωσης. Οι εν λόγω εξωτερικές πηγές και μαρτυρία κρίθηκε ότι δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποδοχή του συναφούς ισχυρισμού.
18. Στη βάση του ισχυρισμού ο οποίος έγινε αποδεκτός, ήτοι ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή και λαμβανομένων υπόψιν των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, και ειδικότερα πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, δεν διαπιστώθηκε η συνδρομή φόβου δίωξης ή βλάβης του Αιτητή. Προχωρώντας τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.
19. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία, προσφέροντας νέα στοιχεία προκειμένου να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του.
20. Όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, θα προχωρήσω σε de novo και ex nunc αξιολόγηση των περιστάσεων του Αιτητή.
21. Αρχικά, συντάσσομαι με τον τρόπο που διέκριναν οι Καθ’ ων η αίτηση τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή.
22. Συντάσσομαι με τους Καθ’ ων η αίτηση ως προς την αξιολόγηση και αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία, του Αιτητή, ήτοι τόπος γέννησης, καταγωγή, οικογενειακή κατάσταση και εκπαίδευση, τελευταίος τόπος διαμονής, καθώς όντως οι δηλώσεις του ήταν συνεπείς, συνεκτικές και επιβεβαιώνονται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Αντίγραφο εξάλλου του διαβατηρίου του εντοπίζεται στο διοικητικό φάκελο, μέσω το οποίου επιβεβαιώνεται μέρος των προσωπικών του στοιχείων.
23. Ως προς τον σχηματισθέντα δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί δίωξης του ιδίου και μελών της οικογένειάς του εξαιτίας της άρνησής του να είναι μέλος μιας μυστικής οργάνωσης, στην οποία εντάχθηκε καταναγκαστικά, συντάσσομαι με την απόρριψη αυτού ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας. Η αφήγηση του Αιτητή, δε διέπεται από την απαιτούμενη επάρκεια πληροφοριών, ενώ απουσιάζει το στοιχείο της βιωματικότητας, ώστε οι παρεχόμενες πληροφορίες να παραπέμπουν σε βιωμένες από τον ίδιο εμπειρίες. Στο σημείο αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψιν το μορφωτικό επίπεδο του Αιτητή, βάσει του οποίου αναμενόταν από τον ίδιο να παράσχει ένα ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών προς επίρρωσιν των ισχυρισμών του.
24. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με την τελετή μύησής του και τους λόγους επιλογής του, αρκούμενος σε κάποιες γενικόλογες περιγραφές. Εξίσου και όσον αφορά την επίθεση στην οικεία του, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες για το χρονικό της επίθεσης και τη διαφυγή του ιδίου, ενώ από τις αφηγήσεις του εξέλειπε η βιωματικότητα και η περιγραφική λεπτομέρεια, κάτι που εύλογα θα αναμένονταν, λαμβάνοντας υπόψη το εκπαιδευτικό υπόβαθρο του Αιτητή, τη βιωματική φύση του περιστατικού, αλλά και τη βαρύτητά του, που φέρεται να στοίχησε την ζωή των μελών της οικογενείας του. Γενικόλογος και ασαφής υπήρξε και σχετικά με τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε, χωρίς να είναι σε θέση να αποδώσει το περιεχόμενο τους και τον τρόπο με τον οποίο εντοπίζονταν από τα μέλη της οργάνωσης. Τέλος, όσον αφορά την ίδια την αδελφότητα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει τυχόν πληροφορίες, επικαλούμενος γενικώς ότι επιδίδονται σε ανθρωποθυσίες και ότι κατέχουν ιδιαίτερη δύναμη. Εύλογα θα αναμένονταν από τον Αιτητή, να έχει αντλήσει πληροφορίες για την εν λόγω αδελφότητα, δεδομένου ότι και προέβη σε καταγγελία εις βάρος τους, αλλά και αποτέλεσε τον κατ’ ισχυρισμό λόγο που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.
25. Ως προς τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής ενώπιον της Υπηρεσίας, σημειώνεται ότι αυτά δε δύνανται να θεμελιώσουν την αξιοπιστία του ισχυρισμού, τούτο δε διότι οι μεν φωτογραφίες (ερυθρά διοικ. Φακέλου 43,42 και 39) δεν μπορούν να συνδεθούν άνευ ετέρου με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, καθώς στις μεν δύο δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν τα πρόσωπα που απεικονίζονται, η δε τρίτη αποτελεί απλή οικογενειακή φωτογραφία, η δε αναφορά στην αστυνομία (ερυθρό 44 διοικ. Φακέλου), ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί αυθεντική, δεν αποδεικνύει την αξιοπιστία των ισχυρισμών, αλλά μόνο το ότι οι ισχυρισμοί του αναφέρθηκαν στην αστυνομία, ενώ τα πιστοποιητικά θανάτου, ακόμα και αν ήθελε υποτεθούν αυθεντικά, δεν έχουν πληροφορίες για τα αίτια θανάτου των εν λόγω προσώπων. Εξάλλου, παρατηρώ ότι οι Καθ’ ων διεξήγαγαν έρευνα σχετικά με την συγκεκριμένη αδελφότητα στη Νιγηρία, από την οποία επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη και δράση της και στην οποία και παραπέμπω.
26. Λαμβάνοντας υπόψιν τα πορίσματα σχετικά με την εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, όπως και τα πορίσματα που προέκυψαν από αξιόπιστες πηγές σε σχέση και με το συγκεκριμένο ισχυρισμό, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός οφείλει να τύχει απόρριψης.
27. Αξιολογώντας τον μελλοντικό κίνδυνο που θα αντιμετώπιζε ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην πατρίδα του, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ισχυρισμοί του Αιτητή που έγιναν αποδεκτοί, η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, καθώς και οι ιδιάζουσες προσωπικές και ατομικές του περιστάσεις. Από τα στοιχεία του προφίλ του καθαυτά, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε εύλογος φόβος δίωξης ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης.
28. Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιον μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
29. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].
30. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο καταγωγής και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στις συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτών των περιοχών, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
31. Στο πλαίσιο της εξέτασης των προϋποθέσεων υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο προέβη σε αυτοτελή έρευνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή και αξιολογήθηκε πως δεν προκύπτει πιθανότητα υπαγωγής του σε αυτό.
32. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC(Rule of Law in Armed Conflict), μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[1]
33. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 9.12.2023 έως 6.12.2024 καταγράφηκαν στην πολιτεία Delta, 127 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 138 ανθρώπινες απώλειες. Πιο αναλυτικά, τα 127 περιστατικά ασφαλείας έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 68 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 101 ανθρώπινες απώλειες, 43 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 27 ανθρώπινες απώλειες, 12 ταραχές (riots οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 8 ανθρώπινες απώλειες, 2 διαμαρτυρίες (protests) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες και 2 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης χρήσης βίας (explosions/remote violence), χωρίς καμία απώλεια.[2] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Delta εκτιμάται ότι το 2022 ανερχόταν στα 5,636,100.[3]
34. Ως εκ των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σε σχέση τόσο με την πολιτεία Delta στην οποία ανήκει ο τόπος καταγωγής του Αιτητή, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης, οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος των συγκεκριμένων περιοχών εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
35. Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C 285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
36. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
37. Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
38. Όλα τα ανωτέρω επιβεβαιώνουν ότι ο τόπος καταγωγής και ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή είναι ασφαλείς. Όλως επικουρικώς σημειώνεται ότι σε συνδυασμό με τις ιδιάζουσες ατομικές και προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος, όπως ηλικία, υγεία, μορφωτικό επίπεδο και η προηγούμενη πείρα του στην χώρα καταγωγής του, δεν καθιστούν εύλογη την πιθανότητα επέλευσης κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.
39. Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή τoυ Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς δεν καταδεικνύεται ότι εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
40. Επισημαίνεται περαιτέρω ότι δεν πρόκειται για περίπτωση σε σχέση με την οποία θα μπορούσε να χορηγηθεί το τεκμήριο της αμφιβολίας. Όπως εναργώς προκύπτει από το ίδιο το εδάφιο (4) του του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο αιτών άσυλο υποβάλει όλα τα διαθέσιμα απ' αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο Αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος.
41. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας χορηγείται εκεί όπου ο αιτών άσυλο καταβάλλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την προσωπική του ιστορία, η οποία βεβαίως δικαιολογεί καταρχήν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και όταν, εντούτοις, υπάρχουν κενά και έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων προς τεκμηρίωση των συναφών ισχυρισμών.
42. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιουσδήποτε αξιόπιστους ισχυρισμούς, οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας, ώστε το έλλειμα των στοιχείων προς τεκμηρίωση συγκεκριμένων ισχυρισμών να καλυφθεί από το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται στην περίπτωσή του η χορήγηση του ευεργετήματος της αμφιβολίας.
43. Τέλος, υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης, καθίσταται αλυσιτελής, η περαιτέρω εξέταση του λόγου προσφυγής που προέβαλε ο Αιτητής.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/07/2024)
[2] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 9/12/2023 – 6/12/2024, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Delta (Ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/12/2024)
[3] City Population, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (Ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/12/2024)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο