ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Β.W.A, Νομική Αρωγή Αρ. 122/24, 9/1/2025
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Β.W.A, Νομική Αρωγή Αρ. 122/24, 9/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Νομική Αρωγή Αρ. 122/24

 

                                              09 Ιανουαρίου 2025

 

[Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

Β.W.A

Αιτητής

 

......................

 

Ο Αιτητής  εμφανίζεται προσωπικά

Β. Θωμά   (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

(Όλγα Γεωργίου  (κα), για μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  ο Αιτητής  με την αίτησή του ημερομηνίας 20/06/2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρήσει, δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 10/04/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 12/04/2024 και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος που εμφανίζεται για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, έχουν ως ακολούθως:

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και  συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 07/12/2018, αφού εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 11/03/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 10/04/2023, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή αυθημερόν ήτοι στις 10/04/2024. Στην συνέχεια η Υπηρεσία Ασύλου ήτοι στις 12/04/2024 εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή την ίδια ημέρα. Στις 10/05/2024 ο Αιτητής  καταχώρησε την προσφυγή υπ’ αρθμ. 1646/2024 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002 και συγκεκριμένα στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

«6Β.(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος - (α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»

Σε περιπτώσεις ως η παρούσα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα του Αιτητή να έχει πρόσβαση στη δικαιοσύνη, όμως το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που καταχώρησε ο αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ' ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής της (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011 ).

Ιδιαίτερα σχετικό με την φύση της παρούσας διαδικασίας είναι το κάτωθι απόσπασμα από την απόφαση επί της Αιτήσεως από KAUR, Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 17/2019, ημ.27/02/19, όπου ο τότε Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ναθαναήλ ανέφερε ότι «Η περί Νομικής Αρωγής νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως τόσο της φιλοσοφίας αυτής, όσο και υπό το φως των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και τη νομοθεσία περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.».  Λαμβάνεται υπόψη δε ότι το Δικαστήριο τούτο έχει εξουσία να εξετάσει τυχόν προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και επί της ουσίας και από τούδε και στο εξής (ex nunc) και όχι μόνο επί της νομιμότητας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρ. 11 (5) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, το παρόν Δικαστήριο «[...] λαμβάνει υπόψη και σχετικά γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής.»

Στην απόφαση επί της αιτήσεως Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SΙNGH KHUSHWANT του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Λιάτσου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

« Κατ' ακολουθία του άρθρου 6Β(2) του Νόμου, παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή ασύλου, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, μεταξύ άλλων, κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων επί διοικητικής προσφυγής, την οποία ο αιτητής ασύλου άσκησε ενώπιον της, και η οποία προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση.

Πρέπει να συνυπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο του Νόμου, προκειμένου να γίνει αποδεκτό αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, μεταξύ των οποίων, η πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής. Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματος του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.

Το όλο ζήτημα, στην προσπάθεια του Δικαστηρίου να καταλήξει στη βασιμότητα αιτήματος παροχής νομικής αρωγής, εξετάζεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμη προσφυγή, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013, η οποία βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και, έχοντας πάντα κατά νου τις νομικές αρχές που καλύπτουν το ζήτημα και τις τοποθετήσεις των δύο πλευρών. Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στην υποπαράγραφο (ββ) του άρθρου 6Β του Νόμου, αντικρίζεται σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα διαλαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Όπως έχει τονιστεί στην Υπόθεση Αρ. Αίτησης νομικής Αρωγής 12/2010, Mohammad Ismail ημερομηνίας 13/5/2010: «με άλλα λόγια, για να είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση' θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρό της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.» Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιον του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή»

Στον Αιτητή παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, της δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και της εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Κατά την διάρκεια της συνέντευξης του ο Αιτητής επικαλέστηκε φόβο δίωξης από τον στρατό του Καμερούν. Ειδικότερά ανέφερε ότι έγινε μέλος της ομάδας επικοινωνίας των Αμπαζόνιανς και δραστηριοποιήθηκε μέσω ενημέρωσης και διανομής φυλλαδίων. Στη συνέχεια και όταν η κυβέρνηση αντιλήφθηκε την εμπλοκή του στη διανομή φυλλαδίων άρχισε να τον αναζητά. Σε μια περίπτωση ισχυρίστηκε πως παραβίασαν το σπίτι του, ψάχνοντας τον ίδιο αλλά αντί για αυτόν εντόπισαν τον ξάδελφο του, τον οποίο κακοποίησαν. Επιπρόσθετα αναφέρει ότι σε μεταγενέστερο στάδιο επέστρεψαν και κατέστρεψαν το σπίτι του. Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι ο ξάδελφος του ανακάλυψε το ένταλμα σύλληψης κατά του ιδίου με αποτέλεσμα να χάσει τη δουλεία του το σπίτι του και να αναγκαστεί να εγκαταλείψει τα πάντα για να βρει προστασία. (βλ. ερ 41-1 σημειώματος γενικού εισαγγελέα).

Ο αρμόδιος λειτουργός στην Εισηγητική Έκθεση διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: έναν αναφορικά με τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, και έναν δεύτερο αναφορικά με το ότι ο Αιτητής δήλωσε ότι καταζητείται από τις αρχές της χώρας του. O πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό περί αναζήτησης του από τις αρχές της χώρας του, αυτός απορρίφθηκε, ως εσωτερικά αναξιόπιστος. Ειδικότερα  κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του ανωτέρω ισχυρισμού, ο αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει με επαρκείς λεπτομέρειες τα κίνητρα και τους στόχους του ως μέλος της ομάδας επικοινωνίας των Αμπαζόνιανς. Συνάμα ο αρμόδιο λειτουργός παρατήρησε αντιφάσεις ως προς τον τρόπο που ο Αιτητής ενημερώθηκε για το ένταλμα σύλληψης του όπως επίσης και σχετικά με τις ενέργειες προστασίας του όταν έμαθε το σκοπό της σύλληψης του από τον στρατό της Δημοκρατίας του Καμερούν. Επιπρόσθετα ο αρμόδιος λειτουργός παρατήρησε έλλειψη επαρκών λεπτομερειών ως προς την ισχυριζόμενη κακοποίηση του ξαδέλφου του Αιτητή καθώς δεν ήταν σε θέση να εξήγηση επαρκώς τα όσα ισχυρίζεται ότι συνέβησαν. Ο αρμόδιος λειτουργός παρατήρησε επίσης έλλειψη ευλογοφάνειας σχετικά με την προσπάθεια σύλληψης και διαφυγής του Αιτητή όταν ο στρατός της Δημοκρατίας του Καμερούν εισέβαλε στον εργασιακό χώρο του Αιτητή με σκοπό να τον συλλάβει, αναφέροντας ότι θα αναμενόταν από τον Αιτητή να παρουσίαζε τα γεγονότα με έναν τρόπο που να υποδεικνύει αληθοφάνεια, εφόσον διαφαίνεται από τα λεγόμενα του ότι οι φορείς δίωξης του γνώριζαν τα στοιχεία και τον τρόπο να τον εντοπίσουν και να πραγματοποιήσουν την σύλληψη του. Τέλος κληθείς να εξηγήσει την ιδεολογία των αυτονομιστών Αμπαζόνιανς ο Αιτητής αποκρίθηκε με έλλειψη επαρκών λεπτομερειών και χρονολογικής συνέπειας.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός έλαβε υπόψη ότι ο Αιτητής δεν παρέδωσε οποιοδήποτε στοιχείο ή και έγγραφο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του. Επίσης οι ισχυρισμοί του Αιτητή αφορούν προσωπικά του βιώματα και είναι εγγενώς υποκειμενικά ώστε δεν υπάρχουν εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν τα λεγόμενα του. Ωστόσο προέβησαν σε σχετική έρευνα ως προς την ιδεολογία των αυτονομιστών Αμπαζόνιανς όπου σημείωσαν εμφανές αντιφάσεις μεταξύ των λεγάμενων του Αιτητή και των πηγών πληροφόρησης αναφορικά με την ιδεολογία, τον σκοπό και τους στόχους της εν λόγω οργάνωσης και των όσων επικαλέστηκε ο Αιτητής κατά την διάρκεια της συνέντευξης του.

Εν συνεχεία ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεδειγμένων ουσιωδών στοιχείων ήτοι την ταυτότητα, χωρά καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή, και μετά από εξιδεικευμένη εξέταση του αιτήματος του και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής  είχε υποστεί στην χώρα καταγωγής της οποιαδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του το Καμερούν να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως προς το προφίλ του Αιτητή ο λειτουργός έλαβε υπόψη ότι ο Αιτητής διέμενε στην περιοχή Buea του Καμερούν από το 2009 έως του 2018, διατηρεί υποστηρικτικό δίκτυο από την πλευρά της μητέρας του επίσης στη χώρα καταγωγής του διαμένει η σύζυγος του και τα παιδεία του, είναι εκπαιδευμένος άνθρωπος με τριτοβάθμια εκπαίδευση και εργαζόταν ως διευθυντής σε εταιρεία από όπου αναφέρει ότι είχε καλό εισόδημα. Ομοίως ως προς την γενική κατάσταση ασφαλείας στην χώρα και τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή την Buea και λαμβάνοντας υπόψη μετά από σχετική έρευνα πληροφορίες επί της τρέχουσας κατάστασης στην χώρα και τόπος διαμονής, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση επιστροφής της θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν στοιχειοθετείται φόβος δίωξης με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, τη συμμετοχή σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή τα πολιτικά του φρονήματα, όπως περιγράφονται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο εδάφιο (δ) του άρθρου 2 της Οδηγίας 2011/95/EΕ και στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τη δυνατότητα να της  χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η αιτών δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης αποκλειστικά και μόνο λόγω της παρουσίας του στο  πόλη Douala, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, δεδομένου ότι και με βάση πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην πόλη Douala δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλών συγκρούσεων υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της οδηγίας να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή. Στον Αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου ο Αιτητής  προέβη σε επανάληψη των ισχυρισμών της ως  είχε καταγράψει επί της αίτηση της ήτοι ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της λόγω του ότι αναζητείται από τις αρχές του Καμερούν.

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα,  τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού, την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.

Από τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω ότι, εκ πρώτης όψεως ο Αιτητής πράγματι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του, και κρίνεται ως ορθή η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο Αιτητής  δεν κατάφερε να αποδείξει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο της τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία δικαιολογημένου φόβου δίωξης και το συμπέρασμα αυτό υπήρξε καθοριστικό ως προς την έκβαση του αιτήματος της (Jafar Kalash v Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων κ.α Υποθ. 626/2010, 08/10/2013). Οι ισχυρισμοί του, ως διαφαίνεται και από έκθεση-εισήγηση που ετοίμασε ο αρμόδιος λειτουργός, έτυχαν ενδελεχούς εξέτασης από την Υπηρεσία Ασύλου, τόσο στην βάση της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας/συνοχής τους όσο και στη βάση της εξωτερικής αξιοπιστίας, όμως κρίθηκαν αναξιόπιστοι αφού δεν παρουσίαζαν τις λογικά αναμενόμενες λεπτομέρειες, σαφήνεια και συνοχή που θα αναμενόταν, τα οποία θα επέτρεπαν να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας.

Οι ισχυρισμοί του, ως διαφαίνεται και από έκθεση-εισήγηση που ετοίμασε ο αρμόδιος λειτουργός, ορθώς εκ πρώτης όψεως αυτοί σχηματίσθηκαν και αποτυπώθηκαν, αλλά και έτυχαν ενδελεχούς αξιολόγησης από την Υπηρεσία Ασύλου, με βάση τους δείκτες αξιοπιστίας[1]  ενώ ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των ως άνω ισχυρισμών, λήφθηκαν υπόψη αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης.  Περαιτέρω, διακρίνω από το πρακτικό της συνέντευξης, πως εκ πρώτης όψεως τέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό επαρκείς ερωτήσεις τόσο ανοικτού όσο και κλειστού τύπου προκειμένου να αναπτύξει ο Αιτητής τον πυρήνα του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Επιπλέον δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση στον Αιτητή . Μετά το τέλος της συνέντευξης ο αρμόδιος λειτουργός, και ο Αιτητής  υπέγραψαν δεόντως τα πρακτικά της συνέντευξης.

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί της αναθεωρητικής έφεσης Mohammad Amiri v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων κ.α. (2009) 3 ΑΑΔ 358 λέχθηκε ότι «[α]πό τη στιγμή που ο εφεσείων κρίθηκε ως αναξιόπιστος δεν είχε νόημα η εφαρμογή της παραγράφου 196 του Εγχειριδίου για τους αιτητές πολιτικού ασύλου. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας παρέχεται στον αιτούντα όταν δεν είναι σε θέση να τεκμηριώσει τους κατά τα άλλα βάσιμους και αξιόπιστα προβαλλόμενους ισχυρισμούς με έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα. Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσείων κρίθηκε γενικά ως αναξιόπιστος. Η άρνηση των εφεσιβλήτων να χορηγήσουν στον εφεσείοντα πολιτικό άσυλο δεν στηρίχθηκε σε αμφιβολίες αναφορικά με το βάσιμο ή  μη των ισχυρισμών του αλλά στην εύλογη διαπίστωση περί αναξιοπιστίας του ίδιου και των στοιχείων που παρουσίασε.»

Ούτε διακρίνω πλημμέλειες στην ανάλυση του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης του Αιτητή στον οποίον ενδέχεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του. Τουναντίον, διαπιστώνω πως ο λειτουργός EUAA κατά το στάδιο της αξιολόγησης του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης εξέτασε επαρκώς τα ουσιώδη εκείνα αποδεκτά στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, από τα οποία ενδεχομένως ο Αιτητής να κινδύνευε κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, και ορθώς κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν συντρέχει. Ομοίως, προέβη σε ορθή εκ πρώτης όψεως κατάληξη επί της μη υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναλύοντας εκτενώς και σε συνάρτηση με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης το ενδεχόμενο υπαγωγής αυτού  στις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ.  15/7/2009, και στη  Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012).Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, καθώς δεν προκύπτουν διαδικαστικά θέματα και σημεία που δεν διερευνήθηκαν δεόντως, ο δε λειτουργός εξέτασε δεόντως τους ισχυρισμούς αυτού και τόσο κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξης όσο και κατά την εισήγηση. Εξετάζοντας την συνέντευξη που διεξήχθη, την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού,  τις απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής στις διευκρινιστικές ερωτήσεις του παρόντος Δικαστηρίου και γενικότερα όλο το υλικό το οποίο είναι ενώπιον μου, κρίνω ότι η Υπηρεσία Ασύλου προέβη σε επαρκή έρευνα όλων των ουσιωδών στοιχείων.

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω - στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας - ότι το αίτημα του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς και ερευνήθηκε δεόντως από την Υπηρεσία Ασύλου.  Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας του Αιτητή να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

Ο Αιτητής διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα του να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά του έξοδα, παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση πιθανής  προσφυγής που ήθελε καταχωρήσει.

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, η αίτηση απορρίπτεται. 

Τα έξοδα της μεταφράστριας καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 

 



[1] Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis Second edition, EUAA https://euaa.europa.eu/publications/judicial-analysis-evidence-and-credibility-context-common-european-asylum-system, σ. 120-134.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο