
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Νομική Αρωγή Αρ. 162/24
10 Ιανουαρίου 2025
[Κ.Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ
ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:
E.C.N
Αιτητής
......................
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά
Χ. Δημητρίου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
(Αντρέας Χατζησάββα (κος) ορκίζεται να μεταφράζει πιστά από τα Ελληνικά στα Αγγλικά και αντίστροφα)
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 06/04/2022, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για την καταχώριση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 18/07/2024 επί της μεταγενέστερης του αίτησης για διεθνή προστασία, η οποία απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 18/07/2024.
Γεγονότα
Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από παραρτήματα που επισυνάπτονται σε αυτό έχουν ως ακολούθως:
Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 26/03/2019 αφού εισήλθε παράνομα στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 05/08/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από Λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 14/10/2022 ο αρμόδιος Λειτουργός ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με το αίτημα του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 24/10/2022. Στις 20/12/2022 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή η οποία παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 20/12/2022. Στις 11/01/2023 ο Αιτητής καταχώρησε προσφυγή υπ΄ αριθμό 90/23 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Στη συνέχεια ήτοι στις 18/07/2024 ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του για παροχή διεθνούς προστασίας. Εν συνεχεία αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 18/07/2024 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου και με την οποία εισηγείτο την απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή ως απαράδεκτη. Στις 18/07/2024 ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε το σημείωμα/ εισήγηση του Λειτουργού σχετικά με την μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή που αφορά εισήγηση όπως η μεταγενέστερη του αίτηση κριθεί απαράδεκτη. Στις 18/07/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα η οποία παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 18/07/2024. Ο Αιτητής υπέβαλε προσφυγή στις 19/07/2024 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας υπ’ αριθμό Τ893/2024. Στις 11/09/2024 καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση παροχής Νομικής Αρωγής.
Νομικό Πλαίσιο
Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002 και ειδικότερα στις διατάξεις του άρθρου 6Β(1) και (2) το οποίο ορίζει τα ακόλουθα (η έμφαση του παρόντος Δικαστηρίου):
«6Β.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8-
(α) Oι όροι «Αναθεωρητική Αρχή», «ασυνόδευτος ανήλικος», «διεθνής προστασία», «εκπρόσωπος», «ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές», «καθεστώς πρόσφυγα», «Προϊστάμενος» και «πρόσφυγας» έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000·
(β) ο όρος «αιτητής διεθνούς προστασίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «αιτητής» σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000∙
(γ) ο όρος «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση)».
(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος –
(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000,
[…]
υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο και
(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:
Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»
Για σκοπούς πληρότητας της παρούσας ανάλυσης παραθέτω το Άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου (η έμφαση δική μου):
«Απαράδεκτες αιτήσεις
12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.
(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-
(α) Καθεστώς διεθνούς προστασίας έχει χορηγηθεί από άλλο κράτος μέλος∙ ή
(β) μια χώρα που δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για τον αιτητή σύμφωνα με το άρθρο 12Βπεντάκις∙ ή
(γ) μια χώρα που δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ως ασφαλής χώρα ασύλου για τον αιτητή σύμφωνα με το άρθρο 12Β∙ ή
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
(ε) εξαρτώμενο από τον αιτητή πρόσωπο, ενώ συναίνεσε στην κατάθεση αίτησης εξ’ ονόματός του από τον αιτητή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (6) του άρθρου 11, στη συνέχεια κατέθεσε ξεχωριστά αίτηση αυτοπροσώπως, και δεν υπάρχουν γεγονότα σχετικά με την κατάσταση του εξαρτώμενου αυτού προσώπου τα οποία να δικαιολογούν την υποβολή τέτοιας ξεχωριστής αίτησης.
(3) Με την επιφύλαξη του Άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, πριν από τη λήψη απόφασης του Προϊσταμένου για το παραδεκτό αίτησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η Υπηρεσία Ασύλου επιτρέπει στον αιτητή να εκθέσει τις απόψεις του σχετικά με την εφαρμογή των λόγων που προβλέπει το εδάφιο (2) στην περίπτωσή του. Για το σκοπό αυτό, η Υπηρεσία Ασύλου, προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης.»
Περαιτέρω σημειώνω ότι το Άρθρο 16Δ του περί Προσφύγων Νόμου ρυθμίζει την «Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης» και την διαδικασία εξέτασης αυτών. Σύμφωνα με το εδάφιο (δ) παράγραφος 3 του Άρθρου 16Δ, σε περίπτωση που η «μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις».
Κατάληξη
Λεχθέντων των ανωτέρω, θεωρώ ότι οι διατάξεις του Άρθρου 6Β(2)(α) παρέχουν στον Αιτητή δυνατότητα να αιτείται, με την παρούσα, νομική αρωγή για την Προσφυγή του κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου. Το πιο πάνω άλλωστε επιβεβαιώνεται από το ίδιο το Άρθρο 6Β του περί Νομικής Αρωγής Νόμου, και ειδικότερα η παράγραφος (2) εδάφιο (α) που επαναλαμβάνω ότι αναφέρει (η έμφαση δική μου):
«(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -
(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή.»
Προχωρώ τώρα να εξετάσω τις προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος και ειδικότερα το κατά πόσο η προσφυγή του Αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.
Σε περιπτώσεις ως η παρούσα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα του Αιτητή να έχει πρόσβαση στην δικαιοσύνη, όμως το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.
Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ο Αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ’ ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει καταχωρηθεί από τον Αιτητή (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011).
Σχετικό με την φύση της παρούσας διαδικασίας είναι το κάτωθι απόσπασμα από την απόφαση επί της Αιτήσεως από KAUR, Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 17/2019, ημ.27/02/19, όπου ο τότε Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ναθαναήλ ανέφερε ότι «Η περί Νομικής Αρωγής νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως τόσο της φιλοσοφίας αυτής, όσο και υπό το φως των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και τη νομοθεσία περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.». Λαμβάνεται υπόψη δε ότι το Δικαστήριο τούτο έχει εξουσία να εξετάσει τυχόν προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και επί της ουσίας και από τούδε και στο εξής (ex nunc) και όχι μόνο επί της νομιμότητας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρ. 11 (5) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, το παρόν Δικαστήριο «[...] λαμβάνει υπόψη και σχετικά γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής.»
Στην απόφαση επί της αιτήσεως Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SiNGH KHUSHWANT του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Λιάτσου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
« Πρέπει να συνυπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο του Νόμου, προκειμένου να γίνει αποδεκτό αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, μεταξύ των οποίων, η πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής. Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματος του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.
Το όλο ζήτημα, στην προσπάθεια του Δικαστηρίου να καταλήξει στη βασιμότητα αιτήματος παροχής νομικής αρωγής, εξετάζεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμη προσφυγή, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013, η οποία βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και, έχοντας πάντα κατά νου τις νομικές αρχές που καλύπτουν το ζήτημα και τις τοποθετήσεις των δύο πλευρών. Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στην υποπαράγραφο (ββ) του άρθρου 6Β του Νόμου, αντικρίζεται σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα διαλαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Όπως έχει τονιστεί στην Υπόθεση Αρ. Αίτησης νομικής Αρωγής 12/2010, Mohammad Ismail ημερομηνίας 13/5/2010: «με άλλα λόγια, για να είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση' θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρό της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.» Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιον του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή».
Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου. Από το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα και τα εκεί συνημμένα παραρτήματα το Δικαστήριο παρατηρεί τα ακόλουθα:
Κατά τη διοικητική εξέταση της προγενέστερης αίτησης ασύλου, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το Καμερούν επειδή αφού απέρριψε τρεις αποστολές στους αγγλόφωνες περιοχές υπήρχαν υποψίες ότι προσποιούνταν ότι ήταν άρρωστος για να μην υπακούσει στις εντολές που του είχαν δοθεί. Όταν έφυγε από το Γιαούντε με προορισμό το Λίμπε οι μαχητές αυτονομιστές των Αμπαζονίας επιτέθηκαν στο σπίτι του, συνέλαβαν τον πατέρα του και τον πήγαν στο δάσος από όπου κατάφερε να ξεφύγει και να διαφύγει στη Νιγηρία.
Κατά την διάρκεια της συνέντευξης του ο Αιτητής επανέλαβε τα όσα κατέγραψε δια της αρχικής του Αίτησης περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του το Καμερούν ήταν ότι μετά την αποφοίτηση του από το National Forestry School το 2016 ο στρατός του Καμερούν τον έστειλε σε τρείς αποστολές στις αγγλόφωνες περιοχές ωστόσο εκείνος δεν υπάκουσε της εντολές προσποιώντας τον άρρωστο και εγκαταλείποντάς στη συνέχεια το στρατόπεδο. Επιπρόσθετα ανέφερε ότι κατά η περί το 2019 οι αυτονομιστές Αμπαζόνιανς του έκαψαν το σπίτι και τον απήγαγαν ωστόσο κατάφερε στη συνεχεία να δραπετεύσει και να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του.
Ο αρμόδιος λειτουργός, αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, σχημάτισε τέσσερίς ουσιώδεις ισχυρισμούς: Ο μεν πρώτος σχετικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο δε δεύτερος ότι ο Αιτητής φοίτησε από το National Forestry School το 2016, ένας τρίτος ότι ο Αιτητής δεν υπάκουσε εντολές να μεταβεί σε τρείς αποστολές στις αγγλόφωνες περιοχές το 2018 και έναν τέταρτο αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι οι μαχητές Αμπαζόνιανς επιτέθηκαν στο σπίτι του Αιτητή και τον πήραν όμηρο κατά η περί τον Ιανουάριο του 2019. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός καθώς τεκμηριώθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία. Ο δεύτερος, τρίτος και τέταρτος ωστόσο, απορρίφθηκαν λόγω έλλειψης συνοχής και συνεκτικότητας στις δηλώσεις του με συνέπεια μη στοιχειοθέτηση της εσωτερικής αλλά και της εξωτερικής αξιοπιστίας. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός, στη βάση του μοναδικού ισχυρισμού ο οποίος έγινε αποδεκτός, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, προέβη σε έρευνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν. Σύμφωνα με τις εξωτερικές πηγές στις οποίες γίνεται παραπομπή, διαπιστώθηκε, ότι παρά τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που παρατηρούνται από πλευράς της κυβέρνησης και μη κρατικές ομάδες, έκριναν ότι ο Αιτητής είναι ενήλικος άντρας που ουδέποτε είχε στοχοποιηθεί από την Κυβέρνηση ή μη κρατικές ένοπλες ομάδες που δρουν στο Καμερούν, κατά συνέπεια το προφίλ του Αιτητή δεν ανταποκρίνεται στη κατηγορία ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο να υποστούν δίωξη ή σοβαρή βλάβη στο Καμερούν. Προχωρώντας στο κομμάτι της νομικής ανάλυσης, κατέληξε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος στον Αιτητή, καθώς δεν τεκμηριώθηκε κίνδυνος δίωξης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, κατέληξε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ούτε για την αναγνώριση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Στη μεταγενέστερη αίτηση του, η οποία υπεβλήθη στις 18/07/2024, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του εξαιτίας της κοινωνικό – πολιτικής κρίσης που επικρατεί στη χώρα του.
Οι Καθ’ων απέρριψαν την μεταγενέστερη αίτηση του καθότι δεν πρόβαλε νέους ισχυρισμούς αλλά επανέλαβε τους ίδιους. Ειδικότερα έλαβαν υπόψη ότι ο Αιτητής κατά την διάρκεια της συνέντευξης του ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της ύπαρξης της Αγγλόφωνης κρίσης στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής είχε ισχυριστεί ότι αυτονομιστές μαχητές επιτέθηκαν στο σπίτι του και τον πήραν όμηρο στους θάμνους το 2019. Οι ισχυρισμοί του εξετάστηκαν κατ’ ουσία και απορρίφθηκαν επομένως τα στοιχεία που υπέβαλε ο Αιτητής με την μεταγενέστερη του αίτηση δεν αποτελούν « νέα στοιχεία».
Εκ πρώτης όψεως παρατηρώ ότι στην μεταγενέστερη του αίτηση ο Αιτητής αρκέστηκε να αναφέρει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της ύπαρξης της Αγγλόφωνης κρίσης στη χώρα καταγωγής του χωρίς να προσκομίζει οιοδήποτε άλλο στοιχείο. Σημειώνω ότι ο Αιτητής υπέβαλε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας στις 11/01/2023 η οποία απορρίφθηκε λόγω μη προώθησης και αποτελεί τελεσίδικη απόφαση. Από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει ο Αιτητής να έχει προσκομίσει οιοδήποτε στοιχείο προς στοιχειοθέτηση του πυρήνα του αιτήματος του αλλά αρκέστηκε να επαναλάβει τους ιδίους ισχυρισμούς ως προέβαλε κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αρχικής του αίτησης.
Υπενθυμίζω ότι αυτό που εξετάζεται επί της παρούσας είναι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση για απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή η οποία αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (Ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (Κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), εφόσον «η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας».
Επομένως, από τα ενώπιον μου στοιχεία και εκ πρώτης όψεως δεν προκύπτει ο Αιτητής να έχει προσκομίσει «νέα στοιχεία ή πορίσματα» αναφορικά με τον πυρήνα του Αιτήματος του που να προέκυψαν μετά την οριστική περάτωση της διαδικασίας που είχε ως αντικείμενο προγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας, ή στοιχεία ή πορίσματα τα οποία υφίσταντο μεν ήδη πριν από την περάτωση της διαδικασίας, αλλά δεν προβλήθηκαν από τον αιτούντα[1]. Ούτε προκύπτει εκ πρώτης όψεως ο Αιτητής να έχει προσκομίσει «νέα στοιχεία ή πορίσματα» ικανά να ενεργοποιήσουν τις πρόνοιες του άρθρου 16 Δ (3)(β) του περί Προσφύγων Νόμου από τα οποία να προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για εξέταση της αίτησης επί της ουσίας, ώστε η περαιτέρω εξέταση τους θα μπορούσε να οδηγήσει στη κατάληξη ότι η περίπτωση του εμπίπτει στην έννοια του πρόσφυγα ή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Εκ πρώτης όψεως προκύπτει ότι η αρμόδια λειτουργός ορθά απέρριψε την μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή ως απαράδεκτη.
Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15/7/2009, και στη Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012). Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, καθώς δεν προκύπτουν διαδικαστικά θέματα και σημεία που δεν διερευνήθηκαν δεόντως τα οποία θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή.
Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση αυτής της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Ο Αιτητής διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα του να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά του έξοδα, όπως και το έχει πράξει και παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση πιθανής προσφυγής που ήθελε καταχωρήσει.
Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π
[1] Βλ. απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην Υπόθεση C 18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710 σκέψεις 31 έως 44)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο