N.E.U. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3032/23, 30/1/2025
print
Τίτλος:
N.E.U. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3032/23, 30/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 3032/23

 

30 Ιανουαρίου 2025

[Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.] 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

N.E.U.

Αιτητής

-και-

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

  ....................

 

 

Μ. Αμπελόμος (κος) για Αλ Ταχέρ, Μπενέτης και Συνεργάτες, Δικηγόροι για Αιτητή

Α. Φιλίππου (κος) για Π. Βρυωνίδου  (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Δ. Κατσαρίδης Δ.Δ.Δ.Δ.Π.Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής  αιτείται δήλωση  του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 18/07/2023, η οποία του γνωστοποιήθηκε στις 07/08/2023 και με την οποία το αίτημά του για διεθνή προστασία  απορρίφθηκε καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμο, είναι άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου (εφεξής αναφερόμενος ως «Δ.Φ.») της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 23/05/2022 και παρέλαβε βεβαίωση παραλαβής αυτής στις 25/05/2022 Στις 23/06/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 18/07/2023, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη (interview) του Αιτητή. Στη συνέχεια, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή  στις 18/07/2023. Στις 07/08/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον ίδιο στις 07/08/2023.  Εναντίον της τελευταίας αυτής απόφασης καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής παραθέτει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας αρκετούς λόγους ακύρωσης, χωρίς αυτοί ωστόσο να συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Με την ίδια γενικότητα και αοριστία προβάλλει αρκετούς λόγους ακύρωσης και δια μέσου της γραπτής του αγόρευσης, όπου στην ουσία αναπαραγάγει και επαναλαμβάνει επιγραμματικώς τους λόγους ακύρωσης που προωθεί δια μέσου του εισαγωγικού δικόγραφού της προσφυγής. Σημειώνεται ότι κατά το στάδιο των Διευκρινήσεων στις 31/10/2024 η πλευρά του Αιτητή προχώρησε και απέσυρε όλους τους λόγους ακύρωσης πέραν αυτούς που αφορούν την έλλειψη δέουσας έρευνας.

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας και ορθότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή έχει ληφθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς και σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεωργίας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).

Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, όλοι οι λόγοι προσφυγής που αναφέρονται ως τίτλοι στο πλαίσιο του δικογράφου της προσφυγής και δεν προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του Αιτητού θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).

Προχωρώντας θα εξετάσω τον ισχυρισμό που προβάλλει η συνήγορος του Αιτητή, περί έλλειψης δέουσας έρευνας λαμβανομένης και της εξουσίας του παρόντος Δικαστηρίου όπου και σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας.

Αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).

Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371,Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αιτητή, όπως καταγράφονται στην έκθεση της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου αλλά και όπως διαφαίνονται από τον Διοικητικό φάκελό που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως τεκμήριο 1 κατά το στάδιο των Διευκρινήσεων και δεν αμφισβητούνται, ο Αιτητής είναι ενήλικος από την Νιγηρία. Στην αίτησή του κατέγραψε ότι ολοκληρώνοντας τις σπουδές του και στην προσπάθειά του να εξεύρει εργασία, κάποιος φίλος του, του είπε ότι θα τον βοηθήσει εάν ενταχθεί σε λατρευτική ομάδα/αίρεση (“cultist group”). Ο ίδιος συμφώνησε, ωστόσο δεν τον βοήθησαν να βρει εργασία και τον εκβίαζαν να καταβάλλει ένα μηνιαίο τέλος, το οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώνει. Συνεπεία αυτού άρχισαν να απειλούν ότι θα τον σκοτώσουν, τον αναζήτησαν στην πατρική του οικία και επιτέθηκαν στον μικρότερο αδερφό του και στη μητέρα του. Με τη βοήθεια ενός πάστορα κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα του.

Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής του την περιοχή Ekwegbe της πολιτείας Enugu και από το 2020 μέχρι την αναχώρησή του ανέφερε ότι διέμενε στην πολιτεία Lagos όπου αναζητούσε εργασία. Αναφορικά με την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε, ενώ η μητέρα του και τα τρία αδέρφια του διαμένουν στην πολιτεία Enugu. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε κάτοχος ανώτερου διπλώματος στο μάρκετινγκ. Κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής του ο Αιτητής δήλωσε ότι το 2020 εντάχθηκε ως μέλος της οργάνωσης “Aye Axemen” (Black Axe), εφόσον φίλοι του και μέλη της οργάνωσης του ανέφεραν ότι θα τον βοηθήσουν να εξεύρει εργασία. Του ζήτησαν όπως  παρευρίσκεται στις εβδομαδιαίες συναντήσεις τους και όπως καταβάλλει τις εβδομαδιαίες συνδρομές. Ο Αιτητής δήλωσε ότι πλήρωσε μόνο δύο φορές, λόγω οικονομικής δυσχέρειας και ως εκ τούτου σταμάτησε να πηγαίνω στις συναντήσεις. Συνεχίζοντας την αφήγησή του, δήλωσε ότι όταν ανέφερε στον φίλο του τον λόγο για τον οποίο σταμάτησε να παρευρίσκεται στις συναντήσεις, του είπε ότι από τη στιγμή που εντάχθηκε δεν υπάρχει επιστροφή. Ο Αιτητής αναφέρθηκε σε περιστατικό κατά το οποίο μία μέρα, καθώς περπατούσε στο Lagos, τον ρώτησαν γιατί δεν πήγαινε στις συναντήσεις και όταν απάντησε ότι δεν μπορεί να συνεχίσει, του πήραν τα χρήματα και το τηλέφωνό του. Πρόσθεσε ότι μία άλλη φορά, τον αναζήτησαν σε γειτονικό του σπίτι και ως εκ τούτου αποφάσισε κατόπιν συμβουλής του ιερέα του να διαφύγει στο χωριό του, όπου έμεινε σε γείτονά του για διάστημα μίας εβδομάδας. Στη συνέχεια, ισχυρίστηκε ότι τον αναζήτησαν στο σπίτι της οικογένειάς του στην περιοχή Ekwegbe, απειλώντας να τον σκοτώσουν, και επειδή δεν τον εντόπισαν, υπέβαλαν σε βασανιστήρια την μητέρα του και τραυμάτισαν τα αδέρφια του. Ο ίδιος επέστρεψε στο Lagos αφού πρώτα τους επισκέφθηκε στο νοσοκομείο. Ισχυρίστηκε ότι η οικογένειά του ανέφερε το περιστατικό της επίθεσης στην αστυνομία, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να εντοπίσει τους δράστες. Δήλωσε ότι κρυβόταν για δύο χρόνια μέχρι να διευθετήσει την αναχώρησή του από τη Νιγηρία. Ερωτηθείς για τις συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι πιθανόν να τον σκοτώσουν.

Ο Αιτητής προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου φωτογραφίες στις οποίες ισχυρίστηκε ότι απεικονίζονται τα τραυματισμένα μέλη της οικογένειάς του. (βλ. ερ. 42-41 δ.φ.).

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε τρείς  ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο πρώτος σε σχέση με το ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας με τόπο συνήθους διαμονής του την περιοχή Ljesha road της τοπικής αρχής Surulele της πολιτείας Lagos, ο  δεύτερος αναφορικά με την ιδιότητα του Αιτητή ως πρώην μέλος της οργάνωσης Aye Axemen και τέλος ο τρίτος αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του Αιτητή από την οργάνωση Aye Axemen λόγω μη πληρωμής των εβδομαδιαίων τελών και εγκατάλειψης της οργάνωσης.

Ως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, έγινε αποδεκτός ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός, καθότι κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν επαρκώς συνεκτικές. Αντιθέτως, ο δεύτερος και τρίτος ισχυρισμός απορρίφθηκαν καθότι κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με την αίρεση/ομάδα στην οποία κατ’ ισχυρισμόν ανήκε όπως επίσης και αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του λόγω του ότι εγκατέλειψε την εν λόγω οργάνωση. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός επισήμανε ότι ορισμένες εκ των δηλώσεων του Αιτητή βρίσκονται σε αντίθεση με τις διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του. Συγκεκριμένα, ως προς τη διαδικασία ένταξης στην Black Axe, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής ανέφερε ότι έβαλαν αίμα ζώων στο κεφάλι του, ενώ ευρήματα πηγών στα οποία παραπέμπει ο λειτουργός περιγράφουν μία διαφορετική διαδικασία μύησης, η οποία περιλαμβάνει τελετές σε δάση ή σε νεκροταφεία, συνήθως γύρω από μια φωτιά, με χορό, τραγούδι, χρήση ναρκωτικών, πόση ανθρώπινου αίματος και βιασμό γυναικών (βλ. ερ. 40-37 δ.φ.).

Ακολούθως, σε σχέση με τον μοναδικό αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία και την περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, κατά την αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, o αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι διατρέχει κίνδυνο να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι τα παρατεθέντα στοιχεία δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 3 ούτε και σε αυτές των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Έχω εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σ΄ αυτόν, για τους λόγους που αναλύονται στην εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε αξιόπιστος και έγινε αποδεκτός ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή, ευρήματα για τα οποία το Δικαστήριο δεν εντοπίζει λόγο διαφοροποίησης.

Περαιτέρω, ορθά ο αρμόδιος λειτουργός δεν έκανε αποδεκτό τον δεύτερο και τρίτο ισχυρισμό του Αιτητή αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του  επειδή εγκατέλειψε  την οργάνωση Aye Axemen. Όπως αναλυτικά καταγράφεται στην εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ο Αιτητής απάντησε κατά τρόπο γενικό, αόριστο και μη αληθοφανή σε ερωτήσεις αναφορικά με την συμμετοχή του στην αίρεση Aye. Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την εν λόγω οργάνωση ο Αιτητής αποκρίθηκε γενικά και αόριστα πως βρίσκονται σε όλη την Αφρική. Ερωτηθείς σχετικά με την ιδεολογία της οργάνωσης, ο Αιτητής αποκρίθηκε γενικόλογα και με ασάφεια ότι είναι γκάνγκστερ. Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες ως προς τις συναντήσεις της οργάνωσης Aye στις οποίες έλαβε μέρος και πάλι αποκρίθηκε γενικολογώντας πως έπιναν κάπνιζαν και έλεγαν πως αν κάποιος προσβάλει κάποιος μέλος της οργάνωσης η οργάνωση θα ασχοληθεί μαζί του. Ως κατέγραψε ο λειτουργός, από τα λεγόμενα του Αιτητή παρατηρείται μη ευλογοφάνεια και ασάφεια ως προς τους λόγους που των ώθησαν να ενταχθεί στην εν λόγω οργάνωση αφού κατά τους ισχυρισμούς του γνώριζε ότι επρόκειτο για εγκληματική οργάνωση, ενώ ανέφερε ότι έγινε μέλος για να τον βοηθήσουν να εξεύρει εργασία. Ερωτηθείς γιατί πίστευε ότι μια οργάνωση η οποία και με βάση τα λεγόμενά του είναι εγκληματική θα τον βοηθούσε να εξεύρει εργασία, ο Αιτητής απάντησε υπεκφεύγοντας πως άκουγε για το τι έκαναν, αλλά δεν τους είδε εν δράσει.  Συνάμα οι Καθ’ ων η Αίτηση προέβησαν και σε σχετική έρευνα επί της χώρας καταγωγής του Αιτητή και συγκεκριμένα αναφορικά με την εν λόγω οργάνωση σημειώνοντας ότι τα όσα επικαλέστηκε ο Αιτητής δεν τεκμηριώνονται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ως προς την ιδεολογία, τον τρόπο λειτουργίας αλλά και την διαδικασία μύησης της εν λόγω οργάνωσης.  Επιπλέον ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες όσον αφορά την ισχυριζόμενη δίωξη από την οργάνωση Aye Axemen αναφέροντας με ασάφεια και αόριστα ότι δέχθηκε απειλές και ότι η οικογένεια του δέχθηκε επίθεση, ενώ παρατηρήθηκε και έλλειψη ευλογοφάνειας ως προς τις ενέργειες που ακολούθησε για να προστατευτεί, εφόσον ανέφερε γενικά ότι δεν έβγαινε έξω ενώ δεν κατήγγειλε τις απειλές και την επίθεση κατά της οικογένειας του στην αστυνομία. Ερωτηθείς γιατί δεν αποτάθηκε στις αρχές, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι δεν ήθελε να περιπλέξει το θέμα και πως εάν άρχιζε η αστυνομία να τους κυνηγά θα ανακάλυπταν ότι ο ίδιος ήταν στο Lagos. Θα αναμενόταν από τον Αιτητή να αποταθεί στις αρχές της χώρας του και να προβεί στις δέουσες ενέργειες για να προστατευτεί. Τέλος ορθώς παρατηρήθηκε ασάφεια στα λεγόμενα του Αιτητή ως προς το χρονικό σημείο που εγκατέλειψε την Νιγηρία εφόσον ενώ η τελευταία ισχυριζόμενη απειλή και η επίθεση κατά της οικογένειάς του έλαβε χώρα το 2020, ο ίδιος εγκατέλειψε την Νιγηρία το 2022. Ερωτηθείς γιατί εγκατέλειψε την Νιγηρία δυο χρόνια αργότερα ο Αιτητής αποκρίθηκε με ασάφεια και αοριστία ότι έφυγε όταν ήταν όλα έτοιμα. Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των όσων επικαλέστηκε ο Αιτητής κατά το στάδιο της συνέντευξής του ορθώς εντοπίζονται ασάφειες, αντιφάσεις, αοριστίες, έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη επαρκών πληροφορίων ενώ τα όσα επικαλείται δεν τεκμηριώνονται από τις πηγές πληροφόρησης.

Ο Αιτητής φέρει το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών, επί των οποίων θεμελιώνεται το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16 και το άρθρο 18 παράγραφος 5 του Περί Προσφύγων Νόμου. Συγκεκριμένα το πρόσωπο που αιτείται διεθνούς προστασίας υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτησή του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του,  να δώσει στην Υπηρεσία Ασύλου λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το άτομο του και το παρελθόν του και γενικά να βοηθήσει με τον καλύτερο τρόπο την Υπηρεσία Ασύλου για τη διαπίστωση των γεγονότων της υπόθεσής του, ενώ εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. (βλ. 1214/2017 B.H. από Μπαγκλαντές και Κυπριακή Δημοκρατία μεσώ Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 30/09/2019).

Άρα εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[1]. Ωστόσο δεν συνεπάγεται υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλει προσωπικά να συνεργάζεται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο αιτών.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων»»).

Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου οι Καθ’ ων η Αίτηση έλαβαν υπόψη τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία όμως δεν έγιναν αποδεκτά (αξιολόγηση της αξιοπιστίας) και βάσει αυτών έκριναν στην συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη (εκτίμηση κινδύνου). Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του Αιτητή περί δίωξής του ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, αοριστιών, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στη συνέντευξη που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ.  απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).

Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις, για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία και επιπρόσθετα συνεργάστηκαν με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής[2]. Παράλληλα, οι Καθ’ ων η Αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις και τα έγγραφα που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις (άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000). Επί των όσων ανέφερε ο Αιτητής εύλογα παρατηρούνται  ασυνέπειες και ανακολουθίες στα λεγόμενα του που  άπτονται των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του Αιτητή στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.

Συνεπακόλουθα και λαμβανόμενου υπόψιν ότι ορθώς η εσωτερική αξιοπιστία των ανωτέρω ουσιωδών ισχυρισμών που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή δεν έγινε αποδεκτή, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωσή. Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση).

Ως προς το θέμα των αιρέσεων στη Νιγηρία, από έρευνα του Δικαστηρίου σε ανεξάρτητες και επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης, προκύπτουν τα ακόλουθα:

Οι φοιτητικές αιρέσεις ή αδελφότητες εμφανίστηκαν το 1950 στα πανεπιστήμια των νότιων επαρχιών της Νιγηρίας και, παρόλο που στην αρχή ξεκίνησαν σαν ειρηνικές ομάδες, τα έτη 1994-1995 εξελίχθηκαν σε συμμορίες με τρομοκρατική δράση (ένοπλες συγκρούσεις, απαγωγές, δολοφονίες) εντός του χώρου των πανεπιστημίων αλλά και εμπλοκή στο οργανωμένο έγκλημα (εμπορία ανθρώπων, εμπόριο ναρκωτικών). Οι διάφορες αιρετικές οργανώσεις διακρίνονται από τα σύμβολά τους, το ντύσιμο, το χρώμα του μπερέ τους, του συνθηματικού τρόπου ομιλίας και χαιρετισμών, των τατουάζ και των piercing. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την ένταξη νέων μελών καθώς η δράση τους είναι μυστική. Υπάρχουν ωστόσο πληροφορίες ότι συνήθως τα νέα μέλη επηρεάζονται από τους συνομηλίκους τους ή τους υπόσχονται χρήματα και καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες. Υπάρχουν επίσης αναφορές για αναγκαστική ένταξη και για χρήση βίας κατά τις τελετές ένταξης. Θεωρείται γενικά πολύ δύσκολο να εγκαταλείψει κάποιος την αίρεση γιατί τα πρώην μέλη διώκονται και σκοτώνονται προκειμένου να μην αποκαλύψουν πληροφορίες. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα άτομα που αρνούνται να ενταχθούν σε μία αίρεση. Χρησιμοποιούν μεθόδους μαγείας (“juju”) για τα θύματά τους ή τους ανταγωνιστές άλλων αιρέσεων. H δράση τους είναι έντονη στη νότια Νιγηρία και κυρίως στις περιοχές Rivers, Bayelsa, Delta και Edo. Το 2004 ψηφίστηκε ένας Νόμος (Secret Cult and Cult Related Activities (Prohibition) Bill) για την απαγόρευση 100 αιρέσεων στην Νιγηρία που σχετίζονται με πολιτικά κόμματα ή έχουν μυστικιστική δράση, αλλά δε μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη.

Από έκθεση της OFPRA μετά από αποστολή για επιτόπια έρευνα, φαίνεται ότι οι εν λόγω ομάδες έχουν δομή, οργάνωση και ιεραρχία καθώς υπάρχει αρχηγός, πνευματικός αρχηγός, γραμματέας, αρχηγός των εκτελεστών, επιβλέπων των δράσεων και  σύμβουλοι, που είναι συνήθως μεγαλύτερα και πιο έμπειρα μέλη. Σύμφωνα με εκθέσεις του United Nations Office on Drugs and Crime (UNODC) του 2014 η Eiye και Aye έχουν δράση και στην Ευρώπη, στην Ισπανία από το 2007 και στην Ιταλία από το 2008. [3]

Έκθεση της EASO του Οκτώβρη του 2021 αναφέρει πως οι φοιτητικές αιρέσεις αναπτύσσονται στις νότιες πολιτείες της Νιγηρίας και πλέον δραστηριοποιούνται εκτός των πανεπιστημίων, απ’ όπου αρχικά ξεκίνησαν. Οι αιρέσεις χρησιμοποιούν διάφορα διακριτικά γνωρίσματα, όπως σωματικές διακοσμήσεις (π.χ. τατουάζ ή piercing), ρούχα με συγκεκριμένα χρώματα και κωδικοποιημένη γλώσσα. Γύρω στις 100 αιρέσεις απαγορεύτηκαν το 2004 βάσει νόμου και εκατοντάδες μέλη τους έχουν συλληφθεί και διωχθεί με την πάροδο των ετών, ωστόσο οι αιρέσεις συνεχίζουν να λειτουργούν και η δράση τους είναι παρόμοια με εκείνη των ομάδων πολιτοφυλακής. Έχουν βίαιες τελετές μύησης και συμμετέχουν σε παράνομες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών, της εμπορίας ανθρώπων και της διακίνησης ναρκωτικών. Οι αιρέσεις χρησιμοποιούνται επίσης από τα πολιτικά κόμματα και μέλη των κομμάτων για τη διάπραξη βίας κατά πολιτικών αντιπάλων σε περιόδους εκλογών. Οι ομάδες αυτές συνέχισαν να δραστηριοποιούνται το 2019 και το 2020, συμμετέχοντας σε βίαια περιστατικά και εγκλήματα εκτός πανεπιστημίου, ειδικά στις πολιτείες Lagos και Rivers. Για το 2019 το Nigeria Watch κατέγραψε τη δράση αιρέσεων σε 21 πολιτείες της Νιγηρίας με συνέπεια 536 θανάτους μέσω 168 περιστατικών αίρεσης. 

Η στρατολόγηση και οι τελετές μύησης μπορεί να γίνονται εξαναγκαστικά, ακόμη και μετά από απαγωγή. Η μύηση συχνά περιλαμβάνει βία, όπως ξυλοδαρμό και βιασμό. Τα δυνητικά μέλη μπορεί επίσης να εξαναγκαστούν να διαπράξουν εγκλήματα. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολο να εγκαταλείψει κανείς μια αίρεση μετά τη μύηση και πρώην μέλη μπορεί δολοφονηθούν για να μην αποκαλύψουν τα μυστικά της αίρεσης. Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες της άρνησης προσχώρησης σε μια φοιτητική αίρεση, ούτε αναφορές για κατηγορίες παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μέλη ή πρώην μέλη αιρέσεων. Ωστόσο, αναφέρεται πως εάν ένα άτομο αποκαλύψει τα μυστικά της αίρεσης, πιθανόν να υπάρξουν συνέπειες. [4]

Με βάση τα ανωτέρω ευρήματα και σε συνδυασμό με τα όσα καταγραφούν οι Καθ’ ων δια της έκθεσης – εισηγήσεως τους διαπιστώνεται ότι τα όσα ο Αιτητής περιέγραψε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, δεν συνάδουν με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου, η έκθεση της EASΟ αναφέρει πως τα άτομα που στοχοποιούνται από τις αιρέσεις, συμπεριλαμβανομένων των πρώην μελών, θα μπορούσαν να εκτεθούν σε πράξεις που είναι τόσο σοβαρής φύσης ώστε να ισοδυναμούν με δίωξη (π.χ. δολοφονία, σωματική βία, βιασμός). Όσον αφορά τα πρώην μέλη των αιρέσεων, διευκρινίζεται πως η εφαρμογή του νόμου και η δίωξη από τις αρχές δεν θα ισοδυναμούσαν με δίωξη. Δεν θα αντιμετώπιζαν όλα τα άτομα που εμπίπτουν σε αυτό το προφίλ το επίπεδο κινδύνου που απαιτείται για να τεκμηριωθεί βάσιμος φόβος δίωξης. Η ατομική αξιολόγηση του κατά πόσο υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας για τον αιτούντα να αντιμετωπίσει δίωξη θα πρέπει να λάβει υπόψη περιστάσεις που επηρεάζουν τον κίνδυνο, όπως η προηγούμενη συμμετοχή σε αίρεση, η πρόθεση (και αποδιδόμενη “perceived” πρόθεση) του αιτούντος να αποκαλύψει τα μυστικά της αίρεσης, κ.ά. Δεν υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες που να καταδεικνύουν κίνδυνο παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις ομάδες των αιρέσεων, ούτε ως προς πρώην μέλη τους.

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η στοχοποίηση των θυμάτων της εγκληματικής δραστηριότητας των αιρέσεων δεν συνδέεται γενικότερα με κάποιον από τους λόγους δίωξης της Σύμβασης, καθότι τα εγκλήματα διαπράττονται με σκοπό το κέρδος και μπορούν να επηρεάσουν οποιονδήποτε. Αν και θα μπορούσε τα πρώην και τα νυν μέλη των αιρέσεων να έχουν ένα κοινό υπόβαθρο που δεν μπορεί να αλλάξει (προηγούμενη συμμετοχή σε αίρεση) και μια ξεχωριστή ταυτότητα στη Νιγηρία, επειδή γίνονται αντιληπτοί ως διαφορετικοί από την περιβάλλουσα κοινωνία, διαπιστώνεται ότι η πιθανή δίωξη που αντιμετωπίζουν τα πρώην μέλη από την αίρεση δεν οφείλεται σε λόγους συμμετοχής σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Ως εκ τούτου, η απαίτηση σύνδεσης γενικά δεν θα ικανοποιείται στην περίπτωση πρώην μελών αιρέσεων. [5]

Από τις πιο πάνω παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επιβεβαιώνεται γενικά η επικίνδυνη φύση των δραστηριοτήτων των αιρέσεων στη χώρα καταγωγής του, χωρίς βέβαια να στοιχειοθετείται το προσωπικό του αφήγημα. Ενόψει της μη στοιχειοθετηθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας των σχετικών ισχυρισμών του Αιτητή για τους λόγους που εκτενώς αναλύονται ανωτέρω, ο ισχυριζόμενος φόβος δίωξης του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και ως εκ τούτου, απορρίπτεται στο σύνολό του. Σε κάθε περίπτωση, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί κινδύνου λόγω δίωξης υπό μορφή απειλών από μέλη μυστικής αδελφότητας, αφενός μεν δεν κρίθηκαν αξιόπιστοι, αφετέρου δε δεν σχετίζονται προς τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. Ούτως ή άλλως, ο Αιτητής θα μπορούσε να αναζητήσει προστασία από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, ενέργεια στην οποία δεν προέβη ο ίδιος. Ούτε προκύπτει ότι η βλάβη που επικαλείται είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής των επαπειλούμενων περιστατικών, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου).

Υπενθυμίζω συναφώς  ότι σύμφωνα με το  άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και  άρθρο 2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]». Σύμφωνα δε με το  άρθρο 3Γ του Νόμου και αντίστοιχα άρθρο 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο».

Η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη που ανωτέρω αναφέρονται πρέπει να προέρχεται από τους φορείς δίωξης που αναφέρονται στα  άρθρα 3Α και 6 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα και να αποδειχθεί περαιτέρω ότι οι φορείς προστασίας που αναφέρονται στα  άρθρα 3Β και 7 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα δεν επιθυμούν ή δεν δύνανται να παρέχουν την απαιτούμενη προστασία κατά αυτών των πράξεων, αλλά και, στην περίπτωση ειδικά του πρόσφυγα, θα πρέπει να αποδειχθεί [βλ.  άρθρα 4Γ(3) και 9(3) του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα] ότι υπάρχει συσχετισμός των λόγων που αναφέρονται στο  άρθρο 3Δ και 10 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα με τις πράξεις δίωξης, ήτοι αυτές να προκύπτουν για τους εκεί αναφερόμενους λόγους.

Όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου κάνει αποδεκτούς τους ισχυρισμούς αναφορικά με την ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή, και ορθά απορρίπτει τους ισχυρισμούς περί δίωξης υπό μορφή απειλών από μέλη μυστικής αδελφότητας, Συνεπακόλουθα και λαμβανομένου υπόψιν ότι ορθώς  η εσωτερική αξιοπιστία των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών στην περίπτωση του Αιτητή δεν έγιναν αποδεκτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωση του Αιτητή. Ούτε ο Αιτητής παρουσίασε περαιτέρω στοιχεία ή και μαρτυρία για να καλύψει τις ελλείψεις και αντιφάσεις που εντοπίστηκαν από τους  Καθ’ ων η Αίτηση ως εκ τούτου οι εν λόγω αντιφάσεις παραμένουν και η κρίση της διοίκησης λαμβάνεται ως ορθή από το Δικαστήριο. (F.E.E. και Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου Υποθ. Αριθ. 2407/22 ημερ. 21/02/2023) Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του Αιτητή που έγιναν αποδεκτοί από τον αρμόδιο λειτουργό, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία και ο τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν είναι ικανά ώστε να εντάξουν τον Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα. Ούτε προκύπτει ότι η βλάβη που επικαλείται είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψης των επαπειλούμενων περιστατικών, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου).

Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

Ως προς την γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή , διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφέρουν πως η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη διεθνής ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας -η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης.[6]  Ωστόσο, οι συγκεκριμένες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα σε πολιτείες που βρίσκονται μακριά από το Lagos, τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, επηρεάζοντας κυρίως τις πολιτείες Borno και Niger.

Σχετικά με την πολιτεία Lagos, τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, αφού σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του διέμενε εκεί από το 2020 μέχρι την αναχώρησή του τον Απρίλιο του 2022, με βάση τα πιο πρόσφατα δεδομένα του ACLED, κατά την περίοδο 20/01/2024 - 17/01/2025 σημειώθηκαν συνολικά 208 περιστατικά ασφαλείας με 103 (καταγεγραμμένες) απώλειες ανθρώπινων ζωών. Από αυτά, τα 25 κωδικοποιήθηκαν ως βία εναντίων πολιτών με 8  θανάτους, 81 ως διαδηλώσεις,72 ως μάχες με 76 απώλειες ανθρώπινων ζωών και, 30 ως εξεγέρσεις με 19 θανάτους.[7] Σημειώνεται πως ο πληθυσμός της πολιτείας Lagos για το 2025 εκτιμάται στους 17,156,000 κατοίκους.[8]

Με βάση τα όσα ανέφερε ο Αιτητής, θα μπορούσε να επιστρέψει και στον τόπο καταγωγής του, ήτοι την πολιτεία Enugu, όπου εξακολουθούν να διαμένουν η μητέρα και τα αδέρφια του χωρίς να αντιμετωπίζουν οποιοδήποτε πρόβλημα, ως ισχυρίστηκε. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 20/01/2024 – 17/01/2025 καταγράφηκαν στην πολιτεία Enugu, τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, 113 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 86 ανθρώπινες ζωές. Τα 113 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 6 ταραχές (riots), 23 διαμαρτυρίες (protests), 58 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 39 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 26 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 47 ανθρώπινες απώλειες. Στην πόλη Nsukka από όπου κατάγεται και όπου διέμενε ο Αιτητής σημειώθηκαν 10 περιστατικά με συνέπεια μία απώλεια ανθρώπινης ζωής.[9] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Enugu σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2022 ανερχόταν στα 4,690,100.[10]

Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη απόφαση 901/19 του ΔΕΕ (CF & DN Judgement) αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν ένας άμαχος δεν αποτελεί ειδικά στοχοποιημένο πρόσωπο λόγω ιδιαίτερων προσωπικών περιστάσεων, η διαπίστωση σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή το πρόσωπο του εν λόγω πολίτη λόγω "αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις ... ένοπλης συγκρούσεως", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι η αναλογία μεταξύ του αριθμού των θυμάτων στη σχετική περιοχή και του συνολικού αριθμού των ατόμων που απαρτίζουν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής αγγίζει ένα καθορισμένο όριο» (σκέψη 37).

Περαιτέρω έκρινε ότι «το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται "σοβαρή και ατομική απειλή", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, απαιτείται συνολική εκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση της χώρας καταγωγής του αιτητή» (σκέψη 45). «Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύγκρουσης, καθώς και άλλα όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης» (βλ. σκέψη 43).

Στη βάση των στοιχειών που προτείνονται από την πρόσφατη νομολογία του ΔΕΕ ως συναφή κατά την αξιολόγηση του κινδύνου έκθεσης κάποιου αιτητή σε σοβαρή βλάβη στα πλαίσια βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης παρατηρώ ότι και παρά τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν, η κατάσταση που επικρατεί τόσο στην πολιτεία Enugu (τόπος καταγωγής του Αιτητή), όσο και στην πολιτεία Lagos (τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του) δεν έχει χαρακτηριστεί ως εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη και, συνεπώς, σε περίπτωση επιστροφής του  ο Αιτητής δε θα κινδυνεύσει από βία ασκούμενη αδιακρίτως.

Ενόψει των ανωτέρω και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου είναι εμφανές πως, η Υπηρεσία Ασύλου διενήργησε τη δέουσα έρευνα όλων των ζητημάτων που έθεσε ο Αιτητής ενώπιον της. Οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και υπήρξε ικανοποιητική αιτιολόγηση, ενώ το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371). Η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο του Δικαστηρίου συνδέονται με την απόφαση και αποκαλύπτουν του λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση. Από τα στοιχεία του φακέλου θα πρέπει να μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την απόφαση που λήφθηκε (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97).  

Από τους προβληθέντες ισχυρισμούς δεκτός έγινε μόνο ο ισχυρισμός για τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, πλην όμως, ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του Νόμου για την παραχώρηση καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στην προκείμενη περίπτωση του Αιτητή, σύμφωνα με την απόφαση  της Υπηρεσίας Ασύλου, δεν μπορούσε να θεμελιωθεί βάσιμος φόβος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και συνακόλουθα, δε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του του Περί Προσφύγων Νόμου Νόμος 6(Ι)/2000, ούτως ώστε να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα. Περαιτέρω, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ούτε οποιοσδήποτε λόγος συνέτρεχε για να αναγνωρισθεί στον Αιτητή το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον δεν αποδείχθηκε να υφίσταται κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία. Η απόφαση της Διοίκησης αποτελεί προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των δεδομένων και στοιχείων, σύμφωνα και με το Νόμο και είναι πλήρως αιτιολογημένη.

Ορθά η Διοίκηση κατέληξε ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)».

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, με την Κ.Δ.Π. 191/2024 καθόρισε τη χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης, σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή, η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1200 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] Judgment of the Court (First Chamber), 22 November 2012 M. M. v Minister for Justice, Equality and Law υποσημείωση 82, σκέψη 65.

[2] M. Κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, C277/11 22ας Νοεμβρίου 2012 υποσημείωση 82, σκέψη 65.

[3] EASO, Nigeria, Targeting of Individuals, November 2018, σ. 43-48

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2018_EASO_COI_Nigeria_TargetingIndividuals.pdf

Ministry of Foreign Affairs of the Netherlands, Country of origin information report Nigeria, March 2021, σ.31 https://www.ecoi.net/en/file/local/2054389/03_2021_MinBZ_NL_COI_Nigeria.pdf  ;

DFAT, Country Information Report Nigeria, 3 December 2020, σ. 44

https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/dfat-country-information-report-nigeria-3-december-2020.pdf

[4]  EASO, Country Guidance: Nigeria Common analysis and guidance note October 2021, σ. 77-78

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf

 

[5] Ό.π.

[6] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, τελευταία ενημέρωση 2 Μαρτίου 2023

 https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria 

[7] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION – ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project

https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: Past year of ACLED data, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN: Lagos)

[8]  Lagos, Nigeria Metro Area Population 1950-2025

https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/22007/lagos/population

 

[9]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION – ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project

https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: Past year of ACLED data, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN: Enugu)

 

[10] City Population – Nigeria, Enugu

https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA014__enugu/

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο