G.N.W. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ.Αρ.:8125/2021, 14/1/2025
print
Τίτλος:
G.N.W. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ.Αρ.:8125/2021, 14/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ.Αρ.:8125/2021

14 Ιανουαρίου, 2025

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

G.N.W. από το Καμερούν και τώρα στη Λάρνακα

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Χ. Παλαικυθρίτη (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ο Αιτητής Παρών.

Ε. Ηρακλέους (κα) για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Γαλλικά και αντίστροφα.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επιστολής ημερομηνίας 24/11/21 (του κοινοποιήθηκε 26/11/21) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι σε περίπτωση επιστροφής του παραβιάζονται τα Άρθρα 2 & 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ακύρωση της συναφούς απόφασης επιστροφής που του κοινοποιήθηκε μαζί με την απόφαση απόρριψης της αίτησης ασύλου.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 06/05/20, ακολούθησε η συνέντευξη του στις 19/04/21, 10/05/21 και στις 25/10/21 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 06/11/21, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η επιχειρηματολογία της συνηγόρου του Αιτητή μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης περιορίζεται στα ζητήματα αξιολόγησης των ισχυρισμών του ως μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας (ως ομοφυλόφιλος) ο οποίος θα αντιμετωπίζει σοβαρές μορφές δίωξης στην χώρα καταγωγής του. Υποδεικνύει (α) ότι δεν ακολουθήθηκε το νομικό πλαίσιο που αφορά ευάλωτα πρόσωπα και ότι παραβιάστηκαν τα Άρθρα 9ΚΓ-9ΚΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καθότι ο λειτουργός παρέλειψε να συνεκτιμήσει το σύνολο της αίτησης του Αιτητή, (β) ότι λανθασμένα κρίθηκε ως αναξιόπιστος στους ισχυρισμούς του και/ή θα έπρεπε να γίνουν αποδεκτές οι δηλώσεις του ειδικά σε σχέση με την κακοποίηση του ως παιδί, (γ) ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι υπέπεσε σε αντιφάσεις ή ότι δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες σε σχέση με τις προσωπικές του περιστάσεις και/ή διαφωνεί με τον τρόπο που εφαρμόστηκε από το λειτουργό το μοντέλο Difference, Stigma, Shame, Harm - Διαφορετικότητα, Στίγμα, Ντροπή, Βλάβη (στο εξής «DSSH»).

 

Παράλληλα, προβάλλεται ο ισχυρισμός με παραπομπές σε σημεία της συνέντευξης και έκθεσης/εισήγησης ότι δεν εφαρμόστηκε σωστά η ανάλυση και/ή αξιολόγηση των ισχυρισμών του από τον λειτουργό σε σχέση με το μέρος που αφορά την κακοποίηση που είχε υποστεί από τον θείο του σε παιδική ηλικία. Θα έπρεπε δε βάση αυτού να αναγνωριστεί ως ευάλωτο πρόσωπο και στην συνέχεια να τύχει συνέντευξης από κατάλληλα καταρτισμένο πρόσωπο.

Αναφορικά με το μέρος που αφορά τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή ως ομοφυλόφιλο πρόσωπο, σημειώνει, ότι ο λειτουργός απέτυχε μέσω των ερωταπαντήσεων να προβεί σε ορθή αξιολόγηση μέσω του μοντέλου DSSH. Αναφέρει επί τούτου ότι οι απαντήσεις του Αιτητή έπρεπε να οδηγήσουν σε έγκριση του αιτήματος του διότι: δεν λήφθηκαν υπόψη οι ιδιαίτερες περιστάσεις του ως θύμα σεξουαλικής βίας από τον θείο του σε συνάρτηση με το χαμηλό του μορφωτικό υπόβαθρο, ήταν λεπτομερής στις απαντήσεις του σε σχέση με την συνειδητοποίηση του ότι έλκεται από άνδρες, συνειδητοποίησης της διαφορετικότητας του και/ή ότι δεν διαβιούσε σύμφωνα με τα ετεροφυλικά πρότυπα, περιέγραψε επαρκώς τις ομοφυλοφιλικές του σχέσεις, οι απαντήσεις του οδηγούν στην αναγνώριση του για το στίγμα που αποτυπώνεται από το κοινωνικό σύνολο, έγινε λεπτομερής περιγραφή του περιστατικού βλάβης, έπρεπε δε να του δοθεί το ευεργέτημα αμφιβολίας σε σχέση με κάποιες ελλείψεις ή αντιφάσεις στο αφήγημα του. Σημειώνει ότι δεν του έγιναν διευκρινιστικές ερωτήσεις, δεν σχολιάστηκαν επαρκώς σημαντικές δηλώσεις του Αιτητή με αποτέλεσμα να επηρεάζεται και η προσβαλλόμενη απόφαση λόγω μη τήρησης των διαδικασιών για ευάλωτα πρόσωπα ως οι σχετικές πρόνοιες της Νομοθεσίας. Καταλήγει ότι, θα έπρεπε να κριθεί ως αξιόπιστος και να του αναγνωριστεί το καθεστώς πρόσφυγα λαμβάνοντας υπόψη τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Μέσω της Γραπτής Απάντησης αναπτύσσεται δεόντως ο ισχυρισμός για απουσία πρακτικού της απόφασης επιστροφής και μη στοιχειοθέτηση της αρμοδιότητας του προσώπου που εξέδωσε την απόφαση επιστροφής παραπέμποντας σχετικά στις Υπ. Αρ. 3530/21 E.G. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών ημερ.30/09/22 και Υπ. Αρ. 7741/21 N.S. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών ημερ.30/06/23. Διατείνεται, η συνήγορος του Αιτητή ότι στην απουσία υπογραφής του εξουσιοδοτημένου λειτουργού πλησίον της σφραγίδας «ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ» το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να ελέγξει την αρμοδιότητα του προσώπου που εξέδωσε την απόφαση, συνεπώς, αυτό συνεπάγεται σε αμφισβήτηση του αποφασίζοντος οργάνου. Τονίζει επί τούτου ότι  τυχόν ακύρωση της απόφασης επιστροφής συμπαρασύρει και την απόφαση επί του αιτήματος ασύλου που θεωρείται ως ενιαία διοικητική πράξη. Προστίθεται δε ο ισχυρισμός με παραπομπή στην Υπ. Αρ. 8975/21 Q.S. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω 1. Υπουργείο Εσωτερικών 2. Υπεύθυνου της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ.30/09/22 ότι λόγω της παράλειψης της αρμόδιας αρχής να μεταχειριστεί τον Αιτητή ως ευάλωτο πρόσωπο, να προσφέρουν σε αυτόν τις διαδικαστικές εγγυήσεις που απαιτούνται από την νομοθεσία αποτελεί παραβίαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και οδηγεί σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση σε απάντηση των ισχυρισμών του Αιτητή αναφέρουν ότι δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης, ούτε πληρούνται οι προϋποθέσεις συμπληρωματικής προστασίας. Σημειώνουν ότι κρίθηκε αναξιόπιστος στους ισχυρισμούς του, ακολουθήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και αφού αξιολογήθηκαν όλα τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης με αποτέλεσμα η επίδικη πράξη να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, η θέση της συνηγόρου του Αιτητή ότι το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να ελέγξει την αρμοδιότητα του προσώπου που εξέδωσε την απόφαση επιστροφής και/ή με αποτέλεσμα να συμπαρασύρει σε ακυρότητα την προσβαλλόμενη απόφαση στην ολότητα της και/ή και την απόφαση επί του αιτήματος ασύλου του Αιτητή απορρίπτεται ως αβάσιμη και/ή ατεκμηρίωτη. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης η έκθεση/εισήγηση του λειτουργού-εξεταστή διαβιβάστηκε για εξέταση/αξιολόγηση και έγκριση προς τον κύριο Α. Γεωργιάδη (ερυθρό 117 του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»). Τόσο η έγκριση/απόφαση για απόρριψη της αίτησης ασύλου όσο και η επακόλουθη απόφαση επιστροφής του Αιτητή ημερομηνίας 06/11/21 υπογράφεται από τον κύριο Α. Γεωργιάδη, Διοικητικό Λειτουργό Α΄ της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊστάμενου, περιλαμβανομένων της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Η εν λόγω εξουσιοδότηση ημερομηνίας 13/10/20 εντοπίζεται  στον φάκελο του Αιτητή που κατατέθηκε στο Δικαστήριο κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και είναι καταχωρημένη σε αυτόν ως ερυθρό 119 ΔΦ και είναι σε πλήρη σύμπνοια με το Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000). Δεν υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να δεικνύει, ως η τοποθέτηση της συνηγόρου του Αιτητή, ότι οι σφραγίδες «Υπηρεσία Ασύλου Η εισήγηση σας για απόρριψη της αίτησης ασύλου εγκρίνεται», «ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ», «Αποφασίζω την επιστροφή του αιτητή/της αιτήτριας στο/στη [Καμερούν] δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου» δεν τοποθετήθηκαν από το εξουσιοδοτημένο αποφασίζον πρόσωπο και/ή ότι ήτο ενέργειες του κυρίου Α. Γεωργιάδη. Διαφωνώ με την προσέγγιση του αδελφού Δικαστή στην Υποθ.Αρ.3530/21 EG και Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ.30/09/22, που υιοθετήθηκε από την συνήγορο του Αιτητή. Ουδόλως υπήρχε αναγκαιότητα να θέσει την υπογραφή του ο κος Γεωργιάδης επί του ιδίου εγγράφου σε δύο διαφορετικά σημεία ήτοι τόσο πλησίον της σφραγίδας «Υπηρεσία Ασύλου Η εισήγηση σας για απόρριψη της αίτησης ασύλου εγκρίνεται» όσο και πλησίον των «ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ», «Αποφασίζω την επιστροφή του αιτητή/της αιτήτριας στο/στη [Καμερούν] δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου». Ούτε θεωρώ ότι ανατράπηκε επαρκώς το τεκμήριο της κανονικότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής ενέργειας που διέπει διοικητικές πράξεις της διοίκησης, με βάση τη πάγια νομολογία. Όπως τονίστηκε στην Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας,  ημερ.12/03/2001, η διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως αυτό δεν συμβαίνει. Στην προκειμένη περίπτωση δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία να έχουν επισυμβεί τα όσα υποδεικνύονται από την συνήγορο του Αιτητή (Βλέπε Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929). Στο πλαίσιο δε της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί η πλευρά του αιτούντα χωρίς στοιχειώδη τεκμηρίωση. Ούτε προκύπτει απουσία πρακτικού απόφασης ή έγγραφων καταχωρήσεων του αποφασίζοντος οργάνου (Κούτσιου ν Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987, Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576, Tuong v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 28/2/2019, Κατσούρα ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1728). Όπως καταδεικνύεται και από τον φάκελο ο κος Α. Γεωργιάδης αποφάσισε, κατόπιν εξέτασης της έκθεσης – εισήγησης την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας και επακόλουθα της έκδοσης απόφασης επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Δεν υπάρχει οτιδήποτε που να καταδεικνύει ότι δεν μελέτησε την αίτηση, των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης και των αιτιάσεων του Αιτητή προτού λάβει την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Αναφορικά με τον νομικό ισχυρισμό ότι έχουν παραβιασθεί οι πρόνοιες των Άρθρων 9ΚΓ-9ΚΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), κρίνεται ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και απορρίπτεται επίσης ως μη αιτιολογημένος. Καταρχάς, η απλή καταγραφή, όπως αυτή φαίνεται στην Γραπτή Αγόρευση, των σχετικών προνοιών της Νομοθεσίας και επίκληση παραβίασης τους χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική βάση των λόγων, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά  παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924.) Ουδόλως τοποθετήθηκε η συνήγορος του Αιτητή μέσω της Γραπτής Αγόρευσης και/ή υποδείχθηκε συναφώς πως ακριβώς παραβιάστηκαν οι διαδικαστικές εγγυήσεις του αιτούντα άσυλο με αποτέλεσμα αυτές να επηρεάσουν κατ΄ ουσία την διαδικασία της συνέντευξης και/ή των ερωτοαπαντήσεων που περιέχονται στο πρακτικό της συνέντευξης και/ή την εσωτερική του αξιοπιστία. Εξάλλου, από τα αρχικά στάδια της διαδικασίας τέθηκε σε εφαρμογή ο μηχανισμός διαδικαστικών εγγυήσεων που αφορούν ευάλωτα πρόσωπα, στην συνέχεια όμως εγκαταλείφθηκε (λόγω μη αναγκαιότητας τους). Από τα στοιχεία του φακέλου της υπό εξέταση υπόθεσης, προκύπτει μόνο ότι λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας συμπλήρωσε έντυπο αρχικής αξιολόγησης στο κέντρο υποδοχής στην Κοφίνου (Kofinou Initial Assessment Template) στο οποίο σημειώθηκαν ενδείξεις ευαλωτότητας ως άτομο που δήλωσε ότι υπέστη σεξουαλική βία και ως άτομο της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ (συντομογραφία για Λεσβίες, Ομοφυλόφιλους, Αμφιφυλόφιλους, Τρανς και Ίντερσεξ άτομα - LGBTI = lesbian, gay, bisexual, transgender, intersex (ερυθρά 28-18 ΔΦ). Στην έκθεση της κοινωνικής λειτουργού υπάρχει αναφορά ότι ο Αιτητής παρακολούθησε ψυχολόγο στο παρελθόν και από το μέρος «MEDICAL INFORMATION» δεν καταδεικνύεται οτιδήποτε σε σχέση με την παρούσα ψυχολογική ή ψυχιατρική κατάσταση του αιτούντος και/ή οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή να του έχει χορηγηθεί αφού παρακολουθήθηκε από συγκεκριμένο ψυχολόγο. Στο μέρος «VULNERABILITIES» περιορίζονται οι αναφορές του αιτούντος όπως ο ίδιος δήλωσε συναισθήματα άγχους, βιώματα τραυματικών γεγονότων, εφιάλτες, ψευδαισθήσεις, χαμηλή διάθεση και γεγονότα που περιγράφει σε σχέση με την ουσία του αιτήματος του και ότι έλαβε ψυχολογική υποστήριξη και είναι ικανός να ελέγξει πλέον τα συναισθήματα του. Καταληκτικά της έκθεσης γίνεται καταγραφή ότι έλαβε ιατρική βοήθεια σε σχέση με τα οφθαλμολογικά ιατρικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, έγινε ψυχολογική στήριξη για τα ζητήματα που ο ίδιος πρόβαλε και καταγράφεται μόνο ότι του έγινε διανομή υλικού υποδοχής, ότι χρειάζεται ορθοπεδική αξιολόγηση (σε σχέση με ατύχημα στο πόδι του στο κέντρο υποδοχής), ότι θα παραπεμφθεί για συμβουλές σε μη κυβερνητική οργάνωση για «job counselling sessions» και νομική βοήθεια στο μέρος που αφορά την συνέντευξη του επί του αιτήματος ασύλου του. Κανένα στοιχείο από την αξιολόγηση ευαλωτότητας προκύπτει αναγκαιότητα για περαιτέρω ψυχιατρική ή ψυχολογική αξιολόγηση και αυτό που καταγράφεται από την κοινωνική λειτουργό είναι ότι παρακολουθείτο από ψυχολόγο για στήριξη στο παρελθόν, δεν προέκυψαν προφανώς άλλες ανάγκες επί αυτού του ζητήματος και ότι ενθαρρύνεται να συνεχίσει συνεδρίες σε περίπτωση που το χρειαστεί.  Ο δε Αιτητής κατά τις συνεντεύξεις του ανέφερε ότι είναι σε καλή κατάσταση για να προχωρήσει, δεν ανέφερε ότι αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα ψυχολογικής ή ψυχιατρικής φύσης παρά μόνο σε σχέση με πρόβλημα στην όραση του και πόνο στο γόνατο (ερυθρά 55-54, 76 ΔΦ). Σε σχέση δε με τις συνεδρίες του για ψυχολογική στήριξη το μόνο που ανέφερε ήταν ότι ελκυόταν από τον ψυχολόγο του (ερυθρά 61 ΔΦ). Ούτε ο λειτουργός- εξεταστής έκρινε σκόπιμο να παραπεμφθεί ο Αιτητής σε ειδική εξέταση σε ιατρό ή ψυχολόγο ούτε αυτό εμπόδισε τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης (Βλέπε Άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Σημειώνεται δε ότι ούτε η συνήγορος του Αιτητή υπέδειξε μέσω τεκμηριωμένων λόγων ακύρωσης κατά πόσο επηρεάστηκαν οι δηλώσεις του Αιτητή κατά την συνέντευξη λόγω δυσχερούς ψυχολογικής και/ή σωματικής κατάστασης και/ή ούτε υποδείχθηκαν σοβαρές ενδείξεις ευαλωτότητας και/ή οποιαδήποτε ένδειξη ότι ο Αιτητής χρήζει ψυχολογικής ή ψυχιατρικής παρακολούθησης ή νοσηλείας που τυχόν επηρέαζε την αξιολόγηση του αιτήματος του και/ή εν τέλει την εσωτερική του αξιοπιστία (στοιχείο που θα αξιολογηθεί κατωτέρω και/ή κατ΄ ουσία από το ίδιο το Δικαστήριο).

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση των λόγων ακύρωσης που συναρτώνται άμεσα με ζητήματα ουσίας του αιτήματος του Αιτητή και με ισχυρισμούς που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, μη εξατομικευμένης αξιολόγησης της περίπτωσης του, καθώς και λόγων που αφορούν αιτιολογία και πλάνη της προσβαλλόμενης πράξης. Αξιολογούνται δεόντως οι ισχυρισμοί της δικηγόρου του Αιτητή για μη παροχή προσφυγικού καθεστώτος σε αυτόν, λαμβάνοντας υπόψη, όπως αναφέρει των ανεπαρκειών της συνέντευξης και/ή ανάλυσης και αξιολόγησης αναφορικά με τα περιστατικά του Αιτητή και/ή των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή του μοντέλου DSSH σε συνάρτηση με τον ισχυρισμό του ως ομοφυλόφιλο άτομο.

 

Ο Αιτητής στην αίτησή του κατέγραψε πως στην ηλικία των έντεκα χρόνων υπήρξε θύμα βιασμού από τον θείο του, ο οποίος απείλησε να τον σκοτώσει εάν το αποκάλυπτε στην οικογένειά του, η οποία είναι ομοφοβική όπως και η χώρα του. Αυτό άρχισε να γίνεται συστηματικά με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ο σεξουαλικός του προσανατολισμός (“He was doing that every time and I got a taste over time”). Διατηρούσε σχέση με μία κοπέλα για να κρύψει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και όταν μια μέρα η κοπέλα τον βρήκε με τον ξάδερφό του, εκδιώχθηκε από την οικογένειά του. Αναζητώντας δωμάτιο για να μείνει, είχε ένα φίλο με τον οποίο σύναψαν σχέση η οποία διήρκησε μέχρι τη μέρα που τους βρήκαν μαζί σε ξενοδοχείο με συνέπεια να τους κτυπήσουν. Ο ίδιος διασώθηκε από έναν ιερέα, ο οποίος τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Κατά την συνέντευξη δήλωσε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την περιοχή Bonaberi της Douala και ως προς τη θρησκεία δήλωσε ότι είναι Χριστιανός-Καθολικός. Διέκοψε την εκπαίδευσή του σε πρωτοβάθμιο επίπεδο λόγω οικονομικών δυσκολιών. Ως προς την πατρική του οικογένεια ανέφερε πως αποτελείται από τους γονείς του και τις τέσσερις αδελφές του, οι οποίοι εξακολουθούν να διαμένουν στην Douala, αλλά δεν έχει οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί τους. Είναι πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, τα οποία διαμένουν στην Douala με την μητέρα τους, με την οποία διατηρεί επικοινωνία. Ως προς τον εργασιακό τομέα, ο Αιτητής ανέφερε ότι από την ηλικία των δεκαεννέα ετών πωλούσε είδη ρουχισμού σε διάφορες τοποθεσίες. Σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αναχώρησε από τη χώρα του, δήλωσε πως με τη βοήθεια ενός ιερέα στις 19/01/20, αρχικά οδικώς και εν συνεχεία αεροπορικώς και μέσω κατεχόμενων εδαφών εισήλθε παράτυπα στη Δημοκρατία στις 03/02/20.

 

Κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ισχυρίστηκε ότι κατά την ηλικία των εννέα με δέκα ετών ο θείος του, αδελφός της μητέρας του, ο οποίος έμενε μαζί τους, άρχισε να τον κακοποιεί σεξουαλικά και τον απειλούσε να μην το πει σε κανένα. Τον βίαζε συστηματικά και τον εξαγόραζε με δώρα μέχρι την ενηλικίωσή του και συνεπεία αυτού ισχυρίστηκε ότι επηρεάστηκε ο σεξουαλικός του προσανατολισμός. Ο θείος του, ο οποίος στήριζε οικονομικά την οικογένεια έφυγε, γεγονός το οποίο ώθησε τον ίδιο να αρχίσει να εργάζεται. Στην αρχή εργαζόταν για κάποιον ιδιοκτήτη καταστήματος με είδη ρουχισμού, με τον οποίο στη συνέχεια διατηρούσε ερωτική σχέση. Όταν η μητέρα του ζήτησε να δει την κοπέλα με την οποία έβγαινε, δεν μπορούσε να της πει ότι είναι ομοφυλόφιλος και τότε άρχισε να βγαίνει με την μητέρα των παιδιών του, με σκοπό να αποκρύψει την αλήθεια. Εκείνη την χρονική περίοδο έμενε σε ένα δωμάτιο κοντά στο σπίτι του και είχε δώσει στην κοπέλα κλειδί. Ισχυρίστηκε ότι δεν είχε διάθεση για σεξουαλική συνεύρεση με την κοπέλα αυτή και ότι έπαιρνε φάρμακα για να είναι σε θέση να το κάνει. Συνεχίζοντας την αφήγηση, ο Αιτητής ανέφερε ότι μία μέρα κατά την οποία δεν εργαζόταν και ενώ συνευρισκόταν με τον σύντροφό του, η κοπέλα άνοιξε το δωμάτιο με το κλειδί που της είχε δώσει και τους βρήκε μαζί. Προσπάθησε τότε να της εξηγήσει και να την ηρεμήσει, αλλά αυτή φώναζε μέχρι που βγήκαν έξω όλα τα μέλη της οικογένειάς του και άρχισαν να τον κυνηγούν. Η οικογένειά του τον έδιωξε από το σπίτι και δεν δέχτηκαν να τον ακούσουν, ούτε ο σύντροφός του, ο οποίος τον έδιωξε από το κατάστημα, καθότι αισθανόταν ντροπή γι’ αυτό που συνέβη μπροστά στην οικογένεια του Αιτητή. Συνεχίζοντας την αφήγηση, ο Αιτητής ανέφερε ότι νοίκιασε ένα δωμάτιο όπου έμεινε μόνος του και με την οικονομική βοήθεια ενός εκ των πελατών του, άνοιξε δική του επιχείρηση πωλώντας είδη ρουχισμού. Με τον τρόπο αυτό μπορούσε να βγάλει τα προς το ζην και να επιβιώνει. Με το άτομο που τον βοήθησε δήλωσε ότι σύναψαν σχέση. Ένα βράδυ, τον Δεκέμβριο του 2018, μετά από ένα πάρτι στο οποίο είχαν πάει με τον σύντροφό του, διανυκτέρευσαν σε μοτέλ, καθότι ως ισχυρίστηκε δεν ήταν ασφαλής η γειτονιά. Το πρωί, ο διευθυντής του μοτέλ, ο οποίος ήθελε να τους ενημερώσει ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν το δωμάτιο, τους βρήκε μαζί, άρχισε να φωνάζει και μαζεύτηκαν άνθρωποι, οι οποίοι τους κτύπησαν και τους διέσυραν γυμνούς στη γειτονιά, επειδή η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή στη χώρα του. Δήλωσε πως ο σύντροφός του κατάφερε να ξεφύγει την ώρα του ξυλοδαρμού, ενώ ο ίδιος διασώθηκε από έναν ιερέα ο οποίος περνούσε με το αυτοκίνητό του και βλέποντας τι συνέβαινε προσπάθησε να κατευνάσει τον κόσμο. Ο ιερέας τον φιλοξένησε στην ενορία του, παραχωρώντας του ένα δωμάτιο και κάλεσε νοσοκόμα για να περιθάλψει τα τραύματά του. Μετά την πάροδο ενός χρόνου και με τη βοήθεια του ιερέα αυτού κατάφερε να αναχωρήσει από τη χώρα του. Ερωτηθείς για τις συνέπειες που θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του επειδή δεν είναι αποδεκτός ο σεξουαλικός του προσανατολισμός στο Καμερούν. Σε ερώτηση κατά πόσο θα μπορούσε να διαμείνει σε άλλη περιοχή του Καμερούν, απάντησε ότι δεν θέλει να επιστρέψει στη χώρα του, διότι θέλει να εκφράζει ελεύθερα την σεξουαλική του ταυτότητα.

 

Σε διερευνητικά ερωτήματα σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν ήταν 17 με 18 ετών, λόγω των συχνών συνευρέσεων με τον θείο του, άρχισε να το απολαμβάνει και άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι έλκεται από άνδρες όταν στην ηλικία των 19 ετών άρχισε να βγαίνει με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος (Kevin) στο οποίο εργαζόταν. Την ίδια περίοδο άρχισε να βγαίνει με την μητέρα των παιδιών του για να μην κινήσει υποψίες για την σεξουαλική του ταυτότητα. Και οι δύο σχέσεις ισχυρίστηκε ότι διήρκησαν τρία περίπου χρόνια και έληξαν όταν η κοπέλα τον εντόπισε με τον σύντροφό του. Σχετικά με τη σχέση με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος, δήλωσε ότι όταν έβγαιναν έξω για ποτό δεν ήταν διαχυτικοί μεταξύ τους, καθότι έπρεπε να διατηρούν χαμηλό προφίλ. Αναφορικά με τον δεύτερο σύντροφό του (Jules), ισχυρίστηκε ότι υπήρξε ερωτευμένος μαζί του και ότι η σχέση τους έληξε τον 12ο/2018 μετά το περιστατικό που έλαβε χώρα στο μοτέλ. Ο Αιτητής δήλωσε ότι μόνο η μητέρα των παιδιών του γνωρίζει για τη σεξουαλική του ταυτότητα, η οποία τον επισκεπτόταν στην ενορία όπου έμενε με τον ιερέα. Ο Αιτητής ερωτηθείς κατά πόσο έχει εκφράσει την σεξουαλικότητά του στη Δημοκρατία, απάντησε ότι προέκυψε έλξη προς τον ψυχολόγο που τον παρακολουθεί, αλλά δεν του εξέφρασε τα συναισθήματά του.

 

Κατά την εξέταση και αξιολόγηση των ισχυρισμών του ο λειτουργός διέκρινε τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή. Έγιναν δε αποδεκτά τα στοιχεία που αφορούν ταυτότητα και χώρα καταγωγής απορρίφθηκαν, όμως, οι υπόλοιποι 2 ισχυρισμοί του.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό,  ο λειτουργός διαπίστωσε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή υπήρξαν ασαφείς, γενικές και μη συγκεκριμένες, με αποτέλεσμα να μην γίνει αποδεκτός. Συγκεκριμένα κατέγραψε ότι:

·      Ο Αιτητής δήλωσε ότι η οικογένειά του ήταν πολύ φτωχή και όταν του ζητήθηκε να περιγράψει το σπίτι τους, αναφέρθηκε σε δύο υπνοδωμάτια, ένα καθιστικό με τουαλέτα και κουζίνα έξω και ένα άλλο δωμάτιο έξω, όπου συνήθιζαν να έχουν κάποιον ενοικιαστή. Διευκρίνισε ότι ένα υπνοδωμάτιο ήταν για τις τρεις αδελφές του και ένα για τον ίδιο και όταν ρωτήθηκε πού κοιμούνταν οι γονείς του, δήλωσε σε αντίφαση με την προηγούμενη του δήλωση ότι υπήρχαν τρία δωμάτια, ένα για τον ίδιο, ένα για τις αδελφές του και ένα για τους γονείς του. Σχετικά με τον θείο του, δήλωσε ότι όταν ο θείος του ήρθε να ζήσει μαζί τους έμενε στο δικό του δωμάτιο.

·      Ο Αιτητής δήλωσε ότι κανείς στην οικογένειά του δεν έμαθε για τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη από τον θείο του, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να εξηγήσει πώς ήταν δυνατόν αυτό, εφόσον το σπίτι ήταν μικρό και η κακοποίηση λάμβανε χώρα για αρκετά χρόνια. Κληθείς να εξηγήσει, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο θείος του τον παρενοχλούσε και του έλεγε ότι θα τον βλάψει σε περίπτωση που το αποκάλυπτε.

·      Οι δηλώσεις του σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη επί σειρά ετών κρίθηκαν αντιφατικές, καθώς, ως κατέγραψε ο λειτουργός, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του τον κακοποιούσε σεξουαλικά μέχρι την ενηλικίωσή του και ότι τον απειλούσε ότι θα τον βλάψει σε περίπτωση που το έλεγε σε κάποιον, αλλά δήλωσε επίσης ότι είχε σχέση με τον θείο του. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι όταν άρχισαν να έχουν τακτικές σεξουαλικές επαφές με τον θείο του, τότε ήταν που άρχισε να το απολαμβάνει. Κληθείς να εξηγήσει, δήλωσε ότι αρχικά τον απειλούσε ότι αν το έλεγε σε κάποιον θα τον έβλαπτε, αλλά με την επανάληψή άρχισε να το απολαμβάνει και προέκυψε η σχέση.

·      Ο λειτουργός επεσήμανε και το γεγονός ότι ο Αιτητής δεν γνώριζε την ηλικία του θείου του.

 

Σχετικά με την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός κατέγραψε ότι λόγω της υποκειμενικής φύσης των ισχυρισμών του Αιτητή, δεν δύναται να επιβεβαιωθεί από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του ότι έφυγε από το Καμερούν λόγω δίωξης που υφίσταται σε σχέση με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ακολουθήθηκε η μέθοδος DSSH η οποία είναι εγκεκριμένη από την Eυρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο[1]. Ο λειτουργός προέβη σε σειρά ερωτήσεων (ανοικτού και κλειστού τύπου) προς τον Αιτητή, προκειμένου να διαπιστωθεί η εσωτερική αξιοπιστία του, που αφορούσε το ζήτημα (α) της διαφορετικότητας, (β) της ντροπής/στίγματος και (γ) της βλάβης:

 

(α) Διαφορετικότητα

Αναφορικά με τη διαδικασία συνειδητοποίησης της διαφορετικότητάς του, ο Αιτητής δήλωσε ότι στην ηλικία των 17-18 ετών συνειδητοποίησε ότι έλκεται από τους άνδρες. Όταν του ζητήθηκε, όμως, να διευκρινίσει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, δήλωσε ότι αισθάνεται πιο άνετα με τους άνδρες παρά με τις γυναίκες, λόγω του ότι έχει συνηθίσει να έχει σχέσεις και ερωτικές συνευρέσεις με άνδρες. Ερωτηθείς με ποιο τρόπο συνειδητοποίησε ότι ενδιαφέρεται για τους άνδρες, απάντησε ότι από τότε που άρχισε να έχει σχέση με τον θείο του άρχισε να απολαμβάνει και να ευχαριστιέται τη διαδικασία. Ο λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του Αιτητή που αφορούν τη σχέση του με τον θείο του και τη διαδικασία συνειδητοποίησης ότι είναι ομοφυλόφιλος σε σχέση με αυτήν είναι ασυνεπείς και ασυνάρτητες. Επεσήμανε ότι ενώ αρχικά ο Αιτητής ανέφερε ότι κακοποιείτο σεξουαλικά και απειλείτο από τον θείο του από την ηλικία των 9-10 ετών (ερυθρό 69/1χ ΔΦ), στη συνέχεια δήλωσε χωρίς συνοχή ότι όταν είχε σχέση με τον θείο του άρχισε να συνειδητοποιεί ότι τον ελκύουν οι άνδρες (ερυθρό 67/3χ ΔΦ). Κληθείς να εξηγήσει, δήλωσε ότι επειδή είχαν συχνές σεξουαλικές συνευρέσεις, αυτό έγινε συνήθεια (ερυθρό 67/4χ ΔΦ), με αποτέλεσμα να αρχίσει να το απολαμβάνει (ερυθρό 67/5χ ΔΦ). Όταν δε του ζητήθηκε εκ νέου να περιγράψει την εσωτερική διαδικασία της συνειδητοποίησης ότι τον ενδιαφέρουν οι άνδρες, δήλωσε ότι “It is the physical appearance, the size of the sex and the love that comes with that, attraction” (ερυθρό 67/7χ ΔΦ). Ερωτηθείς σχετικά με τα συναισθήματά του για τον εαυτό του όταν συνειδητοποίησε ότι τον ελκύουν οι άνδρες, απάντησε αόριστα ότι αισθάνεται ευχαρίστηση και αγάπη περισσότερο απ’ ό,τι με τις γυναίκες (ερυθρό 67/8χ ΔΦ) και όταν ρωτήθηκε ξανά σχετικά με τις σκέψεις και τα συναισθήματα που βίωσε όταν συνειδητοποίησε ότι είναι διαφορετικός και πάλι χωρίς λεπτομέρεια ανέφερε ότι όταν είναι με έναν άνδρα αισθάνεται περισσότερη ευχαρίστηση (ερυθρό 67/9χ ΔΦ). Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει την εσωτερική διαδικασία της αυτό-συνειδητοποίησης ότι είναι ομοφυλόφιλος, καθότι περιέγραψε ότι ο σεξουαλικός του προσανατολισμός προέκυψε ως αποτέλεσμα των τακτικών σεξουαλικών σχέσεων με τον θείο του, ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με την ίδια τη σχέση με τον θείο του κρίθηκαν μη ευλογοφανείς. Κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει συναισθήματα και σκέψεις που βίωσε κατά τη διάρκεια αυτής της εσωτερικής διαδικασίας προς τη συνειδητοποίηση της διαφορετικότητας.

 

Ο Αιτητής δήλωσε, επίσης, ότι σε ηλικία 19 ετών είχε σχέση με έναν άνδρα με το όνομα Kevin, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης του καταστήματος στο οποίο εργαζόταν. Οι δηλώσεις του σχετικά με το τέλος της σχέσης του κρίθηκαν ασυνεπείς, καθότι ενώ ισχυρίστηκε ότι η σχέση τους διήρκεσε 3 χρόνια και επομένως μέχρι τα 22 του έτη, ωστόσο περιγράφοντας το περιστατικό που οδήγησε στον τερματισμό της σχέσης τους, δήλωσε ότι ήταν 25 ετών όταν συνέβη. Ερωτηθείς με ποιο τρόπο προέκυψε η σχέση τους, απάντησε με μη λεπτομερή τρόπο ότι εργάζονταν μαζί και τα πήγαιναν καλά, μέχρι που μια μέρα ο Kevin τον κάλεσε έξω και υπήρξε έλξη (ερυθρό 66/2χ ΔΦ). Όταν ρωτήθηκε πώς αυτό εξελίχθηκε σε σχέση, δήλωσε χωρίς λεπτομέρειες ότι την ημέρα που βγήκαν έξω πέρασαν τη νύχτα μαζί, αυτό του άρεσε και έτσι άρχισαν να βγαίνουν, ενώ ο Kevin του έδινε χρήματα. Ερωτηθείς τι ήταν αυτό που τον έκανε να ενδιαφερθεί για το άτομο αυτό, δήλωσε απροσδιόριστα ότι τον έλκυαν τα χρήματα. Σημειώνεται, στην εισηγητική έκθεση πως θα αναμενόταν εύλογα να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες και να είναι πιο συγκεκριμένος κατά την περιγραφή της σχέσης του με τον Kevin, αφού σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή ήταν μαζί για τρία χρόνια. Γενικότερα, επισημάνθηκε από τον λειτουργό ότι ο  Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα της σχέσης του και των γεγονότων που του συνέβησαν, ούτε εξέφρασε οικεία και βαθιά συναισθήματα προς τον σύντροφό του. Αναφορικά με την δεύτερη κατ΄ ισχυρισμό σχέση του με τον Jules, οι δηλώσεις του για τον χρόνο έναρξης της σχέσης κρίθηκαν ασυνεπείς, καθότι δήλωσε ότι ξεκίνησε ένα χρόνο μετά τη λήξη της σχέσης του με τον Kevin (ερυθρό 64/2χ ΔΦ), γεγονός που σύμφωνα με προηγούμενες δηλώσεις του ήταν 23 ετών (ερυθρό 65/2χ ΔΦ), αλλά σε άλλο στάδιο της συνέντευξης δήλωσε ότι ήταν 26 ετών όταν ξεκίνησε η σχέση τους (ερυθρό 64/3χ ΔΦ). Ερωτηθείς πόσο διήρκησε, δήλωσε αόριστα ότι έβγαιναν για λίγο καιρό (ερυθρό 63/3χ ΔΦ). Όπως επεσήμανε ο λειτουργός, αναμενόταν από τον Αιτητή να προσδιορίσει πόσο διήρκησε η σχέση τους, δεδομένου ότι σύμφωνα με τον ίδιο ήταν μαζί από τότε που ήταν 23 ετών έως το 2018 (ερυθρά 65/1χ & 64/7χ ΔΦ), δηλαδή περίπου έντεκα χρόνια. Ανέφερε ότι ο Jules ήταν ένας από τους προηγούμενους πελάτες του και ότι ήταν αυτός με τον οποίο επικοινώνησε όταν εκδιώχθηκε από την οικογένειά του (ερυθρά 69/1χ & 64/4χ ΔΦ). Ερωτηθείς να περιγράψει με ποιο τρόπο προέκυψε η σχέση μεταξύ τους, δήλωσε αόριστα, ότι αφού φιλήθηκαν μια μέρα, ο Jules δεν αντέδρασε και έτσι άρχισαν να έχουν σχέση (ερυθρό 64/2χ ΔΦ). Δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τι ήταν αυτό που τον έκανε να ενδιαφερθεί για το άτομο αυτό και δήλωσε με μη συγκεκριμένο τρόπο ότι ήταν η προσοχή και η βοήθεια που του παρείχε ο Jules (ερυθρό 63/1χ ΔΦ). Επισημάνθηκε, επίσης, ότι ενώ ο Αιτητής ανέφερε ότι συνήθιζε να βγαίνει και με τους δύο συντρόφους του (ερυθρά 65/3χ & 63/2χ ΔΦ), ωστόσο δεν ήταν σε θέση να αναφέρει μέρη όπου μπορούν να συναντηθούν άτομα με τον ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό με αυτόν στην Douala.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, ο λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση καταλήγει ότι δεν ήταν σε θέση ο Αιτητής να περιγράψει επαρκώς την εσωτερική διαδικασία της συνειδητοποίησης του ότι είναι ομοφυλόφιλος, καθότι δεν εξέφρασε οποιοδήποτε συναίσθημα διαφορετικότητας και δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Ούτε ήταν σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρεια τις σχέσεις του, δεν εξέφρασε συναισθήματα για τους συντρόφους του, ενώ υπήρξε ασυνεπής στο χρονοδιάγραμμα των σχέσεων και των γεγονότων που αφηγήθηκε.

 

(β) Ντροπή/Στίγμα

Σε αυτό το σημείο αξιολόγησης ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν άρχισε να βγαίνει με τον Κέβιν έβγαινε και παράλληλα με μια γυναίκα, προκειμένου να κρύψει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Σύμφωνα με τον ίδιο, η γυναίκα αυτή είναι η μητέρα των δύο παιδιών του. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να τοποθετήσει σε χρονοδιάγραμμα τη σχέση αυτή, καθότι ισχυρίστηκε ότι άρχισαν να βγαίνουν όταν ο ίδιος ήταν 19 ετών και ότι η σχέση τους διήρκεσε 2-3 χρόνια (ερυθρό 66/5χ ΔΦ), αλλά δήλωσε επίσης ότι έληξε όταν ο ίδιος ήταν 25 ετών (ερυθρό 66/4χ ΔΦ). Περαιτέρω, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν τα παιδιά του να γεννήθηκαν το 2019 και το 2020, λαμβάνοντας υπόψη ότι η σχέση του με τη μητέρα τους έληξε το 2006 (ερυθρό 66/5χ ΔΦ). Κληθείς να εξηγήσει, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν έδωσε ευλογοφανή απάντηση, καθότι ισχυρίστηκε ότι τον 3Ο/2018 η κοπέλα αυτή τον επισκέφθηκε και επειδή ήταν ακόμα ερωτευμένη τον παρενοχλούσε κατά κάποιο τρόπο και συνευρέθηκαν ερωτικά. Δήλωσε ότι τον παγίδεψε και έμεινε έγκυος. Αναφορικά με το δεύτερο παιδί, ισχυρίστηκε ότι πριν αναχωρήσει από τη χώρα, η γυναίκα αυτή διέμενε κοντά στην ενορία του ιερέα που τον φιλοξενούσε, την κάλεσε για να την αποχαιρετίσει και συνευρέθηκαν ξανά ερωτικά και έμαθε ότι ήταν έγκυος όταν είχε έρθει στη Δημοκρατία (ερυθρό 60/1χ ΔΦ). Σχετικά με τον λόγο που χώρισαν, ισχυρίστηκε ότι μια μέρα που χρησιμοποίησε τα κλειδιά που της είχε δώσει για το δωμάτιό του, τον βρήκε σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Kevin και τότε άρχισε να φωνάζει, με συνέπεια να βγει η οικογένεια του έξω. Οι δηλώσεις του κρίθηκαν μη λεπτομερείς, καθώς ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να τους εξηγήσει, αλλά δεν ήθελαν να τον ακούσουν, ότι αυτό δεν είναι αποδεκτό από την οικογένειά του και ότι η μητέρα του, του είπε ότι έχει λίγες μέρες για να εγκαταλείψει την οικία (ερυθρό 65/5χ ΔΦ). Ο λειτουργός επεσήμανε ότι αναμενόταν από τον Αιτητή να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες για ένα τόσο σοβαρό βιωματικό περιστατικό, στο οποίο ήταν παρών και το οποίο επηρέασε σημαντικά τη ζωή του. Ο Αιτητής δήλωσε επίσης ότι ήθελε να τους εξηγήσει ότι δεν είναι δικό του λάθος (ερυθρό 65/6χ ΔΦ), γεγονός που όπως σημείωσε ο λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση υποδηλώνει ότι ο Αιτητής αποδίδει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό στη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη από τον θείο του και δεν θεωρεί τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ως μέρος της ταυτότητάς του.

 

Σε σχέση με το στίγμα και τη ντροπή που σχετίζονται με την ομοφυλοφιλία, δήλωσε ότι δεν το είπε σε κανέναν όταν συνειδητοποίησε ότι ενδιαφέρεται για τους άνδρες (ερυθρό 62/2χ ΔΦ), αλλά όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο δεν το είπε σε κανέναν, δήλωσε ότι το είπε στον Kevin μόνο όταν άρχισαν να βγαίνουν (ερυθρό 62/3χ ΔΦ). Επιπλέον, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν εκφράζεται ανοιχτά στο Καμερούν, αλλά ότι συνήθιζε να βγαίνει με τους συντρόφους του (ερυθρά 65/3χ & 63/2χ ΔΦ). Όταν ρωτήθηκε για τις σκέψεις του σχετικά με τη θρησκεία του σε σχέση με το γεγονός ότι είναι ομοφυλόφιλος, απάντησε ότι η θρησκεία δεν καταδικάζει τους ανθρώπους για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό (ερυθρά 62/4χ ΔΦ) και όταν ρωτήθηκε για την προσέγγιση του κράτους, δήλωσε ότι η ομοφυλοφιλία απαγορεύεται επίσημα, οπότε αν βρεθούν δύο άτομα μπορεί να θανατωθούν (ερυθρά 62/5χ ΔΦ). Λαμβάνοντας υπόψη ο λειτουργός ότι ο Αιτητής δεν περιέγραψε καμία άλλη μορφή στιγματισμού ή αισθήματος ντροπής που βίωσε, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι δηλώσεις του κρίθηκαν αόριστες και ασυνεπείς,  κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει το στίγμα που σχετίζεται με την ομοφυλοφιλία ούτε τα αισθήματα ντροπής που προκύπτουν από αυτό.

 

(γ) Βλάβη

Σε σχέση με το σημείο της βλάβης αφετηρία αξιολόγησης είναι το περιστατικό που περιέγραψε ο Αιτητής επίθεσης αυτού και του φίλου του. Ισχυρίστηκε ότι ένα βράδυ τον 12o/2018 πήγε με τον σύντροφό του Jules σε ένα πάρτι και στη συνέχεια διανυκτέρευσαν σε ένα μοτέλ. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, την επόμενη ημέρα ο διευθυντής μπήκε στο δωμάτιο, το οποίο δεν ήταν κλειδωμένο και τους βρήκε κατά τη σεξουαλική πράξη, με συνέπεια να φωνάξει και να μαζευτεί κόσμος. Ο Αιτητής ανέφερε ότι τα άτομα που βρέθηκαν εκεί τους κτύπησαν και τους διέσυραν γυμνούς στη γειτονιά. Ο σύντροφος του κατάφερε να ξεφύγει και ο ίδιος διασώθηκε από έναν ιερέα που έτυχε να περνάει από τη γειτονιά. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με το περιστατικό. Συγκεκριμένα: (i) δεν  γνώριζε το όνομα του μοτέλ, (ii) ούτε την τοποθεσία του (iii) δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με ποιο τρόπο κατάφεραν να κλείσουν δωμάτιο μαζί σε μοτέλ, λαμβάνοντας υπόψη την αυστηρή νομοθεσία σχετικά με την ομοφυλοφιλία στο Καμερούν, και δήλωσε απλώς ότι έκλεισαν το δωμάτιο ως φίλοι, (iv) δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο μπήκε τόσο νωρίς ο διευθυντής στο δωμάτιο, αφού το είχαν κλείσει για τη νύχτα, αναφέροντας πως ο διευθυντής εργαζόταν σε νυχτερινή βάρδια, οπότε γύρω στις 6 το πρωί κτύπησε την πόρτα και την άνοιξε (ερυθρό 63/8χ ΔΦ). Όταν ρωτήθηκε τι συνέβη όταν ο διευθυντής εισέβαλε στο δωμάτιο, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι άρχισε να φωνάζει, ήρθαν άτομα από τα άλλα δωμάτια και από τη γειτονιά, δεν τους άφησαν να φορέσουν τα ρούχα τους και άρχισαν να τους χτυπούν και να τους περιφέρουν στην περιοχή για να τους εκθέσουν (ερυθρό 63 9χ-10χ ΔΦ). Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει πόσα άτομα βρίσκονταν εκεί ενώ θα αναμενόταν να είναι πιο συγκεκριμένος και να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το περιστατικό (ως βιωματική εμπειρία, η οποία τον επηρέασε σημαντικά). Ούτε ήταν σε θέση να περιγράψει με ικανοποιητική λεπτομέρεια τον τρόπο με τον οποίο ο ιερέας τον διέσωσε, ενώ όταν ρωτήθηκε για την περιοχή στην οποία βρισκόταν η ενορία, όπου ως ισχυρίστηκε διέμενε πέραν του έτους, δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Ο Αιτητής, ως επεσήμανε ο λειτουργός, δεν ήταν σε θέση να δώσει εύλογες απαντήσεις, ούτε σχετικά με το γεγονός ότι τηλεφώνησε στην πρώην σύντροφό του έντεκα χρόνια μετά το περιστατικό το οποίο οδήγησε στον χωρισμό τους και αυτή τον επισκέφθηκε στην ενορία όπου έμενε, επειδή ακόμη τον αγαπούσε και όταν της εξήγησε για τη ζωή του τον επισκεπτόταν κατά διαστήματα (ερυθρό 61/2χ ΔΦ).

 

Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να προσδιορίσει επαρκώς τη διαδικασία, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες που βίωσε ως προς τη διαφορετικότητα, το στίγμα, την ντροπή και την βλάβη σε σχέση με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και δεν έκανε αποδεκτό τον υπό εξέταση ισχυρισμό λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο λειτουργός προέβη σε έρευνα, παραπέμποντας σε πηγές πληροφόρησης, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι ο ποινικός κώδικας του Καμερούν ποινικοποιεί τις σχέσεις μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου με φυλάκιση έως πέντε χρόνια. Διαπιστώθηκε επίσης ότι άτομα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ συλλαμβάνονται, τυγχάνουν παρενόχλησης, καθώς και σωματικής και ψυχολογικής βίας τόσο από κρατικούς φορείς, όσο και από μη κρατικούς φορείς που προβαίνουν σε υποκινούμενες από μίσος επιθέσεις εναντίον τους (ερυθρά έρευνας 97-89 ΔΦ). Ο αρμόδιος λειτουργός σημείωσε στην εισηγητική του έκθεση ότι παρόλο που τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την κατάσταση που επικρατεί στο Καμερούν σχετικά με τη μεταχείριση των ομοφυλοφίλων, λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, ο ισχυρισμός του για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό δεν έγινε αποδεκτός.

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων[2] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί του συνολικού αφηγήματος του που στηρίζεται και το αίτημα του δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[3], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του εμπεριέχει δηλώσεις που δεν θεωρούνται συνεπείς και ευλογοφανείς, ενώ από τις απαντήσεις του, κατά την διαδικασία της συνέντευξης, διαπιστώνεται μη αληθοφάνεια του αιτήματος του. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών).

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεδομένων των γεγονότων της περίπτωσής του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του, δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ο Αιτητής δεν υπήρξε αρκετά λεπτομερής σχετικά με τις περιστάσεις κακοποίησης από τον θείο του που διαβιούσε στο ίδιο σπίτι μαζί με την οικογένεια και ελλείπουν σημαντικά στοιχεία επί του δεύτερου ισχυρισμού του όπως αυτά διατυπώνονται στην έκθεση/εισήγηση. Ομοίως, απέτυχε να εξηγήσει με λεπτομέρειες τη διαφορετικότητα του όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό του, αλλά ούτε και ήταν σε θέση να τεκμηριώσει επαρκώς οποιαδήποτε εμπειρία που παραπέμπει σε βιωματικό γεγονός κατά το οποίο ένιωθε στιγματισμένος. Δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί εκτενέστερα στα βιώματα και τις εμπειρίες του σχετικά με τη διαφορετικότητα του και οι απαντήσεις του αναφορικά με τις σκέψεις, τα συναισθήματά και εν γένει τον εσωτερικό του κόσμο σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ήταν γενικές και αόριστες. Επιπλέον, δεν ήτο σε θέση να περιγράψει συναισθήματα διαφορετικότητας, στιγματισμού, ντροπής ή βλάβης. Ειδικά δε οι τοποθετήσεις του για τις περιστάσεις χωρισμού του με την σύντροφο του, επανασύνδεσης του μαζί της μετά από ομοφυλοφιλικές σχέσεις και απόκτησης δύο τέκνων μαζί της, οι λεπτομέρειες που περιέγραψε σε σχέση με το περιστατικό «Βλάβης» που διαδραματίστηκε σε ξενοδοχείο, οι αντιφατικές δηλώσεις του για την κακοποιητική σχέση με τον θείο του που οδήγησαν στον σεξουαλικό του προσανατολισμό συμβάλουν ουσιωδώς στην αναξιοπιστία του συνολικού αφηγήματος του - λαμβάνοντας υπόψη την σωρεία αντιφάσεων, χρονολογικών ασυνεπειών των κατ΄ ισχυρισμών σχέσεων του και των ημερομηνιών απόκτησης των τέκνων του. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το Άρθρο 4 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, η υποχρέωση τεκμηρίωσης της αίτησης φαίνεται να περιλαμβάνει την υποχρέωση υποστήριξης των δηλώσεων με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις, ενώ δεν υπάρχει γενική απαίτηση να τεκμηριώνονται όλες οι πτυχές των δηλώσεων του αιτούντος με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις. H αξιολόγηση της αξιοπιστίας που διενεργείται από την αποφαινόμενη αρχή ή από δικαστικούς λειτουργούς αφορά τη διαδικασία έρευνας σχετικά με το αν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά μπορεί να γίνει δεκτό προκειμένου να προσδιοριστεί αν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας.[4] Σημειώνεται δε ότι, όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δημιουργούν ισχυρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των ισχυρισμών ενός αιτούντος άσυλο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση των προβαλλόμενων ανακριβειών των ισχυρισμών του.[5] Η αίτηση πρέπει να αξιολογείται συνολικά, με συνεκτίμηση όλων των παραγόντων που αφορούν τον αιτούντα, συμπεριλαμβανομένων της ηλικίας, του φύλου, του πολιτιστικού, εκπαιδευτικού και γλωσσικού υπόβαθρου, των αναπηριών, των προβλημάτων υγείας, των τραυματικών εμπειριών, του γενετήσιου προσανατολισμού, της ντροπής ή του στίγματος, καθώς και όλων των άλλων συναφών αποδεικτικών στοιχείων.[6] Από τις αρχές που ήδη αναφέρθηκαν μπορεί να συναχθεί ότι η αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να βασίζεται στο σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων[7]. Παρόλο που εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν ότι στο Καμερούν, η ομοφυλοφιλία (διαχρονικά) αποτελεί ποινικό αδίκημα, είναι κοινωνικά μη αποδεκτή και τα άτομα ΛΟΑΤKΙ αντιμετωπίζουν κοινωνικό αποκλεισμό, βία και/ή διώξεις (από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς)[8], εντούτοις η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, όπως αναλύεται πιο πάνω, δεν τεκμηριώθηκε και ο έλεγχος εξωτερικής αξιοπιστίας μέσω έγκυρων πηγών πληροφόρησης έπεται (μεταξύ άλλων δεικτών αξιοπιστίας) της τεκμηρίωσης εσωτερικής αξιοπιστίας του αιτούντα[9]. Ούτε θα μπορούσαν οι Καθ΄ ων η Αίτηση, λόγω της επικρατούσας κατάστασης για τα ΛΟΑΤKΙ άτομα στη χώρα καταγωγής του Αιτητή ή των δηλώσεων του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού, να θεωρήσουν εξ υπαρχής ότι έχει τον συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό. Συγκεκριμένα, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑148/13 έως C‑150/13, Α, Β και C κατά Staatssecretaris van Veiligheid en Justitie, ημερ.02/12/14, σκέψη 49, αναφέρθηκε ότι (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Συναφώς, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι, αντιθέτως προς τα υποστηριζόμενα από τους αναιρεσείοντες των κύριων δικών, κατά τους οποίους οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εξέταση αιτήσεως ασύλου στηριζόμενης σε φόβο διώξεως λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού του αιτούντος άσυλο οφείλουν να θεωρήσουν τον προβαλλόμενο γενετήσιο προσανατολισμό ως πραγματικό γεγονός που έχει αποδειχθεί αποκλειστικά και μόνον βάσει των δηλώσεων του ενδιαφερόμενου αιτούντος, οι οικείες δηλώσεις δεν μπορούν, λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερου πλαισίου στο οποίο εντάσσονται οι αιτήσεις ασύλου, παρά να συνιστούν απλώς το σημείο αφετηρίας της διαδικασίας εξετάσεως των κρίσιμων γεγονότων και περιστάσεων την οποία προβλέπει το άρθρο 4 της οδηγίας 2004/83.»

 

Κατά τα πιο πάνω, το ΔΕΕ απέρριψε το επιχείρημα των αιτούντων ότι οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εξέταση αιτήσεως ασύλου στηριζόμενης σε φόβο διώξεως λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού του αιτούντος άσυλο οφείλουν να θεωρήσουν τον προβαλλόμενο γενετήσιο προσανατολισμό ως πραγματικό γεγονός που μπορεί να αποδειχθεί αποκλειστικά και μόνο βάσει των δηλώσεων του ενδιαφερόμενου αιτούντος.[10] Σε αυτά τα πλαίσια, θεωρείται δεδομένο ότι στη χώρα καταγωγής του Αιτητή υφίστανται διώξεις τα πρόσωπα που ανήκουν στην ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα[11]. Παρά ταύτα, οι σχετικές δηλώσεις του ως μη εσωτερικά αξιόπιστες δεν μπορούν να οδηγήσουν σε τεκμηρίωση ότι ανήκει στην συγκεκριμένη ομάδα, ούτε δε τεκμηριώνεται μέσω των δηλώσεων του ότι καταζητείται και σε περίπτωση επιστροφής του θα διωχθεί, συλληφθεί ή καταδικασθεί λόγω του ότι ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Ούτε έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του και τα όσα παρουσίασε, ότι έχει συλληφθεί/καταδικασθεί, ή καταζητείται/διώκεται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρο 3Α του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν. 6(I)/2000)ειδικά με το τρόπο που παρουσιάστηκε το αφήγημα του. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για αναγνώρισης του καθεστώτος πρόσφυγα.

 

Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο ο Αιτητής θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[12] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης διαπιστώνεται ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνται συνθήκες σε βαθμό ένοπλων συγκρούσεων που να προκύπτουν εύλογοι λόγοι σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής του  ή της σωματικής ακεραιότητας του. Σημειώνεται περαιτέρω ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης του ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του. Από αναθεωρημένη έρευνα δε του Δικαστηρίου προκύπτει ότι στη περιοχή προηγούμενης διαμονής του Αιτητή[13] δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά κατά την έννοια του Άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 95/11/ΕΕ δηλαδή ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Εξάλλου, η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, (όπως στην προκειμένη περίπτωση η πολιτική αναταραχή μεταξύ Γαλλόφωνων και Αγγλόφωνων στο Καμερούν[14],) αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας[15]. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[16] καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[17]), η σύρραξη στο Καμερούν δεν πληροί τις προϋποθέσεις και/ή δεν έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο όπου ένας άμαχος στοχεύεται αδιακρίτως λόγω της παρουσίας του και μόνο στη χώρα του και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αιτητής δεν ήγειρε με το αίτημα του στοιχεία σχετικά με την Αγγλόφωνη κρίση, ότι ο τόπος προηγούμενης διαμονής του δεν συγκαταλέγεται στις περιοχές που πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας (τα οποία να ανάγονται σε υψηλό επίπεδο) μπορεί ευλόγως να διαπιστωθεί ότι η φύση και έκταση της κρίσης μαζί με το προσωπικό του προφίλ δεν αρκούν ώστε να εξαχθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο ως άμαχος, σε περίπτωση που επιστρέψει στο τόπο συνήθους διαμονής του. Αποτελεί, επίσης, γαλλόφωνο πολίτη του Καμερούν ο οποίος δεν προκύπτει ότι επηρεάζεται ή συνδέεται με την κρίση που υπάρχει στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν ή/και έχει αυτή την ιδιότητα ήτοι Αγγλόφωνου.

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω προκύπτει ότι και η διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις πρόνοιες του Άρθρου 13, 13Α και 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και με βάση τα σχετικά καθοδηγητικά εγχειρίδια. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά την συνέντευξη έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Τηρήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και του παραχωρήθηκε το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα σε γλώσσα κατανοητή σε αυτόν. Μετά δε το πέρας της συνέντευξης ο λειτουργός, ο διερμηνέας και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης όπως επίσης στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης, βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του. Επομένως, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο εξεταστής-λειτουργός δεν περιορίστηκε σε στερεότυπες ερωτήσεις κατά την διάρκεια της συνέντευξης και/ή ούτε προέβη σε εικασίες χωρίς αναλυτική περιγραφή των απαντήσεων του Αιτητή. Διενήργησε εκτενείς ερωτήσεις για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του σχετικά με τη διαφορετικότητα που αισθανόταν από νεαρή ηλικία και διενήργησε διευκρινιστικές ερωτήσεις προκειμένου να αναφερθεί ο Αιτητής στις σκέψεις, τα συναισθήματά και εν γένει στον εσωτερικό του κόσμο σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει συνολικά με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του και σε σχέση με τους δύο ισχυρισμούς του, παρά την πληθώρα ερωτήσεων που του τέθηκαν και των πολλαπλών ευκαιριών που του δόθηκαν προκειμένου να αναπτύξει πληρέστερα τους ισχυρισμούς του. Επί αυτού του σημείου,  επισημαίνεται ότι ναι μεν αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα[18], αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[19].

 

Δεν γίνονται αποδεκτοί ούτε οι γενικοί ισχυρισμοί ότι η απόφαση επιστροφής παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης και/ή των διατάξεων των Άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ. Από τα πιο πάνω στοιχεία της υπόθεσης του Αιτητή εκτιμήθηκε και μετά από αναθεωρημένο έλεγχο του Δικαστηρίου ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, δεν θα αντιμετωπίσει οιαδήποτε μορφής δίωξη, θανατική ποινή, βασανιστήρια ή  άλλη απάνθρωπη ή  εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία. Οι αιτιάσεις του Αιτητή που αφορούσαν σε κατ' ισχυρισμό δίωξη ή σοβαρή βλάβη/κίνδυνο που κατ΄ ισχυρισμό διατρέχει με την επιστροφή του αξιολογήθηκαν και απορρίφθηκαν στα πλαίσια αιτήματος διεθνούς προστασίας (ως η ανωτέρω ανάλυση). Δεν υποδεικνύονται άλλοι ισχυρισμοί που να συναρτώνται με την αρχή της μη επαναπροώθησης που να χρήζουν περαιτέρω εξέτασης εκτός των πλαισίων που αφορούν το αίτημα χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Βάσει των στοιχείων του φακέλου και της έκθεσης/εισήγησης της λειτουργού (ως αναλύονται ανωτέρω) διαπιστώνω επαρκή έρευνα υπό τις περιστάσεις από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την αρμόδια αρχή (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345) ήταν σύμφωνα με την νομοθεσία και υπό την καθοδήγηση σχετικών επί του θέματος εγχειριδίων. Η απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης της λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Μετά δε από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, το Δικαστήριο στα πλαίσια των εξουσιών του, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                         

      

                         Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] https://euaa.europa.eu/sites/default/files/EASO Evidence and Credibility Assesment_JA_EN.pdf, p.180.

 

[2] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)

[3] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009, σκέψη 11.

[4] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System – Judicial analysis (2nd edition) 02/23, ενότητα 1.2.8. What is credibility assessment? σ.23

[5] Απόφαση ΕΔΔΑ της 23ης Αυγούστου 2016, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 59166/12, σκέψη 93

[6] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System – Judicial analysis (Second edition), February 2023, ενότητα 4.3.2. Objective and impartial assessment – σελ. 95

[7] High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), απόφαση της 24ης Ιουλίου 2009, IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, σκέψη 11, αρχή 4: «Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση την πλήρη εικόνα που διαμορφώνεται από το σύνολο των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους».

[8] Βλέπε, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες πηγές: USDOS – US Department of State, 2022 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 20 March 2023, βλ. ενότητα 6. Discrimination and Societal Abuses - Acts of Violence, Criminalization, and Other Abuses Based on Sexual Orientation, Gender Identity or Expression, or Sex Characteristics, EASO, COI QUERY RESPONSE: Cameroon - LGBT people in Cameroon, 11 August 2021, - βλ. ενότητες 1. Legislation on LGBT issues and its implementation – σελ. 2, 2. Treatment of LGBT people by the state – σελ. 3, και 3. Treatment of LGBT people by society – σελ. 3-4, επίσης Refugee Documentation Centre (Ireland), Cameroon - Treatment of homosexuals, 11 July 2016

[9] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System – Judicial analysis (Second edition), February 2023, ενότητα 4.5. Credibility indicators – σελ. 120-121

[10] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System – Judicial analysis (Second edition), February 2023, ενότητα 4.4. Methods for assessing the credibility of the applicant’s statements and documentary and/or other evidence,  σελ. 116-117

[11] UK home Office, Country Policy and Information Note Cameroon: Sexual orientation and gender identity or expression, (Version 1.0) February 2020

[12] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[13]Μέσω ιστοσελίδας ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) επίσης  - Άρθρο 19(2), εδάφιο (γ) , του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) καταγράφηκαν στην Douala συνολικά 10 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων δεν προέκυψαν ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 2 εξ αυτών καταγράφηκαν ως περιστατικά βίας κατά των πολιτών, 3 ως διαδηλώσεις και 5 ως εξεγέρσεις/ταραχές. O εκτιμώμενος πληθυσμός για το 2024 ανέρχεται για την πόλη Douala στους 4.203.000 κατοίκους. Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην εν λόγω περιοχή που θα μπορούσαν να θέσουν υπό απειλή την ζωή ενός πολίτη από την παρουσία του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

[14]Country Policy and Information Note Cameroon: Anglophones, έκδοση 2.0, Δεκέμβριος 2020

[15]EASO, Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 17 Διαφορά μεταξύ ορισμού της εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και καθορισμού του βαθμού βίας

[16]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[17]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/30 14 στην C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides,

[18] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[19] Άρθρο 16 & 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο