Α. Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.Τ 907/24, 13/1/2025
print
Τίτλος:
Α. Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.Τ 907/24, 13/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                                   Υπόθεση αρ. Τ907/24

 

13 Ιανουαρίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Α. Μ.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.05/06/24, η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, και δια της οποίας απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε.

Ως εκτίθεται στο Υπόμνημα που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής κατάγεται από τη Σομαλία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 24/03/21 και υπέβαλε 1η αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 06/05/21 (ερ.1-3, 10-12, 106).

Στις 14/09/22 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.91-106). Με το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε Έκθεση και στις 09/11/22 απορρίφθηκε η 1η αίτηση για διεθνή προστασία (ερ.134/145). Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στις 17/07/23, μαζί με την αιτιολογία αυτής, και του μεταφράστηκε στημ μητρική του γλώσσα (ερ.148-149).

Κατά της ως άνω απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ο αιτητής καταχώρησε στο Δικαστήριο την προσφυγή αρ.2368/23, η οποία απορρίφθηκε στις 11/01/24 λόγω μη προώθησης της (ερ.152-163).

Στις 27/05/24 ο αιτητής υπέβαλε την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία και απορρίφθηκε αυθημερόν ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου (ερ.164-173, 175-178) και ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία του δόθηκε δια χειρός στις 05/06/24 και μεταφράστηκε στην μητρική του γλώσσα (ερ.179).

Σημειώνεται ότι ο αιτητής είχε ισχυριστεί ότι πρόκειται για ανήλικο, όμως, κατόπιν ιατρικής εξέτασης του σχετικά με τούτο, κρίθηκε ενήλικο άτομο (ερ.34-63).

Επί της 1ης αιτήσεως ασύλου ο αιτητής αναφέρει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του «λόγω προβλημάτων και πολέμου».

Στη συνέντευξη ο αιτητής ανέφερε πως γεννήθηκε στο Qoryole, περιφέρεια Tokdheer, και από το 2019 μέχρι τις αρχές του 2021, όταν και έφυγε από τη Σομαλία, έζησε στην πόλη Berbera. Οι γονείς του διαμένουν ακόμα στο χωριό Quoryole, έχει δύο αδερφές, οι οποίες βρίσκονται στη Γερμανία, και τα υπόλοιπα αδέρφια του βρίσκονται στη Σομαλία και αυτός διατηρεί τακτική επικοινωνία μ’ αυτούς. Φοίτησε σε σχολείο για δύο χρόνια, εργάστηκε ως βοσκός, χωρίς πληρωμή, καθότι τα κοπάδια ανήκαν στην οικογένειά του αλλά και σε άλλα πρόσωπα. Ανήκει στη φυλή Tumaal, που παραδοσιακά ασκούν το επάγγελμα του σιδερά και κάποιοι έχουν ζώα, ως ανέφερε.

Αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν εξαιτίας διαμάχης (fighting) μεταξύ δύο φυλών, στη διάρκεια της οποίας υπήρξαν ανθρώπινες απώλειες, μεταξύ αυτών ο αδερφός και άλλα μέλη της οικογένειάς του. Ο αιτητής εξήγησε ότι ανήκει σε μειονοτική φυλή με αποτέλεσμα να υφίστανται διακρίσεις στην χώρα του και ανέφερε ότι τη στιγμή της διαμάχης βρισκόταν στο σπίτι του, το οποίο κατέρρευσε, και ο ίδιος τραυματίστηκε και νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο. Μετά που πήρε  εξιτήριο, η μητέρα του πρότεινε σ’ αυτόν να εγκαταλείψει την πόλη και τότε ο αιτητής πήγε στην Berbera. Εκεί γνώρισε κάποιον άνδρα, ο οποίος τον ανάγκαζε να τον βοηθά με τα κοπάδια του χωρίς να του δίδει αμοιβή. Με το συγκεκριμένο πρόσωπο και τα παιδιά του ο αιτητής ταξίδεψε και κατέφθασε στις μη ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές.

Σε διευκρινιστική ερώτηση σχετικά με την αναφερόμενη διαμάχη των φυλών (Tumaal και Ahmed Farah) ανέφερε ότι οι σχέσεις μεταξύ τους δεν ήταν καλές εξ ανέκαθεν και εξήγησε ότι η κοινωνία της Σομαλίας αποτελείται από διάφορες φυλές. Η φυλή στην οποία ανήκει ο αιτητής είναι η μοναδική στην οποία μέλη της δέχονται διακρίσεις στις καθημερινές τους επαγγελματικές απασχολήσεις δίνοντας παράδειγμα ότι δεν έχουν ευκαιρίες εργασίας και ίσα δικαιώματα. Ως ανέφερε, όταν ήταν στο σχολείο, τον αποκαλούσαν Tummal και δεν μπορούσε να αποκτήσει εργασία.

Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής τοποθέτησε το συγκεκριμένο περιστατικό της διαμάχης μεταξύ των φυλών το 2019, χωρίς να θυμάται ακριβή ημερομηνία. Τότε, ως ανέφερε, ο ίδιος βρισκόταν στο χωριό και δεν συμμετείχε στη διαμάχη όμως ο αδερφός του ενεπλάκη στον καβγά και δέχτηκε σφαίρες, με αποτέλεσμα να αποβιώσει. Ως ανέφερε, ο λόγος της αντιπαράθεσης των δύο φυλών ήταν η εκδίκηση, μετά τη δολοφονία προσώπου της δικής του φυλής.

Ως προς το περιστατικό κατά το οποίο η οροφή του σπιτιού κατέρρευσε με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του αιτητή, ανέφερε ότι αυτό επίσης συνέβη το 2019 και πως μετά την διαμάχη το σπίτι του χτυπήθηκε από σφαίρες. Στη συνέχεια ο αιτητής νοσηλεύτηκε για περίπου ενάμισι μήνα και όταν έλαβε το εξιτήριο από το νοσοκομείο, η μητέρα του τον παρότρυνε να εγκαταλείψει το χωριό και την ίδια μέρα πήγε στην Berbera. Ερωτώμενος σχετικό με το τί ήταν αυτό που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πόλη του τόσο βιαστικά (urgent manner) απάντησε ότι τίποτε δεν συνέβη, παρά μόνο φοβήθηκε. Στην Berbera παρέμεινε για δύο χρόνια και δεν επέστρεψε ποτέ ξανά στο Qoryole. Ακόμα, δήλωσε ότι στο χωριό του ακόμα υπάρχουν τα προβλήματα μεταξύ των φυλών όμως σε ερώτηση για το αν συνέβη ότιδήποτε σε κάποιο μέλος της οικογένειάς του, ο αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει λόγω του ότι δεν έχει επικοινωνία μαζί τους τους τελευταίους έξι μήνες.

Σε ερώτηση για τις συνέπειες της επιστροφής του, ο αιτητής ανέφερε ότι φοβάται πως οι ομάδες που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα θα τον σκοτώσουν. Στην ερώτηση ποιον συγκεκριμένα φοβάται, απάντησε ότι φοβάται «τα πρόσωπα που [τον] ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα». Ως προς το τι ενδείξεις έχει ο αιτητής ότι κάποιος θέλει να τον βλάψει σε περίπτωση που επιστρέψει στο χωριό του στο Qoryole ανέφερε ότι θα τον ενοχλήσουν επειδή καθόσον βρισκόταν στη Δημοκρατία έλαβε απειλές. Ακολούθως ο αιτητής διευκρίνισε ότι αυτά τα πρόσωπα δεν επιθυμούν να βλάψουν ειδικά τον αιτητή αλλά όλα τα μέλη της φυλής του. Ερωτώμενος αν θα μπορούσε να επιστρέψει και να ζήσει στην Berbera, απάντησε ότι είναι μεν μεγάλη πόλη  όμως εκεί δεν βρίσκεται η οικογένειά του. Για το αν θα μπορούσε να εργαστεί και να στηρίζει οικονομικά τον εαυτό του, ανέφερε ότι όταν βρισκόταν στην πόλη, εξαρτιόταν οικονομικά από το άτομο το οποίο τον φιλοξενούσε.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή κατά τη συνέντευξη, σχημάτισαν 4 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αντιμετώπισε διακρίσεις λόγω της φυλεκτικής καταγωγής του ως Tumaal

3.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο αδελφός του σκοτώθηκε το 2019 σε σύγκρουση μεταξύ των φυλών Tumaal και Ahmed Farah

4.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος τραυματίστηκε και νοσηλεύτηκε όταν η οροφή της οικείας του έπεσε πάνω του, κατά τη διάρκεια φυλετικών συγκρούσεων

Εκ των ως άνω έγιναν αποδεκτοί ο 1ος, 2ος και 3ος ισχυρισμός, απορρίφθηκε δε ο 4ος ουσιώδης ισχυρισμός

Όσον αφορά τον 4ο ως άνω ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή στερούνταν συνοχής, καθώς εντοπίστηκαν ασάφειες και γενικολογίες και ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες που θα έδιδαν την απαραίτητη βιωματική διάσταση στο αφήγημα του που αφορούσε τους πυροβολισμούς που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε η οικία του και τον τραυματισμό του από την πτώση της οροφής. Επί όλων των ως άνω κρίθηκε ότι, δεδομένου ότι ήταν παρόν στο κατ’ ισχυρισμό συμβάν, θα αναμενόταν να είναι σε θέση να δώσει περισσότερες και ακριβέστερες πληροφορίες για το τι εκτυλίχθηκε πριν και μετά τη πτώση της οροφής και την σύγκρουση στα πλαίσια της οποίας, ως ανέφερε, ο ίδιος τραυματίστηκε. Παρά τα ως άνω ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί της εσωτερικής συνοχής των δηλώσεων του αιτητή, προχώρησαν σε έρευνα σε πηγές πληροφόρησης αναφορικά με αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ φυλών, εκ των οποίων επιβεβαιώθηκε ότι τέτοιες συγκρούσεις είναι φαινόμενο που απαντάται στη Σομαλία. Εντούτοις, δεδομένης της διαβρωθείσας εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού του περί τραυματισμού του, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του αιτητή, οι καθ’ ων η αίτηση έκαναν αξιολόγηση κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής όσο και τελευταίας διαμονής του, και κατέληξαν ότι δεν υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να εκτεθεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη κατά την επιστροφή του.

Για τους πιο πάνω λόγους η 1η αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Στα πλαίσια της επίδικης μεταγενέστερης αίτησης ο αιτητής κατάγραψε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του «λόγω της κατάστασης ανασφάλειας».

Συνέπεια των ανωτέρω, οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν τη μεταγενέστερη αίτηση, για τον λόγο ότι, ως καταγράφουν στην έκθεση (ερ.176), κρίθηκε πως όσα ο αιτητής καταγράφει επί της δεν αποτελούν νέα στοιχεία και την απέρριψαν ως απαράδεκτη.

Η προσφυγή αποτελείται από χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ.1 επί του οποίου δεν καταγράφονται νομικοί λόγοι και χωρίς έκθεση γεγονότων και όσα αναφέρει ο αιτητής είναι κατ’ ουσία επανάληψη όσων είχε αναφέρει στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ασύλου.

Ενώπιον του Δικαστηρίου, στα πλαίσια της ακρόασης της παρούσης, μετά την απόρριψη της αιτήσεως νομικής αρωγής, αφού του δόθηκε η ευκαιρία να επιθεωρήσει τον διοικητικό φάκελο ή να διορίσει δικηγόρο με δικά του έξοδα, ο αιτητής ανέφερε ότι θα χειριστεί μόνος του την παρούσα και είπε ότι θα προτιμούσε να μείνει στον χώρο κράτησης του παρά να επιστρέψει στη χώρα του.

Σημειώνεται ότι, στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης, αυτό που ερευνάται είναι, πρώτα, το κατά πόσο «[…] υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής  […]» [αρ.16Δ (3) (α)] του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000]) και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, προχωρά σε εξέταση του αν «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον/στην αιτητή διεθνούς προστασίας […]» [αρ.16Δ (3) (β) (i)] και του κατά πόσο «ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i)], [βλ. και αρ.40 (2),(3) και (4) Οδηγία 2013/32/ΕΕ].

Στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής ΔΕΕ) στην C-651/19, JP, ημ.09/09/20, λέχθηκε (σκέψη 60) ότι «[…] δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Εξ αυτού συνάγεται ότι, στο δικόγραφο της προσφυγής του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο αιτών πρέπει, κατ’ ουσίαν, απλώς να αποδείξει ότι βασίμως θεώρησε ότι υφίστανται νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αιτήσεώς του.»

Στην απόφαση του ΔΕΕ στην C-921/19, LH, ημ.10/06/21 λέχθηκαν τα εξής:

«34     Επομένως, το άρθρο 40, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2013/32 προβλέπει την εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.

35      Το πρώτο αυτό στάδιο πραγματοποιείται επίσης σε δύο στάδια, καθένα από τα οποία οδηγεί στην εξακρίβωση των διαφορετικών προϋποθέσεων παραδεκτού που θέτουν οι ίδιες αυτές διατάξεις.

36      Επομένως, πρώτον, το άρθρο 40, παράγραφος 2, της οδηγίας 2013/32 ορίζει ότι, προκειμένου να ληφθεί απόφαση σχετικά με το παραδεκτό αίτησης για διεθνή προστασία δυνάμει του άρθρου 33, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, η μεταγενέστερη αίτηση για διεθνή προστασία υποβάλλεται κατ' αρχάς σε προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να χαρακτηρισθεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95.

37      Η εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης συνεχίζεται, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 40, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, μόνον όταν πράγματι υφίστανται τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με την πρώτη αίτηση για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα νέα αυτά στοιχεία και πορίσματα αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να πληροί ο αιτών τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να του αναγνωρισθεί το καθεστώς αυτό.

38      Κατά συνέπεια, οι δύο αυτές προϋποθέσεις παραδεκτού, μολονότι πρέπει αμφότερες να πληρούνται για να συνεχιστεί η εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, εντούτοις είναι διακριτές και δεν πρέπει να συγχέονται.»

Από τα ενώπιον μου στοιχειά, ως ανωτέρω αναφέρονται, θα συμφωνήσω με την επί της επίδικης μεταγενέστερης αιτήσεως κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση.

Τούτο γιατί, δεδομένου ότι ο αιτητής στα πλαίσια της επίδικης μεταγενέστερης αίτησης κατ’ ουσία επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς (με πολύ γενικότερη μάλιστα διατύπωση περί «κατάστασης ανασφάλειας», ως καταγράφονται στην επίδικη αίτηση, ερ.171) τους οποίους είχε αναφέρει στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως διεθνούς προστασίας, στα πλαίσια της οποίας εξετάστηκαν επί της ουσίας και ενδελεχώς, ουδέν άλλο δύναται να λεχθεί και δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην απόρριψη της επίδικης αίτησης ως απαράδεκτης, σύμφωνα με τα όσα διαλαμβάνονται στην οικεία νομοθεσία και νομολογία του ΔΕΕ, ως ανωτέρω εκτίθενται. Άλλωστε η εκ νέου ενασχόληση με ζητήματα που έχουν εξεταστεί στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ασύλου, η απόφαση επί της οποίας έχει βεβαίως καταστεί απρόσβλητη, μπορεί να γίνει – σε κάθε περίπτωση - μόνο σε περιπτώσεις που προσάγονται νέα στοιχεία και είναι σε συνάρτηση μ’ αυτά τα νέα στοιχεία, πράγμα που δεν ισχύει εν προκειμένω (βλ. απόφαση ΔΕΕ C-653/22,  S.N., L. N., ημ.13/06/24, σκέψεις 50-58)

Για σκοπούς πληρότητας της παρούσης, στα πλαίσια επικαιροποιημένης εξέτασης της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και διαμονής του αιτητή, σημειώνω τα εξής.

Στη βάση δεδομένων ACLED, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 30/12/23 και 27/12/24, στην περιφέρεια Togdheer που ανήκει το χωριό Qoryale (τόπος διαμονής της οικογένειας του αιτητή) καταγράφηκαν 27 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 42 απώλειες ζωών. Πιο αναλυτικά, 11 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (37 απώλειες), 7 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά αμάχων (5 απώλειες), 6 ως διαμαρτυρίες  (0 απώλειες) και 3  ως ταραχές (0 απώλειες)[1]. Στο εγχειρίδιο της EUAA «Country Guidance: Somalia», Αυγούστου 2023, καταγράφεται ότι στην περιοχή δεν παρατηρείται αδιακρίτως ασκούμενη βία σε βαθμό που να ενέχει κίνδυνο για άμαχο εκ μόνης της διαμονής του εκεί [2]. Ο πληθυσμός της περιοχής είναι περί τις 750.000 κατοίκων [3].

Στην ίδια βάση δεδομένων, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 30/12/23 και 27/12/24, στην περιφέρεια Woqoyi Galbeed που ανήκει η πόλη Berbera (τόπος διαμονής του αιτητή για δύο έτη, 2019 μέχρι που έφυγε από τη Σομαλία) καταγράφηκαν 17 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 4 απώλειες ζωών. Πιο αναλυτικά, 2 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (2 απώλειες), 2 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά αμάχων (2 απώλειες), 10 ως διαμαρτυρίες (καμία απώλεια) και 3 ως ταραχές (καμία απώλεια)[4]. Στο εγχειρίδιο της EUAA «Country Guidance: Somalia», Αυγούστου 2023, καταγράφεται ότι στην περιοχή δεν παρατηρείται αδιακρίτως ασκούμενη βία σε βαθμό που να ενέχει κίνδυνο για άμαχο εκ μόνης της διαμονής του εκεί [5]. Ο πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται περί το 1.2 εκατομμύρια κατοίκων [6].

Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [7] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).

Για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €300 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: Country View, Event Date: 30/12/2023-27/12/2024, Event Type: Battles; Violence against civilians; Explosions/Remote Violence; Riots; Region: Africa, Country Somalia, Togdheer, διαθέσιμο στο:  https://acleddata.com/explorer/

[4] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: Country View, Event Date: 30/12/2023-27/12/2024, Event Type: Battles; Violence against civilians; Explosions/Remote Violence; Riots; Region: Africa, Country Somalia, Woqooyi Galbeed:  https://acleddata.com/explorer/

[7] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο