P.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2285/2023, 25/2/2025
print
Τίτλος:
P.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2285/2023, 25/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 2285/2023

 

26 Φεβρουαρίου 2025 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

 

Μεταξύ: 

  P.C.O.   

Αιτητής 

-και- 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

 

Γ. Βασιλόπουλος (κος), για Χρ. Χριστοδουλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή  

Ν. Κουρσάρης (κος), για Δ. Κυπριανίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση

[Ο Αιτητής παρών]

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ. ΔΔΔΠ:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 13/06/2023, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική, στερημένη οπουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Με δεύτερη αιτούμενη θεραπεία, ο Αιτητής καλεί το Δικαστήριο όπως αναγνωρίσει πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο λειτουργό χωρίς τη δέουσα έρευνα και κατά παράβαση του περί Προσφύγων Νόμου.  

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικος, υπήκοος Νιγηρίας και κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του με ημερομηνία έκδοσης 18/02/2021 και ημερομηνία λήξης 17/02/2026, ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση, εγκατέλειψε τη χώρα του στις 26/11/2021, μεταβαίνοντας μέσω Τουρκίας στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου από όπου στη συνέχεια διήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 04/03/2022 συμπλήρωσε και υπέβαλε αίτηση ασύλου, παραλαμβάνοντας στις 08/03/2022 σχετική βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας.

 

Στις 03/05/2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, παρέχοντας του δωρεάν βοήθεια διερμηνέα και στις 09/05/2023, συντάχθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία γίνεται εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Στις 10/05/2023, λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, κατόπιν εξέτασης της εισηγητικής έκθεσης, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησής του για διεθνή προστασία σύμφωνα με τα άρθρα 13(2)(δ) και 18(7Β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου μαζί με την αιτιολογία αυτής, η οποία περιέχεται στην επιστολή των Καθ’ων η αίτηση, παράρτημα Α, στην αίτηση ακυρώσεως κοινοποιήθηκε δεόντως προς τον Αιτητή, ο οποίος εμπρόθεσμα υπέβαλε την παρούσα προσφυγή.

 

Μέσω της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου του, ο Αιτητής, προωθεί τη θέση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω μη δέουσας έρευνας, είναι αναιτιολόγητη και αποτελεί προϊόν πλάνης.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της δικής τους αγόρευσης, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της υπό εξέτασης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι η επίδικη απόφαση των Καθ' ων η αίτηση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας και ότι ο Αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης που φέρει από το Νόμο.  Ακόμη, αποτελεί θέση τους ότι ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν απολύτως ισχυρισμό, ο οποίος να συνηγορεί προς το γεγονός ότι αυτός εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή συμπληρωματικής προστασίας.  Ως εκ των πιο πάνω, καλούν το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή του Αιτητή ως αβάσιμη.

 

Ο συνήγορος του Αιτητή, με την απαντητική του αγόρευση, επαναλαμβάνει τα όσα κατέγραψε στη γραπτή του αγόρευση σχετικά με τους ισχυρισμούς του περί έλλειψης δέουσας έρευνας αλλά και πάσχουσας αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση. 

 

Οφείλω να παρατηρήσω στο σημείο αυτό ότι ουδεμία αναφορά γίνεται από πλευράς Αιτητή προς υποστήριξη ή και προώθηση της δεύτερης αιτούμενης θεραπείας  και ως εκ τούτου αυτή εκ προοιμίου απορρίπτεται ως αβάσιμη.

 

 

Έχω μελετήσει με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018, κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που προέβαλε ο Αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματος του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, έχοντας κατά νου και τους εγειρόμενους από τον Αιτητή ισχυρισμούς προς ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Με την αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας o Αιτητής δήλωσε ότι νιγηριανοί στρατιώτες μετέβησαν στο χωριό του και άρχισαν να απομακρύνουν τη νεολαία από το χωρίο.  Συνεπεία του ότι το όνομά του συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των νέων που έψαχναν, αποφάσισε να αναζητήσει διεθνή προστασία για να σωθεί. Δηλώνει περαιτέρω, πως σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία η ζωή του θα είναι σε κίνδυνο. 

 

Στα πλαίσια της προφορικής του συνέντευξης, ο Αιτητής πρόβαλε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Ogbaku της πολιτείας Imo, η οποία αποτελεί τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του.  Όπως ανέφερε, είναι χριστιανός καθολικός, άγαμος και άτεκνος. Ο πατέρας του απεβίωσε και η μητέρα του ζει στην πολιτεία Imo. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε απόφοιτος Πανεπιστημίου στο κλάδο διοίκησης επιχειρήσεων, ωστόσο ουδέποτε εργάστηκε στη Νιγηρία και ότι εξαρτιόταν οικονομικά από τη μητέρα του. 

 

Όσον αφορά τους λόγους που τον οδήγησαν στο να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι στη φυλή Igbo περιλαμβάνονται οι Biafras. Tο 2020, νιγηριανοί στρατιώτες, στηριζόμενοι σε ονομαστικό κατάλογο που τους προωθείτο από πράκτορες συνεργάτες με το στρατό, μετέβαιναν σε κοινότητες και έπαιρναν τους νέους των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονταν σε ένα κατάλογο.  Ακολούθως, τον Ιούλιο του 2021, ο πρόεδρος της κοινότητας στην οποία ανήκε, τον πληροφόρησε ότι το όνομα του συμπεριλαμβανόταν στον εν λόγω κατάλογο και ο Αιτητής, γνωρίζοντας ότι τα άτομα που συλλαμβάνονταν δεν επέστρεφαν πίσω, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Νιγηρία. 

 

Στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν ως προς τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία ένεκα του ότι η Κυβέρνηση συμπεριέλαβε το όνομά του στον κατάλογο των ατόμων που θεωρούσε ως μέλη της Biafra.  Ως οι αναφορές του, εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει κίνδυνο, αφού ο φίλος του, του έλεγε ότι νιγηριανοί στρατιώτες συνέχιζαν να έρχονται μια φορά την εβδομάδα και να ψάχνουν για όσους συμπεριλαμβάνονταν στον κατάλογο.  Ο φίλος του έμαθε την πληροφορία από κάποιον άλλο φίλο που έμενε στην ίδια κοινότητα με τον Αιτητή.

 

Ο Αιτητής δήλωσε ότι την πληροφορία για τη συμπερίληψη του ονόματός του στον εν λόγω κατάλογο, την έμαθε τον Ιανουάριο του 2021.  Επισημανθείς προηγούμενης αναφοράς του ότι αυτό συνέβη τον Ιούλιο του 2021, ισχυρίστηκε ότι έκανε λάθος προσθέτοντας ότι το πληροφορήθηκε τον Ιανουάριο 2021. Αν και γνώριζε αυτή την πληροφορία, ο Αιτητής ανέφερε ότι συνέχισε να διαμένει στην Ogbaku μέχρι και τον Αύγουστο και ακολούθως μετακόμισε στην Izombe όπου έμενε με κάποιο φίλο του.  Σε κατοπινό σημείο και ερωτηθείς ως προς τις ενέργειες στις οποίες προέβη αφότου έμαθε την πληροφορία για την συμπερίληψή του στον εν λόγω κατάλογο, απάντησε ότι στην Izombe βρέθηκε στα τέλη Ιανουαρίου και ότι έπειτα από 8 μήνες έφυγε και πήγε στη Lagos.

 

Ο Αιτητής παρέθεσε ότι η Biafra ήταν μια φυλή στην ευρύτερη περιοχή (Igboland) της οποίας τα μέλη επρόκειτο για Igbo που πολεμούσαν για τα δικαιώματά τους. Ισχυρίστηκε ότι το όνομά του συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο επειδή η Κυβέρνηση εναντιωνόταν στους ανθρώπους που διαδήλωναν για τα δικαιώματά τους και ότι o νιγηριανός στρατός έπαιρνε όσους νέους έβλεπε σε διάφορες κοινότητες.  Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή, όσοι συλλαμβάνονταν, πολλές φορές δεν επέστρεφαν πίσω και ούτε κανείς γνώριζε για την τύχη τους.

Ερωτηθείς ο Αιτητής πως κατάφερε να εγκαταλείψει τη Νιγηρία αφ’ ης στιγμής το όνομά του βρισκόταν στον κατάλογο της Κυβέρνησης, ανέφερε ότι τον κατάλογο δεν τον είχε η Κυβέρνηση αλλά αυτός προωθείτο στην κοινότητα μέσω πρακτόρων οι οποίοι συνεργάζονταν με το νιγηριανό στρατό.  Κληθείς να παραθέσει το φορέα δίωξής του δεδομένου ότι ο κατάλογος βρισκόταν στα χέρια των εν λόγω πρακτόρων ενώ η Κυβέρνηση και ο νιγηριανός στρατός δεν είχαν πρόσβαση σε αυτόν, απάντησε ότι κατέγραφαν τα ονόματα ατόμων της κοινότητας και μόλις είχαν τον κατάλογο τον χρησιμοποιούσαν για να συλλάβουν τους νέους που συμπεριλαμβάνονταν σε αυτόν.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση διέκρινε δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ο δεύτερος την εγκατάλειψη της χώρας του ένεκα του ότι διωκόταν από την Κυβέρνηση η οποία τον κατηγορούσε ότι ανήκε στη Biafra.

 

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός αφού δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου και οι δηλώσεις του Αιτητή επιβεβαιώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Επιπλέον, ο Αιτητής προσκόμισε διαβατήριο από τη χώρα καταγωγής του.

 

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε καθότι ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν γενικές, αόριστες, ασυνεπείς και αντιφατικές. Συγκεκριμένα, αν και αρχικά πρόβαλε ότι τον Ιούλιο του 2021, πληροφορήθηκε ότι το όνομά του συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο, εντούτοις σε κατοπινό στάδιο ισχυρίστηκε ότι την πληροφορία την έλαβε τον Ιανουάριο του 2021.  Περαιτέρω, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει στοιχεία σε σχέση με τον κατάλογο και σε ερωτήσεις σχετικές με τους τόπους όπου έμενε από όταν πληροφορήθηκε τα περί της συμπερίληψης του ονόματός του στον εν λόγω κατάλογο μέχρι και τη στιγμή που έφυγε από τη Νιγηρία, έδωσε αντιφατικές απαντήσεις.  Ακόμη, ερωτηθείς ως προς την τύχη των ατόμων που συνέλαβε ο νιγηριανός στρατός, αρκέστηκε στο να αναφέρει ότι άκουσε μεν για περιστατικά, όμως δεν γνώριζε κάποιον που να συνελήφθη προσθέτοντας απλά ότι οι συλληφθέντες ουδέποτε επέστρεφαν πίσω.  Επιπλέον, κληθείς να παραθέσει πληροφορίες σχετικά με τη Biafra, δήλωσε με γενικότητα και αοριστία ότι επρόκειτο για φυλή στην ευρύτερη περιοχή (Igboland) η οποία πολεμούσε για την ανεξαρτησία της.  

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες επιβεβαίωναν τη δίωξη των μελών της IPOB από το νιγηριανό στρατό.  Ωστόσο, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Προχωρώντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πολιτεία Imo, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο βλάβης.  Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι από τα στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή, τις δηλώσεις του και την ανάλυση κινδύνου δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του στο πλαίσιο του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Επιπλέον κρίθηκε ότι δεν προκύπτει ούτε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του, στο πλαίσιο του άρθρου 19(1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου. Τούτων λεχθέντων οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα του Αιτητή στο σύνολό του ως αβάσιμο.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.  Ο Αιτητής έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξή του, ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του.  Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.  Επί τούτου ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του, δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, με σκοπό να εξεταστεί ο προωθούμενος ισχυρισμός του Αιτητή περί πάσχουσας έρευνας, το Δικαστήριο μελετώντας το σύνολο του διοικητικού φακέλου, διαπιστώνει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν τα στοιχεία του είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση, εκδίδοντας με τον τρόπο αυτό αιτιολογημένη απόφαση και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας.

 

Ειδικότερα, εξετάζοντας το δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος και απορρίφθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι πράγματι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν επαρκών πληροφοριών και οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν χαρακτηρίζονταν από γενικότητες, αοριστίες, ασυνέπειες και αντιφάσεις.  Αρχικά, παρατηρώ ότι ο Αιτητής παρέθεσε ότι ο πρόεδρος της κοινότητάς του τον πληροφόρησε ότι το όνομά του συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των ατόμων που θεωρούνταν ως μέλη της Biafra και ότι την πληροφορία ως προς το ότι εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει κίνδυνο στη χώρα του την έμαθε από φίλο του (το φίλο τον πληροφόρησε άλλος φίλος).  Οι πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή σε σχέση με όσα πληροφορήθηκε από τρίτους μαρτυρούν ότι οι ισχυρισμοί του δεν αποτελούσαν βιωματικά περιστατικά.  Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τον συγκεκριμένο κατάλογο μη γνωρίζοντας στοιχεία όπως για παράδειγμα που αναρτιόταν και ποιοι είχαν πρόσβαση σε αυτόν ενώ αρκέστηκε στο να δηλώνει επανειλημμένως ότι κάποιοι πράκτορες που συνεργάζονται με το νιγηριανό στρατό κατέγραφαν τα ονόματα νεαρών ατόμων στις κοινότητες και έπειτα τον προωθούσαν στο νιγηριανό στρατό ώστε να προβαίνει στις ανάλογες συλλήψεις.

 

Ακόμη, o Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πως τον συνέδεσαν με τη Biafra και ερωτούμενος σχετικά, έδωσε μη λογική απάντηση αναφέροντας ότι η Κυβέρνηση εναντιωνόταν στους ανθρώπους που διαδήλωναν για τα δικαιώματά τους και ότι o νιγηριανός στρατός έπαιρνε όσους νέους έβλεπε στις κοινότητες. Η άγνοια του αυτή και η έλλειψη λεπτομερειών δεν μπορεί παρά να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του.

 

Επιπλέον, ορθά κρίθηκε από τους Καθ΄ων η αιτηση ότι παρατηρούνται αντιφάσεις στα λεγόμενα του Αιτητή.  Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προέβαλε ότι τον Ιούλιο του 2021, πληροφορήθηκε ότι το όνομά του συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο, όμως μεταγενέστερα ισχυρίστηκε ότι την πληροφορία την έλαβε τον Ιανουάριο του 2021, χωρίς εν τέλει να συγκεκριμενοποιήσει την απάντησή του αναφέροντας γενικά «δε θυμάμαι». Επίσης, σε ερωτήσεις ως προς τόπους όπου έμενε από όταν πληροφορήθηκε τα περί της συμπερίληψης του ονόματός του στον κατάλογο μέχρι και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη Νιγηρία, έδωσε αντιφατικές απαντήσεις καθώς αρχικά ανέφερε ότι μόλις πληροφορήθηκε του γεγονότος αυτού συνέχισε μέχρι και τον Αύγουστο να ζει στην Ogbaku και ακολούθως μετακόμισε στην Izombe όπου έμενε με κάποιο φίλο του, ενώ σε κατοπινό σημείο και ερωτηθείς ως προς τις ενέργειες του αφότου έλαβε την εν λόγω πληροφόρηση, απάντησε ότι στην Izombe βρέθηκε στα τέλη Ιανουαρίου και ότι έπειτα από 8 μήνες μετέβη στη πόλη Lagos.

 

Τέλος, παρατηρώ από τα λεγόμενα του Αιτητή, ότι αυτός ουδέποτε ζήτησε βοήθεια και κανείς - στρατός ή κάποιος άλλος - δεν τον έψαξε ενώ εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του δέκα και πλέον μήνες μετά την πληροφόρηση που έλαβε περί της συμπερίληψης του ονόματός του στον κατάλογο, χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε αυτό το χρονικό διάστημα.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το Δικαστήριο, πρόσθετα με τις πληροφορίες που παρέθεσαν οι Καθ’ ων η αίτηση στην έκθεση-εισήγησή τους για τη Biafra, το IPOB και το ESN, προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, από όπου προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Η έκθεση της EUAA - δημοσιεύτηκε το 2018 - σχετικά με τη στοχοποίηση διαφόρων προφίλ στη Νιγηρία, αναφέρει ότι η επιθυμία των Igbo του νοτιοανατολικού τμήματος της Νιγηρίας για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους χρονολογείτο από την εποχή της αποικιοκρατίας.  Η απόπειρα πραξικοπήματος από αξιωματικούς των Igbo, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία 30.000 Igbo στο βορρά, εμβάθυνε τις τότε εθνοτικές εντάσεις και οδήγησε στην απόσχιση της Δημοκρατίας της Biafra στις 30 Μάϊου του 1967.[1]  Άλλη πηγή, καταγράφει ότι επικεφαλής ήταν ο 33χρονος αξιωματικός Emeka Odumegwu Ojukwu και ότι η νιγηριανή Κυβέρνηση κήρυξε πόλεμο και μετά από σχεδόν 3 χρόνια εμφυλίου πολέμου, η Biafra παραδόθηκε.  Στις 15 Ιανουαρίου του 1970, η σύγκρουση έληξε και επίσημα.[2]

 

Στη σημερινή εποχή, οι δύο κύριες ομάδες που στοχεύουν στην απόσχιση πρόκειται για το Movement for the Actualization of the Sovereign of Biafra (στο εξής MASSOB) και πιο πρόσφατα το Indigenous People of Biafra (στο εξής IPOB).  Στα νοτιοανατολικά δε υπάρχουν κι άλλες ομάδες υπέρ της Biafra, όμως οι εσωτερικές διαμάχες τις εμποδίζουν από το να παρουσιάσουν ένα ενιαίο μέτωπο.[3]

 

H έκθεση της ACLED του Φεβρουαρίου 2023, αναφέρει ότι η IPOB είναι ιδιαίτερα ενεργή στις πολιτείες Anambra, Enugu και ιδιαίτερα στην Imo.[4]  Βάσει άλλης πηγής η IPOB ή η ένοπλη πτέρυγά της, το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (στο εξής ESN) και άλλες άγνωστες ή εγκληματικές ομάδες, συνδέονται με περιστατικά ασφαλείας και βίας στη νοτιοανατολική περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της πολιτείας Imo.[5]  Σε άλλη πηγή καταγράφεται ότι οι κυβερνητικές και αστυνομικές αρχές κατηγορούν τακτικά την IPOB και την ESN για αυτά τα περιστατικά με αμφότερες να αρνούνται επανειλημμένα τις κατηγορίες.[6]

 

Η Διεθνής Αμνηστία αναφέρει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας, κατά τη διάρκεια στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον της ESN στα νοτιοανατολικά, διέπραξαν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[7]  Για παράδειγμα, σύμφωνα με αναφορές των μέσων ενημέρωσης, στρατιώτες του νιγηριανού στρατού άνοιξαν πυρ εναντίον αμάχων στην Τοπική Κυβέρνηση του Ορλού (LGA), Imo State, με αποτέλεσμα τον θάνατο περίπου τεσσάρων ατόμων.[8]

 

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσίευση, στην πολιτεία Imo, οι εντάσεις είναι υψηλές καθώς τίθεται σε ισχύ μια διήμερη διαταγή αποχής από την εργασία, που εκδόθηκε από την IPOB.  Οι δυνάμεις ασφαλείας ξεκίνησαν σειρά περιπολιών επίδειξης δυνάμεων, ως απάντηση σε πιθανές αναταραχές που μπορεί να προκληθούν από την IPOB και την ESN.  Η ομάδα προειδοποίησε για συνέπειες σε όσους αψηφήσουν τη διαταγή.  Ωστόσο, η Αστυνομική Διοίκηση της πολιτείας Imo, είναι αποφασισμένη να διατηρήσει τη νομιμότητα και την τάξη.[9]

 

Με βάση τα ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι η νιγηριανή Κυβέρνηση διώκει την IPOB και την ESN.  Ο Αιτητής, ως καταγράφεται και πιο πάνω, δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες για να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό περί της δίωξής του από την Κυβέρνηση, αφού αρκέστηκε στο να αναφέρει συνεχώς ότι το όνομά του βρισκόταν στον κατάλογο των ατόμων που θεωρούνταν ως μέλη της Biafra, χωρίς ωστόσο να παραθέτει άλλα στοιχεία.  Επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός, ορθά δεν έγινε αποδεκτός λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που θα διατρέξει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης, όπως εκτέθηκε αναλυτικά και ανωτέρω, δήλωσε φόβο δίωξης καθώς η νιγηριανή Κυβέρνηση τον κατηγορούσε ότι ήταν μέλος της Biafra.

 

Σε σχέση με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι το συγκεκριμένο σκέλος του φόβου του Αιτητή δεν είναι βάσιμο και δικαιολογημένο καθώς ο συνδεόμενος με το συγκεκριμένο φόβο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος και ως εκ τούτου δεν προκύπτουν στοιχεία επικείμενης στοχοποίησης και/ή δίωξης του Αιτητή από τη νιγηριανή Κυβέρνηση, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία.  Σε κάθε περίπτωση, όπως εκτέθηκε και ανωτέρω, ο Αιτητής δεν βίωσε κάποια κακοποιητική συμπεριφορά ούτε του συνέβη κάτι προσωπικά από τη στιγμή που πληροφορήθηκε για τη συμπερίληψη του ονόματός του στον κατάλογο μέχρι και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.

 

Από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, προκύπτει ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δε στοιχειοθέτησε κανέναν ισχυρισμό που να ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

Με βάση τα πιο πάνω και ελλείψει παρελθούσας εις βάρος του Αιτητή πράξης δίωξης, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν ανέκυψαν ενδείξεις εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματική, υφιστάμενη και τρέχουσα απειλή από οπουδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, ως εκ τούτου ο φόβος του κρίνεται αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Αποτελεί κρίση μου ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Νόμου, έτσι ώστε να εκχωρηθεί στον Αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αφού δεν προέκυψε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος του Αιτητή να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη  χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει (α) κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, ή (β) βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή (γ) να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής σε περίπτωση επιστροφής του υπό τα άρθρα 19(2)(α) και (β) του Νόμου.

 

Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Imo, την οποία ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής.

 

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 24/02/2024 έως 21/02/2025, στην πολιτεία Imo καταγράφηκαν 116 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 185 ανθρώπων.  Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 4 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 3 ανθρώπινες απώλειες, 17 διαμαρτυρίες (protests) με καμία ανθρώπινη απώλεια, 2 εκρήξεις/ απομακρυσμένη βία (expl/remote violence) με καμία ανθρώπινη απώλεια, 36 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 53 ανθρώπινες απώλειες και 57 μάχες (battles) με 129 ανθρώπινες απώλειες.[10]  Επίσης, στο χωριό Nworieubi το οποίο αποτελεί την έδρα της τοπικής κυβερνητικής περιοχής Mbaitoli όπου βρίσκεται η πόλη Ogbaku (τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή),  βάσει της βάσης ACLED, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, καταγράφηκε 1 μάχη με 2 ανθρώπινες απώλειες.[11]  Τα εν λόγω στοιχεία εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της πολιτείας Imo για το έτος 2022 (5,459,300 κάτοικοι)[12] και της τοπικής κυβερνητικής περιοχής Mbaitoli (330,100 κάτοικοι)[13] καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Εφόσον από τις αντληθείσες πληροφορίες δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του Νόμου, το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» όπως αυτή προνοείται από τη νομολογία του ΔΕΕ.

 

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.  Η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση κρίνεται ορθή και νόμιμη πλήρως αιτιολογημένη.

 

Λαμβάνεται υπόψιν και το γεγονός ότι ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής κατόρθωσε να αντικρούσει τα ευρήματα περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του από τους Καθ’ ων η Αίτηση, ούτε όμως προέβαλε οποιονδήποτε στοιχειοθετημένο ισχυρισμό σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ'ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή, η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ ΔΔΔΠ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



[1] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): “ Nigeria; Targeting of individuals ”, November 2018, σελ. 80-81, διαθέσιμο στο:
https://www.ecoi.net/en/file/local/2001375/2018_EASO_COI_Nigeria_TargetingIndividuals.pdf (τελ. πρόσβαση στις 12/02/2025)

[2] Adaobi Tricia Nwaubani, “ Remembering Nigeria’s Biafra war that many prefer to forget ”, BBC, 15 January 2020, διαθέσιμο στο: https://www.bbc.com/news/world-africa-51094093 (τελ. πρόσβαση στις 12/02/2025).

[3] Ibid, αριθμός 1, σελ. 81

[4] ACLED - Armed Conflict Location & Event Data Project (Author), published by ReliefWeb: Election Watch; Political Violence and the 2023 Nigerian Election, 22 February 2023 διαθέσιμο στο: https://reliefweb.int/attachments/98aea690-853c-46bb-8a2e-9b46e5e51865/Political%20Violence%20and%20the%202023%20Nigerian%20Election.pdf ( τελ. πρόσβαση στις 12/02/2025)

[5] International Crisis Group, Mitigating Risks of Violence in Nigeria's 2023 Elections, 10 February 2023, σελ. 5, 19, διαθέσιμο στοhttps://icg-prod.s3.amazonaws.com/s3fs-public/2023-02/311-nigeria-elections.pdf , (ημερτελευταίας πρόσβασης στις 12/02/2025)

[6] EUAA - COI Query, “ Nigeria - Security Situation in Imo State ”, 12 September 2023, σελ. 3 διαθέσιμο στο: https://www.ecoi.net/en/file/local/2097457/2023_09_EUAA_COI_Query_Response_Q37_Nigeria_Security_incidents_Imo_State.pdf (ημερ. Τελευταίας πρόσβασης στις 12/02/2025)

[7] AI, Amnesty International Report 2022/23 - Nigeria, 27 March 2023, διαθέσιμο στοhttps://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/nigeria/report-nigeria/ (ημερτελευταίας πρόσβασης στις 12/02/2025)

[8] Guardian (The), Soldiers allegedly open fire on civilians in Imo, 19 April 2022, διαθέσιμο στοhttps://guardian.ng/news/soldiers-allegedly-open-fire-on-civilians-in-imo/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 12/02/2025)

[9] The Guardian, Tension in Imo as IPOD sit - at - home begins, police intensify patrols, arrests, 21 October 2024, διαθέσιμο στοTension in Imo as IPOB sit-at-home begins, police intensify patrols, arrests — News — The Guardian Nigeria News - Nigeria and World News (ημερ. Τελευταίας πρόσβασης στις 12/02/2025)

[10] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 24/02/2024 – 21/02/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Riots / Protests / Expl/Remote Violence / Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Imo) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/02/2025).

[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 24/02/2024 – 21/02/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Imo - Nworieubi (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/02/2025).

[12] City Population, Nigeria, Imo https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/

 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/02/2025).

[13] City Population, Nigeria, Imo, Mbaitoli https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/imo/NGA017011__mbaitoli/

 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/02/2025).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο