
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 3264/2024
19 Φεβρουαρίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
A. N. A. από Σομαλία και τώρα Λεμεσό
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Γ. Βασιλόπουλος (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.
Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου που περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 21/08/24, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για διεθνή προστασία ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή στερούμενη οιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και είναι αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου και/ή ζητείται ακύρωση της απόφασης επιστροφής και/ή η παραχώρηση στον Αιτητή καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Μετά την καταχώριση της Ένστασης των Καθ΄ ων η αίτηση ημερομηνίας 05/12/24, δόθηκαν οδηγίες στον συνήγορο του Αιτητή για καταχώριση Γραπτής του Αγόρευσης. Κατά την μελέτη αυτής (ημερομηνίας 13/01/25) σε συνδυασμό με λόγους ακύρωσης που καταγράφονται ειδικώς στο Έντυπο της Αίτησης Προσφυγής προέκυψε αριθμός ισχυρισμών που αφορούν αναρμοδιότητα οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη πράξη. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ανακύπτουν νομικά ζητήματα που θα έπρεπε να εξεταστούν κατά προτεραιότητα λόγω της θεμελιώδους σημασίας τους για την περαιτέρω κατ’ ουσία εξέταση της υπόθεσης, επομένως, κάλεσε και τα δύο μέρη να τοποθετηθούν κατά την 24/01/25 γραπτώς ή προφορικά με προσκόμιση και τυχόν σχετικών εγγράφων από πλευράς των Καθ΄ ων η αίτηση επί των συγκεκριμένων θεμάτων.
Ειδικότερα, ο συνήγορος για τον Αιτητή εισηγείται την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης διότι κατά τους ισχυρισμούς του:
(α) η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από λειτουργό (κ. Α. Αγρότη) ο οποίος δεν είναι εξουσιοδοτημένος από τον νυν Υπουργό Εσωτερικών,
(β) η αρμοδιότητα του συγκεκριμένου λειτουργού (κ. Α. Αγρότη) περιορίζεται στην απόφαση επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας σε εκθέσεις/εισηγήσεις που υποβάλλονται από ορισμένη τάξη/κατηγορία λειτουργών/εξεταστών (με καθεστώς εργοδότησης ορισμένου χρόνου),
(γ) ότι από τις 09/12/22 η αρμόδια αρχή Υπηρεσία Ασύλου είναι χωρίς Προϊστάμενο (έληξε η απόσπαση της κας Χρυσομηλά - Κουρσουμπά που ορίστηκε ως Προϊστάμενη της Υπηρεσίας από την 09/12/19), συνεπώς δεν παρέχεται δικαίωμα σε οποιοδήποτε άλλο λειτουργό να λαμβάνει αποφάσεις με βάση τον περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμο (Κεφ. 105).
(δ) η αρμοδιότητα του συγκεκριμένου λειτουργού (κ. Α. Αγρότη) που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση δεν εκτείνεται στις πρόνοιες του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ. 105), που ρυθμίζει την έκδοση απόφασης επιστροφής.
Τα εν λόγω νομικά ζητήματα αποτελούν, επομένως, και το αντικείμενο της παρούσας ενδιάμεσης απόφασης.
Ο συνήγορος για τον Αιτητή στα πλαίσια της Γραπτής του Αγόρευσης (σημεία που προφορικά επανέλαβε) υποστηρίζει ότι η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/22 που δόθηκε από τον τέως Υπουργό Εσωτερικών προς το πρόσωπο του κ. Α. Αγρότη έχει παύσει να ισχύει από την 01/03/23 που ανέλαβε νέος Υπουργός Εσωτερικών. Επομένως, λόγω μη πλέον έγκυρης εξουσιοδότησης προς το πρόσωπο που αυτή δόθηκε θα πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 27/07/24. Προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού παραπέμπει στα Άρθρα 8, 15, 17 και 19 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 1999 έως 2020 (Ν. 158 (Ι)/1999) και/ή συγγράμματα και/ή σε απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας με Αρ.1885/2012. Εισηγείται, επί αυτού του λόγου ακύρωσης, ότι η ύπαρξη πρόσφατων εξουσιοδοτήσεων που εκδόθηκαν από τον νυν Υπουργό Εσωτερικών για άλλα πρόσωπα/λειτουργούς ανατρέπει τα όποια επιχειρήματα των Καθ΄ ων η αίτηση ότι οι εξουσιοδοτήσεις ημερομηνίας 09/06/22 συνεχίζουν να είναι σε ισχύ.
Ως δεύτερος λόγος ακύρωσης για αναρμοδιότητα του κ. Α. Αγρότη προβάλλεται ότι από το κείμενο της εξουσιοδότησης προκύπτει ότι οι εξουσίες του περιορίζονται μόνο στο να λαμβάνει αποφάσεις επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας μόνο «επί εκθέσεων/εισηγήσεων που υποβάλλονται από λειτουργούς ορισμένου χρόνου» και δεν προκύπτει από τον φάκελο της υπόθεσης το καθεστώς εργοδότησης του λειτουργού «CAS65» που υπέβαλε την έκθεση/εισήγηση για έγκριση/απόφαση στον κ. Α. Αγρότη.
Ως τρίτος και τέταρτος συναφής λόγος ακύρωσης για αναρμοδιότητα του κ. Α. Αγρότη υποδεικνύεται ότι η απόσπαση της κας Χρυσομηλά-Κουρσουμπά, που είχε οριστεί για να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, έχει λήξει από τις 08/12/22 (ως η Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ.5272, ημερομηνίας 16/04/20), επομένως, δεν υπήρχε πρόσωπο που να προΐστατο της αρμόδιας αρχής και ο κος Α. Αγρότης δεν θα μπορούσε να ασκεί τις εξουσίες/καθήκοντα για Προϊστάμενο (που δεν υπήρχε επί της θέσης αυτής φυσικό πρόσωπο κατά τον ουσιώδη χρόνο). Συναφής, επί αυτού του λόγου ακύρωσης είναι ότι δεν έχει οριστεί πρόσωπο που να ασκεί εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών τις εξουσίες που παρέχονται μέσω των Άρθρων 18ΟΗ και 18ΟΘ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ. 105), ούτε υπάρχει δημοσίευση για διορισμό ή τοποθέτηση λειτουργού άλλου ως Προϊστάμενου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Συνεπώς, ακόμα και εάν υπάρχει άλλη εξουσιοδότηση (για διορισμό Προϊστάμενου) αυτή δεν είναι έγκυρη, αφού ως κανονιστική απόφαση/ κανονιστική πράξη για να έχει ισχύ θα έπρεπε να έχει δημοσιευθεί και/ή ολοκληρώνεται και/ή καθίσταται ενεργή μόνο εάν έχει δημοσιευθεί (παραπέμποντας γενικά σε αριθμούς αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας, Εγχειρίδιο Ε. Σπηλιωτόπουλου και Άρθρο 297 Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Σημειώνεται ότι στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας ο συνήγορος για τον Αιτητή έφερε ένσταση στο να κατατεθούν οποιαδήποτε έγγραφα από πλευράς των Καθ΄ ων η αίτηση.
Οι Καθ΄ ων η αίτηση σε προφορική απάντηση των ισχυρισμών του συνηγόρου του Αιτητή παρέπεμψαν στην Υποθ. Αρ. Τ3136/23 ημερομηνίας 23/10/24 όπου καταγράφεται ότι η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (για την οποία γίνεται επίκληση) δεν αποτελεί πηγή δικαίου της αλλοδαπής έννομης τάξης και δεν είναι δεσμευτική. Σημείωσαν, ότι στην ίδια την απόφαση καταγράφεται ως εύρημα του Δικαστηρίου ότι η ύπαρξη μεταγενέστερων και/ή για άλλους λειτουργούς εξουσιοδοτήσεις εντός του φακέλου δεν επηρεάζει την υπάρχουσα εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/22. Βάσει αυτής, ο κος Αγρότης είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος όπως εκτελεί καθήκοντα Προϊστάμενου, ουδέποτε δε έχει ανακληθεί και είναι σύμφωνη τόσο με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) όσο και των προνοιών του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 1999 έως 2020 (Ν. 158 (Ι)/1999). Παρέπεμψαν, επίσης, στην Υποθ. Αρ. 3754/23, ημερομηνίας 11/07/24 όπου το Δικαστήριο διαφώνησε με την εισήγηση περί αναρμοδιότητας του κου Α. Αγρότη λόγω παύσης του τέως Υπουργού Εσωτερικών υιοθετώντας αντίστοιχο σκεπτικό της Υποθ. Αρ. 907/15 Ξάνθου - όπου καταγράφεται ότι η εξουσιοδότηση ουδέποτε ανακλήθηκε και μέχρι την ανάκληση της ισχύει έστω και αν στο μεταξύ επήλθε αλλαγή στο πρόσωπο που την εξέδωσε. Πρόσθεσαν επί τούτου, ότι με γνώμονα την ομαλή λειτουργία της διοίκησης, την αρχή της συνέχειας και συνέπειας που θα πρέπει να διέπει την εν λόγω λειτουργία καθώς και την ασφάλεια δικαίου προς όφελος του διοικούμενου υπάρχει αυτή η τακτική. Αναφορικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται στο Δικαστήριο υποστήριξαν ότι θα πρέπει να γίνουν αποδεκτά με βάση τη πάγια νομολογία για αξιολόγηση από το Δικαστήριο.
Αναφορικά με την λειτουργό «CAS 65», κωδικός που αντιστοιχεί στην κα Α. Μαμελεντζή (όπως προκύπτει και από το minute sheet του διοικητικού φακέλου) αποτελεί λειτουργό ορισμένου χρόνου με βάση τον κατάλογο/επιστολή ημερομηνίας 11/09/24 που είναι κατατεθειμένος/η στο γενικό διοικητικό φάκελο με αριθμό 05.06.004 ο οποίος προσκομίστηκε και στα πλαίσια των προσφυγών Υποθ. Αρ. 1400/24 και Τ3136/23. Ο δε συνήγορος του Αιτητή θα μπορούσε να διαπιστώσει το όνομα της λειτουργού εάν είχε προβεί σε επιθεώρηση του διοικητικού φακέλου. Ούτε οι αναφορές για άλλες εξουσιοδοτήσεις αφορούν την παρούσα προσβαλλόμενη απόφαση, ούτε μπορούν να εξεταστούν και/ή ούτε χρήζουν οποιασδήποτε απάντησης.
Απέρριψαν και τους συναφείς δύο ισχυρισμούς για το ζήτημα λήξης της απόσπασης της κας Χρυσομηλά-Κουρσουμπά στην Υπηρεσία Ασύλου. Ο κος Α. Αγρότης εξουσιοδοτήθηκε από τον Υπουργό να ενεργεί ως προϊστάμενος και όχι σε αντικατάσταση του, επομένως, δεν ενδιαφέρει και δεν μπορεί να απασχολεί το Δικαστήριο όποιο πρόσωπο ανέλαβε τα καθήκοντα προϊσταμένου μετά την κα Χρυσομηλά-Κουρσουμπά. Άνευ βλάβης, σημείωσαν, ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο που εξετάστηκε το αίτημα του Αιτητή, ανέλαβε καθήκοντα προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου ο κος Α. Γεωργιάδης από τις 14/02/24.
Καταληκτικά, επικαλούμενοι οι Καθ΄ ων η αίτηση το σκεπτικό της απόφασης Υποθ. Αρ. 26/20, ημερομηνίας 10/09/24 προσκόμισαν (α) επιστολή ημερομηνίας 11/09/24, αριθμός φακέλου 05.06.004, με επισυνημμένο επί αυτής κατάλογο των λειτουργών ορισμένου χρόνου που υπηρετούν στην Υπηρεσία Ασύλου όπου καταγράφεται ότι ο κωδικός «CAS 65» αντιστοιχεί στην Aggeliki Mamelentzi και (β) επιστολή ημερομηνίας 13/02/24, αριθμός φακέλου 15.14.011, 15.14.001 με την οποία ενημερώνεται η εσωτερική μετακίνηση κου Α. Γεωργιάδη για άσκηση καθηκόντων Προϊστάμενου στην Υπηρεσία Ασύλου, με επισυνημμένη επί αυτής σχετικής Εξουσιοδότησης ημερομηνίας 26/04/24 του νυν Υπουργού Εσωτερικών. Ούτε ήτο απαραίτητο για την εσωτερική μετακίνηση του κου Α. Γεωργιάδη να γίνει οποιαδήποτε δημοσίευση σύμφωνα και με το Άρθρο 47.1 του περί της Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1990 έως 2024 (Ν.1/1990).
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Προτού προσχωρήσει το Δικαστήριο σε εξέταση των πιο πάνω ζητημάτων θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ένσταση που έφερε ο συνήγορος του Αιτητή για κατάθεση εγγράφων εκ μέρους της εκπροσώπου των Καθ΄ ων η αίτηση (με συγκεκριμένες ημερομηνίες και αριθμούς φακέλων καταχώρησης) προς εξέταση και/ή αξιολόγηση σε απάντηση των ισχυρισμών του δεν έγινε αποδεκτή. Η κατάθεση εγγράφων εκ μέρους της διοίκησης που αφορούν είτε την εύρυθμη λειτουργία της και/ή διοικητικό προσωπικό της και/ή λειτουργούς που υπηρετούν σε αυτή τα οποία έγγραφα είναι και καταχωρημένα σε σχετικούς φακέλους αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας μπορούν να γίνουν αποδεκτά από το Δικαστήριο χωρίς να υπάρχει (πάντα) αναγκαιότητα αίτησης προσαγωγής μαρτυρίας. Εξάλλου, ένας εκ των σκοπών της ενδιάμεσης αυτής διαδικασίας ήταν και η προσκόμιση στοιχείων/εγγράφων εκ μέρους της διοίκησης. Ούτε δε τα πιο πάνω έγγραφα/εξουσιοδοτήσεις όπως αυτά έχουν παρουσιασθεί από τους Καθ΄ ων η αίτηση διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης (Βλέπε Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330, Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145). Ειδικά δε όπου η φύση της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου δεν περιορίζεται στον ακυρωτικό έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης, αλλά και επί του ελέγχου ουσίας με ευρείες εξουσίες αποδοχής μαρτυρίας συμπεριλαμβανομένης και της αξιολόγησης νέων στοιχείων εκ μέρους του ενδιαφερόμενου προσώπου (επί της αίτησης διεθνούς προστασίας) και/ή στοιχείων που δεν ήταν ενώπιον της διοίκησης κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.
Όπως ορθά παραπέμπουν και οι Καθ΄ ων η αίτηση, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να αποδεχθεί τα εν λόγω έγγραφα/εξουσιοδοτήσεις (και τα αποδέχεται) για εξέταση/αξιολόγηση βάσει της Ε.Δ.Δ.Δ.Π.Αρ.26/2024 Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Δ/ντη Υπηρεσίας Ασύλου ν. Gurdhian Singh, ημερομηνίας 10/09/24 (απόφαση Ανωτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου (Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία)), όπου καταγράφηκαν τα ακόλουθα (τα οποία υιοθετούνται πλήρως για σκοπούς της παρούσας ενδιάμεσης απόφασης):
«Η Δημοκρατία αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και προβάλλει τρεις λόγους έφεσης. Ο πρώτος λόγος αφορά τις εξουσίες του Δικαστηρίου με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, στο εξής 'ο Νόμος 73(Ι)/2018'. Εγείρεται ο νομικός ισχυρισμός ότι καθήκον του Δικαστηρίου ήταν, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 11 του Νόμου 73(Ι)/2018, είτε να επικυρώσει είτε να ακυρώσει και να τροποποιήσει την απόφαση ή πράξη εν όλω ή εν μέρει. Ο δεύτερος λόγος εστιάζεται στην κατ' ισχυρισμό λανθασμένη κρίση του Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δεν είχε δικαίωμα να παρουσιάσει μαρτυρία στο στάδιο των διευκρινίσεων, ενώ ο τρίτος λόγος επικεντρώνεται στην κατ' ισχυρισμό λανθασμένη ερμηνεία των προνοιών του Νόμου 73(Ι)/2018, στην έκταση που αφορούν τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Ερμήνευσε τον εν λόγω νόμο με τρόπο που δεν συνάδει με το γράμμα και το σκοπό του άρθρου 46 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2013/32, θεωρώντας ότι δεν είχε εξουσία να υποκαταστήσει την κρίση του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, με τη δική του.
Το πρώτο θέμα που θα μας απασχολήσει, το οποίο αποτελεί και την ουσία της έφεσης, είναι η απόρριψη από το Δικαστήριο της επιστολής, ημερομηνίας 5.05.2020, στην οποία είναι καταγεγραμμένα τα στοιχεία του προσώπου που υπόγραψε την προσβαλλομένη απόφαση. Υπενθυμίζουμε ότι επρόκειτο για τον Ανδρέα Γεωργιάδη που είχε ορισθεί να εκτελεί τα καθήκοντα του Προϊστάμενου Ασύλου.
Η ευπαίδευτη εκπρόσωπος της Δημοκρατίας, τόνισε κατά την αγόρευση της, τις ευρείες εξουσίες που έχει το Δικαστήριο σε σχέση με θέματα μαρτυρίας, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να διατάξει το ίδιο την προσαγωγή μαρτυρίας και ή στοιχείων.
Η πιο πάνω θέση μας βρίσκει σύμφωνους.
Η προσαγωγή εγγράφων και μαρτυριών στη διοικητική δίκη, δεν ρυθμίζεται από το δίκαιο της απόδειξης που ισχύει στην πολιτική δίκη. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας που διέπει την πολιτική δίκη, όπου η ευθύνη για προσαγωγή μαρτυρίας βαρύνει αποκλειστικά τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. C Kassinos Construction Ltd (1990) 3 A.A.Δ 3835).
Ως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στην απόφαση Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ 145, το Δικαστήριο έχει:
« . ευρεία εξουσία να δεχθεί μαρτυρία για οποιοδήποτε σημείο ή ζήτημα, που κρίνει σχετική και αναγκαία για την απόφαση των θεμάτων που εγείρονται στην προσφυγή ή την έφεση, αναφορικά με τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης».
Και στη σελίδα 162:
«Στη διοικητική δίκη ο Δικαστής, και όχι οι διάδικοι, διευθύνει την έρευνα. Έγγραφα και άλλη μαρτυρία σχετική με τα επίδικα θέματα είναι αποδεκτά σε όλα τα στάδια της δίκης, τόσο στην πρωτοβάθμια εξέταση της νομιμότητας της διοικητικής απόφασης ή πράξης, όσο και στη δευτεροβάθμια.
Ο Δικαστής στη διοικητική δίκη δεν περιορίζεται στα στοιχεία που παρουσιάζουν οι διάδικοι, αλλά, για πληρέστερη έρευνα, μπορεί να δώσει οδηγίες για προσκόμιση εγγράφων που κρίνει ότι είναι σχετικά και ασκούν οποιαδήποτε επιρροή στην απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης.»
Για την προσαγωγή μαρτυρίας, άλλης από το διοικητικό φάκελο, απαιτείται άδεια του Δικαστηρίου. Βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση μιας τέτοιας άδειας είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας της οποίας επιζητείται η προσαγωγή προς τα επίδικα θέματα. Τα επίδικα θέματα, πέρα από εκείνα που μπορούν να εξεταστούν αυτεπάγγελτα, προσδιορίζονται από την αντιπαραβολή των εγγράφων προτάσεων (βλ. Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 69, Κωνσταντινίδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1982) 3 Α.Α.Δ. 387, 389, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, 115-116, Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 A.A.Δ. 3835, 3840, Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 19.3.1993 στην Προσφυγή αρ. 374/92).
Ο Νόμος 73(Ι)/2018 που προνοεί για τη λειτουργία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας δίδει ιδιαίτερα ευρείες εξουσίες στο εν λόγω Δικαστήριο, με ρητές και σαφείς προβλέψεις όσον αφορά την προσαγωγή μαρτυρίας. Οι εξουσίες αυτές αποτελούν πολύτιμο εργαλείο για το Δικαστήριο για τη διενέργεια ελέγχου ως προς την ορθότητα της απόφασης ή της πράξης. Επισημαίνουμε ότι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, σε τέτοιας φύσης υποθέσεις, καθορίζεται από το άρθρο 11 του Νόμου 73(Ι)/2018. Με βάση τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου, ο έλεγχος που ασκεί το Δικαστήριο δεν περιορίζεται στη διακρίβωση της νομιμότητας της απόφασης ή της πράξης αλλά επεκτείνεται και στην εξέταση της ορθότητας της υπόθεσης.
Το Δικαστήριο έχει εξουσία, μεταξύ άλλων να λάβει υπόψη του γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής (άρθρο 11 (5)), να διατάξει τη διοικητική αρχή όπως του απαντήσει ερώτημα σχετικό προς το εξεταζόμενο επίδικο θέμα (άρθρο 11 (6)) και να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (7Α) του άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου (άρθρο 11 (7)).
Ο Κανονισμός 7 δε των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2019 (3/2019) προνοεί τα ακόλουθα σε σχέση με το υπό εξέταση θέμα:
«7. Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, συνεντεύξεων του αιτητή ασύλου ή δικαιούχου διεθνούς προστασίας και άλλων διαδικασιών σύμφωνα με τον Περί Προσφύγων Νόμο αρ. 6(Ι)/2000 ως εκάστοτε τροποποιείται και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο,(Ε.Υ.Υ.Α) όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις».
Εκ των ως άνω συνάγεται ότι οι εξουσίες του συγκεκριμένου δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης, είναι ευρείες και ο ρόλος του ρυθμιστικός.
Στρεφόμενοι στα γεγονότα της υπόθεσης, διαπιστώνουμε ότι το Δικαστήριο ενώ εξέτασε και αποδέχθηκε το αίτημα που υποβλήθηκε για την προσκόμιση του υπό κρίση εγγράφου, ακολούθως, στην τελική απόφασή του, απέκλινε από το σκεπτικό της ενδιάμεσης απόφασης του και επανεξέτασε το θέμα αποδεκτότητας του εγγράφου, το οποίο όμως είχε ήδη αποφασίσει. Υπενθυμίζουμε ότι η μόνη επιφύλαξη που εκφράσθηκε αρχικά, κατά την ακρόαση, αφορούσε τη βαρύτητα που θα εδίδετο στο περιεχόμενο των εν λόγω εγγράφων, κατά πόσο ήταν επαρκές για να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του εφεσίβλητου.
Στην τελική του απόφαση το Δικαστήριο ακολούθησε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση, σε σχέση με την αποδεκτότητα του υπό κρίση εγγράφου. Έκρινε ότι το εν λόγω έγγραφο θα έπρεπε να προσαχθεί, «. ακολουθώντας δικονομικά το ορθό διάβημα για προσαγωγή μαρτυρίας και όχι κατά το στάδιο των αγορεύσεων με την προφορική αγόρευση της συνηγόρου των Καθ' ων η Αίτηση», παραγνωρίζοντας ότι είχε ήδη αποδεχθεί την κατάθεση του εγγράφου, μετά από σχετικό προφορικό αίτημα που υποβλήθηκε από τη Δημοκρατία. Απόκλινε από την προηγούμενη κρίση του χωρίς να δικαιολογήσει την πιο πάνω ενέργειά του.
Η κρίση του δικαστηρίου ότι το έγγραφο δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη καθότι παρουσιάστηκε ακολουθώντας λανθασμένο διάβημα δεν συνάδει με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας. Πέραν τούτου, το δικαστήριο παραγνώρισε τις ευρείες εξουσίες που είχε σε σχέση με το θέμα αυτό, με βάση τις ρητές διατάξεις του Νόμου και των Διαδικαστικών Κανονισμών αλλά και με βάση τις αρχές της νομολογίας. Ο λόγος έφεσης 2 γίνεται δεκτός.»
Τώρα, ως προς την ουσία των ισχυρισμών του συνηγόρου του Αιτητή ο πρώτος αφορά τη μη έγκυρη εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/22 και/ή ότι έχει παύσει να ισχύει από την 01/03/23 που ανέλαβε νέος Υπουργός Εσωτερικών – διότι αυτή δόθηκε από τον τέως Υπουργό Εσωτερικών προς το πρόσωπο του κ. Α. Αγρότη. Όπως έχει αποφασιστεί πρόσφατα στην Ε.Δ.Δ.Αρ.63/2018 Κυπριακή Δημοκρατία μέσω 1. Υπουργείου Οικονομικών, 2. Τμήματος Τελωνείων ν. A.H.T. ADVANCES HEATING TECHNOLOGIES, ημερομηνίας 11/01/24 (απόφαση Ανωτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου (Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία)), με ανασκόπηση και της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος - καταγράφονται τα ακόλουθα (τα οποία υιοθετούνται για σκοπούς της παρούσας ενδιάμεσης απόφασης):
«Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υφίστατο σχετική εξουσιοδότηση, χρονολογίας του 2010, άσκησης αρμοδιότητας του διευθυντή Τελωνείων προς την λειτουργό που υπέγραψε την πιο πάνω απόφαση για τον αναπληρωτή διευθυντή. Ο εν λόγω διευθυντής είχε αφυπηρετήσει και ως αναφέρθηκε, άγνωστο παρέμενε κατά πόσο υπήρχε άλλη εξουσιοδότηση εκ μέρους του νέου αναπληρωτή διευθυντή, αφού νέος διευθυντής δεν διορίστηκε.
Η εφεσίβλητη, με αριθμό λόγων, ζήτησε την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του διοικητικού οργάνου. Στο στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας, και δη στο στάδιο της απαντητικής αγόρευσης του συνηγόρου της τελευταίας, για πρώτη φορά τέθηκε ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο και έτσι, ως ζήτημα δημόσιας τάξης, θα μπορούσε να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επισήμανε ότι «.στην απουσία οποιασδήποτε έγγραφης καταχώρισης στο διοικητικό φάκελο, στην οποία να φαίνεται ότι η απόφαση λήφθηκε από το αρμόδιο όργανο, οποιαδήποτε κοινοποίηση απόφασης εκ μέρους του ή η έκδοση απόφασης εκ μέρους του, γίνεται αναρμόδια, εκτός αν παρουσιαστεί σχετική εξουσιοδότηση είτε για έκδοση απόφασης είτε για υπογραφή, που στην τελευταία περίπτωση περαιτέρω χρειάζεται να είναι και καταχωρημένη εγγράφως η απόφαση του αρμοδίου οργάνου».
Αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι μια διοικητική πράξη για να είναι έγκυρη πρέπει να απορρέει από το αρμόδιο διοικητικό όργανο. Η έλλειψη αρμοδιότητας από το όργανο που εξέδωσε την απόφαση συνιστά λόγο ακύρωσης (Βλ. Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3Β Α.Α.Δ. 576). Όπως δε έχει υποδειχθεί στην Dolidze κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 539, η απουσία εξουσιοδότησης προς το πρόσωπο το οποίο εξέδωσε την απόφαση οδηγεί σε ακύρωση της απόφασης λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου.
Σχετική με το υπό εξέταση ζήτημα είναι η υπόθεση Κασσέρα ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 27/16, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:C130, ECLI:CY:AD:2023:C130, όπου ο εφεσείοντας προέβαλε ότι η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε αφού, δεν είχε καταρτιστεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 2 και 35Α του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 10/69). Στην εκεί υπόθεση, παρουσιάστηκε εκχώρηση με την οποία ο αρμόδιος Υπουργός εκχώρησε προς τον γενικό διευθυντή τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του Νόμου. Ο εφεσείοντας, με δεδομένο ότι η εξουσιοδότηση δόθηκε πριν από πολλά χρόνια από προηγούμενο Υπουργό και όχι από τον εν ενεργεία Υπουργό κατά την περίοδο πλήρωσης των θέσεων, υποστήριξε πως η εξουσιοδότηση αυτή δεν μπορούσε να ισχύει, αφού η κάθε διαδικασία πλήρωσης θέσεων είναι ξεχωριστή και αυτόνομη. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, επισήμανε ότι δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός.
Επίσης σχετική με το υπό εξέταση επίδικο ζήτημα είναι και η πρόσφατη υπόθεση Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Ε.Ε.Δ. 84/16, ημερ. 2.10.2023, όπου η εφεσείουσα προέβαλε ότι η σύνθεση της συμβουλευτικής επιτροπής που συστήθηκε για τις προαγωγές ήταν παράνομη καθότι, ο νέος υπουργός, ως εκ της αλλαγής που προέκυψε με τη αντικατάσταση του προηγούμενου, δεν προχώρησε σε επικαιροποιημένη εκχώρηση εξουσιών προς τη νέα γενική διευθύντρια. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας το σχετικό λόγο έφεσης επισήμανε ότι, ο λόγος των αποφάσεων Κασσέρα (ανωτέρω) και Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ.α v. Παναγή κ.α Α.Ε. 47/2014 ημερ. 25.2.21, ECLI:CY:AD:2021:C71, ECLI:CY:AD:2021:C71, όπου στην τελευταία υπογραμμίστηκε το θεσμικά συνεχές ενός διοικητικού οργάνου, καλύπτει τα επίδικα ζητήματα, με την πρόσθετη επισήμανση ότι, «.το γεγονός ότι αντικαταστάθηκε ο Γενικός Διευθυντής, (στον οποίο δόθηκε εκχώρηση.), να μην επηρεάζει κατ' εφαρμογή του ίδιου σκεπτικού (αλλά και κατά κοινή λογική) τα αναλυόμενα».
Στην υπό εξέταση περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε. Εξουσιοδότηση υπήρχε. Με αυτήν εξουσιοδοτήθηκε το πρόσωπο που υπέγραψε την σχετική επιστολή και με την οποία απαίτησε την καταβολή των πιο πάνω ποσών. Σε ακολουθία του λόγου τόσο της υπόθεσης Κασσέρα και όσο και της Φωτιάδου (ανωτέρω), δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος διευθυντής. Περαιτέρω, δεν είχε τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οτιδήποτε που να ανακαλεί την εξουσιοδότηση για την οποία γίνεται αναφορά πιο πάνω.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την υποθέση Σβανάς, στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ουσιωδώς διαφέρουν από τα υπό εξέταση αφού, στην εν λόγω υπόθεση δεν υπήρχε πουθενά καταγεγραμμένη απόφαση του διευθυντή για απόρριψη της αίτησης, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε έγγραφη βεβαίωση με την οποία να αναφέρεται ότι ο διευθυντής εκχωρεί την εξουσία του αυτή σε άλλα πρόσωπα.»
Επανερχόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης η προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 29/07/24 λήφθηκε από τον κ. Α. Αγρότη στη βάση ισχύουσας εξουσιοδότησης ημερομηνίας 09/06/22 που εντοπίζεται ως ερυθρό 34 του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»). Με βάση αυτήν δόθηκε εξουσιοδότηση από τον τέως Υπουργό Εσωτερικών προς τον κο Αγρότη όπως εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου, στα πλαίσια έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας σε πλήρη σύμπνοια με το Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Υπάρχει δηλαδή, ρητή διάταξη Νόμου που να επιτρέπει την μεταβίβαση της εξουσίας λήψης τέτοιων αποφάσεων σε οποιοδήποτε άλλο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου εκτός από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας αυτής (Βλέπε σχετικό Άρθρο 17(4) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 1999 έως 2020 (Ν. 158 (Ι)/1999), βλέπε επίσης Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, (1997) 3 Α.Α.Δ 385). Δεδομένου του ότι η απόφαση η οποία λήφθηκε ήτο από εξουσιοδοτημένο από τον τότε Υπουργό Εσωτερικών πρόσωπο, δεδομένου του ότι επιτρέπεται η εκχώρηση αυτών των εξουσιών δυνάμει του πιο πάνω Άρθρου 2 του Ν.6(Ι)/2000 και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω εξουσιοδότηση (που περιέχει ρητά τις εν λόγω αρμοδιότητες) δεν είχε ανακληθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο από το όργανο που τη μεταβίβασε - μέχρι την ανάκλησή της και/ή μέχρι την σύνταξη τυχόν νέας εξουσιοδότησης η μεταβίβαση αρμοδιότητας ισχύει. Δεν θα ήτο αναμενόμενο (όπως έχει πάγια νομολογηθεί) να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός. Εξάλλου, το όργανο που εξέδωσε την σχετική εξουσιοδότηση δηλαδή ο τέως Υπουργός Εσωτερικών ήτο υπό την θεσμική του ιδιότητα - το ότι αναλήφθηκαν καθήκοντα από νέο Υπουργό Εσωτερικών η σχετική εξουσιοδότηση, ως ο ισχυρισμός του συνηγόρου του Αιτητή, δεν έπαυσε να υπάρχει και/ή να ισχύει.
Ούτε η απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας 1885/2012, αλλά ούτε το διαδικτυακό άρθρο «Έννοια και διακρίσεις της αρμοδιότητας. Μεταβολές στην αρμοδιότητα των διοικητικών οργάνων (Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, διαδικτυακό μάθημα)» ημερομηνίας 10/04/22 που παρουσίασε ο συνήγορος του Αιτητή βοηθούν την περίπτωση του – καθότι και στα δύο κείμενα υπάρχει ανάλυση επί συγκεκριμένων διατάξεων του ελληνικού δικαίου σε συνάρτηση με το γενικό διοικητικό δίκαιο. Εξάλλου, την στιγμή που υπάρχει απόφαση επί του συγκεκριμένου λόγου, ως ανωτέρω, ιεραρχικά ανώτερου δικαστηρίου υπερέχει η αρχή δεσμευτικού προηγούμενου. Όπως δε έχει αποφασιστεί στην Αίτηση Aρ.10/23, ημερομηνίας 19/3/24 Ολομέλειας του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου:
«Η αρχή της δεσμευτικότητας των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί στην κυπριακή έννομη τάξη, ένα από τους σημαντικότερους πυλώνες της, συναρτώμενη με τη βεβαιότητα του δικαίου και τη γενικότερη επικράτηση του κράτους δικαίου». (Βλ. Το σύγγραμμα Γ.Μ.Πική «Το Αγγλικό Κοινό Δίκαιο, Οι Κανόνες της Επιείκειας και η Εφαρμογή τους στην Κύπρο, 1981, Δημοκρατία ν. Γιάλλουρου (1995) 3 Α.Α.Δ. 363 και D.K. Windsupply Ltd v. Δημοκρατίας (2017) 3Β Α.Α.Δ. 542)
Άστοχες είναι και οι τοποθετήσεις του συνηγόρου του Αιτητή και/ή η σύγκριση της επίδικης εξουσιοδότησης ημερομηνίας 09/06/22 του κ. Α. Αγρότη σε σχέση με άλλες εξουσιοδοτήσεις λειτουργών (ερυθρά 36, 35 ΔΦ) που βρίσκονται εντός του φακέλου του Αιτητή και/ή η συσχέτιση της με πρόσωπα τα οποία δεν έχουν εμπλοκή στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε νομικό έρεισμα έχουν και οι εισηγήσεις του περί δημοσίευσης εξουσιοδοτήσεων. Δεν υπάρχει τέτοια νομοθετική υποχρέωση στο Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), αλλά μόνο ότι – «"Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·». Η γραπτή πιο πάνω εξουσιοδότηση κρινόμενη ως έγκυρη και ελλείψει οποιασδήποτε αναγκαιότητας δημοσίευσης της, οδηγεί σε απόρριψη και αυτού του ισχυρισμού του συνηγόρου του Αιτητή.
Ως δεύτερος λόγος για αναρμοδιότητα οργάνου που εξέδωσε την απόφαση αποτελεί ο ισχυρισμός ότι ο κος Α. Αγρότης είναι εγκύρως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό να λαμβάνει αποφάσεις επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας μόνο «επί εκθέσεων/εισηγήσεων που υποβάλλονται από λειτουργούς ορισμένου χρόνου». Χωρίς το Δικαστήριο να αξιολογεί τους λόγους που υφίσταται ο σχετικός περιορισμός και/ή σχετική ρήτρα στην εξουσιοδότηση (– και/ή κατά πόσο αυτό σε περίπτωση που ο υποβάλλων την έκθεση/εισήγηση για έγκριση ήτο με καθεστώς εργοδότησης στην Υπηρεσία Ασύλου άλλου από αυτό ορισμένου χρόνου λ.χ. αορίστου ή μόνιμης και/ή κατά πόσο αυτό θα οδηγούσε σε ακύρωση της πράξης) μετά από εξέταση τόσο των στοιχείων του φακέλου όσο και της επιστολής ημερομηνίας 11/09/24/ Αρ. Φακέλου 05.06.004 (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2) καθίσταται βέβαιο ότι ο λειτουργός που διαβίβασε την έκθεση/εισήγηση για έγκριση/λήψη απόφασης αφορά πρόσωπο με καθεστώτος εργοδότησης ορισμένου χρόνου (ως και η πρόνοια της εξουσιοδότησης ημερομηνίας 09/06/22). Ειδικότερα, από το φύλλο καταχωρήσεων (minute sheet) του φακέλου προκύπτει ότι η έκθεση/εισήγηση (ερυθρό 104 - 81 ΔΦ) να υποβλήθηκε από την κα Αγγελική Μαμελενζή για έγκριση/απόφαση στον αρμόδιο λειτουργό κ. Α. Αγρότη, ήτοι ως ακολούθως:
«Προς Προϊστάμενο,
Η εισήγηση μου σας διαβιβάζεται για τα περαιτέρω
Αγγελική Μαμελεντζή 29/07/2024 [μονογραφή]
κα Αγγελική Μαμελεντζή
29/07/2024 η εισήγηση σας [μονογραφή]
ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ
Ανδρέας Αγρότης»
Η δε επιστολή ημερομηνίας 11/09/24 που προσκομίστηκε από τους Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας, καταγράφει σαφώς ότι ο επισυναπτόμενος κατάλογος των λειτουργών που υπηρετούν στην Υπηρεσία Ασύλου είναι με το καθεστώς ορισμένου χρόνου και/ή υπηρετούν στην Υπηρεσία δυνάμει διαδοχικών συμβολαίων εργοδοτουμένου ορισμένου χρόνου. Σε αυτόν τον κατάλογο περιλαμβάνεται και το όνομα της κας Αγγελικής Μαμελεντζή (που αντιστοιχεί στον κωδικό «CAS65»). Αφού η έκθεση/εισήγηση υποβλήθηκε από πρόσωπο υπό το καθεστώς ορισμένου χρόνου, εγκρίθηκε και υπογράφηκε από τον κ. Α. Αγρότη, ο οποίος έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών να προχωρεί σε έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας και/ή η απόφαση που λήφθηκε ήτο εντός των εξουσιών που ορίζονται στην σχετική εξουσιοδότηση η όλη διοικητική ενέργεια καλύπτεται από πέπλο νομιμότητας και δεν υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να ανατρέπει το τεκμήριο κανονικότητας της διοικητικής πράξης (Βλέπε Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας, ημερ.12/03/2001, Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929) και/ή η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από εξουσιοδοτημένο και εν τέλει αρμόδιο πρόσωπο. Εξάλλου, όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987, στην απουσία έγγραφης καταχώρησης που να επιβεβαιώνει ότι η απόφαση έχει ληφθεί από το αρμόδιο όργανο, το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων δεν μπορεί να προσδώσει νομιμότητα στις πράξεις αυτές - στην παρούσα περίπτωση, όμως (ως η ανωτέρω ανάλυση) αυτό δεν προκύπτει, συνεπώς, οι γενικοί ισχυρισμοί επί αυτού του σημείου απορρίπτονται στο σύνολο τους ως ατεκμηρίωτοι και/ή αβάσιμοι.
Οι άλλοι δύο ισχυρισμοί του συνηγόρου του Αιτητή απορρίπτονται επίσης ως ανεδαφικοί. Το γεγονός ότι η απόσπαση της κας Μ. Χρυσομηλά-Κουρσουμπά για εκτέλεση καθηκόντων για ικανοποίηση υπηρεσιακών αναγκών στην Υπηρεσία Ασύλου ήτο από τις 09/12/19 μέχρι τις 08/12/22 (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ.5272, ημερομηνίας 16/04/20), δεν επηρεάζει την δοθείσα έγκυρη εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 09/06/22 προς τον κ. Α. Αγρότη για να ενεργεί και/ή να ασκεί συγκεκριμένες εξουσίες ή καθήκοντα του «Προϊστάμενου» της Υπηρεσίας Ασύλου. Βάσει αυτής:
«Με βάση το άρθρο 2(1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)00, ως εκάστοτε τροποποιείται και τον ορισμό του όρου «Προϊστάμενος», όπου σημαίνει «αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο Λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊστάμενου», δια της παρούσας, εξουσιοδοτώ:
α) τον κο Ανδρέα Αγρότη, Διοικητικό Λειτουργό αορίστου χρόνου της Υπηρεσίας Ασύλου και
β) τον κο Παντελή Καζαντζή. Διοικητικό Λειτουργό αορίστου χρόνου της Υπηρεσίας Ασύλου
για να ασκούν μέρος των εξουσιών ή να εκτελούν μέρος των καθηκόντων του Προϊστάμενου, που αφορούν στην έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας περιλαμβανομένων αποφάσεων αποκλεισμού (άρθρο 5), ανάκλησης (άρθρο 64), παραίτησης (άρθρο 6Β) και παύσης (άρθρο 6) καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αποφάσεων επί μεταγενέστερων αιτήσεων (άρθρο 16Δ), επανανοίγματος φακέλου (άρθρο 16Ε), τερματισμού δικαιώματος παραμονής (άρθρο 8) και εκδοση αποφάσεων επιστροφής (άρθρα 12Α, 13, 18), αποφάσεων σχετικά με ασυνόδευτους ανήλικους και παραπομπή αυτών στους αρμόδιους φορείς (άρθρο 10), αποφάσεων σχετικά με απαράδεκτες αιτήσεις (άρθρο 12Βτετράκις), αποφάσεων σχετικά με εσωτερική μετεγκατάσταση (άρθρο 12Γ), αποφάσεων σχετικά με σιωπηρή απόσυρση αίτησης ή υπαναχώρηση από αυτή
(άρθρο 16Β), αποφάσεων σχετικά με ρητή απόσυρση αίτησης (άρθρο 16Γ), αποφάσεων σχετικά με προσωρινή προστασία (άρθρα 20 – 20ΙΒ) και αποφάσεων σχετικά με την οικογενειακή ενότητα (άρθρο 25).
Η παρούσα εξουσιοδότηση αφορά αποφάσεις επί εκθέσεων εισηγήσεων που υποβάλλονται από λειτουργούς ορισμένου χρόνου.
Η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 24 Φεβρουαρίου 2021 καταργείται.
[υπογραφή]
Νίκος Νουρής
Υπουργός Εσωτερικών»
Απορρίπτεται και ο συναφής ισχυρισμός ότι η αρμοδιότητα του κ. Α. Αγρότη δεν εκτείνεται και σε σχέση με αποφάσεις επιστροφής και/ή σε πρόνοιες του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ. 105). Η πιο πάνω εξουσιοδότηση παρέχει άσκηση εξουσιών και/ή καθήκοντα Προϊστάμενου Υπηρεσίας Ασύλου συμπεριλαμβανομένων και του «τερματισμού δικαιώματος παραμονής (άρθρο 8) και έκδοση αποφάσεων επιστροφής (άρθρα 12Α, 13, 18)». Ως δε προνοείται στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας, στην έκταση που ενδιαφέρει, συγκεκριμένα το Άρθρο 8 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000):
«Δικαίωμα παραμονής και βεβαίωση υποβολής αίτησης
8.-[…] ο αιτητής έχει, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του μέχρι-
(i) την ημερομηνία κατά την οποία λήγει άπρακτη η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 12Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου για άσκηση προσφυγής κατά απόφασης του Προϊσταμένου επί της εν λόγω αίτησης ή κατά απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής την οποία ο αιτητής τυχόν καταχώρησε ενώπιόν της, ή
(ii) σε περίπτωση που ασκήθηκε η προαναφερόμενη προσφυγή εμπρόθεσμα, την ημερομηνία έκδοσης πρωτόδικης απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου επ’ αυτής.
[…] (α) δικαίωμα παραμονής δεν θεμελιώνει δικαίωμα για χορήγηση άδειας διαμονής.»
[ο τονισμός δικός μου]
Ως, επίσης, προνοείται στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας, στην έκταση που ενδιαφέρει, συγκεκριμένα το Άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000):
«13.-(1) Κατά την κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων, ο αρμόδιος λειτουργός εξετάζει την αίτηση και προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του αιτητή, εκτός στις περιπτώσεις όπου τέτοια συνέντευξη δυνατό να έχει ήδη πραγματοποιηθεί δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 12Δ.
(2) Ο Προϊστάμενος, μετά την εξέταση της έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού, δύναται, με απόφασή του:
(α) Να αναγνωρίσει τον αιτητή ως πρόσφυγα·
(β) να αναγνωρίσει στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας·
(γ) [Διαγράφηκε]·
(δ) να απορρίψει την αίτηση και εκδώσει απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή διάταγμα απέλασης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου:
Νοείται ότι, η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή του διατάγματος απέλασης τελεί υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 4 και 8.»
[ο τονισμός δικός μου]
Τώρα, με βάση το Άρθρο 2 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (ΚΕΦ.105), «Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης» ορίζεται στην νομοθεσία ως ο Υπουργός Εσωτερικών ο οποίος έχει την εξουσία για έκδοση απόφασης επιστροφής ως οι πρόνοιες των Άρθρων 18ΟΗ και 18ΟΘ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (ΚΕΦ.105). Λαμβάνοντας υπόψη ολιστικά τις πρόνοιες και των δύο νομοθετημάτων, του περιεχομένου της δοθείσας εξουσιοδότησης και του γεγονός ότι αρμόδιο κατά την νομοθεσία πρόσωπο για έκδοση αποφάσεων επιστροφής είναι ο Υπουργός Εσωτερικών ως «Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης», η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/22 κρίνεται ότι καλύπτει τον κ. Α. Αγρότη να ασκεί και τις συγκεκριμένες εξουσίες. Ούτε οι σκοποί που η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 10/11/20 παραχώθηκε στην κα Μ. Χρυσομηλά - Κουρσουμπά από τον Υπουργό Εσωτερικών (ερυθρό 36 ΔΦ) μπορούν να απασχολήσουν το Δικαστήριο, διότι δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας προσφυγής και/ή ούτε επηρεάζει την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή διοικητική απόφαση.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, καταλήγω ότι όλοι οι ισχυρισμοί περί αναρμοδιότητας προσώπου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίπτονται στο σύνολο τους και παραμένει η εκδίκαση της προσφυγής ως προς τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης νομιμότητας/ορθότητας της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Δεν εκδίδεται καμία διαταγή για έξοδα.
Η υπόθεση ορίζεται στις 20/05/25 για Διευκρινίσεις. Οι Καθ΄ ων αίτηση να καταχωρίσουν Γραπτή Αγόρευση μέχρι τις 10/04/25, τυχόν Απαντητική του Αιτητή μέχρι τις 12/05/25.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο