C.C. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 3715/23, 4/2/2025
print
Τίτλος:
C.C. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 3715/23, 4/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 3715/23

 05 Φεβρουαρίου 2025

[Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΠ]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

C.C.

Αιτητής

και

 

Κυπριακή Δημοκρατία, και/ή μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η αίτηση

 

 

 Αίτηση ημερομηνίας 28/02/2024 για προσαγωγή μαρτυρίας

 

Π. Γιαννακάς (κος) για τον Αιτητή

Α. Φιλίππου (κος) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τους Καθ΄ ων η αίτηση

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας  15/09/2023 σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.

Εκκρεμούσης της παρούσας προσφυγής και μετά την καταχώρηση ένστασης στην προσφυγή, στις 28/02/2024, καταχωρήθηκε από πλευράς του Αιτητή, η υπό εξέταση αίτηση για χορήγηση άδειας προσαγωγής μαρτυρίας. 

 

Με την υπό εξέταση αίτηση, ο Αιτητής αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου, με το οποίο να δίδεται άδεια για προσαγωγή μαρτυρίας υπό μορφή ένορκης δήλωσης (εφεξής «προτεινόμενη ένορκη δήλωση») ως αυτή επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση του ιδίου που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση.  Ως ισχυρίζεται ο  ομνύοντας με την προτεινόμενη μαρτυρία, επιχειρούνται να προσαχθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα γεγονότα που έλαβαν χώρα με στόχο την πλήρη ανάδειξη εκείνων των γεγονότων που υποστηρίζουν τον παραμερισμό της υπό κρίσης απόφασης[1] και αποδεικνύουν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ούτε σε δέουσα έρευνα έχουν προβεί και γενικότερα τελούσαν υπό πλάνη περί τα πράγματα, ούτε έδωσαν στον Αιτητή το δικαίωμα να ακουστεί και να εξηγήσει τις θέσεις του κατά τρόπο κατάλληλο και συμβατό με τις πρόνοιες του προσφυγικού δικαίου αλλά και συμβατό με την ψυχοσύνθεση και την ευαλωτότητα του Αιτητή.[2]

 

Με την προτεινόμενη ένορκη δήλωσή του ο Αιτητής επιχειρεί να αποδείξει την δίωξή του συνεπεία του σεξουαλικού προσανατολισμού (του ίδιου και του  αδελφού του), της υποβοήθησης του αδελφού του στην ακτιβιστική του δράση αλλά και του συσχετισμού του με τη μη κυβερνητική οργάνωση PSI (Population Services International). Συγκεκριμένα, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι του επιτέθηκαν πολλές φορές στο παρελθόν και ότι η επίθεση που ο ίδιος, ο αδελφός του και άλλοι ακτιβιστές δέχτηκαν στις 11 Νοεμβρίου του 2019, τον οδήγησε στο νοσοκομείο.  Αφότου έλαβε εξιτήριο, κρύφτηκε στο σπίτι της μητέρας του ενώ μόλις μαθεύτηκε η εκεί διαμονή του, πυρπόλησαν το σπίτι τους.  Ο Αιτητής προτίθεται με την ένορκη του δήλωση να προσκομίσει τα κάτωθι έγγραφα :

 

-Ως Τεκμήριο Α1 τέσσερα αντίγραφα αποδείξεων αποστολής εγγράφων από το Temple of Justice Liberia προς το δικηγορικό γραφείο Παναγιώτη Γιαννακά, ημερομηνίας 18/12/2023.

-Ως Τεκμήριο Β1 δυο αντίγραφα φωτογραφιών που απεικονίζουν ένα καμένο και κατεστραμμένο σπίτι.

-Ως Τεκμήριο Β2 αντίγραφο ένορκης δήλωσης στην αγγλική γλώσσα και μετάφραση αυτής στην ελληνική, του Joseph A. Ross, ενώπιον του Ειρηνοδίκη James K. Nimene, ημερομηνίας 12/11/2019, σε σχέση με την επίθεση που πραγματοποιήθηκε στις 11/11/2019 και τη μετέπειτα μεταφορά των πληγέντων στο νοσοκομείο.

-Ως Τεκμήριο Β3 αντίγραφο επιστολής στην αγγλική γλώσσα μετάφραση αυτής στην ελληνική, του νομικού συμβούλου Pearson Adam, ημερομηνίας 13/12/2023, αναφορικά με τη ακτιβιστική δράση του αδελφού του Αιτητή και τις επιθέσεις που δέχονταν τα αδέλφια της οικογένειας, αφού τους καταλόγιζαν ότι ήταν θετικοί στον ιό HIV.

-Ως Τεκμήριο Β4 αντίγραφα ιατρικών σημειωμάτων και συγκεκριμένα αντίγραφο εγγράφου το οποίο τιτλοφορείται ως «Medical Certificate of Health» ημερομηνίας 11/11/2019, αντίγραφο εγγράφου με τίτλο «Discharge Slip» ημερομηνίας 11/11/2019, αντίγραφο εγγράφου (χωρίς τίτλο) ημερομηνίας 11/11/2019 και αντίγραφο εγγράφου με τίτλο «Laboratory Slip» ημερομηνίας 11/11/2019 του JC Medical Clinic

 

Η αίτηση έφερε την αντίδραση των Καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι καταχώρησαν Ένσταση εισηγούμενοι την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή, προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους:

 

-   Η αίτηση είναι παράτυπη και/ ή αντικανονική και/ή νομικά αβάσιμη ή/και απαράδεκτη και/ή το αιτούμενο διάταγμα δεν είναι δυνατό να εκδοθεί.

-      Η αίτηση αποσκοπεί στην καθυστέρηση και/ή στην κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

-      Αντιβαίνει στους δικονομικούς κανόνες.

-    Δεν πληρούνται οι νομοθετικές και οι νομολογιακές προϋποθέσεις για να επιτραπεί από το Δικαστήριο η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας.

-      Η προτεινόμενη μαρτυρία δεν είναι εύλογα σχετική προς οποιοδήποτε επίδικο θέμα.

-       Η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί δεν επιτελεί κανένα σκοπό και/ή δεν προσκομίζεται για να αποδείξει κανένα γεγονός και/ή έγγραφο και/ή δεν συγκεκριμενοποιείται η μαρτυρία που προτίθεται να κατατεθεί. 

-    Τα έγγραφα που επιδιώκεται να προσαχθούν δεν μπορούν να αποτελέσουν επίσημα έγγραφα ούτε αποδεκτή μαρτυρία.

 

Την ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση συνοδεύει ένορκη δήλωση της κας. Βελίκοβα, δικηγόρου για Γενικό Εισαγγελέα, η οποία υποστηρίζει τους πιο πάνω ισχυρισμούς. 

 

Προς υποστήριξη της επίδικης αίτησης ο συνήγορος του Αιτητή με τη γραπτή του αγόρευση ισχυρίζεται ότι η μαρτυρία που επιθυμεί να προσαγάγει ο Αιτητής είναι απόλυτα σχετική με τα γεγονότα της υπό εξέτασης αίτησης.  Ως προς το Τεκμήριο Α1, επιχειρείται να καταδειχθεί το γνήσιο και το αξιόπιστο των εγγράφων που στάλθηκαν στο δικηγορικό γραφείο του συνηγόρου του Αιτητή, αφού τις πρώτες δυο σελίδες του τεκμηρίου, τις εξέδωσε η πολυεθνική εταιρεία μεταφορών FedEx, η οποία δεν θα διακινδύνευε να πλήξει τη φήμη και την αξιοπιστία της εκδίδοντας ή συμμετέχοντας στην έκδοση παραποιημένων εγγράφων.  Με το Τεκμήριο Β1, ο Αιτητής προτίθεται να παράσχει οπτική τεκμηρίωση των όσων καταγράφονται στην επιστολή υπό μορφή ένορκης δήλωσης νομικού συμβούλου (Τεκμήριο Β3), ήτοι το κάψιμο του σπιτιού της μητέρας του Αιτητή κατά τη διάρκεια της τελευταίας εναντίον του Αιτητή και των αδελφών του επίθεσης.  Με το Τεκμήριο Β2, ο Αιτητής επιχειρεί να καταδείξει ότι κατήγγειλαν, μέσω δικηγόρου, την επίθεση που δέχτηκαν στις 11/11/2019 και διεξήχθη εναντίον των δραστών ποινική διαδικασία.  Με το Τεκμήριο Β3, επιχειρείται να καταδειχθεί ο κίνδυνος που ελλοχεύει γι’ αυτούς σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής τους και ζητείται η προστασία τους από τη Δημοκρατία.  Με το Τεκμήριο Β4, ο Αιτητής και προς επίρρωση των όσων καταγράφονται στην ένορκη δήλωση δικηγόρου (Τεκμήριο Β2) για την επίθεση που δέχτηκαν στις 11/11/2019, επιχειρεί να προσκομίσει έγγραφα από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύτηκε.  Τέλος, υποστηρίζεται ότι η μαρτυρία που επιχειρείται να προσαχθεί είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα επίδικα θέματα και εξυπηρετεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.  

 

Από την πλευρά του ο κος. Φιλίππου για τους Καθ’ ων η αίτηση υιοθετώντας το περιεχόμενο της ένστασης και της ένορκης δήλωσης που την υποστηρίζει, ισχυρίζεται ότι η μαρτυρία που ο Αιτητής προτίθεται να προσαγάγει δεν είναι εύλογα σχετική με τα επίδικα θέματα και ούτε η απόδειξή της μπορεί να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. 

 

Κατά την ακρόαση της επίδικης αίτησης, οι συνήγοροι και των δύο πλευρών ενέμειναν στις εκατέρωθεν θέσεις τους υιοθετώντας τα όσα με τις αγορεύσεις τους προέβαλαν προς υποστήριξη των θέσεων τους.

 

Το δικονομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο το Δικαστήριο εξετάζει ενδιάμεσες αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας, καθορίζεται από τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019, όπου σύμφωνα με τον Κανονισμό 8:

 

«Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις».

 

Παρέχεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να δεχτεί μαρτυρία, εφόσον βέβαια τηρηθούν οι δικονομικοί κανόνες που καθορίζονται από τους διαδικαστικούς κανονισμούς όπως και οι κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καθοριστεί από την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Προσαγωγή μαρτυρίας επιτρέπεται μόνον όταν η απόδειξη των συγκεκριμένων γεγονότων τεκμηριώνει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. Αρ. 999/91, ημερ. 24.9.1992 και Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υποθ. Αρ. 71/97, ημερ. 18.11.1999).  Ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έγκειται στο ότι η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί πρέπει να είναι σχετική με τα επίδικα θέματα και με τους λόγους ακυρώσεως που προωθούνται (βλ. K.N.K. v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 5787/13, ημερομηνίας 18/10/2019).

 

Επομένως, για να εξεταστεί και να κριθεί από το Δικαστήριο η σχετικότητα της μαρτυρίας, πρέπει η προτεινόμενη μαρτυρία να συγκεκριμενοποιείται τόσο στην αίτηση όσο και στην ένορκη δήλωση (βλ. Ιωσηφίδης v. Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου,(2006) 3 ΑΑΔ 677). Εάν η μαρτυρία που ζητείται να προσαχθεί δεν συγκεκριμενοποιείται, τότε δεν υπάρχει το αναγκαίο υπόβαθρο για να μπορεί να αξιολογηθεί η σχετικότητα της (βλ.υποθ. αρ. 1024/14 FBME Bank Ltd v. Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ημερομηνίας 18/12/2015).

 

Είναι πάγια και διαχρονική η θέση της νομολογίας πως τα γεγονότα που επιδιώκονται να προσαχθούν με μαρτυρία πρέπει να προσδιορίζονται με λεπτομέρεια (βλ. Sportsman Betting Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 591, υπόθεση αρ. 300/03, Χρ. Ιωσηφίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, ημερομηνίας 20/11/02). Όλες οι πιο πάνω κατευθυντήριες αρχές επιβεβαιώθηκαν και από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Γρηγόριος Θαλασσινός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αν. Έφεση αρ. 3420,(2003) 3 ΑΑΔ 507.

 

Επιπρόσθετα, δεν είναι δυνατόν να προσαχθεί μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει τα στοιχεία που η διοίκηση είχε ενώπιον της κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Α. 106, και Ράφτη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335).

 

Όπως ωστόσο προκύπτει από το άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, Ν.73(Ι)/2018, το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάζει πλήρως τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που άπτονται αίτησης διεθνούς προστασίας.  Το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την προσαγωγή μαρτυρίας η οποία δεν είχε τεθεί ενώπιον του διοικητικού οργάνου μόνο στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι η παράλειψη αυτή δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του/της αιτητή/τριας και αδυνατούσε να τα προσκομίσει και βεβαίως είναι συναφή με τα επίδικα θέματα της υπόθεσης.

 

Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω κατευθυντήριες γραμμές, προχωρώ να εξετάσω τα γεγονότα της υπό κρίση αίτησης, ανατρέχοντας στα ενώπιον μου έγγραφα όπως αυτά περιέχονται ως παραρτήματα στην Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Από ανάγνωση του πρακτικού της συνέντευξης του Αιτητή, κατά την αφήγησή του ως προς τους λόγους αναχώρησής του από τη Λιβερία, χώρα καταγωγής του, προέβαλε ότι η μη κυβερνητική οργάνωση στην οποία εργαζόταν ο αδελφός του, λόγω μιας παρεξήγησης μεταξύ αμφότερων, προσπάθησε να κάνει κακό τόσο στον Αιτητή όσο και στον αδελφό του.  Στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν ως προς τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο αδελφός του ανήκε στο δυναμικό της οργάνωσης PSI και συγκεκριμένα εργαζόταν στο τμήμα που ασχολείτο με ζητήματα ομοφυλόφιλων.  Ερωτηθείς για πόσο χρονικό διάστημα εργαζόταν στη PSI, αρχικά ανέφερε 2 εβδομάδες και έπειτα ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν εκεί για 6 μήνες.  Επισημαίνοντας στον Αιτητή ότι κατά τη καταγραφή του αιτήματος του δήλωσε ότι υπέστη δίωξη ένεκα της σεξουαλικότητάς του, δήλωσε ότι την αίτηση τη συμπλήρωσε ο αδελφός του δηλώνοντας ότι δεν έχει να αναφέρει το οτιδήποτε σε σχέση με το σεξουαλικό του προσανατολισμό.

 

Ο λειτουργός διέκρινε δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, έτυχε αποδοχής, ο δε δεύτερος σχετικά με τη δίωξη του Αιτητή και του αδελφού του από τη μη κυβερνητική οργάνωση PSI, λόγω παρεξήγησης μεταξύ της οργάνωσης και του αδελφού του, ισχυρισμός ο οποίος απορρίφθηκε.

 

Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν γενικές, αόριστες και αντιφατικές.  Αρχικά, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει το είδος της παρεξήγησης που συνέβη μεταξύ αμφότερων αλλά ούτε και να δώσει πληροφορίες αναφορικά με τη PSI και την εκεί εργασία του αδελφού του.  Συγκεκριμένα, ερωτηθείς αν γνώριζε τι σήμαιναν τα αρχικά PSI και ποιος την ίδρυσε, απάντησε ότι δεν ήξερε και ερωτηθείς για το χρονικό διάστημα που εργαζόταν ο αδελφός του στη PSI, στην αρχή ανέφερε 2 εβδομάδες και έπειτα άλλαξε τις δηλώσεις του, ισχυριζόμενος ότι βρισκόταν εκεί για 6 μήνες.  Ακόμη, στην αίτηση διεθνούς προστασίας κατέγραψε ότι στη χώρα του αντιμετώπισε δίωξη ένεκα του σεξουαλικού του προσανατολισμού και ερωτηθείς πως το εννοούσε αυτό, απάντησε ότι την αίτηση τη συμπλήρωσε ο αδελφός του.  Κληθείς αν είχε να σχολιάσει οτιδήποτε σε σχέση με τη σεξουαλική του ταυτότητα για την οποία δεν έκανε καμία αναφορά στη συνέντευξη, δεν παρέθεσε κάτι ως προς αυτή.

 

Επαναλαμβάνω ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι με αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας δεν μπορεί να επιχειρείται η εισαγωγή καινοφανών ισχυρισμών παρά μόνο αποδεικτικό μέσο ισχυρισμών και γεγονότων τα οποία ο/η αιτητής/τρια έχει ήδη εγείρει ενώπιον της αρμόδιας αρχής.

 

-Τεκμήριο Α1: αφορά αντίγραφα αποδείξεων αποστολής εγγράφων που φέρουν ημερομηνία 18/12/2023.  Το γεγονός ότι τα πρώτα δυο από τα τέσσερα αντίγραφα, τα εξέδωσε η εταιρεία μεταφορών FedEx, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εγγυηθεί τη γνησιότητα και την αξιοπιστία των εγγράφων των οποίων έγινε η αποστολή.  Αυτό προκύπτει από το ότι η εταιρεία μεταφορών, δεν θα έλεγχε τα έγγραφα αλλά ακόμη και αν για κάποιο λόγο θα έπρεπε να ελέγξει το περιεχόμενο τους, δεν θα ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει τη γνησιότητα και την αξιοπιστία τους.

 

-Τεκμήριο Β1: το συγκεκριμένο φωτογραφικό υλικό το οποίο πρόκειται για φωτοαντίγραφα φωτογραφιών που απεικονίζουν το κάψιμο ενός σπιτιού και τη μετέπειτα κατάστασή του, δεν δύναται να αποτελέσει έγγραφο προς επίρρωση των ισχυρισμών του Αιτητή, αφού η απεικόνιση ενός σπιτιού δεν μπορεί να συνδεθεί από μόνη της με τους ισχυρισμούς του Αιτητή.

 

-Τεκμήριο Β2: το αντίγραφο ένορκης δήλωσης ως και η μετάφραση αυτής, ημερομηνίας 12/11/2019, αποτελεί προγενέστερο της συνέντευξης του Αιτητή (30/11/2022) έγγραφο και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό καθώς συνεπεία δικής του υπαιτιότητας, παρέλειψε να προβάλει τους ισχυρισμούς σχετικά με την επίθεση που δέχτηκε, τη μετέπειτα μεταφορά του στο νοσοκομείο αλλά και τη διεξαγωγή ποινικής διαδικασίας εναντίον των δραστών ως και να παραθέσει σχετικές βεβαιώσεις ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ενώ του δόθηκαν αρκετές ευκαιρίες να το πράξει.  Ο Αιτητής δεν εξηγεί μέσω της ένορκής του δήλωσης τους λόγους για τους οποίους δεν παρέθεσε τους ανωτέρω ισχυρισμούς στη συνέντευξή του.

 

-Τεκμήριο Β3 το αντίγραφο επιστολής ως και η μετάφραση αυτής, ημερομηνίας 13/12/2023, πρόκειται για έγγραφο με αναφορά σε προγενέστερα της συνέντευξης του Αιτητή γεγονότα σχετικά με την ακτιβιστική δράση του αδελφού του και τις επιθέσεις που δέχονταν τα αδέλφια της οικογένειας.  Ο Αιτητής, παρέλειψε να προβάλει αυτούς τους ισχυρισμούς ως και σχετικές βεβαιώσεις ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, λόγω δικής του υπαιτιότητας.  Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν εξηγεί μέσω της ένορκης του δήλωσης τους λόγους για τους οποίους δεν παρέθεσε τους  ισχυρισμούς στη συνέντευξή του.  Αμφιβολίες δε εγείρονται ως προς το έγγραφο, αφού εν προκειμένω καταγράφεται ότι κατά τη διάρκεια της επίθεσης που δέχτηκε ο Αιτητής και τα αδέλφια του στις 11/11/2019, προκλήθηκε μεγάλη καταστροφή η οποία οδήγησε στο κάψιμο του σπιτιού.  Ωστόσο, στην ένορκη του δήλωση αναφέρει ότι κατόπιν της επίθεσης που δέχτηκαν ο Αιτητής τα αδέλφια του και άλλοι ακτιβιστές στις 11 Νοεμβρίου του 2019, τον μετέφεραν στο νοσοκομείο και αφότου έλαβε εξιτήριο, κρύφτηκε στο σπίτι της μητέρας του ενώ μόλις μαθεύτηκε η εκεί διαμονή του, έκαψαν το σπίτι.

 

-Τεκμήριο Β4 τα αντίγραφα ιατρικών σημειωμάτων ημερομηνίας 11/11/2019 και 12/11/2019, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά αφενός μεν γιατί δεν είναι καλής ποιότητας και αφετέρου διότι δεν μπορούν να αποδείξουν τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι τραυματίστηκε από επίθεση που δέχτηκε στις 11/11/2019.

 

Υπενθυμίζω ότι το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει προσαγωγή μαρτυρίας η οποία δεν είχε τεθεί ενώπιον του διοικητικού οργάνου μόνο στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι η παράλειψη αυτή δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του/της αιτητή/τριας και αδυνατούσε να τα προσκομίσει αλλά και είναι συναφή με τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς.

 

Από τα ενώπιον μου δεδομένα απορρέει ότι η επιδιωκόμενη να προσαχθεί μαρτυρία δεν είναι εύλογα σχετική με τα επίδικα θέματα και ούτε η απόδειξή της μπορεί να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης.  Ειδικά το όσα επιχειρεί να παρουσιάσει ο Αιτητής ως πρόσθετη μαρτυρία σε σχέση με τη δίωξή του λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού του ίδιου και του αδελφού του και της βοήθειας που προσέφερε στον αδελφό του ως προς την ακτιβιστική του δράση, εφόσον ουδέν εξ αυτών αναφέρθηκαν κατά την συνέντευξη του Αιτητή και ως εκ τούτου κρίνονται ως νέοι μεταγενέστεροι ισχυρισμοί.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω, κρίνω ότι η ενδιάμεση αίτηση του Αιτητή για προσαγωγή μαρτυρίας αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €250 έξοδα υπερ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή, πληρωτέα με την ολοκλήρωση της κυρίως αίτησης ακυρώσεως του Αιτητή.

  

Α. ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ

 



[1] Παράγραφος 10 της Ένορκης δήλωσης του Αιτητή ημερομηνίας 28/02/2024

[2] Παράγραφος 11 της Ένορκης δήλωσης του Αιτητή ημερομηνίας 28/02/2024


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο