M.Β. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 1204/2024, 24/3/2025
print
Τίτλος:
M.Β. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 1204/2024, 24/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1204/2024

 

24 Μαρτίου, 2025

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.Β.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 18/11/24 για επαναφορά της Προσφυγής

Εμφανίσεις:

Π. Μπενέτης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θ. Βασιλάκη (κα) για Ν. Νικολάου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 08/03/24 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Ο Αιτητής, μέσω του δικηγόρου του, με την παρούσα αίτηση ζητά διάταγμα του Δικαστηρίου για:

1.  Επαναφορά (Reinstatement) της ανωτέρω προσφυγής.

2.  Περαιτέρω ή άλλη θεραπεία.

3.  Έξοδα της αίτησης.

 

Η αιτήση βασίζεται συγκεκριμένα στις διατάξεις και/ή κανονισμούς των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμούς του 2023, στον περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) (3/1962), του περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2019 (3/2019) και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση βασίζονται στη συνημμένη ένορκη δήλωση του Αιτητή (είναι στην ελληνική του μεταφράστηκε κατά την κατάθεσης της στο πρωτοκολλητή). Με την ένορκη δήλωση,  καταγράφεται μεταξύ άλλων, ότι προσωπικά προσήλθε και καταχώρησε την προσφυγή με αριθμό 2067/23 στις 08/04/24 η οποία ήτο ορισμένη στις 16/05/24, ότι η υπόθεση του ορίστηκε εκ νέου στις 21/06/24, ότι προσήλθε στις 21/06/24 στο Δικαστήριο όπου η υπόθεση του ορίστηκε ξανά στις 16/07/24 αλλά στις 10/07/24 είχε ατύχημα και δεν προσήλθε για την υπόθεση του στις 16/07/24 αλλά επισκέφθηκε ιατρό στις 27/07/24 ο οποίος εξέδωσε πιστοποιητικό ασθενείας το οποίο επισυνάπτει.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση όπου ισχυρίζονται ότι η αίτηση είναι παράτυπη, τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι αντιφατικά, μη εύλογα και ακόμη και αν γίνουν δεκτά στην ολότητά τους δεν δικαιολογούν την επαναφορά τής δικαστικής διαδικασίας, σκοπός της παρούσας αίτησης είναι η υπερφαλάγγιση των δικονομικών διατάξεων και η αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών, δεν αποκαλύπτεται κανένας λόγος και/ή κανένας καλός λόγος που να επιτρέπει την επαναφορά της προσφυγής και/ή κανένας λόγος που να αποδεικνύει ότι η μη προώθηση δεν ανταποκρίνεται στην πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, σκοπείται η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

 

Οι διάδικοι κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία αγόρευσαν σχετικά παραπέμποντας σε πάγια νομολογία επί του θέματος.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Με βάση την πάγια νομολογία, αιτήσεις επαναφοράς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αυστηρότητα, ιδιαίτερα λόγω της εκ του Συντάγματος και εκ του Νόμου προβλεπόμενης προθεσμίας που δεν μπορεί να επεκταθεί πέραν των 30 ημερών. (Βλέπε σχετικά Υποθ.Αρ. 1252/2012 El Aassy v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17/05/2011, Υποθ.Αρ.5663/2013 Σπύρος Σταυρινάκης v. Κυπριακής Δημοκρατίας , ημερομηνίας 24/02/2014, Υποθ. Αρ. 1252/2010, Issam Lotfy Mohamed El Aassy v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17/05/2011, Υποθ. Αρ. 540/2012, Nader Mt Matanes v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30/11/2012).  Στην Tsingi vThe Republic (1984) 3 CLR 1262, αναφέρθηκε ότι η επαναφορά προσφυγής η οποία έχει απορριφθεί επειδή έχει θεωρηθεί εγκαταλειφθείσα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή, ήτοι:

 

«As it appears from the aforementioned affidavit of counsel for the applicant that this recourse has never been actually abandoned I have to determine it in accordance with Article 146.4 and in order to do so I have to reinstate it, inasmuch as it was dismissed on the incorrect assumption that, due to the long delay of counsel for the applicant to file his written address, it had been abandoned.

 

I have no doubt that I have inherent jurisdiction to reinstate this case in the present circumstances and, in any event, I possess competence under both rule 19 of the Supreme Constitutional Court Rules of Court and rule 14 of Order 26 of the Civil Procedure Rules, to the extent to which it is applicable to a case of the present nature, to direct that my Order of the 31st May 1983 which dismissed this recourse should be set aside so that, in effect, the proceedings in it will continue as if it had never been dismissed.»

 

Πέραν των πιο πάνω, η υποχρέωση (γενικά) εμφάνισης κατά τη δικάσιμο και/ή η παράλειψη ή αμέλεια εμφάνισης δεν είναι ζήτημα απλής τυπικότητας αλλά ουσίας που σχετίζεται άμεσα με την ίδια την απονομή της δικαιοσύνης (Βλέπε Ξενοφώντος ν. Χατζηαράπη (1999) 1 Α.Α.Δ. 221, Υπόθ.αρ. 540/2012 Matanes v Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30/11/2012). Στις δε διαδικασίες ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας υπάρχει και ρητή πρόνοια για παρουσία του αιτούντα άσυλο κατά την ακρόαση ή τις διευκρινίσεις της υπόθεσης του με εξουσία του Δικαστηρίου σε περίπτωση απουσίας του την απόρριψη της προσφυγής του (Κανονισμός 12 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019).

 

Όπως προκύπτει από τον φάκελο του Δικαστηρίου η προσφυγή του Αιτητή καταχωρίστηκε προσωπικά από αυτόν και ορίστηκε για οδηγίες στις 16/05/24 , αλλά κατά την εν λόγω ημερομηνία δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο και η υπόθεση επαναορίστηκε στις 21/06/24. Στις 21/06/24 ο Αιτητής δεν βρισκόταν για δεύτερη φορά στο Δικαστήριο και δόθηκαν οδηγίες όπως κληθεί για να παραστεί. Σε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ διερμηνέα και Αιτητή ο τελευταίος δήλωσε ότι ήτο ακινητοποιημένος και δεν μπορούσε να προσέλθει, έτσι η υπόθεση του επαναορίστηκε στις 16/07/24 αλλά παρέλειψε για δεύτερη φορά να εμφανιστεί ή να ειδοποιήσει το Δικαστήριο για τους λόγους μη παρουσίας του. Επομένως, παρά το ότι δόθηκαν δύο ευκαιρίες στον Αιτητή να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο αυτός αμέλησε και/ή δεν ενδιαφέρθηκε με αποτέλεσμα η προσφυγή του να απορριφθεί λόγω μη προώθησης της, επέλεξε δε να καταχωρήσει την παρούσα αίτηση σχεδόν 3 μήνες μετά. Τα γεγονότα δε που παρουσιάζει μέσω της ένορκης δήλωσης ούτε αυτά τον βοηθούν για έγκριση της αίτησης του και βρίσκονται σε αντίφαση με το περιεχόμενο του φακέλου του Δικαστηρίου. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι προσήλθε στο Δικαστήριο είτε στις 16/05 είτε στις 21/06, τουναντίον κλήθηκε από το Δικαστήριο στις 21/06/24 με αυτόν να δηλώνει ότι ήτο ακινητοποιημένος και δεν μπορούσε να προσέλθει. Αυτή η δήλωση του είναι επίσης αντιφατική με το περιεχόμενο της ένορκης του δήλωσης ότι δηλαδή το ατύχημα έλαβε χώρα στις 10/07/24. Σημειώνεται δε, ότι προκύπτουν αμφιβολίες και σε σχέση με το περιεχόμενο του πιστοποιητικού που προσκομίζεται από ιατρό-παθολόγο, καθότι αυτό δεν αναφέρεται σε κανένα ατύχημα αλλά καταγράφει ότι ο ενδιαφερόμενος πάσχει από οξεία οσφυαλγία λόγω δισκοπάθειας και είναι ανίκανος για εργασία και παραμένει κλινήρης – καμία αναφορά γίνεται για ακινησία του Αιτητή. 

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω (ήτοι τα στοιχεία του φακέλου και του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης του Αιτητή) καταλήγω ότι δεν έχω πεισθεί για το καλόπιστο των ισχυρισμών του.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι δεν δικαιολογείται η επαναφορά της προσφυγής και η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα €600 εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση.

 

 

  

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο