
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπoθ. Αρ.: 1555/2022
31 Μαρτίου 2025
[Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S. A.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
-------------------
E. Χαραλάμπους (κα), για Λάζου – Μασούρα – Χαραλάμπους ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή.
Αι. Κίτσιου (κα) για Μ. Καρπούζη (κα) Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ως αυτή περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 22/02/2022, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος, αναγνωρίζοντας τον Αιτητή ως πρόσφυγας, ως το αιτητικό 1 της τροποποιημένης αίτησης ακυρώσεως ή εναλλακτικά ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας ως το αιτητικό 2 της τροποποιημένης αίτησης ακυρώσεως.
Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο "Α" στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν (εφεξής «Πακιστάν»), ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση, στις 15/10/2021 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μέσω των κατεχομένων περιοχών της Κύπρου, εισήλθε στις 28/10/2021 παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία. Στις 30/11/2021 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 17/12/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου (νυν Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωση για το Άσυλο), παρέχοντάς του δωρεάν βοήθεια διερμηνέα σε γλώσσα που κατανοεί ο Αιτητής. Στις 19/01/2022, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Στις 22/02/2022, συγκεκριμένος λειτουργός, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή.
Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, με επισυναπτόμενη την αιτιολογία αυτής, περιέχεται σε επιστολή των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 22/02/2022 και παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή αυθημερόν, θέτοντας την υπογραφή του μετά από πλήρη επεξήγηση του περιεχομένου της από διερμηνέα, σε γλώσσα απολύτως κατανοητή από τον ίδιο.
Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής καταχώρισε αρχικά αυτοπροσώπως την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, δηλώνοντας ότι χρήζει προστασίας από την Δημοκρατία, καθώς η ζωή του ευρίσκεται σε κίνδυνο στο Πακιστάν και δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του για θρησκευτικούς λόγους.
Σε κατοπινό στάδιο της διαδικασίας, και συγκεκριμένα την 08/04/2022 εγκρίθηκε από το Δικαστήριο (υπό άλλη σύνθεση) αίτημα του Αιτητή για παροχή προς αυτόν δωρεάν νομικής αρωγής και ακολούθησε αίτηση τροποποίησης της προσφυγής, ώστε να περιλαμβάνονται σε αυτήν νομικοί ισχυρισμοί προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Ως εκ τούτου τροποποιηθείσα προσφυγή καταχωρήθηκε στις 23/06/2022.
Με την αίτηση ακυρώσεως η συνήγορος για τον Αιτητή προωθεί πλήθος λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, χωρίς αυτοί να εξειδικεύονται και να συναρτώνται με τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, κατά παράβαση των εν ισχύει διαδικαστικών κανονισμών. Ακολούθως, με την εμπεριστατωμένη γραπτή της αγόρευσης, η συνήγορος του Αιτητή παραθέτοντας το νομικό πλαίσιο εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας, ισχυρίζεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε λανθασμένη αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή και ειδικά ως προς τον ισχυρισμό του για μεταστροφή του από Σουνίτης σε Αχμαντίγια. Προβάλλει η ευπαίδευτη συνήγορος ότι ο Αιτητής απέδειξε την εσωτερική αξιοπιστία του σε σχέση με τους ισχυρισμούς του περί αλλαγής θρησκεύματος και τον κίνδυνο δίωξης εναντίον του λόγω της μεταστροφής του. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής απέδειξε ότι διατρέχει βάσιμο φόβο δίωξης ένεκα του θρησκεύματος του, εφόσον η κοινωνία της χώρας του εκδιώκει τους Αχμαντίγια και όσους αλλάζουν θρήσκευμα οι δε αρχές της χώρας δεν είναι πρόθυμες να τον προστατεύσουν, ως εκ τούτου καταληκτικά προωθεί τη θέση ότι στο πρόσωπο του Αιτητή συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση, μέσω της αγόρευσης της συνηγόρου τους, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποτελεί θέση τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και εκδόθηκε μετά από δέουσα έρευνα αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Προσθέτουν απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή, ότι ο τελευταίος δεν κατόρθωσε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που φέρει από το νόμο, ώστε να πληρούνται τα κριτήρια είτε του καθεστώτος του πρόσφυγα είτε του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Με την απαντητική της αγόρευση η κ. Χαραλάμπους η οποία αντικατέστησε την αρχική συνήγορο του Αιτητή, υιοθετεί το σύνολο της γραπτής αγόρευσης και εισηγείται ότι όλοι οι ισχυρισμοί του Αιτητή χρήζουν αποδοχής από το Δικαστήριο. Επαναλαμβάνει πως ο Αιτητής έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης αποδεικνύοντας θρησκευτικούς λόγους δίωξης. Περαιτέρω, τονίζει η ευπαίδευτη συνήγορος πως ο Αιτητής έχει βιώσει παρελθούσα πράξη δίωξης υπό τη μορφή υποβολής του σε βασανιστήρια και ως τέτοια εναπόκειται στη διοίκηση να αποδείξει ότι ο Αιτητής δε θα υποβληθεί εκ νέου στην ίδια μορφή δίωξης με βάση το άρθρο 18 (4) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ενώπιον του Δικαστηρίου στο στάδιο των διευκρινήσεων, αμφότεροι οι συνήγοροι των διαδίκων υιοθέτησαν το περιεχόμενο των γραπτών τους αγορεύσεων τους, παρουσιάστηκε δε και κατατέθηκε ως τεκμήριο «Α» ο σχετικός διοικητικός φάκελος του Αιτητή.
Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, με την γραπτή του αγόρευση ο Αιτητής, δεν εγείρει συγκεκριμένα κάποιο νομικό ισχυρισμό προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, αντ' αυτού στην πολυσέλιδη αγόρευση της η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή, σχολιάζει την ουσία της υπόθεσης σε συνάρτηση με τα φερόμενα ως πραγματικά περιστατικά, καταλήγοντας ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει δίωξη και διακρίσεις από την κοινωνία λόγω της μεταστροφής του σε άλλο δόγμα του μουσουλμανισμού, ήτοι στο Ahmadiyya, αφήνοντας να εννοηθεί ότι προωθεί την θέση ότι οι Καθ' ων η αίτηση δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα των δεδομένων της υπόθεσης του Αιτητή.
Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, έχοντας κατά νου τα όσα προωθούνται από τους διαδίκους.
Κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής δήλωσε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της μεταστροφής του σε μουσουλμάνο δόγματος Ahmadi. Ένεκα τούτου, ο ίδιος και η οικογένεια του (σύζυγος και δύο παιδιά) αντιμετωπίζουν σοβαρούς κοινωνικούς περιορισμούς καθώς η πατρική του οικογένεια αλλά και η κοινωνία δεν τους αποδέχονται. Επιπλέον δήλωσε πως υπέστη σοβαρό ξυλοδαρμό. Αυτό που επιθυμεί είναι προστασία για τον ίδιο και την οικογένειά του, ώστε τα τέκνα του να μεγαλώσουν με βάση τη θρησκεία του.
Στο πλαίσιο της προφορικής του συνέντευξης και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ενήλικας, υπήκοος Πακιστάν, με τόπο καταγωγής την πόλη Sialkot όπου διέμενε στο χωρίο Sakhotkey, μέχρι το 2018. Δήλωσε πως για ένα χρόνο διέμενε στην πόλη Sialkot και από το 2019 μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα εγκαταστάθηκε στην πόλη Samanabad της διοικητικής ζώνης Lahore, ωστόσο ως τόπο συνήθους διαμονής του οι ίδιος θεωρεί το χωρίο Sakhotkey στην Sialkot στην περιφέρεια Punjab. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε έγγαμος, πατέρας δύο ανήλικων τέκνων, οι οποίοι διαμένουν στην πόλη Samanabad στην διοικητική ζώνη Lahore. Αναφερόμενος στην πατρική του οικογένειά του ο Αιτητής δήλωσε πως οι γονείς του και μία εκ των αδελφών του διαμένουν στο χωριό Sakhotkey ενώ δύο εκ των αδελφών του είναι έγγαμοι και διαμένουν ξεχωριστά. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε απόφοιτος Πανεπιστημίου με έτος αποφοίτησης το 2019, εργαζόταν δε ως διευθυντής παραγωγής σε εταιρεία από το 2014 έως το 2019, οπότε και διέκοψε την εργασία του επειδή δεν ήταν ικανοποιημένος από τις αποδοχές του. Έκτοτε εργαζόταν ως ελεύθερος επαγγελματίας σε διάφορες εταιρείες ως αντιπρόσωπος προμηθειών, ωστόσο τα εισοδήματά του συνέχιζαν να μην είναι ικανοποιητικά. Ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει εβδομαδιαίως επικοινωνία με τη σύζυγο και τα τέκνα του, αλλά καθόλου με την πατρική του οικογένεια λόγω της διαφορετικής τους θρησκείας. Αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του, ο Αιτητής ανέφερε πως εξαιτίας βασανιστηρίων που υπέστη κατά τον Ιούνιο 2021 αντιμετωπίζει πρόβλημα στο αριστερό του χέρι καθώς ο δείκτης δεν κινείται ενώ το μεσαίο δάκτυλο δεν είναι λειτουργικό, παρά μόνο για μικρές εργασίες.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, δήλωσε πως κατά τη διάρκεια των σπουδών του μετά από επιρροή που του ασκήθηκε από παιδικούς του φίλους, οι οποίοι ανήκουν στην κοινότητα των Ahmadi, ξεκίνησε να μελετά τη θρησκεία τους, ενώ το 2016 ασπάστηκε το δόγμα Ahmadiyya του Ισλάμ και συμμετείχε μυστικά στις συναντήσεις τους ωστόσο ανησυχούσε για την αποκάλυψη του γεγονότος αυτού προς την οικογένειά του και την κοινότητα, την οποία διατηρούσε μυστική για δύο χρόνια. Το 2018 αποκάλυψε την μεταστροφή του στους γονείς του. Αυτή η αποκάλυψη οδήγησε σε εντάσεις με την οικογένειά του και τελικά αναγκάστηκε να στείλει τη σύζυγό του η οποία επίσης ανήκει στο ίδιο δόγμα και τα τέκνα του μακριά για να είναι ασφαλείς. Ο Αιτητής συνέχισε να συμμετέχει σε θρησκευτικές συγκεντρώσεις και να διατηρεί επαφή με άλλους Αχμαντί, παρά την κοινωνική και οικογενειακή απόρριψη που αντιμετώπιζε λόγω της μεταστροφής του, διατηρώντας κάποια τηλεφωνική επικοινωνία με τους γονείς του, παρά του ότι οι τελευταίοι δεν αποδέχονταν τη θρησκεία του. Συνεχίζοντας την αφήγησή του ο Αιτητής ανέφερε ότι στα άτομα της κοινότητας των Αχμαντί δεν επιτρέπεται να λαμβάνουν κυβερνητικές θέσεις εργασίας, καθώς επίσης δεν μπορούν να εργαστούν σε πολλές ιδιωτικές εταιρείες, δεν μπορούν να διατηρούν τα δικά τους τζαμιά και να κηρύττουν για τη θρησκεία τους.. Οι Αχμαντί ως ανέφερε ο ίδιος, συχνά χαρακτηρίζονται ως ειδωλολάτρες ή αλλόθρησκοι και απειλές βίας, συμπεριλαμβανομένου του θανάτου, είναι συχνές για όσους προσηλυτίζονται από οργανώσεις του Πακιστάν όπως οι TLP[1] και ΑΤΙ[2].
Ακολούθως ο Αιτητής αναφέρθηκε, σε ένα βίαιο περιστατικό το οποίο έλαβε χώρα περί τις 26 ή 27 Ιουνίου του 2021, όπου στα πλαίσια μίας θρησκευτικής συγκέντρωσης ο ίδιος και οι λοιποί παρευρισκόμενοι δέχθηκαν επίθεση από όχλο υποκινούμενο από τοπικές Σουνιτικές ομάδες, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν σωματικά και να απειληθεί η ζωή τους. Ο ίδιος υπέστη τραυματισμό στο χέρι, ωστόσο κατάφερε να διαφύγει ένεκα της παρέμβασης κάποιων ατόμων της περιοχής. Από εκεί ο Αιτητής διέφυγε για το Lahore, όπου ήδη διέμενε η οικογένειά του και δεν ξαναγύρισε στο χωρίο του. Επιπλέον, αναφέρεται σε περιστατικό ημερομηνίας 10/07/2021, κατά τη διάρκεια του οποίου τρεις φίλοι του τραυματίστηκαν από πυροβολισμούς, και εξαιτίας αυτού ο Αιτητής απειλήθηκε με θάνατο για τον προσηλυτισμό του. Φοβούμενος για την ίδια του τη ζωή, αλλά και την ασφάλεια της οικογένειάς του, ο Αιτητής μη μπορώντας να κυκλοφορήσει ελεύθερα και να εργαστεί αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και να ζητήσει άσυλο στο εξωτερικό, με την ελπίδα να ζήσει ελεύθερα και να ασκήσει τη θρησκεία του χωρίς διακρίσεις. Παρά τις προσπάθειες να καταγγελθούν τα βίαια περιστατικά, οι τοπικές αρχές, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή, δεν ενήργησαν με κανένα τρόπο.
Πέραν των πιο πάνω, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ως δεύτερος λόγος για τον οποίο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του την αναπηρία του στο αριστερό χέρι εξαιτίας της οποίας αδυνατεί να εξεύρει εργασία στη χώρα καταγωγής του και δηλώνει πως χρειάζεται υποστήριξη και σε σχέση με αυτό το πρόβλημα.
Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον σκοτώσουν οι προαναφερθείσες Σουνιτικές ομάδες και επίσης δε θα μπορέσει να εξεύρει ικανοποιητική εργασία με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην αυτοκτονία.
Στα πλαίσια διευκρινιστικών ερωτημάτων αναφορικά με τη θρησκευτική μεταστροφή του Αιτητή, ο ίδιος ανέφερε πως αποφάσισε να ασπαστεί το δόγμα των Ahmadiyya το 2016 επηρεαζόμενος από κάποιους φίλους του, οι οποίοι τον δίδαξαν μέσα από συγκεκριμένα θρησκευτικά βιβλία. Διαπίστωσε πως το συγκεκριμένο δόγμα δεν εμπλέκεται σε εγκλήματα και επικεντρώνεται περισσότερο στην εξάσκηση της θρησκείας καθ’ εαυτής σε σύγκριση με την προηγούμενη θρησκεία του (Sunni του Ισλάμ) η οποία διαπράττει βία σε επίπεδο βασανιστηρίων και δολοφονιών. Ως μοναδική διαφορά μεταξύ της νέας και της παλαιάς του θρησκείας, ο Αιτητής ανέφερε – πολλαπλές φορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης – την πίστη στη συνεχιζόμενη διαδοχή της θέσης του προφήτη μετά τον Μωάμεθ, την οποία ασπάζεται η Ahmadiyya, εν αντιθέσει με τους Σουνίτες οι οποίοι αναγνωρίζουν ως τελευταίο προφήτη τον Μωάμεθ. Κατά τα λοιπά οι δύο θρησκείες, σύμφωνα με τον Αιτητή, ακολουθούν τις κοινές αξίες του Ισλάμ. Σε περαιτέρω σχετική ερώτηση ανέφερε ως πρακτικές της νέας του θρησκείας τις προσευχές, την ανάγνωση του Κοράνι, την πραγματοποίηση θρησκευτικών συγκεντρώσεων αφού δεν διαθέτουν Τζαμιά και την απαγόρευση από πρακτικές άλλων θρησκειών όπως Zakat και η είσοδος στο χώρο προσκυνήματος Hadj.
Σε σχέση με την ιστορική πορεία της θρησκείας των Αχμαντί, ο Αιτητής δε γνώριζε με ακρίβεια το χρόνο ίδρυσης της εν λόγω νέας θρησκείας, ωστόσο ανέφερε πως αυτή δημιουργήθηκε περίπου 100 πριν, εκεί όπου γεννήθηκε ο Mirza Ghulan Ahmed στη σημερινή Ινδία. Ως σημερινό ηγέτη της νέας του θρησκείας κατ’ ονόμασε τον Mirza Masroor Ahmed. Το 1974 οι Αχμαντί χαρακτηρίστηκαν με νόμο παγανιστές/ειδωλολάτρες, θεωρήθηκαν άπιστοι και έκτοτε βιώνουν διακρίσεις σε σχέση με τους Σουνίτες και Σιίτες. Αναφέρει ως έδρα της θρησκείας στο Πακιστάν την πόλη Rabwa, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο αναφέρει με τον Καναδά, ως ο ίδιος γνωρίζει από τις διδαχές.
Κληθείς να παρέχει πληροφορίες για την κοινότητα των Ahmadiyya στο Πακιστάν, ανέφερε πως τα άτομα που ασπάστηκαν την εν λόγω θρησκεία μετά το 1974, βιώνουν βία, διακρίσεις και στερήσεις δικαιωμάτων. Ο Αιτητής δεν είχε στην κατοχή του οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο, καθώς, ως ανέφερε, o σχετικός όρκος “Bait” σύμφωνα με τον οποίο δηλώνεται πίστη για το υπόλοιπο της ζωής κάποιου στις αξίες της θρησκείας απαγορεύεται στο Πακιστάν και εφαρμόζεται μόνο στον Καναδά.
Σχετικά με τις προαναφερθείσες θρησκευτικές συγκεντρώσεις, ο Αιτητής δήλωσε πως πραγματοποιούνταν μέσω μίας οθόνης είτε μία φορά το μήνα είτε μία φορά ανά τρίμηνο, όπου ο αρχηγός κηρύττει σε σχέση με την αξία της προσευχής και συζητείται οποιοδήποτε πρόβλημα ενδεχομένως αντιμετωπίζει κάποιος πιστός, ενώ προσφέρεται οικονομική στήριξη σε όσους έχουν ανάγκη. Αναφορικά με το διάστημα κατά το οποίο διαμένει στη Δημοκρατία ο Αιτητής ανέφερε πως συμμετέχει διαδικτυακά σε κάποιες θρησκευτικές συγκεντρώσεις ελλείψει επίσημης οργάνωσης της θρησκείας του εδώ.
Στη βάση των δηλώσεων του Αιτητή, ο ίδιος στοχοποιήθηκε λόγω της συμμετοχής του στις θρησκευτικές συγκεντρώσεις κατηγορώντας τον ότι ενθαρρύνει και άλλους μουσουλμάνους να ασπαστούν την Ahmadiyya. Σχετικά με το περιστατικό της επίθεσης περί τον Ιούνιο του 2021, ο Αιτητής δήλωσε πως στα πλαίσια μίας από τις προαναφερθείσες συγκεντρώσεις περί των 12 ατόμων τους επιτέθηκαν με ξύλινα ρόπαλα περίπου 20 άτομα με πρόθεση να τους κάψουν, τα οποία προερχόταν από τις Σουνιτικές ομάδες TLP και ATI, ωστόσο ανέφερε πως αναγνώρισε μόνο κάποια μέλη που ανήκουν στην ομάδα TLP. Ρητή δήλωση του Αιτητή αποτελεί το γεγονός το ανωτέρω περιγραφόμενο περιστατικό του Ιουνίου του 2021 αποτελεί τη μοναδική επίθεση που βίωσε, καθώς και το ότι δεν είχε στοχοποιηθεί προσωπικά κατ’ εκείνη την επίθεση, αλλά επρόκειτο για μία γενικευμένη επίθεση. Η αστυνομία μετέβη στο σημείο μετά την πάροδο μίας ώρας, οπότε το περιστατικό είχε λήξει, συνέταξε σχετική αναφορά, αλλά δεν προωθήθηκε καμία περαιτέρω ενέργεια. Για τον ισχυριζόμενο τραυματισμό του, ο Αιτητής επισκέφτηκε μόνο ένα τοπικό φαρμακείο όπου του έγιναν κάποια ράμματα χωρίς να μεταβεί ή να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο.
Ερωτηθείς τι είδους κίνδυνο φοβάται πως θα αντιμετωπίσει μελλοντικά στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε διακρίσεις, όπως απαγόρευση εισόδου σε κάποια μέρη και αποκλεισμό από θέσεις εργασίας, επισημαίνοντας πως ακόμη κι αν δεν κινδυνεύει η ζωή του και της οικογένειας τους, για την οποία ανησυχεί, η επιβίωσή τους θα είναι δύσκολη υπό αυτές τις συνθήκες.
Ερωτηθείς για την αναφορά του σε οικονομικές δυσκολίες στη χώρα καταγωγής του δήλωσε ότι μετά το γάμο του και τη γέννηση της θυγατέρας του το 2018 δυσκολευόταν οικονομικά με αποτέλεσμα να λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τους συγγενείς της συζύγου του. Οι προσπάθειες του Αιτητή να εξεύρει καλύτερη μισθολογικά εργασία δεν απέδωσαν λόγω της έλλειψης εμπειρίας του, της ένδειας και του ανταγωνισμού. Ο Αιτητής συμφώνησε πως στο Ισλαμαμπάντ θα είχε περισσότερες οικονομικές ευκαιρίες, ωστόσο το πρόβλημα με τη θρησκεία του θα εξακολουθούσε να δημιουργεί κίνδυνο για τον ίδιο.
Σχετικά με το περιστατικό επίθεσης του Ιουλίου του 2021, στο οποίο αναφέρθηκε κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ο Αιτητής, στη συνέχεια, ρητώς επιβεβαίωσε ότι δεν ήταν παρών στο συγκεκριμένο περιστατικό.
Ο αρμόδιος λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση, διέκρινε πέντε ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ του Αιτητή, τον τόπο καταγωγής και αυτό της τελευταίας συνήθους διαμονής του. Ο δεύτερος ισχυρισμός τις δηλώσεις του Αιτητή περί οικονομικών δυσκολιών και ανεργίας στη χώρα καταγωγής του, ο τρίτος ισχυρισμός τη μεταστροφή του σε Αχμαντί το 2016, ο τέταρτος ισχυρισμός τις κοινωνικές διακρίσεις που αντιμετώπισε εξαιτίας της μεταστροφής του και τέλος ο πέμπτος ισχυρισμός αφορά στα βασανιστήρια που υπέστη από μία Σουνιτική ομάδα στα πλαίσια μίας θρησκευτικής συγκέντρωσης των Αχμαντί, καθώς κατηγορήθηκε για προσηλυτισμό.
Ο πρώτος και δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έγιναν αποδεκτοί, καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως σαφείς, συγκεκριμένες, συνεκτικές και διεπόμενες από περιγραφική λεπτομέρεια και παράλληλα οι ισχυρισμοί του επιβεβαιώθηκαν και εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό περί της θρησκευτικής του μεταστροφής σε Ahmadiyya, ο αρμόδιος λειτουργός διαπίστωσε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή δεν είναι λεπτομερείς και συγκεκριμένες. Ο Αιτητής ερωτήθηκε εκτενώς από τους Καθ’ων η αίτηση σχετικά με τη νέα του θρησκεία και του δόθηκαν πολλαπλές ευκαιρίες να παραθέσει όλα όσα επιθυμούσε, ωστόσο εκείνος παρέμεινε γενικός στις δηλώσεις του όσον αφορά το κίνητρο που τον ώθησε να ασπαστεί την εν λόγω θρησκεία, τα χαρακτηριστικά και τις πρακτικές της θρησκείας, τις διαφορές μεταξύ της νέας και παλαιάς του θρησκείας και τις θρησκευτικές συγκεντρώσεις στις οποίες συμμετείχε από το 2016. Ο λειτουργός καταλήγει στο συμπέρασμα ότι παρά το ότι οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, στις οποίες παραπέμπει, επιβεβαιώνουν κάποιες από τις θέσεις του Αιτητή ελλείψει της εσωτερικής αξιοπιστίας ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.
Ακολούθως, σε σχέση με τον τέταρτο ισχυρισμό του Αιτητή περί των κοινωνικών διακρίσεων που βίωσε λόγω της μεταστροφής του σε Αχμαντί, στη βάση του ότι ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τη μεταστροφή του απορρίφθηκε και όντας αυτός κρίσιμο προαπαιτούμενο στοιχείο για να εξετασθεί ο παρών ισχυρισμός, συμπεράθηκε πως η εσωτερική αξιοπιστία δεν γίνεται αποδεκτή. Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία εντοπίστηκαν επιβεβαιωτικά στοιχεία αναφορικά με τις κοινωνικές διακρίσεις των Αχμαντί, ωστόσο ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.
Τέλος, ο πέμπτος ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τα βασανιστήρια που υπέστη στα πλαίσια θρησκευτικής συγκέντρωσης από Σουνιτικές ομάδες, στη βάση, και πάλι, της απόρριψης του τρίτου ισχυρισμού του Αιτητή, ο οποίος αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση του εν λόγω ισχυρισμού, κρίθηκε ότι η εσωτερική του αξιοπιστία δεν στοιχειοθετείται. Με βάση τις εξωτερικές πηγές εντοπίστηκαν περιστατικά βασανισμού των πιστών της Ahmadiyya, ωστόσο ελλείψει της εσωτερικής αξιοπιστίας ως αναφέρθηκε ανωτέρω ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του βάσει των δύο μοναδικών ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί, ήτοι τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, τις οικονομικές δυσκολίες και την ανεργία που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, o αρμόδιος λειτουργός έκρινε, ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Βάσει των πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, στις οποίες παραπέμπει αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο διαμονής του, την περιφέρεια Punjab, διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση είναι σταθερή. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε σοβαρή βλάβη που θα υποστεί εξαιτίας της οικονομικής στενότητας, έχοντας εργαστεί ως διευθυντής για σειρά ετών αλλά έχοντας και την οικονομική στήριξη της οικογένειας της συζύγου του.
Ακολούθως, κατά την νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν υπό τις πρόνοιες του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Επίσης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως ο Αιτητής δεν εμπίπτει ούτε στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19(2) (α), (β), (γ) του Νόμου, αφού δεν στοιχειοθετήθηκε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης.
Στη βάση της ως άνω ανάλυσης, το αρμόδιο, εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών, πρόσωπο να εκτελεί καθήκοντα Προϊστάμενου, υιοθέτησε την Έκθεση/Εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή.
Έχοντας διαπιστώσει τα πιο πάνω, το Δικαστήριο σε κατοπινό στάδιο, διέταξε το επανάνοιγμα της παρούσας υπόθεσης με σκοπό την κατ΄ ουσία εξέταση της αίτησης του Αιτητή, θέτοντας στον Αιτητή καίρια διευκρινιστικά ερωτήματα κυρίως σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό μεταστροφή του σε Αχμαντί εφόσον αυτό αποτελεί και τον πυρήνα του αιτήματος του, καλώντας παράλληλα την πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση όπως παρουσιάσουν το πρωτότυπο διαβατήριο του Αιτητή ώστε να υποβληθούν στον Αιτητή σχετικά ερωτήματα που προέκυψαν μετά από αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή.
Ο Αιτητής απαντώντας στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι οι Ahmadiyya δεν έχουν κατάλληλα δικαιώματα και υπάρχει πάντα το άγχος καταδίωξης από την κυβέρνηση. Ο Αιτητής κλήθηκε να αναφέρει τους τίτλους των θρησκευτικών βιβλίων που είχε δηλώσει πως μελέτησε και τον οδήγησαν στην μεταστροφή του, ωστόσο εκείνος ανέφερε πως δεν θυμάται. Κληθείς σχετικά ο Αιτητής ανέφερε πως ο συγγραφές και των δύο βιβλίων («Malfooz E. Ahmadia» και «Burkham Ahmadia») είναι ο Mirza Masroor Ahmad. Στον Αιτητή επισημάνθηκε η προβληθείσα κατά τη συνέντευξή του δήλωση πως είχε μελετήσει εκτενώς τα συγκεκριμένα βιβλία, ωστόσο ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε πως μόλις είχε ξεκινήσει την μελέτη τους και δεν τα ολοκλήρωσε. Σχετικά με την πιο πάνω αντίφαση ο Αιτητής ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε πολλαπλές φορές πως είχε μόλις ξεκινήσει την ανάγνωση και δεν επιβεβαίωσε σε καμία από τις απαντήσεις του ότι τα έχει μελετήσει ενδελεχώς, ως η αρχική του θέση. Ο Αιτητής ερωτηθείς σχετικά με κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες αναφορικά με τα εν λόγω βιβλία, όπως σε πόσα μέρη είναι αυτά χωρισμένα και τι είναι αυτό που τον εκφράζει από αυτά σε σχέση με τη νέα του θρησκεία, δήλωσε πως δεν γνωρίζει να αναφέρει κάποια πληροφορία επαναλαμβάνοντας πως δεν είχε ολοκληρώσει την ανάγνωσή τους, ωστόσο αναφέρθηκε στις «δέκα εντολές/κανόνες» τις οποίες δεν ήταν σε θέση να συγκεκριμενοποιήσει, καθώς σε μεταγενέστερο στάδιο των ερωτήσεων απάντησε ότι αφού έδωσε τον όρκο για τη θρησκεία αυτή δεν είχε χρόνο να τις μάθει λόγω της αναχώρησής του. Ως βασική διαφορά της δικής του θρησκευτικής ομάδας ανέφερε ότι σε αυτήν πιστεύεται πως ο τελευταίος προφήτης είναι ο Mirza Masroor Ahmad. Αναφορικά με τους πνευματικούς ηγέτες, αρχικά δυσκολεύτηκε να προσδιορίσει την απάντησή του, στη συνέχεια δε με την καθοδήγηση του Δικαστηρίου κατέληξε να αναφέρει τρείς συγκεκριμένους ηγέτες. Αναφορικά με τον όρκο στον οποίο υπεβλήθη, ο Αιτητής ανέφερε πως είναι είτε προφορικός, στον οποίο προέβη ο ίδιος, είτε γραπτός και προσπάθησε να μεταφέρει το περιεχόμενό του. Ακολούθως και σε σχέση με το περιστατικό στα πλαίσια θρησκευτικής συγκέντρωσης τον Ιούνιο του 2021, επανέλαβε τη θέση του πως αυτό συνέβη είτε στις 26 είτε 27 Ιουνίου του 2021 και αναφέρθηκε σε δύο ομάδες την TLP και την ATI. Στη συνέχεια ανέφερε ότι αναγνώρισε πως επρόκειτο για την ομάδα TLP που επιτέθηκε εκείνη την ημέρα, την οποία την αναγνώρισε ο ίδιος επειδή είναι πολύ γνωστή στο Πακιστάν. Στον Αιτητή επισημάνθηκε η δήλωσή του κατά τη συνέντευξη ότι συμμετείχε παλαιότερα στην ομάδα TLP, ωστόσο ο ίδιος δήλωσε πως δεν ήταν ποτέ μέλος αλλά είχε παρευρεθεί ως κανονικός μουσουλμάνος, όταν άρχισαν διαμαρτυρίες.
Στη συνέχεια και έχοντας το Δικαστήριο στα χέρια του το πρωτότυπο δελτίο διαβατηρίου του Αιτητή, προσκομησθέν από τη συνήγορο των Καθ’ ων η αίτηση, σύμφωνα με οδηγίες του Δικαστηρίου, ο Αιτητής κλήθηκε να διευκρινίσει για ποιο λόγο στο διαβατήριό του αναγράφεται ως θρησκεία του το Ισλάμ αντί της νέας του θρησκείας, ωστόσο ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως ανανέωσε το διαβατήριο του (09/2021) πριν μεταστραφεί από Σουνίτης μουσουλμάνος σε Ahmadiyya.
Οι συνήγοροι των μερών είχαν την ευκαιρία να τοποθετηθούν επί των όσων ο Αιτητής ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου, με την κ. Χαραλάμπους να ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν διαφοροποίησε τις δηλώσεις του και παρέμεινε στις θέσεις του ως αυτές προβλήθηκαν κατά την διοικητική διαδικασία. Από την άλλη, η κ. Κίτσιου επεσήμανε τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε ο Αιτητής κατά τις απαντήσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου και αναφέρθηκε σε εξωτερικές πηγές οι οποίες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη πέντε και όχι τριών πνευματικών ηγετών της θρησκείας αυτής και την ύπαρξη πέντε και όχι δέκα εντολών ως οι δηλώσεις του Αιτητή.
Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της εισηγητικής έκθεσης, αλλά και όσα ανέφερε ο Αιτητής ενώπιον του Δικαστηρίου κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά την προφορική του συνέντευξη, ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τη χώρα καταγωγής, την ταυτότητα, τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του.
Ομοίως, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού όσον αφορά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή αναφορικά με τις οικονομικές δυσκολίες και την ανεργία στη χώρα καταγωγής του με βάση τις δηλώσεις του Αιτητή στα πλαίσια της συνέντευξής του καθώς και με βάση πληροφορίες αντληθείσες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή αναφορικά με τη μεταστροφή του στην θρησκεία Ahmadiyya το 2016, παρατηρώ τα ακόλουθα: ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει το λόγο και/ή το κίνητρο που τον ώθησε να ασπαστεί αυτή τη θρησκεία, αλλά αναφέρθηκε γενικά σε κάποιους φίλους του που τον πληροφόρησαν ότι η Ahmadiyya διαθέτει «ανθρωπιά» και δεν χρησιμοποιεί βία (ερυθρό 30 του διοικητικού φακέλου). Στον Αιτητή δόθηκαν κι άλλες ευκαιρίες από το λειτουργό ώστε να αποσαφηνίσει τα κίνητρα που τον οδήγησαν στην εν λόγω θρησκεία, ωστόσο ο ίδιος δήλωσε, χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει με σαφήνεια τα εν λόγω κίνητρα, πως η χρήση βίας στην προηγούμενη θρησκεία του (Sunni) είναι εκτεταμένη και δεν πιστεύουν στην ύπαρξη άλλου προφήτη (ερυθρό 30 του διοικητικού φακέλου). Θα αναμένετο η αφήγησή του να είναι πιο βιωματική δεδομένου του ότι έχει ασπαστεί τη θρησκεία από το 2016 όντας σε θέση να προσδιορίσει τις θέσεις της θρησκείας που τον εκφράζουν με αποτέλεσμα να την ασπαστεί. Επίσης, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει με συγκεκριμένο και λεπτομερειακό τρόπο τις διδαχές της θρησκείας Ahmadiyya, καθώς αναφέρθηκε στην διαφορά των θρησκειών Sunni και Ahmadiyya που έγκειται στην διαδοχή ή όχι του Μωάμεθ από άλλους προφήτες, καθώς η πρώτη θρησκεία απορρίπτει την διαδοχή ενώ η δεύτερη την ασπάζεται, και μάλιστα τόνισε ότι αυτή είναι η μοναδική διαφορά μεταξύ τους (ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου). Παρά το γεγονός ότι κλήθηκε να αναφερθεί σε περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τη διαφορά που επικαλέστηκε μεταξύ των δύο θρησκειών ο Αιτητής δεν παρείχε άλλες πληροφορίες περί του ζητήματος της διαδοχής του προφήτη και απλώς επανέλαβε το γεγονός (ερυθρό 28 του διοικητικού φακέλου). Επίσης, οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις πρακτικές της θρησκείας είναι διατυπωμένες με γενικότητα και συντομία, καθώς ανέφερε πως έχει τις ίδιες προσευχές και νηστείες με το Ισλάμ, μελετούν το Κοράνι, δεν έχουν Τζαμιά αλλά πραγματοποιούν θρησκευτικές συγκεντρώσεις (ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς για τις δραστηριότητες του ίδιου στα πλαίσια της θρησκείας του δήλωσε πως ως νέο μέλος απλώς παρευρισκόταν μεν σε αυτές τις συγκεντρώσεις από το 2016 στο Πακιστάν, ωστόσο παρατηρείται ότι αναφέρθηκε πολύ γενικά στο περιεχόμενο αυτών των συγκεντρώσεων λέγοντας πως υπήρχε μία τηλεόραση από όπου ο αρχηγός αναφερόταν στις προσευχές της θρησκείας, συζητούσαν κοινωνικά ζητήματα που απασχολούσαν τους πιστούς και ενδεχομένως οι οικονομικά ισχυρότεροι πρόσφεραν βοήθεια σε πιστούς με ανάγκη (ερυθρό 27 του διοικητικού φακέλου). Οι πληροφορίες που παρέχει ο Αιτητής κρίνονται περιορισμένες λαμβάνοντας υπόψη ότι συμμετείχε σε τέτοιου είδους συγκεντρώσεις από το 2016 και θα ήταν εύλογο να είναι σε θέση να παράσχει παραδείγματα των συζητήσεών τους, να αναφερθεί πιο συγκεκριμένα στους συμμετέχοντες και στο χώρο διεξαγωγής και άλλες λεπτομέρειες αναφορικά με ενέργειες των μελών.
Επιπλέον και με βάση τα όσα ο ίδιος ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου διακρίνονται επιπρόσθετα σημεία αναξιοπιστίας στους ισχυρισμούς του Αιτητή. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής ερωτήθηκε αναφορικά με τα βιβλία τα οποία μελέτησε προ της απόφασής του να ασπασθεί τη νέα του θρησκεία. Παρά το γεγονός ότι στα πλαίσια της προφορικής του συνέντευξης είχε αναφερθεί σε συγκεκριμένα βιβλία («Malfooz E. Ahmadia» και «Burkham Ahmadia») τα οποία μελέτησε ενδελεχώς (ερυθρό 32 του διοικητικού φακέλου), ενώπιον του Δικαστηρίου δήλωσε αντιφατικά με τις προηγούμενες δηλώσεις του πως δε θυμόταν τους τίτλους των βιβλίων, ότι συγγραφέας τους είναι ο Mirza Masroor Ahmad και πως πριν δεν είχε ολοκληρώσει την ανάγνωσή τους. Ο Αιτητής κλήθηκε να αναφέρει πληροφορίες σχετικά με το περιεχόμενο των βιβλίων αυτών ωστόσο δεν ήταν σε θέση να το πράξει, αφού ισχυρίστηκε πως δεν τα είχε ολοκληρώσει. Προέβη μόνο σε γενικές αναφορές περί τις 10 εντολές που αναφέρονται στο δεύτερο βιβλίο, ωστόσο δε γνώριζε το περιεχόμενό τους, καθώς δεν είχε χρόνο να τις μάθει αφού διέφυγε από τη χώρα καταγωγής του και μάλιστα ισχυρίστηκε πως η εκμάθησή τους δεν είναι προϋπόθεση ώστε κάποιος να ορκιστεί πίστη στην εν λόγω θρησκεία. Σημειώνω πως η πιο πάνω δήλωση του Αιτητή δεν είναι ευλογοφανής, αφού το ευλόγως αναμενόμενο θα ήταν ένα πρόσωπο να μελετήσει τις διδαχές της θρησκείας και έπειτα να αποφασίσει να δηλώσει πίστη σε αυτήν. Δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι ερωτηθείς ο Αιτητής για τους πνευματικούς ηγέτες της θρησκείας την οποία ασπάστηκε απαντούσε με σύγχυση και ασυνέπεια αναφερόμενος σε διάφορα ονόματα χωρίς να είναι σε θέση να ξεκαθαρίσει ποιοι υπήρξαν ηγέτες και ποιος κατέχει μέχρι σήμερα τη θέση, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτό να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα. Το Δικαστήριο αναγκάστηκε να επαναλάβει εκ νέου τις ερωτήσεις σχετικά με το ζήτημα και ο Αιτητής τελικώς αναφέρθηκε σε 3 συγκεκριμένους πνευματικούς, οι Mirza Ghulam Ahmad και Mirza Abdul Rasheed που έχουν αποβιώσει και ο Mirza Masroor Ahmad ο οποίος βρίσκεται εν ζωή. Στην παρούσα διαδικασία ο Αιτητής ανέφερε ότι ο όρκος δίδεται είτε προφορικά είτε γραπτά, ο ίδιος ορκίστηκε προφορικά και με γενικό και ασαφή τρόπο δήλωσε ότι το περιεχόμενο του όρκου έχει ως εξής «Αποδέχομαι ότι παίρνω όρκο ότι ο τελευταίος προφήτης Mohamed, ειρήνη σε αυτόν (piece upon him), και μετά από αυτόν πιστεύουμε ότι ο Mirza Ghulan Ahmad είναι ο προφήτης και ότι άρχισαν όλα από εκεί». Εντελώς αντιφατικά στα πλαίσια της προφορικής του συνέντευξης είχε δηλώσει ότι ο συγκεκριμένος όρκος («Bait Oath») είναι απαγορευμένος στο Πακιστάν και εφαρμόζεται μόνο στον Καναδά, όπου ισχυρίστηκε πως είναι η έδρα της θρησκείας, ενώ σε σχέση με το περιεχόμενό του με γενικό τρόπο ανέφερε πως ορκίζονται πίστη στην Ahmadiyya για το υπόλοιπο της ζωής τους (ερυθρά 28 & 29 του διοικητικού φακέλου).
Συμπερασματικά, αναφέρω ότι εκ των άνω συνολικά συμπεραίνω ότι ελλείπει από τις απαντήσεις του Αιτητή το προσωπικό και βιωματικό στοιχείο, κάτι λογικώς αναμενόμενο στα πλαίσια μίας τόσο σημαντικής απόφασης και λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταστροφή του δε συνέβη πρόσφατα αλλά χρονολογείται από το έτος 2016. Συνολικά όσες πληροφορίες παραθέτει τόσο κατά τη συνέντευξη όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου παραμένουν γενικές χωρίς περαιτέρω πληροφορίες, ενώ δεν παραμένει σταθερός στους ισχυρισμούς του αναφορικά με τα χαρακτηριστικά της θρησκείας του. Το Δικαστήριο, επομένως, αντίθετα στη θέση της συνηγόρου του Αιτητή, οδηγείται στο ίδιο συμπέρασμα με τους Καθ’ ων η αίτηση πως η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν στοιχειοθετείται.
Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία διαπιστώνω μέσω διάφορων πηγών την ύπαρξη της συγκεκριμένης θρησκείας. Συγκεκριμένα, στην Encyclopaedia Britannica αναφέρεται ότι η Ahmadiyya ή Ahmadiyyah είναι μία σύγχρονη ισλαμική αίρεση και το συγκεκριμένο όνομα το μοιράζονται πολλά τάγματα μουσουλμάνων μυστικιστών (“Sufi”) έχει ιδρυθεί το 1889 στο Qadian της περιφέρειας Punjab της Ινδίας από τον Mirza Ghulam Ahmad, ο οποίος παρουσίασε τον εαυτό του ως μία επανεμφάνιση του Μωάμεθ, ο χριστιανός Μεσσίας και ο Μahdi (μία μορφή που αναμένουν οι μουσουλμάνοι στο τέλος του κόσμου) και ως ενσάρκωση του ινδουιστικού θεού Κρίσνα.[3] Στην επίσημη ιστοσελίδα της μουσουλμανικής κοινότητας Ahmadiyya επιβεβαιώνει τη χρονολογία ίδρυσης της εν λόγω πίστης όσο, τον ιδρυτή της και τον τόπο ίδρυσης ως αναφέρθηκαν προηγουμένως, ήτοι το 1889 από τον Mirza Ghulam Ahmad στο Qadian της περιφέρειας Punjab της Ινδίας, επισημαίνοντας ότι οι βασικές διδαχές του ιδρυτή έδιναν έμφαση στην ειρήνη, την αγάπη, τη δικαιοσύνη και την ενάρετη ζωή. Περαιτέρω, η ίδια πηγή χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη μουσουλμανική κοινότητα ως τη μεγαλύτερη παγκοσμίως και επιβεβαιώνει τον σημερινό ηγέτη τον Mirza Masroor Ahmad.[4] Τόσο στην επίσημη ιστοσελίδα της μουσουλμανικής κοινότητας Ahmadiyya όσο και στο UK Home Office διαφαίνεται ότι έδρα του σημερινού ηγέτη και της κοινότητας είναι το Λονδίνο σε αντίθεση των δηλώσεων του Αιτητή ότι αυτή είναι στον Καναδά.[5],[6] Οι Αχμαντί μουσουλμάνοι σε σχέση με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους πιστεύουν ότι ο Μεσσίας των εσχάτων ημερών είναι ο προαναφερθείς ιδρυτής της κοινότητας, όπως δήλωσε και ο Αιτητής.[7] Μέσα από την έρευνα του Δικαστηρίου, επίσης, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν τα έξι άρθρα της πίστης και όχι οι δέκα εντολές όπως ισχυρίστηκε ο Αιτητής.[8]
Βάσει των ανωτέρω διαπιστώνω ότι οι δηλώσεις του Αιτητή επιβεβαιώνονται από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ωστόσο παρατηρούνται σημεία όπου οι πληροφορίες των εξωτερικών πηγών έρχονται σε αντίφαση με τις δηλώσεις του Αιτητή, καθώς και το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί του αποτελούν πολύ βασικές πληροφορίες αναφορικά με τη θρησκεία και δεν υπεισέρχονται σε βάθος. Σε κάθε περίπτωση ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή ο ισχυρισμός δε γίνεται αποδεκτός ως αξιόπιστος.
Αναφορικά με τον τέταρτο ισχυρισμό περί των κοινωνικών διακρίσεων που υπέστη ο Αιτητής λόγω της μεταστροφής του, παρατηρώ ότι ο Αιτητής ανέφερε με γενικότητα ότι περιορίζεται το δικαίωμα των Αχμαντί στην εργασία, όπως κυβερνητικές θέσεις εργασίας αλλά και σε κάποιες ιδιωτικές εταιρείες, δεν επιτρέπεται η είσοδός τους σε κάποιους δημόσιους χώρους, δεν έχουν τη δυνατότητα να ασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα και δε μπορούν να χτίσουν τα δικά τους Τζαμιά. Επίσης, ανέφερε πως θεωρούνται άπιστοι και παγανιστές, ενώ κινδυνεύουν μέχρι και με θάνατο όσοι ασπάζονται την Ahmadiyya. Σε προσωπικό επίπεδο ο Αιτητής δήλωσε πως ο ίδιος δέχθηκε επίθεση επειδή κάποιες Σουνιτικές ομάδες (TPL και ATI) τον κατηγόρησαν ότι επιχειρεί την μεταστροφή κι άλλων μουσουλμάνων, ωστόσο ο ίδιος δήλωσε ρητά πως επρόκειτο για μία γενικευμένη επίθεση στα πλαίσια μίας θρησκευτικής συγκέντρωσης των Αχμαντί περί τον Ιούνιο του 2021. Επίσης, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο Αιτητής ρητά δήλωσε, σε διευκρινιστικές ερωτήσεις στη συνέντευξή του, ότι δεν ήταν παρών στο περιστατικό επίθεσης περί τον Ιούλιο του 2021, στο οποίο αναφέρθηκε κατά την ελεύθερη αφήγησή του. Στα πλαίσια της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας ο Αιτητής σχετικά με τις διακρίσεις αναφέρθηκε μόνο στα περιορισμένα τους δικαιώματα και το συνεχές άγχος ότι θα διωχθούν από την κυβέρνηση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο έθεσε ζήτημα αναφορικά με το διαβατήριο του Αιτητή το οποίο αναφέρει ως θρησκεία το Ισλάμ, ωστόσο ο Αιτητής δεν σχολίασε κάτι σε σχέση με το αναγραφόμενο θρήσκευμα του, ισχυριζόμενος ότι προέβη σε ανανέωση του διαβατηρίου τον Σεπτέμβριο 2021 πριν τη μεταστροφή του. Συνεπεία, όμως, και της πιο πάνω κατάληξης αναφορικά με την αξιοπιστία του τρίτου ισχυρισμού, ο οποίος αποτελεί βασικό πυλώνα για την στοιχειοθέτηση και αποδοχή του παρόντος ισχυρισμού καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η εσωτερική αξιοπιστία του δεν στοιχειοθετείται.
Στα πλαίσια της έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης διαπιστώνεται πως όντως υφίστανται κοινωνικές διακρίσεις απέναντι στους Αχμαντί. Συγκεκριμένα, αναφέρομαι στην επίσημη ιστοσελίδα της κοινότητας των Αχμαντί όπου καταγράφεται ως κοινότητα αντιμετωπίζει σκληρές διώξεις.[9] Επίσης, στην πιο πρόσφατη έκθεση του Human Rights Watch για το Πακιστάν αναφορικά με το έτος 2023 η Ahmadiyya εξακολουθεί να είναι σημαντικός στόχος διώξεων βάσει των νόμων περί βλασφημίας και των ειδικών νόμων κατά των Αχμαντί. Περαιτέρω, κατηγορούνται από μαχητικές ομάδες αλλά και το πολιτικό ισλαμιστικό κόμμα Tehreek-e-Labbaik (TLP) ότι «παριστάνουν τους μουσουλμάνους», κατηγορία που αποτελεί ποινικό αδίκημα με βάση τον ποινικό κώδικα του Πακιστάν. Η ίδια έκθεση αναφέρεται σε περιστατικό βανδαλισμού ενός τόπου λατρείας των Αχμαντί από τον όχλο περί τις 25/07/2023 στην επαρχία Sindh. Παρόμοιο περιστατικό βανδαλισμού έλαβε χώρα και στις 18/08/2023 σε εργοστάσιο, ιδιοκτησία Αχμαντί προσώπου, στη Lahore. Εν προκειμένω, μάλιστα, απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε οκτώ Αχμαντί για βλασφημία και όχι στα πρόσωπα που διέπραξαν το βανδαλισμό.[10] Tο προαναφερθέν περιστατικό βανδαλισμού περί τις 25/07/2023 επιβεβαιώνεται και από την σχετική έκθεση του USDOS. Επίσης, στην ίδια πηγή αναφέρεται ότι όσοι αιτούνται διαβατήριο ή ηλεκτρονικές ταυτότητες υποχρεούνται να υπογράψουν δήλωση πως πίστευαν ότι ο προφήτης Μωάμεθ ήταν ο τελευταίος προφήτης του Ισλάμ και ότι καταδίκαζαν τον ιδρυτή του κινήματος Ahmadiyya ως ψευδοπροφήτη, ενώ όσοι δεν το πράξουν στο πεδίο του θρησκεύματος αναγράφεται “Ahmadiyya” και όχι “Ισλάμ”.[11] Διαφορετική πηγή αναφέρει ότι οι Αχμαντί βιώνουν διακρίσεις ως προς το δικαίωμά τους στο εκλέγεσθαι, ενώ οι Αχμαντί ψηφοφόροι είναι καταγεγραμμένοι σε ξεχωριστό κατάλογο από τους υπόλοιπους πολίτες. Οι πιστοί της Ahmadiyya απαγορεύεται εκ του νόμου να αυτοαποκαλούνται μουσουλμάνοι ή και να συμπεριφέρονται ως τέτοιοι. Παράλληλα, αναφέρεται ότι τόσο οι χώροι λατρείας όσο και οι οικίες των Αχμαντί δέχονται επιθέσεις από Σουνίτες μαχητές.[12] Σε έκθεση των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με τους Αχμαντί στο Πακιστάν εκφράζεται η σοβαρή ανησυχία ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων αναφορικά με την έξαρση των κοινωνικών διακρίσεων και της βίας εναντίον τους, που περιλαμβάνουν εξωδικαστικές εκτελέσεις, αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, επιθέσεις σε χώρους λατρείας και περιορισμό της ελεύθερης έκφρασης, της ειρηνικής συνάθροισης και του συνεταιρίζεσθαι. Οι ειδικοί, μάλιστα, προσφέρουν επίσημα τη βοήθειά τους στην Πακιστανική κυβέρνηση προς επίλυση του προβλήματος με την εφαρμογή του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ).[13]
Με βάση τα πιο πάνω διαπιστώνεται ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με το διαβατήριό του, αλλά και της δικηγόρου του ότι ο λόγος που αναφέρεται το Ισλάμ ως θρησκεία του Αιτητή είναι επειδή όλη του η οικογένεια είναι Sunni και εν πάση περιπτώσει και η Ahmadiyya αποτελεί δόγμα του Ισλάμ, δεν βρίσκουν αντίκρισμα στις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αφού σε αυτές αναφέρεται ρητή διάκριση μεταξύ των Ahmadiyya και των λοιπών Ισλαμιστών κατά την έκδοση διαβατηρίου. Επομένως, ευλόγως συνάγεται ότι ο Αιτητής έχει υπογράψει σχετική δήλωση κατά την έκδοση του δελτίου διαβατηρίου του. Κατά τα λοιπά διαφαίνεται πως οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν τις διακρίσεις απέναντι στους Αχμαντί στο Πακιστάν.
Ως εκ των άνω και ο τέταρτος ισχυρισμός απορρίπτεται, ενόψει της έλλειψης της εσωτερικής αξιοπιστίας.
Τέλος, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση του πέμπτου ισχυρισμού του Αιτητή αναφορικά με το βασανισμό του στα πλαίσια της προαναφερθείσας επίθεσης του Ιουλίου του 2021, όπου κατηγορήθηκε για προσπάθεια προσηλυτισμού και άλλων μουσουλμάνων στην Ahmadiyya. Σε σχέση με την εσωτερική αξιοπιστία παρατηρείται ότι ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια των διευκρινιστικών ερωτήσεων στην προφορική του συνέντευξη ότι το εν λόγω περιστατικό είναι το μόνο που βίωσε και περιγράφει πως στα πλαίσια μία θρησκευτικής συγκέντρωσης 12 – 13 ατόμων εισέβαλαν περί των 15 – 20 μελών Σουνιτικής ομάδας, τους έβγαλαν έξω και άσκησαν βία εναντίον τους. Πέραν των πιο πάνω, επισημαίνω την αρχική δήλωση του Αιτητή ότι συνεπεία της επίθεσης και του βασανισμού του έχει μερική αναπηρία σε δύο δάκτυλα του αριστερού χεριού του με αποτέλεσμα αυτό να μην είναι λειτουργικό εκτός από κάποιες μη απαιτητικές εργασίες και/ή πράξεις. Ωστόσο στη συνέχεια της συνέντευξης ο Αιτητής αντιφατικά προς τις προηγούμενες δηλώσεις του ανέφερε ότι για τον τραυματισμό του δέχθηκε φροντίδα σε φαρμακείο με ελάχιστα ράμματα και επιδέσμους χωρίς να νοσηλευτεί. Ενόψει, ωστόσο, της πιο πάνω κατάληξης απόρριψης του τρίτου ισχυρισμού, ο οποίος αποτελεί βασικό πυλώνα για την στοιχειοθέτηση και αποδοχή του παρόντος πέμπτου ισχυρισμού καταλήγω στην απόρριψη της εσωτερικής αξιοπιστίας του.
Ακολούθως, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επί του πέμπτου ισχυρισμού. Σύμφωνα με την έκθεση του Human Rights Watch, που αναφέρεται και προηγουμένως, επιβεβαιώνεται η Ahmadiyya ως σημαντικός στόχος διώξεων βάσει των νόμων περί βλασφημίας και των ειδικών νόμων κατά των Αχμαντί. Περιστατικά βανδαλισμών εναντίον χώρου λατρείας αλλά και ιδιωτικής ιδιοκτησίας των Αχμαντί επίσης καταγράφονται τον Ιούλιο και Αύγουστο του 2023.[14] Σε έτερη πηγή αναφέρεται ότι οι Αχμαντί αντιμετωπίζουν θανατηφόρα βία από τους μαχητικές ισλαμιστικές ομάδες, καθώς και τρομοκρατικές βομβιστικές ή και άλλες επιθέσεις με την πακιστανική νομοθεσία να ενθαρρύνει τη δίωξη.[15]
Περαιτέρω, σε σχέση με τον ισχυριζόμενο τραυματισμό του Αιτητή στο χέρι διαπιστώνω ότι ο ίδιος με τις δηλώσεις του αποδυναμώνει τον ισχυρισμό του περί αναπηρίας εξαιτίας της αναφοράς του περί μη νοσηλείας του και μικρής φροντίδας σε φαρμακείο. Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιοδήποτε σχετικό αποδεικτικό της αναπηρίας του έγγραφο και η άντληση επιπρόσθετων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές λόγω του προσωπικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου ισχυρισμού είναι αδύνατη. Συνακόλουθα, δε διαφαίνεται με κανένα μέσο και/ή τρόπο ότι ο ισχυριζόμενος τραυματισμός του Αιτητή επηρεάζει την καθημερινότητά του σε βαθμό που να καθίσταται δύσκολη η αυτοεξυπηρέτηση και επιβίωσή του.
Επομένως, παρά την επιβεβαίωση των ισχυρισμών του Αιτητή για επιθέσεις εναντίον των Αχμαντί από τις πληροφορίες μέσω ανεξάρτητων πηγών πληροφόρησης, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής του αξιοπιστίας και κατά συνέπεια και η θέση της συνηγόρου του θα παρελθούσας πράξης δίωξης εις βάρος του Αιτητή απορρίπτεται.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ο Αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει στην χώρα καταγωγής του σε περίπτωση επιστροφής του, αρχικά θα πρέπει να τονιστεί ότι το υποκειμενικό στοιχείο του φόβου του πληρούται δια της υποβολής αιτήσεως διεθνούς προστασίας και της αποθυμίας του να επιστρέψει εκεί.
Σε σχέση με το αντικειμενικό στοιχείο του φόβου του, παρατηρώ ότι ερωτηθείς ο Αιτητής τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, αυτός αναφέρθηκε σε διακρίσεις που δέχονται γενικά οι Αχμαντί μουσουλμάνοι, όπως απαγόρευση εισόδου σε κάποια μέρη και αποκλεισμό από θέσεις εργασίας, επισημαίνοντας πως ακόμη κι αν δεν κινδυνεύει η ζωή του και της οικογένειας τους, για την οποία ανησυχεί, η επιβίωσή τους θα είναι δύσκολη υπό αυτές τις συνθήκες. Επιπλέον εξέφρασε την ανησυχία ότι θα τον σκοτώσουν οι προαναφερθείσες Σουνιτικές ομάδες και επίσης δε θα μπορέσει να εξεύρει ικανοποιητική εργασία με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην αυτοκτονία. Δεδομένου όμως ότι ο συνδεόμενος με τον προβαλλόμενο φόβο του Αιτητή ισχυρισμός, ήτοι η μεταστροφή του σε Αχμαντί, έχει απορριφθεί από το Δικαστήριο ως μη αξιόπιστος, ο εκπεφρασμένος φόβος του Αιτητή αξιολογείται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.
Περαιτέρω το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο/Η αιτητής/τρια έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του/της αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του/της ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομική διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του/της προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του/της. Ο/Η αιτητής/τρια οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του/της για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του/της αιτητή/τριας, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.
Συνεπώς, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, έχοντας κατά νου τα δεδομένα που προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, προκύπτει ότι αυτός δε στοιχειοθέτησε κανένα ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα αφού ελλείψει οιασδήποτε παρελθούσας δίωξης αλλά και μελλοντικού κινδύνου, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του θα αναμενόταν ευλόγως να αντιμετωπίσει πραγματική, υφιστάμενη και τρέχουσα απειλή από οιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη. Ως εκ τούτου ο φόβος του κρίνεται αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.
Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.
Τούτων λεχθέντων διαπιστώνω, ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα διαδικασία δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει κίνδυνο θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.
Σε σχέση δε με το άρθρο 19(2)(γ) του ανωτέρω Νόμου, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10/06/2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
Εν προκειμένω, ως προς τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, το Δικαστήριο, εκ τού περισσού, [εφόσον το Πακιστάν έχει καθοριστεί από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας δυνάμει της ΚΔΠ 191/2024 ημερομηνίας 31/05/2024] προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα και ανέτρεξε σε πρόσφατες και έγκυρες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και δη στην περιφέρεια Punjab, όπου ανήκει ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής τoυ ως δηλώθηκε από τον ίδιο, το Δικαστήριο διαπιστώνει τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με το RULAC το Πακιστάν εμπλέκεται σε μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις με διάφορες ένοπλες ομάδες που δρουν σε όλη την επικράτειά του, ιδίως ομάδες που συνδέονται με τους Ταλιμπάν, στις Ομοσπονδιακά Διοικούμενες Φυλετικές Περιοχές και μαχητές της ανεξαρτησίας στο Μπαλουχιστάν. Περαιτέρω, οι σχέσεις μεταξύ του Πακιστάν και του Αφγανιστάν είναι τεταμένες, με τις δύο χώρες να κατηγορούν η μία την άλλη ότι παρέχει ασφαλές καταφύγιο σε ένοπλες ομάδες και υποθάλπει τη βία στη γειτονική χώρα. Οι μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν έχουν ξεπεράσει τα σύνορα μεταξύ των χωρών με αποτέλεσμα επανειλημμένα να έχουν σημειωθεί συνοριακές αψιμαχίες και διασυνοριακές εισβολές από τις ένοπλες δυνάμεις του Αφγανιστάν και του Πακιστάν, που οδήγησαν σε μια σειρά από βραχύβιες διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις. Επίσης, η ίδια πηγή αναφέρει ότι το καθεστώς του Κασμίρ (Kashmir) εξακολουθεί να αποτελεί πηγή σύγκρουσης μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Οι πακιστανικές και οι ινδικές δυνάμεις εμπλέκονται σε τακτικές αψιμαχίες κατά μήκος της Γραμμής Ελέγχου, της γραμμής κατάπαυσης του πυρός που θεσπίστηκε με τη Συμφωνία της Simla το 1972.[16]
Σύμφωνα με έκθεση της CEDOCA[17] αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Πακιστάν επιβεβαιώνεται ότι οι μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στις Ομοσπονδιακά Διοικούμενες Φυλετικές Περιοχές και στο Μπαλουχιστάν συνεχίστηκαν και το 2023, ενώ καταγράφονται κάποια μεμονωμένα περιστατικά ασφαλείας μεταξύ Πακιστάν και Αφγανιστάν.[18] Ωστόσο, στην ίδια πηγή δεν επιβεβαιώνεται η συνέχιση της κρίσης μεταξύ Πακιστάν και Ινδίας στην Γραμμή Ελέγχου και συγκεκριμένα αναφέρεται ότι μετά από χρόνια σποραδικών συγκρούσεων τον Φεβρουάριο του 2021 αποφασίστηκε μεταξύ των δύο κρατών η κατάπαυση του πυρός κατά μήκος της εν λόγω γραμμής, γεγονός που οδήγησε σε ομαλοποίησε τη ζωή των πολιτών σε γειτονικές περιοχές της Γραμμής Ελέγχου.[19]
Συγκεκριμένα, για την περιφέρεια Punjab η προαναφερθείσα έκθεση της CEDOCA αναφέρεται σε πολύ περιορισμένο αριθμό (70) περιστατικών ασφαλείας, αλλά και θανάτων στην περιοχή κατά το έτος 2023, ενώ δεν καταγράφηκαν εκτοπισμός πολιτών εξαιτίας αυτών.[20] Επιπρόσθετα, αναφέρω ότι οι Ομοσπονδιακά Διοικούμενες Φυλετικές Περιοχές και το Μπαλουχιστάν ευρίσκονται στο βορειοδυτικό και νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας, όπου δεν περιλαμβάνεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή επομένως δεν επηρεάζεται από τις οποιεσδήποτε μη διεθνής ένοπλες συγκρούσεις λαμβάνουν εκεί χώρα.[21]
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων ACLED, τη χρονική περίοδο 23/03/2024 - 21/03/2025 καταγράφηκαν στην περιφέρεια Punjab 113 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 124 ανθρώπων. Τα 113 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 27 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 10 ανθρώπινες απώλειες, 42 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 26 ανθρώπινες απώλειες, 40 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 84 ανθρώπινες απώλειες και 3 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (explosions/remote violence) με 3 ανθρώπινες απώλειες.[22]
Τα ανωτέρω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της εν λόγω περιφέρειας ο οποίος σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση του 2023 ανέρχεται σε 127.688.922 κατοίκους[23], καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου).
Κρίνω, υπό τις περιστάσεις και στη βάση του συνόλου των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε πλήρως η δε απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση[24]. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη..
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ'ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ
[1] Tahreeke Labail Pakistan
[2] Anjuman Tulbaei Islam
[3] Encyclopaedia Britannica, Philosophy & Religion: Religiouw Movements & Organizations: Ahmadiyyah, last updated on 11/11/2024, https://www.britannica.com/topic/Ahmadiyyah (assessed on 27/03/2025)
[4] Al Islam: The Official Website of the Ahmadiyya Muslim Community, Library: Topics: Ahmadiyya Muslim Community, https://www.alislam.org/ahmadiyya-muslim-community/ (assessed on 27/03/2025)
[5] Al Islam: The Official Website of the Ahmadiyya Muslim Community, Library: Topics: Ahmadiyya Muslim Community, https://www.alislam.org/ahmadiyya-muslim-community/ (assessed on 27/03/2025)
[6] UK Home Office, “AHMADIYYA MUSLIM ASSOCIATION UNITED KINGDOM”, https://register-of-charities.charitycommission.gov.uk/en/charity-search/-/charity-details/299081/contact-information (assessed on 27/03/2025)
[7] Al Islam: The Official Website of the Ahmadiyya Muslim Community, Library: Frequently Asked Questions: Ahmadiyya Muslim Community: What is the difference between Ahmadi Muslims and other Muslims?, https://www.alislam.org/question/difference-between-ahmadi-muslims-others/ (assessed on 28/03/2025)
[8] Al Islam: The Official Website of the Ahmadiyya Muslim Community, Library: Frequently Asked Questions: Islam: What are the six articles of faith in Islam?, https://www.alislam.org/question/six-articles-of-faith-islam/ (assessed on 28/03/2025)
[9]Al Islam: The Official Website of the Ahmadiyya Muslim Community, Library: Topics: Ahmadiyya Muslim Community, https://www.alislam.org/ahmadiyya-muslim-community/ (assessed on 28/03/2025)
[10]Human Rights Watch, “Pakistan: Events of 2023: Freedom of Religion and Belief”, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/pakistan (assessed on 28/03/2025)
[11] US Department of State, “2023 Country Reports on Human Rights Practices: Pakistan”, 23/04/2024,
https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/pakistan/ (assessed on 28/03/2025)
[12]Legal Aid Board, “RESEARCHED AND COMPILED BY THE REFUGEE DOCUMENTATION CENTRE OF IRELAND ON 25 JUNE 2024”, 25/06/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2024_06_Pakistan_Ahmadi.pdf (assessed on 28/03/2025)
[13] United Nations Human Rights Office of the High Commissioner, “Pakistan: Experts urge immediate end to discrimination and violence against Ahmadis”, 25/07/2024, https://www.ohchr.org/en/press-releases/2024/07/pakistan-experts-urge-immediate-end-discrimination-and-violence-against (assessed on 28/03/2025)
[14]US Department of State, “2023 Country Reports on Human Rights Practices: Pakistan”, 23/04/2024,
https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/pakistan/ (assessed on 28/03/2025)
[15]Legal Aid Board, “RESEARCHED AND COMPILED BY THE REFUGEE DOCUMENTATION CENTRE OF IRELAND ON 25 JUNE 2024”, 25/06/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2024_06_Pakistan_Ahmadi.pdf (assessed on 28/03/2025)
[16]The Rule of Law in Armed Conflict Project (Rulac), Pakistan, last updated 07/10/2022, https://www.rulac.org/browse/countries/pakistan#collapse1accord (assessed on 28/03/2025)
[17] Η Cedoca είναι η ερευνητική μονάδα πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (COI) του Γραφείου του Γενικού Επιτρόπου για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες (CGRS) στο Βέλγιο, https://www.cgrs.be/en/country-information/cedoca (assessed on 28/03/2025)
[18] CEDOCA, “COI FOCUS: PAKISTAN: Security Situation: 2. Current conflict situation, p. 11 – 13, 25/06/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Pakistan_Security_situation_20240625.pdf (assessed on 28/03/2025)
[19]CEDOCA, “COI FOCUS: PAKISTAN: Security Situation: 2. Recent conflict situation, p. 10, 25/06/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Pakistan_Security_situation_20240625.pdf (assessed on 28/03/2025)
[20] CEDOCA, “COI FOCUS: PAKISTAN: Security Situation: 3. Security Situation per region: 3.2.1. Punjab, p. 19 – 21, 25/06/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/COI_Focus_Pakistan_Security_situation_20240625.pdf (assessed on 28/03/2025)
[21] Encyclopaedia Britannica, Geography & Travel: States & Other Subdivisions: Punjab, βλ. και φωτογραφία, https://www.britannica.com/place/Punjab-province-Pakistan (assessed on 28/03/2025)
[22] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα explorer, με τη χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 23/11/2023 – 22/11/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots , και ΠΕΡΙΟΧΗ: Asia - Pakistan – Punjab] (assessed on 28/03/2025)
[23] City Population, Pakistan: Punjab, https://www.citypopulation.de/en/pakistan/admin/7__punjab/ , (assessed on 28/03/2025)
[24] Βλ. Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414 και Στέφανος Φράγκου v. Κυπριακή Δημοκρατίας, (1998) 3ΑΑΔ 270).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο