
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2094/24
10 Μαρτίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S.B., από το Πακιστάν και τώρα στη Λευκωσία
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Π. Μπενέτης (κος) για Αλταχέρ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για την Αιτήτρια
Σ. Πιτσιλλίδου (κα) για Κ. Μιχαηλίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
Η Αιτήτρια Παρούσα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 14/05/24, της κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου για την παραχώρηση σε αυτήν καθεστώτος πρόσφυγα ή δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα παραβιαστεί το άρθρο 2 ή 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 16/02/23, στις 12/02/24 διεξήχθη η συνέντευξή της, στις 24/04/24 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε στις 25/04/24 απορριπτική απόφαση από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο δικηγόρος για την Αιτήτρια υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος διεθνούς προστασίας και πρόβαλε ότι η απόφαση πάσχει λόγω ελλιπούς έρευνας, αιτιολόγησης και πλάνης παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και νομοθεσία. Υποστηρίζει ότι δεν διενεργήθηκε έρευνα για τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα της σε συνάρτηση με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και των περιστατικών που αφορούν την Αιτήτρια. Απέσυρε δε ισχυρισμούς που αφορούσαν αναρμοδιότητα οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη. Η Αιτήτρια, όπως υπέδειξαν, κρίθηκε αναξιόπιστη και/ή ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένοι εκ των ισχυρισμών της Αιτήτριας όπως αυτοί προβάλλονται μέσω των συνηγόρων της στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στη Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.
Ανεξαρτήτως της πιο πάνω διαπίστωσης, αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και/ή εξατομικευμένης αξιολόγησης, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).
Με βάση το αφήγημά της, η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα της εξαιτίας της κακοποιητικής συμπεριφοράς την οποία υφίστατο από πλευράς των αδελφών της και αυτό καθώς τα αδέλφια της δεν συμφωνούσαν με το ότι παντρεύτηκε το σύζυγό της από επιλογή και όχι από συνοικέσιο (ερυθρά 37-34 ΔΦ). Ο λειτουργός, στην έκθεση/εισήγηση που ετοίμασε αποδέχτηκε τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας, τη χώρα καταγωγής της και την ταυτότητά της, αλλά απέρριψε τον ισχυρισμό περί εγκατάλειψης της χώρας της συνεπεία του ότι τα αδέλφια της διαφωνούσαν με την επιλογή συζύγου της. Στη σχετική έκθεση/ εισήγηση καταγράφηκαν οι αντιφάσεις, οι ασυνέχειες, η έλλειψη ευλογοφάνειας και επάρκειας πληροφοριών, οι γενικότητες και οι αοριστίες στα λεγόμενα της, ειδικότερα, σχετικά με την κακοποίηση που υπέστη από τα αδέλφια της:
- εντοπίστηκαν ασυνέχειες και αντιφάσεις εν σχέση με τα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια των οποίων η Αιτήτρια και ο σύζυγός της διέμεναν στους τόπους όπου παρέθεσε (ερυθρά 39 1Χ, 2Χ, 5Χ-6Χ ΔΦ),
- προέβη σε μη ευλογοφανείς δηλώσεις αναφορικά με την οικογένεια του συζύγου της αφ’ ης στιγμής ενώ ανέφερε ότι αμφότεροι ζούσαν μαζί τους για 5 μήνες, εντούτοις σε κατοπινό σημείο ισχυρίστηκε ότι τον απειλούσαν καθώς ήταν ενάντια στο γάμο τους (ερυθρά 39 2Χ, 36 3Χ ΔΦ),
- δεν παρουσίασε επαρκή και συγκεκριμένα στοιχεία για τις απειλές που δεχόταν από πλευράς των αδελφών της και σε διευκρινιστική ερώτηση απάντησε ότι όταν τους επισκεπτόταν, τη χτυπούσαν και την έδιωχναν, απάντηση η οποία αντίβαινε σε προηγούμενη αναφορά της ότι προστάτευε τον εαυτό της (από τα αδέλφια της) με το να κρύβεται και να ζει σε διαφορετικά σπίτια (ερυθρά 37 10Χ-13Χ, 34 1Χ, 36 10Χ ΔΦ),
- παρατηρήθηκε έλλειψη ευλογοφάνειας ως προς τις δηλώσεις της για την κατ’ ισχυρισμόν δίωξη που διέτρεχε, αφού αν και δήλωσε ότι ο σύζυγός της εγκατέλειψε τη χώρα το 2018, εντούτοις εκείνη εξακολουθούσε να μένει εκτεθειμένη στο Πακιστάν, το οποίο εγκατέλειψε το 2020
- όταν της ζητήθηκε να παραθέσει το λόγο που δεν έφυγαν μαζί από τη χώρα, έδωσε μη ικανοποιητική απάντηση αρκούμενη στο να αναφέρει ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο και ότι δεν είχε δουλειά και ότι εκείνη δεν είχε βίζα (ερυθρά 39 5Χ, 43 4Χ, 36 6Χ-7Χ ΔΦ),
Ανεπαρκείς και αντιφατικές, κρίθηκαν, οι δηλώσεις της σε σχέση με το γάμο της, ήτοι:
- αρχικά παρέθεσε ότι παντρεύτηκαν στο δικαστήριο ενώ στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι η τέλεση του μυστηρίου έλαβε χώρα στο σπίτι ενός φίλου του συζύγου της, το οποίο μυστήριο τέλεσε ο ιμάμης ενός τζαμιού (ερυθρά 35 4Χ, 1Χ-2Χ ΔΦ),
- στην αρχή ανέφερε ότι ο γάμος τους πραγματοποιήθηκε το 2018. Ωστόσο, σε κατοπινό σημείο, δήλωσε ότι η ημερομηνία τέλεσης του γάμου τους ήταν στις 20/09/17 (ερυθρά 36 10Χ, 35 5Χ ΔΦ),
- ο λειτουργός εξέτασε το πιστοποιητικό εγγραφής γάμου το οποίο προσκομίστηκε παραθέτοντας ότι επί τη βάσει των εκεί αναγραφόμενων, ο γάμος δεν διεξήχθη στο Δικαστήριο και πρόσθεσε ότι το έγγραφο αυτό είχε υποστηρικτικό χαρακτήρα και δεν μπορούσε από μόνο του να τεκμηριώσει αυτό το μέρος του αιτήματός της,
- αφού δε προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέροντας ότι το Σύνταγμα του Πακιστάν εκχωρούσε στο άτομο το δικαίωμα της ελευθερίας επιλογής συζύγου, σημείωσε ότι υπήρχε σωρεία στοιχείων τα οποία έπληξαν την εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας στο σύνολο των δηλώσεών της (ερυθρά 44, 53-52 ΔΦ),
Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και εγγράφων διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία της επί αυτού του σημείου του αιτήματος της, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου της, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα της εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε για κάθε ένα ξεχωριστά από τα περιστατικά που ισχυρίστηκε ότι έζησε, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Θα αναμενόταν για ένα τόσο σοβαρό γεγονός, στο οποίο στηρίζεται ο πυρήνας του αιτήματος της να είναι σταθερή στις απαντήσεις της, να είναι σε θέση να παρουσιάσει χρονική συνάφεια και επαρκή περιγραφή του αφηγήματος της. Η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας της στο σύνολό τους. Δεν προκύπτει, επομένως, να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας της αιτούσας άσυλο ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από τον συνήγορο της Αιτήτριας και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών της, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα της. Μετά από επικαιροποιημένη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου σχετικά με τους γάμους από επιλογή και τους καταναγκαστικούς γάμους, προέκυψε ότι με βάση τα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα, οι γυναίκες υπόκεινται στον έλεγχο και την προστασία των αντρών μελών της οικογένειας με αποτέλεσμα τα δικαιώματά τους να είναι αρκετά περιορισμένα. Η ιδέα του να επιλέξουν οι ίδιες τους συζύγους τους θεωρείται ως εξωφρενική αλλά και απαράδεκτη συμπεριφορά. Στο βόρειο τμήμα, υπάρχουν ακόμη και καταναγκαστικοί γάμοι με τα θύματα αυτών να είθισται να αντιμετωπίζουν μεγάλη κακοποίηση και ευαλωτότητα[2]. Γενικά πληροφορίες από πηγές επιβεβαιώνουν τόσο τους καταναγκαστικούς γάμους όσο και στις περιπτώσεις ηθελημένου γάμου, τις επιπτώσεις που μπορεί να υποστούν οι γυναίκες από τις οικογένειες τους ένεκα της αδυναμίας του συστήματος να τις προστατέψει. Ωστόσο, η Αιτήτρια, ως καταγράφεται και πιο πάνω, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει εσωτερική αξιοπιστία, εφόσον το αφήγημά της δεν αποκάλυψε τη βασιμότητα των ισχυρισμών της και αρκέστηκε σε γενικές, αόριστες, αντιφατικές και μη ευλογοφανείς αναφορές. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της, δεν προέκυπτε να συνέτρεχαν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμούσε να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου η Αιτήτρια απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Από τα ενώπιον μου στοιχεία, επίσης, καταδεικνύεται ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου εξέτασε και κατά πόσο η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίστατo (ερυθρά 64-63 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημείωσε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν παρατηρούνταν συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων στην περιοχή της Αιτήτριας και συνεπώς, δεν αναμενόταν ότι θα αντιμετώπιζε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την επιστροφή της. Επί αυτού του σημείο λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του με την τελευταία Κ.Δ.Π. 191/2024 ορίζει την χώρα καταγωγής της Αιτήτριας ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας και δεν τεκμηριώθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ότι η χώρα δεν είναι ασφαλής ειδικά για την περίπτωση της.
Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €1300 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009.
[2] Jack Hong “ Love Marriages, Women and rule of law in Pakistan ” Asian Human Rights Commission, 2019 διαθέσιμο στο: http://www.humanrights.asia/wp-content/uploads/2019/03/Love-marriages-women-rule-of-law_Pakistan.pdf
[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο