P.E.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 2344/2024, 17/3/2025
print
Τίτλος:
P.E.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 2344/2024, 17/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2344/2024

17 Μαρτίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

P.E.E. Λευκωσία

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Αιτητής:  Παρών

Α. Πλιάκα (κα) για Α. Κλαϊδη (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή

Μ. Βασιλείου (κα) για Ε. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 10/06/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου για αναγνώριση σε αυτόν καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 23/12/20, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του στις 16/05/24 και σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 21/05/24, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης αυθημερόν, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος ασύλου του δεύτερου, καθώς και τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην Γραπτή του Αγόρευση. Υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω ελλιπούς υπό τις περιστάσεις έρευνας, είναι αναιτιολόγητη, δεν λήφθηκαν υπόψη εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στο Καμερούν και/ή δεν έγινε εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσης του Αιτητή. Αποσύρθηκαν οι λοιποί ισχυρισμοί που αφορούν παράβαση της διαδικασίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Θα πρέπει να υποδειχθεί ότι μεγάλο μέρος της Γραπτής Αγόρευσης της συνηγόρου του Αιτητή αναλώνεται σε επανάληψη αρχών του διοικητικού δικαίου και/ή Νόμων και/ή κανόνων δικαίου χωρίς να γίνεται ουσιαστική υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων και νομικών δεδομένων της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Ούτε τεκμηριώνεται από τους γενικούς ισχυρισμούς της δικηγόρου του Αιτητή που να δεικνύει πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει είτε νομικά είτε ως προς τα ουσιαστικά γεγονότα που παρουσιάστηκαν ενώπιον της διοικητικής αρχής κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης που να οδηγούν σε ακύρωση της απόφασης και/ή ουδόλως έχουν υποδειχθεί συγκεκριμένα και/ή λεπτομερή στοιχεία που να ανατρέπουν τα όσα καταγράφονται λεπτομερώς στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού εξεταστή της υπόθεσης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης απόρριψης ασύλου του Αιτητή (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023, (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης του Αιτητή σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου πρόκειται για αγγλόφωνο υπήκοο Καμερούν, κάτοχο έγκυρου διαβατηρίου της χώρας του (ημερομηνίας λήξης 01/25), με τόπο καταγωγής το χωριό Manyemen του Νοτιοδυτικού Καμερούν και τόπο συνήθους διαμονής το Babubock της ίδιας περιφέρειας. Φυλετικής καταγωγής Basose, χριστιανός, άγαμος, άτεκνος, υγιής, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εργαζόταν ως τεχνίτης αγροτικών εργαλείων. Η μητέρα του έχει αποβιώσει, ενώ ο πατέρας του βρίσκεται στο Babubock, εγκατέλειψε δε τη χώρα του αεροπορικώς στις 09/03/20.

 

Με την αίτηση του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του εξαιτίας στοχοποίησής του από το στρατό, λόγω κατηγοριών περί συνεργασίας με του Ambazonians[1]. Ειδικότερα, λόγω του εργαστηρίου που διατηρούσε, κατηγορήθηκε για κατασκευή και επιδιόρθωση όπλων για λογαριασμό των αποσχιστών, με αποτέλεσμα ο στρατός να αναζητά να τον συλλάβει, με τον ίδιο να διαφεύγει. Όταν ο στρατός κατέφθασε στο χωριό του, έκαψαν το μαγαζί του και την οικεία του πατέρα του, με τον τελευταίο να συλλαμβάνεται. Έκτοτε ο τόπος διαμονής του εξελίχθηκε σε πεδίο μάχης μεταξύ Ambazonians και στρατού. Κατά τη προσωπική του συνέντευξη επανέλαβε τους ισχυρισμούς του περί στοχοποίησης από το στρατό, λόγω αποδιδόμενης συμμετοχής του στη κατασκευή όπλων για λογαριασμό των αποσχιστών, αναφέρθηκε δε στην έκδοση εντάλματος σύλληψης εις βάρος του το 2019, πληροφορία που έλαβε μέσω φίλου του θείου του που τυγχάνει αστυνομικός, αλλά και στην εισβολή του στρατού στις 14/1 στο χωριό του που είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη του πατέρα του και την καταστροφή του μαγαζιού που διατηρούσε και την οικεία του πατέρα του.

 

Ο λειτουργός στο πλαίσιο της έκθεσης-εισήγησής του εντόπισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος σχετικά με το προφίλ του Αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός στο σύνολό του, ο δε δεύτερος σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο, λόγω εκκρεμούς εντάλματος σύλληψης εις βάρος του και ο τρίτος αναφορικά με τον φόβο δίωξης του Αιτητή, λόγω πυρπόλησης του σπιτιού του και σύλληψης του πατέρα του, οι οποίοι απορρίφθηκαν.

 

Στην σχετική έκθεση/εισήγηση καταγράφονται, αναφορικά με τους ανωτέρω απορριφθέντες ισχυρισμούς, αρκετά σημεία στα λεγόμενα του Αιτητή όπου διαπιστώθηκε ασάφεια, ανεπάρκεια πληροφοριών και αντιφάσεις. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προκύπτουν τα ακόλουθα:

(α) Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους λόγους που του αποδόθηκαν κατηγορίες για κατασκευή και επιδιόρθωση όπλων για λογαριασμό των αποσχιστών, ενώ οι εξηγήσεις που παρείχε αποδίδοντας τις κατηγορίες στην ύπαρξη αποσχιστών στην περιοχή που διαβιούσε και στην παραπληροφόρηση εκ μέρους των συγχωριανών του κρίθηκαν γενικές, ασαφείς και μη ευλογοφανείς. Περαιτέρω, αντιφατικές κρίθηκαν οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την ενημέρωση που είχε για τον εμπρησμό της οικείας του, αναφερόμενος αρχικώς σε χωρικούς και σε άλλο σημείο στον θείο του, ενώ μη ευλογοφανείς κρίθηκαν οι ισχυρισμοί σχετικά με τη διαρκή τηλεφωνική επικοινωνία με το θείο του, δεδομένου ότι ο Αιτητή βρισκόταν όλο το διάστημα κρυμμένος σε σπηλιά. Τέλος, μη ευλογοφανείς κρίθηκαν οι ισχυρισμοί του σχετικά με τη δυνατότητά του να ταξιδέψει αεροπορικώς παρά την ύπαρξη εκκρεμούς εντάλματος σύλληψης εις βάρος του, ενώ αντιφατικές κρίθηκαν οι δηλώσεις περί αρωγής του από υψηλόβαθμο στέλεχος της αστυνομίας για να διαφύγει αφενός και την αδυναμία του ίδιου προσώπου να τον βοηθήσει αναφορικά με το ένταλμα σύλληψης. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με την δράση του στρατού, ενάντια στις αγγλόφωνες αυτονομιστικές ομάδες, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν.

 

(β) Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι δηλώσεις του χαρακτηρίστηκαν εν γένει ως ασυνεπείς και μη ευλογοφανείς. Ειδικότερα, ο λειτουργός σημείωσε ότι οι δηλώσεις του σχετικά με τους λόγους που δεν προστάτεψε τον πατέρα του, παρά την γνώση που είχε για εισβολή του στρατού ήταν αντιφατικές και στερούνταν ευλογοφάνειας.

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και εγγράφων διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί του πιο πάνω σημείου του αιτήματος του, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[2], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε για κάθε ένα ξεχωριστά από τα περιστατικά που ισχυρίστηκε ότι έζησε, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Θα αναμενόταν για ένα τόσο σοβαρό γεγονός, στο οποίο στηρίζεται ο πυρήνας του αιτήματος του να είναι σταθερός στις απαντήσεις του, να είναι σε θέση να παρουσιάσει χρονική συνάφεια και επαρκή περιγραφή του αφηγήματος του. Η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους. Δεν προκύπτει, επομένως, να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας του Αιτητή ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από τον συνήγορο του και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα του. Συνεπώς, από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός κατά την νομική ανάλυση και/ή κατά την υπαγωγή των προσωπικών του δεδομένων του Αιτητή (σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του δικηγόρου του) εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός εξέτασε σε συνάρτηση με τη περιοχή προηγούμενης διαμονής του Αιτητή καταλήγοντας ότι κατά την έννοια του Άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 95/11/ΕΕ, δηλαδή λόγω ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ότι δεν θα υποστεί προσωπικά σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της επιστροφής του στη συγκεκριμένη περιοχή. Εξάλλου, η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[4], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[5], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ, το αίτημα του Αιτητή που δεν τεκμηριώθηκε (και/ή κρίθηκε αναξιόπιστος) δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31). Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος του Αιτητή από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής του όπου γίνεται παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας και/ή εκτενής καταγραφή εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Από δε αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου επιβεβαιώνονται τα ευρήματα του λειτουργού ήτοι για το υψηλό αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικά στην περιοχή καταγωγής του[6], στο τόπο συνήθους διαμονής του, όμως, δεν εντοπίζονται περιστατικά ασφαλείας[7]. Ως εκ τούτου δεν υπάρχουν υψηλοί αριθμοί περιστατικών ασφαλείας στον τόπο συνήθους και τελευταίας διαμονής του Αιτητή και/ή δεν υφίστανται εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί προσωπικά σοβαρή και προσωπική απειλή κατά την επιστροφή του αλλά ούτε τo προφίλ του παρουσιάζει χαρακτηριστικά ευαλωτότητας ή σημεία ευπάθειας, καθώς πρόκειται για ενήλικο άρρενα, με ικανότητα να εργαστεί και να έχει πρόσβαση σε μέσα αυτοσυντήρησης. Υπό τύπο σχολίου, καταγράφεται ότι υπάρχει και εναλλακτική περιοχή επιστροφής του Αιτητή αφού έχει διαβιώσει ένα έτος στη Doula, το 2015, για εκπαιδευτικούς σκοπούς και ομιλεί λίγα γαλλικά. Παρέμεινε 5 περίπου χρόνια στη Kumba, όπου διαμένει ο θείος του, με τον οποίο διατηρεί επαφή. Βάσει στοιχείων από το ACLED, για την περίοδο 09/03/24 με 07/03/25 στη Kumba του Νοτιοδυτικού Καμερούν σημειώθηκαν μόνο 28 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 13 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 23 περιστατικά βίας κατά αμάχων (10 θάνατοι) και 5 μάχες (3 θάνατοι).[8] Σημειώνεται ότι πληθυσμός της Kumba καταγράφεται στους  144,268 κατοίκους.[9] 

 

Ούτε διαπιστώνω από τα ενώπιον μου στοιχεία ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε ο Αιτητής υποδεικνύει τότε (αλλά ούτε τώρα μέσω της προσφυγής του) τί δεν λήφθηκε υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη ή όχι κατά την έκδοση της απόφασης. Αποτελεί δε βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270)

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους και μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, το Δικαστήριο στα πλαίσια των εξουσιών του, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που αυτοανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν - Βλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, available at: https://euaa.europa.eu/

 

[2] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009.

[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[4]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[5]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides

[6] https://acleddata.com/explorer/ Βάσει στοιχείων από το ACLED, για την περίοδο 09/03/24 με 07/03/25 στο Νοτιοδυτικό τμήμα του Καμερούν σημειώθηκαν 762 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 733 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 450 περιστατικά βίας κατά αμάχων (147 θάνατοι), 272 μάχες (565 θάνατοι), 25 περιστατικά εξεγέρσεων (5 θάνατοι), και 15 περιστατικά εκρήξεων απομακρυσμένης βίας (16 θάνατοι).

[7] Acled Explorer, Africa, Cameroon, Sud Quest, διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ - χωριό Babubock

[8] Acled Explorer, Africa, Cameroon, Sud Quest, διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ (ημ. προσβ. 14/3/2025)

[9]  City Population, Africa, Cameroon, Sud Quest, διαθέσιμο σε: hhttps://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/   (ημ. προσβ. 14/3/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο