O.I.O ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2492/23, 12/3/2025
print
Τίτλος:
O.I.O ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2492/23, 12/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ.: 2492/23

 

12 Μαρτίου, 2025

 

[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

O.I.O

Αιτητής 

 

ΚΑΙ

 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

  

Καθ' ων η αίτηση

 ........

 

Δ. Παυλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

A. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή, αξιώνει την ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 10/07/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 20/07/2023, και με την οποία έλαβε γνώση της απόρριψης της αίτησής του για παραχώρηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.   

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ως εκτίθεται στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου (εφεξής «Δ.Φ.») της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως τεκμήριο 1 στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής είναι πολίτης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας (εφεξής «Νιγηρία»). Στις 02/11/2022 συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 10/07/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 10/07/2023 ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, αρμόδιος λειτουργός εξουσιοδοτημένος να ασκεί καθήκοντα  Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε στις 10/07/2023 την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Στις 20/07/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της, σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή την ίδια μέρα. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής δια μέσου του συνηγόρου του παραθέτει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας πλείονες λόγους ακύρωσης χωρίς αυτοί ωστόσο να συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Με τη Γραπτή του Αγόρευση προωθεί ως λόγους ακύρωσης της επίδικης πράξης (1) την έλλειψη δέουσας έρευνας, (2) την πλάνη περί τα πράγματα, και (3) την έλλειψη αιτιολογίας.

Από την άλλη, οι Καθ' ων η Αίτηση, μέσω της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, υποβάλλουν ότι οι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλει ο Αιτητής δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, οι Καθ’ ων η αίτηση προβάλλουν ότι ο αρμόδιος λειτουργός υπέβαλε στον Αιτητή αρκετές ερωτήσεις, δίνοντας του την ευκαιρία να αναφέρει όσα επιθυμούσε, και κατέληξε με σαφήνεια και βεβαιότητα στα συμπεράσματα που αφορούν τους λόγους που τον οδήγησαν να αναζητήσει διεθνή προστασία. Πρόσθετα, η ισχυριζόμενη κατά τον Αιτητή πλάνη περί τα πράγματα προβάλλεται με γενικό και αόριστο τρόπο, δεν έχει στοιχειοθετηθεί, και συνεπώς θα πρέπει να απορριφθεί. Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί έλλειψης αιτιολογίας, είναι η θέση των Καθ΄ ων η αίτηση ότι μέσα από μια απλή ανάγνωση του κειμένου της επίδικης απόφασης αναδεικνύεται η πλήρης αιτιολογία της απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή. Ως περαιτέρω επικαλούνται οι Καθ’ ων η αίτηση, το τεκμήριο της νομιμότητας και της κανονικότητας της προσβαλλόμενης πράξης δεν έχει ανατραπεί από τον Αιτητή, ο οποίος φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του.

Με την Απαντητική του Γραπτή Αγόρευση ο Αιτητής υιοθετεί πλήρως το περιεχόμενο της Γραπτής του Αγόρευσης εμμένοντας σε όλους τους ισχυρισμούς που ήγειρε.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ:

Καταρχάς, θα πρέπει να λεχθεί ότι ο συνήγορος του Αιτητή, παρόλο που επικαλείται πολλούς λόγους ακυρώσεως στο δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως, εντέλει οι λόγοι αυτοί δεν αναπτύσσονται στην ολότητά τους εντός της γραπτής του αγόρευσης. Περαιτέρω παρατηρώ ότι, οι ισχυρισμοί που προβάλλει ο Αιτητής εν πολλοίς δεν αιτιολογούνται ή εξειδικεύονται και τα θέματα που εγείρονται στη γραπτή του αγόρευση εγείρονται με γενικότητα και αοριστία.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 7, του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, κάθε διάδικος υποχρεούται να εκθέτει με τις έγγραφες προτάσεις του τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογώντας ταυτόχρονα αυτά πλήρως. Έχει κατ' επανάληψιν αποφασιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο πως δεν εξετάζονται νομικοί ισχυρισμοί οι οποίοι δεν τέθηκαν επακριβώς στην προσφυγή (βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουμά (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Οικονόμου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 530 , Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598). Η δικογραφία αποτελεί το μέσο προσδιορισμού των επίδικων θεμάτων και απαιτείται η αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως για την εξέταση των λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο (βλ. Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (2013) 3 Α.Α.Δ. 59). Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερα συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης επί της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως (βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,  και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384, ANKIT v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 29/2021, 4/10/2021).

Επίσης, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του αιτητή θεωρούνται εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και για τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους (Βλ. Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθ. Αρ. 1073/2004, Γεωργίας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6/2/2007).

Το γεγονός ότι το παρόν Δικαστήριο είναι δικαστήριο που εξετάζει όχι μόνο τη νομιμότητα αλλά και την ορθότητα των διοικητικών πράξεων, οι οποίες απαριθμούνται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, δεν αναιρεί την πιο πάνω υποχρέωση του αιτητή (Υπόθ. Αρ. 889/20, N. I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 31/8/2021). Πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια και πληρότητα σε τί συνίσταται η συγκεκριμένη παραβίαση που προτείνεται στο νομικό σημείο.  Η ακρίβεια βοηθά στην καθαρότητα του δικαστικού λόγου και στην τελεσφόρηση της υπόθεσης κατά τον ορθό και ταχύτερο τρόπο (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 95/2012, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ν. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, ημερ. 6/7/2018).

Περαιτέρω, και εάν ακόμη το παρόν Δικαστήριο εξαντλώντας την επιείκειά του εξετάσει τους λόγους ακύρωσης που προωθεί ο Αιτητής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο στις περιπτώσεις που απαριθμούνται υπό του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 [Ν. 73(I)/2018, ως έχει τροποποιηθεί], ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία. Ως εκ τούτου, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως, δυνάμενο να προβεί σε νέα εκτίμηση και αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού και των στοιχείων του φακέλου και αποφαίνεται αιτιολογημένα επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας του εκάστοτε προσφεύγοντος (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή).

Συνεπώς, η απλή επίκληση πλημμελειών ή παραβιάσεων γενικών αρχών Διοικητικού Δικαίου, δεν επαρκεί από μόνη της για να ανατρέψει την επίδικη απόφαση. Ο αιτητής θα πρέπει να επεξηγεί τη βλάβη που επήλθε στον ίδιο και να προβάλλει, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας (βλ. αποφάσεις ΣτΕ 3067/2013, 521/2010, 2650/2009).

Ως εκ των άνω, όλοι οι λόγοι ακυρώσεως κρίνονται ως γενικοί, αόριστοι και αλυσιτελείς, συνεπώς, απορρίπτονται στο σύνολό τους.

Κατόπιν των ανωτέρω, θα προχωρήσω στην εξέταση του γενικού ισχυρισμού που προβάλλει ο συνήγορος του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, λαμβανομένου υπόψιν ότι σύμφωνα με τον Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι η παρούσα υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3) του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου της νομιμότητας και ορθότητας της πράξης.

Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλές συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371, Motorways Ltd v. Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέγει και εξετάζει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αιτητή, όπως καταγράφονται στην Έκθεση/Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, καθώς και όπως προκύπτουν από τον Δ.Φ. και δεν αμφισβητούνται, ο Αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία, με τόπο καταγωγής την πόλη Nduiche και τελευταία γνωστή διαμονή στην πόλη Abuja. Κατά την καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω περιουσιακών διαφορών με τον θείο του. Σύμφωνα με όσα ανέφερε, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο θείος του προσπάθησε να του πάρει την περιουσία που του είχε αφήσει. Όπως υποστηρίζει, ο θείος του έστειλε κάποιους άνδρες για να τον σκοτώσουν, με σκοπό να ιδιοποιηθεί την περιουσία, η οποία του ανήκει. Για τον λόγο αυτό, εγκατέλειψε τη χώρα του προκειμένου να προστατεύσει τη ζωή του (ερυθρό 1 Δ.Φ.).

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν αντιμετωπίζει κανένα ιατρικό πρόβλημα. Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του νόμιμα, χρησιμοποιώντας το διαβατήριό του, και στη συνέχεια εισήλθε σε περιοχές που δεν ελέγχονται από την κυβέρνηση. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του και ότι ομιλεί αγγλικά.

 

Όσον αφορά την επαγγελματική του εμπειρία, ανέφερε ότι από το 2019 μέχρι το 2020 εργαζόταν ως μηχανικός αυτοκινήτων. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του 2020, βοηθούσε άτομα σε διάφορες εργασίες μέχρι τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους. Αναφορικά με το οικογενειακό του περιβάλλον, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει οικογένεια στη χώρα καταγωγής του, καθώς όλα τα μέλη της έχασαν τη ζωή τους σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι απεβίωσαν οι γονείς του, δύο αδελφές και ένας αδελφός.

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ισχυρίστηκε ότι αντιμετώπιζε προβλήματα με τον θείο του λόγω περιουσιακών διαφορών. Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε ότι, μετά τον φερόμενο θάνατο του πατέρα του, ο θείος του επιδίωξε να αποκτήσει την περιουσία που του είχε αφήσει ο πατέρας του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του έστειλε άτομα για να τον σκοτώσουν. Πρόσθεσε πως κατόρθωσε να διαφύγει και κατέφυγε σε έναν πάστορα, ο οποίος τον βοήθησε και, όπως ισχυρίστηκε, τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 22 Δ.Φ.).

Στη συνεχεία, σύμφωνα με την Έκθεση/Εισήγηση, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. O πρώτος αφορούσε τη χώρα καταγωγής του και τον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή. Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του Αιτητή από τον θείο του εξαιτίας κτηματικής διαφοράς. Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε αξιόπιστο τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, καθότι έκρινε ότι τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του στοιχειοθετούνται. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προσκόμισε πρωτότυπο διαβατήριο της χώρας καταγωγής του, και επιπρόσθετα, ο αρμόδιος λειτουργός επιβεβαίωσε μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης τα όσα ανέφερε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του.

Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό. Ειδικότερα, σε σχέση με την εσωτερική του αξιοπιστία, ο λειτουργός διαπίστωσε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει βασικά ερωτήματα, δίνοντας γενικές και αόριστες απαντήσεις, υποβιβάζοντας την αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός κατέληξε ότι όσα αναφέρει ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.      

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τον ισχυρισμό που έγινε δεκτός, ήτοι τη χώρα καταγωγής και την περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητή (πόλη Abuja), δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας ως διευκρινίζεται, παρόλο που παρατηρούνται περιστατικά ασφαλείας, εντούτοις ο βαθμός άσκησης αδιάκριτης βίας δεν φθάνει σε τόσο υψηλό επίπεδο ώστε να γίνει αποδεκτό ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι ο Αιτητής να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω της παρουσίας του και μόνο στη συγκεκριμένη περιοχή.  

Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι τα παρατεθέντα στοιχεία δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τη δυνατότητα να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τους ισχυρισμούς του Αιτητή και τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, δεν εμπίπτει στις πρόνοιες των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

Όσον αφορά τον αποδεκτό ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή, θα συμφωνήσω με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού και θα υιοθετήσω την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση. 

Ομοίως, αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του λόγω ισχυριζόμενου φόβου δίωξης από τον θείο του λόγω περιουσιακών διαφορών, επίσης θα συμφωνήσω με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση περί της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή. 

Σχετικά με την ιδιωτικής φύσεως διαφορά του Αιτητή με τον θείο του, παρατηρώ ότι οι απαντήσεις του Αιτητή στις ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού ήταν λακωνικές, γενικές, αόριστες, επιφανειακές, ενώ απουσίαζε το προσωπικό και βιωματικό στοιχείο και η ευλογοφάνεια. Καταρχάς, όλες οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα του αρμόδιου λειτουργού ως καταγράφονται στην Έκθεση/Εισήγηση γίνονται αποδεκτά από το Δικαστήριο ως εύλογα σημεία που πλήττουν την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή, επομένως δεν εντοπίζω λόγο διαφοροποίησης. (βλ. ερ.37 -38 δ.φ.)

Ειδικότερα παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς και σαφείς πληροφορίες σχετικά με τα γεγονότα που ισχυρίζεται ότι έλαβαν χώρα, καθώς και για τα άτομα που φέρονται να εμπλέκονται σε αυτά. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι διέμενε στο σπίτι του πατέρα του για οκτώ μήνες, ωστόσο, η περιγραφή του για την περίοδο αυτή ήταν εξαιρετικά ασαφής, χωρίς συγκεκριμένες λεπτομέρειες για τη διαβίωσή του εκεί ή για τις συνθήκες διαμονής του.

Σημαντικές αντιφάσεις εντοπίζονται στις δηλώσεις του Αιτητή όσον αφορά το θάνατο της οικογένειάς του. Ισχυρίστηκε ότι ο θείος του σκότωσε τους γονείς και τα αδέλφια του, αλλά η περιγραφή του για το συμβάν ήταν αποσπασματική και έλειπαν κρίσιμες λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό του. Επιπλέον, δήλωσε ότι ο θείος του εξαφανίστηκε αμέσως μετά το περιστατικό, γεγονός που δεν συνάδει με τον ισχυρισμό του ότι ήταν ο δράστης. Παράλληλα, ανέφερε ότι ο θείος του κρατούσε το τιμόνι του αυτοκινήτου όταν αυτό συγκρούστηκε, ενώ ταυτόχρονα υποστήριζε πως ο πατέρας του βρισκόταν ακόμα στο όχημα. Οι δύο αυτές δηλώσεις είναι αντικρουόμενες και μειώνουν την αξιοπιστία του αφηγήματός του.

Επιπλέον αντιφάσεις εντοπίζονται σχετικά με τις απειλές που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε. Ο Αιτητής  υποστήριξε ότι δεχόταν απειλές για τη ζωή του, αλλά όταν του ζητήθηκαν συγκεκριμένες λεπτομέρειες, οι απαντήσεις του ήταν ασαφείς και δεν είχαν λογική συνοχή. Για παράδειγμα, όταν ρωτήθηκε για τις απειλές που δέχθηκε, ανέφερε πως "έστελναν αγόρια να με σκοτώσουν" και ότι "μερικές φορές μπορεί να σκάβουν ένα έδαφος και να βάζουν κάποιον μέσα, αν το πατήσουν θα πεθάνουν." (βλ.ερ.21 δ.φ.) Αυτή η απάντηση όχι μόνο είναι αόριστη αλλά και δεν συνδέεται με σαφή τρόπο με τις απειλές που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε.

Ακόμη παρατηρείται έλλειψη τεκμηριωμένων πληροφοριών ως προς τις ισχυριζόμενες  περιουσιακές διαφορές. Ένας από τους βασικούς ισχυρισμούς του Αιτητή ήταν ότι ο θείος του ήθελε να του πάρει την περιουσία μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ωστόσο, δεν παρείχε καμία αποδεικτική πληροφορία που να υποστηρίζει αυτόν τον ισχυρισμό, όπως για παράδειγμα έγγραφα κληρονομιάς, νομικές διαφορές ή μαρτυρίες τρίτων. Επιπλέον, δεν μπόρεσε να εξηγήσει πώς ο θείος του σχεδίαζε να του αφαιρέσει την περιουσία ή αν είχαν υπάρξει νομικές διαμάχες στο παρελθόν. Όταν ρωτήθηκε αν υπήρξαν κάποια επίσημα έγγραφα ή διαδικασίες που να σχετίζονται με τη διεκδίκηση της περιουσίας, απέφυγε να απαντήσει και περιορίστηκε σε αόριστες δηλώσεις. Τέλος, οι ισχυρισμοί του σχετικά με την εμπλοκή του θείου του στις απειλές που δεχόταν ήταν επίσης γενικόλογοι και δεν παρουσίασαν καμία λογική αλληλουχία. Ενώ αρχικά υποστήριξε πως ο θείος του έστελνε ανθρώπους να τον σκοτώσουν, στη συνέχεια δεν μπόρεσε να απαντήσει επαρκώς σε ερωτήσεις σχετικά με την ταυτότητα αυτών των ανθρώπων ή τον τρόπο με τον οποίο του μεταφέρθηκαν οι απειλές.

Συμπερασματικά φρονώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή χαρακτηρίζονται από γενικόλογες και αντιφατικές πληροφορίες, έλλειψη λογικής συνοχής και απουσία τεκμηρίωσης. Οι ισχυρισμοί του σχετικά με την απειλή που αντιμετωπίζει δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένα στοιχεία ή αποδείξεις, ενώ οι αφηγήσεις του παρουσιάζουν σημαντικά κενά και εσωτερικές αντιφάσεις. Λόγω αυτών των παραγόντων, η αξιοπιστία των ισχυρισμών του κρίνεται ιδιαίτερα χαμηλή, και δεν παρέχει επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη πραγματικού κινδύνου ή φόβου δίωξης. ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει με σαφήνεια, ευλογοφάνεια και ειλικρίνεια την γενεσιουργό αίτια του φόβου του ο οποίος είναι ο ουσιαστικός λόγος που στη συνέχεια τον ώθησε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ως εκ τούτου, ορθώς είχε απορριφθεί ο εν λόγω ισχυρισμός ως εσωτερικά αναξιόπιστος.

Από την αφήγηση του Αιτητή παρατηρώ ότι απουσιάζει πλήρως το βιωματικό και προσωπικό στοιχείο. Αναφερόμενος σε καταστάσεις που κατ' ισχυρισμόν έχει βιώσει ο ίδιος και που τον ανάγκασαν να αλλάξει τόσο τόπο διαμονής, όσο και χώρα, θα ήταν αναμενόμενο οι περιγραφές του να παραπέμπουν σε βιωμένα περιστατικά. Αντίθετα, οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονται ως επιφανειακές, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις  ήταν λακωνικές, αόριστες και μη ευλογοφανείς. Όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δίνουν σοβαρούς λόγους να αμφισβητηθεί η αλήθεια της αξίωσης των αιτούντων άσυλο, το άτομο πρέπει να παρέχει ικανοποιητική εξήγηση για τις εικαζόμενες ανακρίβειες σε αυτές τις υποβολές, κάτι το οποίο δεν προκύπτει στην παρούσα περίπτωση του Αιτητή.

Επιπλέον, λαμβάνω υπόψη μου τα όσα αναφέρονται επί του άρθρου 18 (3 (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ήτοι την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο, και η ηλικία. Συνεπακόλουθα σημειώνεται ότι ο Αιτητής δεν ανέφερε οποιαδήποτε ευαλωτότητα ή και προβλήματα υγείας, είναι ενήλικας με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο και ως εκ τούτου είναι εύλογα αναμενόμενο να είναι σε θέση να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς του κατά τρόπο που να παραπέμπουν σε βιωματικό περιστατικό. 

Επομένως, η γενικότητα των απαντήσεων του, η έλλειψη επαρκών λεπτομερειών, σε κάποια σημεία η έλλειψη ευλογοφάνειας, αλλά και οι χρονικές ανακολουθίες στις οποίες υπέπεσε οι οποίες εύλογα προκύπτουν από το περιεχόμενο της Έκθεσης/Εισήγησης, οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να θεμελιώσει βάσιμο φόβο δίωξης ο οποίος απορρέει από τον εν λόγω ισχυρισμό του. Από την αφήγηση του Αιτητή παρατηρώ ότι απουσιάζει πλήρως το βιωματικό και προσωπικό στοιχείο. 

Σημειώνεται ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση  και θα καταλήξει με απόλυτη  βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία  έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο  κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση  JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων»).

Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του Αιτητή περί δίωξής του από το θείο του ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στην συνέντευξη που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ.  απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).

Τονίζεται παράλληλα ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου (Ν.6(1)/2000), αρχικά το βάρος απόδειξης το φέρει ο Αιτητής ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτησή του με όλα τα έγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγησή του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης ή σοβαρής βλάβης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ.             WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010)

Βεβαίως ο Αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά. Ναι μεν τα αρμόδια όργανα της Διοίκησης οφείλουν να προβούν σε ενδελεχή εξέταση των προβαλλόμενων από τον Αιτητή ουσιωδών ισχυρισμών και να αιτιολογήσουν πλήρως και ειδικώς την τυχόν απορριπτική του αιτήματος απόφασή τους, όμως στην περίπτωση που δεν έχουν προβληθεί κατά τη διαδικασία ενώπιον της Διοίκησης, ουσιώδεις, υπό την ανωτέρω έννοια, ισχυρισμοί, αλλά γενικοί, αόριστοι ή προδήλως αβάσιμοι ισχυρισμοί ή έχει γίνει μεν επίκληση συγκεκριμένων περιστατικών, τα οποία, ωστόσο, δεν στοιχειοθετούν λόγους υπαγωγής στο προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης της Γενεύης, δεν απαιτείται ειδικότερη αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματος παροχής ασύλου.

Συναφώς επισημαίνεται ότι ούτε μπορεί να αναγνωριστεί στον Αιτητή «το ευεργέτημα της αμφιβολίας»[1] , όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου, για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο Αιτητής έχει υποβάλει όλα τα διαθέσιμα σε αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του/ης, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι είναι γενικά αξιόπιστος/η[2]. Εν προκειμένω, ο Αιτητής  δεν τεκμηρίωσε είτε στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας είτε της παρούσας διαδικασίας οποιοδήποτε ειδικό ισχυρισμό περί δίωξης. Όπως έχει εξάλλου νομολογηθεί, κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή/τρια είναι επιτρεπτή (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά. (2009) 3 ΑΑΔ 358, καθώς και την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Khalil v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 466/2010, 28.9.2012).

Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία και επιπρόσθετα συνεργάστηκε με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής[3]. Ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε εκτενή ανάλυση εκάστου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή ώστε να αξιολογήσει τον πιθανό κίνδυνο που θα διατρέξει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, προβαίνοντας παράλληλα σε έρευνα και αντιστοίχισή τους προς διαθέσιμες πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής ως προνοείται στο άρθρο 18(3)(α) του περί Προσφύγων Νόμου.

Παράλληλα οι Καθ' ων η αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις και τα έγραφα που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις (άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000). Επί των όσων ανέφερε ο Αιτητής εύλογα παρατηρούνται  ελλείψεις πληροφοριών και περιγραφικότητας στις δηλώσεις του που άπτονται των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του αιτούντος στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.

Εξάλλου ούτε από άλλα έγγραφα που υπάρχουν στον φάκελο της υπόθεσης, σε συνδυασμό με όσα εξέθεσε ο Αιτητής τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου δια μέσου του συνηγόρου του προκύπτουν κρίσιμα στοιχεία και περιστατικά που να θεμελιώνουν «σοβαρούς λόγους» οι οποίοι να οδηγούν στην κρίση ότι ο Αιτητής μπορεί εύλογα να φοβάται, υπό το πρίσμα της ατομικής του κατάστασης, ότι πράγματι θα υπόκειται σε πράξεις δίωξης[4] από τον θείο του, αλλά ούτε προκύπτει ότι θα υποστεί πράξεις οι οποίες να είναι αρκετά σοβαρές από τη φύση τους ή από την επανάληψη ώστε να αποτελούν σοβαρή παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή συσσώρευση μέτρων επαρκώς σοβαρών που επηρεάζουν ένα άτομο με παρόμοιο τρόπο.[5]

Σε ό,τι αφορά την πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής  δίωξη, το στοιχείο του «βάσιμου» στον ορισμό του πρόσφυγα είναι κυρίως ζήτημα πραγματολογικής εκτίμησης κινδύνου. Στην εκτίμηση αυτή, λαμβάνεται υπόψη η ατομική κατάσταση του αιτητή, όπως επίσης και πληροφορίες  όσον αφορά τη γενική κατάσταση στη χώρα καταγωγής. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση επικεντρώνεται αρχικά στο κατά πόσον ένας τέτοιος φόβος είναι βάσιμος κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης επί της αίτησης διεθνούς προστασίας, δηλαδή ο βάσιμος φόβος του αιτητή πρέπει να είναι τρέχων, και κατά δεύτερον, ο «βάσιμος φόβος» βασίζεται στην εκτίμηση του κινδύνου, η οποία είναι μελλοντοστραφής (άρθρο 4 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ).

Σε έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου σχετικά με τους ως άνω ισχυρισμούς του Αιτητή, το Δικαστήριο καταλήγει στο ότι ένεκα του προσωπικού χαρακτήρα των ισχυρισμών του Αιτητή δεν είναι δυνατή η άντληση πληροφοριών αναφορικά με αυτούς. Για λόγους πληρότητας όμως, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, λαμβανομένου υπόψιν ότι το παρόν δικαστήριο έχει πρόσβαση σε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες  από διάφορες πηγές σχετικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής και διέλευσης κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής του [βλ. άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγία 2013/32/ΕΕ  (αναδιατύπωση)]. Καθώς η κατ’ ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από τον θείο του, αποτελεί εν γένει ισχυρισμό ιδιωτικής φύσης, η έρευνα του Δικαστηρίου περιορίστηκε μόνο σχετικά με το κατά πόσο το κράτος θα μπορούσε να προστατέψει τον Αιτητή από την κατ’ ισχυρισμό απειλή κατά της ζωής του.

Σύμφωνα με την έκθεση του State Department των Ηνωμένων Πολιτειών (USDOS) του 2022 σχετικά με τις πρακτικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Νιγηρία, «οι διαμάχες για τη γη, ο ανταγωνισμός σχετικά με τους πόρους που λιγοστεύουν και οι εθνοτικές εντάσεις καθώς και οι εντάσεις μεταξύ «εποίκων και ιθαγενών» οδήγησαν σε συγκρούσεις μεταξύ βοσκών και αγροτών στη Βόρεια Κεντρική περιοχή».[6] Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι οι εθνοτικές ομάδες Tiv, Kwalla, Jukun, Fulani και Azara που ζουν κοντά στα σύνορα των πολιτειών Nasarawa, Benue και Taraba εμπλέκονται ιδιαίτερα στις συγκρούσεις.[7]

Η ετήσια έκθεση του Freedom House για τη Νιγηρία το 2023 περιέγραφε ότι αγρότες και Fulani αντιμετώπισαν βία, καθώς οι κοινότητες των Fulani ταξίδευαν νότια για να βρουν "νέα βοσκοτόπια".[8] Το σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης στη Νιγηρία το 2023 από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ) επιβεβαίωσε περαιτέρω ότι η βία κατά των αγροτικών κοινοτήτων συνεχίστηκε λόγω του ανταγωνισμού για τη γη και ότι η βία αυξήθηκε λόγω των διαφορών που σχετίζονται με «τις ζημιές στις καλλιέργειες, τις κλοπές ζώων και τη ρύπανση του νερού».[9] Το Global Centre for the Responsibility to Protect (GCR2P) πρόσθεσε ότι «οι διαμάχες αυτές έχουν επιδεινωθεί από την κλιματική αλλαγή, την επέκταση της γεωργίας και την αυξανόμενη ερημοποίηση στη βόρεια Νιγηρία», η οποία έχει "οδηγήσει" τους κατά κύριο λόγο μουσουλμάνους κτηνοτρόφους Fulani προς τον νότο σε περιοχές που καλλιεργούνται από κυρίως χριστιανικές κοινότητες, με αποτέλεσμα τη «βία μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών» ενώ «έχει επίσης επιδεινώσει τις θρησκευτικές και εθνοτικές εντάσεις».[10]

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΟΜ για το 2023, οι παραδοσιακοί μηχανισμοί επίλυσης συγκρούσεων για τις εδαφικές διαφορές «έχουν αποδυναμωθεί και η εμπιστοσύνη στις αρχές είναι περιορισμένη λόγω της εκτεταμένης αδράνειας και της θεωρούμενης μεροληψίας».[11] Σύμφωνα με διάφορες τοπικές ειδησεογραφικές πηγές, αστυνομία  και δυνάμεις ασφαλείας αναπτύχθηκαν στις περιοχές που επλήγησαν από τα επεισόδια που προέκυψαν από τις εδαφικές διαμάχες και μεσολάβησαν για την αποκατάσταση της ομαλότητας.[12]

Άλλες περιπτώσεις παρέμβασης της τοπικής αυτοδιοίκησης ως διαμεσολαβητή, όπως αναφέρθηκαν από τις πηγές, περιλαμβάνουν:

- Τον Ιούνιο του 2022, μετά από σύγκρουση για αμφισβητούμενη γη μεταξύ δύο παραδοσιακών ηγεμόνων στην πολιτεία Cross River, η οποία οδήγησε σε απροσδιόριστο αριθμό θανάτων και σε καταστροφή περιουσιών, η πολιτειακή κυβέρνηση κατάσχεσε τη γη ισχυριζόμενη ότι επρόκειτο για «υπέρτερο δημόσιο συμφέρον».[13]

- Τον Οκτώβριο του 2022, ο ηγέτης μιας τοπικής αυτοδιοίκησης στην πολιτεία Delta συνοδευόταν από την αστυνομία και στρατιώτες για να πραγματοποιήσει συνάντηση με δύο κοινότητες σε μια προσπάθεια να υποχωρήσει η βία που οφειλόταν σε μια εδαφική διαμάχη.[14]

- Τον Ιούνιο του 2023, μια διαφορά γης στην Πολιτεία Anambra επιλύθηκε με τη διαμεσολάβηση της κοινότητας και τη συμβολή του προέδρου και του παραδοσιακού ηγέτη της κοινότητας.[15]

- Μετά από πολλά βίαια επεισόδια μεταξύ δύο κοινοτήτων στην Πολιτεία Adamawa, τον Ιούνιο του 2022 συστάθηκε πενταμελής επιτροπή από τη Βουλή της πολιτείας Adamawa «για την εξεύρεση μόνιμων λύσεων στις ετήσιες αιματηρές συγκρούσεις».[16]

Σύμφωνα με ερευνητικό άρθρο του Πανεπιστημίου της Νιγηρίας που δημοσιεύθηκε το 2022, η επανεμφάνιση βίαιων κοινοτικών συγκρούσεων και διεκδικήσεων ιδιοκτησίας γης από κοινοτικές ομάδες στην Πολιτεία Ebonyi έχει οδηγήσει στην απώλεια ζωών και περιουσιών, και στον εκτοπισμό "χιλιάδων" ανθρώπων.[17] Επιπλέον, το ανωτέρω άρθρο αναφέρει ότι δεν έχει γίνει καμία συστηματική προσπάθεια «για να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ της διαχείρισης της γης στην Πολιτεία και της επιμονής των βίαιων κοινοτικών συγκρούσεων στην Πολιτεία».[18]

Ερευνητικό έγγραφο του Απριλίου 2022 περιγράφει ότι στις Βόρειες Κεντρικές Πολιτείες του Benue, Plateau and Kogi, οι παραδοσιακοί ηγέτες, η νεολαία και οι ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών τείνουν να ασχολούνται με τις διαμάχες μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων και τις διαφορές γης.[19]

Σύμφωνα με το ερευνητικό περιοδικό, Afikpo, του 2021, η Πολιτεία Ebonyi, έχει "διατηρήσει ορισμένες ακίνδυνες παραδοσιακές πρακτικές" για να βοηθήσει τους διαφωνούντες στην επίλυση συγκρούσεων σχετικά με τις εδαφικές διαφορές, με το όργανο λήψης αποφάσεων, γνωστό ως "Essa Ehugbo Elders in Council", να λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις σχετικά με τις εδαφικές διαφορές.[20]

Το Ινστιτούτο Ειρήνης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (USIP) ανέφερε το 2021, ότι από το 2016, τρεις πολιτείες της Νιγηρίας (Plateau, Kaduna και Adamawa) «δημιούργησαν οργανισμούς και επιτροπές ειρήνης για την αντιμετώπιση των κοινοτικών συγκρούσεων και των ριζών των εξεγέρσεων», οι οποίες βοήθησαν τις τοπικές κυβερνήσεις να ανταποκριθούν σε κοινοτικό επίπεδο στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων. Αυτοί οι οργανισμοί και οι επιτροπές περιλαμβάνουν επιτροπές που «παρακολουθούν τις απειλές και παρέχουν έγκαιρες αντιδράσεις για την πρόληψη της βίας».[21]

Άρθρο του 2021 από τοπική πηγή ειδήσεων που επικαλείται έναν εκπρόσωπο της κυβέρνησης της Πολιτείας Lagos, έγραψε ότι «υπάρχουν νόμοι και ότι η βία λόγω διαφορών σε θέματα γης δεν θα συγχωρεθεί ποτέ». Το ίδιο άρθρο σημείωνε ότι ο νόμος για την αρπαγή γης της Πολιτείας Lagos θεσπίστηκε «για να απαγορεύσει τη βίαιη είσοδο και την παράνομη κατάληψη γαιοκτημάτων, καθώς και τις βίαιες και δόλιες συμπεριφορές σε σχέση με τα γαιοκτήματα».[22]

Η ικανότητα της κυβέρνησης της Νιγηρίας να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα υπονομεύεται σε ορισμένες πολιτείες από την επικρατούσα ανασφάλεια, π.χ. τα κράτη που πλήττονται από τις συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών, τη βία που σχετίζεται με την Boko Haram και τη γενική εγκληματικότητα.[23] Σύμφωνα με πληροφορίες, οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας στη βορειοανατολική περιοχή ήταν υπερτεταμένες λόγω της εξέγερσης της Boko Haram/ISWAP και, ως εκ τούτου, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις τοπικές πολιτοφυλακές και ομάδες επαγρύπνησης. Η ανομία και η έλλειψη αστυνόμευσης έχουν περιγράφει ως βασικοί παράγοντες για την αύξηση των ληστειών ή της εγκληματικής βίας. Η πρόσφατη εισαγωγή του νόμου για την αστυνομία της Νιγηρίας 2020 συνδέεται με μακροχρόνιες εκκλήσεις για αστυνομική μεταρρύθμιση.[24]

Επιπλέον, οι μακροχρόνιες κριτικές προς τις δυνάμεις ασφαλείας της Νιγηρίας αφορούσαν τη διαφθορά και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[25]

Το νομικό και δικαστικό σύστημα της Νιγηρίας είναι ένα μικτό σύστημα που βασίζεται σε διάφορες πηγές και, ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Η πρόσβαση στο δικαστικό σύστημα στη Νιγηρία για πολλούς πολίτες παρεμποδίζεται από το υψηλό κόστος της προσφυγής στο δικαστήριο. Επιπλέον, το δικαστικό σύστημα καθίσταται γενικά αναποτελεσματικό λόγω μεγάλου φόρτου υποθέσεων, της έλλειψης χρηματοδότησης και της χαμηλής ικανότητας ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που οδηγεί σε εξαιρετικά μεγάλους χρόνους διεκπεραίωσης. Αναφέρεται επίσης εκτεταμένη διαφθορά. Το 2017, το UNODC ανέφερε ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι στη Νιγηρία αντιπροσώπευαν τη δεύτερη πιο εύκολα επηρεασμένη ομάδα αξιωματούχων όσον αφορά τον κίνδυνο δωροδοκίας.[26]

Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι σε μέρη της χώρας, η ικανότητα του νιγηριανού κράτους να παρέχει προστασία είναι περιορισμένη, ιδιαίτερα στις πολιτείες που πλήττονται σημαντικά από τη βία που σχετίζεται με τη Boko Haram. Το κράτος της Νιγηρίας και οι θεσμοί του μπορεί επίσης να αποδειχθούν απρόσιτοι ή αναποτελεσματικοί σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως όταν πρόκειται για υποθέσεις περιουσιακών διαφορών. Ωστόσο, ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή δεν εμφανίζει κάποιο από τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, ενώ σημαντικό στοιχείο το οποίο πλήττει και πάλι την αξιοπιστία των ισχυρισμών του  αποτελεί το γεγονός ότι ο Αιτητής ουδέποτε απευθύνθηκε στις κρατικές αρχές της χώρας του. Γενικότερα φρονώ από τα ενώπιον μου στοιχεία και τις αναφορές του Αιτητή ότι ο ίδιος δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε ενέργεια προς επίλυση της οικογενειακής περιουσιακής διαφοράς που είχε με τον θείο του. Το βάρος παραμένει στον Αιτητή να αποδείξει γιατί το κράτος δεν είναι πρόθυμο και ικανό να  του παρέχει αποτελεσματική προστασία, στοιχείο το οποίο δεν προκύπτει από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

Συνεπακόλουθα και λαμβανόμενου υπόψιν ότι ορθώς  η εσωτερική αξιοπιστία των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών στην περίπτωση του Αιτητή δεν έγινε αποδεκτή, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωσή του. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του Αιτητή που ορθώς έγιναν αποδεκτοί από τον αρμόδιο λειτουργό, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία και ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν σχετίζονται με τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. Ούτε προκύπτει ότι η βλάβη που επικαλείται είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψης των επαπειλούμενων περιστατικών, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου).

Από το περιεχόμενο του Διοικητικού φακέλου και τα ως άνω αναφερθέντα δεν συντρέχει καμία από τις ως άνω βασικές προϋποθέσεις του Περί Προσφύγων Νόμου ώστε να αναγνωριστεί στο πρόσωπο του Αιτητή το καθεστώς του Πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του ιδίου Νόμου. Από τα όσα επικαλείται ο Αιτητής δεν πιθανολογείται ευλόγως ότι θα στοχοποιηθεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και θα κινδυνεύσει με δίωξη, όπως αυτή ορίζεται στα άρθρα 1 Α παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης και 9 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αναδιατύπωση). Ούτε η πιθανολογούμενη δίωξη που επικαλείται  εμπίπτει στην έννοια του πρόσφυγα όπως ορίζεται στα άρθρα 1 Α παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Περαιτέρω, οι πιθανολογούμενες βλάβες από τις οποίες θα κινδυνεύσει ο Αιτητής δεν αφορούν στη διακινδύνευση της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της προσωπικής ελευθερίας και της αξιοπρέπειάς του, δηλαδή δεν συνιστούν πράξεις «δίωξης», κατά την έννοια του νόμου. Τέλος, δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη υπευθύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης.

Ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής ήταν σε θέση να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο δίωξης στη βάση των ισχυρισμών του περί κινδύνου από τον θείο του ανατρέποντας στην ουσία τα συμπεράσματα των Καθ' ων η αίτηση, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, επικαλούμενος συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010).

Επιπρόσθετα, ούτε στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας εμπίπτει ο Αιτητής, το οποίο δίδεται όταν ο αιτητής πρόκειται να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειας του. Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, παραβίασης ανθρωπίνου δικαιώματος, τόσο κατάφωρης ώστε να ενεργοποιούνται οι διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας ή να υπάρχει απειλή κατά της ζωής, της ασφάλειας ή της ελευθερίας ως αποτέλεσμα άσκησης αδιάκριτης βίας λόγω συνθηκών ένοπλής σύγκρουσης  ή συστηματικών και γενικευμένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19,ημερομηνίας 10/06/2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07και 11449/07, ημερομηνίας 29/11/2011), αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

Όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως η χαρακτηρίζουσα βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. απόφαση στην C-465/07, Meki Elgafaji, Noor ElgafajiStaatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/12/2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

Σύμφωνα με τα όσα ο Αιτητής δήλωσε, ο τόπος που αναμένεται να επιστρέψει είναι η περιφέρεια Federal Capital Territory, όπου βρίσκεται η πόλη Abuja στην οποία διέμενε και εργαζόταν πριν την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του. Λαμβάνοντας υπόψιν τα δεδομένα ασφαλείας του εν λόγω τόπου, όπως προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές, παρατηρώ τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 02/03/2024 έως 28/02/2025 καταγράφηκαν στην περιφέρεια Federal Capital Territory 125 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 92 ανθρώπινες ζωές. Ειδικότερα, στην πόλη Abuja, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, καταγράφηκαν 16 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 1 ανθρώπινη απώλεια.  Τα 16 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 2 ταραχές (riots), και 10 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 1 ανθρώπινη απώλεια.[27] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πρωτεύουσας Abuja το 2023 εκτιμάται ότι ανερχόταν στα 3,840,000 κατοίκους.[28]

Στη βάση των ανωτέρω πληροφοριών, καταλήγω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι τα περιστατικά ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας συχνότητας ή έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Περαιτέρω, δεν υφίστανται ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο που πιθανό να διατρέξει ο Αιτητής ειδικά σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω (βλ. και ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτησή του. Ορθά η Διοίκηση, κατέληξε ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)».

Η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99). Είναι εμφανές πως, η Υπηρεσία Ασύλου διενήργησε τη δέουσα έρευνα όλων των ζητημάτων που έθεσε ο Αιτητής ενώπιον της. Οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση.

Επί του ενδεχόμενου εμφιλοχώρησης πλάνης. Πλάνη περί το νόμο δεν στοιχειοθετείται όταν οι διοικητικές αρχές λαμβάνουν υπόψη όλα τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά και δεν παρερμηνεύουν τον εφαρμοστέο νόμο. Σύμφωνα με τη νομολογία, το βάρος απόδειξης της ύπαρξης πλάνης φέρει ο αιτητής. (Platitis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 366, Παπαδόπουλος ν. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1990) 3 Α.Α.Δ. 262, 267). Η διοίκηση θεωρείται ότι έχει υποπέσει σε πλάνη περί τα πράγματα εάν: Η απόφαση της βασίζεται σε ανύπαρκτα ή εσφαλμένα πραγματικά γεγονότα ή/ και παραλείπει να λάβει υπόψη ουσιώδη πραγματικά στοιχεία που επηρεάζουν την κρίση της. Ωστόσο, η απλή διαφορετική εκτίμηση των γεγονότων δεν συνιστά πλάνη. Η νομολογία αναφέρει ότι η διαφορετική εκτίμηση των γεγονότων δεν καθιστά την πράξη παράνομη αν η διοίκηση ενήργησε μέσα σε λογικά και επιτρεπτά πλαίσια. Γαλανό κ.α. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 43 – «Η διαπίστωση πλάνης δεν συνεπάγεται αυτομάτως ακυρότητα. Η πλάνη πρέπει να είναι ουσιώδης.» Δημοκρατία ν. Κασσέρα (1996) 3 Α.Α.Δ. 27 – Η διαφορετική εκτίμηση γεγονότων δεν στοιχειοθετεί πλάνη).

Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εκτιμώ ότι δεν προκύπτει πλάνη στην παρούσα υπόθεση, καθώς οι διοικητικές αρχές εξέτασαν όλα τα συναφή στοιχεία. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η απόφαση βασίστηκε σε ανύπαρκτα ή εσφαλμένα πραγματικά δεδομένα. Η αιτιολόγησή της είναι επαρκής και διασφαλίζει τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου. Τέλος, ο αιτητής δεν προσδιόρισε ποια πραγματικά περιστατικά δεν ελήφθησαν υπόψη ή ποια ερμηνεύθηκαν εσφαλμένα. Συνεπώς, βάσει της νομολογίας και της εξέτασης των πραγματικών δεδομένων, ο ισχυρισμός περί πλάνης απορρίπτεται, καθώς δεν προκύπτει καμία ουσιώδης πλάνη που να επηρεάζει την τελική κρίση της διοίκησης.

Περαιτέρω,  ο λειτουργός παρείχε επαρκή αιτιολογία για το λόγο μη υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η δε αιτιολογία συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο του Διοικητικού Φακέλου, ιδίως δε την αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, το πρακτικό της συνέντευξης και την εισήγηση του λειτουργού. (Παναγιωτίδης v. Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 342, Θ. Χριστοφή & Σία Λτδ vYπουργού Οικονομικών κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 427), 

Καταλυτικά, σημειώνεται ότι το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024) με το οποίο η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας, χωρίς εν προκειμένω αυτός να έχει προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Στην αξιολόγηση αυτή λαμβάνεται υπόψη και η ικανότητα του κράτους να παρέχει προστασία στους πολίτες της από παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους (βλ. άρθρο 12Βτρις(2) του περί Προσφύγων Νόμου). Ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να ανατρέψει αυτό το τεκμήριο, ενώ υπενθυμίζεται, σχετικά, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1200 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Δ.ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ , Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] ΕΔΔΑ, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, ό.π. υποσημείωση 20. Βλ. επίσης ΕΔΔΑ, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, RH κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 4601/14, σκέψη 58· ΕΔΔΑ, απόφαση της 20ης Ιουλίου 2010, N κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 23505/09, σκέψη 53· ΕΔΔΑ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2010, RC κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 41827/07, σκέψη 50.

[2] Άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου.

[3] M. Κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, C277/11 22ας Νοεμβρίου 2012 υποσημείωση 82, σκέψη 65.

[4] Υπόθεση ΔΕΕ C‑199/12 to C‑201/12, Y and Z, 7 Νοεμβρίου 2013 Παρ.. 76

[5] Βλ. 3Γ (1) Ο περί Προσφύγων Νόμος του 2000 (6(I)/2000)

 

[6] USDOS, Country Report on Human Rights Practices for 2022 – Nigeria, 20 March 2023, σελ.31, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/03/415610_NIGERIA-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[7] USDOS, Country Report on Human Rights Practices for 2022 – Nigeria, 20 March 2023, σελ. 32, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/03/415610_NIGERIA-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[8] Freedom House, Freedom in the World 2023 – Nigeria, available at:  https://freedomhouse.org/country/nigeria/freedom-world/2023 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[9] IOM, Nigeria Crisis Response Plan 2023, σελ. 4, available at:  https://crisisresponse.iom.int/sites/g/files/tmzbdl1481/files/appeal/pdf/2023_Nigeria_Crisis_Response_Plan_2023.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[10] GCR2P, Atrocity Alert No. 348: Nigeria, Democratic Republic of the Congo and the Protection of Civilians, 24 May 2023, available at:  https://www.globalr2p.org/publications/atrocity-alert-no-348/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[11] IOM, Nigeria Crisis Response Plan 2023, σελ.4, available at: https://crisisresponse.iom.int/sites/g/files/tmzbdl1481/files/appeal/pdf/2023_Nigeria_Crisis_Response_Plan_2023.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[12] Guardian (The), Four die in land dispute, community clash in Enugu, 14 August 2023,  available at: https://guardian.ng/news/four-die-in-land-dispute-community-clash-in-enugu/ ; People’s Gazette, Six killed over land dispute in fresh communal clash in Anambra, 7 February 2023, available at: https://gazettengr.com/six-killed-over-land-dispute-in-fresh-communal-clash-in-anambra/ ; Vanguard, Land dispute: 2 killed, many wounded as Delta communities resume hostilities, 7 January 2022 , available at: https://www.vanguardngr.com/2022/01/land-dispute-2-killed-many-wounded-as-delta-communities-resume-hostilities/ ; Vanguard, Land dispute: Pastor, 2 others, killed as Delta communities renew hostilities, 12 October 2022,  available at: https://www.vanguardngr.com/2022/10/land-dispute-pastor-2-others-killed-as-delta-communities-renew-hostilities/ , Vanguard, 4 die in communal land dispute in Enugu, 13 August 2023,  available at: https://www.vanguardngr.com/2023/08/4-die-in-communal-land-dispute-in-enugu/#google_vignette [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[13] Punch Nigeria, Communal clashes: Cross River govt sacks monarchs, takes over land, 28 June 2022, available at: https://punchng.com/communal-clashes-%EF%BB%BFcross-river-govt-sacks-monarchs-takes-over-land/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[14] Vanguard, Land dispute: Pastor, 2 others, killed as Delta communities renew hostilities, 12 October 2022 , available at: https://www.vanguardngr.com/2022/10/land-dispute-pastor-2-others-killed-as-delta-communities-renew-hostilities/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[15] Daily Post, Anambra community resolves land dispute, pacifies angry youths, 2 June 2023, available at: https://dailypost.ng/2023/06/02/anambra-community-resolves-land-dispute-pacifies-angry-youths/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[16] HumAngle, Once Intimate, Two Adamawa Communities Torn Apart By Land Dispute, 19 February 2023, available at: https://humanglemedia.com/once-intimate-two-adamawa-communities-torn-apart-by-land-dispute/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[17] Abada, M.I., and Omeh, H.P., Land Management and Violent Conflict in Ebonyi State, Nigeria, University of Nigeria Journal of Political Economy, 26 December 2022, σελ. 341, available at: https://unjpe.com/index.php/UNJPE/article/view/198/188 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[18] Ό.π.

[19] Reardon, C., et al., Can Mediation Reduce Violence? The Effects of Negotiation Training for Local Leaders in North Central Nigeria. Washington, DC: Mercy Corps, April 2022, σελ. 15,  available at: https://www.mercycorps.org/sites/default/files/2022-04/Can-Mediation-Reduce-Violence-Full-Report.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[20] WWJMRD, The Traditional Methods of Land Dispute Settlement in Afikpo (Ehugbo), Nigeria Vis-À-Vis Court Proceedings, December 2021, σελ. 37, available at:  https://wwjmrd.com/upload/the-traditional-methods-of-land-dispute-settlement-in-afikpo-ehugbo-nigeria-vis--vis-court-proceedings_1640605166.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[21] USIP, How to calm violent crises? Nigeria has an idea, 4 June 2021, available at: https://www.usip.org/publications/2021/06/how-calm-violent-crises-nigeria-has-idea [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[22] Guardian (The), Lagos warns against use of land grabbers, violence in property dispute, 23 April 2021, available at: https://guardian.ng/news/lagos-warns-against-use-of-land-grabbers-violence-in-property-dispute/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[23] Georgetown Journal of International Affairs (2021), 'The Failure of Governance in Nigeria: An Epistocratic Challenge', available at: The Failure of Governance in Nigeria: An Epistocratic Challenge - Georgetown Journal of International Affairs [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[24] Center of Strategic and International Studies (2020), Conduct is the Key: Improving Civilian Protection in Nigeria', available at: Conduct Is the Key: Improving Civilian Protection in Nigeria (csis.org) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[25] USDOS, 2021 Country Reports on Human Rights Practices: Nigeria, available at: US DOS (2021), 'Nigeria', available at: Nigeria - United States Department of State [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[26] European Asylum Support Office (2018), 'Nigeria: Actors of Protection', available at: 2018_EASO_COI_Nigeria_ActorsofProtection.pdf (europa.eu)σελ.33, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[27] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 27/12/2023 – 27/12/2024, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Federal Capital Territory, LOCATION: Abuja) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]

[28] The World Factbook, CIA, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/nigeria/#people-and-society [Ημερομηνία Πρόσβασης: 02/01/2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο