O.G.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2830/24, 26/3/2025
print
Τίτλος:
O.G.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2830/24, 26/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                                  Υποθ. Αρ.: 2830/24 

26 Μαρτίου 2024

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

                        O.G.U. από τη Νιγηρία και τώρα στη Πάφο

                                                                                             Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

K.Σάββα(κα) για Χρ. Λαζάρου - Αρτέμη (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Νικόλας Νικολάου (κος), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση. 

Ο Αιτητής είναι παρών. (Παρoύσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο  Αιτητής προσβάλει την απόφαση  των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 19/06/24 με την οποία το αίτημα του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε καθότι είναι άκυρη και/ή παράνομή και/ή αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται αναγνώρισης διεθνούς προστασίας.

 

 ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής, υπήκοος της Νιγηρίας, εγκατέλειψε την χώρα του στις 23/11/2019 και στις 26/11/2019 εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχομένων από την Τουρκία και μη ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση περιοχών της Δημοκρατίας. Στις 27/11/2019 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας. Την  7/10/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και στις 15/6/24 ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή. Στις 19/06/2024 ο εξουσιοδοτημένος από τον αρμόδιο Υπουργό λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου, ενέκρινε την έκθεση και εισήγηση σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του με αναστολή έως την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας για καταχώριση προσφυγής ή έως την έκδοση πρωτόδικης απόφασης. Ακολούθως, ετοιμάστηκε επιστολή ημερ. 25/06/2024 από την Υπηρεσία Ασύλου προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη της αίτησης και αιτιολόγηση της απόφασης. Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε στον Αιτητή στις 26/6/2024 σε γλώσσα πλήρως κατανοητή από τον ίδιο (Αγγλικά). Στις 27/7/2024 ο Αιτητής προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής μέσω νομικής εκπροσώπου.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής δια της δικηγόρου του, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση. Κατά τις διευκρινίσεις δήλωσε ότι θα προωθήσει τον ισχυρισμό ότι οι Καθ΄ων η αίτηση δεν   διενέργησαν την δέουσα έρευνα αναφορικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, αφού δεν αξιολογήθηκαν όλα τα γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση . Ο Αιτητής προβάλλει περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη ή/και δεόντως αιτιολογημένη.

Η δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση, με τη Γραπτή της Αγόρευση, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα  και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Τέλος, η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο φέρει από το νόμο.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AΑΔ 598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι η  απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 . Σχετική είναι και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4

Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

Η συνήγορος του Αιτητή γενικά και αόριστα παραθέτει τα νομικά σημεία στην αγόρευσή της και επικαλείται παραβιάσεις του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου ωστόσο ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Εκλείπει δε και η υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους λόγους ακύρωσης που κατ' ισχυρισμό παραβιάζονται. Ωστόσο η συνήγορος απέσυρε όλους του νομικούς ισχυρισμού πλήν τον ισχυρισμό περί ελλιπούς δέουσας έρευνας .

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν έγινε επαρκής η δέουσα έρευνα  κρίνω ότι είναι γενικός και αόριστος και δεν γίνεται οποιοδήποτε υπαγωγή στα πραγματικά γεγονότα που αφορούν τον Αιτητή.

Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί  η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).

Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας   που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. Ειδικότερα, στην αρχή της συνέντευξης του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματά του επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και ότι μπορεί να απαντήσει, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία. Επιβεβαίωσε επίσης ότι δεν έχει έγγραφα να υποβάλει και όσα αναγράφονται στην αίτηση του είναι αληθή.

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω  έρευνας  σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο  Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι ενήλικος υπήκοος  Νιγηρίας. Κατά την υποβολή της αίτησής του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας και γεννήθηκε στην πόλη Benin της επαρχίας Delta της Νιγηρίας, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Χριστιανός. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι είναι άγαμος. Εγκατέλειψε τη χώρα του στις 23/11/2019 και εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 28/11/2019 μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχών. Δήλωσε ότι  εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της Bokoharam. Έχασε τον πατέρα του και τη μητέρα του στον πόλεμο με την Bokoharam.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής και ειδικότερα κατά την ελεύθερή του αφήγηση, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία επειδή ο πατέρας του ήταν μέλος του κόμματος PDP (People’s Democratic Party) για τρία χρόνια. Ο πατέρας του είχε ένα δικαστικό θέμα με το κόμμα αυτό και μια μέρα ενώ ταξίδευε τον πυροβόλησαν και σκοτώθηκε.

Μετά την κηδεία του πατέρα του ζήτησαν από την οικογένειά του να πληρώσει τα χρήματα που είχε πάρει από τη δικαστική αυτή υπόθεση, απειλώντας τους πως αν δεν δώσουν τα χρήματα αυτά ή κάποια έκταση γης θα τους σκοτώσουν.

Ερωτηθείς εάν του συνέβη κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που τον οδήγησε να εγκαταλείψει την χώρα, ο Αιτητής απάντησε ότι έφυγε από τη Νιγηρία εξαιτίας των ανθρώπων αυτών, οι οποίοι θα τον σκότωναν αν δεν τους έδινε τα χρήματα που ζητούσαν. Οι άνθρωποι αυτοί ανήκαν στο αντίπαλο κόμμα ‘’ABC’’.

Κληθείς να διευκρινίσει τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία απάντησε ότι δεν θα είναι ασφαλής επειδή οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν πέρσι και τη μητριά του, βάζοντας φωτιά στο σπίτι της.

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την έκθεση - εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών: α) Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή και β) Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά στο ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε από μέλη αντίπαλου κόμματος, τα οποία διώκουν και τον Αιτητή. 

Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό,  δεν αμφισβητείται, αυτός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος.

Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυρισμός δεν έτυχε αποδοχής καθότι ο Αιτητής κρίθηκε ως αναξιόπιστος. Πιο συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο Αιτητής  δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε ερωτήματα που αφορούσαν στον πυρήνα του αιτήματος του. Κατ’ αρχάς, ο Αιτητής παρείχε αντιφατικούς ισχυρισμούς αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του, καθώς στην καταγραφή του δήλωσε ότι έφυγε από τη Νιγηρία για να σώσει τη ζωή του από την Ισλαμιστική Εξτρεμιστική Οργάνωση Μπόκο Χαράμ, μέλη της οποίας ισχυρίστηκε ότι σκότωσαν τους γονείς του, ενώ αντίθετα στη συνέντευξή του ισχυρίστηκε ότι οι λόγοι για τους οποίους έφυγε από τη Νιγηρία ήταν ότι διώκονταν από αντίπαλο πολιτικό κόμμα, μέλη του οποίου είχαν δολοφονήσει τον πατέρα του. Κληθείς να εξηγήσει την αντίφαση αυτή, ο Αιτητής ανέφερε ότι κάποιος άλλος συμπλήρωσε την καταγραφή του ωστόσο δεν παραγνωρίζεται ότι ο ίδιος υπόγραψε όσα καταγράφηκα στην αίτηση του για διεθνή προστασία. Επίσης, οι ισχυρισμοί του Αιτητή στερούνται ευλογοφάνειας και είναι αντιφατικοί, καθώς αφενός ισχυρίστηκε ότι κληρονόμησε από τον πατέρα του περιουσία, την οποία πούλησε και έφυγε στο Ντουμπάι για να γλιτώσει από τα μέλη του αντίπαλου κόμματος που σκότωσαν τον πατέρα του και κυνηγούσαν τον ίδιο, ωστόσο έπειτα ανέφερε ότι στο Ντουμπάι εργαζόταν το 2015-2018 και μετά επέστρεψε στη Νιγηρία. Ερωτηθείς να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο επέστρεψε το 2018 από το Ντουμπάι στη Νιγηρία, αν και η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο στη Νιγηρία, ο αιτητής ανέφερε αόριστα ότι γύρισε επειδή το συμβόλαιο εργασίας του στο Ντουμπάι είχε λήξει, εξήγηση που κρίνεται μη ικανοποιητική δεδομένου του κινδύνου που ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν η ζωή του στη Νιγηρία.

Επιπλέον, οι ισχυρισμοί του Aιτητή στερούνται ελογοφάνειας και είναι αντιφατικοί, αφού κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ανέφερε ότι είχε απαχθεί και η μητριά του, για την απελευθέρωση της οποίας ζήτησαν λύτρα, χωρίς όμως να έχει αναφέρει στην καταγραφή του το περιστατικό αυτό. Ερωτηθείς να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο στην καταγραφή του δήλωσε ότι ο πατέρας του είχε δολοφονηθεί από μέλη της οργάνωσης Μπόκο Χαράμ, ενώ στη διάρκεια της συνέντευξής του ότι ο πατέρας του είχε δολοφονηθεί από μέλη του αντίπαλου κόμματος, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει καμία ικανοποιητική απάντηση. Περαιτέρω, αντιφάσεις εντοπίζονται και στους ισχυρισμούς του αιτητή αναφορικά με το περιστατικό της απαγωγής της μητριάς του, κατά το οποίο ισχυρίστηκε ότι αφού αυτό έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο του 2018, ο ίδιος μετέβη στο χωριό Uyi της επαρχίας Delta, όπου παρέμεινε μέχρι για 3-4 μήνες μέχρι να φύγει από τη χώρα. Ωστόσο, σε αρχικό στάδιο της συνέντευξής του ισχυρίστηκε ότι μέχρι να φύγει από τη χώρα διέμενε στην πόλη Benin. Κληθείς να παράσχει εξηγήσεις αναφορικά με την παραπάνω αντίφαση, παρέθεσε ότι οι περιοχές αυτές γειτνιάζουν μεταξύ τους, δήλωση που δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητική. 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία, κρίθηκε πως τα όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. 

Σε ότι αφορά αυτό το μέρος του αιτήματος, οι πληροφορίες που παρείχε ο Αιτητής  επί των ισχυρισμών του, υπέπεσε σε αντιφάσεις, ασυνέπειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών.

Από τα παραπάνω ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι εφόσον το μέρος του αιτήματος του αναφορικά με την δίωξη του από ομάδα ατόμων του αντίπαλου πολιτικού κόμματος δεν έγινε αποδεκτό, κατά συνέπεια δεν γίνεται αποδεκτός οποιοσδήποτε  ισχυριζόμενος φόβος δίωξής του. 

Εν συνεχεία στην αξιολόγηση κινδύνου εξετάστηκε ο μελλοντικός κίνδυνος στην βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι αυτόν που αφορά στο προφίλ, ταυτότητα και χώρα καταγωγής του και λαμβανομένων υπόψιν των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής αναφορικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Benin Cityτης πολιτείας  Delta , κρίθηκε δεν ότι υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη, άμα τη επιστροφή του στη Νιγηρία.  

Προχωρώντας, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει για τον Αιτητή βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου. Ως συνέπεια, η αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη και διατάχθηκε η επιστροφή του στη Νιγηρία δυνάμει του άρθρου 13(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000. 

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.

Έχω εξετάσει με προσοχή τις απαντήσεις που ο Αιτητής έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ενώ ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.

Καταρχάς κρίνω ότι, ορθά ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαπίστωσε και κατέγραψε στην έκθεση-εισήγησή του, η οποία υιοθετήθηκε από τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, ούτε στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

Συγκεκριμένα, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό αναφορικά με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή αφού δεν προέκυψε κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου.

Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί φόβου δίωξης από ομάδα ατόμων αντίπαλου κόμματος , ορθά και πάλι οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν τον  Αιτητή εσωτερικά και εξωτερικά  αναξιόπιστο και απέρριψαν τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, καθώς οι πλειονότητα των απαντήσεων του είναι διατυπωμένες με γενικότητα, χωρίς συνέπεια και συνοχή ενώ παράλληλα ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του, ήτοι ότι κινδύνευε από την εν λόγω ομάδα. Υπέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά ερωτήματα που του τέθηκαν ως προς το φορέα δίωξης του. Περαιτέρω οι απαντήσεις του είναι αντιφατικές και δεν συνάδουν με το αρχικό του αίτημα στην αίτηση για διεθνή προστασία η απάντηση του δε για την ενλόγω αντίφαση ορθά δεν έγινε αποδεκτή ως ευλογοφανή από του Καθ΄ων η αίτηση .

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιον μου διαδικασία. 

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Επομένως, ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ.851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C- 285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Αναφορικά με τον κίνδυνο που δύναται να προκύψει για τoν Αιτητή   εξαιτίας της γενικής κατάστασης ασφαλείας στην πολιτεία  Delta, της Νιγηρίας, τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του και όπου αναμένεται να επιστρέψει, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED)[1],  κατά το διάστημα για το διάστημα 12/03/2024-12/03/2025 αναφέρθηκαν συνολικά 144 περιστατικά ασφαλείας που συνέβησαν στην πολιτεία Delta, Νιγηρία, τα οποία οδήγησαν σε 145 θύματα. Από αυτά τα αναφερόμενα περιστατικά, 78 ήταν μάχες (που προκάλεσαν 106 θύματα), 49 αφορούσαν βία κατά αμάχων (που προκάλεσε 29 θύματα), 2 αφορούσαν εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (χωρίς θύματα); και 15 ήταν ταραχές (που προκάλεσαν 10 θύματα).

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι στην περιοχή Delta State, στην οποία υπάγεται η πόλη Benin,  σημειώθηκε ότι ο εβδομαδιαίος μέσος όρος των περιστατικών ασφαλείας που συνέβησαν ήταν 2,76. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτεία Delta, Νιγηρία, έχει πληθυσμό 5.636.100[2], διαπιστώνεται ότι, κατά την περίοδο αναφοράς, σημειώθηκε ένας μέσος όρος 2,57 θύματα ανά 100.000 κατοίκους στατιστικά που οδηγούν στο συμπέρασμα πως  δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους στη περιοχή. O πληθυσμός δε της εν λόγω πολιτείας καταγράφεται στους 4,777,000 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2022.[3] 

Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του  Αιτητή , ο οποίος είναι υγιής, ικανός προς εργασία, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta της Νιγηρίας, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 191/2024  ημερ. 31/05/2024 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τη  Νιγηρία, ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα  δέουσας έρευνας  και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

                                    

 

                                    Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] ACLED, Dashboard, <https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard>, [accessed on 19/03/2025]

[2] City Population, Delat State, available at: https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA010__delta/ (accessed on 19/03/2025)

[3] City Population, Nigeria, Edo State, διαθέσιμο σε, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/01/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο