
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 3344/24
07 Μαρτίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.J. από τη Σιέρρα Λεόνε και τώρα στην Λευκωσία
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Χ. Παφίτη (κα) για Α. Λαζάρου (κα) Δικηγόροι για την Αιτήτρια
Ρ. Χαραλάμπους (κα) για Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 09/08/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να της αναγνωρίζεται καθεστώς διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία την 27/04/22, στις 15/07/24 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της και ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση στις 17/07/24. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός ενέκρινε την έκθεση/εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 18/07/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Κατά την ενώπιον μου διαδικασία η δικηγόρος για Αιτήτρια περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, απέσυρε δε τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης.
Οι Καθ' ων η Αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της Ένστασης και Έκθεσης/Εισήγησης του λειτουργού, απάντησαν δε ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αιτιολογημένη και αποτέλεσμα δέουσας έρευνας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος ασύλου της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του δικηγόρου της, των θέσεων των Καθ΄ ων η αίτηση και του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).
Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού έγιναν αποδεκτά τα προσωπικά της στοιχεία και προφίλ της Αιτήτριας όπως επίσης αποδεκτή έγινε και η θέση της ότι εγκατέλειψε την χώρα της για λόγους εκπαιδευτικούς (ερυθρά 35-34 ΔΦ). Απορρίφθηκε, όμως, ο ισχυρισμός της ότι αποχώρησε από την χώρα καταγωγής της λόγω σεξουαλικής παρενόχλησης που δεχόταν από τον σύζυγο της πατρικής της θείας κατά την διαμονή της στην οικία τους (ερυθρά 34-32 ΔΦ). Ο λειτουργός προέβη σε αριθμό διευκρινιστικών ερωτήσεων επί του αφηγήματος της όπου κατέγραψε αντιφάσεις και ελλείψεις στις λεπτομέρειες του αφηγήματος της που οδήγησαν σε απόρριψη αυτού του μέρους του αιτήματος της, καθότι υπέπεσε σε χρονικές ασυνέπειες και έλλειψη ευλογοφάνειας στους ισχυρισμούς και δηλώσεις της σε σχέση με τα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης της, ασυνέπειες εντοπίστηκαν στις περιγραφές της, κρίθηκε ανίκανη να εξηγήσει αντιφάσεις που προέκυψαν κατά την διερεύνηση των περιστατικών που παρουσίασε, δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες και οι ισχυρισμοί της δεν είχαν την απαιτούμενη ευλογοφάνεια, εξέλιπαν δε βιωματικά στοιχεία της κατ΄ ισχυρισμό εμπειρίας της. Ούτε τεκμηριώνεται από τους γενικούς ισχυρισμούς της συνηγόρου της (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης) που να δεικνύει πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει είτε νομικά είτε ως προς τα ουσιαστικά γεγονότα που παρουσιάστηκαν ενώπιον της διοικητικής αρχής κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης που να οδηγούν σε ακύρωση της απόφασης και/ή ουδόλως έχουν υποδειχθεί συγκεκριμένα και/ή λεπτομερή στοιχεία που να ανατρέπουν τα όσα καταγράφονται λεπτομερώς στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού εξεταστή της υπόθεσης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης απόρριψης ασύλου της Αιτήτριας. Υπάρχει, επίσης, εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών δηλώσεων του αιτήματος σε συνάρτηση και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης όπου αυτό ήταν απαραίτητο και εφικτό – τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν κατά την δικαστική διαδικασία από την συνήγορο της.
Μετά δε από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας, των όσων ελλιπώς τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και αποδεικτικών στοιχείων[1] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία της επί αυτού του σημείου του αιτήματος της, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου της, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[2], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα της εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία, ευλογοφάνεια, συνοχή και λεπτομέρεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού για αριθμό ζητημάτων ήταν ικανή να παράσχει ικανοποιητικές απαντήσεις[3] αλλά ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης της σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν απέδειξε ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής της που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας της. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις της ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα 3Α και 3Β του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Μπορεί να αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα, αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του. Συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) καθώς οι σχετικοί ισχυρισμοί της (ως προς τον τρίτο ισχυρισμό της που αφορά κατ΄ ισχυρισμό δίωξη) απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι στο σύνολό τους και δεν κατάφερε να καταδείξει και/ή να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξής της για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.
Ούτε η περίπτωση της Αιτήτριας εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται επί τούτου ότι η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης της ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της. Μετά δε από επικαιροποιημένη έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή όπως προσδιορίζονται στη βάση δεδομένων του ACLED[5] επιβεβαιώνονται τα ευρήματα του λειτουργού καθότι με βάση τις παρατεθείσες πληροφορίες σε συνδυασμό με τον συνολικό αριθμό της πόλης, τα περιστατικά ασφαλείας δεν φτάνουν στο βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία της Αιτήτριας στο έδαφος της περιοχής την εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης.
Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023
[2] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/09.
[3] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123
[4] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο