Υ.Ι.Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Υπόθ. Αρ.: 3864/2024, 21/3/2025
print
Τίτλος:
Υ.Ι.Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Υπόθ. Αρ.: 3864/2024, 21/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3864/2024

21 Μαρτίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Υ.Ι.Ο., ARC XXXXXXXXX από το Κογκό και τώρα στη Δερύνεια

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Α. Πλιάκα (κα) για Δ. Κυριάκου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Ι. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 06/09/2024 (του κοινοποιήθηκε αυθημερόν), με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη κάθε έννομου αποτελέσματος και ως αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 13/12/21, στις 29/07/24 διεξήχθη η συνέντευξή του, την 01/08/24 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε αυθημερόν απορριπτική απόφαση από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η δικηγόρος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε καθ’ υπέρβαση και/ή κατάχρηση και/ή παράβαση διαδικασίας, είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και/ή το νόμο και ελλιπούς έρευνας και αντιβαίνει προς το Νόμο, το Σύνταγμα, τον περί Προσφύγων Νόμο, τις γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου και τις Διεθνείς Συμβάσεις για τους πρόσφυγες.  Αποτελεί θέση της ότι δεν αξιολογήθηκαν ορθά οι ισχυρισμοί του και/ή δεν έγινε η δέουσα έρευνα, δεν αξιολογήθηκαν ορθά τα δεδομένα και οι παράμετροι του Νόμου και της νομολογίας, ούτε είχε προσμετρήσει η προηγούμενη βλάβη που (κατ’ ισχυρισμόν) υπέστη ο Αιτητής, ως προς το ότι είναι πιθανός και βάσιμος ο φόβος του για ενδεχόμενη μετέπειτα δίωξη στη χώρα καταγωγής. Τέλος, υποστηρίζει ότι με την επίδικη απόφαση, παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης (κατά παράβαση της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων και το πρόσθετο πρωτόκολλο του 1967, ενώ υπάρχει και σχετική νομολογία από αποφάσεις του ΕΔΔΑ). Αποσύρθηκαν οι ισχυρισμοί για αναρμοδιότητα αποφασίζοντος οργάνου.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση, υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, αναφέροντας ότι ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι αντιμετώπιζε δίωξη στη χώρα καταγωγής του και/ή κρίθηκε αναξιόπιστος.  Ως υποστηρίζουν, δεν ενέπιπτε στο καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.  Είναι η θέση τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας και είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή.  Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της γραπτής αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω μόνο τους λόγους ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό για παραβίαση προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) κατά την διενέργεια συνέντευξης, διαπιστώνω από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ότι ενημερώθηκε πλήρως από τον ερευνώντα λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά την συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Τηρήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και του παραχωρήθηκε το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα στη γαλλική, μετά δε το πέρας αυτής ο λειτουργός/εξεταστής, ο διερμηνέας και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης όπως επίσης στο τέλος του πρακτικού, βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του (ερυθρά 48-25 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»). Επομένως, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η διαδικασία της συνέντευξης ήτο σε πλήρη σύμπνοια με τα Άρθρα 13, 13Α 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000). Σε κανένα σημείο από τα πρακτικά της συνέντευξης υποδεικνύεται ότι δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση που θα μπορούσε, εξάλλου, να ζητήσει διευκρινίσεις από τον διερμηνέα (Βλέπε Abul Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585).

 

Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο, προχωρεί σε εξέταση των στοιχείων του ΔΦ του Αιτητή σε συνδυασμό με τους υπολειπόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και/ή κατ΄ ισχυρισμό πλάνης της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Στη συνέντευξή του, κατά το στάδιο που αφορούσε τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής,  ο Αιτητής παρέθεσε ως τόπο γέννησης την πόλη Kinshasa της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής «ΛΔΚ») η οποία αποτελεί και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα (ερυθρά 42 4X-5X, 41 1X ΔΦ). Ο Αιτητής, δήλωσε ότι η μητέρα, ο πατέρας, οι τρεις αδελφές αλλά και η ανήλικη κόρη του διαμένουν στην Κινσάσα προσθέτοντας ότι είχε και έναν αδελφό ο οποίος δολοφονήθηκε από τις αστυνομικές αρχές το 2021 (ερυθρό 45 3Χ ΔΦ).  Κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης, ανέφερε ότι στα τέλη του Αυγούστου του 2020, σύναψε κρυφή σχέση με την εργοδότρια του ονόματι Gisele Tumba, η οποία ήταν σύζυγος του συνταγματάρχη Franck Diongo.  Τον 3ο/2021, και συγκεκριμένα την ώρα που βρίσκονταν στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου, εντοπίσθηκαν από το συνταγματάρχη και ο Αιτητής, όντας πανικοβλημένος, τράπηκε σε φυγή.  Αντιλαμβανόμενος ότι θα έψαχνε να τον βρει, μάζεψε τα πράγματά του, εγκατέλειψε το σπίτι όπου διέμενε με την οικογένειά του στην Kinshasa και πήγε να μείνει στη Matadi. Τον 07ο/2021, μαθαίνοντας για την εγκυμοσύνη της συζύγου του, αποφάσισε να σκοτώσει τον Αιτητή.  Στις 25/07/21, ζήτησε από την οικογένεια του Αιτητή να του αποκαλύψει την ακριβή του τοποθεσία ενώ ο φρουρός του άρχισε να τους πυροβολεί με τη μια σφαίρα να χτυπά και τελικά να σκοτώνει τον αδελφό του.  Η σύζυγός του, του τηλεφώνησε και τον συμβούλευσε όπως φύγει από τη χώρα προκειμένου να σώσει τη ζωή του. Ακολούθως, επέστρεψε στην Kinshasa και όταν ολοκληρώθηκαν οι κατάλληλες διαδικασίες, ταξίδεψε με προορισμό την Κύπρο (ερυθρά 39 5Χ, 38 1Χ-4Χ ΔΦ). Στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν ως προς τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του, ανέφερε ότι ο Frank Diongo ήταν ο συνταγματάρχης του Κονγκολέζικου στρατού ξηράς και ότι το γραφείο του βρισκόταν στην κοινότητα Gombe της Kinshasa.  Όταν του επισημάνθηκε ότι κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές οι πληροφορίες οι οποίες ανευρέθηκαν εν σχέση με το όνομα που παρέθεσε αφορούσαν πρόσωπο που κατείχε το αξίωμα του πολιτικού, έδωσε την απάντηση ότι το διαδίκτυο δεν παρείχε στοιχεία για όλους τους αξιωματικούς που εργάζονταν στη ΛΔΚ (ερυθρά 37 1Χ-2Χ, 4Χ, 7Χ, 36 1Χ ΔΦ).  Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η σύζυγος του συνταγματάρχη τον εργοδοτούσε από τις 12/03/19 μέχρι τον 7ο/2021.  Επισημανθείς ότι προηγουμένως ανέφερε ότι έπαψε να εργάζεται γι’ αυτήν από τον 04ο/2021, απάντησε ότι σταμάτησε τον Απρίλιο (ερυθρά 36 4Χ, 35 4Χ, 6Χ ΔΦ). Σχετικά με την κρυφή σχέση που σύναψε με τη σύζυγο του συνταγματάρχη, δήλωσε ότι είχαν μια όμορφη σχέση και ότι τις συναντήσεις τους τις πραγματοποιούσαν πριν ή μετά τη δουλειά ή ακόμη και στις άδειες του και ότι ενόσω αυτές διαρκούσαν πήγαιναν πρώτα σε εστιατόρια και έπειτα σε ξενοδοχεία  (ερυθρό 34 5Χ-6Χ ΔΦ).  Δήλωσε ότι ο συνταγματάρχης τους εντόπισε τον 4ο/2021 και αναφερθείς ότι σε προηγούμενο σημείο ισχυρίστηκε ότι το περιστατικό συνέβη το 3ο/2021, απάντησε ότι αυτό έγινε περίπου στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου του 2021 (ερυθρό 31 3Χ-4Χ ΔΦ). Εν σχέση με το ζήτημα της εγκυμοσύνης, πρόβαλε ότι ο συνταγματάρχης πληροφορήθηκε τα περί της εγκυμοσύνης της συζύγου του τον 6ο/2021.  Επισημανθείς ότι σύμφωνα με τα όσα ήδη παρέθεσε, έμαθε ότι ήταν έγκυος τον 7ο/2021, απάντησε ότι το έμαθε τον 6ο/2021 (ερυθρό 30 4Χ ΔΦ). Ως προς τη δολοφονία του αδελφού του, επισημανθείς ότι αρχικά ανέφερε ότι τον σκότωσαν οι αστυνομικές αρχές ενώ μεταγενέστερα δήλωσε ότι τον σκότωσε ο φρουρός του συνταγματάρχη, απάντησε ότι με το που αναλάμβανε κάποιος μια τέτοια θέση, οι αρχές του έδιναν φρουρό (ερυθρό 28 4Χ ΔΦ).

 

Ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου εντόπισε και αξιολόγησε δυο συνολικά ισχυρισμούς του Αιτητή.  Αποδέχθηκε τον ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, του προφίλ και της χώρας καταγωγής του, όμως απέρριψε το λοιπό ισχυρισμό του. Στη σχετική έκθεση/ εισήγηση καταγράφηκαν οι αντιφάσεις, οι ασυνέχειες, η έλλειψη επάρκειας πληροφοριών, οι γενικότητες και οι αοριστίες στα λεγόμενα του Αιτητή.  Ειδικότερα, ο Αιτητής όσον αφορά το ότι τον αναζητούσε ο συνταγματάρχης των δυνάμεων ξηράς της ΛΔΚ επειδή σύναψε ερωτική σχέση με τη σύζυγό του:

- εντοπίστηκαν χρονικές αντιφάσεις ως προς τα χρονικό διάστημα που παρέθεσε ότι ο συνταγματάρχης πληροφορήθηκε τα περί της εγκυμοσύνης της συζύγου του ως επίσης και για την περίοδο που τους εντόπισε στο ξενοδοχείο (ερυθρά 38 2Χ, 31 3Χ-4Χ και 38 3Χ, 30 4Χ ΔΦ),

- όσα ανέφερε για το χρόνο που σταμάτησε να εργοδοτείτο από τη σύζυγο του συνταγματάρχη αλλά και για το πότε μετέβηκε από την Kinshasa στη Matadi ήταν εξίσου αντιφατικά (ερυθρά 42 2Χ, 35 4Χ-6Χ και 32 3Χ, 31 5Χ, 29 2Χ-3Χ ΔΦ),

- οι απαντήσεις του αναφορικά με τους υπαίτιους για το θάνατο του αδελφού του ήταν αντιφατικές αφού ενώ στην αρχή ανέφερε ότι τον σκότωσαν οι αστυνομικές αρχές, στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι τον σκότωσε ο φρουρός του συνταγματάρχη (ερυθρά 45 3Χ, 38 4Χ 28 3Χ-4Χ ΔΦ),

- ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τον Franck Diongo και την πολιτική του δράση στη ΛΔΚ.  Ωστόσο, ο μη εντοπισμός στοιχείων που να επιβεβαίωναν τις δηλώσεις του και η παράθεση αντιφατικών και μη συνεκτικών πληροφοριών από πλευράς του, οδήγησαν στην απόρριψη του ισχυρισμού  (ερυθρά 89 - 88 ΔΦ).

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί του πιο πάνω σημείου του αιτήματος του, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε για κάθε ένα ξεχωριστά από τα περιστατικά που ισχυρίστηκε ότι έζησε, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Θα αναμενόταν για ένα τόσο σοβαρό γεγονός, στο οποίο στηρίζεται ο πυρήνας του αιτήματος του να είναι σταθερός στις απαντήσεις του, να είναι σε θέση να παρουσιάσει χρονική συνάφεια και επαρκή περιγραφή του αφηγήματος του. Η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους. Δεν προκύπτει, επομένως, να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας του Αιτητή ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από τον συνήγορο του και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα του. Συνεπώς, από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ως προς το εάν η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίστατο (ερυθρά 86- 85 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να θεωρείτο ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[2] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημείωσε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιωνόταν ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής του ανέφερε ότι κινδύνευε λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθηκε ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Κινσάσα, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ [3], ενώ από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) προκύπτει ότι τα περιστατικά  ασφαλείας που αφορούν συνολικά την επαρχία της Κινσάσα παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα[4]  (ως και τα συμπεράσματα του λειτουργού), έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών του περιστάσεων για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[5]. Εξάλλου, ούτε τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία του Αιτητή, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στον τόπο διαμονής, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις του δικαιολογημένου φόβου δίωξης και/ή να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009.

[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[3]βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un_documents_type/security-council-resolutions/?ctype=Democratic%20Republic%20of%20the%20Congo&cbtype=democratic-republic-of-the-congo , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the CongoComplex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο σε διεύθυνση της ιστοσελίδας reliefweb: https://reliefweb.int/report/democratic-republic-congo/democratic-republic-congo-complex-emergency-fact-sheet-3-fiscal-9 και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 19/03/2025)

[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ τα πιο πρόσφατα δεδομένα κατά το διάστημα 16/03/24 – 14/03/25 καταδεικνύουν 123 περιστατικά ασφαλείας με 238 ανθρώπινες απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 5 κωδικοποιήθηκαν ως μάχες (17 ανθρώπινες απώλειες), τα 57 ως διαμαρτυρίες (καμία ανθρώπινη απώλεια), τα 19 ως εξεγέρσεις (202 ανθρώπινες απώλειες), τα 31  ως στρατηγικές εξελίξεις (καμία ανθρώπινη απώλεια) και τα 11 ως βία κατά αμάχων (19 ανθρώπινες απώλειες) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 19/03/2025)

[5] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο