Α.M.Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 98/24, 31/3/2025
print
Τίτλος:
Α.M.Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 98/24, 31/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

 Υπόθεση Αρ. 98/24

 

31 Μαρτίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:  

 

Α.M.Α.

                                                                                                          Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                                 Καθ' ων η αίτηση 

 

...........................

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Μιχάλης Μαυρονικόλας για Αλ Ταχερ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον αιτητή 

Ραφαέλλα Χαραλάμπους για Ανδρέα Φιλίππου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση

 [Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Όλγα Γεωργιάδη για πιστή μετάφραση από αγγλικά σε ελληνικά και αντίστροφα]

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 2/10/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και στις 14/2/2023 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αφού εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές. Την ίδια μέρα ο αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αίτησης Διεθνούς Προστασίας (Confirmation of Submission of an Application for International Protection).

 

Στις 25/09/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της.  Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού εξέτασε την Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 2/10/2023.  Στις 6/12/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή προς τον αιτητή στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της για απόρριψη του αιτήματός του και την Έκθεση-Εισήγηση, η οποία και παραλήφθηκε από τον αιτητή την ίδια μέρα. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ενώπιον του Δικαστηρίου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί μόνον το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστήριξε τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ανέφερε πως λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας όλων των στοιχείων που παρουσίασε ο αιτητής. Επιπλέον εισηγείται ότι ο αιτητής φέρει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, το οποίο δεν κατάφερε ο αιτητής να αποσείσει στην προκειμένη περίπτωση καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.  Η συνήγορος των καθ’ων η αίτηση εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να επικυρωθεί από το Δικαστήριο.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω το μοναδικό ισχυρισμό που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας και/ή επαρκούς έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να σπουδάσει.  Ανέφερε πως πίστευε πως θα μπορούσε να εργαστεί για να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του αλλά δεν μπορούσε να εξεύρει εργασία στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και γι’αυτό το λόγο αποφάσισε να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής δήλωσε πως γεννήθηκε και διέμενε προτού αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του στην πόλη Enugu της πολιτείας Enugu, της Νιγηρίας (ερυθρό 20 6x, του διοικητικού φακέλου).  Ο αιτητής δήλωσε πως δεν έζησε σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή στη χώρα καταγωγής του.  Η εθνοτική του καταγωγή είναι Igbo, είναι Χριστιανό και ομιλεί Igbo και Αγγλικά (ερυθρό 21, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αιτητής δήλωσε πως δεν είναι παντρεμένος, ότι η μητέρα του και τα τέσσερα του αδέλφια ζουν στη χώρα καταγωγής του και πως ο πατέρας του απεβίωσε το 2014 λόγω ασθένειας.  Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο, ο αιτητής ανέφερε ότι ολοκλήρωσε το 2019 την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην πολιτεία Enugu και πως ήρθε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές για να σπουδάσει.  Ο αιτητής ανέφερε ότι στη χώρα του είχε εργαστεί σε οικοδομές και εισέπραττε το ενοίκιο από ένα διαμέρισμα του πατέρα του.

 

Ο αιτητής εγκατέλειψε την χώρα του και στην Κυπριακή Δημοκρατία εισήλθε παράνομα μέσω των μη ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών. Ο αιτητής δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδό του από τη χώρα καταγωγής του, αλλά ούτε και κατά το ταξίδι του.  Ισχυρίστηκε πως για το ταξίδι του τον βοήθησε οικονομικά η οικογένειά του.

 

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησής του, ο αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του για να σπουδάσει στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές.  Επίσης ανέφερε πως επιθυμεί να σπουδάσει και να εργαστεί προκειμένου να υποστηρίξει την οικογένειά του οικονομικά.  Όπως ανέφερε και στην αίτησή του, δεν κατάφερε να βρει εργασία στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και γι’αυτό το λόγο αποφάσισε να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές.  Ο αιτητης δήλωσε πως δεν υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει οικονομικά προβλήματα στη χώρα του (ερυθρά 17 και 21 του διοικητικού φακέλου).  Επιπλέον, ο αιτητής ανέφερε πως ουδέποτε έχει συλληφθεί ή κρατηθεί στη χωρά καταγωγής του και δήλωσε πως δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα.

  

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, το προφίλ τη χώρα καταγωγής και περιοχή διαμονής του αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.  Επιπλέον, αποδεκτός έγινε και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός σχετικά με το ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για οικονομικούς λόγους αλλά και για λόγους ακαδημαϊκού περιεχομένου.  Παραπέμποντας στα λεγόμενα του αιτητή από τα πρακτικά της συνέντευξής του, ο λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του, έκρινε αποδεκτούς του ουσιώδης ισχυρισμούς του.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς, το προσωπικό του προφίλ, ότι δεν παρουσιάζει θέματα ευαλωτότητας και κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης του αιτήματός του και αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Enugu, στην οποία αναμένεται ο αιτητής να επιστρέψει, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Τέλος, κατά τη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στην πολιτεία Enugu της Νιγηρίας, στην οποία αναμένεται να επιστρέψει ο αιτητής, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν επικαλείται στη συνέντευξή του κανέναν απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα, τα ζητήματα που ισχυρίστηκε ότι τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. 

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων που εκδόθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες«62. Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.»

 

Στην πιο πάνω παράγραφο, το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων που εκδόθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες προβαίνει σε ένα διαχωρισμό μεταξύ μεταναστών και προσφύγων.  Όπως έχει κατ’ επανάληψην νομολογηθεί, οι οικονομικοί μετανάστες δεν εμπίπτουν στην έννοια του πρόσφυγα (βλ. ενδεικτικά Md Jakir Hossain v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 2319/2006, ημερομηνίας 16/7/2008, Barakan Petrosyan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 883/2008, ημερομηνίας 10/2/2012, Irene Ferenko v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 1051/2010, ημερομηνίας 21/12/2011).

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3, του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (§37 και §38 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών), κάτι που βεβαίως δεν αποδείχθηκε στην υπό εξέταση υπόθεση.  Ούτως ή άλλως ο αιτητής δεν δήλωσε πως οποιοσδήποτε φορέας τον εμποδίζει να διαμείνει και να εργαστεί στη χώρα καταγωγής του.

 

Πρόσθετα, κρίθηκε από το αρμόδιο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6 (Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί την καταγωγή του αιτητή, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πολιτεία Enugu στην οποία αναμένεται να επιστρέψει και από την οποία διαφαίνεται ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Όπως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση και επιβεβαιώνεται και από τα λεγόμενα του αιτητή, η πολιτεία Enugu συνιστά τον τόπο καταγωγής του, στον οποίο έζησε όλη του τη ζωή, έχει υποστηρικτικό δίκτυο διατηρεί οικογενειακούς δεσμούς, καθώς εκεί βρίσκονται η μητέρα του και όλα τα αδέλφια του, εκτός από την αδελφή του που διαμένει στην πόλη Lagos.  Υπό το φως των εν λόγω δεδομένων, πέραν από την έρευνα στην οποία προέβη ο αρμόδιος λειτουργός, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, θα προβώ για σκοπούς πληρότητας σε επικαιροποιήμενη έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Enugu και συγκεκριμένα στην πόλη Enugu, που συνιστά τον τελευταίο τόπο διαμονής του σύμφωνα με τα λεγόμενά του.

 

Σύμφωνα με τη σύνοψη της κατάστασης ασφαλείας του ACCORD που βασίζεται σε στοιχεία του ACLED, η οποία αφορά το πρώτο τρίμηνο του 2024 και δημοσιεύτηκε στις 8 Μαΐου 2024,  στην πολιτεία Enugu, σύμφωνα με την ίδια πηγή, αναφέρθηκαν 30 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων τα 9 οδήγησαν σε 13 απώλειες ανθρώπινων ζωών.[1] Σύμφωνα με τη σύνοψη της κατάστασης ασφαλείας του ACCORD που βασίζεται σε στοιχεία του ACLED, η οποία αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2024 και δημοσιεύτηκε στις 7 Αυγούστου 2024, στην πολιτεία Enugu σύμφωνα με την ίδια πηγή, αναφέρθηκαν 44 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων τα 20 οδήγησαν σε 31 απώλειες ανθρώπινων ζωών.[2]

 

Η πολιτεία Enugu, στην οποία βρίσκεται η πόλη Enugu, η οποία αποτελεί τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, υπάγεται στην Νοτιοανατολική περιοχή της χώρας, η οποία αποτελείται από τις ακόλουθες πέντε πολιτείες: Abia, Anambra, Ebonyi, Enugu και Imo.[3] Οι κύριοι δρώντες στην Νοτιοανατολική περιοχή είναι αποσχιστικές φατρίες και δυνάμεις ασφαλείας. Το 2023, οι κύριοι δρώντες που ενεπλάκησαν στις εντάσεις στη Νοτιοανατολική περιοχή ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες»[4] ή η Ομάδα Αυτοχθόνων Λαών της Μπιάφρα (IPOB) και το Δίκτυο Ανατολικής Ασφάλειας (ESN)[5]. Άγνωστοι ένοπλοι ήταν επίσης παρόντες στη Νοτιοανατολική περιοχή καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023.[6] Κατά την εν λόγω χρονική περίοδο, αναφέρθηκαν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες διαπράχθηκαν από «άγνωστους ένοπλους» στη Νοτιοανατολική περιοχή.[7]

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 23.03.2024 - 21.03.2025 στην πολιτεία Enugu, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, καταγράφηκαν 88 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 88 απώλειες σε αμάχους, εξ αυτών των περιστατικών τα 33 ως μάχες (με 51 απώλειες), τα 5 ως εξεγέρσεις (με καμία απώλεια) και τα 50 ως βία κατά αμάχων (με 37 απώλειες) ενώ δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό απομακρυσμένης βίας[8]. Από τα εν λόγω περιστατικά ασφαλείας, 15 έλαβαν χώρα στην πόλη Enugu, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή (με 9 ανθρώπινες απώλειες). Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Enugu εκτιμάται ότι το 2022, οπότε έγινε η τελευταία καταμέτρηση, ανερχόταν στα 4,690,100 .[9]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στη προαναφερόμενη πολιτεία, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και ο οποίος έχει τη μητέρα του και τα αδέλφια του στην περιοχή καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης ούτε έχει αναφέρει πως διώκεται από οποιονδήποτε φορέα που τον εμποδίζει να διαμείνει και να εργαστεί στη χώρα καταγωγής του.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 191/2024, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για δέουσα έρευνα.

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής και/ή δέουσα αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή. 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation, 'Nigeria, first quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED)', 8 May 2024, σελ. 4, διαθέσιμο στοhttps://www.ecoi.net/en/file/local/2109664/2024q1Nigeria_en.pdf  

[2] ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation, 'Nigeria, second quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED)',                                                   7 August 2024, σελ. 4, διαθέσιμο στοhttps://www.ecoi.net/en/file/local/2113508/2024q2Nigeria_en.pdf

[3] EUAA, Nigeria – Country Focus, July 2024, available at: COI Report – Nigeria: Country Focus | European Union Agency for Asylum

[4] ISS, Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians, 13 December 2023, available at: Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians | ISS Africa

[5] Nigeria Watch, Annual Report 2023, n.d., available at: Annual report 2023, σελ. 14.

[6] AI, Amnesty International Report 2023/2024 - Nigeria, 24 April 2024, url, σελ. 285, available at: The State of the World’s Human Rights

[7] Ο.π.

[8]ACLED, available at: Explorer - ACLED

[9] City Population, Nigeria, available at:  https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο