Α.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 1860/2024, 23/4/2025
print
Τίτλος:
Α.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 1860/2024, 23/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 1860/2024

23 Απριλίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Α.K. από τη Σιέρα Λεόνε και τώρα στη Λάρνακα

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ρ. Καλογήρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Ν. Κουρσάρης (κος), για Ν. Κωνσταντίνου  (κος), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

O Αιτητής παρών.  Παρούσα  και  η Ζ.Αγαπίου  (κα) για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο Αιτητής αιτείται: Α). δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 28/03/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 10/06/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος .

Β). Έκδοση απόφασης επι της ουσίας η οποία θα αντικαθιστά τη προσβαλλόμενη απόφαση 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και στις 7/12/2020 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 2/11/2020. Στη 15/3/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 21/03/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 28/03/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 23/05/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν  στον Αιτητή. Στις 27/05/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής προέβαλε μέσω της αίτησης του πλήθος λόγων ακυρώσεως, τους οποίους περιόρισε με την γραπτή του αγόρευση στους ακόλουθους λόγους :

Συγκεκριμένα,   υποβάλλει ότι  προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και/ή είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή ελλαττωματικής έρευνας και συνεπώς ελήφθη τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα και/ήτο Νόμο , αντίθετη με το άρθρο 48 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Ν.158(ι)/1999. Περαιτέρω στερείται επαρκούς αιτιολογίας και /ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και υποστηρίζει ότι  η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου  είναι ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση. Περαιτέρω, προβάλλει ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, ή ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 (2) του ίδιου Νόμου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος του Αιτητή εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Κατά τη καταγραφή ο Αιτητής δήλωσε πως ότι είναι υπήκοος Σιέρα Λεόνε και γεννήθηκε στην πόλη Makeni της Σιέρα Λεόνε, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Μουσουλμάνος. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε ότι είναι άγαμο. Έφυγε από τη χώρα του στις 19/10/2020 νόμιμα με το διαβατήριό του και εισήλθε  παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 20/10/2020.

 

Κατά τη πρωτοβάθμια συνέντευξη ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Σιέρα Λεόνε, εθνοτικής καταγωγής Temne και γεννήθηκε στην πόλη Makeni της Σιέρα Λεόνε, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Μουσουλμάνος. Ως προς το μορφωτικό επίπεδο ο Αιτητής ανέφερε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι στη χώρα του δεν εργαζόταν, αλλά μερικές φορές βοηθούσε τους γονείς του στα χωράφια. Σχετικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι έχει δύο αδερφές, η μεγαλύτερη από τις οποίες ζει στη Freetown , ενώ η μικρότερη αδερφή του ζει στο Makeni μαζί με τους γονείς τους. Δεν είναι παντρεμένος ούτε έχει παιδιά.

Ο Aιτητής δήλωσε ότι πριν φύγει από τη Σιέρα Λεόνε ήταν μαθητής και ήταν το μοναδικό αγόρι της φτωχής του οικογένειας. Πρόσθεσε ότι στη Σιέρα Λεόνε απαγορεύεται να προσβάλει κάποιος τη μυστική κοινωνία ‘’Poro’’. Μια μέρα που έπαιζε ποδόσφαιρο με έναν φίλο του, κατέληξαν να τσακωθούν και να μιλήσουν άσχημα μεταξύ τους, καθώς ο φίλος του πρόσβαλε τη μητέρα του. Τότε ο Αιτητής του αντιμίλησε, με αποτέλεσμα ο φίλος του να τον καταγγείλει στον αρχηγό της μυστικής κοινωνίας ‘’Poro’’, o οποίος τον απείλησε ότι η συμπεριφορά του θα έχει άσχημες συνέπειες. Έκτοτε, ο Αιτητής αντιμετώπισε πίεση και απειλές από τα μέλη της κοινωνίας Poro, οι οποίοι του έβαλαν να πληρώσει ένα μεγάλο πρόστιμο, διαφορετικά θα τον έδιωχναν μακριά. Όμως ο Αιτητής επειδή ούτε ήταν μέλος της κοινωνίας Poro, ούτε είχε τη δυνατότητα να πληρώσει το πρόστιμο αυτό, και λόγω των απειλών που δεχόταν, αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του και να αφήσει τους γονείς του.

 

Κατά τη συνέντευξή του, και ειδικότερα κατά την ελεύθερη αφήγηση, ο Αιτητής δήλωσε ότι το 2020, στη διάρκεια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα τσακώθηκε με έναν παίκτη της αντίπαλης ομάδας. Ο παίκτης αυτός ήταν μέλος της μυστικής κοινωνίας ‘’Poro’’ και κατήγγειλε τον Αιτητή στους ηγέτες της μυστικής αυτής κοινωνίας Poro, επειδή ο Αιτητής τον αποκάλεσε ‘’burka’’, λέξη που δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ο Αιτητής, καθώς δεν είναι μέλος της κοινωνίας Poro. Στη συνέχεια, ο Αιτητής παρέθεσε ότι μετά την καταγγελία που έγινε σε βάρος του στη μυστική κοινωνία Poro, ο ίδιος κλήθηκε από την κοινωνία αυτή να δικαστεί και ότι ένας απεσταλμένος της μυστικής κοινωνίας Poro πήγε να βρει τον πατέρα του, λέγοντάς του ότι η λέξη ‘’burka’’ που χρησιμοποίησε ο Αιτητής ήταν προσβλητική και για αυτό έπρεπε να δικαστεί από τους ηγέτες της Poro κοινωνίας. Πρόσθεσε ακόμα ότι τον αναζήτησαν τρεις φορές, λέγοντας στον πατέρα του ότι πρέπει να θυσιάσει κάτι και να τους δώσει τρεις ανθρώπους και έξι αγελάδες. Ακολούθως, μετά από την τρίτη αυτή επίσκεψη των μελών της κοινωνίας Poro στον πατέρα του οι οποίοι τον αναζητούσαν, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα.

Κληθείς να διευκρινίσει τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Σιέρα Λεόνε, απάντησε ότι η Poro κοινωνία θα τον πιάσει και θα του επιτεθεί με σκοπό να γίνει μέλος της.

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός είχε θέσει περισσότερες διευκρινιστικές ερωτήσεις στον Αιτητή προς περαιτέρω διερεύνηση των ισχυρισμών του. 

 

Κατά την εισηγητική του έκθεση, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο οποίος και έγινε αποδεκτός λόγω της διαπιστωθείσας εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά στο ότι το 2020 του ζητήθηκε να γίνει μέλος στη μυστική κοινωνία Poro του Makeni. Ο εν λόγω ισχυρισμός έτυχε απόρριψης για τους κάτωθι λόγους.

 

Κατ’ αρχάς, ο Αιτητής δεν κατάφερε να παράσχει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με τη λογομαχία   που ισχυρίστηκε ότι είχε με τον παίκτη της αντίπαλης ομάδας, αναφέροντας γενικόλογα και αόριστα ότι ο αντίπαλος παίκτης τον κατήγγειλε στην μυστική κοινωνία Poro, επειδή ο ίδιος του είπε τη λέξη ‘’burka’’, η οποία θεωρείται προσβολή. Ερωτηθείς να αναφέρει αν αυτός ο αντίπαλος παίκτης απάντησε στην προσβολή, ο Αιτητής δεν παρείχε συγκεκριμένες πληροφορίες, απαντώντας ότι του είπε πως είναι διαφορετικοί. Επίσης, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει το όνομα του προσώπου με το οποίο είχε τη διαφορά .

Περαιτέρω, παρά τον ισχυρισμό του ότι αυτός ο αντίπαλος συμπαίκτης του τον κατήγγειλε στη μυστική κοινωνία Poro και κλήθηκε για να δικαστεί, ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς και λεπτομερείς πληροφορίες για τη μυστική κοινωνία Poro, αναφέροντας απλά το όνομα της κοινωνίας αυτής. Ερωτηθείς να παράσχει περισσότερες πληροφορίες για την κοινωνία αυτή, οι δηλώσεις του Αιτητή συνέχισαν να μην είναι αναλυτικές, λέγοντας ότι γνωρίζει μόνο αυτά που του είχε πει ο θείος του, ο οποίος ήταν μέλος της Poro κοινωνίας. Στη συνέχεια, ο Αιτητής κλήθηκε να προσδιορίσει αν είναι υποχρεωτικό για τους άντρες της περιοχής του να γίνουν μέλη της κοινωνίας Poro, όμως δεν ήταν σε θέση να παράσχει συγκεκριμένη πληροφορία για αυτό, λέγοντας με αόριστο τρόπο ότι αυτοί θέλουν όλους τους άντρες να γίνουν μέλη της κοινωνίας Poro, και όταν κάνουν παρελάσεις δεν μπορείς να βγεις έξω, αλλά πρέπει να μένεις μέσα στο σπίτι. Ερωτηθείς αν του ζήτησε κάποιος να γίνει μέλος της κοινωνίας Poro, ο Αιτητής απάντησε ότι ο πατέρας του τού είπε να μη γίνει μέλος αν ήθελε να ζήσει και ότι δεν είναι κάτι που σε εξαναγκάζουν να το κάνεις.

Επίσης, ο Αιτητής κλήθηκε να περιγράψει την καταγγελία που έγινε σε βάρος του από τον αντίπαλο παίκτη στους ηγέτες της κοινωνίας Poro. Συγκεκριμένα, δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πώς έλαβε γνώση της καταγγελίας αυτής, απαντώντας μη συγκεκριμένα ότι του το είπε ο φίλος του, ο οποίος επίσης είναι μέλος της κοινωνίας Poro. Κληθείς να εξηγήσει τί ακριβώς του είπε αυτός ο φίλος του, ο Αιτητής αποκρίθηκε μη συγκεκριμένα, λέγοντας ότι ο αντίπαλος παίκτης ήταν μέλος της κοινωνίας Poro και τον είχε ήδη καταγγείλει στους ηγέτες. Επιπλέον, αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι οι ηγέτες της Poro κοινωνίας έστειλαν απεσταλμένο στον πατέρα του, ο Αιτητής δεν παρείχε συγκεκριμένες και λεπτομερείς πληροφορίες επί αυτού, αναφέροντας συγκεχυμένα ότι ο απεσταλμένος αυτός είπε στον πατέρα του ότι ο Αιτητής χρησιμοποίησε προσβλητικές λέξεις κατά του μέλους της Poro κοινωνίας, και για αυτό έπρεπε να τον δουν οι ηγέτες για να αποφασίσουν τί θα κάνουν με τον Αιτητή. Ενδεικτικό είναι ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει την αντίδραση του πατέρα του στην άφιξη αυτού του απεσταλμένου, ούτε να περιγράψει τη δική του αντίδραση όταν του είπε ο πατέρας του ότι ο απεσταλμένος αυτός της Poro κοινωνίας τον έψαχνε. Ακόμα, ο Αιτητής δεν προσδιόρισε επακριβώς τον χρόνο κατά τον οποίον πήγε αυτός ο απεσταλμένος να συναντήσει τον πατέρα του, αναφέροντας γενικόλογα ότι αυτό συνέβη το 2020, ενώ αρνητική ήταν η απάντησή του στην ερώτηση αν αυτός ο απεσταλμένος του ζήτησε να γίνει μέλος της Poro κοινωνίας. Ας σημειωθεί και η αδυναμία του αιτητή να παράσχει περιεκτικές και λεπτομερείς πληροφορίες στον ισχυρισμό του ότι αυτός ο απεσταλμένος πήγε τρεις φορές στο σπίτι του για να τον ψάξει, χωρίς όμως να είναι σε θέση να περιγράψει επαρκώς τη δεύτερη και την τρίτη φορά, αναφέροντας γενικόλογα ότι τη δεύτερη φορά είπε στον πατέρα του ότι είχε διαπράξει ένα έγκλημα, ενώ την τρίτη φορά ζήτησε από τον πατέρα του να του δώσει τρεις ανθρώπους και έξι αγελάδες για αντάλλαγμα.

Ως τελευταία αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός παραθέτει ότι ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά από αυτές τις τρεις επισκέψεις του απεσταλμένου στο σπίτι του αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πότε ακριβώς έφυγε από το χωριό του, αναφέροντας γενικά ότι ήταν το 2020. Ακόμα, ερωτηθείς αν έλαβε απειλές από την κοινωνία Poro μέχρι να φύγει από τη χώρα, ο Αιτητής δεν παρέθεσε συγκεκριμένες πληροφορίες, αναφέροντας με αόριστο τρόπο ότι του είπαν πως ακόμα κι αν φύγει από το χωριό του θα του καταστρέψουν τη ζωή.

Συνεπώς, η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν τεκμηριώθηκε. 

 

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

 

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

 

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

 

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

 

Ακολούθως, κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός ανέτρεξε σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του Αιτητή σε σχέση με την μυστική κοινωνία Poro. Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι από τους ισχυρισμούς του Αιτητή συμπίπτουν με τις σχετικές πληροφορίες, ο ισχυρισμός δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός εξαιτίας της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή. Εν τέλει, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στην ολότητα του. 

Έπειτα στην αξιολόγηση κινδύνου εξετάστηκε ο μελλοντικός κίνδυνος στην βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι αυτόν που αφορά στο προφίλ, ταυτότητα και χώρα καταγωγής του. Με αναφορά σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του κρίθηκε δεν ότι υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη, άμα τη επιστροφή του στη Σιέρα Λεόνε.

Ακολούθως, κατά την νομική του ανάλυση για την πιθανότητα υπαγωγής του Αιτητή στο προσφυγικό καθεστώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν πληρούνται τα σχετικά κριτήρια. Σε σχέση με το καθεστώς επικουρικής προστασίας, επίσης, αποφασίστηκε ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει μεταχείριση η οποία εμπίπτει στο άρθρο 15 (α), (β) και (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ1 και αντίστοιχα 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου. 

Συγκεκριμένα ο Λειτουργός προέβη στην εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή. Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του Αιτητή αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του και πως δεν ευνοείται ούτε δικαιολογείται οποιαδήποτε διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Με βάση τα ανωτέρω και δεδομένου ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε ασάφειες, ασυνέπειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών, δεν θεμελιώθηκε η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού και ως εκ τούτου αυτός απορρίφθηκε.

 

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Makeni. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας στην πόλη που διέμενε .

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους  ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων  σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.

 

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Σιέρα Λεόνε  δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Σιέρρα Λεόνε δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμών , το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί  απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

 

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του  ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

 

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

 

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.  Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Freetown, πρωτεύουσα της Σιέρρα Λεόνε το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της «Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights» για τον προσδιορισμό και την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων, η Σιέρα Λεόνε δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[1] Ωστόσο σύμφωνα με τη σχετική έκθεση του 2024 της γερμανικής BTI, ο κίνδυνος κοινωνικών συγκρούσεων αυξάνεται λόγω της επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος που επιδεινώνει τον ήδη συγκρουσιακό χαρακτήρα της πολιτικής στη χώρα.[2]

 

Η ως άνω έκθεση συνεχίζει «Οι άμεσοι γείτονες της Σιέρα Λεόνε – η Γουινέα και η Λιβερία – είναι εύθραυστοι. Η Γουινέα υποβλήθηκε σε στρατιωτικό πραξικόπημα τον Σεπτέμβριο του 2021. Η Λιβερία έχει προγραμματισμένες γενικές εκλογές για τον Οκτώβριο του 2023, οι οποίες θα έχουν μεγάλη αμφισβήτηση. Τα σύνορα περιπολούνται ελάχιστα και οι παραμεθόριες περιοχές είναι επιχειρησιακές περιοχές για εγκληματικές συμμορίες και λαθρέμπορους. Οι εθνοτικοί δεσμοί και οι παραδοσιακές περιοχές οικισμών επικαλύπτουν τα εθνικά σύνορα. Η πιθανότητα για δευτερογενή επίδραση στην περίπτωση βίαιων συγκρούσεων σε αυτές τις χώρες είναι υψηλή […] Oι διαρθρωτικοί περιορισμοί στη διακυβέρνηση είναι πολύ υψηλοί. Οι περιορισμοί περιλαμβάνουν ακραία φτώχεια, έλλειψη εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού, έλλειψη οικονομικής διαφοροποίησης, σοβαρές ελλείψεις υποδομών, ενδημική διαφθορά, δυσλειτουργικούς δημοκρατικούς θεσμούς και την επιρρέπεια σε φυσικές καταστροφές και μολυσματικές ασθένειες».[3]

Σύμφωνα με την έκθεση του World Food Program του Νοεμβρίου του 2024 η φτώχεια είναι ευρέως διαδεδομένη στη Σιέρα Λεόνε, με πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας των 2 $ ΗΠΑ την ημέρα. Η γεωργία, η κύρια πηγή διαβίωσης, είναι υπανάπτυκτη οδηγώντας σε επισιτιστική ανασφάλεια. Οι περιορισμένες υποδομές, η υψηλή ανεργία και η εξάρτηση από τις εισαγωγές τροφίμων επιδεινώνουν τις ευπάθειες, καθιστώντας το έθνος επιρρεπές σε επισιτιστικές κρίσεις και υποσιτισμό. Τα στοιχεία της κυβέρνησης και του WFP δείχνουν αύξηση στις τιμές των τροφίμων για συγκεκριμένα βασικά προϊόντα σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η τιμή τόσο του τοπικού όσο και του εισαγόμενου ρυζιού αυξήθηκε κατά 18 τοις εκατό και 28 τοις εκατό αντίστοιχα από τον Σεπτέμβριο του 2023 έως τον Σεπτέμβριο του 2024. Τα αποτελέσματα της εξαμηνιαίας αξιολόγησης του Συστήματος Παρακολούθησης Επισιτιστικής Ασφάλειας μετά τη συγκομιδή (FSMS) του Σεπτεμβρίου έδειξαν ότι το 77 τοις εκατό των κατοίκων της Σιέρα Λεόνε ήταν τροφικά ανασφαλές, μια ελαφρά μείωση σε σύγκριση με το ποσοστό 80 τοις εκατό την ίδια περίοδο το 2023. Το ποσοστό των νοικοκυριών με σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια μειώθηκαν κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες από 28 τοις εκατό τον Σεπτέμβριο του 2023 σε 17 τοις εκατό τον Σεπτέμβριο του 2024[4].

 

Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 08/03/2024-08/03/2025 σημειώθηκαν στην πόλη Makeni συνολικά 5 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 2 απώλειες. Εξ’ αυτών, 1 κωδικοποιήθηκε ως βία κατά αμάχων. Ο αριθμός αυτός είναι πολύ χαμηλός σε σχέση με τον πληθυσμό που ζει στην περιοχή.

 

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Freetown δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.

 

Δεδομένων  των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην πόλη του  ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται,  με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

                 Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[2] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, σελ. 29 https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_SLE.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)

[3] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, σελ. 27 https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_SLE.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)

[4] WFP Sierra Leone Country brief, November 2024, https://reliefweb.int/report/sierra-leone/wfp-sierra-leone-country-brief-november-2024 , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο