N.S.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2665/2023, 30/4/2025
print
Τίτλος:
N.S.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2665/2023, 30/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 2665/2023

 

30  Απριλίου 2025 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

 

Μεταξύ: 

  N.S.O.

Αιτητής 

-και- 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

 

Δ. Παυλίδης (κος), για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή  

Ν. Κουρσάρης (κος), για Ν. Νικολάου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση

[Ο Αιτητής παρών]

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ. ΔΔΔΠ:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 08/08/2023, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικος, υπήκοος Νιγηρίας και κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του με ημερομηνία έκδοσης 18/06/2022 και ημερομηνία λήξης 17/06/2027, ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση, εγκατέλειψε τη χώρα του στις 18/09/2022, κάνοντας χρήση διαβατηρίου και φοιτητικής βίζας, μεταβαίνοντας μέσω Τουρκίας στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου από όπου στη συνέχεια διήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 05/10/2022 συμπλήρωσε και υπέβαλε αίτηση ασύλου, παραλαμβάνοντας στις 06/10/2022 σχετική βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας.

 

Στις 07/07/2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και στις 11/07/2023, συντάχθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία έγινε εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Αυθημερόν, λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου κατόπιν εξέτασης της εισηγητικής έκθεσης αποφάσισε την απόρριψη της αίτησής του για διεθνή προστασία σύμφωνα με τα άρθρα 13(2)(δ) και 18(7Β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου μαζί με την αιτιολογία αυτής, κοινοποιήθηκε δεόντως στον Αιτητή, μέσω επιστολής ημερομηνίας 08/08/2023, το περιεχόμενο της οποία επεξηγήθηκε στον τελευταίο από αρμόδιο λειτουργό.

 

Ο Αιτητής, εμπρόθεσμα, μέσω των συνηγόρων του, καταχώρησε την παρούσα προσφυγή αιτούμενος την ακύρωση της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση, προβάλλοντας πλήθος νομικών ισχυρισμών, ωστόσο χωρίς υπαγωγή σε πραγματικά περιστατικά ως οι διαδικαστικοί κανονισμοί προβλέπουν.

 

Με τη γραπτή του αγόρευση οι συνήγοροι του Αιτητή, προωθούν τη θέση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω μη δέουσας έρευνας από τους Καθ’ ων η αίτηση.  Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν εξέτασαν δεόντως το κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούταν καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας λόγω πραγματικού κινδύνου να υφίστατο βλάβη στη χώρα του.  Σύμφωνα με την αγόρευσή τους, όλα τα πιο πάνω, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αίτηση του Αιτητή δεν εξετάστηκε σε εξατομικευμένη βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα κατά παράβαση του άρθρου 18 (3) του περί Προσφύγων Νόμου και ότι δεν του δόθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας.  Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και αποτελεί προϊόν πλάνης.

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της δικής τους αγόρευσης, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της υπό εξέτασης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι η επίδικη απόφαση των Καθ' ων η αίτηση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας και ότι ο Αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης που φέρει από το Νόμο.  Ακόμη, αποτελεί θέση τους ότι ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν απολύτως ισχυρισμό, ο οποίος να συνηγορούσε προς το γεγονός ότι αυτός ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή συμπληρωματικής προστασίας.  Ως εκ των πιο πάνω, καλούν το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή του Αιτητή ως αβάσιμη.

 

Οι συνήγοροι του Αιτητή, με την απαντητική τους αγόρευση, επαναλαμβάνουν τα όσα κατέγραψαν στην αρχική τους αγόρευση αναφορικά με την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης έλλειψη δέουσας έρευνας από τους Καθ’ ων η αίτηση και πάσχουσας αιτιολογίας .

 

Έχω μελετήσει με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018, κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που προέβαλε ο Αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματος του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, έχοντας κατά νου και τους εγειρόμενους από τον Αιτητή ισχυρισμούς προς ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Με την αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας o Αιτητής δήλωσε ότι o πατέρας του, ο οποίος κατείχε το αξίωμα του βασιλιά της κοινότητας, πέθανε ενόσω ο Αιτητής και ο μεγαλύτερος αδελφός του βρίσκονταν σε νεαρή ηλικία.  Ο θείος του, ανέλαβε το θρόνο έως ότου αμφότεροι βρεθούν σε κατάλληλη ηλικία ώστε να μπορούν να αναλάβουν τα εν λόγω καθήκοντα. Φτάνοντας στην κατάλληλη ηλικία, ζήτησαν μεν από το θείο να παραδώσει το θρόνο στο μεγαλύτερο αδελφό, όμως εκείνος αρνήθηκε.  Ακολούθως, επακολούθησε μάχη κατά τη διάρκεια της οποίας ο αδελφός του σκοτώθηκε και το σπίτι τους κάηκε.  Ο Αιτητής διέφυγε αλλά ο θείος του, του υποσχέθηκε ότι αν τον έβλεπε, θα τον σκότωνε.

 

Στα πλαίσια της προφορικής του συνέντευξης, ο Αιτητής πρόβαλε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην περιοχή τοπικής αυτοδιοίκησης Etche της πολιτείας Rivers, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του στη χώρα. Δήλωσε χριστιανός, εθνοτικής καταγωγής Etche, έγγαμος, πατέρας τριών παιδιών τα οποία διαμένουν μαζί με τη σύζυγό του στην πολιτεία Imo. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του απεβίωσαν σε δυστύχημα το έτος 2000, ο δε αδελφός του σκοτώθηκε το Μάρτιο του 2022. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο και την εργασία του ανέφερε ότι σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Federal Polytechnique παραθέτοντας ως έτος αποφοίτησης το 2005 και ότι έκτοτε και για 10 χρόνια εργαζόταν ως ηλεκτρολόγος στην πολιτεία Rivers.

 

Όσον αφορά τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του κατείχε τη θέση του παραδοσιακού αρχηγού της κοινότητας, θέση την οποία κατέλαβε ο θείος του μετά το θάνατο του πατέρα του το 2000, μέχρι ο μεγαλύτερος αδελφός του να βρεθεί στην κατάλληλη ηλικία ώστε αυτός να μπορεί να αναλάβει τα εν λόγω καθήκοντα.  Το 2020 και σε ηλικία 45 ετών, ο αδελφός του, ζήτησε από το θείο να του παραδώσει το θρόνο, αλλά εκείνος αρνήθηκε.  Οι επικεφαλής σύμβουλοι της κοινότητας, χωρίστηκαν σε δυο ομάδες από τις οποίες η μια υποστήριζε τον αδελφό και η άλλη το θείο.  Έπειτα, πραγματοποίησαν πολλές συναντήσεις για να επιλύσουν το ζήτημα της αρχηγίας, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να βρουν λύση. Το Μάρτιο του 2022, σε μια συνάντηση, ενεπλάκησαν νεαροί οι οποίοι μαχαίρωσαν τον αδελφό του ο οποίος μετά από δύο μέρες νοσηλείας κατέληξε.  Την ίδια περίοδο, νεαρά άτομα  μετέβησαν στο σπίτι τους και το έκαψαν. Κατά τον ισχυρισμό του η σύζυγος και τα παιδιά τους, είχαν βγεί βόλτα και δεν ήταν στο σπίτι.  Ο Αιτητής, άρχισε να δέχεται τηλεφωνικές απειλές από άγνωστους αριθμούς όπου ο θείος του, του δήλωνε ότι θα τον σκότωνε με σκοπό να μπορέσει να παραχωρήσει το θρόνο/θέση στα παιδιά του.  Ο Αιτητής, κατήγγειλε όσα συνέβαιναν στις αστυνομικές αρχές, με την υπόσχεση ότι θα τον προστατεύσουν, ωστόσο στη συνέχεια και επειδή ήταν ανέφικτο να εξακριβώσουν ποιος τον απειλούσε, έλαβε τη συμβουλή να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Σε σειρά διευκρινιστικών ερωτήσεων που τέθηκαν ως προς τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο ίδιος στοχοποιήθηκε εφόσον θα ήταν ο επόμενος διάδοχος του θρόνου/θέσης ως αρχηγού της κοινότητας. Περαιτέρω, ανέφερε ότι ο πατέρας του κατείχε τη θέση του αρχηγού ως ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας του, διευκρινίζοντας ότι το ηλικιακό όριο που υπήρχε ώστε να μπορούσε κάποιος να ζητήσει να αναλάβει την αρχηγία ήταν τα 40 του χρόνια.  Ερωτηθείς για ποιο λόγο ο αδελφός του περίμενε μέχρι το 2020 και ενώ ήταν ήδη 45 ετών για να ζητήσει την αρχηγία και δεν το έπραξε νωρίτερα, απάντησε ότι δεν γνώριζε πολλά γι’ αυτό. Ως προς τα καθήκοντα του αρχηγού, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο αρχηγός υποχρεούταν να διατηρεί την τάξη στην κοινότητα και ότι η ανάληψη της θέσης από το θείο του έως ότου μπορέσει ο αδελφός του να αναλάβει τα εν λόγω καθήκοντα, ήταν ένα είδος κουλτούρας της κοινότητας.

 

Σε σχέση με τη δολοφονία του αδελφού του διευκρίνισε πως ενημερώθηκε για αυτό  τηλεφωνικώς από τους αρχηγούς ενόσω βρισκόταν στη δουλειά του.  Ερωτηθείς σχετικά με τα άτομα που σκότωσαν τον αδελφό του, απάντησε ότι τους προσέλαβε ο αρχηγός και κληθείς να παραθέσει για ποιο λόγο η αστυνομία δεν συνέλαβε τον αρχηγό, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν είχε αποδείξεις.  Σε σχέση με την κηδεία του αδελφού του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει ακόμα διεξαχθεί και ότι δεν επρόκειτο να ταφεί έως ότου κλείσει η υπόθεση.  Αποτελεί θέση του Αιτητή ότι μετά το θάνατο του αδελφού του ο ίδιος μετοίκησε στην πολιτεία Imo και εκεί δεχόταν τηλεφωνικές απειλές από το θείο του, ο οποίος, μέσω των τηλεφωνημάτων, του δήλωνε ότι θα τον σκότωνε προκειμένου να μπορέσει να παραχωρήσει το θρόνο στα παιδιά του.  Τέλος ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι από τον καιρό που άρχισε να δέχεται απειλές, ήτοι το 2022, μετά το θάνατο του αδελφού του και μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα του  δεν του συνέβη κάτι προσωπικά.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση διέκρινε δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ο δεύτερος την εγκατάλειψη της χώρας ένεκα των απειλών που δεχόταν από το θείο του, ο οποίος αρνιόταν να του παραδώσει τη θέση που δικαιωματικά του ανήκε, εκείνη του αρχηγού της κοινότητας.

 

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός αφού δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου και οι δηλώσεις του Αιτητή επιβεβαιώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Επιπλέον, ο Αιτητής προσκόμισε διαβατήριο από τη χώρα καταγωγής του.

 

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε εφόσον ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν γενικές, αόριστες, ασαφείς, αντιφατικές και μη ευλογοφανείς.  Αρχικά, οι δηλώσεις του σχετικά με το μέχρι ποια ηλικία μπορούσε κάποιος να ζητήσει να αναλάβει την αρχηγία, χαρακτηρίζονταν από αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας.  Συγκεκριμένα, από τη μια παράθεσε ότι το ηλικιακό όριο ήταν τα 40 χρόνια και από την άλλη δήλωσε ότι ο αδελφός του ζήτησε να αναλάβει την αρχηγία το 2020 και ενώ ήταν ήδη 45 ετών.  Ερωτηθείς ως προς το λόγο που καθυστέρησε πέντε χρόνια να ζητήσει την αρχηγία, απάντησε χωρίς καμία λογική ότι περίμενε να φτάσει στην κατάλληλη ηλικία.  Περαιτέρω, αντιφατικοί κρίθηκαν και οι ισχυρισμοί του αναφορικά με το ποιος σκότωσε τον αδελφό του και το λόγο που δεν έγιναν  συλλήψεις.  Αν και ισχυρίστηκε ότι η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι ο αδελφός του δολοφονήθηκε από τη νεολαία, εντούτοις σε διευκρινιστική ερώτηση ως προς το λόγο που οι αρχές επέλεξαν να μην προχωρήσουν σε συλλήψεις, απάντησε ότι δεν είχαν ενδείξεις γι’ αυτό.  Ακόμη, οι δηλώσεις του σε σχέση με την κηδεία του αδελφού του και το κάψιμο του σπιτιού του ήταν ασυνεπείς και μη ευλογοφανείς.  Στην ουσία, ανέφερε ότι ακόμη δεν είχε γίνει η κηδεία του αδελφού του και σε διευκρινιστική ερώτηση ως προς το λόγο που εξακολουθούσε να παραμένει άταφος, απάντησε χωρίς λογική ότι θα παρέμενε έτσι έως ότου κλείσει η υπόθεση.  Επιπλέον, δήλωσε μεν ότι το σπίτι του κάηκε από νέους, όμως στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι δεν είχε καμία απόδειξη για την εμπλοκή τους.  Τέλος, παρέθεσε ότι από το 2022, όταν ξεκίνησε να δέχεται τα απειλητικά τηλεφωνήματα  μέχρι και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη χώρα, ουδέποτε του επιτέθηκαν ούτε του συνέβη κάτι, δηλώσεις που υποδήλωναν ότι δεν υπέστη την οποιαδήποτε μορφή δίωξης που να δικαιολογούσε την απόφασή του να εγκαταλείψει τη Νιγηρία.

 

 Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι λόγω της υποκειμενικής φύσης του ισχυρισμού δεν δικαιολογείτο η οποιαδήποτε ανάλυσή του μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, προσθέτοντας παράλληλα ότι συνεπεία της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, ο τελευταίος δεν μπορούσε να τύχει αποδοχής.  

 

Προχωρώντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, δεν προέκυπτε εύλογη πιθανότητα ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πολιτεία Rivers, θα αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο βλάβης.  Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι από τα στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή, τις δηλώσεις του και την ανάλυση κινδύνου δεν προέκυπτε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του στο πλαίσιο του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.  Επιπλέον κρίθηκε ότι δεν προέκυπτε ούτε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του, στο πλαίσιο του άρθρου 19(1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ενόψει όλων των ανωτέρω, οι Καθ' ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο Αιτητής δεν πληροί  τις εκ του νόμου προϋποθέσεις ώστε να του εκχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα ή άλλως καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και ως εκ τούτου το αίτημά του απορρίφθηκε στο σύνολό του ως αβάσιμο.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.  Ο Αιτητής έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξή του, ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του.  Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.  Επί τούτου ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του, δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Μελετώντας τον διοικητικό φάκελο, διαπιστώνω ότι οι Καθ' ων η αίτηση, συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και, στη βάση αυτών, εξέδωσαν αιτιολογημένη απόφαση.  Συνεπώς, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, έχοντας κατά νου τα δεδομένα που προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ορθά κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του δεύτερου ισχυρισμού, ο οποίος και απορρίφθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι πράγματι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν επαρκών πληροφοριών, χαρακτηριζόμενες από γενικότητες, αοριστίες, αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας.  Αρχικά, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές απαντήσεις στις τεθείσες προς αυτόν ερωτήσεις ως προς το ζήτημα της αρχηγίας.  Συγκεκριμένα, οι μοναδικές πληροφορίες που παρέθεσε αφορούσαν στο ότι  τη θέση του αρχηγού την αναλάμβανε κάποιο συγγενικό του νόμιμου διαδόχου πρόσωπο έως ότου εκείνος έφτανε στην κατάλληλη ηλικία για να μπορέσει να αναλάβει την αρχηγία, ότι το ηλικιακό όριο που υπήρχε ώστε ο διάδοχος να δικαιούται να απαιτήσει την αρχηγία ήταν τα 40έτη και γενικώς ότι ο αρχηγός υποχρεούταν να διατηρεί την τάξη στην κοινότητα. Αποτελεί κρίση μου ότι ο Αιτητής, όφειλε να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες για το ζήτημα της αρχηγίας αφ’ ης στιγμής ήταν ένας εκ των υιών του προηγούμενου αρχηγού, και κατά συνέπεια επόμενος διάδοχος.  Περαιτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν ήταν παρών στα περιστατικά της δολοφονίας του αδελφού του και του εμπρησμού της οικίας του, ενώ ενημερώθηκε γι’ αυτά τηλεφωνικώς. Συνδυαστικά όλα τα πιο πάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί του δεν αποτελούσαν βιωματικά περιστατικά.

 

Επιπλέον, ορθά κρίθηκε από τους Καθ΄ων η αίτηση ότι παρατηρούνται αντιφάσεις στα λεγόμενα του Αιτητή. Διαπιστώνω ότι αρχικά ο Αιτητής ανέφερε ότι ο διάδοχος το θρόνο/θέση θα έπρεπε να φτάσει σε ηλικία 40 ετών για να αναλάβει καθήκοντα, ωστόσο ο αδελφός του ζήτησε να αναλάβει την αρχηγία το 2020 και ενώ ήταν ήδη 45 ετών, χωρίς να παραθέσει κάποια λογική εξήγηση προς τούτο.

 

Διαπιστώνω επιπλέον ότι αρκετές δηλώσεις του Αιτητή διακρίνονται από έλλειψη ευλογοφάνειας. Ο Αιτητής, αν και δήλωσε ότι η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι ο αδελφός του δολοφονήθηκε από τη νεολαία, εντούτοις σε διευκρινιστική ερώτηση ως προς το λόγο που οι αρχές επέλεξαν να μην προχωρήσουν σε συλλήψεις, απάντησε αντιφατικά και χωρίς ευλογοφάνεια δεν είχαν ενδείξεις γι’ αυτό. Μη ευλογοφανής κρίνεται επίσης η αναφορά του ότι μέχρι να κλείσει η υπόθεση της διαδοχής δεν θα ταφεί ο αδελφός του.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την παραδοσιακή αρχηγία στη Νιγηρία, έρευνα στην οποία όφειλαν οι Καθ’ ων η αίτηση να προβούν, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

Άρθρο του Legit - δημοσιεύθηκε το 2018 – αναφορικά με τους παραδοσιακούς ηγέτες  και το ρόλο τους στη Νιγηρία, αναφέρει ότι οι παραδοσιακοί ηγέτες ή αλλιώς αρχηγοί ανεξάρτητων κοινοτήτων κατέχουν τους τίτλους εξουσίας που εισήχθησαν από τους προγόνους τους.[1] 

 

Άλλη πηγή, καταγράφει ότι οι παραδοσιακοί ηγέτες πρόκειται για άτομα που κληρονομούν τη θέση τους από τους προγόνους τους ή επιλέγονται από τους πρεσβύτερους της κοινότητάς τους σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού τους.[2]  Βάσει της ίδιας πηγής, ως προς τα καθήκοντά τους, μεταξύ άλλων, υποχρεούνται να διασφαλίζουν την αρμονία και τη σταθερότητα στις κοινότητές τους, να συμβάλουν στην επίλυση συγκρούσεων, στην πρόληψη της βίας και στην προώθηση της δικαιοσύνης μεταξύ των ατόμων, να καθοδηγούν και να εμπνέουν τις κοινότητές τους υπό την έννοια του καθορισμού στόχων, της λήψης αποφάσεων και της υλοποίησης δράσεων προς όφελος των ατόμων και να προωθούν τις αξίες, τις παραδόσεις και τις γλώσσες του λαού τους.[3]

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω, οι δηλώσεις του Αιτητή βρίσκουν, εν μέρει, έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες, αφού διασταυρώνονται μόνο τα στοιχεία που αφορούν την κληρονομική διαδοχή της θέσης του αρχηγού της κοινότητας και την υποχρέωση του αρχηγού να διατηρεί την τάξη στην κοινότητα, πλην όμως ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του, εφόσον το αφήγημά του δεν αποκάλυψε τη βασιμότητα των ισχυρισμών του και αρκέστηκε σε γενικές, αόριστες, αντιφατικές και μη ευλογοφανείς αναφορές.  Ως εκ τούτου, ο σχετικός ισχυρισμός ορθά δεν έγινε αποδεκτός λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας.

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που θα διατρέξει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης, όπως εκτέθηκε αναλυτικά και ανωτέρω, δήλωσε φόβο δίωξης από το θείο του, ο οποίος αρνιόταν να του παραδώσει τη θέση που δικαιωματικά του ανήκε, εκείνη του αρχηγού της κοινότητας.

 

Σε σχέση με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι το συγκεκριμένο σκέλος του φόβου του Αιτητή δεν είναι βάσιμο και δικαιολογημένο καθώς ο συνδεόμενος με το συγκεκριμένο φόβο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος και ως εκ τούτου δεν προκύπτουν στοιχεία επικείμενης στοχοποίησης και/ή δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία.  Σε κάθε περίπτωση, όπως εκτέθηκε και ανωτέρω, ο Αιτητής δεν βίωσε κάποια κακοποιητική συμπεριφορά ούτε του συνέβη κάτι προσωπικά από τη στιγμή που πέθανε ο αδελφός του και έπειτα μέχρι και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.

 

Από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, προκύπτει ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δε στοιχειοθέτησε κανέναν ισχυρισμό που να ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

Με βάση τα πιο πάνω και ελλείψει παρελθούσας εις βάρος του Αιτητή πράξης δίωξης, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν ανέκυψαν ενδείξεις εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματική, υφιστάμενη και τρέχουσα απειλή από οπουδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, ως εκ τούτου ο φόβος του κρίνεται αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Αποτελεί κρίση μου ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Νόμου, έτσι ώστε να εκχωρηθεί στον Αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αφού δεν προέκυψε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος του Αιτητή να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη  χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει (α) κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, ή (β) βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή (γ) να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής σε περίπτωση επιστροφής του υπό τα άρθρα 19(2)(α) και (β) του Νόμου.

 

Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Rivers, την οποία ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής.

 

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 27/04/2024 έως 25/04/2025, στην πολιτεία Rivers καταγράφηκαν 86 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 75 ανθρώπων.  Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 6 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 3 ανθρώπινες απώλειες, 2 διαμαρτυρίες (protests) με 1 ανθρώπινη απώλεια, 15 εκρήξεις/ απομακρυσμένη βία (expl/remote violence) με καμία ανθρώπινη απώλεια, 39 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 25 ανθρώπινες απώλειες και 24 μάχες (battles) με 48 ανθρώπινες απώλειες.[4]  Τα εν λόγω στοιχεία εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της πολιτείας Rivers για το έτος 2022 (7,476,800 κάτοικοι)[5] καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Ειδικότερα στο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, Εtche, από την ίδια βάση δεδομένων προκύπτει ότι κατά την ανωτέρω περίοδο αναφοράς δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό.

 

Εφόσον από τις αντληθείσες πληροφορίες δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του Νόμου, το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» όπως αυτή προνοείται από τη νομολογία του ΔΕΕ.

 

Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.  Η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση κρίνεται ορθή και νόμιμη πλήρως αιτιολογημένη[6].

 

Λαμβάνεται υπόψιν και το γεγονός ότι ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής κατόρθωσε να αντικρούσει τα ευρήματα περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του από τους Καθ’ ων η Αίτηση, ούτε όμως προέβαλε οποιονδήποτε στοιχειοθετημένο ισχυρισμό σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία.

 Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ'ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή, η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ Δ ΔΔΔΠ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



[1] Adrianna Simwa “Traditional rulers and their roles in Nigeria”, Legit, 29/10/2018, διαθέσιμο στο: https://www.legit.ng/1200073-traditional-rulers-roles-nigeria.html (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 28/02/2025)

[2] “The idea of Community Leadership in Nigeria” ClassNotes.ng, 03/04/2024, διαθέσιμο στο: https://classnotes.ng/lesson/the-idea-of-community-leadership-in-nigeria/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 28/02/2025)

[3] Ibid αριθμός 2.

[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 24/02/2024 – 21/02/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Riots / Protests / Expl/Remote Violence / Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Rivers) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 28/02/2025).

[5] City Population, Nigeria, Rivers https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA033__rivers/  (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 28/02/2025).

[6] Γενεθλίου ν. Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων (1990) 3 ΑΑΔ 4096


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο