
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 3064/2024
28 Απριλίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
G.V. (ARC XXXXXXXXX)
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Α. Πλιάκα (κα) για Δ. Ζησιμοπούλου - Κυριάκου, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Ρ. Προδρόμου (κα) για Κ. Χρυσοστόμου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ο Αιτητής Παρών.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/07/24 (του κοινοποιήθηκε στις 06/07/24), με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη κάθε έννομου αποτελέσματος και ως αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 24/05/22, στις 30/04/24 διεξήχθη η συνέντευξή του, ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε αυθημερόν απορριπτική απόφαση από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος διεθνούς προστασίας και περιόρισε τους λόγους ακύρωσης στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και νομοθεσία. Αποσύρθηκαν οι υπόλοιποι ισχυρισμοί συμπεριλαμβανομένων και αυτών για αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση.
Οι Καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη, ενώ πρόκειται για οικονομικό μετανάστη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης του Αιτητή σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και/ή τους λόγους που συναρτώνται με την μη εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσής του.
Ως προκύπτει από την έκθεση/ εισήγηση ο λειτουργός αποδέχθηκε τον ισχυρισμό περί των προσωπικών του στοιχείων, του προφίλ και της χώρας καταγωγής του, όπως επίσης, τον ισχυρισμό του ότι αποχώρησε από τη χώρα του για οικονομικού περιεχομένου λόγους. Συνεπεία της αποδοχής των ισχυρισμών του στο σύνολό τους, ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου και κατέληξε σε συνάρτηση με το προφίλ του ότι δεν υπήρχε εύλογη πιθανότητα να υφίστατο συμπεριφορά που να ισοδυναμούσε με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην πρωτεύουσα Μονρόβια της Λιβερίας. Ακόμη, ο λειτουργός προέβη σε εκτεταμένες καταγραφές ιδιαιτέρως σε σχέση με την οικονομική κατάσταση και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν υπήρχε εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετώπιζε οποιοδήποτε ζήτημα και/ή δεν υπήρχε βάσιμος φόβος και/ή μελλοντοστραφής κίνδυνος και/ή οποιαδήποτε μορφή δίωξης ή βλάβης. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο EASO «Δικαστική Ανάλυση του (2018) Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ)», σελίδα 92:
«Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον[1]. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)[2]] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης[3]. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση). Η αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης της αξιοπιστίας, είναι το πρώτο στάδιο. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο. Το ΔΕΕ ενέκρινε αυτή την προσέγγιση δύο σταδίων:
Στην πραγματικότητα, η «αξιολόγηση» αυτή γίνεται σε δύο αυτοτελή στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας[4].»
Σύμφωνα με το ίδιο εγχειρίδιο[5]:
«Ο όρος «φόβος» αντικατοπτρίζει τη μελλοντοστραφή έμφαση των ορισμών της σύμβασης για τους πρόσφυγες και της ΟΕΑΑ. Η ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) επεκτείνει την προστασία όχι μόνο στα πρόσωπα που υπέστησαν πραγματικά δίωξη, αλλά και σε εκείνα που διατρέχουν κίνδυνο δίωξης[6]. Αντικατοπτρίζει επίσης την αποδοχή της ιδέας ότι η απειλή δίωξης αρκεί για να διαπιστωθεί ύπαρξη δίωξης. Επομένως, ένα πρόσωπο δεν χρειάζεται να περιμένει να υποστεί διώξεις για να υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, αλλά μπορεί να «φοβάται» μελλοντική δίωξη.
Το ΔΕΕ τόνισε τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα του βάσιμου φόβου στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Y και Z, όπου αποφάνθηκε ότι:
«[ο]σάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ) αυτής, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεως[7].»
(ο τονισμός δικός μου)
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης δεν διαπιστώνεται προσωπική δίωξή και/ή δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Οι δε σχετικές δηλώσεις του Αιτητή των οικονομικών κινήτρων και/ή καλύτερων συνθηκών για εργασία και μόρφωση - ως λόγους εγκατάλειψης της χώρας του - δεν εμπίπτουν στο καθεστώς διεθνούς προστασίας (Βλέπε Υποθ.Αρ.2319/2006 Md Jakir Hossain v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ.16/07/2008, Υποθ.Αρ.883/2008, Υποθ.Αρ.1051/2010 Irene Fesenko v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ.21/12/2011, § 62[8] του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων). Συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός κατά τη νομική ανάλυση και/ή κατά την υπαγωγή των προσωπικών δεδομένων του Αιτητή εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίστατο. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 9(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός κατά τη νομική ανάλυση σε συνάρτηση με τη περιοχή προηγούμενης διαμονής του Αιτητή εξέτασε και κατέληξε στο ότι δεν θα επηρεαζόταν προσωπικά λόγω ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Εξάλλου, η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου[9] η τότε εισήγηση με βάση τα ευρήματα του λειτουργού είναι ορθή, καθότι στη Μονρόβια της Λιβερίας όπου αναμένεται να επιστρέψει δεν παρατηρούνται ένοπλες συγκρούσεις.
Ούτε διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 51· απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 43.
[2] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)
[3] Ibid 1 υποσημείωση 20, σκέψη 43. Βλέπε επίσης υπόθεση Abdulla κ.λπ., ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 57 (χωρίς ρητή παραπομπή σε υπευθύνους δίωξης).
[4] Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012 στην υπόθεση C-277/11, M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, EU:C:2012:744
[5] EASO (2018), Δικαστική Ανάλυση «Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ)
[6] Ibid 1. υποσημείωση 33, σκέψη 74 και 75· και υποσημείωση 20, σκέψη 63 και 64. Βλέπε επίσης Εγχειρίδιο UNHCR, ό.π., υποσημείωση 107, σκέψη 45.
[7] Ibid 1 υποσημείωση 33, σκέψη 76. επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποίυποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, υποσημείωση 20, σκέψη 72.
[8] «μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας».
[9] Σύμφωνα με το ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ στην κομητεία Μοντσεράντο, όπου βρίσκεται η Μονρόβια, τα πιο πρόσφατα δεδομένα κατά το διάστημα 20/04/24 - 18/04/25 καταδεικνύουν 31 περιστατικά ασφαλείας με 3 ανθρώπινες απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 20 κωδικοποιήθηκαν ως διαμαρτυρίες (καμία ανθρώπινη απώλεια), τα 9 ως εξεγέρσεις (3 ανθρώπινες απώλειες), η 1 ως στρατηγική εξέλιξη (καμία ανθρώπινη απώλεια) και η 1 ως μάχη (καμία ανθρώπινη απώλεια) Στη Μονρόβια, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα συνέβησαν 15 διαμαρτυρίες (καμία ανθρώπινη απώλεια), 5 εξεγέρσεις (καμία ανθρώπινη απώλεια) και 1 στρατηγική εξέλιξη (καμία ανθρώπινη απώλεια). (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 27/04/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο