J.S.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3160/24, 8/4/2025
print
Τίτλος:
J.S.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3160/24, 8/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ. 3160/24

8 Απριλίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ:

J.S.M. από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και τώρα στη Λάρνακα

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Δ. Κακουλλής (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Α. Φιλίππου (κος) για Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόροι για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Αιτητής παρών (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής αιτείται δήλωσης και/ή απόφασης του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 21/06/2024, η οποία επιδόθηκε στον Αιτητή στις 26/07/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας είναι άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική, στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και αδικαιολόγητη. Είναι δε αποτέλεσμα μη χρηστής διοίκησης, κατάχρησης εξουσίας, πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου. Περαιτέρω αιτείται την έκδοση νέας εκτελεστής απόφασης επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή για διεθνή προστασία  και οποιαδήποτε άλλη και/ή περαιτέρω θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει δίκαιη, εύλογη και κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιον μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής ΛΔΚ) και την 01/07/2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων  απο την Τουρκία εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 05/06/2021. Στις 18/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής ΕΥΥΑ), ο οποίος στις 20/06/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 21/06/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 26/07/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 13/08/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Στο εισαγωγικό δικόγραφο της προσφυγής, ο Αιτητής μέσω του συνηγόρου του,  προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο.

Στα πλαίσια της Γραπτής του Αγόρευσης ο Αιτητής μέσω του δικηγόρου του, προωθεί ισχυρισμούς οι οποίοι διακρίνονται σε δύο (2) επιμέρους κατηγορίες. Αφενός επικαλείται την ύπαρξη καθυστέρησης στην εξέταση της αίτησής του, κατά παράβαση του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (158(Ι)/1999)∙ και αφετέρου, την εσφαλμένη εκτίμηση και αξιολόγηση των δεδομένων που είχαν ενώπιον τους οι Καθ’ ων η Αίτηση που οδήγησαν στην κρίση περί αναξιοπιστίας. Τέλος, είναι η θέση του Αιτητή ότι οι Καθ' ων η αίτηση δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα, γεγονός που οδήγησε σε πλάνη, δεν του αποδόθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, ενώ η απόφαση στερείται αιτιολογίας.

Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και υποστηρίζει ότι  η επίδικη απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση έχει ληφθεί ορθώς και νομίμως, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η Αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί καθυστέρησης στην εξέταση της αίτησής του Αιτητή, είναι θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός προβάλλεται αλυσιτελώς, καθώς κανένα δικαίωμα του Αιτητή δεν πλήγηκε ή επηρεάστηκε από τυχόν καθυστέρηση εξέτασης της αίτησής του. Ως προς τους λοιπούς ισχυρισμούς, οι Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζουν ότι, μετά από δέουσα έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι λόγοι που ο Αιτητής πρόβαλε περί δήθεν φόβου και κινδύνου είναι γενικοί, αόριστοι, συγκεχυμένοι και αναληθείς, ενώ ο Αιτητής έφερε το βάρος τεκμηρίωσης της αίτησης του. Τέλος, είναι η θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι σε καμία περίπτωση δεν έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη στη σκέψη τους, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε αφότου οι Καθ’ ων η Αίτηση έλαβαν υπόψη και στάθμισαν όλα τα γεγονότα και δεδομένα της υπόθεσης.

Με την Απαντητική του Γραπτή Αγόρευση ο Αιτητής, καθώς και κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 04/12/2024, υιοθέτησε το περιεχόμενο της Αίτησης του και της Γραπτής του Αγόρευσης.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερα συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Ως προς τον ισχυρισμό αναφορικά με τον χρόνο που διέρρευσε από την υποβολή του αιτήματος του Αιτητή έως τη λήψη της συνέντευξης και εξέτασής του από την Υπηρεσία Ασύλου,  καθώς και τον επηρεασμό των δικαιωμάτων του Αιτητή λόγω των συγκεκριμένων καθυστερήσεων, σημειώνω ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός εγείρεται αλυσιτελώς, καθώς δεν διαφαίνεται με ποιο τρόπο συγκεκριμένα επηρεάστηκαν δυσμενώς τα δικαιώματα του Αιτητή, και που έγκειται ζημιά, ιδίως ενόψει της κατάληξης περί μη υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. (Βλ. Προσφυγή αρ. 1458/2009, Postolachi Konstantin v. Δημοκρατίας δια Α.Α.Π., ημερ. 25.2.2021). Σε κάθε περίπτωση, δεδομένης της υφιστάμενης κατάστασης ως προς τον τεράστιο αριθμό αιτήσεων ασύλου που καλούνται οι αρχές της Δημοκρατίας να εξετάσουν και υπό το φως του άρθρου 13(7) του περί Προσφύγων Νόμου, τυχόν εύλογη καθυστέρηση εντός των επιτρεπόμενων από τον περί Προσφύγων Νόμο ορίων είναι σύννομη και αποδεκτή.

Προχωρώντας να εξετάσω την ουσία της προσβαλλόμενης απόφασης, επισημαίνω ότι στα πλαίσια του συγκεκριμένου ελέγχου, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας και κατάγεται από τη ΛΔΚ. Κατά την υποβολή της αίτησής του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του καθώς η σύντροφος του ήταν έγκυος με το παιδί τους και ο πατέρας της τον έψαχνε για να τον σκοτώσει (ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 16 Δ.Φ.).

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι χριστιανός ευαγγελιστής με εθνοτική καταγωγή από τη φυλή Bakongo (ερυθρό 50 Δ.Φ.). Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ερυθρό 48 Δ.Φ.). Ως προς την εργασιακή του πείρα δήλωσε την ενασχόληση του με οικοδομικές εργασίες, ενώ ανέφερε ότι την περίοδο 2020-2021 εργάστηκε ως ράφτης (ερυθρά 48 και 47 Δ.Φ.). Ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του προσδιορίζει την πόλη Kinshasa (ερυθρό 49/2Χ Δ.Φ.). Όσον αφορά το οικογενειακό του υπόβαθρο, ο Αιτητής ανέφερε ότι η μητέρα του απεβίωσε, ο πατέρας του είναι στη Γαλλία και έχει 2 αδέρφια τα οποία εξακολουθούν να διαμένουν στη ΛΔΚ (ερυθρό 49 Δ.Φ.). Τέλος, δήλωσε ότι έχει μία κόρη, η οποία διαμένει μαζί με την μητέρα της στην κοινότητα Makala της πρωτεύουσας Kinshasa (ερυθρό 48 Δ.Φ.).  

Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγηση του ανέφερε ότι όλα ξεκίνησαν το 2020. Ήταν σε σχέση με μια κοπέλα, η οποία τον Ιανουάριο του 2020 έμεινε έγκυος. Ο πατέρας της ήθελε να τον συλλάβει γιατί κατέστρεψε τη ζωή της κόρης του, και άρχισε να τον απειλεί. Η οικογένεια του αποφάσισε ότι έπρεπε να κρυφτεί στην Masina. Στις 19/07/2020 ενώ επέστρεφε σπίτι από τη δουλειά βρήκε τον στρατό, ο οποίος τον συνέλαβε και τον πήρε στην φυλακή. Τον ενημέρωσαν ότι τον έψαχνε ο πατέρας της κοπέλας, τον χτύπησαν και κατέληξε με σοβαρούς τραυματισμούς. Εξήγησε την κατάσταση σε ένα άτομο από τον στρατό, ο οποίος του υποσχέθηκε ότι θα τον ελευθερώσει. Με την απελευθέρωση του, επέστρεψε στην Masina στο σπίτι κάποιου φίλου. Τον Δεκέμβριο συνελήφθη από την οικογένεια της για δεύτερη φορά. Τον μετέφεραν στην κοινότητα Ngamba όπου παρέμεινε για 3 μέρες, ενώ στη συνέχεια πήγε ο θείος του έδωσε 250 δολάρια και τον ελευθέρωσαν. Επέστρεψε πίσω στην Masina όπου ο θείος του τον συμβούλευσε να μην μετακινείται γιατί θα συλλάβουν και πάλι. Το 2021 ο θείος του αποφάσισε να τον βοηθήσει να φύγει από την χώρα και προέβη στις απαραίτητες διευθετήσεις (ερυθρό 46 Δ.Φ.).  

Σε ερώτηση αν υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα του, ο Αιτητής πρόβαλε απειλές από τα άτομα που απειλούσαν τον πατέρα του (ερυθρό 46 Δ.Φ.). Ερωτηθείς ποια είναι αυτά τα άτομα, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν τα γνωρίζει, ενώ ως πρόσθεσε δεν γνωρίζει ούτε τον λόγο που απειλούσαν τον πατέρα του (ερυθρό 45 Δ.Φ.).

Σε ερωτήσεις αναφορικά με την κοπέλα με την οποία είχε σχέση, ο Αιτητής ανέφερε ότι έμεναν στην ίδια γειτονιά, την γνώρισε το 2019 και ήταν μαζί για ένα χρόνο πριν μείνει έγκυος (ερυθρό 45 Δ.Φ.). Ερωτηθείς αναφορικά με την αποκάλυψη της εγκυμοσύνης, ο Αιτητής δήλωσε ότι ένα πρωινό του ανακοίνωσε ότι ήταν έγκυος, με τον ίδιο να θεωρεί ότι αστειευόταν. Το απόγευμα η κοπέλα πήγε και πάλι να τον βρει, του εξήγησε, και του είπε ότι δεν μπορεί να κρατήσει το παιδί καθώς ο πατέρας της δεν πρόκειται να το δεχθεί. Της είπε ότι πρέπει να το σκεφτεί, και να δει πόσα χρήματα χρειάζονται για να προχωρήσει σε τερματισμό της εγκυμοσύνης. Πήγε σε κάποιο φίλο να ζητήσει χρήματα, ωστόσο είχαν θέματα με την αστυνομία εκείνη την μέρα, καθώς συνελήφθησαν και κρατήθηκαν από τις 7μ.μ. μέχρι αργά το βράδυ. Επέστρεψε σπίτι, ενώ ο πατέρας της κοπέλας της ζήτησε να φύγει και να πάει να μείνει με τον θείο της στην κοινότητα Matete (ερυθρό 44 Δ.Φ.). Ερωτηθείς πως ανακάλυψε ο πατέρας της για την εγκυμοσύνη, ο Αιτητής υποστήριξε ότι τον ενημέρωσε μια θεία της (ερυθρό 44 Δ.Φ.). Ο θείος του έκανε προσπάθεια να μιλήσει με την οικογένεια της κοπέλας για να αναλάβει την ευθύνη, ωστόσο ο πατέρας της τον έδιωξε (ερυθρό 44 Δ.Φ.). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από τον πατέρα της κοπέλας, ο Αιτητής πρόβαλε ότι έστελνε την αστυνομία στο σπίτι του με την οδηγία να παρουσιάζεται σε αστυνομικό σταθμό, κάτι το οποίο αρνήθηκε η οικογένεια του (ερυθρό 43 Δ.Φ.). Κληθείς στη συνέχεια να δώσει πληροφορίες αναφορικά με την πρώτη φορά που τον συνέλαβαν, στις 19/07/2020, ο Αιτητής ανέφερε ότι καθώς επέστρεφε σπίτι από τη δουλειά, τον συνέλαβαν σε ένα αστυνομικό σταθμό (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Ως υποστήριξε ενώ περπατούσε είδε 2 άτομα πίσω του, τον πήραν από τα χέρια και τον οδήγησαν στην αστυνομία. Ο επικεφαλής τον ενημέρωσε ότι ο πατέρας της κοπέλας ζήτησε την σύλληψη του. Του εξήγησε τι συνέβη, τον χτύπησαν με ζώνη και τον τραυμάτισαν (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Η επίσημη κατηγορία σύμφωνα με τις δηλώσεις του, είναι ότι η κοπέλα ήταν ανήλικη και την κακοποίησε ως ανέφερε ο πατέρας της (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Ερωτηθείς πως απελευθερώθηκε, ο Αιτητής υποστήριξε ότι τον βοήθησε ένας από τα άτομα του στρατού (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Σε ερωτήσεις αναφορικά με τη δεύτερη σύλληψη του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ήταν σε επίσκεψη στη μητέρα του, και όταν βγήκε από το σπίτι τον συνέλαβαν άτομα του στρατού με πολιτικά ρούχα (ερυθρό 41 Δ.Φ.). Άρχισαν να τον ανακρίνουν, ενώ του ανέφεραν ότι δραπέτευσε, και η κοπέλα είναι έγκυος (ερυθρό 41 Δ.Φ.). Ο θείος του εξήγησε ότι επισκέφθηκαν την οικογένεια με την πρόταση να φροντίσουν την κοπέλα, ωστόσο ο πατέρας της αρνήθηκε και έδωσε λεφτά και τον άφησαν. Στη συνέχει ο πατέρας της κοπέλας άρχισε να απειλεί τον θείο του (ερυθρό 40 Δ.Φ.). Τέλος, σε ερωτήσεις αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από άτομα που απειλούσαν τον πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τον λόγο που τον απειλούσαν, προβάλλοντας ωστόσο, ότι το 2017 μια μέρα ενώ περπατούσε στην περιοχή Mont Ngafula επιστρέφοντας από το σχολείο, τον πήραν και ζήτησαν να μιλήσουν με την μητέρα του, της ζήτησαν 3,000 δολάρια διαφορετικά θα τον σκότωναν. Τελικά η μητέρα του βρήκε τα χρήματα και τον άφησαν (ερυθρό 39 Δ.Φ.). Σε ερωτήσεις αναφορικά με την κράτηση του από τα εν λόγω άτομα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν 4 άγνωστα σε αυτόν άτομα, τα οποία τον κράτησαν σε ένα σπίτι, σε ένα δωμάτιο με ένα κρεβάτι για 3 μέρες (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Ερωτηθείς πως η μητέρα του βρήκε τα χρήματα και πως τον απελευθέρωσαν, ο Αιτητής πρόβαλε ότι η μητέρα του μάζεψε χρήματα από την οικογένεια, τα μετέφερε μέσω M-pesa από το τηλέφωνο, και το βράδυ τον πήραν με το αυτοκίνητο σε ένα μέρος που ονομάζεται Ngalie και τον άφησαν (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Ερωτηθείς αν είχε οποιαδήποτε άλλα προβλήματα με τα συγκεκριμένα άτομα μετά το εν λόγω περιστατικό, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Κληθείς να εξηγήσει γιατί εξακολουθεί να φοβάται τα συγκεκριμένα άτομα καθώς μετά το 2017 δεν τα ξαναείδε, ο Αιτητής υποστήριξε ότι άρχισαν να απειλούν την αδερφή του όταν έφυγε από την χώρα (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες, ο Αιτητής πρόβαλε ότι το 2022 ενώ η αδερφή του επέστρεφε από το σχολείο προσπάθησαν να την πιάσουν, ωστόσο, κατάφερε να διαφύγει λόγω των αρκετών παρισταμένων (ερυθρό 38 Δ.Φ.)∙ μετά από το εν λόγω περιστατικό όμως δεν συνέβη κάτι άλλο (ερυθρό 37 Δ.Φ.). Καταληκτικά, σε ερωτήσεις αν έχει οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με την υπόθεση του μετά που έφυγε από τη χώρα, ο Αιτητής πρόβαλε ότι η μητέρα του τον ενημέρωσε ότι μια μέρα πήγαν στο σπίτι με ένταλμα σύλληψης με την κατηγορία πρόκλησης εγκυμοσύνης ανήλικου προσώπου (ερυθρό 37 Δ.Φ.).

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός διαμόρφωσε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι

(α) Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή.

(β) Ο Αιτητής δέχθηκε απειλές από τον πατέρα της συντρόφου του, η οποία έμεινε έγκυος, και συνελήφθη από την αστυνομία λόγω της σχέση του με ανήλικο πρόσωπο.

(γ) Ο Αιτητής δέχθηκε απειλές από άγνωστα πρόσωπα, τα οποία στο παρελθόν απειλούσαν τον πατέρα του.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς κρίθηκε αποδεκτός. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το πρωτότυπο διαβατήριο του, το οποίο προσκόμισε, και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Ο δεύτερος και ο τρίτος, ωστόσο, ουσιώδης ισχυρισμός δεν έτυχαν αποδοχής, καθώς ο Αιτητής αξιολογήθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος.

Ειδικότερα, όσον αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες ενώ οι δηλώσεις του δεν είχαν συνοχή. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής δεν κατάφερε να δώσει επαρκείς πληροφορίες και ικανοποιητικές απαντήσεις αναφορικά με την σύντροφο του, την γνωριμία τους και τη μεταξύ τους σχέση. Επιπρόσθετα, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αποκαλύφθηκε η εγκυμοσύνη της κοπέλας και τις αντιδράσεις. Το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων ως το περιέγραψε δεν είχε συνοχή, ενώ ερωτηθείς πως το έμαθε ο πατέρας της ο Αιτητής ανέφερε ότι το έμαθε από μια θεία της κοπέλας η οποία το κατάλαβε λόγω της εμπειρίας της ως γυναίκα. Τέλος, όσον αφορά τις απειλές που δέχθηκε, καθώς και τα δύο περιστατικά σύλληψης του, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να περιγράψει με σαφήνεια και συνοχή τα όσα κατ’ ισχυρισμόν βίωσε, καθώς οι δηλώσεις του στερούντο λεπτομέρειας, συνοχής και εξειδίκευσης. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι λόγω του προσωπικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου ισχυρισμού δεν δύναται να διασταυρωθεί από εξωτερικές πηγές. Προέβη, ωστόσο, σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές αναφορικά με την εγκυμοσύνη έφηβων γυναικών και παρέθεσε στατιστικά στοιχεία αναφορικά με το συγκεκριμένο φαινόμενο στη ΛΔΚ.

Όσον αφορά τον τρίτο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι και πάλι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από άτομα που απειλούσαν στο παρελθόν τον πατέρα του. Η αξιοπιστία του δε, πλήττεται περαιτέρω από την αντίφαση στις δηλώσεις του. Στην αρχή της συνέντευξης του ανέφερε ότι ο πατέρας του έφυγε λόγω προβλήματος που είχε με την οικογένεια του και προτίμησε να φύγει για να αποφύγει το πρόβλημα (ερυθρό 49 Δ.Φ.), ενώ στη συνέχεια πρόβαλε ότι ο πατέρας του έφυγε λόγω αυτών των προσώπων και ίσως έκανε λάθος (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Σημειώνεται ότι οι δηλώσεις του αναφορικά με την αρπαγή του από τα εν λόγω άτομα και την απελευθέρωση του μετά τη λήψη χρημάτων από την μητέρα του, καθώς και την ισχυριζόμενη απειλή που δέχθηκε η αδερφή του, στερούνται συνοχής, λεπτομέρειας και επάρκειας πληροφοριών. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι λόγω του προσωπικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου ισχυρισμού δεν δύναται να διασταυρωθεί από εξωτερικές πηγές.      

Εν συνεχεία ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής του, o λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, και ειδικά στην πόλη Kinshasa να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης.

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων  σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.

Ο λειτουργός, στη συνέχεια, προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη ΛΔΚ δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, κρίνω δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η Αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή.

Ως προς τους δεύτερο και τρίτο ισχυρισμό, επίσης συντάσσομαι με την κατάληξη του αρμόδιου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση ως προς την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή.

Ειδικότερα, όσον αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό παρατηρώ ότι όντως οι δηλώσεις του στερούνται επάρκειας βασικών πληροφοριών, συνοχής και περιγραφικότητας. Η γενικόλογη αναφορά του στη σχέση του με ανήλικη κοπέλα, και στην εγκυμοσύνη που προέκυψε, σε συνδυασμό με την αδυναμία του να δώσει επαρκείς και περιγραφικές πληροφορίες αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από τον πατέρα της και τις συλλήψεις του λόγω αυτού, πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του και δεν προβάλλουν το βιωματικό στοιχείο της προσωπικής εμπειρίας. Ομοίως κρίνονται και οι δηλώσεις του που αφορούν τον τρίτο ισχυρισμό περί απειλής από άγνωστα άτομα τα οποία στο παρελθόν απειλούσαν τον πατέρα του. Στον εν λόγω ισχυρισμό γίνεται αναφορά σε απροσδιόριστο κίνδυνο, με τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς οποιεσδήποτε συγκεκριμένες, βασικές πληροφορίες που θα δημιουργούσαν ένα πλαίσιο αντίληψης του κινδύνου, του φορέα, και του κινήτρου. 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία και των δύο ανωτέρω ισχυρισμών, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του αρμοδίου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση. Λόγω της προσωπικής τους φύσης, δεν είναι εφικτή η συλλογή και επιβεβαίωση των πληροφοριών από εξωτερικές πηγές.

Με βάση, συνεπώς, τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που αποτελεί και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός στην υπό κρίση υπόθεση, συνάγεται ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και στο Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγηση του, αξιολόγησε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν σε αυτήν, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική, και ως εκ τούτου, δεν μπορεί να του παραχωρηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις στον Αιτητή για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματός του, όσο και τα επιμέρους θέματα και ακολουθήθηκε ορθή διερευνητική διαδικασία.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του Αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον Αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Σχετική είναι και η απόφαση  υπ' αρ. 626/2010 JAFAR KALASH και ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ 1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, 2. ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ημερ. 08/10/2013, στην οποία αναφέρονται τα εξής :

 «Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της...».

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Ακολούθως, σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο». Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο Αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο Αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός Αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πρωτεύουσα Kinshasa της ΛΔΚ, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC[2]) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu»[3], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2023) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ αναφέρει ότι δεκάδες ένοπλες ομάδες παρέμειναν ενεργές, κυρίως στις ανατολικές επαρχίες Ituri, Nord-Kivu και Sud-Kivu.[4] Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 07/04/2024 – 07/04/2025 στην πόλη  Kinshasa καταγράφηκαν 94 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 ανθρώπινες απώλειες. Τα 94 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 13 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 20 ανθρώπινες απώλειες, 18 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 202 ανθρώπινες απώλειες, 6 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 18 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 57 διαμαρτυρίες (protests).[5] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025).[6]

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία και εν προκειμένω ο Αιτητής με  τα όσα δήλωσε στη  συνέντευξή του αλλά και όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, ουδόλως τον ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους του που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό του για βάσιμο φόβο ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Υπό το φως των ανωτέρω  η προσφυγή απορρίπτεται με  1500 € έξοδα εναντίον του Αιτητή  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

.

 

 

Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

  

   

 



[1] Βλ. επίσης ECHR, Sufi and Elmi v. The United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/06/2011 (final 28/11/2011), p. 51, §218 (https://www.refworld.org/cases,ECHR,4e09d29d2.html, ): «However, it is clear that not every situation of general violence will give rise to such a risk. On the contrary, the Court has made it clear that a general situation of violence would only be of sufficient intensity to create such a risk "in the most extreme cases" where there was a real risk of ill-treatment simply by virtue of an individual being exposed to such violence on return (ibid., § 115).»

[2] NIAC: Non International Armed Conflict

[3] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, Τελευταία Ενημέρωση: 13 Απριλίου 2021,  https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 07/04/2025]

[4] Amnesty International, Democratic Republic of the Congo 2023,  https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 07/04/2025]

[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 07/04/2024 – 07/04/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 07/04/2025]

[6] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/world-cities/kinshasa-population [Ημερομηνία Πρόσβασης: 07/04/2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο