N.M.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3320/24, 2/4/2025
print
Τίτλος:
N.M.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3320/24, 2/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                                     Υπόθεση Αρ. 3320/24

2 Απριλίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ:

N.M.K. από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό {……} Αμμόχωστος

Αιτήτρια

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Μ. Δημητρίου (κα) για Γκ. Χρυσάφη (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Α. Αναστασιάδη (κα) και Θ. Βασιλάκη (κα), Δικηγόρος για τους Καθ’ ων η Αίτηση

Η Αιτήτρια είναι παρούσα (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή, η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 31/07/2024, και με την οποία απορρίπτεται το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία είναι άκυρη, και/ή παράνομη, και/ή στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιον μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής ΛΔΚ) και στις 10/05/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών τον Απρίλιο του 2022. Στις 12/07/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 30/07/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Στις 31/07/2024, ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής της Αιτήτριας και των δύο παιδιών της στη χώρα καταγωγής της. Στις 20/08/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια. Στις 27/08/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια της συνηγόρου της και της αίτησης ακυρώσεως, η Αιτήτρια, πρόβαλε τρεις συνολικά νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα.

Κατά την γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος της Αιτήτριας, πρόβαλε ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και παράτυπης διαδικασίας, πραγματικής πλάνης, και αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη. Ως υποστηρίζει, υπάρχει ξεκάθαρη έλλειψη κατανόησης της γλώσσας κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ενώ η Αιτήτρια δεν ήταν στην κατάλληλη διανοητική κατάσταση για να διηγηθεί και να επαναλάβει τα γεγονότα που την οδήγησαν να φύγει. Περαιτέρω επικαλέστηκε πραγματική πλάνη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης καθότι δεν ερεύνησαν τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας και πεπλανημένοι έκριναν ότι η Αιτήτρια δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο, το οποίο οδηγεί σε άκυρη και μη συνάδουσα με την απόφαση αιτιολογία.  

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντιτείνει με τη δική της γραπτή αγόρευση ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα, λήφθηκαν υπόψη δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας, και η αιτιολογία αυτής είναι πλήρης και εμπεριστατωμένη, με αναφορά στους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν και υπαγωγή τους στη σχετική νομοθεσία, χωρίς να εμφιλοχωρήσει καμία πλάνη στο συλλογισμό τους. Περαιτέρω προβάλουν ότι η συνέντευξη διεξήχθη σε γλώσσα κατανοητή για την Αιτήτρια, όπου με το τέλος της πιστοποίησε με την υπογραφή της ότι έχει κατανοήσει πλήρως τα όσα της αναφέρθηκαν και επιβεβαίωσε το περιεχόμενο της συνέντευξης. Τέλος, υποβάλουν ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενήργησαν ορθά, νόμιμα και καλόπιστα υπό τις περιστάσεις, ενώ η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης και να ανατρέψει το τεκμήριο της κανονικότητας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερα συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας περί έλλειψης κατανόησης της γλώσσας στην οποία διεξήχθη η συνέντευξη, σημειώνεται ότι η γλώσσα επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήταν η Lingala. Στην αρχή της συνέντευξης, η Αιτήτρια ρωτήθηκε αν καταλαβαίνει τον διερμηνέα με την ίδια να απαντά θετικά (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, ενημερώθηκε ότι σε περίπτωση που αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία στην κατανόηση ή στην επικοινωνία, να το δηλώσει (ερυθρό 42 Δ.Φ.). Τέλος, ως διαφαίνεται από τα πρακτικά της συνέντευξης, στο τέλος της διαδικασίας, αναγνώστηκαν στην Αιτήτρια, η οποία συμφώνησε με το περιεχόμενο των όσων είχαν καταγραφεί και προέβη στην υπογραφή των πρακτικών (ερυθρό 31 Δ.Φ.). Σημειώνεται ότι η Αιτήτρια ουδέποτε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ή στο τέλος αυτής δεν εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο ότι δεν αντιλαμβανόταν το περιεχόμενο των ερωτήσεων που της υποβλήθηκαν, ενώ της είχε ζητηθεί να το πράξει σε αντίθετη περίπτωση. Απεναντίας, στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης η Αιτήτρια υπέγραψε το εξής περιεχόμενο: «I the undersigned, confirm that all information in the transcript is true and accurate. I have fully understood in Lingala which is a language that I fully understand, all the information provided by the competent officer regarding the asylum procedures, concerning my rights and obligations and the questions addressed to me. I confirm that the recorded responses accurately reflect my statements.»  βεβαιώνοντας με αυτό τον τρόπο πως κατανόησε πλήρως τις ερωτήσεις οι οποίες της υποβλήθηκαν. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως ανυπόστατος.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας και κατάγεται από τη ΛΔΚ. Κατά την υποβολή της αίτησής της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της καθώς της ζητήθηκε να παντρευτεί τον θείο της σύμφωνα με τις παραδοσιακές πρακτικές της εθνοτικής ομάδας στην οποία ανήκει. Ως κατέγραψε, οι γονείς της ανάγκασαν την μεγαλύτερη αδερφή της να παντρευτεί τον θείο τους. Όταν απεβίωσε η αδερφή της, οι γονείς της ανάγκασαν την ίδια να πάρει τη θέση της αδερφής της και να παντρευτεί τον θείο, ο οποίος την μετέτρεψε σε σκλάβα του σεξ. Η ίδια δεν άντεξε και εγκατέλειψε τη χώρα της για να αναζητήσει προστασία (ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 18 Δ.Φ.).

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι χριστιανή (ερυθρό 43/6Χ Δ.Φ.) με εθνοτική καταγωγή από τη φυλή Muyanzi (ερυθρό 38 Δ.Φ.). Ως προς το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ ως προς την εργασιακή της πείρα ανέφερε ότι πωλούσε κοσμήματα (ερυθρό 41/1Χ και 4Χ Δ.Φ.). Ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της προσδιόρισε την πόλη Kinshasa (ερυθρό 39 Δ.Φ.). Όσον αφορά το οικογενειακό της υπόβαθρο, η Αιτήτρια ανέφερε ότι η μητέρα της απεβίωσε, ο αδερφός της ζει στις ΗΠΑ και ο πατέρας της εξακολουθεί να διαμένει στην Kinshasa (ερυθρό 41 Δ.Φ.). Σημειώνεται ότι η Αιτήτρια είναι μητέρα δύο (2) κοριτσιών τα οποία γεννήθηκαν στη Δημοκρατία∙ ο πατέρας είναι ομοεθνής και σύντροφος της Αιτήτριας από το 2022.  

Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα της, η Αιτήτρια πρόβαλε τα παραδοσιακά έθιμα του πατέρα της, ειδικότερα το γάμο της ίδιας με τον ξάδερφο της, γιο του μεγαλύτερου αδερφού του πατέρα της. Η ίδια παρότι δεν συμφωνούσε, αναγκάστηκε να το πράξει, και ως υποστήριξε δέχθηκε σωματική και σεξουαλική κακοποίηση (ερυθρό 39/4Χ Δ.Φ.).  

Σε ερωτήσεις αναφορικά με τον εξαναγκασμό της σε γάμο, η Αιτήτρια ανέφερε ότι είναι παραδοσιακή πρακτική της φυλής Muyanzi στην οποία ανήκει ο πατέρας της. Ο γάμος έλαβε χώρα στις 28/11/2019 στο σπίτι του πατέρα της (ερυθρά 38/5Χ και 37/1Χ Δ.Φ.), καθώς όταν απεβίωσε η κόρη της θείας της, οργάνωσαν τον γάμο με σκοπό (η Αιτήτρια) να την αντικαταστήσει και να μεγαλώσει το παιδί της (ερυθρό 37/2Χ Δ.Φ.). Κληθείσα η Αιτήτρια να περιγράψει παραδοσιακές πρακτικές και έθιμα της φυλής της ανέφερε ότι άτομο από τη φυλή Muyanzi πρέπει να παντρευτεί άτομο από την ίδια φυλή (ερυθρό 37 Δ.Φ.). Ως περαιτέρω ανέφερε, τα άτομα της συγκεκριμένης φυλής μιλούν Kiyanzi (ερυθρό 37 Δ.Φ.), και τα παιδιά μιας οικογένειας Muyanzi ανήκουν στον πατέρα (ερυθρό 36 Δ.Φ.). Σε ερωτήσεις αναφορικά με την κακομεταχείριση την οποία υπέστη, η Αιτήτρια ανέφερε ότι την χτυπούσε, της έβαζε το κεφάλι στη λεκάνη της τουαλέτας, ενώ της πέταξε πιάτο στο πρόσωπο και της άφησε ουλή (ερυθρό 34/1Χ Δ.Φ.). Ως υποστήριξε έμενε μαζί του γιατί δεν είχε κάπου να πάει καθώς ο πατέρας της δεν ήθελε να ακούσει τα όσα βίωνε, ενώ ο αδερφός της υποσχέθηκε ότι θα την βοηθήσει (ερυθρό 34/4Χ και 6Χ Δ.Φ.).    

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός διαμόρφωσε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι

(α) Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ Αιτήτριας.

(β) Ισχυριζόμενος φόβος της Αιτήτριας λόγω κακομεταχείρισης από τον σύζυγο της τον οποίο παντρεύτηκε μέσω εξαναγκαστικού γάμου.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς κρίθηκε αποδεκτός. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο της, το οποίο προσκόμισε, και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Ο δεύτερος, ωστόσο, ουσιώδης ισχυρισμός δεν έτυχε αποδοχής, καθώς η Αιτήτρια αξιολογήθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστη ενόψει του ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες, ενώ οι δηλώσεις της παρουσιάζουν ασυνέπεια, υπεκφυγές, και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες και να περιγράψει την τελετή του γάμου της, καθώς ερωτηθείσα σχετικά απάντησε ότι η τελετή έβαινε καλώς, ωστόσο η ίδια δεν αισθανόταν καλά (ερυθρό 38/3Χ Δ.Φ.). Κληθείσα εκ νέου να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την τελετή, τη διαδικασία και τους καλεσμένους, η Αιτήτρια απλά ανέφερε ότι παρευρέθηκαν κάποιοι φίλοι της και η οικογένεια της από την πλευρά του πατέρα και της μητέρας της (ερυθρό 38/4Χ Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, εντοπίστηκε ασυνέπεια στις δηλώσεις της καθώς ενώ στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε κατέγραψε ότι την ανάγκασαν να παντρευτεί το θείο της και σύζυγο της μεγαλύτερης αδερφής της, η οποία απεβίωσε∙ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της πρόβαλε ότι την ανάγκασαν να παντρευτεί τον ξάδερφο της και σύζυγο ξαδέρφης της (η οποία απεβίωσε) για να φροντίσει το παιδί τους (ερυθρό 37/2Χ Δ.Φ.). Ως μη ικανοποιητικές και ανεπαρκείς κρίθηκαν και οι δηλώσεις της αναφορικά με την κακομεταχείριση την οποία υπέστη. Κληθείσα να περιγράψει τα όσα βίωσε και να δώσει παραδείγματα, η Αιτήτρια με γενικότητα ανέφερε ότι την χτυπούσε όταν επέστρεφε, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τη συχνότητα και το χρονικό πλαίσιο των περιστατικών, ενώ περαιτέρω δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τα συναισθήματα της και το πως ένιωθε. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε στη συνέντευξη της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.  

Εν συνεχεία ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής της, o λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση που η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, και ειδικότερα στην πόλη Kinshasa θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επιπρόσθετα, εξετάζοντας τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, και αξιολογώντας το βέλτιστο συμφέρον των ανήλικων τέκνων της, ο αρμόδιος λειτουργός έλαβε υπόψη τις πρόνοιες των άρθρων 9ΚΓ και 9ΚΕ του περί Προσφύγων Νόμου και προέβη σε διεξοδική έρευνα όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη παιδιατρικών υπηρεσιών, η πρόσβαση στην εκπαίδευση, ενώ λήφθηκε υπόψη ότι ο πατέρας των παιδιών και συμβίος της είναι ομοεθνής.  

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων  σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.

Ο λειτουργός, στη συνέχεια, προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη ΛΔΚ δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς στην Kinshasa, περιοχή στην οποία η Αιτήτρια αναμένεται να επιστρέψει, δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Ως εκ τούτου ο λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, κρίνω δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας.

Ακολούθως, ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, επίσης συντάσσομαι με την κατάληξη του αρμόδιου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση ως προς την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα της Αιτήτριας. Αρχικά παρατηρώ ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τη φυλή στην οποία ανήκει ο πατέρας της, σύμφωνα τα λεγόμενα της οποίας αναγκάστηκε να συμμορφωθεί στις παραδοσιακές πρακτικές και να προβεί σε αναγκαστικό γάμο. Επιπρόσθετα, η αντίφαση ως προς την ιδιότητα του ατόμου που αναγκάστηκε να παντρευτεί καθώς και η συγγενική σχέση με τη σύζυγο του η οποία απεβίωσε πλήττουν καίρια την αξιοπιστία της Αιτήτριας. Υπενθυμίζεται ότι η Αιτήτρια στην αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε κατέγραψε ότι εξανάγκαστηκε σε γάμο με τον θείο της, για να πάρει τη θέση της μεγαλύτερης αδερφής της ως σύζυγος του, όταν η αδερφή της απεβίωσε. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της, η Αιτήτρια πρόβαλε ότι εξαναγκάστηκε σε γάμο με τον ξάδερφο της, μετά το θάνατο της συζύγου και ξαδέρφης της για να φροντίσει το παιδί της (σημειώνεται ότι αρχικά αναφέρθηκε σε 1 παιδί και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε 2 παιδιά). Κληθείσα να σχολιάσει τις συγκεκριμένες αντιφατικές δηλώσεις της, η Αιτήτρια πρόβαλε ότι ήταν ξαδέρφη της, αλλά συνήθιζαν να αποκαλούν η μια την άλλη ‘αδερφή’ και ήταν σαν αδερφή της (ερυθρό 35/1Χ Δ.Φ.). Όσον αφορά την συγγενική ιδιότητα του ατόμου με το οποίο αναγκάστηκε να προβεί σε γάμο, ως εξήγησε ήταν ο τρόπος που το έγραψε, προβάλλοντας ότι θυμόταν να γράφει ότι εξαναγκάστηκε σε γάμο με τον γιο του θείου της (ερυθρό 35/2Χ Δ.Φ.). Τέλος, οι δηλώσεις της αναφορικά με την κακοποίηση που κατ’ ισχυρισμόν υπέστη κρίνονται ως ιδιαίτερα συνοπτικές, χωρίς επαρκείς πληροφορίες και περιγραφές που να προσδίδουν το βιωματικό στοιχείο. Το αφήγημα της στερείται επαρκών πληροφοριών και περιγραφικότητας, ως προς τον εξαναγκασμό της σε γάμο και την κακοποίηση την οποία υπέστη από τον φερόμενο σύζυγο της. Παρά την πληθώρα ερωτήσεων που τέθηκαν στην Αιτήτρια από τον αρμόδιο λειτουργό και τις ευκαιρίες που της δόθηκαν για να εξηγήσει, να περιγράψει, και να σχολιάσει τα όσα η ίδια πρόβαλε, εντούτοις δεν κατέστη εφικτή η τεκμηρίωση της θέσης της και των ισχυρισμών της.

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του αρμοδίου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση. Λόγω της προσωπικής φύσης του συγκεκριμένου ισχυρισμού, δεν είναι εφικτή η συλλογή πληροφοριών από εξωτερικές πηγές. Σημειώνω, ωστόσο, ότι ο αρμόδιος λειτουργός στα πλαίσια της συνέντευξης προέβη σε έρευνα αναφορικά με την φυλή στην οποία ανήκει ο πατέρας της, ήτοι Muyanzi. Σύμφωνα με τα ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας, δεν εντοπίστηκε φυλή με το όνομα Muyanzi, εντοπίστηκε με το όνομα Bayanzi (Yan, Yanzi, Yansi, κ.α.). Κληθείσα η Αιτήτρια να σχολιάσει, απλά απάντησε Bayanzi (ερυθρό 36 Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα η συγκεκριμένη φυλή είναι μητριαρχική και θεωρεί ότι το παιδί δημιουργείται από το αίμα της μητέρας και ως εκ τούτου ανήκει στην οικογένεια της μητέρας, εν αντιθέσει με τα λεγόμενα της Αιτήτριας όπου υποστήριξε ότι τα παιδιά της φυλής της ανήκουν στον πατέρα. Κληθείσα να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, η Αιτήτρια ανέφερε ότι αυτό της είπε ο πατέρας της, ότι τα παιδιά ανήκουν στον πατέρα (ερυθρό 36 Δ.Φ.). Επίσης, κληθείσα να σχολιάσει την αντίφαση που επίσης εντοπίστηκε στα λεγόμενα της και την εξωτερικές πηγές, όπου η ίδια δήλωσε ότι τα άτομα από τη φυλή παντρεύονται άτομα της ίδιας φυλής, ενώ οι εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι ο πατέρας είναι υπεύθυνος να βρει συζύγους για τα παιδιά του εκτός οικογένειας, η Αιτήτρια απάντησε ότι σύμφωνα με αυτά που της είπε ο πατέρας της τα μέλη της Bayanzi παντρεύονται μεταξύ τους, όπως ξαδέρφια και συγγενείς (ερυθρό 36 Δ.Φ.). Έρευνα στην οποία προέβη το παρόν Δικαστήριο αναφορικά με την φυλή[1], επιβεβαιώνει τα ευρήματα της έρευνας της Διοίκησης.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος της ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης αλλά ούτε κατά την ενώπιον μου διαδικασία.

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό, ως εκ τούτου ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολο του ως μη αξιόπιστος.

Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγηση του, αξιολόγησε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν σε αυτήν, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική, και ως εκ τούτου, δεν μπορεί να της παραχωρηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις στην Αιτήτρια για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματός της, όσο και τα επιμέρους θέματα και ακολουθήθηκε ορθή διερευνητική διαδικασία.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του Αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον Αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Σχετική είναι και η απόφαση  υπ' αρ. 626/2010 JAFAR KALASH και ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ 1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, 2. ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ημερ. 08/10/2013, στην οποία αναφέρονται τα εξής :

 «Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της...».

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτήν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της για διεθνή προστασία.

Ακολούθως, σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[2]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο». Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο Αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο Αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός Αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την πρωτεύουσα Kinshasa της ΛΔΚ, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC[3]) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu»[4], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2023) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ αναφέρει ότι δεκάδες ένοπλες ομάδες παρέμειναν ενεργές, κυρίως στις ανατολικές επαρχίες Ituri, Nord-Kivu και Sud-Kivu.[5] Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 31/03/2024 – 31/03/2025 στην πόλη  Kinshasa καταγράφηκαν 92 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 239 ανθρώπινες απώλειες. Τα 92 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 12 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 19 ανθρώπινες απώλειες, 18 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 202 ανθρώπινες απώλειες, 6 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 18 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 56 διαμαρτυρίες (protests).[6] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025).[7]

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στην περιοχή συνήθους διαμονής της, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία στη χώρα καταγωγής της.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, και ικανή προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.

Τέλος σημειώνω ότι στα πλαίσια αξιολόγησης του βέλτιστου συμφέροντος των ανήλικων τέκνων της Αιτήτριας λαμβάνω υπόψη τον πρακτικό Οδηγό της EASO[8] αναφορικά με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού στις διαδικασίες ασύλου.

Στην εν λόγω προσέγγιση γίνεται στάθμιση των παραγόντων που αφορούν τη σωματική, ψυχολογική, και πνευματική ακεραιότητα του ανήλικου. Ως διαπιστώνω από τα πιστοποιητικά γέννησης που βρίσκονται στον Διοικητικό Φάκελο (ερυθρά 24 και 26), τα ανήλικα είναι σε νηπιακή ηλικία, συνεπώς κύριος γνώμονας και πρωταρχικό μέλημα είναι η διασφάλιση της φροντίδας, προστασίας και ασφάλειας του παιδιού μέσα από την οικογενειακή ενότητα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, οι γονείς είναι ομοεθνείς, αιτητές διεθνούς προστασίας.

 

Κρίνω ότι σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους, λόγω της ηλικίας των ανηλίκων, δεν υπάρχουν ενδείξεις οιονδήποτε δυσκολιών προσαρμογής που να επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη, εξέλιξη και ευημερία των παιδιών. Επισημαίνω ότι λόγω του νεαρού της ηλικίας των παιδιών, δεν έχουν δημιουργηθεί δεσμοί με τη χώρα στην οποία γεννήθηκαν που να δυσκολεύουν την μετακίνηση και εγκατάσταση τους στη χώρα καταγωγής των γονέων. Συνεπώς, δεν αναμένεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες σχετικά με την κοινωνική και πολιτισμική τους ένταξη και προσαρμογή στην οποία περιλαμβάνονται το σχολείο, η κοινότητα και κοινωνία, οι θεσμοί και τα θρησκευτικά και πολιτιστικά συστήματα.

 

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Υπό το φως των ανωτέρω  η προσφυγή απορρίπτεται με  1500€ έξοδα εναντίον της Αιτήτριας  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                                  

 

 

                                       Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 

   

 



[1] Africa 101 Last Tribes, https://www.101lasttribes.com/tribes/yansi.html [Ημερομηνία Πρόσβασης: 28/03/2025]

[2] Βλ. επίσης ECHR, Sufi and Elmi v. The United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/06/2011 (final 28/11/2011), p. 51, §218 (https://www.refworld.org/cases,ECHR,4e09d29d2.html, ): «However, it is clear that not every situation of general violence will give rise to such a risk. On the contrary, the Court has made it clear that a general situation of violence would only be of sufficient intensity to create such a risk "in the most extreme cases" where there was a real risk of ill-treatment simply by virtue of an individual being exposed to such violence on return (ibid., § 115).»

[3] NIAC: Non International Armed Conflict

[4] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, Τελευταία Ενημέρωση: 13 Απριλίου 2021,  https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]

[5] Amnesty International, Democratic Republic of the Congo 2023,  https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]

[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 31/03/2024 – 31/03/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]

[7] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/world-cities/kinshasa-population [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]

[8] EASO, Πρακτικός Οδηγός της EASO Σχετικά με το Βέλτιστο Συμφέρον του Παιδιού στις Διαδικασίες Ασύλου, 2019, Practical_Guide_on_the_Best_Interests_of_the_Child_EL.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο