W.J.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Υπόθ. Αρ.: 3624/2024, 11/4/2025
print
Τίτλος:
W.J.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Υπόθ. Αρ.: 3624/2024, 11/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3624/2024

 

11 Απριλίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

W.J.E., εκ Καμερούν

 

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ν. Πεσλίκα (κα) για Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Ε. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Αιτητής Παρών

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 30/08/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ζητείται οποιαδήποτε άλλη θεραπεία.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 09/07/24, ακολούθησε η συνέντευξη και σύνταξη έκθεσης/εισήγησης στις 18/07/24. Αυθημερόν απορρίφθηκε το αίτημα του, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος διεθνούς προστασίας και περιόρισε τους λόγους ακύρωσης στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και νομοθεσία. Αποσύρθηκαν οι υπόλοιποι ισχυρισμοί συμπεριλαμβανομένων και αυτών για αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη και ως εκ τούτου ο Αιτητής ορθά κρίθηκε αξιόπιστος αφού πρόκειται για οικονομικό μετανάστη όπως αναφέρεται και στον τρίτο ισχυρισμό του.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης του Αιτητή σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και/ή τους λόγους που συναρτώνται με την μη εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσης του.

 

Ως προκύπτει από την έκθεση/εισήγηση ο λειτουργός αποδέχθηκε τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή καθώς και την χώρα καταγωγής του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση η πρώην σύντροφος του βρίσκεται στην Μαδρίτη και τα δύο παιδιά τους βρίσκονται στην Doula την μητέρα της συντρόφου του. Οι γονείς του απεβίωσαν και δεν έχει αδέλφια. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και εργάστηκε για πολλά χρόνια ως κομμωτής. Τελευταίος τόπος διαμονής του ήτο η Doula, Littoral Region.

Ο λειτουργός αποδέχθηκε, επίσης, τους άλλους δύο ισχυρισμούς του Αιτητή ήτοι λόγω περιουσιακών διαφορών με τον θείο του και για σκοπούς εξεύρεσης εργασίας. Δεδομένης της αποδοχής των ισχυρισμών του Αιτητή στο σύνολό τους ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου και κατέληξε σε συνάρτηση με το προφίλ του ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν. Σημειώθηκε ιδιαιτέρως πως παρά την αποδοχή του δεύτερου ισχυρισμού ο Αιτητής δεν έχει υποστεί οποιαδήποτε σωματική βλάβη από τον θείο του και ότι από το 2021 μέχρι σήμερα δεν είχε καμία επικοινωνία μαζί του. Επομένως, δεν υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται πως σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε ζήτημα και/ή δεν υπάρχει βάσιμος φόβος και/ή μελλοντοστραφής κίνδυνος και/ή οιανδήποτε μορφή δίωξης ή βλάβης. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο EASO «Δικαστική Ανάλυση του (2018) Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ)», σελίδα 92:

 

«Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υπο­στεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον[1]. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρί­σμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)[2]] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης[3]. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση). Η αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης της αξιοπιστίας, είναι το πρώτο στάδιο. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο. Το ΔΕΕ ενέκρινε αυτή την προσέγγιση δύο σταδίων:

 

Στην πραγματικότητα, η «αξιολόγηση» αυτή γίνεται σε δύο αυτοτελή στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτή­σεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκει­μένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας[4]

 

Σύμφωνα με το ίδιο εγχειρίδιο[5]:

 

«Ο όρος «φόβος» αντικατοπτρίζει τη μελλοντοστραφή έμφαση των ορισμών της σύμβασης για τους πρόσφυγες και της ΟΕΑΑ. Η ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) επεκτείνει την προστασία όχι μόνο στα πρόσωπα που υπέστησαν πραγματικά δίωξη, αλλά και σε εκείνα που διατρέχουν κίνδυνο δίωξης[6]. Αντικατοπτρίζει επίσης την αποδοχή της ιδέας ότι η απειλή δίωξης αρκεί για να διαπιστωθεί ύπαρξη δίωξης. Επομένως, ένα πρόσωπο δεν χρειάζεται να περιμένει να υποστεί διώξεις για να υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, αλλά μπορεί να «φοβάται» μελλοντική δίωξη.

 

Το ΔΕΕ τόνισε τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα του βάσιμου φόβου στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Y και Z, όπου αποφάνθηκε ότι:

 

[ο]σάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ) αυτής, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεως[7].»

 

(ο τονισμός δικός μου)

  

Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης δεν διαπιστώνεται προσωπική δίωξή και/ή δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξης της για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός κατά την νομική ανάλυση και/ή κατά την υπαγωγή των προσωπικών του δεδομένων του Αιτητή εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 9(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός εξέτασε κατά την νομική ανάλυση σε συνάρτηση με τη περιοχή προηγούμενης διαμονής του Αιτητή ότι δεν θα επηρεαστεί προσωπικά λόγω ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Εξάλλου, η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου[8] η τότε εισήγηση με βάση τα ευρήματα του λειτουργού είναι ορθή, καθότι στην Doula όπου αναμένεται να επιστρέψει δεν παρατηρούνται ένοπλες συγκρούσεις.

 

Ούτε διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                          

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 51· απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 43.

[2] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[3] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 51· απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 43. Βλέπε επίσης την προηγούμενη διατύπωση του ΔΕΕ στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Abdulla κ.λπ., ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 57 (χωρίς ρητή παραπομπή σε υπευθύνους δίωξης).

[4] Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012 στην υπόθεση C-277/11, M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, EU:C:2012:744

[5] EASO (2018), Δικαστική Ανάλυση «Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ), διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf, σελ. 94-95

[6] ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 74 και 75· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 63 και 64. Βλέπε επίσης Εγχειρίδιο UNHCR, ό.π., υποσημείωση 107, σκέψη 45.

[7] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 76. Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποί, ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20, σκέψη 72.

[8] Explorer - ACLED (acleddata.com) στην πόλη Douala, περιοχή Littoral δεν παρουσιάζονται συνθήκες εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης καθώς αυτές περιορίζονται στις περιοχές Southwest, Northwest και Far North. Ωστόσο, τα πιο πρόσφατα δεδομένα του ACLED, κατά το τελευταίο έτος δεικνύουν 9 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως απόρροια 4 απώλειες. Εξ’ αυτών τα 5 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (2 απώλειες) και τα 4 ως εξεγέρσεις (2 απώλειες) σε συνάρτηση με εκτιμήσεις πληθυσμού της περιοχής Littoral που ανερχόταν το 2015 σε 3.335.000 κατοίκους.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο