M.I.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4783/2023, 14/4/2025
print
Τίτλος:
M.I.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4783/2023, 14/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  4783/2023

14 Απριλίου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.I.U.,

από Νιγηρία

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Κ. Σάββα (κα) για Χ. Λαζάρου Αρτέμη (κα)

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 20.10.2023 με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού  εξεταστούν  οι  εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται  η  σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 29.10.2022 και στις 31.10.2022 εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών υποβάλλοντας στις 02.12.2022 αίτηση για διεθνή προστασία. Στις 18.07.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος και ως «ο λειτουργός ασύλου»), ο οποίος υπέβαλε στις 19.10.2023 Εισηγητική Έκθεση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 20.10.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 22.11.2023, μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Αυτήν την απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση των ισχυρισμών περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του  ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τους εναπομείναντες λόγους ακυρώσεως, παρατηρώ ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή[1]. Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας, χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως. Η έννοια του Κανονισμού 7 είναι  η οριοθέτηση με λεπτομέρεια, (αυτή είναι η έννοια της λέξης «πλήρως»), ούτως ώστε τα επίδικα θέματα να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τους διαδίκους να γνωρίζουν με ακρίβεια το λόγο που προωθείται η νομική εισήγηση, αλλά και το Δικαστήριο να ασχολείται μόνο με συγκεκριμένα ζητήματα και όχι με γενικότητες και αοριστολογίες. 

 

Ο λόγος λοιπόν ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας απορρίπτεται ως γενικός, αόριστος αλλά και αλυσιτελής.

 

Αναφορικά με τον λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω αυτόν σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης αυτής.

 

Επί της ουσίας της υπόθεσης σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας

 

Επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.

 

Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος  οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[6].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο. Ως επεξηγεί, στις 30 Μαΐου 2022, δέχθηκε επίθεση από μία ομάδα αγνώστων ένοπλων ατόμων («unknown gunmen») που χρησιμοποίησαν κοφτερά μαχαίρια τραυματίζοντας τον στο στομάχι. Προσθέτει ότι τα εν λόγω άτομα σκοτώνουν «every young man that seem to be hard working». Αφού κατάφερε να επιβιώσει, έτρεξε μακριά για να αναζητήσει προστασία εδώ στην Κύπρο. Προσθέτει ότι η ιστορία της ανείπωτης κατάστασης της κοινότητάς του «Αbavo» είναι στις εθνικές ειδήσεις της Νιγηρίας ενώ καταλήγει ότι ο κύριος λόγος που ήλθε στην Κύπρο είναι για να  λάβει διεθνή προστασία καθώς η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο.

 

Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με το προσωπικό του προφίλ ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Abavo της τοπικής αρχής Ika South Local Government Area (LGA), της πολιτείας Delta της Νιγηρίας.  Εκεί διέμεινε μέχρι και το 2016 και έπειτα μετακόμισε στην πόλη Ozoro (Delta State) όπου διέμεινε μέχρι και το 2018 όπου ολοκλήρωσε το σχολείο (πολυτεχνική τεχνική σχολή). Μετά την αποφοίτησή του, το 2018, μετακόμισε στην πόλη Agbor της πολιτείας Delta, ενώ το 2020 μετακόμισε στο Ντουμπάι για λόγους εργασίας όπου και παρέμεινε μέχρι το 2022. Όταν επέστρεψε στη Νιγηρία τον Μάιο του 2022, εγκαταστάθηκε και πάλι στην πόλη Agbor όπου και παρέμεινε μέχρι να αποχωρήσει από τη χώρα, στις 29.10.2022.  Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος και άτεκνος ενώ δήλωσε περαιτέρω ότι ασπάζεται τον χριστιανισμό.  Αναφορικά με την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι στη Νιγηρία εξακολουθούν να διαμένουν η μητέρα και τα τρία του αδέλφια, ενώ ο πατέρας του απεβίωσε στις 07.04.2020. Όσον αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής ολοκλήρωσε την εκπαίδευση του το 2018 λαμβάνοντας δίπλωμα από το polytechnic technical school.  Ως προς την εργασιακή του πείρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι εργαζόταν σε διάφορες εργασίες π.χ. ως βαφέας αλλά και σε χειρωνακτικές εργασίες (labor jobs).

 

Αναφορικά με την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του είναι λόγω της κτηματικής διαφοράς μεταξύ του αποθανόντος πατέρα του, ο οποίος ήταν αρχηγός της κοινότητας Ekwuoma και της γειτονικής κοινότητας Ekwueze. Ειδικότερα ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του είχε στην κατοχή του έγγραφα για την ιδιοκτησία της γης τα οποία αρνήθηκε να τα παραδώσει στα μέλη της έτερης κοινότητας. Με την πάροδο των χρόνων η διαμάχη οξυνόταν, και στην ηλικία των 19 ετών ο Αιτητής δήλωσε ότι βίωσε το πρώτο περιστατικό πυροβολισμών στην οικία του και πως ο πατέρας του έχασε τη ζωή του λόγω των πυροβολισμών. Εν συνεχεία ο Αιτητής προέβαλε ότι απειλήθηκε πως εάν δεν παραδώσει τα έγγραφα εντός 2 μηνών τότε θα χάσει και ο ίδιος τη ζωή του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την φυγή του από τη Νιγηρία, δηλώνοντας ότι μετέβη στο Ντουμπάι, όπου και διέμεινε έως το 2022 οπότε και το συμβόλαιο εργασίας του έληξε και δε μπορούσε να παραμείνει άλλο στη χώρα. Επιστρέφοντας στη Νιγηρία ο Αιτητής δήλωσε ότι διέμεινε στην πόλη Agbor, ωστόσο το ίδιο βράδυ κατά το οποίο επέστρεψε δέχθηκε επίθεση. Διακομίστηκε στο νοσοκομείο με τραύματα στο στομάχι, ενώ δημιουργήθηκε και ηλεκτρονικός έρανος για να καλυφθούν τα έξοδα νοσηλείας του. Κατά το διάστημα νοσηλείας του Αιτητή, ο Αιτητής δήλωσε πως οι γείτονές του τού είπαν πως εξακολουθούσαν να αφήνουν απειλές στην πόρτα του. Λόγω αυτού ο Αιτητής αποφάσισε να φύγει οριστικά από τη χώρα καταγωγής του και να αναζητήσει προστασία αλλού.

 

Ερωτηθείς ως προς το τι θεωρεί ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής υποστήριξε ότι θα χάσει τη ζωή του (βλ. ερυθρά 31 2Χ του Δ.Φ.).

 

Στο πλαίσιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων που τέθηκαν στον Αιτητή και ερωτηθείς σχετικά με το εάν θα μπορούσε να παραδώσει τα έγγραφα ιδιοκτησίας της γης στα άτομα που τα ζητούσαν, εφόσον αυτή ήταν η επιθυμία τους, ο Αιτητής προέβαλε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό καθώς επρόκειτο για κληρονομιά και πως έπρεπε να κάνει ό,τι του είχε ζητήσει ο πατέρας του για την προστασία της τιμής της κοινότητας (βλ. ερυθρά 33/4Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με το που βρίσκονται πλέον τα έγγραφα ο Αιτητής προέβαλε πως τα έχει η μητέρα του (βλ. ερυθρά 32/1Χ του Δ.Φ.), ενώ ως προς τον λόγο που απειλείται ο ίδιος προσωπικά, ο Αιτητής προέβαλε ότι είναι ο επόμενος στη διαδοχή για την αρχηγεία, ενώ το επίμαχο κομμάτι γης είναι πλούσιο σε μέταλλα (βλ. ερυθρά 32 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς δε σχετικώς, ο Αιτητής δήλωσε ότι όσο ο ίδιος έλειπε στο Ντουμπάι η γη εξακολουθούσε να είναι υπό την ιδιοκτησία τους καθώς χρειάζονται οι τίτλοι γης για να επέλθει η αλλαγή της ιδιοκτησίας (βλ. ερυθρά 32/2Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με το εάν κατέφυγε στις αρχές της χώρας καταγωγής του για να λάβει προστασία ο Αιτητής δήλωσε πως η αστυνομία τον επισκέφθηκε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, ωστόσο δεν έκανε κάτι για να τον βοηθήσει (βλ. ερυθρά 32/3Χ του Δ.Φ.).

 

Σε σχέση με το απόκομμα εφημερίδας που προσκομίστηκε ενώπιον του λειτουργού ασύλου, ο Αιτητής προέβαλε ότι ακόμα και η αναφορά της ιστορίας του σε τοπική εφημερίδα δεν αρκεί για να λάβει προστασία από το κράτος καθώς η Κυβέρνηση της χώρας δεν νοιάζεται για τους πολίτες της (βλ. ερυθρά 32/4Χ του Δ.Φ.).

 

Ως προς το τι συνέβη όταν έλαβε εξιτήριο από το νοσοκομείο, ο Αιτητής δήλωσε πως η επίθεση έγινε τον Μάιο και έλαβε εξιτήριο Ιούνιο – Ιούλιο και κρυβόταν έως ότου να καταφέρει να φύγει από τη χώρα (βλ. ερυθρά 32 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς αναφορικά με το εάν οι διώκτες του θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν μέσω του ηλεκτρονικού εράνου που δημιουργήθηκε για την κάλυψη των ιατρικών εξόδων του, ο Αιτητής ανέφερε πως ήδη δεχόταν απειλές και πως, σε κάθε περίπτωση, τη δεδομένη στιγμή βρισκόταν στο νοσοκομείο (βλ. ερυθρά 32/5Χ του Δ.Φ.). Κληθείς να εξηγήσει γιατί δεν τον σκότωσαν, ενώ απειλούσαν να το πράξουν, ο Αιτητής προέβαλε ότι μαχαιρώθηκε με αποτέλεσμα οι διώκτες του να νομίζουν ότι είχε αποβιώσει και πως όταν έπαιρνε εξιτήριο θα του επιτίθεντο ξανά σε άλλη ευκαιρία (βλ. ερυθρά 32/6Χ του Δ.Φ.).

 

Ερωτηθείς ως προς το εάν θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας ο Αιτητής απάντησε αρνητικά λέγοντας πως οι διώκτες του τον αναζητούν και πως σε περίπτωση επιστροφής του θα χάσει τη ζωή του. Σε επισήμανση που έγινε προς τον Αιτητή ως προς το ότι η μητέρα του και τα αδέρφια του ζουν σε άλλη πολιτεία και δεν αντιμετωπίζουν κάποιο θέμα, και ο Αιτητής προέβαλε ότι αυτός είναι ο άντρας, ο πρωτότοκος, οπότε αυτόν θέλουν (βλ. ερυθρά 32/8Χ του Δ.Φ.).

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από τον λειτουργό ασύλου, παρατηρώ τα ακόλουθα:  

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο λειτουργός ασύλου εντόπισε και εξέτασε συνολικά δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ο ισχυρισμός αυτός έγινε αποδεκτός από τον λειτουργό ασύλου καθώς στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε το ότι ο Αιτητής έφυγε από τη Νιγηρία λόγω του φόβου του ότι θα του κάνουν κακό, όπως έκαναν στον πατέρα του, λόγω κτηματικών διαφορών. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας, καθώς κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες, ενώ στα λεγόμενά του εντοπίστηκαν και αντιφάσεις. Πιο συγκεκριμένα, ο λειτουργός ασύλου κατέγραψε πως ο Αιτητής δήλωσε πως δεν επιθυμούσε να παραδώσει στους κατ’ ισχυρισμόν διώκτες του τα έγγραφα ιδιοκτησίας της γης, ενώ παράλληλα κρίθηκε ως μη ικανοποιητική η δήλωσή του περί του ότι τα έγγραφα μάλλον βρίσκονται πλέον στην κατοχή της μητέρας του η οποία διαμένει στο Lagos. Ομοίως, ως αόριστη και μη ικανοποιητική κρίθηκε και η απάντησή του ως προς το ότι για όσο διάστημα απουσίαζε στο Ντουμπάι η γη δεν άλλαξε ιδιοκτησία καθώς ήταν νομικά κατοχυρωμένη μέσω των τίτλων ιδιοκτησίας. Αρνητικά αξιολογήθηκε και η αδυναμία σαφούς απάντησης του Αιτητή ως προς το εάν θα μπορούσε να λάβει προστασία από το κράτος εφόσον οι αρχές είχαν ενημερωθεί μέσω της ένορκης βεβαίωσης (η οποία προσκομίστηκε ενώπιον του λειτουργού) αλλά και μέσω του άρθρου εφημερίδας (που επίσης προσκομίστηκε ενώπιον του λειτουργού). Επίσης, ο λειτουργός έκρινε ως μη ικανοποιητική την απάντηση του Αιτητή στο εάν θα μπορούσαν οι διώκτες του να τον εντοπίσουν μέσω του ηλεκτρονικού εράνου που διοργανώθηκε για την κάλυψη των εξόδων νοσηλείας του, έπειτα από την επίθεση, ενώ αόριστος κρίθηκε και ο ισχυρισμός του ως προς το ότι οι διώκτες του νόμιζαν ότι αποβίωσε έπειτα από την επίθεση και για τον λόγο αυτό δεν πραγματοποίησαν τις απειλές θανάτου προς το πρόσωπό του. Τέλος ως αντιφατικό κρίθηκε και το ότι η οικογένειά του εξακολουθεί να διαμένει στη Νιγηρία χωρίς να αντιμετωπίζει προβλήματα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη το ότι ο Αιτητής δήλωσε πως οι τίτλοι ιδιοκτησίας της γης βρίσκονται με την οικογένειά του και πως οι διώκτες του θέλουν να αποκτήσουν τα εν λόγω έγγραφα.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο λειτουργός ασύλου επεσήμανε ότι πρόκειται περί ισχυρισμού που άπτεται της σφαίρας ιδιωτικής ζωής του Αιτητή και, συνεπώς, δεν είναι εφικτή η αναζήτηση πηγών από εξωτερικές πηγές.

 

Προχωρώντας στη συνέχεια στην εκτίμηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελεί και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο λειτουργός ασύλου σημείωσε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην πολιτεία Delta θα κινδυνεύσει με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως προς αυτό συνεκτιμήθηκε και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ήτοι του ότι πρόκειται για ένα άτομο αυτόνομο, μορφωμένο, χωρίς θέματα υγείας. Ταυτόχρονα τονίστηκε πως στην πολιτεία Delta δεν παρατηρούνται συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων. Παρατέθηκαν σχετικώς και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Ακολούθως, κατά το στάδιο της νομικής ανάλυσης, ο λειτουργός ασύλου κατέληξε ότι ο Αιτητής δε μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του προσφυγικού καθεστώτος ή του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, επισημαίνοντας όσον  αφορά το άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, πως με βάση τις επικαιροποιημένες πληροφορίες που παρατέθηκαν δεν παρατηρούνται ένοπλες συγκρούσεις στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού, όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι. 

Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, συντάσσομαι με το συμπέρασμα του λειτουργού ασύλου σχετικά με την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στον ισχυρισμό του Αιτητή καθώς παρατηρούνται σημαντικά ελλείμματα εσωτερικής συνοχής, λογικής συνέπειας και επαρκούς αιτιολόγησης των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών. Επισημαίνω καταρχάς ότι ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξής του διαπιστώνω ότι ο λειτουργός ασύλου έθεσε επαρκείς ερωτήσεις στον Αιτητή προκειμένου να καλύψει όλα τα επιμέρους ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, προβαίνοντας σε ερωτήσεις τόσο ανοικτού, όσο και κλειστού τύπου. Διαπιστώνω, επίσης, ότι όντως οι απαντήσεις του Αιτητή σε αρκετές από τις ερωτήσεις στερούνται λεπτομέρειας, επάρκειας πληροφοριών και ευλογοφάνειας.

 

Κατόπιν προσεκτικής μελέτης των δηλώσεων του Αιτητή κατά τη διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης, καθώς και της σχετικής αιτιολογίας της απορριπτικής απόφασης ως αυτή παρατίθεται στην εισηγητική έκθεση του λειτουργού ασύλου, εντοπίζονται πρόσθετα ζητήματα που ενισχύουν την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, πέραν αυτών που ήδη καταγράφηκαν στην εισηγητική έκθεση του λειτουργού ασύλου.

 

Κατ’ αρχάς, ο Αιτητής επικαλείται ιδιαίτερα σοβαρό τραυματισμό του (μαχαιρώθηκε και νοσηλεύτηκε), πλην όμως αδυνατεί να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες και λεπτομέρειες ή να προσκομίσει οποιοδήποτε έγγραφο ή αποδεικτικό στοιχείο από το νοσοκομείο, ενώ αποφεύγει και την ονομαστική αναφορά στο νοσηλευτικό ίδρυμα ή στους ιατρούς. Εφόσον ο ισχυρισμός αφορά σωματική βλάβη που φέρεται να έγινε και αντικείμενο δημοσιότητας (δημοσίευση σε εφημερίδα, έκκληση μέσω go fund me), θα ανέμενε κανείς την ελάχιστη τεκμηρίωση, έστω και μέσω απλών εγγράφων ή αναφορών. Η πλήρης απουσία τέτοιων στοιχείων, σε συνδυασμό με την αδυναμία να παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες, δημιουργεί σοβαρή αμφιβολία για την αλήθεια του ισχυρισμού.

 

Επιπλέον, ο Αιτητής δεν παρέχει πειστική εξήγηση γιατί δεν παρέδωσε τα επίδικα έγγραφα ιδιοκτησίας στα πρόσωπα που τον απειλούσαν, όταν δηλώνει ρητά ότι τον απειλούσαν με θάνατο. Στην ερώτηση για ποιο λόγο δεν παρέδωσε τα έγγραφα ώστε να σταματήσουν οι απειλές, απαντά γενικά και χωρίς λογική αιτιολόγηση, ότι: «This is an inheritance. I had to do what my father told me. It’s the pride of the community from ages to ages». Εφόσον κατ’ ισχυρισμόν, πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου, και μάλιστα σε επαναλαμβανόμενο χρονικό πλαίσιο, η στάση αυτή δεν συνάδει με την κοινή λογική ούτε με το ένστικτο επιβίωσης. Το κίνητρο λοιπόν που αποδίδεται από τον Αιτητή στους διώκτες του δεν επιβεβαιώνεται από συνεκτική και λογική αφήγηση.

 

Περαιτέρω, η άποψη του Αιτητή ότι δεν μπορούσε να ζητήσει προστασία από τις νιγηριανές αρχές είναι γενική και αναπόδεικτη. Ο ίδιος αναφέρει ότι προσέφυγε στην αστυνομία, αλλά αποφεύγει να διευκρινίσει σε ποιο αστυνομικό τμήμα, ποια ήταν η αντίδραση των αρχών και γιατί δεν προχώρησε σε προσφυγή σε ανώτερη διοικητική αρχή ή σε δικαστήριο. Αρκείται σε αόριστους ισχυρισμούς περί διαφθοράς ή ανικανότητας της τοπικής αστυνομίας, χωρίς καμία συγκεκριμένη αναφορά, ημερομηνία ή αποτέλεσμα.

 

Τέλος, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ο Αιτητής είχε ταξιδέψει στο Ντουμπάι, διαμείνει εκεί και επιστρέψει στη Νιγηρία, παρά τον υποτιθέμενο άμεσο και διαρκή κίνδυνο για τη ζωή του. Αν πράγματι απειλείτο αδιάκοπα, και η δολοφονία του πατέρα του είχε ήδη πραγματοποιηθεί, η επιστροφή του στη Νιγηρία δεν συνάδει με τη συμπεριφορά προσώπου που διατρέχει πραγματικό κίνδυνο. Η αιτιολογία ότι επέστρεψε λόγω του ότι έληξε η εργοδότησή του στο Ντουμπάι και διέμενε πλέον εκεί παράνομα, δεν συνιστά επαρκή λόγο καθώς η επιστροφή του στη Νιγηρία χωρίς να έχουν αρθεί οι απειλές, υπονομεύει το στοιχείο του φόβου δίωξης, και άρα τη θεμελίωση του καθεστώτος πρόσφυγα.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας και της γενικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System[7], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

      

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην   πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Σε κάθε περίπτωση, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί ύπαρξης απειλών λόγω κτηματικής διαφοράς, στοιχειοθετούν την έννοια της ιδιωτικής διαφοράς, οι δε ιδιωτικές διαφορές που καταρχήν δεν σχετίζονται προς τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. Η παροχή καθεστώτος διεθνούς προστασίας δε δύναται να υποκαταστήσει την κρατική προστασία, και εν προκειμένω ο Αιτητής θα μπορούσε να αναζητήσει και να λάβει προστασία από τις αρχές της χώρας καταγωγής του.

 

Πρόσθετα των ανωτέρω, παρατηρώ ότι ο Αιτητής προσκόμισε υποστηρικτικά έγγραφα κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία ενώπιον του λειτουργού ασύλου, τα οποία ο λειτουργός κατέγραψε μεν, ωστόσο δεν προέβη σε καμία αξιολόγηση αυτών.   Η  παράλειψη αυτή συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διοικητικής κρίσης, καθώς η διοίκηση φέρει την υποχρέωση να αξιολογεί μεμονωμένα και σε συνδυασμό όλα τα σχετικά στοιχεία που τίθενται ενώπιόν της, περιλαμβανομένων και των εγγράφων που προσκομίζει ο Aιτητής προς θεμελίωση των ισχυρισμών του. Η παράλειψη εξέτασης των προσκομισθέντων εγγράφων αντιβαίνει στην υποχρέωση διενέργειας πλήρους και αντικειμενικής ατομικής εξέτασης της αίτησης, η οποία αποτελεί δομικό πυλώνα της διαδικασίας διεθνούς προστασίας, καθιστώντας την  πρωτοβάθμια κρίση ελλιπή και δυνάμενη να επηρεάσει την ουσία της απόφασης, θεμελιώνοντας κατ’ αρχήν λόγο ακυρότητας περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Ωστόσο, ενόψει της διευρυμένης εξουσίας που κατέχει το παρόν Δικαστήριο για πλήρη και επικαιροποιημένο έλεγχο, θα προχωρήσω να εξετάσω τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής. Επί τούτου σημειώνω ότι ο Αιτητής προσκόμισε δύο έγγραφα τα οποία σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του, ως ακολούθως:

 

(α) Ένορκη δήλωση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Delta State της Νιγηρίας, και συγκεκριμένα του δικαστικού τμήματος του Agbor (βλ. ερ. 35/1Χ, 28-29 του δ.φ.).

 

Η ένορκη δήλωση φέρεται να είναι της [], η οποία παρουσιάζεται ως αδερφή εξ’ αίματος του Αιτητή και φέρει ως ημερομηνία την 12.07.2023. Στην ένορκη δήλωση, η ενόρκως δηλούσα αναφέρει πως ο πατέρας της ίδιας και του Αιτητή ήταν επικεφαλής της κοινότητας Ekwuoma και έπαιζε σημαντικό ρόλο σε αυτή. Συνεχίζοντας, αναφέρει πως ο πατέρας τους πυροβολήθηκε, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του, στις 07.04.2020 από άγνωστους ενόπλους λόγω της άρνησής του να δωροδοκηθεί από άτομα που είχαν πολιτική επιρροή στην κοινότητα Ekwuoma, με την οποία υπήρχε κτηματική διαφορά. Μετέπειτα, η ίδια και τα αδέρφια της έφυγαν από την περιοχή, για να επιστρέψουν δύο έτη αργότερα και να έρθουν αντιμέτωποι με νέα επίθεση. Ειδικότερα η ενόρκως δηλούσα προβάλλει ότι η ίδια και ο αδερφός της βρίσκονταν στο σπίτι όταν άγνωστοι ένοπλοι εισέβαλαν σε αυτό, ωστόσο αποχώρησαν λόγω των ουρλιαχτών της Αιτήτριας. Η επίθεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του αδερφού της και τον ξυλοδαρμό της ίδιας. Η ενόρκως δηλούσα προσθέτει ότι η αστυνομία δεν έκανε κάτι ως προς το συγκεκριμένο περιστατικό, και αναφέρει ότι η επίθεση καλύφθηκε δημοσιογραφικά από την εφημερίδα Ika Weekly. Καταλήγει δε πως ο πατέρας της, τους είπε πως τα έγγραφα ιδιοκτησίας της γης βρίσκονται στην κατοχή του και πως τα μέλη της αντίπαλης κοινότητας δεν θα τα πάρουν ποτέ.

 

Αξιολογώντας το έγγραφο αυτό, επισημαίνω ότι τούτο αποτελεί ένορκη δήλωση τρίτου προσώπου, και δη συγγενικού προσώπου του Αιτητή, και ως τέτοιο συνιστά τεκμήριο χαμηλής αποδεικτικής ισχύος, καθώς δεν προέρχεται από αξιόπιστη και αντικειμενική πηγή. Παρατηρείται δε σε κάθε περίπτωση ότι παρά το γεγονός ότι υπάρχει ταύτιση κάποιων σημείων της ένορκης δήλωσης με τα όσα ο ίδιος ο Αιτητής αφηγήθηκε κατά τη συνέντευξή του, περί της ύπαρξης νέας ένοπλης επίθεσης, κατά την οποίαν ο Αιτητής τραυματίστηκε, ωστόσο υπάρχει ουσιώδης διάσταση καθώς ο  Αιτητής δεν αναφέρει ότι ήταν παρούσα η αδελφή του, ούτε ότι και η ίδια έπεσε θύμα ξυλοδαρμού, κάτι που περιγράφεται εκτενώς στην ένορκη δήλωση. Η παράλειψη αυτή δεν συνάδει με το προφίλ θύματος που επεδίωξε να παρουσιάσει ο Αιτητής και υπονομεύει τη συνολική του αξιοπιστία, εφόσον πρόκειται για ουσιώδες περιστατικό. Κατά τα λοιπά, η ένορκη δήλωση αποτελεί επιβεβαίωση των ισχυρισμών του Αιτητή, χωρίς να εισφέρει περαιτέρω στοιχεία προς επίρρωση της αξιοπιστίας του Αιτητή. Δε δύναται λοιπόν αυτή, δίχως άλλο να επιβεβαιώσει τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί βασανισμού του και να αναπληρώσει την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτή εντοπίστηκε ανωτέρω.

 

Συνοψίζοντας, η σύγκριση των δηλώσεων καταδεικνύει αποκλίσεις σε κρίσιμα πραγματολογικά σημεία και ασυμμετρία στο επίπεδο πληροφόρησης και λεπτομέρειας μεταξύ Αιτητή και δηλούσας. Τα ευρήματα αυτά ενισχύουν τη διαπίστωση ότι η αφήγηση του Αιτητή δεν είναι εσωτερικά συνεπής και δεν αντανακλά προσωπικό βίωμα με αξιοπιστία, ενώ η προσκομιζόμενη δήλωση, προερχόμενη από συγγενικό πρόσωπο και μη υποστηριζόμενη από ανεξάρτητα τεκμήρια, δεν αρκεί για να αποκαταστήσει την αξιολογική αδυναμία της βασικής μαρτυρίας.

 

(β) Αντίγραφο εφημερίδας Νιγηριανής εφημερίδας, ήτοι της Ika Weekly με τίτλο «Attack: []Narrowly Escape Death» (βλ. ερ. 27 του δ.φ.).

Το άρθρο αυτό προσκομίζεται σε έντυπη μορφή και φέρεται ως μέρος στην έκδοση της εφημερίδας 24.05 – 02.06.2022. Στο εν λόγω άρθρο καταγράφεται πως η οικογένεια του αποβιώσαντος [] βίωσε ακόμα μία επίθεση, καθώς άγνωστοι ένοπλοι επιτέθηκαν στον πρωτότοκο γιό του, ήτοι τον Αιτητή. Το άρθρο της εφημερίδας συνεχίζει επικαλούμενο μια ανώνυμη πηγή από την οικογένεια, η οποία αναφέρεται στο περιστατικό δολοφονίας του πατέρα του Αιτητή καθώς και στην κτηματική διαμάχη μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η πηγή εκφράζει, τέλος, τις ανησυχίες της, καθώς αναφέρει ότι η αστυνομία δεν έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να προστατεύσει τον Αιτητή και αναφέρει ότι ο λόγος της αδράνειας της αστυνομίας είναι η πολιτική προέκταση που έχει λάβει το ζήτημα. Το συγκεκριμένο άρθρο συνοδεύεται από σειρά φωτογραφιών οι οποίες απεικονίζουν έναν άντρα τραυματισμένο σε ένα χώρο που προσομοιάζει με νοσοκομείο ή με κλινική.

 

Έπειτα από αναζήτηση σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ανευρέθηκε η εφημερίδα Ika Weekly, η οποία αναφέρεται ως «η νούμερο ένα εβδομαδιαία κοινοτική εφημερίδα στο Ika land, με έδρα το Agbor, στην πολιτεία Delta, που διαδίδει κυρίως ειδήσεις και πληροφορίες για το έθνος Ika και τη Νιγηρία σε μια παγκόσμια προοπτική».[8] Εντούτοις, το συγκεκριμένο άρθρο δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί σε ψηφιακή μορφή στον επίσημο ιστότοπο της εφημερίδας, γεγονός που δυσχεραίνει την αυθεντικοποίηση και αποδυνάμωση της αποδεικτικής του ισχύος.[9]

 

Κρίνοντας συνολικά, τα δύο έγγραφα, αν και σχετίζονται θεματικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, δεν αρκούν για να θεραπεύσουν τα ουσιώδη ελλείμματα αξιοπιστίας που διαπιστώθηκαν στο περιεχόμενο της μαρτυρίας του. Η μεν ένορκη δήλωση στερείται αποδεικτικής ανεξαρτησίας και επιβεβαίωσης, ενώ το δε άρθρο παραμένει μη εξακριβώσιμης προέλευσης, με περιορισμένη ταυτοποίηση των αναφερόμενων προσώπων. Συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 4(5) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[10], και τα προσκομισθέντα έγγραφα δεν καθιστούν τον ισχυρισμό του Αιτητή επαρκώς τεκμηριωμένο ούτε σε εσωτερικό ούτε σε εξωτερικό επίπεδο.

 

Καταλήγω συνεπώς ότι ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί.

 

Έχοντας πλέον αξιολογήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που έχω ενώπιόν μου και εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, προχωρώ στη νομική αξιολόγηση των προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας και κατά πόσο αυτές πληρούνται στην υπό εξέταση υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς.

 

Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου: 

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5».

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δε δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι: 

 

«19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής».

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[11] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[12], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki ElgafajiNoor Elgafaji ν 

Staatssecretaris van Justitie[13]: 

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.  Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[14] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Delta της Νιγηρίας, όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει. Από την έρευνα αυτή, προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·         Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας –η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία– έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[15]

  • Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 23.03.2024 - 21.03.2025  σημειώθηκαν στην πολιτεία Delta συνολικά 139 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 108 ανθρώπινες απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 78 καταχωρίστηκαν ως μάχες (77 απώλειες), τα 47 ως βία κατά αμάχων (24 απώλειες), τα 2 ως εκρήξεις / απομακρυσμένη βία (0 απώλειες) και τα 10 ως εξεγέρσεις (7 απώλειες) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[16] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πολιτείας Delta το 2022 ανερχόταν σε 5.636.100 κατοίκους.[17] 

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, μορφωμένος, πλήρως ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο Ατητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Π.Δ. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

Με βάση συνεπώς το σύνολο των στοιχείων ενώπιόν μου, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται

 

Ενόψει, ωστόσο, της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα. Υπό το φως της ανάλυσης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, αυτή επικυρώνεται ως προς την κατάληξή της, ήτοι ότι η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίπτεται χωρίς έξοδα. 

 

 

  

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14 ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2 η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598

[4] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007

[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[6] Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

[7] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024

[8] Ika Weekly, ‘About us’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: ABOUT US » Ika Weekly Newspaper (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/04/2025).

[9] Έρευνα στη μηχανή αναζήτησης Google: [] ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/04/2025).

 

[10] « 5.   Οσάκις τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την αρχή σύμφωνα με την οποία εναπόκειται στον αιτούντα να τεκμηριώσει την αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας και οσάκις ορισμένες πτυχές των δηλώσεων του αιτούντος δεν τεκμηριώνονται με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις, οι πτυχές αυτές δεν χρειάζονται επιβεβαίωση, όταν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:α)

ο αιτών έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του·

 

β)

έχουν υποβληθεί όλα τα συναφή στοιχεία, τα οποία έχει ο αιτών στη διάθεσή του και έχει δοθεί ικανοποιητική εξήγηση για την τυχόν έλλειψη άλλων λυσιτελών στοιχείων·

 

γ)

οι δηλώσεις του αιτούντος θεωρούνται συνεπείς και ευλογοφανείς και δεν έρχονται σε αντίθεση με διαθέσιμα ειδικά και γενικά στοιχεία που αφορούν την περίπτωσή του·

 

δ)

ο αιτών αιτήθηκε την παροχή διεθνούς προστασίας το νωρίτερο δυνατόν, εκτός εάν αποδείξει ότι υπήρχε σοβαρός λόγος που τον εμπόδισε να το πράξει και

 

ε)

η γενική αξιοπιστία του αιτούντος είναι αποδεδειγμένη.

 

[11] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[12] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[13]Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

 

[14] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[15]  RULAC, ‘Non – international Armed Conflicts in Nigeria’, 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Non-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/04/2025)

[16] Explorer - ACLED (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/04/2025)

[17] Citypopulation, ‘Delta (State, Nigeria), διαθέσιμο στη διεύθυνση: Nigeria: States & Agglomerations - Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Web Information (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/04/2025)

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο