
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 6734/2022
16 Απριλίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S. Α. από Πακιστάν
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ν. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ο Αιτητής Παρών.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 30/09/22 η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και/ή ζητά απόφαση με την οποία να ακυρώνεται η απόφαση επιστροφής και/ή ότι σε περίπτωση επιστροφής του παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης και τα Άρθρα 2 & 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 30/06/16 και στις 04/04/17 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξή του, ακολούθησε έκθεση/εισήγηση και αυθημερόν απορρίφθηκε η αίτηση του (απόφαση, όμως, η οποία ανακλήθηκε από την αρμόδια αρχή όπως προκύπτει από επιστολή της ημερομηνίας 23/06/17). Στις 12/04/22 διενεργήθηκε εκ νέου συνέντευξη στον Αιτητή, ακολούθησε έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 29/04/22 και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 30/09/22, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η συνήγορος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος ασύλου και το συναφές αφήγημα του, καθώς και τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην Γραπτή Αγόρευση και Απαντητική Αγόρευση. Παρέπεμψε στα ουσιαστικά γεγονότα, ιστορικό/προφίλ του Αιτητή, πυρήνα του αίτημα του και εισηγήθηκε ότι απουσιάζει η δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και αιτιολογία της απορριπτικής απόφασης. Δεν έγινε, όπως υποστήριξε, ολοκληρωμένη αξιολόγηση των υπαρχουσών πληροφοριών που αφορούν την χώρα καταγωγής/περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, ότι η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, ότι η έρευνα από την αρμόδια αρχή δεν διενεργήθηκε σύμφωνα με τον Νόμο, τα σχετικά καθοδηγητικά εγχειρίδια, την νομολογία και επίσημες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Επισήμανε ότι ο Αιτητής δικαιούται προσφυγικό καθεστώς διότι θα αντιμετωπίσει κίνδυνο με την επιστροφή στη χώρα καταγωγής του από το οικογενειακό περιβάλλον λόγω του ότι βοήθησε τον ξάδελφο του (είναι σουνίτης μουσουλμάνος) να κρυφτεί και/ή να διαφύγει από τον θείο τους (ο οποίος είναι φανατικός μουσουλμάνος με εξουσία και διασυνδέσεις με την εξτρεμιστική οργάνωση Tehreek-e-Labbaik Pakistan) λόγω του ότι η σύζυγος του δεύτερου είναι (άλλου δόγματος) Sikh (και οι οποίοι είναι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες).
Παραπέμποντας σε σημεία της έκθεσης/εισήγησης και στις αντιφάσεις/ελλείψεις που καταγράφονται από τον λειτουργό/εξεταστή της υπόθεσης διατείνεται ότι (α) δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την αξιολόγηση του αιτήματος του η κατάσταση της ψυχικής του υγείας και/ή ότι είναι λήπτης φαρμακευτικής αγωγής για κατάθλιψη και αγχώδη διαταραχή (ταυτόχρονα παραβιάστηκαν οι διαδικαστικές εγγυήσεις ως τα Άρθρα 9ΚΓ και 9ΚΔ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) (στοιχείο που έπρεπε να συνυπολογιστεί στα ευρήματα των ελλείψεων λεπτομερειών του αφηγήματος του), (β) ούτε γνώριζε και/ή θυμάται αλλά ούτε θα έπρεπε να αναμενόταν από τον Αιτητή να τοποθετηθεί επί των λεπτομερειών του γάμου του ξαδέλφου του, (γ) δεν θα έπρεπε να αναμένεται από αυτόν να αναζητήσει προστασία για τον ξυλοδαρμό που υπέστη, (δ) δεν διώκεται από τις αρχές της χώρας του αλλά από το ευρύ οικογενειακό περιβάλλον, (ε) δεν υπάρχει έρευνα σε σχέση με τους ισχυρισμούς του για το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής και/ή έγινε λάθος έρευνα για μικτούς γάμους και/ή δεν προκύπτει από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ότι είναι επιτρεπτοί οι γάμοι μεταξύ Μουσουλμάνων και Sikh. Ούτε αξιολογήθηκε επαρκώς κατά πόσο δικαιούται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας αλλά ούτε ότι με την επιστροφή του θα αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο βλάβης στη χώρα καταγωγής παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και διάφορες πηγές πληροφόρησης και/ή ότι με την απόφαση επιστροφής παραβιάζονται τα Άρθρα 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πεπλανημένα οι Καθ΄ ων η αίτηση αποφάσισαν την επιστροφή του στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2022, (Ν.6(Ι)/2000) και του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ.105 και/ή ότι η απόφαση επιστροφής εκδόθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο και/ή ότι η απόφαση επιστροφής πάσχει λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης και έλλειψης δέουσας έρευνας και/ή ότι το δικαίωμα παραμονής του διατηρείται και/ή ότι η απόφαση επιστροφής εκδόθηκε με πλάνη περί τον Νόμο καθότι δεν ενημερώθηκε για τα μέσα που έχει στη διάθεση του, την προθεσμία και το αρμόδιο δικαστήριο, ήτοι παραβιάστηκε η πρόσβαση του σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο. Στην Απαντητική Αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή προσθέτει και/ή υποβάλει μέσω πηγών πληροφόρησης ότι ο Αιτητής κινδυνεύει με δίωξη λόγω ελλιπούς προστασίας στην χώρα καταγωγής που συνδέονται με θρησκευτικούς λόγους δίωξης.
Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση, και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποδεικνύουν ενδελεχώς δηλώσεις του Αιτητή βάση των οποίων κρίθηκε αναξιόπιστος και υποστηρίζουν ότι οι λόγοι που επικαλείται η συνήγορος του δεν αιτιολογούνται επαρκώς κατά παράβαση της νομολογίας και των διαδικαστικών κανονισμών και θα πρέπει να απορριφθούν. Δεν κατάφερε ο Αιτητής να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο δίωξης, ούτε απέδειξε ότι μπορεί να υπαχθεί στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Θα πρέπει να υποδειχθεί ότι μεγάλο μέρος της Γραπτής Αγόρευσης της συνηγόρου του Αιτητή αναλώνεται σε επανάληψη αρχών του διοικητικού δικαίου και/ή Νόμων και/ή κανόνων δικαίου χωρίς να γίνεται ουσιαστική υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων και νομικών δεδομένων της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.
Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης. Η εξέταση της ουσίας της αίτησης ασύλου του Αιτητή, των στοιχείων του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ») και των πηγών πληροφόρησης σε σχέση με την χώρα καταγωγής είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους λόγους ακύρωσης μη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και πλάνης σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς για μη παροχή σε αυτόν του καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Κατά τη συνέντευξή του, και αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι ενήλικας, υπήκοος Πακιστάν, με τόπο καταγωγής την πόλη Sargodha και συνήθους διαμονής την πόλη Jhang της περιοχής Punjab. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση ισχυρίστηκε πως είναι άγαμος και άτεκνος. Ως προς την πατρική του οικογένεια πρόβαλε πως οι γονείς του και τα αδέρφια του διαβιούν στο Πακιστάν ωστόσο δεν υπάρχει επικοινωνία μεταξύ τους εξαιτίας του λόγου που τον οδήγησε στο να αιτηθεί διεθνή προστασία. Ως προς το εκπαιδευτικό/επαγγελματικό του επίπεδο ισχυρίστηκε πως έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αλλά δεν εργαζόταν στη χώρα καταγωγής του. Ως προς την κατάσταση της υγείας του ανέφερε ότι πάσχει από άγχος και κατάθλιψη, προσκομίζοντας σχετικό πιστοποιητικό.
Κατά την καταγραφή του αιτήματος διεθνούς προστασίας του ισχυρίστηκε ότι έφυγε από το Πακιστάν και μετέβη στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές προκειμένου να σπουδάσει. Στις μη ελεγχόμενες για τη Δημοκρατία περιοχές τα πράγματα έγιναν δύσκολα γι’ αυτόν, καθότι βοήθησε έναν οικογενειακό φίλο από το Πακιστάν ο οποίος παντρεύτηκε γυναίκα η οποία δεν ήταν Μουσουλμάνα με αποτέλεσμα να εξαγριωθούν οι φανατικοί Μουσουλμάνοι και να τον αποκαλούν άπιστο. Ο Αιτητής προσέφερε καταφύγιο στο ζευγάρι αυτό και, ως αποτέλεσμα, θεωρήθηκε και ο ίδιος άπιστος και δέχθηκε επίθεση δύο φορές. Για τον λόγο αυτό έφυγε από τις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και μετέβη στις ελεύθερες περιοχές. Κατά τη συνέντευξή του δήλωσε ότι αρχικώς εγκατέλειψε το Πακιστάν αποκλειστικά και μόνο για λόγους εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Ερωτηθείς, ωστόσο, τι θεωρεί ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του απάντησε ότι θα χάσει τη ζωή του επειδή βοήθησε τον ξάδερφό του ο οποίος σύναψε γάμο με γυναίκα που δεν ήταν Μουσουλμάνα. Τα γεγονότα αυτά διευκρίνισε ότι έλαβαν χώρα στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές. Ερωτηθείς για να αποσαφηνίσει τα περιστατικά που τον αφορούν, δήλωσε ότι ο ξάδερφός του παντρεύτηκε μια γυναίκα η οποία δεν ήταν Μουσουλμάνα ως προς το θρήσκευμα αλλά Sikh, με αποτέλεσμα να του εναντιωθεί η οικογένειά του και ιδιαίτερα ένας θείος του ονόματι Iqbal. Περιέγραψε ότι βοήθησε τον ξάδερφό του, προσφέροντάς του στέγη, ωστόσο ο θείος του το πληροφορήθηκε και απείλησε τον Αιτητή, προειδοποιώντας τον ότι κάνει πράγματα κατά της θρησκείας και πως θα τιμωρηθεί. Προσέθεσε ότι οι απειλές εντάθηκαν και έγιναν απειλές θανάτου, ενώ η οικογένειά του εκτύπωσε και μία αφίσα με την φωτογραφία του και οι κληρικοί εξέδωσαν ισλαμική απόφαση εναντίον του.
Ο αρμόδιος λειτουργός κατά τη συγγραφή της έκθεσης – εισήγησής του εντόπισε και εξέτασε δύο (2) ισχυρισμούς του Αιτητή (α) ως προς τα προσωπικά του στοιχεία που έγινε αποδεκτός, (β) ότι βοήθησε τον ξάδερφό του να παντρευτεί μία μη – Μουσουλμάνα γυναίκα και η οικογένεια του ξαδέρφου του τον απείλησε και τον χτύπησε - ισχυρισμός ο οποίος απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Ειδικότερα, ως καταγράφεται στην έκθεση/εισήγηση, κρίθηκε ότι ο Αιτητής:
- Δεν υπήρξε αρκούντως συνεκτικός και λεπτομερής ως προς το ότι απειλήθηκε και χτυπήθηκε από τον θείο του καθώς και από άλλα άτομα λόγω του ότι βοήθησε τον ξάδερφό του. Τονίστηκε από τον λειτουργό πως δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί με συγκεκριμένο τρόπο στις ημερομηνίες που ο ξάδερφός του παντρεύτηκε, που ο ίδιος έμαθε για τον γάμο καθώς και στο πότε έμαθε από τον ξάδερφό του ότι άτομα τον παρακολουθούν και στην ημερομηνία που ο ίδιος δέχθηκε σωματική βία. Ούτε κατόρθωσε να θυμηθεί την ημερομηνία που ανάρτησαν την αφίσα με την φωτογραφία του μαζί με κατηγορίες περί βλασφημίας.
- Όσον αφορά τον γάμο του ξαδέρφου του, τονίστηκε πως τα λεγόμενα του δεν περιείχαν τον απαιτούμενο βαθμό πληροφοριών λαμβάνοντας υπόψη τη στενή σχέση που ο ίδιος δήλωσε πως είχε μαζί του, αλλά ούτε εξήγησε με τρόπο συνεκτικό τους λόγους που ο ξάδερφός του δεν τον ενημέρωσε για τον γάμο του άμεσα αλλά μετά από μήνες.
- Αναφορικά με το περιστατικό κατά το οποίο ισχυρίστηκε πως δέχθηκε σωματική βία, επισημάνθηκε ότι δεν περιέγραψε επαρκώς το περιστατικό, ούτε έδωσε κάποια συνεκτική εξήγηση ως προς τον λόγο που δεν αποτάθηκε στις «αρχές» (το περιστατικό έλαβε χώρα σε μη ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές).
- Σε σχέση με τα όσα κατ΄ ισχυρισμό διαδραματίστηκαν μετά το περιστατικό σωματικής βίας, κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν υπήρξε σαφής ως προς τις περιγραφές περί του ότι εντόπισε άγνωστα άτομα να κινούνται κοντά στην οικία του, επισημάνθηκε δε ότι υπήρξε γενικόλογος και πως δεν τεκμηρίωσε επαρκώς τους λόγους για τους οποίους θεώρησε ότι κινδυνεύει από τα εν λόγω άτομα.
- Ούτε τεκμηριώθηκε επαρκώς ο ισχυρισμός του περί του ότι στη χώρα του καταζητείται.
- Σημειώθηκε, επίσης, η αντίφαση που εντοπίζεται μεταξύ της αίτησης διεθνούς προστασίας και των όσων ανέφερε κατά την συνέντευξη ότι δηλαδή ενώ κατά το στάδιο της αίτησής του καταγράφει ότι βοήθησε έναν οικογενειακό φίλο (όχι ξάδελφο) και/ή ότι δεν είχε αναφερθεί καθόλου σε απειλές που έλαβε από τον θείο του, δεν ήτο ικανός να αποσαφηνίσει την εν λόγω αντίφαση με το περιεχόμενο της συνέντευξης του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο λειτουργός επεσήμανε ότι λόγω της προσωπικής φύσης του ισχυρισμού δεν είναι εφικτή η ανεύρεση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Ωστόσο, εξωτερικές πηγές πληροφόρησης γενικού περιεχομένου, επιβεβαιώνουν πως ένας Μουσουλμάνος άντρας μπορεί να παντρευτεί γυναίκα που ανήκει σε άλλη θρησκεία (συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών Hindu όπως στην υπό εξέταση περίπτωση καταγραφή που τονίζει η συνήγορος του ότι οδήγησε σε πλάνη και/ή έλλειψη επαρκούς έρευνας του αιτήματος του). Συνεπώς, δεν κατέστη εφικτή η τεκμηρίωση του ότι ο ξάδερφος του Αιτητή διέπραξε βλασφημία με το να παντρευτεί γυναίκα που δεν ήταν Μουσουλμάνα ως προς το θρήσκευμα.
Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αυτό το μέρος του αιτήματος του Αιτητή. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Το αφήγημα του Αιτητή ενέχει στοιχεία αντιφάσεων, σοβαρών ελλείψεων, ενώ παρουσιάζονται λεπτομέρειες στις περιγραφές του που δημιουργούν ισχυρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των δηλώσεών του και ο ίδιος δεν έχει παράσχει ικανοποιητικές εξηγήσεις των προβαλλόμενων ανακριβειών του. Οι συνθήκες δίωξής του, οι περιγραφές των πρωταγωνιστών του αφηγήματός του και γενικότερα οι ελλιπείς και αντιφατικές πληροφορίες που παρέθεσε, αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους. Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Στην αίτηση του Αιτητή καταγράφεται από τον ίδιο ότι διήλθε στις ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές με τον οικογενειακό φίλο του και την γυναίκα του (φίλου του), ενώ κατά την συνέντευξη ανέφερε αντιφατικά ότι είναι «ξάδελφος» του – χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο επί τούτου είτε στην Υπηρεσία Ασύλου είτε κατά την δικαστική διαδικασία (σε σχέση με την οικογενειακή σχέση μεταξύ τους). Ενώ στην αίτηση του καταγράφει ότι τους προσέφερε «άσυλο» (στέγη και βοήθεια) σε φίλο του που είναι Πακιστανός-μουσουλμάνος που παντρεύτηκε Ινδή υπήκοο (Sinh) λόγω του ότι προκλήθηκαν σχόλια μεταξύ πακιστανών και εν τέλει επίθεση εναντίον τους (τους αποκαλούσαν άπιστους – συμπεριλαμβανομένου και του Αιτητή που τους βοήθησε), κατά την συνέντευξη αναφέρθηκε σε συγγένεια του με τον φίλο του («ξάδελφος» του) και/ή ότι διώκεται από συγγενείς τους και/ή από τον θείο τους και/ή τρίτα πρόσωπα που έστειλε ο θείος του. Επίσης, μη ευλογοφανής είναι και ο ισχυρισμός του ότι θα μπορούσε ο θείος του κατά την πτήση επιστροφής του να του επιτεθεί στο αέρα (“he can attack us on air”) λόγω της πολιτικής του επιρροής. Ούτε γνώριζε οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με τον γάμο του «ξαδέλφου» του, ενώ ήτο ελλιπής αναφορικά με τις λεπτομέρειες «δίωξης» του τελευταίου από τρίτα πρόσωπα που στάλθηκαν από τον θείο τους. Ούτε προσκόμισε οποιοδήποτε στοιχείο που να αφορούσε την κατ΄ ισχυρισμό επίθεση από τα εν λόγω πρόσωπα πέραν του ελλιπούς αφηγήματος του. Κανένα αποδεικτικό έγγραφο ή μαρτυρία υπάρχει που να συνδέει προσωπικά τον Αιτητή με τα άτομα που επικαλείται ότι βοήθησε. Ούτε από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα 3Α και 3Β του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Σημειώνεται ότι τα σημεία που υποδεικνύει επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης και/ή τα σχόλια μέσω της Γραπτής Αγόρευσης δεν είναι ικανά για να τεκμηριώσουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα του. Αποτελεί μεν καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα, αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[1]. Σε αντίθεση με τις τοποθετήσεις της συνηγόρου του Αιτητή, ούτε έχει τεκμηριωθεί επαρκώς ότι ο Αιτητής υφίστατο σε πράξεις δίωξης στη χώρα του οι οποίες «[…] κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης […] είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή (β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).»[2] Όλες οι αναφορές του Αιτητή μέσω των γραπτών προτάσεων (περί του βαθμού μεταχείρισης/δίωξης/βίας/βλάβης αυτού) παραμένουν σε γενικά υποκειμενικό/θεωρητικό επίπεδο και/ή δεν τεκμηριώνεται κανένας βαθμός δίωξης και/ή έντασης των περιστατικών που δήλωσε ο Αιτητής ότι βίωσε είτε μέσω της αίτησης διεθνούς προστασίας είτε μέσω της συνέντευξης του (λαμβανομένου υπόψη ότι κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστος σε σχέση με το περιγραφόμενο αφήγημα-που δεν έγινε αποδεκτό). Δεν θα μπορούσε, λοιπόν στη βάση όλων των ανωτέρω, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Διαφωνώ δε ότι υπάρχει επαρκής σύνδεση μεταξύ του αιτήματος του Αιτητή και των πληροφορίων που παρουσιάζονται μέσω της Γραπτής Αγόρευσης και/ή ούτε η αναφορές κατά την αξιολόγηση εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή επηρεάζουν με θετικό πρόσημο το αίτημα ασύλου. Εξάλλου από έρευνα του ιδίου Δικαστηρίου, ο ισλαμικός νόμος δεν αναγνωρίζει τους μουσουλμανικούς γάμους με Ινδουιστές ή Sikh, αν και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις τέτοιων γάμων[3], ενώ ο διαθρησκειακός γάμος στο Ισλάμ επιτρέπεται μόνο με τους «Ahle Kitab» (εκείνες, δηλαδή, τις θρησκείες οι οποίες δίνονται θεία βιβλία, οι Αβρααμικές θρησκείας), δηλαδή οι Εβραίοι και οι Χριστιανοί. Στο Ισλάμ, μόνο ένας άνδρας μπορεί να τελέσει διαθρησκειακό γάμο και/ή το Ισλάμ απαγορεύει σε μια γυναίκα να παντρευτεί οποιονδήποτε εκτός της ισλαμικής θρησκείας.[4] Οι περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης αφορά άντρα με διαθρησκευτικό γάμο, άντρα που δεν τεκμηριώνεται ότι συνδέεται ο ίδιος ο Αιτητής που ζητά διεθνή προστασία. Επομένως, από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσφυγα και/ή οι ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί του λόγω εσωτερικής αναξιοπιστίας δεν εμπίπτουν στους πέντε λόγους δίωξης όπως αυτοί ορίζονται στο Άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Επί αυτού του σημείου, υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος του Αιτητή από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση τόσο με το τί επικρατεί στη χώρα καταγωγής. Αναφορικά, τώρα, ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφιο (γ), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) επιβεβαιώνονται τα τότε συμπεράσματα του λειτουργού. Από αναθεωρημένη εξέταση του Δικαστηρίου βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης καταδεικνύεται ότι ο αριθμός περιστατικών ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό, έτσι ώστε η κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας[5]. Επί αυτού του σημείου λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του με την τελευταία Κ.Δ.Π. 191/2024 ορίζει την χώρα καταγωγής του ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας και δεν τεκμηριώθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ότι η χώρα δεν είναι ασφαλής ειδικά για την περίπτωση του. Σημειώνεται επί τούτου ότι ουδέποτε και σε κανένα σημείο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου είτε κατά την δικαστική διαδικασία ανέφερε ο Αιτητής ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στην χώρα καταγωγής του.
Απορρίπτονται και οι ισχυρισμοί επί της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή, αφού αυτή διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις του Άρθρου 13, 13Α και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από την λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης καθότι διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου όπως επίσης και διευκρινιστικές για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει είτε με τις απαντήσεις είτε με άλλα αποδεικτικά μέσα επαρκώς το αίτημα του. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό περί παράβασης του Άρθρου 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) αυτός δεν θεωρώ ότι έχει τεκμηριωθεί επαρκώς από την συνήγορο του. Το σχετικό άρθρο του Νόμου για ιατρική και ψυχολογική εξέταση αιτούντα άσυλο αφορά στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν: «(α) Ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και (β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας.». Στην παρούσα περίπτωση, ο λειτουργός δεν έκρινε σκόπιμο ο Αιτητής να παραπεμφθεί σε ειδική εξέταση σε ιατρό ή ψυχολόγο (λόγω απόρριψης των ισχυρισμών του) ούτε αυτό εμπόδισε τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης. Το σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό ημερομηνίας 24/03/22 (ερυθρό 152 Δ.Φ.) που προσκομίστηκε καταγράφει μόνο ότι υπάρχει καταθλιπτική συμπτωματολογία με σύσταση έναρξης φαρμακευτικής αγωγής και παρακολούθησης και ότι στην τότε φάση δεν ήταν σε θέση να εργαστεί. Το εν λόγω στοιχείο από μόνο του δεν αρκεί, ως ο ισχυρισμός της συνηγόρου του Αιτητή, για να ανατρέψει το τεκμήριο αναξιοπιστίας και μη τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του ούτε καταδεικνύει κατά πόσο επηρεάστηκαν οι δηλώσεις του κατά την συνέντευξη λόγω δυσχερούς ψυχολογικής και/ή σωματικής κατάστασης και/ή ούτε υποδείχθηκαν σοβαρές ενδείξεις ευαλωτότητας και/ή οποιαδήποτε ένδειξη ότι ο Αιτητής χρήζει συνεχούς ψυχολογικής ή ψυχιατρικής παρακολούθησης ή νοσηλείας που τυχόν να επηρέαζε ουσιωδώς την αξιολόγηση του αιτήματος του. Ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε περαιτέρω μαρτυρία επί τούτου ήτοι λεπτομερής ιατρική έκθεση σε σχέση με την κατ΄ ισχυρισμό ψυχολογική του κατάσταση και/ή κατά πόσο έλαβε/ή λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και/ή κατά πόσο παρακολουθεί συνεδρίες σε σχέση με διαγνωσμένη κατάθλιψη για να τύχει περαιτέρω αξιολόγησης από το Δικαστήριο και/ή προς ανατροπή των ευρημάτων του λειτουργού επί του συνολικού αφηγήματος του και/ή ούτε υποδείχθηκε επαρκώς πως επηρεάζονται με θετικό πρόσημο οι ανεπαρκείς δηλώσεις του κατά την συνέντευξη.
Δεν γίνονται αποδεκτοί ούτε οι γενικοί ισχυρισμοί ότι η απόφαση επιστροφής παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης και/ή των διατάξεων των Άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ. Από τα πιο πάνω στοιχεία της υπόθεσης του Αιτητή εκτιμήθηκε και μετά από αναθεωρημένο έλεγχο του Δικαστηρίου ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, δεν θα αντιμετωπίσει οιαδήποτε μορφής δίωξη, θανατική ποινή, βασανιστήρια ή άλλη απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία. Οι αιτιάσεις του Αιτητή που αφορούσαν σε κατ' ισχυρισμό δίωξη ή σοβαρή βλάβη/κίνδυνο που κατ΄ ισχυρισμό διατρέχει με την επιστροφή του αξιολογήθηκαν και απορρίφθηκαν στα πλαίσια αιτήματος διεθνούς προστασίας (ως η ανωτέρω ανάλυση). Δεν υποδεικνύονται άλλοι ισχυρισμοί που να συναρτώνται με την αρχή της μη επαναπροώθησης που να χρήζουν περαιτέρω εξέτασης εκτός των πλαισίων που αφορούν το αίτημα χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Βάσει των στοιχείων του φακέλου και της έκθεσης/εισήγησης της λειτουργού (ως αναλύονται ανωτέρω) διαπιστώνω επαρκή έρευνα υπό τις περιστάσεις από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την αρμόδια αρχή (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345) ήταν σύμφωνα με την νομοθεσία και υπό την καθοδήγηση σχετικών επί του θέματος εγχειριδίων. Η απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης της λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Μετά δε από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, το Δικαστήριο στα πλαίσια των εξουσιών του, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Άρθρο 16 & 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
[2] Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)
[3] Islam.org, Marriage (Part I of II), διαθέσιμο στη διεύθυνση: Marriage (Part I of II) | Islamic Laws | Al-Islam.org, Issue 2406, UK Home Office (2016), ‘Country Information and Guidance – Pakistan: Interfaith marriage’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Country Information and Guidance - Pakistan: Interfaith marriage | Refworld, σελ.13.
[4] Advocate in Lahore, ‘Interfaith Marriage in Pakistan’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Interfaith Marriage in Pakistan - Call @ 03234910089
[5] EUUA Country of Origin Information: Pakistan - Country Focus, December 2024, p.56-61
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο